Με τροπολογία που κατατέθηκε στο νομοσχέδιο του υπ.Οικονομικών «Ρυθμίσεις για την εξαγορά κατεχομένων ακινήτων της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, ακινήτων ΤΕΘΑ, λοιπές διατάξεις για την ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Οικονομικών Ρυθμίσεις για τα κατεχόμενα ακίνητα και άλλες διατάξεις για την ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου», μεταξύ άλλων διατάξεων, τροποποιούνται – συμπληρώνονται διατάξεις του ν.4738/2020 σχετικά με τη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών στα εξής κατά βάση σημεία:
α. παρέχεται:
- η δυνατότητα υποβολής αίτησης για υπαγωγή στον εξωδικαστικό μηχανισμό και σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που δεν επιδιώκουν οικονομικό σκοπό αλλά ασκούν οικονομική δραστηριότητα,
- υπό τις ειδικότερες προϋποθέσεις, η δυνατότητα εξαίρεσης ενήμερης ή ήδη ρυθμισμένης και ενήμερης οφειλής κατά την υποβολή αίτησης οφειλέτη για εξωδικαστική ρύθμιση των οφειλών του,
β.ορίζεται η Φορολογική Διοίκηση αρμόδια για τη διαγραφή οφειλών βεβαιωμένων σε αυτήν συμπεριλαμβανομένων των οφειλών υπέρ τρίτων,
γ. προβλέπεται, σε περίπτωση ολικής προεξόφλησης της ρύθμισης της σύμβασης αναδιάρθρωσης, με καταβολή από τον οφειλέτη ή συμψηφισμό, η χορήγηση έκπτωσης στο σύνολο των τόκων καταβολής που έχουν υπολογιστεί και αντιστοιχούν στον υπολειπόμενο αριθμό δόσεων της ρύθμισης,
δ. τίθεται προθεσμία δύο (2) μηνών από τη θέση σε ισχύ των υπό ψήφιση διατάξεων, για τη δυνατότητα υποβολής νέας αίτησης για υπαγωγή στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών υπέρ τρίτων για τις οριζόμενες κατηγορίες οφειλετών.
(Άρθρα 7 έως 11 της τροπολογίας)
Επίσης με το άρθρο 13 της τροπολογίας παρέχεται δυνατότητα υπαγωγής στις ρυθμίσεις του αρ. 293 του ν.4738/2020 οφειλών που προέρχονται από επιχειρηματικά δάνεια και δάνεια φυσικών προσώπων που έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης πριν την 1η Φεβρουάριου 2023.
Αιτιολογική έκθεση
Ποιο ζήτημα αντιμετωπίζει η αξιολογούμενη ρύθμιση;
Άρθρα 7-11
Με τον νόμο 4738/2020 (Α’ 207), αναμορφώθηκε εκ βάθρων το πλαίσιο αντιμετώπισης της οικονομικής αδυναμίας, συλλογικής ικανοποίησης των πιστωτών και απαλλαγής από χρέη κάθε προσώπου, φυσικού ή νομικού το οποίο αναλαμβάνει οικονομική δραστηριότητα, ανεξαρτήτως του αν η δραστηριότητα αυτή είναι επιχειρηματική ή όχι.
Με τις προτεινόμενες τροποποιήσεις του Μέρους Δευτέρου του Βιβλίου Πρώτου για τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών, επιχειρείται η διεύρυνση των κατηγοριών των οφειλετών που δύνανται να υπαχθούν, με την απαλοιφή των περιορισμών που αφορούσαν τόσο στους οφειλέτες, όσο και στις οφειλές, καθώς επιταχύνονται και βελτιώνονται οι διαδικασίες εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών, με στόχο να δημιουργηθεί ένα πλήρως λειτουργικό νομοθετικό πλαίσιο και να αρθούν προβληματισμοί λόγω της διατύπωσης των διατάξεων. Επίσης, επιχειρείται η συμπλήρωση του σχετικού νομοθετικού πλαισίου, καθότι κατά την προετοιμασία όλων των απαραίτητων υποδομών για την εφαρμογή, εντοπίστηκαν συγκεκριμένα ζητήματα που χρήζουν συμπληρώσεων.
Άρθρο 12
Η αξιολογούμενη ρύθμιση προβλέπει την αναδρομική ισχύ των υπ’ αρ. 2/31230/0025/6.6.2003 (Β’ 772) και 2/1804/0025/8.7.2005 (Β’ 308) αποφάσεων του Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, με τις οποίες παρασχέθηκε η εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου (Ε.Δ.), προκειμένου αυτή να καταλαμβάνει και δανειακές συμβάσεις που συνομολογήθηκαν για τη στεγαστική αποκατάσταση των παλιννοστούντων ομογενών από χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, από την ημερομηνία έκδοσης των κοινών υπουργικών αποφάσεων δυνάμει των οποίων ρυθμίστηκαν οι όροι και οι προϋποθέσεις παροχής εγγύησης του Ε.Δ.. Ειδικότερα, καλύπτονται οι δανειακές συμβάσεις που συνομολογήθηκαν κατά τα χρονικά διαστήματα από την 8η.5.2003 έως την 17.6.2003 και από τις 7η.10.2004 έως τις 29.7.2005 με τραπεζικά ιδρύματα της ημεδαπής.
Για τον λόγο αυτό με την αξιολογούμενη ρύθμιση προβλέπεται να επανεξετασθούν αιτήματα κατάπτωσης της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου που έχουν υποβληθεί εκ μέρους των πιστωτικών ιδρυμάτων, τα οποία είχαν απορριφθεί με αιτιολογία της μη ισχύος της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου, κατ’ επίκληση της υπ’ αρ. ΓΝΣΚ 144/2016 γνωμοδότησης του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Άρθρο 13
Με τη διόρθωση παροραμάτων στις παρ. 1 και 7 του άρθρου 293 του ν. 4738/2020 (Α’ 207) επιτυγχάνεται η αναφορά στον ν. 2322/1995 (Α’ 143), ρυθμιστικό πεδίο του οποίου αποτελεί η παροχή της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου για τη χορήγηση δανείων και πιστώσεων, ενώ επιπλέον, με την τροποποίηση της παρ. 7 του άρθρου 293 του ν. 4738/2020, δύνανται να υπαχθούν σε ρύθμιση βεβαιωμένες οφειλές προς το Δημόσιο από τις δόσεις δανείων εγγυημένων από το Ελληνικό Δημόσιο, που έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες στα πιστωτικά ιδρύματα μέχρι την 1η Φεβρουάριου 2023.
Γιατί αποτελεί πρόβλημα;
Άρθρα 7-11
Προκειμένου να λειτουργήσουν απρόσκοπτα οι διαδικασίες του Μέρους Δευτέρου του Βιβλίου Πρώτου για τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών, του νόμου 4738/2020 (Α’ 207), είναι απαραίτητο να αποσαφηνιστούν ζητήματα που έχουν εγείρει ερωτήματα, καθώς και να συμπληρωθούν οι διατάξεις του νόμου σε ορισμένα σημεία.
Άρθρο 13
Διορθώνονται παροράματα στις παρ. 1 και 7 του άρθρου 293 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), προκειμένου να αρθούν ενδεχόμενες δυσχέρειες στην ερμηνεία των εν λόγω διατάξεων. Επιπλέον, με την ισχύουσα ρύθμιση της παρ. 7 του άρθρου 293 του ν. 4738/2020, δεν υπάρχει δυνατότητα ρύθμισης βεβαιωμένων οφειλών προς το Δημόσιο από δόσεις δανείων εγγυημένων από το Ελληνικό Δημόσιο, που κατέστησαν ληξιπρόθεσμες στα πιστωτικά ιδρύματα από την 8η Οκτωβρίου 2019 έως την 1η Φεβρουάριου 2023.
Ποιους φορείς ή πληθυσμιακές ομάδες αφορά;
Άρθρα 7-11
Αφορά τόσο σε φυσικά όσο και σε νομικά πρόσωπα που αδυνατούν να εξυπηρετήσουν τις οφειλές τους και αιτούνται την εξωδικαστική ρύθμιση των οφειλών τους στο πλαίσιο του Μέρους Δευτέρου του Βιβλίου Πρώτου του ν. 4738/2020 (Α’ 207) για τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών.
Άρθρο 13
Αφορά στους δανειολήπτες, που δεν μπόρεσαν να εξυπηρετήσουν τις οφειλές τους, κατά το χρονικό διάστημα από 8 Οκτωβρίου 2019 έως 1 Φεβρουάριου 2023, σε δάνεια με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου.
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 7
Βελτιώσεις στην εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 6, παρ. 1, 3 και 4 άρθρου 7 ν. 4738/2020
1. Η περ. α’ της παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 4738/2020 (Α’ 207) αντικαθίσταται ως εξής:
«α) Ως «αίτηση» νοείται η αίτηση του άρθρου 8 και ως «οριστική υποβολή αίτησης», η οριστικοποίηση της υποβολής της στην Ηλεκτρονική Πλατφόρμα Εξωδικαστικής Ρύθμισης Οφειλών, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην κοινή απόφαση της παρ. 4 του άρθρου 71,».
2. Στην περ. ιστ’ της παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 4738/2020, περί ορισμού των «οφειλών υπέρ τρίτων», προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής:
«Για την εφαρμογή του Κεφαλαίου Α’ του Μέρους Δευτέρου του Βιβλίου Πρώτου, οι οφειλές υπέρ τρίτων, που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του, λογίζονται ως οφειλές προς το Δημόσιο».
3. Στην παρ. 1 του άρθρου 7 του ν. 4738/2020 προστίθεται δεύτερο εδάφιο, και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα μπορεί να υποβάλει αίτηση για εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών. Νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου που δεν επιδιώκει οικονομικό σκοπό, αλλά ασκεί οικονομική δραστηριότητα, μπορεί να υποβάλει αίτηση για εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών».
4. Η περ. α’ της παρ. 3 του άρθρου 7 του ν. 4738/2020 αντικαθίσταται ως εξής:
«α) το σύνολο των οφειλών του προσώπου της παρ. 1 σε χρηματοδοτικούς φορείς, στο Δημόσιο και στους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης δεν υπερβαίνει το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ,»
5. Στο τέλος της παρ. 4 του άρθρου 7 του ν. 4738/2020 διαγράφονται οι λέξεις «καθώς και οφειλές υπέρ τρίτων» και η παρ. 4 διαμορφώνεται ως εξής:
«4. Στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος δεν υπάγονται απαιτήσεις από ανακτήσεις κρατικών ενισχύσεων λόγω παραβίασης της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 3 του ν. 4978/2022 (Α’190), οφειλές από τελωνειακούς δασμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αποτελούν έσοδό της και αποδίδονται στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό και οφειλές προς αλλοδαπό Δημόσιο».
6. Το άρθρο 9 του ν. 4738/2020 αριθμείται ως παρ. 1, προστίθεται παρ. 2 και το άρθρο 9 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 9
Βασικό περιεχόμενο της αίτησης του οφειλέτη
1. Η αίτηση οφειλέτη για εξωδικαστική ρύθμιση των οφειλών του περιέχει υποχρεωτικά τα εξής:
α. πλήρη στοιχεία του οφειλέτη (ονοματεπώνυμο/ επωνυμία, διεύθυνση, Α.Φ.Μ., ΚΑΔ, εφόσον ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα ή είναι νομικό πρόσωπο, τηλέφωνο, ηλεκτρονική διεύθυνση), αναφορά στον κύκλο εργασιών του ή το εισόδημά του κατά το τελευταίο οικονομικό έτος πριν από την υποβολή της αίτησης και στις συνολικές υποχρεώσεις του έναντι των πιστωτών του, περιγραφή της δραστηριότητάς του, της οικονομικής του κατάστασης, των λόγων της οικονομικής του αδυναμίας και των προοπτικών της επιχείρησής του,
β. κατάλογο όλων των προσώπων και φορέων που έχουν απαιτήσεις κατά του οφειλέτη (π.χ. προμηθευτών ή εργαζόμενων) με πλήρη στοιχεία (επωνυμία, διεύθυνση, Α.Φ.Μ., και, εφόσον υπάρχουν, τηλέφωνο και ηλεκτρονική διεύθυνση), των οφειλομένων ποσών ανά πιστωτή και της ημερομηνίας, αναφορικά με την οποία προσδιορίζεται το ύψος της κάθε οφειλής,
γ. κατάλογο των κινητών και ακινήτων περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη στην Ελλάδα και την αλλοδαπή, με αναφορά στην εκτιμώμενη εμπορική αξία των κινητών περιουσιακών στοιχείων, έτσι ώστε να μπορεί να προσδιορισθεί η αξία ρευστοποίησης της περιουσίας του. Η αξία των ακινήτων περιουσιακών στοιχείων προσδιορίζεται βάσει του άρθρου 11,
δ. πλήρη περιγραφή των βαρών και λοιπών εξασφαλίσεων (είδος βάρους ή εξασφάλισης, πιστωτής, ασφαλιζόμενο ποσό, σειρά, δημόσιο βιβλίο) που είναι εγγεγραμμένα επί των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη,
ε. δήλωση για κάθε μεταβίβαση ή επιβάρυνση περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη που έγινε εντός των τελευταίων πέντε (5) ετών πριν από την υποβολή της αίτησης.
2. Με την αίτηση του παρόντος, ο οφειλέτης δύναται να ζητά να διατηρηθεί στο ακέραιο ενήμερη ή ήδη ρυθμισμένη και ενήμερη οφειλή του προς χρηματοδοτικό φορέα και να ρυθμισθούν οι υπόλοιπες οφειλές του βάσει της πρότασης αναδιάρθρωσης που προκύπτει από το υπολογιστικό εργαλείο της περ. ζ’ της παρ. 2 ή της παρ. 2Α του άρθρου 71. Προϋπόθεση για την εξαίρεση ενήμερης ή ήδη ρυθμισμένης και ενήμερης οφειλής από τη ρύθμιση που προκύπτει, κατά το πρώτο εδάφιο, είναι οι δόσεις του συνόλου των ενήμερων ή ρυθμισμένων και ενήμερων οφειλών του να μην αποκλίνουν σε ποσοστό μεγαλύτερο του δεκαπέντε τοις εκατό (15%) από τη δόση που προκύπτει για αυτές από το υπολογιστικό εργαλείο της περ. ζ’ της παρ. 2 του άρθρου 71 ή της παρ. 2Α του άρθρου 71. Στην περίπτωση υπογραφής σύμβασης αναδιάρθρωσης, ο πιστωτής του δεύτερου εδαφίου δεν θεωρείται καταλαμβανόμενος πιστωτής για τη συγκεκριμένη οφειλή και η ψήφος του δεν προσμετράται για τον υπολογισμό της πλειοψηφίας της παρ. 1 του άρθρου 14».
Άρθρο 8
Συνέπειες αίτησης για εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών – Αναστολή διαδικασίας Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών – Σύμβαση αναδιάρθρωσης και προθεσμία υπογραφής -Δικαίωμα διαμεσολάβησης – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 13, παρ. 1 άρθρου 14, άρθρων 15 και 16 ν. 4738/2020
1. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν. 4738/2020 (Α’ 207) τροποποιείται
α) με την προσθήκη της λέξης «οριστική» στην υποβολή της αίτησης,
β) με τη διαγραφή της παραπομπής στην υπ’ αρ. 195/1/29.7.2016 απόφαση της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της Τράπεζας της Ελλάδος (Β’ 2376) και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Η οριστική υποβολή της αίτησης αναστέλλει τη διαδικασία του Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών, που έχει θεσπισθεί σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4224/2013 (Α’ 288). Αν για οποιονδήποτε λόγο η διαδικασία του παρόντος Κεφαλαίου δεν τελεσφορήσει, η διαδικασία του Κώδικα Δεοντολογίας συνεχίζεται από το στάδιο στο οποίο ευρισκόταν πριν την αναστολή, κατόπιν αιτήσεως του οφειλέτη ή του πιστωτή, η οποία λαμβάνει χώρα εντός τριάντα (30) ημερών από την με οποιοδήποτε τρόπο λήξη της διαδικασίας του παρόντος Κεφαλαίου. Σε περίπτωση μη υποβολής αίτησης είτε από τον οφειλέτη είτε από τον πιστωτή, η διαδικασία του Κώδικα Δεοντολογίας διακόπτεται».
2. Η παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4738/2020 τροποποιείται
α) με την προσθήκη της λέξης «οριστική» στην υποβολή της αίτησης,
β) με την προσθήκη εδαφίων τρίτου έως και ένατου, και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Μετά την οριστική υποβολή της αίτησης, οι συμμετέχοντες πιστωτές, που είναι χρηματοδοτικοί φορείς, δύνανται να καταθέσουν πρόταση ρύθμισης προς τον οφειλέτη. Αν πρόταση εξασφαλίσει τη συναίνεση του οφειλέτη, της πλειοψηφίας (ως προς την αξία των σχετικών απαιτήσεων) των συμμετεχόντων πιστωτών που είναι χρηματοδοτικοί φορείς και τουλάχιστον του ποσοστού συμμετεχόντων πιστωτών με ειδικό προνόμιο, υπογράφεται μεταξύ των συναινούντων πιστωτών και του οφειλέτη η σύμβαση αναδιάρθρωσης (που δύναται να συναφθεί και ως πολλαπλές διμερείς συμφωνίες με ταυτόσημο περιεχόμενο). Οι συμμετέχοντες πιστωτές, που είναι χρηματοδοτικοί φορείς, καθώς και ο οφειλέτης, αιτιολογούν την καθ’ οιονδήποτε τρόπο μη συναίνεσή τους σε πρόταση ρύθμισης που προέκυψε από το υπολογιστικό εργαλείο της περ. ζ’ της παρ. 2 του άρθρου 71 ή της παρ. 2Α του άρθρου 71. Για τον λόγο αυτό, η Ελληνική Ένωση Τραπεζών και η Ένωση Εταιρειών Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις, εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την έναρξη ισχύος της παρούσας, υποχρεούνται να αποστείλουν στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (ΕΓΔΙΧ) επιστολή, με την οποία προσδιορίζουν τους λόγους μη συναίνεσης σε πρόταση ρύθμισης, οι οποίοι αναρτώνται στην ηλεκτρονική πλατφόρμα από την ΕΓΔΙΧ. Οι χρηματοδοτικοί φορείς μπορούν να μεταβάλλουν τους λόγους μη συναίνεσης, όποτε αυτό είναι αναγκαίο. Οι εκάστοτε νέοι λόγοι μη συναίνεσης γνωστοποιούνται στην ΕΓΔΙΧ με επιστολή των ανωτέρω, αναρτώνται από αυτή στην ηλεκτρονική πλατφόρμα και ισχύουν μετά την παρέλευση πέντε (5) ημερών από την ως άνω γνωστοποίηση. Ομοίως, ο οφειλέτης επιλέγει την αιτιολογία μη συναίνεσής του σε πρόταση ρύθμισης από τους αναρτημένους στην ηλεκτρονική πλατφόρμα ή συμπληρώνει την αιτιολογία, προκειμένου να απορρίψειτην πρόταση ρύθμισης. Τεκμαίρεται η συναίνεση, σύμφωνα με το έβδομο εδάφιο, πιστωτή, που είναι χρηματοδοτικός φορέας, για τον οποίον προκύπτει μηδενικό ποσό ανάκτησης, σύμφωνα με την αρχή της μη χειροτέρευσης, από το υπολογιστικό εργαλείο της περ. ζ’ της παρ. 2 ή της παρ. 2Α του άρθρου 71, εφόσον το παραπάνω υπολογιστικό εργαλείο διασφαλίζει για τον πιστωτή την καταβολή ποσού που δεν υπολείπεται του ελάχιστου ποσού ανάκτησης οφειλής, όπως αυτό προκύπτει από την κοινή απόφαση της παρ. 5 του άρθρου 71. Πιστωτής, η συναίνεση του οποίου τεκμαίρεται κατά το όγδοο εδάφιο, δεν υπογράφει τη σύμβαση αναδιάρθρωσης, αλλά θεωρείται καταλαμβανόμενος πιστωτής, ως προς τον οποίο επέρχονται τα αποτελέσματα του άρθρου 19».
3. Το άρθρο 15 του ν. 4738/2020 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 15
Δικαίωμα διαμεσολάβησης μετά από την πρόταση των πιστωτών
Στις περιπτώσεις περαίωσης της διαδικασίας εξωδικαστικής ρύθμισης ως άκαρπης σύμφωνα με το άρθρο 16 και κατάρτισης διμερούς σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών, σύμφωνα με το άρθρο 24, σε σχέση με τις οφειλές προς τους χρηματοδοτικούς φορείς, ο οφειλέτης δύναται, εντός δέκα (10) ημερολογιακών ημερών από την άνω περαίωση της διαδικασίας, να καταθέσει αίτημα υποβολής σε διαμεσολάβηση. Εφόσον το αίτημα αυτό γίνει δεκτό από την πλειοψηφία των χρηματοδοτικών φορέων ως προς την αξία των σχετικών απαιτήσεων που αφορά, τότε ως προς τις οντότητες που ικανοποιούν τον ορισμό της πολύ μικρής οντότητας του ν. 4308/2014 (Α’ 251), την ευθύνη διαμεσολάβησης μπορεί να αναλάβει οποιοσδήποτε διαπιστευμένος μεσολαβητής του ν. 4640/2019 (Α’ 190), όπως εκάστοτε ισχύει. Σε κάθε άλλη περίπτωση την ευθύνη αναλαμβάνει διαπιστευμένος μεσολαβητής, ο οποίος διαθέτει επιπλέον έγγραφο ότι έχει ολοκληρώσει ειδική εκπαίδευση σε χρηματοοικονομική διαμεσολάβηση. Σε περίπτωση που, παρά την παρέλευση εξήντα (60) ημερών από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος, δεν έχει επιτευχθεί η υπογραφή συμφωνίας αναδιάρθρωσης μεταξύ των πιστωτών και του οφειλέτη, τότε η διαδικασία θεωρείται λήξασα».
4. Το άρθρο 16 του ν. 4738/2020 τροποποιείται
α) στο πρώτο εδάφιο, με την προσθήκη της λέξης «οριστικής» στην υποβολή της αίτησης,
β) με την κατάργηση του δευτέρου εδαφίου,
γ) στο τέταρτο εδάφιο, με την προσθήκη της προϋπόθεσης αιτιολόγησης της απόρριψης της αίτησης,
δ) με τη μετατροπή της μεταβατικής διάταξης του πέμπτου εδαφίου σε πάγια, και το άρθρο 16 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 16
Προθεσμία για την υπογραφή της σύμβασης αναδιάρθρωσης
Αν δεν υπογράφει η σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία οριστικής υποβολής της αίτησης, η διαδικασία θεωρείται περατωθείσα ως άκαρπη. Σε περίπτωση που τίθεται από αρμόδια υπηρεσία προθεσμία θεραπείας κατά την περ. δ’ της παρ. 2 του άρθρου 21, η ανωτέρω προθεσμία παρατείνεται για δεκαπέντε (15) εργάσιμες ημέρες. Σε κάθε περίπτωση, εντός της προθεσμίας του παρόντος άρθρου, οι συμμετέχοντες πιστωτές, που είναι χρηματοδοτικοί φορείς, έχουν τη δυνατότητα να απορρίψουν την αίτηση του οφειλέτη και να μην καταθέσουν πρόταση ρύθμισης. Με την κοινοποίηση της απόρριψης και της αιτιολογίας αυτής, η διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης περαιώνεται άμεσα ως άκαρπη. Εάν στην κατά τα ανωτέρω δίμηνη προθεσμία μεσολαβεί ο μήνας Αύγουστος, εφαρμόζεται αναλογικά η παρ. 2 του άρθρου 147 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (Α’ 182, π.δ. 503/1985) και το χρονικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου δεν συνυπολογίζεται.».
Άρθρο 9
Αναστολή αναγκαστικής εκτέλεσης μετά από αίτηση εξωδικαστικής επίλυσης οφειλών -Απαλλαγή από ευθύνη κατά τη σύναψη σύμβασης αναδιάρθρωσης-Τροποποίηση άρθρων 18 και 20 ν. 4738/2020
1. Το άρθρο 18 του ν. 4738/2020 (Α’ 207) τροποποιείται
α) στο πρώτο εδάφιο με την προσθήκη της λέξης «οριστική» στην υποβολή της αίτησης και τη διόρθωση παροράματος,
β) με τη μετατροπή της μεταβατικής διάταξης του δευτέρου εδαφίου σε πάγια, και το άρθρο 18 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 18
Αναστολή των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης των συμμετεχόντων πιστωτών
Από την οριστική υποβολή της αίτησης και μέχρι την με οποιονδήποτε τρόπο περάτωση της διαδικασίας, σύμφωνα με το άρθρο 16, αναστέλλονται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων κατά του οφειλέτη, καθώς και η ποινική δίωξη για τα αδικήματα του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 (Α’ 43) και του άρθρου 1 του α.ν. 86/1967 (Α’ 136) αναφορικά με τις οφειλές των οποίων ζητείται η ρύθμιση. Εάν συντρέξει περίπτωση αναστολής της προθεσμίας για το χρονικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου, σύμφωνα με το άρθρο 16, το χρονικό διάστημα από 1 έως 31 Αυγούστου δεν συνυπολογίζεται στην αναστολή. Κατά το χρονικό διάστημα της αναστολής της ποινικής δίωξης αναστέλλεται η παραγραφή του αδικήματος, χωρίς να ισχύει ο χρονικός περιορισμός της παρ. 2 του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα. Η αναστολή της παρούσας δεν καταλαμβάνει την διενέργεια πλειστηριασμού, ο οποίος έχει προγραμματισθεί εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία οριστικής υποβολής της αίτησης από τον οφειλέτη, καθώς και οποιαδήποτε διαδικαστική ενέργεια προπαρασκευαστική της διενέργειας πλειστηριασμού από ενέγγυο πιστωτή (περιλαμβανομένης και της κατάσχεσης). Η αναστολή παύει με την τυχόν κοινοποίηση προς τον οφειλέτη της απόφασης μη υποβολής πρότασης συμφωνίας αναδιάρθρωσης ή με την καθ’ οιονδήποτε τρόπο απόρριψη της αίτησης.»
2. Το άρθρο 20 του ν. 4738/2020 τροποποιείται με τη διαγραφή, ως προς την ευθύνη υπαλλήλου, της διαζευκτικής αναφοράς σε «κατά περίπτωση, γνωμοδότηση διαχειριστή αφερεγγυότητας, σε περίπτωση που συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παρ. 3 του άρθρου 21» και το άρθρο 20 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 20
Απαλλαγή από την ευθύνη υπαλλήλου κατά τις διαπραγματεύσεις για τη σύναψη σύμβασης αναδιάρθρωσης
Με την επιφύλαξη των άρθρων 235, 236, 237 και 237Β του Ποινικού Κώδικα για τη δωροδοκία, ουδείς υπάλληλος υπό την έννοια του άρθρου 13 του Ποινικού Κώδικα υπέχει οποιαδήποτε αστική, ποινική ή πειθαρχική ευθύνη για την αποδοχή σύμβασης αναδιάρθρωσης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου ή για οποιαδήποτε ενέργεια σε υλοποίησή της ή σε αναγνώριση των νόμιμων συνεπειών της. Ειδικότερα ως προς την εκτίμηση ότι η σύμβαση αναδιάρθρωσης παρέχει ανάκτηση τουλάχιστον ίση προς την ανάκτηση σε περίπτωση πτώχευσης του οφειλέτη, ουδείς υπάλληλος ευθύνεται σύμφωνα με το αμέσως προηγούμενο εδάφιο, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην υποπαρ. γ’ της παρ. 2 του άρθρου 21».
Άρθρο 10
Συμμετοχή Δημοσίου και Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης στις συμβάσεις αναδιάρθρωσης οφειλών, κανόνες και περιορισμοί – Τροποποίηση άρθρων 21, 22 και 23 ν. 4738/2020
1. Η παρ. 3 του άρθρου 21 του ν. 4738/2020 (Α’ 207) τροποποιείται με τη διαγραφή της λήψης σύμφωνης αιτιολογημένης γνώμης διαχειριστή αφερεγγυόητητας και η παρ. 3 διαμορφώνεται ως εξής:
«3. Συναίνεση του Δημοσίου ή Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης, κατά τα οριζόμενα στην περ. γ’ της παρ. 2 του παρόντος, σε πολυμερείς συμβάσεις αναδιάρθρωσης, στις οποίες δεν ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις των υποπερ. (ί) και (Η) της περ. β’ της παρ. 2, είναι σύννομη, εφόσον η προτεινόμενη σύμβαση έχει εξασφαλίσει τις συναινέσεις της παρ. 1 του άρθρου 14 και επιπλέον ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 22».
2. Στην παρ. β’ του άρθρου 22 του ν. 4738/2020 προστίθεται τρίτο εδάφιο ως εξής:
«Η διαγραφή οφειλών βεβαιωμένων στη Φορολογική Διοίκηση, συμπεριλαμβανομένων των οφειλών υπέρ τρίτων, γίνεται από τη Φορολογική Διοίκηση».
3. Στην παρ. γ’ του άρθρου 22 του ν. 4738/2020 προστίθεται τρίτο εδάφιο ως εξής:
«Σε περίπτωση ολικής προεξόφλησης της ρύθμισης, με καταβολή από τον οφειλέτη ή συμψηφισμό ή από απόδοση κατασχέσεων ή από παρακράτηση, χορηγείται έκπτωση στο σύνολο των ανεξόφλητων τόκων καταβολής που έχουν υπολογιστεί και, σύμφωνα με το υπολογιστικό εργαλείο του άρθρου 71, αντιστοιχούν στις δόσεις της ρύθμισης που προεξοφλούνται».
4. Στην περ. iii της παρ. α’ του άρθρου 23 του ν. 4738/2020 διαγράφονται οι λέξεις «καθώς και η προβλεπόμενη Αναλυτική Περιοδική Δήλωση (Α.Π.Δ.)» και η περ. iii της παρ. α’ του άρθρου 23 του ν. 4738/2020 διαμορφώνεται ως εξής:
«iii. κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της σύμβασης αναδιάρθρωσης και υπό την προϋπόθεση ότι: α) έχει εξοφληθεί τουλάχιστον η πρώτη δόση της ρύθμισης δυνάμει αυτής, β) έχουν εξοφληθεί ή τακτοποιηθεί με νόμιμο τρόπο, με αναστολή είσπραξης ή ρύθμιση τμηματικής καταβολής οι μη υπαγόμενες στη σύμβαση οφειλές και γ) έχουν υποβληθεί οι προβλεπόμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και φόρου προστιθέμενης αξίας, εντός τριών (3) μηνών από την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής τους, μετά από αίτηση του οφειλέτη, η Φορολογική Διοίκηση αποφασίζει ότι οι κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων σε βάρος του οφειλέτη δεν καταλαμβάνουν μελλοντικές απαιτήσεις. Η απόφαση αυτή εκδίδεται, ανεξάρτητα από το εάν οι κατασχέσεις επιβλήθηκαν για υπαγόμενες ή μη στη σύμβαση οφειλές και γνωστοποιείται στον τρίτο. Ποσά απαιτήσεων που γεννώνται μετά την ως άνω γνωστοποίηση, αποδεσμεύονται και αποδίδονται κατά νόμο, ενώ ποσά απαιτήσεων που γεννήθηκαν πριν από αυτήν, αποδίδονται στο Δημόσιο. Αν ανατραπεί ή ακυρωθεί η σύμβαση, οι ανωτέρω κατασχέσεις αναπτύσσουν πλήρως τις έννομες συνέπειές τους, αναφορικά με τις μελλοντικές απαιτήσεις, από τη γνωστοποίηση της ανατροπής στον τρίτο. Τυχόν αποκτηθέντα δικαιώματα ή αξιώσεις τρίτων δεν αντιτάσσονται έναντι του κατασχόντος Δημοσίου. Οι κατασχέσεις στα χέρια τρίτων, που έχουν επιβληθεί αποκλειστικά για οφειλές υπαγόμενες στη σύμβαση, αίρονται μετά από αίτηση του οφειλέτη, εφόσον έχει εξοφληθεί ποσοστό τουλάχιστον εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) του συνολικού προς καταβολή στο Δημόσιο ποσού της σύμβασης. Στις περιπτώσεις των ανωτέρω εδαφίων, ποσά που έχουν αποδοθεί στο Δημόσιο, δεν επιστρέφονται.».
Άρθρο 11
Ηλεκτρονική πλατφόρμα εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών – Μεταβατικές διατάξεις -Τροποποίηση άρθρων 29 και 74 ν. 4738/2020
1. Στο άρθρο 29 του ν. 4738/2020 (Α’ 207) προστίθεται παρ. 2 ως εξής:
«2. Μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του παρόντος, κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο δύναται να αιτηθεί τη χορήγηση της βεβαίωσης για τις χρηματικές οφειλές του προς χρηματοδοτικούς φορείς, το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, για κάθε νόμιμη χρήση. Η βεβαίωση εκδίδεται από την ηλεκτρονική πλατφόρμα.
Με την αίτηση παρέχεται από τον αιτούντα άδεια για την άρση του απορρήτου των τραπεζικών καταθέσεων του άρθρου 1 του ν.δ. 1059/1971 (Α’ 270) και του φορολογικού απορρήτου του άρθρου 17 του ν. 4987/2022 (Α’ 206).».
2. Στο άρθρο 74 του ν. 4738/2020, α) τροποποιείται ο τίτλος σε «Τελικές διατάξεις του Μέρους Δευτέρου» και β) προστίθενται παρ. 5 και 6 ως εξής:
«5. Εντός αποκλειστικής προθεσμίας δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, επιτρέπεται η υποβολή νέας αίτησης για υπαγωγή στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών υπέρ τρίτων, ακόμα και εάν δεν έχουν παρέλθει δώδεκα (12) μήνες από τη με οποιονδήποτε τρόπο ολοκλήρωση της διαδικασίας του Κεφαλαίου Α’ που είχε εκκινήσει με την αρχική αίτηση. Με τη νέα αίτηση δύναται να ζητείται να ρυθμισθούν οφειλές προς το Δημόσιο και Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης που βεβαιώθηκαν μέχρι την υποβολή της ή που τροποποιήθηκαν για οποιονδήποτε λόγο. Οι ρυθμίσεις που έχουν επιτευχθεί με συμβάσεις αναδιάρθρωσης στο πλαίσιο της αρχικής αίτησης διατηρούνται στο ακέραιο, εκτός και αν έχουν τροποποιηθεί οι βεβαιωμένες οφειλές που ρυθμίστηκαν με τη σύμβαση αναδιάρθρωσης, οπότε και υπολογίζονται εκ νέου από το υπολογιστικό εργαλείο του άρθρου 71. Εάν μετά την υποβολή της νέας αίτησης προκόψει από τα καταχωριζόμενα στην πλατφόρμα στοιχεία ότι δεν υπάρχουν οι κατά τα ανωτέρω οφειλές που δικαιολογούν την υποβολή της, αυτή αυτοδίκαια θεωρείται ως ουδέποτε υποβληθείσα. Αν η διαδικασία του παρόντος Κεφαλαίου δεν έχει ολοκληρωθεί, με την οριστική υποβολή της νέας αίτησης, ακυρώνεται η αρχική αίτηση του οφειλέτη, προκειμένου να συμπεριληφθεί το σύνολο των οφειλών του προς το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης.
6. Εντός αποκλειστικής προθεσμίας δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, επιτρέπεται η υποβολή αίτησης για υπαγωγή στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών του Κεφαλαίου Α’ σε οφειλέτες που δεν είχαν παραιτηθεί από τη διαδικασία του ν. 4469/2017 (Α’ 62), χωρίς να υπαχθούν στον νόμο αυτό, ή είχαν υποβάλει αίτηση για υπαγωγή στη διαδικασία του ν. 4469/2017 και για οποιοδήποτε λόγο δεν έχει επιτευχθεί σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών.».
Άρθρο 13
Ρυθμίσεις οφειλών που προέρχονται από επιχειρηματικά δάνεια και δάνεια φυσικών προσώπων, καθώς και από καταπτώσεις της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας και λοιπές συνοδευτικές διατάξεις για την εφαρμογή τους –
Διορθώσεις παροραμάτων στις παρ. 1 και 7 του άρθρου 293 του ν. 4738/2020 και τροποποίηση παρ. 7 άρθρου 293 ν. 4738/2020
1. Στο εισαγωγικό εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 293 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), μετά τη φράση «κατ’ εξουσιοδότηση του ν.», αντικαθίσταται η εσφαλμένη αναγραφή του αριθμού του νόμου και του αριθμού δημοσίευσής, στο ορθό «2322/1995 (Α’ 143)», και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Βεβαιωμένες οφειλές στις Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες και στα Ελεγκτικά Κέντρα, σύμφωνα με τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν. 4978/2022, Α’190, Κ.Ε.Δ.Ε.), που προέρχονται από επιχειρηματικά δάνεια και δάνεια φυσικών προσώπων, με εκδοθείσες έως και το έτος 2012 υπουργικές αποφάσεις παροχής της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου, κατ’ εξουσιοδότηση του ν. 2322/1995 (Α’ 143) ή παροχής της εγγύησης της εταιρείας με την επωνυμία «Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα ΑΕ» (πρώην «Εθνικό Ταμείο Επιχειρηματικότητας και Ανάπτυξης ΑΕ») ή της εταιρείας με την επωνυμία «Ταμείο Εγγυοδοσίας Μικρών και Πολύ Μικρών Επιχειρήσεων ΑΕ (ΤΕΜΠΜΕ ΑΕ), όπως ισχύουν, τα οποία είχαν καταστεί ληξιπρόθεσμα στα πιστωτικά ιδρύματα έως τις 7.10.2019, όπως αναγράφεται στο αίτημα κατάπτωσης των τραπεζών στις αρμόδιες Υπηρεσίες, δύνανται να ρυθμίζονται σε έως και εκατόν είκοσι (120) μηνιαίες δόσεις, κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, εφόσον έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης από την 7η Οκτωβρίου 2019 μέχρι την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή σε ρύθμιση, με απαλλαγή κατά ποσοστό από τις προσαυξήσεις και τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν ως ακολούθως:
α) Εφάπαξ με απαλλαγή κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%).
β) Από δύο (2) έως και τέσσερις (4) μηνιαίες δόσεις με απαλλαγή κατά ποσοστό ενενήντα πέντε τοις εκατό (95%).
γ) Από πέντε (5) έως και δώδεκα (12) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%).
δ) Από δεκατρείς (13) έως και είκοσι τέσσερις (24) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%).
ε) Από είκοσι πέντε (25) έως και τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%).
στ) Από τριάντα επτά (37) έως και σαράντα οκτώ (48) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό σαράντα πέντε τοις εκατό (45%).
ζ) Από σαράντα εννέα (49) έως και εξήντα (60) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%).
η) Από εξήντα μία (61) έως και εβδομήντα δύο (72) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%).
θ) Από εβδομήντα τρεις (73) έως και ενενήντα έξι (96) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%).
ι) Από ενενήντα επτά (97) έως και εκατόν είκοσι (120) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%).».
2. Στην παρ. 7 του άρθρου 293 του ν. 4738/2020 επέρχονται οι εξής τροποποιήσεις και διορθώσεις:
α) η νυν ισχύουσα ρύθμιση αριθμείται σε περ. «α.»,
β) στην περ. «α.», μετά τη φράση «κατ’ εξουσιοδότηση του ν.», αντικαθίσταται η εσφαλμένη αναγραφή του αριθμού του νόμου, στο ορθό «2322/1995»,
γ) στην περ. «α.», μετά τις λέξεις «τα οποία», αντικαθίσταται η λέξη «είχαν» από τη λέξη «έχουν»,
δ) στην περ. «α.», οι λέξεις «τις 7 Οκτωβρίου 2019» αντικαθίστανται από τις λέξεις «την 1η Φεβρουάριου 2023»,
ε) προστίθεται περ. β’, και η παρ. 7 διαμορφώνεται ως εξής :
«7. α. Στις ρυθμίσεις του παρόντος δύνανται να υπάγονται, με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις, και οι οφειλές που προέρχονται από επιχειρηματικά δάνεια και δάνεια φυσικών προσώπων, με εκδοθείσες έως και το έτος 2012 υπουργικές αποφάσεις παροχής της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου κατ’ εξουσιοδότηση του ν. 2322/1995 ή παροχής της εγγύησης της εταιρείας με την επωνυμία «Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα ΑΕ» (πρώην «Εθνικό Ταμείο Επιχειρηματικότητας και Ανάπτυξης ΑΕ») ή της εταιρείας με την επωνυμία «Ταμείο Εγγυοδοσίας Μικρών και Πολύ Μικρών Επιχειρήσεων Α.Ε. (Τ.Ε.Μ.Π.Μ.Ε. A.Ε.), όπως ισχύουν, τα οποία έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμα στα πιστωτικά ιδρύματα έως την 1η Φεβρουάριου 2023, όπως αναγράφεται στο αίτημα κατάπτωσης των τραπεζών στις αρμόδιες Υπηρεσίες, οι οποίες θα καταχωρισθούν στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης μετά την καταληκτική ημερομηνία υπαγωγής σε πρόγραμμα ρύθμισης σύμφωνα με την παρ. 9, κατόπιν αίτησης στην αρμόδια υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής μέσα σε έξι (6) μήνες από την καταχώριση των οφειλών αυτών.
β. Οι οφειλές από τις άνω αιτίες που έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης πριν την 1η Φεβρουάριου 2023 και δεν έχουν υπαχθεί στις ρυθμίσεις του παρόντος, συμπεριλαμβανομένων αυτών που έχουν ενταχθεί στη ρύθμιση του ν. 4152/2013 (Α’ 107), δύνανται να υπαχθούν στις ρυθμίσεις του παρόντος μέχρι την 1η Αυγούστου 2023 κατόπιν αίτησης στην αρμόδια υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής.».