Αριθμός 308/2022
ΤΟ ΤΡΙΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 4ο
Αποτελούμενο από τους Δικαστές Αικατερίνη Νομικού, Πρόεδρο Εφετών, Παρασκευή Μπερσή, Εφέτη-Εισηγήτρια και Αικατερίνη Κοκόλη, Εφέτη και από τη Γραμματέα Τ.Λ..
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την ……………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των:
ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1) ………… και 2) …………….οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσιά τους δικηγόρο Γκούβα Βασιλική.
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) Ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας ……………..εκπροσωπήθηκε δε από την πληρεξούσιά της δικηγόρο Ανδριανή Παπαδοπούλου (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ) και 2) Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας ……………, εκπροσωπήθηκε δε από την πληρεξούσιά της δικηγόρο Μαρία Ποντίφηξ (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).
Οι εκκαλούντες άσκησαν ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 11.7.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../2018) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 3610/2020 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που απέρριψε την αγωγή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου οι ενάγοντες και ήδη εκκαλούντες με την από 10.5.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2021) έφεσή τους, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε (ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου ……………/2021) η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Η πληρεξούσια δικηγόρος των εκκαλούντων, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε και οι πληρεξούσιες δικηγόροι των εφεσιβλήτων, οι οποίες παραστάθηκαν με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη, από 10.5.2021 (υπ΄αριθ. κατάθ. ………../12.5.2021 – …………../18.5.2021), έφεση των πρωτοδίκως ηττηθέντων εναγόντων κατά των νικησασών εναγομένων και της υπ΄αριθ. 3610/24.11.2020 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που δίκασε αντιμωλία των διαδίκων και απέρριψε την από 11.7.2018 (υπ΄αριθ. κατάθ. …………/12.7.2018) αγωγή, ασκήθηκε νομότυπα (με κατάθεση του δικογράφου στη γραμματεία του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου (άρθρα 495 παρ.1 και 2, 500,511, 513 παρ.1 περ.β΄εδ.α, 516 παρ.1, 517 εδ.α και 520 παρ.1 του ΚΠολΔ)και εμπρόθεσμα, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 518 παρ. 2ΚΠολΔ, καθώς δεν προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται επίδοση της εκκαλουμένης. Πρέπει, επομένως να γίνει τυπικά δεκτή και να εξετασθεί περαιτέρω από το Δικαστήριο τούτο, που είναι καθ΄ύλην και κατά τόπο αρμόδιο, κατά την ίδια ως άνω διαδικασία με την οποία εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τhς (άρθρα 19, 533 παρ.1,2 ΚΠολΔ) και εντός των ορίων που καθορίζονται από αυτούς (άρθρο 522 ΚΠολΔ), εν όψει του ότι για το παραδεκτό της κατατέθηκε τα προσήκον υπ΄αριθ…………… ηλεκτρονικό παράβολο έφεσης (495 παρ. 3 ΑγΚΠολΔ).
Επειδή από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1711 εδ. β`, 1846, 1847, 1848, 1849, 1850, 1851 και 1856 ΑΚ συνάγεται ότι ο κληρονόμος είτε καλείται από διαθήκη, είτε εξ αδιαθέτου, αποκτά αυτοδίκαια την κληρονομία με μόνο το θάνατο του κληρονομουμένου, χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε ενέργεια από μέρους του, ακόμα και χωρίς τη γνώση ή θέλησή του. Το δικαίωμα όμως αυτό της αυτοδίκαιης κτήσης της κληρονομίας είναι προσωρινό και μετακλητό, γιατί τελεί υπό την τιθέμενη από το νόμο διαλυτική αίρεση της εμπρόθεσμης αποποίησης της κληρονομίας (άρθρο 1847 ΑΚ), δηλαδή δικαιούται ο κληρονόμος να αποποιηθεί κατά βούληση την κληρονομία που έχει επαχθεί σ` αυτόν από διαθήκη ή εξ αδιαθέτου, οπότε η κτήση αναιρείται εξαρχής και θεωρείται σαν να μην έγινε ποτέ. Ο κληρονόμος κατά το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την επαγωγή μέχρι την αποποίηση μπορεί να ενεργεί επί της κληρονομίας πράξεις διαχείρισης, αρκεί αυτές να μην είναι δηλωτικές αποδοχής της κληρονομίας, ώστε να οδηγούν σε απώλεια του δικαιώματος αποποίησης (άρθρ. 1849 ΑΚ). Η αποποίηση της κληρονομίας είναι δήλωση του προσωρινού κληρονόμου ότι αποκρούει -δεν δέχεται την κληρονομία που έχει επαχθεί σ` αυτόν από διαθήκη ή εξ αδιαθέτου. Η αποποίηση συνιστά μονομερή δικαιοπραξία διαπλαστικού χαρακτήρα, μη απευθυντέα σε τρίτο, υποκείμενη σε συστατικό τύπο και είναι ανεπίδεκτη οποιασδήποτε αίρεσης ή προθεσμίας, χάριν της ασφάλειας των συναλλαγών (άρθρο 1851 εδ.β` ΑΚ).
Η σχετική δήλωση αποποίησης γίνεται ενώπιον του γραμματέα του δικαστηρίου της κληρονομίας, μέσα σε προθεσμία τεσσάρων μηνών, (με τη διαφοροποίηση του άρθρου 1847 παρ. 2 ΑΚ), που αρχίζει από τότε που ο κληρονομούμενος έλαβε γνώση της επαγωγής και του λόγου αυτής. Στην επαγωγή όμως από διαθήκη η προθεσμία δεν αρχίζει πριν από τη δημοσίευση της διαθήκης (άρθρ. 1847 παρ. 1 εδ. β` ΑΚ). Η αποποίηση είναι άκυρη, αν είχε προηγηθεί ρητή η σιωπηρή δήλωση αποδοχής της κληρονομίας (άρθρ. 1849 ΑΚ). Ρητή αποδοχή υπάρχει, όταν ο προσωρινός κληρονόμος εκφράζει ευθέως -γραπτά ή προφορικά – τη δήλωσή του να γίνει οριστικός κληρονόμος. Η δήλωση όμως αυτή θα πρέπει αναγκαστικά να απευθύνεται σε πρόσωπο, που έχει συμφέρον από την κληρονομία, όπως σε συγκληρονόμο, σε δανειστή της κληρονομίας κλπ. Δεν αποτελεί αποδοχή ή ανακοίνωση σε τρίτον σκέψης του προσωρινού κληρονόμου ν` αποδεχθεί αφού εκφράζει μελλοντική πρόθεση και όχι ενεστώσα βούληση του κληρονόμου αποδοχής της κληρονομίας. Σιωπηρή αποδοχή υπάρχει όταν η βούληση του προσωρινού κληρονόμου να γίνει οριστικός, συνάγεται από τη συμπεριφορά του απέναντι στην κληρονομία, δηλ. από πράξεις ή παραλείψεις του, που καθεαυτές εμπεριέχουν εξωτερίκευση της βούλησής του για ανάμειξή του στην κληρονομία και οριστική αποδοχή της. Τέτοιες πράξεις είναι η υποβολή αίτησης για έκδοση κληρονομητηρίου, η άσκηση της περί κλήρου αγωγής, η υποβολή δήλωσης για επιβολή φόρου κληρονομίας κλπ, ενώ άλλες πράξεις, αντίθετα, δεν εκφράζουν καθεαυτές βούληση αποδοχής, όπως είναι πράξεις απλής διαχείρισης της κληρονομίας (άρθρο 1859 ΑΚ) ή και διοίκησή της χάριν και μέλλοντος κληρονόμου. Πότε η συμπεριφορά του κληρονόμου, δηλαδή η ανάμειξή του στην κληρονομία, ενέχει σιωπηρή αποδοχή είναι ζήτημα πραγματικό και κρίνεται, κατά περίπτωση, από το δικαστήριο. Επίσης, από την άπρακτη πάροδο της προθεσμίας αποποίησης τεκμαίρεται αμαχήτως από το νόμο (άρθρ. 1850 εδ. β` ΑΚ) η αποδοχή της κληρονομίας. Η δήλωση αποποίησης έχει διαπλαστικό χαρακτήρα, αφού δημιουργεί μία νέα νομική κατάσταση ως προς το πρόσωπο του κληρονόμου. Η κληρονομία επάγεται σ` εκείνον που θα είχε κληθεί, αν εκείνος που αποποιήθηκε δεν ζούσε κατά το χρόνο του θανάτου του κληρονομουμένου, (άρθρ. 1856 ΑΚ). Περαιτέρω κατά τη διάταξη του άρθρου 1857 παρ. 1 και 2 ΑΚ, η αποδοχή ή η αποποίηση της κληρονομίας είναι αμετάκλητη, ενώ η αποδοχή ή η αποποίηση που οφείλεται σε πλάνη ή απειλή ή απάτη κρίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις για τις δικαιοπραξίες. Ειδικότερα αποδοχή ή αποποίηση που οφείλεται σε πλάνη ως προς το λόγο της επαγωγής, έστω και αν αναφέρεται στα παραγωγικά αίτια της βούλησης εκείνου που αποδέχθηκε ή αποποιήθηκε είναι άκυρη (άρθρ. 1851 ΑΚ). Δεν αποκλείεται, όμως, παρά το ότι η διάταξη του άρθρου 1857 παρ. 1 ΑΚ καθιερώνει το αμετάκλητο της αποδοχής ή της αποποίησης ως μονομερούς δικαιοπραξίας με προφανή σκοπό τη δημιουργία βεβαιότητας ως προς το πρόσωπο του κληρονόμου, η αποδοχή και η αποποίηση να είναι συνέπεια πλάνης που δεν αναφέρεται στο λόγο της επαγωγής ή που είναι αποτέλεσμα απάτης ή απειλής. Στις περιπτώσεις αυτές, η διάταξη του άρθρου 1857 παρ. 2 ΑΚ παραβλέπει τη δυνατότητα ακύρωσης της αποδοχής ή αποποίησης, σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις για τις ακυρώσιμες δικαιοπραξίες (άρθρ. 140 επ, 147 επ, 150 επ ΑΚ), που εφαρμόζονται, ενόσω δεν τροποποιούνται από τις ιδιαίτερες ρυθμίσεις των διατάξεων του άρθρου 1857 παρ. 2-4 ΑΚ. Ετσι, αν πρόκειται για δήλωση από πλάνη, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 140, 141 και 142 ΑΚ, αν κατά την κατάρτιση της δικαιοπραξίας, η δήλωση δεν συμφωνεί από ουσιώδη πλάνη, με τη βούληση του δηλούντος, αυτός έχει το δικαίωμα να ζητήσει την ακύρωση της δικαιοπραξίας. Η πλάνη είναι ουσιώδης, όταν αναφέρεται σε σημείο ή ιδιότητα του προσώπου ή του πράγματος τέτοιας σπουδαιότητας για την όλη δικαιοπραξία, ώστε, αν ο πλανηθείς γνώριζε την πραγματική κατάσταση, δεν θα επιχειρούσε την δικαιοπραξία. Πλάνη είναι η εσφαλμένη γνώση της απαιτούμενης για τον προσδιορισμό της βούλησης του δηλούντος πραγματική κατάσταση. Προς την πλάνη, με την παραπάνω έννοια, εξομοιώνεται και η έλλειψη γνώσης (άγνοια) της πραγματικής κατάστασης, όταν δεν είναι συνειδητή από μέρους του δηλούντος, όταν δηλαδή αυτός δεν είναι εν γνώσει ότι αγνοεί την απαιτούμενη πραγματική κατάσταση, γιατί αν έχει πλήρη επίγνωση της άγνοιάς του δεν πλανάται. Συνεπώς και η πλάνη, που οδηγεί σε ακυρωσία της αποδοχής ή της αποποίησης κληρονομίας, κατά τις διατάξεις των πιο πάνω άρθρων 1857 και 140-141 του ΑΚ, πρέπει να είναι ουσιώδης, δηλαδή να αναφέρεται σε τόσο σπουδαίο σημείο της αποδοχής ή της αποποίησης, ώστε αν ο κληρονόμος γνώριζε την πραγματική κατάσταση, δεν θα αποδεχόταν ή δεν θα αποποιούνταν την κληρονομία (AΠ 725/2014, ΝΟΜΟΣ).
Με την ως άνω αγωγή τους οι ενάγοντες και ήδη εκκαλούντες ζητούσαν την ακύρωση της πλασματικής αποδοχής κληρονομίας της αποβιωσάσης την 14.2.2011 μητέρας τους, …….., το γένος …………, που τους εγκατέστησε κληρονόμους με τη νομίμως δημοσιευθείσα από 7.10.2011 ιδιόγραφη διαθήκη της σε όλη την κινητή και ακίνητη περιουσία της, πλην ενός διαμερίσματος που κατέλιπε στην αδελφή τους και στη θυγατέρα αυτής, η οποία (πλασματική αποδοχή) επήλθε λόγω παρέλευσης της προθεσμίας αποποίησης εκ μέρους τους, για το λόγο ότι τελούσαν σε εξακολουθητική ουσιώδη πλάνη, που διαμόρφωσε τη βούλησή τους ώστε να υπάρξει διάσταση βούλησης και δήλωσης και αφορά σημείο τόσο σπουδαίο για την αποδοχή της κληρονομίας, ώστε εάν γνώριζαν την αληθινή κατάσταση και δη ότι η ως άνω διαθέτις είχε χρέη προς τις εναγόμενες τράπεζες τα οποία αυτοί κληρονομούν, παρά το γεγονός ότι δεν κληρονόμησαν τίποτε, δεν θα άφηναν να παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αποποίησης και, σε κάθε περίπτωση, διότι αγνοούσαν τους νομικούς κανόνες την για την αποποίηση και το χρόνο αυτής, καθώς και τις έννομες συνέπειες της παρέλευσης απράκτου της προθεσμίας αποποίησης. Τέλος, ζητούσαν να καταδικαστούν οι εναγόμενες στη δικαστική τους δαπάνη.
Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αφού έκρινε την αγωγή ορισμένη και νόμω βάσιμη, την απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη για το λόγο ότι δεν αποδείχτηκε η άγνοιά τους περί της σημασίας και των αποτελεσμάτων της αποποίησης. Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται οι εκκαλούντες – ενάγοντες για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν όπως, αφού εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, να γίνει δεκτή η αγωγή τους και να καταδικαστούν οι εφεσίβλητες στη δικαστική τους δαπάνη και των δύο βαθμών δικαιοδοσίας.
Από την εκτίμηση των εγγράφων που οι διάδικοι νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται και της υπ΄αριθ. …………./2018 ένορκης βεβαίωσης της ………… ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση των αντιδίκων των εναγόντων σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 421 και 422 ΚΠολΔ (βλ. υπ΄αριθ. ……./12.11.2022 και ………../12.11.2018 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Αθηνών ……….), τα οποία χρησιμοποιούνται είτε για άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων χωρίς να παραλείπεται κάποιο από αυτά έστω και αν δεν μνημονεύεται ειδικά, αποδείχτηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Στις 14.2.2011, στην Αθήνα, απεβίωσε η …………, το γένος ………….., κάτοικος εν ζωή Περάματος Αττικής (βλ. από 15.2.2011 ληξιαρχική πράξη θανάτου Δ. Αθηναίων – αριθμός ………, τόμος …, έτος ….). Με την από 15.6.2006 ιδιόγραφη διαθήκη της την οποία κατέθεσε στη συμβολαιογράφο ……….. (υπ΄αριθ. κατάθ. ……../16.6.2006), και δημοσιεύτηκε από το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά στις 7.10.2011 (βλ. υπ΄αριθ. ……../2011 πρακτικό δημοσίευσης) κατέλιπε, κατά μεν την επικαρπία στη θυγατέρα της ………. κατά δε την ψιλή κυριότητα στη θυγατέρα της τελευταίας (εγγονή της θανούσας) ……….., ένα διαμέρισμα στο 2ο όροφο της οδού ……….. στον Πειραιά, επιφανείας 37 τμ, ενώ ως προς τη λοιπή περιουσία της, όρισε κληρονόμους της τα τρία τέκνα της, ήτοι την ……… και τους ενάγοντες, (βλ. υπ΄αριθ. πρωτ…………/22.2.2011 πιστοποιητικό πλησιεστέρων συγγενών αποβιώσασας του Δήμου Περάματος). Ετσι, πέραν του ως άνω διαμερίσματος (δήλου), τα τέκνα της αποβιωσάσης κατέστησαν εκ διαθήκης κληρονόμοι σε όλη τη λοιπή περιουσία της. Οι ενάγοντες γνώριζαν το θάνατο της μητέρας τους και την εκ διαθήκης επαγωγή σε αυτούς, όπως αποδείχτηκε και άλλωστε δεν αμφισβητούν με την αγωγή τους, όπου αναφέρουν ότι το μεν διαμέρισμα κατέλιπε η μητέρα τους στην αδελφή τους ….. και στη θυγατέρα της ….., ενώ δεν υπήρχε άλλο κληρονομιαίο στοιχείο για να επιληφθούν, πλην όμως μέχρι την όχλησή τους από τις εναγόμενες Τράπεζες (2018) δεν προέβησαν σε αποποίηση της κληρονομιαίας περιουσίας, ευρισκόμενοι σε εξακολουθητική ουσιώδη πλάνη ως προς την ύπαρξη χρεών αν και γνώριζαν ότι έχουν εγκατασταθεί στην κληρονομία. Ωστόσο, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1857 παρ. 3 ΑΚ, δεν θεωρείται ουσιώδης η πλάνη που οδήγησε σε παράλειψη αποποίησης όταν το περιεχόμενό της αφορά την ύπαρξη ενεργητικού ή παθητικού της κληρονομίας. Αντίθετα με τους ενάγοντες, η εκ των κληρονόμων ………., με την υπ΄αριθ. πρωτ. ………./30.11.2011 δήλωσή της ενώπιον του γραμματέα του Πρωτοδικείου Πειραιώς, αποποιήθηκε την κατά τα ανωτέρω επαχθείσα σε αυτήν κληρονομία της μητέρας της. Η αποποιηθείσα, ………., αναφέρει στην ως άνω ένορκη βεβαίωσή της ότι αποποιήθηκε υπέρ της θυγατέρας της ……….., πλην όμως η δήλωση αποποίησης δηλώνει την απόκρουση της κληρονομιαίας περιουσίας και μόνον αντανακλαστικά λειτουργεί υπέρ κάποιου, χωρίς η εγκυρότητα της δήλωσης αποποίησης να εξαρτάται με οποιονδήποτε τρόπο από το πρόσωπο του ωφελουμένου από αυτήν. Στην προκειμένη περίπτωση μάλιστα, η μάρτυρας ………….. δεν εξηγεί την ανάγκη που ενέσκηψε κατ΄εκείνο το χρόνο και έπρεπε να αποποιηθεί την κληρονομία της μητέρας της για να ωφελήσει τη θυγατέρα της ………., προσφέροντάς της κατ΄αποτέλεσμα, την επικαρπία του διαμερίσματος των 37 τμ που τους κατέλιπε η αποβιώσασα και δεν αποδείχτηκε ότι η αποποίηση εκ μέρους της πραγματοποιήθηκε με μοναδικό σκοπό να ωφελήσει τη θυγατέρα της. Επίσης, η ανωτέρω μάρτυρας δεν αναφέρει στην ως άνω ένορκη βεβαίωση, αλλά προκύπτει από τους προσκομιζόμενους από τις εναγόμενες Τράπεζες λογαριασμούς, ότι η ίδια, μετά το θάνατο της αποβιωσάσης μητέρας των διαδίκων και μετά την αποποίηση στην οποία προέβη, κατέβαλε διάφορα ποσά για τις πιστωτικές κάρτες (Visa) που είχαν εκδοθεί από τις εναγόμενες – εφεσίβλητες Τράπεζες στο όνομα της αποβιωσάσης. Eτσι, η κάρτα της Εθνικής Τράπεζας, εμφάνιζε υπόλοιπο 1.754,99 € στις 12.9.2013 και 3.033,54 € στις 9.11.2018 και η κάρτα της Τράπεζας Πειραιώς εμφάνιζε υπόλοιπο 2.477,28 € στις 8.11.2018 και είχαν προηγηθεί και για τις δύο κάρτες, καταβολές εκ μέρους της …………, (βλ. ενδεικτικά από 8.11.2018 καρτέλα πελάτη της Τράπεζας Πειραιώς και από 12.3.2018 βεβαίωση της ίδιας Τράπεζας).
Εξάλλου, οι ενάγοντες δεν εξηγούν στην αγωγή τους και δεν παραθέτουν περιστατικά που να δικαιολογούν την ισχυριζόμενη πλάνη ούτε αποδείχτηκε, σε ποια συνθήκη μπορεί ν΄αποδοθεί η παράλειψή τους να αποποιηθούν μέχρι την άσκηση της αγωγής τελούντες σε πλάνη σχετικά με το νομικό καθεστώς της αποποίησης, δηλαδή τι ήταν εκείνο που τους εγκατέστησε την πεποίθηση ότι αν και κατέστησαν κληρονόμοι εκ διαθήκης δεν ευθύνονται για τυχόν χρέη αυτής, αλλά απλώς επαναλαμβάνουν τον όρο ότι τελούσαν σε πλάνη λόγω άγνοιας των νομικών συνεπειών της αποποίησης, πράγμα που δεν οδηγεί στην κατάφαση των ισχυρισμών τους αλλ΄αντίθετα ενισχύει τις αμφιβολίες σχετικά με αυτούς. Ειδικότερα, δεν αναφέρουν εάν αυτό οφειλόταν λ.χ. στην έλλειψη νομικών και γενικά κοινωνικών γνώσεων ή στην ηλικία τους ή σε προβλήματα υγείας ή σε λανθασμένη πληροφόρηση από πρόσωπα του περιβάλλοντός τους ή στην εξάσκηση επαγγέλματος εκ του οποίου αποκόπτονται ως πολίτες από τη μέση κοινωνική εμπειρία ή σε άλλο συγκεκριμένο παράγοντα ή γεγονός που τους απομάκρυνε από την πραγματική κατάσταση και ενίσχυσε την ουσιώδη πλάνη τους ενώ γνώριζαν την επαγωγή της κληρονομίας της μητέρας τους, τη δημοσίευση της διαθήκης και την αποποίηση εκ μέρους της αδελφής τους. Επίσης, σε κανένα σημείο της αγωγής δεν αναφέρουν την έλλειψη γνώσης τους σχετικά με την κατάρτιση πιστωτικών συμβάσεων με τις εφεσίβλητες και τη χρήση από τη μητέρα τους πιστωτικών καρτών, παρά μόνον την άγνοιά τους ότι υπήρχαν εξ αυτών χρέη. Κατά δε τα διδάγματα της κοινής πείρας η ιδιότητά τους ως κληρονόμων μπορούσε να επάγει σε αυτούς διάφορες υποχρεώσεις της θανούσας. Συνεπώς, ο ισχυρισμός ότι δικαιολογημένα αδιαφόρησαν για την αποποίηση λόγω παράλειψης εγκατάστασης είναι απορριπτέος, καθόσον η θανούσα τους τίμησε με τη διαθήκη της, ανεξαρτήτως του ενεργητικού ή μη της κληρονομιαίας περιουσίας, ενώ ταυτόχρονα, δεν θεωρείται ουσιώδης πλάνη αυτή που αναφέρεται στο πρόσωπο στο οποίο περιέρχεται η κληρονομία μετά την αποποίηση, όπως εν προκειμένω, όπου οι ενάγοντες ταυτίζουν την περιέλευση της κληρονομιαίας περιουσίας με την εγκατάσταση της αδελφής τους στο προαναφερθέν διαμέρισμα και τη μη εγκατάσταση των ίδιων σε αυτήν λόγω έλλειψης άλλου ενεργητικού περιουσιακού στοιχείου, γιατί τις συνέπειες της αποποίησης ή της αποδοχής τις καθορίζει ο νόμος και όχι ο αποδεχόμενος ή ο αποποιούμενος (ΑΠ 725/2014, ό.π.). Συνεπώς οι ενάγοντες που γνώριζαν την επαγωγή της κληρονομίας και το λόγο αυτής, δεν αγνοούσαν το νομικό καθεστώς και τις συνέπειες αυτής από την παρέλευση της προθεσμίας αποποίησης τελώντας σε πλάνη, καθόσον από τα διδάγματα της κοινής πείρας καθίσταται γνωστό ότι οι κληρονομίες, όπως εν προκειμένω, επάγουν και παθητικό, για το οποίο η αδελφή τους – μάρτυρας, η οποία κληρονόμησε κατ΄επικαρπία το προαναφερθέν διαμέρισμα και αφού αποποιήθηκε την κληρονομία, οπότε η πλήρης κυριότητα του διαμερίσματος περιήλθε στη θυγατέρα της η οποία παρέμεινε ως μία εκ των τριών κληρονόμων στη λοιπή περιουσία, μερίμνησε αποκλειστικά καταβάλλοντας συνολικά το ποσό των 620 € (δηλαδή το 1/3 του χρέους προς την Τράπεζα Πειραιώς) κατά το χρονικό διάστημα από 22.6.2012 έως και 12.11.2014, (βλ. ως άνω καρτέλα πελάτη). Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που απέρριψε κατά τα ανωτέρω την αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη, έστω και με εν μέρει ελλιπή αιτιολογία που συμπληρώνεται παραδεκτά με την παρούσα, ορθώς το νόμο εφάρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε και ο μοναδικός λόγος έφεσης με τον οποίο οι ενάγοντες – εκκαλούντες ισχυρίζονται τ΄αντίθετα πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος, όπως και η έφεση στο σύνολό της. Πρέπει επίσης να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου έφεσης που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας στο Δημόσιο Ταμείο και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα των εφεσιβλήτων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας σε βάρος των εκκαλούντων λόγω της ήττας τους (176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), σύμφωνα με όσα ορίζονται ειδικότερα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑYTΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων την από 10.5.2021 (υπ΄αριθ. κατάθ. ………./12.5.2021 – …………../18.5.2021) έφεση κατά της υπ΄αριθ. 3610/2020 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.
Δέχεται την έφεση τυπικά
Απορρίπτει αυτήν κατ΄ουσίαν.
Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου έφεσης που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας στο Δημόσιο Ταμείο.
Επιβάλλει σε βάρος των εκκαλούντων τη δικαστική δαπάνη των εφεσιβλήτων την οποία ορίζει στο ποσό των επτακοσίων (700) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε στον Πειραιά την 19η Μαΐου 2022 και δημοσιεύθηκε στις 31 Μαΐου 2022 σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου αυτού με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους αυτών δικηγόρους.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ