Περίληψη:
Το Πολυμελές Πρωτοδικείο, επιδικάζοντας σε καθένα ενάγοντα το ποσό των (5.869,40 ευρώ) και υποχρεώνοντας τους εναγομένους να το καταβάλουν, συμμέτρως, αντί να τους υποχρεώσει να το καταβάλουν εις ολόκληρο, καθένας, παραβίασε, ευθέως, με εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή, τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις του άρθρου 23 του ν. 2572/2009.
Αριθμός 2245/2013
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Β1′ Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Βασίλειο Λυκούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Ανδρέα Δουλγεράκη, Νικόλαο Πάσσο, Δημήτριο Κόμη και Στυλιανή Γιαννούκου, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 19 Νοεμβρίου 2013, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων: 1) Α. Χ. του Γ. και 2) Γ. Χ. του Α., κατοίκων … οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Γεώργιο Κούτση.
Των αναιρεσιβλήτων: 1) Ε. συζ. Π. Γ., το γένος Α. Α., 2) Α. Γ. του Π. και 3) Α. Γ. του Π., κατοίκων … οι οποίοι παραστάθηκαν με τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Στυλιανό Γκαρίπη, που δεν κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 27-3-2008 αγωγή των ήδη αναιρεσειόντων, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Κορωπίου. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 185/2009 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 4196/2011 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 28-11-2011 αίτησή τους.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Ανδρέας Δουλγεράκης διάβασε την από 25-10-2012 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε να γίνει δεκτή η αίτηση αναίρεσης.
Ο πληρεξούσιος των αναιρεσειόντων ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, ο πληρεξούσιος των αναιρεσιβλήτων την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1, 2, 3, 4, 5, 6, 11, 14, 15, 19 παρ. 1α του Ν. 2472/1997 “Προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, με εκείνες της 1122/2000 Οδηγίας της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα “για την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων μέσω κλειστών κυκλωμάτων τηλεόρασης”, που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 19 παρ. 1α του πιο πάνω νόμου και τροποποιήθηκε με τη μεταγενέστερη 2162/2005 όμοια, και τα άρθρα 57 και 59 του ΑΚ συνάγονται τα ακόλουθα: 1) Η λήψη και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μέσω κλειστών κυκλωμάτων τηλεόρασης, εγκατεστημένων σε ιδιωτικούς χώρους από φυσικό πρόσωπο για την άσκηση δραστηριοτήτων αποκλειστικά προσωπικών ή οικιακών, εκφεύγει από το πεδίο εφαρμογής του Ν. 2472/1997, σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 2 του νόμου αυτού. 2) Δεν συμβαίνει όµως το ίδιο οσάκις από εγκατεστημένο σε ιδιωτικό χώρο κλειστό κύκλωµα τηλεόρασης βιντεοσκοπούνται, µε τη χρήση καµερών, κοινόχρηστοι εξωτερικοί χώροι, όπως µεταξύ άλλων είναι και οι δηµοτικές ή κοινοτικές οδοί που τον περιβάλλουν, ή άλλοι γειτονικοί ιδιωτικοί χώροι ανήκοντες σε τρίτους, και παρέχεται στον ιδιοκτήτη του η δυνατότητα λήψης, αποθήκευσης ή άλλης περαιτέρω επεξεργασίας της εικόνας τρίτων προσώπων που τους χρησιμοποιούν ελεύθερα, σύµφωνα µε τον προορισµό τους, διότι τότε δεν πρόκειται για επεξεργασία προσωπικών ή οικιακών δραστηριοτήτων αυτού τούτου του προσώπου που την ενεργεί µέσα στον ιδιωτικό του χώρο αλλά για λήψη και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τρίτων προσώπων, που δεν έχουν σχέση µε το χώρο αυτό. 3) Η επεξεργασία αυτή εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του Ν. 2472/1997 και, επειδή προσβάλει την προσωπικότητα και την ιδιωτική ζωή του τρίτου, κατ’ αρχήν απαγορεύεται. 4) Κατ’ εξαίρεση όµως αυτή επιτρέπεται, χωρίς τη συναίνεση του υποκειμένου της, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις: α) αποσκοπεί στην προστασία προσώπων ή αγαθών, β) είναι απολύτως αναγκαία για την επίτευξη του σκοπού στον οποίο αποβλέπει, με την έννοια ότι αυτός δεν µπορεί να επιτευχθεί εξίσου αποτελεσματικά µε άλλα λιγότερο επαχθή για το υποκείμενο της επεξεργασίας µέσα, γ) το έννοµο συμφέρον του υπεύθυνου της επεξεργασίας υπερέχει καταφανώς των δικαιωµάτων και των συμφερόντων των υποκειμένων αυτής και η επεξεργασία δεν βλάπτει τις προσωπικές τους ελευθερίες, δ) ο υπεύθυνος της επεξεργασίας έχει γνωστοποιήσει εγγράφως στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα την εγκατάσταση του κλειστού κυκλώματος και την έναρξη της λειτουργίας του µε όλα τα στοιχεία που απαιτεί η διάταξη του άρθρου 6 του Ν. 2472/1997, και ε) µε την ανάρτηση ευδιάκριτων πινακίδων, αυτός έχει επισημάνει στα υποκείμενα της επεξεργασίας το χώρο που εµπίπτει στην εµβέλεια της κάµερας και βιντεοσκοπείται, όπως απαιτεί η διάταξη του άρθρου 11 του Ν. 2472/1997. Και 5) Η µη τήρηση ή µη συνδροµή µιας οποιασδήποτε από τις παραπάνω προϋποθέσεις καθιστά παράνοµη την δια κλειστού κυκλώµατος τηλεόρασης και κάµερας εγκατεστημένων σε ιδιωτικό χώρο λήψη και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τρίτων προσώπων, που διέρχονται έξω από αυτόν, όπως µεταξύ άλλων είναι και η εικόνα τους, ως προσβάλλουσα το δικαίωµα της προσωπικότητάς τους, και δικαιούνται αυτά, κατ’ άρθρο 57 ΑΚ, να αξιώσουν χρηµατική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, η οποία προϋποθέτει υπαιτιότητα του προσβάλλοντος. Εξάλλου, στο άρθρο 10 του ίδιου πάντοτε νόμου ορίζεται ότι η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είναι απόρρητη και στο άρθρο 22 προβλέπονται ποινικές κυρώσεις για όποιον χωρίς δικαίωμα επεμβαίνει με οποιονδήποτε τρόπο σε αρχείο δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή ανακοινώνει ή καθιστά προσιτά τέτοια δεδομένα σε μη δικαιούμενα πρόσωπα (παρ. 4). Στο άρθρο 23 παράγραφος 1 του εν λόγω νόμου ορίζεται ότι φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, που, κατά παράβαση του Ν. 2472/1997, προκαλεί περιουσιακή βλάβη, υποχρεούται σε πλήρη αποζημίωση. Αν προκάλεσε ηθική βλάβη, υποχρεούται σε χρηματική ικανοποίηση. Κατά την αληθή έννοια της διάταξης αυτής, σε περίπτωση πλειόνων υπαιτίων προσώπων, δημιουργείται, μεταξύ τους, παθητική εις ολόκληρον ευθύνη, και καθένα φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, που, από κοινού με άλλο, κατά παράβαση του Ν. 2472/1997, προκαλεί ηθική βλάβη, είναι υποχρεωμένο, εις ολόκληρον, να καταβάλει αυτήν. Η ευθύνη υπάρχει και όταν ο υπόχρεος όφειλε να γνωρίζει την πιθανότητα να επέλθει βλάβη σε άλλον. Στην δε παράγραφο 2 ορίζεται ότι η κατά το άρθρο 932 Α.Κ. χρηματική ικανοποίηση, λόγω ηθικής βλάβης, για παράβαση του Ν. 2472/1997 ορίζεται, κατ’ ελάχιστο, στο ποσό των 2.000.000 δραχμών, εκτός εάν ζητήθηκε από τον ενάγοντα μικρότερο ποσό ή η παράβαση οφείλεται σε αμέλεια. Στην προκείμενη περίπτωση, με την αγωγή τους οι ενάγοντες ισχυρίστηκαν, ότι οι εναγόμενοι, όντες συγκύριοι οικίας κειμένης παραπλεύρως της δικής τους, εγκατέστησαν τέσσερις βιντεοκάμερες, προβαίνοντας σε βιντεοσκόπησή τους κατά την είσοδο και έξοδό τους από την οικία τους, κατά παράβαση του Ν. 2472/97. Ισχυρίσθηκαν ακόμη, ότι, εξαιτίας της παραπάνω παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς των εναγομένων, προσεβλήθη η προσωπικότητά τους, υπέστησαν δε ηθική βλάβη. Στη συνέχεια ζήτησαν να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να τους καταβάλουν ο καθένας, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστησαν, το ποσό των 6.000 ευρώ, στον καθένα. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την 185/2009 απόφασή του, υποχρέωσε καθένα από τους εναγομένους να καταβάλλει σε καθένα ενάγοντα το ποσό των 1.000 ευρώ. Κατά της απόφασης αυτής άσκησαν έφεση α) οι ενάγοντες και β) οι εναγόμενοι. Το, ως Εφετείο, δικάσαν Πολυμελές Πρωτοδικείο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχθηκε τα εξής: Οι διάδικοι τυγχάνουν μεταξύ τους συγγενείς. Οι ενάγοντες διαμένουν σε οικεία κείμενη επί της οδού …στην …στη θέση …, της εξ αδιαιρέτου κυριότητας της συζύγου του πρώτου και μητρός του δεύτερου Α. Α.. Παραπλεύρως της οικίας τους είναι κτισμένη η οικία των εναγομένων. Οι εναγόμενοι, κατά το Σεπτέμβριο του 2007, προχώρησαν στην τοποθέτηση τεσσάρων καμερών ανά δύο αντικριστά, στην πρόσοψη της οικίας τους επί της οδού …και στην δίοδο η οποία ξεκινάει κάθετα από την οδό αυτή, διέρχεται παράλληλα και σε επαφή με τον μαντρότοιχο της οικίας των εναγομένων και καταλήγει στην είσοδο της οικίας των εναγόντων, χωρίς, πριν την εγκατάσταση, να γνωστοποιήσουν το κλειστό κύκλωμα στην αρμόδια αρχή (Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων). Με τις κάμερες αυτές βιντεοσκοπούσαν, μέσω κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης, την κίνηση οχημάτων και προσώπων επί της οδού …και επί της διόδου, από την οποία οι εναγόμενοι έχουν μοναδική πρόσβαση στην οικία τους. Μάλιστα επί σχετικής αίτησης της Α. Α., εξ αδιαιρέτου κυρίας της οικίας των εναγόντων, εκδόθηκε η 1873/2008 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου, κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, η οποία υποχρέωσε τους εναγομένους να αφαιρέσουν προσωρινά τις κάμερες αυτές. Παρ’ όλα αυτά, όλο αυτό το χρονικό διάστημα, λόγω της τοποθέτησης των καμερών, επλήγησαν ζωτικής σημασίας πτυχές της προσωπικότητας των εναγόντων, αφού οι εναγόμενοι είχαν τη δυνατότητα να παρακολουθούν ανά πάσα στιγμή τις κινήσεις τους, να λαμβάνουν κάθε φορά την εικόνα τους και να έχουν τη δυνατότητα να επεξεργάζονται αυτήν κατά βούληση, χωρίς τη συναίνεση των εναγόντων. Η τοιαύτη συμπεριφορά των εναγομένων γεννά, κατ’ άρθρο 926 ΑΚ, οφειλή εις ολόκληρον. Ο ισχυρισμός των εναγομένων ότι η τοποθέτηση των καμερών έγινε από το μη διάδικο σύζυγο της πρώτης και πατέρα των λοιπών, Π. Γ., αφενός μεν αποδεικνύεται εκ των προεκτεθέντων ψευδής, αφετέρου και αληθής υποτιθέμενος δεν θα τους απάλλασσε από την ευθύνη τους, δεδομένου ότι ήταν οι συγκύριοι της οικίας και η τοποθέτηση των καμερών εξαρτιόταν από την αγαστή συνεργασία τους. Και ναι μεν δεν αποδείχτηκε, από το σύνολο του αποδεικτικού υλικού, η δημιουργία και επεξεργασία από μέρους των εναγομένων αρχείου εικόνων και ήχου των εναγόντων κατά τις διατάξεις των άρθρων 4, 5 και 7 του Ν. 2472/1997, πλην όμως η θέση και μόνο και η εμβέλεια του επίδικου συστήματος, που επέτρεπε τη λήψη εικόνων από τον περιβάλλοντα την κατοικία χώρο και του κτηρίου των περιοίκων εναγόντων, χωρίς τη συναίνεση αυτών, συνιστά μη νόμιμη επεξεργασία. Περαιτέρω, ο ισχυρισµός των εναγομένων ότι η χρήση των καµερών ήταν αναγκαία για την προστασία των αγαθών της ζωής, της σωµατικής ακεραιότητας και της υγείας τους, από ενδεχόμενες ενέργειες τρίτων προσώπων, είναι απορριπτέος, καθόσον η τοποθέτηση κλειστών κυκλωμάτων τηλεόρασης είναι αποτελεσματική σε σχέση µε την προστασία αγαθών σε µικρής κλίµακας φυλασσόμενους χώρους, όπως χώρους στάθμευσης, αποθήκες εμπορευμάτων κ.λπ. Αλλά δεν υπάρχουν ενδείξεις που να καταδεικνύουν ότι είναι αποτελεσματική σε μεγάλης κλίµακας χώρους, όπως είναι οι δηµόσιοι χώροι. Η τοποθέτηση των καµερών στην συγκεκριμένη περίπτωση προσέβαλε το δικαίωµα των περιοίκων εναγόντων, διότι τους έθεσε υπό έλεγχο και αδικαιολόγητο περιορισµό της ελευθερίας τους, ως εκδήλωση της προσωπικότητάς τους και τους παρεμπόδισε στην ελεύθερη ανάπτυξη της κοινωνικής δραστηριότητάς τους. Η αίσθησή τους ότι ήταν πολύ πιθανό να βρίσκονται υπό παρακολούθηση σίγουρα επηρέασε τη συμπεριφορά τους. Εποµένως, η τοποθέτηση των επίµαχων καµερών συνιστά παράνοµη προσβολή της προσωπικότητάς τους, εκ της οποίας αυτοί υπέστησαν ηθική βλάβη. Ο ισχυρισµός των εναγομένων, ότι αµέσως µετά την κοινοποίηση των ασφαλιστικών µέτρων υπέβαλαν την 216/21-3-2008 γνωστοποίηση κλειστού κυκλώµατος, είναι απορριπτέος ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος, δοθέντος ότι υπείχαν υποχρέωση προηγούμενης ειδοποίησης, την οποία (εν λόγω υποχρέωση) παραβίασαν, πριν την εγκατάσταση του κυκλώµατος. Λόγω της τοιαύτης παράνοµης και υπαίτιας συμπεριφοράς των εναγομένων προσεβλήθη η προσωπικότητα των εναγόντων και δη οι εκφάνσεις που προαναφέρθηκαν και εξαιτίας της τοιαύτης προσβολής υπέστησαν αυτοί αντιστοίχως ηθική βλάβη χρηµατικώς αποκαταστατέα. Είναι δε οι εναγόμενοι υπόχρεοι της αποκατάστασής της και λόγω της τοιαύτης συμπεριφοράς τους πρέπει να καταβάλουν στους ενάγοντες εύλογη χρηµατική ικανοποίηση. Το πρωτοβάθµιο Δικαστήριο δέχθηκε ότι για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης των εναγόντων, λαμβανομένων υπόψη των συνθηκών της αδικοπραξίας, του είδους και του τρόπου της προσβολής και της οικονοµικής κατάστασης των µερών, έπρεπε να τους επιδικαστεί, ως χρηµατική ικανοποίηση, το ποσό των 1.000 ευρώ, έναντι του αιτηθέντος μείζονος ποσού. Έτσι, όµως, παραβίασε ευθέως τη διάταξη του άρθρου 23 του Ν. 2472/1997, µε την οποία ορίζεται το ποσό των 2.000.000 δραχµών, ήδη κατά το κυκλοφορούν τώρα νόµισµα σε 5.869,40 ευρώ, ως το ελάχιστο όριο της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, για παράβαση του Ν. 2472/1997, εφόσον δεν ζητήθηκε µικρότερο ποσό ή η παράβαση δεν οφειλόταν σε αµέλεια, προϋποθέσεις που δεν συντρέχουν στην παρούσα περίπτωση, µε δεδομένο ότι οι ενάγοντες ζήτησαν την καταβολή 6.000 ευρώ από τον καθένα από τους εναγομένους για τον καθένα των εναγόντων. Με τις παραδοχές αυτές, αφού απέρριψε την έφεση των αναιρεσιβλήτων – εναγομένων και δέχθηκε την έφεση των αναιρεσειόντων – εναγόντων, εξαφάνισε την εκκαλούμενη απόφαση, δέχθηκε την αγωγή και υποχρέωσε τους εναγόμενους, να καταβάλουν σε καθένα των εναγόντων, συµµέτρως, το άνω ποσό των (5.869,40 ευρώ). Έτσι, όμως, που έκρινε το Πολυμελές Πρωτοδικείο, επιδικάζοντας δηλαδή σε καθένα ενάγοντα το παραπάνω ποσό και υποχρεώνοντας τους εναγομένους να το καταβάλλουν, συμμέτρως, αντί να τους υποχρεώσει να το καταβάλουν εις ολόκληρο, καθένας, παραβίασε, ευθέως, με εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή, τις προαναφερθείσες ουσιαστικού δικαίου διατάξεις του άρθρου 23 του ν. 2572/2009, και ο μοναδικός λόγος αναίρεσης, από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, είναι βάσιμος και πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, να παραπεμφθεί η υπόθεση, προς περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από δικαστές άλλους από εκείνους που εξέδωσαν την άνω απόφαση (άρθρο 580 παρ. 3 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 65 παρ. 1 Ν. 4139/2013). Τέλος, πρέπει, να καταδικαστούν οι αναιρεσίβλητοι, στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσειόντων (άρθρ. 183, 176 του ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί τη, με αριθμό, 4196/2011 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.
Παραπέμπει την υπόθεση, προς περαιτέρω εκδίκαση, στο ίδιο δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές. Και
Καταδικάζει τους αναιρεσίβλητους στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσειόντων, τα οποία ορίζει σε δύο χιλιάδες τριακόσια (2300) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 3 Δεκεμβρίου 2013. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 18 Δεκεμβρίου 2013.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ