Σύμφωνα με το άρθρο 932 ΑΚ: «Σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη, κατά την κρίση του, χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του. Σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου η χρηματική ικανοποίηση μπορεί να επιδικαστεί στην οικογένεια του θύματος λόγω ψυχικής οδύνης».
Ο προσδιορισμός της έννοιας του όρου «οικογένεια του θύματος», που ως θεσμός υπόκειται σε κοινωνικές διαφοροποιήσεις, κατά τη διάρκεια του χρόνου, διαπλάστηκε νομολογιακά ως ακολούθως:
Στην οικογένεια του θύματος, ως αόριστης νομικής έννοιας, περιλαμβάνονται οι εγγύτεροι και στενώς συνδεόμενοι συγγενείς του θανατωθέντος, που δοκιμάσθηκαν ψυχικά από την απώλειά του και για την ανακούφιση του ηθικού πόνου των οποίων στοχεύει η διάταξη αυτή, αδιαφόρως αν συζούσαν μαζί του ή διέμεναν χωριστά (ΟΛΑΠ 21/2000, ΑΠ 581/2010). Υπό την έννοια αυτή και κατά την κρατούσα στη νομολογία άποψη, ο όρος «οικογένεια» περιλαμβάνει σε κάθε περίπτωση το σύζυγο, όπως και τους συγγενείς εξ αίματος σε ευθεία γραμμή έως το δεύτερο βαθμό συγγένειας, ανιόντες και κατιόντες, ήτοι τους γονείς (ΑΠ 937/2010, ΑΠ 581/2010, ΕφΘεσ 1715/1999), τα τέκνα (ΑΠ 937/2010, ΑΠ 581/2010, ΑΠ 597/2010, ΑΠ 937/2010, ΕφΘεσ 1715/1999, ΕφΠατρ 921/1995), τους εγγονούς (ΑΠ 349/2010, ΑΠ 1276/2009, ΕφΑιγ 16/2009), τους συγγενείς εξ αίματος εκ πλαγίου δευτέρου βαθμού συγγένειας, ήτοι τα αδέλφια του θύματος (ΑΠ 496/2010, ΑΠ 581/2010, ΑΠ 597/2010, ΕφΘεσ 1715/1999, ΕφΠατρ 921/1995), καθώς και τους εξ αγχιστείας συγγενείς του πρώτου βαθμού (ΟΛΑΠ 21/2000, ΑΠ 795/2004, ΑΠ 319/2006, ΑΠ 1188/2005, ΑΠ 1752/2005, ΑΠ 723/2003, ΑΠ 868/2002, ΕφΙω 144/2005), στους οποίους σαφώς περιλαμβάνεται και ο πεθερός και η πεθερά, η νύφη και ο γαμπρός (ΕφΑιγ 16/2009, ΕφΘρ 506/2000, ΕφΘεσ 1715/1999). Από την άλλη, οι εξ αγχιστείας συγγενείς πέραν του πρώτου βαθμού, όπως είναι ο από αδελφή γαμπρός και ανιψιός του, δεν περιλαμβάνονται (ΑΠ 602/2015, ΑΠ 382/2013, ΑΠ 675/2013), όπως επίσης δεν περιλαμβάνονται και τα τέκνα αδελφών, καθόσον αυτά αποτελούν συγγενείς εξ αίματος εκ πλαγίου τρίτου βαθμού συγγένειας (ΟλΑΠ 21/2000, ΑΠ 602/2015, ΑΠ 1010/2012, ΑΠ 995/2009).
Η επιδίκαση, πάντως, της από το άρθρο ΑΚ 932 εδ. γ’ προβλεπόμενης χρηματικής ικανοποίησης στα δικαιούμενα πρόσωπα, τελεί υπό την αυτονόητη προϋπόθεση, που συνιστά πραγματικό ζήτημα, της ύπαρξης, κατ’ εκτίμηση του δικαστή της ουσίας, μεταξύ αυτών και του θανατωθέντος, όταν ο τελευταίος ζούσε, αισθημάτων αγάπης και στοργής, η διαπίστωση της ανυπαρξίας των οποίων μπορεί να οδηγήσει στον αποκλεισμό, είτε όλων των προσώπων αυτών, είτε κάποιων ή κάποιου από αυτούς, από την επιδίκαση της εν λόγω χρηματικής ικανοποίησης (ΑΠ 581/2010, ΑΠ 597/2010, ΑΠ 937/2010, ΑΠ 731/2005), δεδομένου ότι η χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης αποτελεί είδος ζημίας μη περιουσιακής και έχει ως σκοπό με την καταβολή εύλογου ποσού χρημάτων και την απόκτηση με αυτά άλλων περιουσιακών αγαθών να καταστεί δυνατή η ηθική παρηγοριά και ψυχική ανακούφιση, όσο τούτο είναι δυνατό, του μέλους της οικογένειας του θανατωθέντος, το οποίο έτσι υποβοηθείται να εξισορροπήσει τις δυσμενείς ψυχολογικές καταστάσεις που του δημιουργήθηκαν από την αδικοπραξία και να ξεπεράσει ή έστω να νοιώσει ελαφρότερη τη ψυχική οδύνη, που του προηγήθηκε (ΜΠΡΑΘ 1072/2019).
ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ:
Παραθέτουμε όλη την απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου:
Απόφαση 21 / 2000 (ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)
Αριθμός: 21/2000
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΕ ΤΑΚΤΙΚΗ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές της Β΄ Σύνθεσης: Διονύσιο Κατσιρέα, Προεδρεύοντα-Αντιπρόεδρο (κωλυομένου του Προέδρου), Μιχαήλ Καρατζά, Αριστείδη Κρομμύδα, Κωνσταντίνο Τσαμαδό, Παύλο Μεϊδάνη, Στυλιανό Μοσχολέα, Χρήστο Παληοκώστα, Θεόδωρο Λαφαζάνο, Θεόδωρο Μπάκα, Ελευθέριο Τσακόπουλο, Γεώργιο Παπαδημητρίου, Κωνσταντίνο Βαρδαβάκη, Στυλιανό Πατεράκη, Ανδρέα Μοσχανδρέου-Εισηγητή, Κωνσταντίνο Βαλμαντώνη, Γεράσιμο Σιμόπουλο, Αθανάσιο Κρητικό, Αχιλλέα Ζήση και Νικόλαο Κασσαβέτη (κωλυομένων των λοιπών Δικαστών της σύνθεσης).
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο κατάστημά του στις 19 Οκτωβρίου 2000, με την παρουσία του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Δημόπουλου και της Γραμματέως Μάρθας Ψαραύτη, για να δικάσει μεταξύ:
Του καλούντος – αναιρεσείοντος: …, κατοίκου …, για τον εαυτό του ατομικά και ως ασκούντος τη γονική μέριμνα και επιμέλεια του ανήλικου υιού του …, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του … με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 Κ.Πολ.Δικ..
Των καθών η κλήση – αναιρεσιβλήτων: 1. …, κατοίκου …, 2. Ανώνυμης Εταιρίας με την επωνυμία και το διακριτικό τίτλο «…», που εδρεύει στην … και εκπροσωπείται νόμιμα, οι οποίοι δεν παραστάθηκαν και 3. Ανώνυμης Ασφαλιστικής Εταιρίας με την επωνυμία «…», που εδρεύει στην … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Σταύρο Παναγιωτόπουλο, ο οποίος δήλωσε ότι την ως άνω εταιρεία διαδέχθηκε καθολικά λόγω συγχώνευσης, δυνάμει της υπ΄αριθμ. Κ3-72159/9-9-1997 Α.Υ.Ε. η ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «…», που εδρεύει στην … και εκπροσωπείται νόμιμα.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 7-10-1991 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 6.345/1992 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 5.483/1993 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζήτησε ο αναιρεσείων με την από 8-5-1996 αίτησή του.
Στη συνέχεια εκδόθηκε η 415/1997 απόφαση του Δ΄ Πολιτικού Τμήματος, η οποία παρέπεμψε τον τέταρτο λόγο της αίτησης αναίρεσης κατά το δεύτερο μέρος του στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου. Μετά την πιο πάνω απόφαση και την από 26-5-2000 κλήση του αναιρεσείοντος η προκείμενη υπόθεση φέρεται στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου τούτου.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, παραστάθηκαν μόνον ο αναιρεσείων και η τρίτη των αναιρεσιβλήτων, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο πληρεξούσιος της τρίτης αναιρεσίβλητης ανέπτυξε και προφορικά τους σχετικούς ισχυρισμούς του, που αναφέρονται στις προτάσεις του και ζήτησε την απόρριψη της αίτησης, κατά το μέρος που παραπέμπεται στην Ολομέλεια και την καταδίκη του αντιδίκου στη δικαστική δαπάνη.Ο Εισαγγελέας πρότεινε την απόρριψη του παραπεμφθέντος στην Ολομέλεια λόγου της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης. Κατόπιν αυτών ο Πρόεδρος έδωσε εκ νέου το λόγο στον πιο πάνω πληρεξούσιο της παραστάσης αναιρεσιβλήτου, ο οποίος αναφέρθηκε σε αυτά που προηγούμενα είχε αναπτύξει.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Επειδή, παραδεκτώς φέρεται, με την από 26.5.2000 κλήση του εκ των αναιρεσειόντων …, ενεργούντος για τον εαυτό του ατομικώς και ως ασκούντος την γονική μέριμνα και την επιμέλεια του ανηλίκου τέκνου του …, στην τακτική Ολομέλεια, ο τέταρτος και κατά το δεύτερο μέρος του λόγος της από 8.5.1996 αιτήσεως αυτού περί αναιρέσεως της 5483/1993 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών, ο οποίος απορρίφθηκε με πλειοψηφία μιας ψήφου και παραπέμφθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 563 παρ. 2β΄Κ.Πολ.Δ. , ενώπιον της, με την 415/1997 απόφαση του Δ΄ Πολιτικού Τμήματος του Δικαστηρίου τούτου, για το ζήτημα περί του ποια είναι η έννοια του όρου «οικογένεια του θύματος» στο άρθρο 932 εδ. 3 ΑΚ, και συγκεκριμένως αν σε αυτή περιλαμβάνονται ο σύζυγος και ο γιος της αδελφής της θανατωθείσας ….
Επειδή, όπως προκύπτει από τις 10769/12.9.2000 και 1340Β΄/21.7.2000 εκθέσεις επιδόσεως των αρμοδίων δικαστικών επιμελητών των Πρωτοδικείων … και … … και … αντιστοίχως, οι πρώτος και δεύτερη των καθών η κλήση – αναιρεσιβλήτων, προσηκόντως και εμπροθέσμως κλητεύθηκαν, για να παραστούν κατά την σημερινή δικάσιμο, από τον ανωτέρω καλούντα, ο οποίος επισπεύδει την συζήτηση της υποθέσεως, που εκφωνήθηκε από την σειρά του οικείου πινακίου. Επομένως, νομίμως εκδικάζεται αυτή, παρά την απουσία των παραπάνω αναιρεσιβλήτων (άρθρο 576 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ.).
Επειδή, κατά το άρθρο 932 εδ. 3 ΑΚ, σε περίπτωση θανατώσεως προσώπου, η χρηματική ικανοποίηση μπορεί να επιδικασθεί στην οικογένεια του θύματος, λόγω ψυχικής οδύνης. Στη διάταξη αυτή δεν γίνεται προσδιορισμός της έννοιας του όρου «οικογένεια του θύματος», προφανώς γιατί ο νομοθέτης δεν θέλησε να διαγράψει δεσμευτικώς τα όρια ενός θεσμού, ο οποίος, ως εκ της φύσεώς του, υφίσταται αναγκαίως τις επιδράσεις εκ των κοινωνικών διαφοροποιήσεων κατά τη διαδρομή του χρόνου. Κατά την αληθή, όμως, έννοια της εν λόγω διατάξεως, που απορρέει από τον σκοπό της θεσπίσεώς της, στην οικογένεια του θύματος περιλαμβάνονται οι εγγύτεροι και στενώς συνδεόμενοι συγγενείς του θανατωθέντος, που δοκιμάσθηκαν ψυχικά από την απώλειά του και προς ανακούφιση του ηθικού πόνου αυτών στοχεύει η διάταξη αυτή, αδιαφόρως αν συζούσαν μαζί του ή διέμεναν χωριστά. Υπό την έννοια αυτή, μεταξύ των προσώπων τούτων δεν περιλαμβάνονται ο σύζυγος και ο γιος της αδελφής του θανόντος, ήτοι, οι από αδελφή γαμβρός και ανεψιός του-δεύτερος βαθμός συγγενείας εξ αγχιστείας και τρίτος βαθμός εξ αίματος εκ πλαγίου αντιστοίχως- ανεξαρτήτως αν υπάρχουν και άλλοι εγγύτεροι συγγενείς ή αν αυτοί είναι οι μόνοι τοιούτοι του θανατωθέντος, το πόρισμα δε τούτο ενισχύεται από τις διατάξεις των άρθρων 57 εδ, 2 και 59 ΑΚ, που εγγύτερα προσεγγίζουν το ζήτημα και με τις οποίες καθορίζονται περιοριστικώς τα πρόσωπα, που δικαιούνται να ζητήσουν την προστασία της προσωπικότητας του αποθανόντος προσώπου και την επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, μεταξύ των οποίων δεν περιλαμβάνονται οι από αδελφή γαμβρός και ανεψιός του νεκρού εκ μόνης της συγγενικής των σχέσεως, ενώ, σημειωτέον, η επιδίκαση της από το άρθρο 932 εδ. 3 ΑΚ προβλεπόμενης χρηματικής ικανοποίησης στα δικαιούμενα πρόσωπα, τελεί υπό την αυτονόητη προϋπόθεση, που συνιστά πραγματικό ζήτημα, της ύπαρξης, κατ΄ εκτίμηση του δικαστή της ουσίας, μεταξύ αυτών και του θανατωθέντος, όταν ο τελευταίος ζούσε, αισθημάτων αγάπης και στοργής, η διαπίστωση της ανυπαρξίας των οποίων μπορεί να οδηγήσει στον αποκλεισμό, είτε όλων των προσώπων αυτών, είτε κάποιων ή κάποιου από αυτούς από την επιδίκαση της εν λόγω χρηματικής ικανοποίησης.
Κατόπιν των προεκτεθέντων, το Εφετείο, που δέχθηκε, με την προσβαλλόμενη απόφασή του , ότι στην έννοια της οικογένειας του θύματος, κατ΄ άρθρο 932 εδ. 3 ΑΚ, δεν περιλαμβάνονται ο σύζυγος και ο γιος της αδελφής της θανατωθείσας …, δεν παραβίασε την παραπάνω ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 932 εδ. 3 ΑΚ, γι΄ αυτό και πρέπει ν΄ απορριφθεί, ως αβάσιμος, ο από το άρθρο 559 αρ. 1 Κ.Πολ.Δ. και παραπεμφθείς στην Ολομέλεια τέταρτος και κατά το δεύτερο μέρος του αναιρετικός λόγος, επομένως δε και στο σύνολό της η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως του …, δοθέντος ότι οι υπόλοιποι λόγοι αναιρέσεως έχουν απορριφθεί με την προδιαληφθείσα παραπεμπτική απόφαση, ενώ, πρέπει, κατ΄ άρθρα 179 και 183 Κ.Πολ.Δ., να συμψηφισθούν συνολικώς τα μεταξύ του καλούντος-αναιρεσείοντος και της παρισταμένης τρίτης των αναιρεσιβλήτων δικαστικά έξοδα, που αφορούν την διαδικασία, τόσον ενώπιον της παρούσας Ολομέλειας, όσον και ενώπιον του παραπέμψαντος το ζήτημα σε αυτήν Δ΄ Πολιτικού Τμήματος του Δικαστηρίου τούτου, εξαιτίας της εύλογης αμφιβολίας των ανωτέρω διαδίκων για την έκβαση της προκειμένης δίκης.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 8.5.1996 αίτηση του …, ενεργούντος για τον εαυτό του ατομικώς και ως ασκούντος την γονική μέριμνα και την επιμέλεια των ανηλίκων τέκνων του …, για αναίρεση της 5483/1993 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών.ΚαιΣυμψηφίζει συνολικώς τα μεταξύ του παραπάνω αναιρεσείοντος και της τρίτης των αναιρεσιβλήτων δικαστικά έξοδα.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 7 Δεκεμβρίου 2000 και
Δημοσιεύθηκε σε δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση στις 14 Δεκεμβρίου 2000.