Απόφαση 77/2023, 6ο Τριμελές
Πρόεδρος: Χρυσάνθη – Ελένη Σινοπούλου, Πρόεδρος Δ.Δ.
Εισηγήτρια: Αργυρώ Σταυρουλάκη, Πρωτοδίκης Δ.Δ.
Το δικαίωμα της προηγουμένης ακρόασης, με την έννοια που κατοχυρώνεται στο άρθρο 20 παρ. 2 του Συντάγματος και ρυθμίζεται ειδικότερα, υπό την αυτή έννοια, με τις διατάξεις του άρθρου 6 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, συνίσταται στη δυνατότητα εκείνου για τον οποίον η διοίκηση άγεται στην έκδοση πράξης βλαπτικής για τα συμφέροντά του, να εκθέσει σχετικά τις απόψεις του στην αρμόδια διοικητική αρχή, έτσι ώστε να επηρεάσει τη διαμόρφωση της κρίσης της ήδη στο στάδιο πριν από το σχηματισμό της και την έκδοση της πράξης. Συνέπεια της φύσης αυτής και του σκοπού του δικαιώματος είναι, αφενός μεν ότι η παραβίασή του δεν θεραπεύεται με την εκ των υστέρων παροχή στον ενδιαφερόμενο της δυνατότητας να ζητήσει την ακύρωση ή την τροποποίηση της πράξης, αφετέρου δε ότι για να υπάρχει έδαφος άσκησής του πρέπει, πάντως, να πρόκειται για πράξη για την οποία το ζήτημα αν θα εκδοθεί ή πώς θα διαμορφωθεί το περιεχόμενό της να μην εξαντλείται κατά νόμο στη διάγνωση περί της συνδρομής αμιγώς αντικειμενικών προϋποθέσεων, αλλά να καταλείπεται κατ’ αρχήν στο διοικούμενο πεδίο προβολής κρίσιμων πραγματικών ισχυρισμών από τη σφαίρα της υποκειμενικής του κατάστασης και συμπεριφοράς (ΣτΕ 1821/2021, 1184/2017 κ.ά.). Συναφώς δε, όταν σε ένδικη αμφισβήτηση της πράξης προβάλλεται λόγος περί παραβίασης του δικαιώματος προηγουμένης ακρόασης, για το λυσιτελές της προβολής του λόγου απαιτείται η αναφορά από το διοικούμενο -χωρίς ωστόσο πανηγυρική διατύπωση (βλ. 2765/2019 7μ., 88/2018)- των ισχυρισμών που θα προέβαλε ενώπιον της Διοίκησης, αν είχε κληθεί σε ακρόαση και οι οποίοι είναι ουσιώδεις, υπό την έννοια ότι θα μπορούσαν να ασκήσουν επιρροή στην εκτίμηση των πραγμάτων από τη Διοίκηση, χωρίς να απαιτείται οι κρίσιμοι αυτοί πραγματικοί ισχυρισμοί να οδηγούν οπωσδήποτε στην ακύρωση της διοικητικής πράξης. Εξάλλου, πεδίο προβολής, κατά τα ανωτέρω, ουσιωδών ισχυρισμών από την υποκειμενική σφαίρα του διοικουμένου και, συνακόλουθα, έδαφος άσκησης του δικαιώματος προηγούμενης ακρόασης, υφίσταται σε κάθε περίπτωση που προσάπτεται σε ορισμένο πρόσωπο παραβατική συμπεριφορά και επαπειλείται η επιβολή σε βάρος του της αντίστοιχης κύρωσης (βλ. ΣτΕ 1821/2021, 567/2020). Περαιτέρω, με τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 3 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας επιτρέπεται, κατ’ εξαίρεση, η άμεση λήψη του δυσμενούς μέτρου, χωρίς την προηγούμενη κλήση του ενδιαφερομένου, αν αυτή είναι αναγκαία για την αποτροπή κινδύνου ή λόγω επιτακτικού δημόσιου συμφέροντος. Ωστόσο, πρέπει να προκύπτει από την ίδια την πράξη ότι η Διοίκηση προβαίνει στην έκδοσή της χωρίς προηγούμενη κλήση του ενδιαφερομένου να εκφράσει τις απόψεις του, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 6 του ως άνω Κώδικα, διότι η άμεση λήψη του δυσμενούς μέτρου επιβάλλεται για την αποτροπή κινδύνου ή λόγω επιτακτικού δημόσιου συμφέροντος, που πρέπει να προσδιορίζονται κατά τρόπο συγκεκριμένο. Συνεπώς, η διοίκηση δεν μπορεί να επικαλεσθεί εκ των υστέρων, μετά δηλαδή την έκδοση της πράξης, την ανάγκη άμεσης λήψης του δυσμενούς μέτρου, χωρίς την προηγούμενη κλήση του ενδιαφερομένου (βλ. ΣτΕ 1877-1879/2016 7μ.).
Κρίση του Δικαστηρίου ότι από την προσβαλλόμενη πράξη επιβολής διοικητικής κύρωσης δεν προέκυπτε ότι η Διοίκηση προέβη στην έκδοσή της χωρίς προηγούμενη κλήση του ενδιαφερομένου να εκφράσει τις απόψεις του, ενόψει του ότι η άμεση λήψη του δυσμενούς μέτρου επιβαλλόταν για την αποτροπή κινδύνου ή λόγω επιτακτικού δημόσιου συμφέροντος. Επομένως, εφ’ όσον η διοίκηση δεν μπορεί να επικαλεσθεί εκ των υστέρων την ανάγκη άμεσης λήψης του μέτρου αυτού και εφ’ όσον η εκ των υστέρων κλήση του διοικούμενου να εκφράσει τις απόψεις του δεν δύναται να θεραπεύσει τη μη τήρηση του δικαιώματος ακρόασης αυτού πριν από την επιβολή της επίμαχης διοικητικής κύρωσης, οι σχετικώς προβαλλόμενοι ισχυρισμοί του καθ’ ου απορρίπτονται ως αβάσιμοι. Κρίση του Δικαστηρίου ότι με την προσφυγή διατυπώνονται συγκεκριμένοι ισχυρισμοί, με τους οποίους ο προσφεύγων αμφισβητεί ότι υπέπεσε στις αποδιδόμενες σε αυτόν παραβάσεις, οι οποίοι παρίστανται ουσιώδεις, υπό την έννοια ότι θα μπορούσαν να ασκήσουν επιρροή στην εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών από τη διοίκηση, κατά την τήρηση της διαδικασίας προηγούμενης ακρόασης και άρα η προσβαλλόμενη πράξη επιβολής διοικητικής κύρωσης εκδόθηκε κατά παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας, με αποτέλεσμα την ακύρωση της πράξης αυτής και αναπομπή της υπόθεσης στη Διοίκηση για να την κρίνει, αφού τηρηθεί ο τύπος της προηγούμενης ακρόασης του προσφεύγοντος.