Χωρίς δίπλωμα οδήγησης μένουν όσοι οδηγοί αποδεικνύονται ανεπίδεκτοι μαθήσεως και τελούν επανειλημμένως σοβαρές τροχαίες παραβάσεις.
Με την οδική ασφάλεια να αποτελεί κύρια και απαρέγκλιτη προτεραιότητα, ο Κώδικας Οδικής Κυκλοφορίας προβλέπει παραδειγματικές τιμωρίες για όσους οδηγούς υποπίπτουν σε τροχονομικές παραβάσεις.
Αδιαμφισβήτητα, δεν έχουν όλες οι παραβάσεις την ίδια σημαντικότητα, και ως εκ τούτου τα πρόστιμα και οι ποινές βρίσκονται σε άμεση συνάρτηση με την επικινδυνότητα του κάθε οδηγικού παραπτώματος.
Ο πέλεκυς πέφτει βαρύς ειδικά για τις παραβάσεις που θέτουν σε κίνδυνο τους υπόλοιπους χρήστες του δρόμου και τους πεζούς. Για περιπτώσεις όπως η κατανάλωση αλκοόλ, εννοείται ότι θα υπάρξει υποδειγματική τιμωρία, ενώ για αρκετό διάστημα τον οδηγό θα ακολουθούν βαθμοί ποινής.
κλήσεις τροχαίας αφαίρεση διπλώματος
Οι οδηγοί, μάλιστα, που υποπίπτουν κατ’ εξακολούθηση σε σοβαρές τροχαίες παραβάσεις και αποδεικνύονται… ανεπίδεκτοι μαθήσεως μπορεί να χάσουν το δίπλωμά τους δια βίου.
Ειδικότερα, ο Κώδικας Οδικής Κυκλοφορίας έχει ορίσει μια συγκεκριμένη συχνότητα επανάληψης της παράβασης σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, όπου εάν επαναληφθεί η διάπραξή της τότε το δίπλωμα οδήγησης θα χαθεί για πάντα.
κλήσεις τροχαίας αφαίρεση διπλώματος
Πιο συγκεκριμένα, ο Κώδικας Οδικής Κυκλοφορίας αναφέρει ότι «Σε περίπτωση διάπραξης των παραβάσεων που συνδέονται με την κατανάλωση αλκοόλ, των παραβάσεων της πινακίδας Ρ-2( το STOP) και του ερυθρού σηματοδότη, των παραβάσεων που συνδέονται με την επίδειξη ικανότητας, εντυπωσιασμού, ανταγωνισμού ή την τέλεση αυτοσχέδιων αγώνων (κόντρες, παντιλίκια κ.α.), καθώς και των παραβάσεων των διατάξεων με τις οποίες ορίζεται ο τρόπος προσπέρασης οχημάτων για τρίτη φορά μέσα σε διάστημα πέντε (5) ετών, η άδεια οδήγησης αφαιρείται δια βίου».
Δηλαδή, σε περίπωση που τελεσθεί, μία από τις προαναφερθείσες παραβάσεις για τρίτη φορά μέσα σε πέντε χρόνια, τότε έχει κάθε δικαίωμα το κράτος να προχωρήσει σε αφαίρεση της άδειας οδήγησης οχήματος. Επιπλέον, ο Κώδικας Οδικής Κυκλοφορίας δεν προβλέπει την μείωση του προστίμου κατά 50% σε αυτές τις περιπτώσεις, για ευνόητους λόγους.