ΑΠΟΦΑΣΗ
Horvatovich κατά Ουγγαρίας της 09.03.2023 (αρ. προσφ. 12141/16)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Αποτυχία εθνικών αρχών να εκτελέσουν δικαστική απόφαση αναφορικά με την επικοινωνία πατέρα – προσφεύγοντος με την κόρη του.
Μετά τη λύση του γάμου του προσφεύγοντος με την Α., το εθνικό δικαστήριο επικύρωσε τους όρους της συμφωνίας επικοινωνίας του με την κόρη του Β. και τις ημέρες που δικαιούνταν να την βλέπει. Η Αρχή Κηδεμονίας της Βουδαπέστης επέβαλε πρόστιμο στην πρώην σύζυγό του προσφεύγοντος Α. τουλάχιστον δύο φορές επειδή δεν συμμορφώθηκε με τους όρους της συμφωνίας, που είχε επικυρωθεί δικαστικά. Στις 27 Δεκεμβρίου 2012, η κόρη δεν εμφανίστηκε σε προγραμματισμένη συνάντηση με τον πατέρα της και στις 18 Ιανουαρίου 2013 ο προσφεύγων υπέβαλε αίτηση αναγκαστικής εκτέλεσης στην Αρχή Κηδεμονίας. Στις 29 Ιουλίου 2014 διορίστηκε ψυχολόγος για να προβεί σε ψυχολογική αξιολόγηση μητέρας και κόρης. Στη συνέχεια, η Αρχή Κηδεμονίας διέταξε τα μέρη να συμμετάσχουν σε διαδικασία διαμεσολάβησης.
Επικαλούμενος το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ, ο προσφεύγων κατήγγειλε, ότι οι εγχώριες αρχές απέτυχαν να καταβάλουν επαρκείς προσπάθειες για την εκτέλεση της συμφωνίας επικοινωνίας αναφορικά με την κόρη του, παραβιάζοντας το δικαίωμά του για σεβασμό της οικογενειακής του ζωής.
Κατά το Δικαστήριο η απόφαση του Περιφερειακού Δικαστηρίου σχετικά με την επικοινωνία ίσχυε αλλά δεν εφαρμοζόταν από τις 27 Δεκεμβρίου 2012. Ήταν εμφανές ότι οι καθυστερήσεις της εσωτερικής διαδικασίας για την εκτέλεση της απόφασης αποδείχθηκαν καθοριστικές για τις μελλοντικές σχέσεις του πατέρα με την κόρη του και, ως εκ τούτου, είχαν μη αναστρέψιμο χαρακτήρα.
Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση του δικαιώματος σεβασμού της οικογενειακής ζωής (άρθρο 8 της ΕΣΔΑ) και επιδίκασε 8.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 4.000 ευρώ για έξοδα.
ΔΙΑΤΑΞΗ
Άρθρο 8
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Στις 24 Οκτωβρίου 2002, το Περιφερειακό Δικαστήριο Βουδαπέστης II και III έλυσε τον γάμο του προσφεύγοντος με την A. και ενέκρινε την συμφωνία των διαδίκων σχετικά με το δικαίωμα επιμέλειας της κόρης του ζεύγους, την B. η οποία γεννήθηκε το 1997. Σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας, ο προσφεύγων ερχόταν σε επαφή με την κόρη του κάθε δεύτερο Σαββατοκύριακο και κατά τη διάρκεια των διακοπών των Χριστουγέννων και του επιτρεπόταν να την καλεί κάθε Πέμπτη. Στη συνέχεια, η Περιφερειακή Αρχή Κηδεμονίας Βουδαπέστης ΙΙ («Αρχή Κηδεμονίας») επέβαλε πρόστιμο στην Α. τουλάχιστον δύο φορές επειδή δεν συμμορφώθηκε με τους όρους της συμφωνίας. Ο προσφεύγων δεν είχε καμία επαφή με την κόρη του μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου 2005 και της 8ης Απριλίου 2007. Στις 29 Αυγούστου 2011, το Περιφερειακό Δικαστήριο Βουδαπέστης II και III έκρινε την A. υπαίτια για έκθεση ανηλίκου σε κίνδυνο και της απηύθυνε προειδοποίηση. Στη συνέχεια πραγματοποιήθηκαν τακτικές συναντήσεις μεταξύ του προσφεύγοντος και της κόρης του.
Στις 27 Δεκεμβρίου 2012, η κόρη δεν εμφανίστηκε σε προγραμματισμένη συνάντηση με τον πατέρα της και, στις 18 Ιανουαρίου 2013, ο προσφεύγων υπέβαλε αίτηση αναγκαστικής εκτέλεσης στην Αρχή Κηδεμονίας. Η Αρχή ακροάστηκε αρκετές φορές τόσο την μητέρα όσο και την κόρη. Αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία στις 2 Ιουλίου 2013, δεδομένου ότι η A. είχε υποβάλει αίτηση τροποποίησης των δικαιωμάτων επικοινωνίας του προσφεύγοντος.
Κατόπιν προσφυγής του προσφεύγοντος, η Ρυθμιστική Αρχή της Βουδαπέστης ανέτρεψε την πρωτόδικη απόφαση και διέταξε την Αρχή Κηδεμονίας να συνεχίσει τη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης στις 18 Νοεμβρίου 2013. Στη συνέχεια, η Α. εξετάστηκε μία φορά από την Αρχή.
Εν τω μεταξύ, ο προσφεύγων είχε υποβάλει αίτηση αναγκαστικής εκτέλεσης για επίσκεψη που έπρεπε να πραγματοποιηθεί την 1η Ιουνίου 2013.
Παράλληλα, ο προσφεύγων είχε ασκήσει αγωγή ζητώντας να τεθεί του παιδιού υπό προσωρινή προστασία δύο φορές (2 Αυγούστου 2013 και 10 Ιουνίου 2014). Η πρώτη αίτηση απορρίφθηκε και δεν ελήφθη οριστική απόφαση στη δεύτερη διαδικασία παρά μόνο μετά τις 8 Δεκεμβρίου 2015.
Στις 29 Ιουλίου 2014 διορίστηκε ψυχολόγος για να προβεί σε ψυχολογική αξιολόγηση των Α. και Β. Στις 28 Ιανουαρίου 2015 διορίστηκε νέος πραγματογνώμονας, διότι η Β. δεν είχε συμμορφωθεί με το μέτρο.
Στις 6 Ιουλίου 2015, ψυχολόγος προέβη σε ψυχολογική αξιολόγηση της Β. και του προσφεύγοντος.
Στις 9 Ιουλίου 2015, η Αρχή Κηδεμονίας διέταξε τα μέρη να συμμετάσχουν σε διαδικασία διαμεσολάβησης.
Την 1η Σεπτεμβρίου 2015, η Αρχή διέκοψε τη διαδικασία εκτέλεσης, δεδομένου ότι η B. είχε συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του. Σε εκείνο το σημείο ο προσφεύγων δεν είχε καμία επαφή με την κόρη του για τρία χρόνια.
Επικαλούμενος το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ, ο προσφεύγων κατήγγειλε, ότι οι εγχώριες αρχές απέτυχαν να καταβάλουν επαρκείς προσπάθειες για την επιβολή της συμφωνίας επικοινωνίας αναφορικά με την κόρη του, παραβιάζοντας το δικαίωμά του για σεβασμό της οικογενειακής του ζωής.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Παρότι το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ δεν περιέχει ρητές διαδικαστικές απαιτήσεις, η διαδικασία λήψης αποφάσεων που ακολουθείται στα μέτρα παρέμβασης πρέπει να είναι δίκαιη και να διασφαλίζει τον δέοντα σεβασμό των συμφερόντων που προστατεύονται από το άρθρο 8 [βλ. απόφαση Fernández Martínez κατά Ισπανίας [GC], αρ. προσφ. 56030/07 § 147]. Οι κρίσιμες αρχές όσον αφορά τις διαδικασίες για τη σχέση του γονέα με το τέκνο του συνοψίζονται, μεταξύ άλλων, στην υπόθεση T.C. κατά Ιταλίας της 19.05.2022 (αρ. προσφ. 54032/18 §§ 57-58).
Το Δικαστήριο εκτίμησε ότι το αποφασιστικό ζήτημα στην υπό κρίση υπόθεση ήταν αν οι εθνικές αρχές εκπλήρωσαν ή όχι το καθήκον τους να ενεργούν γρήγορα και με εξαιρετική επιμέλεια για να διευκολύνουν την εφαρμογή των συμφωνιών επικοινωνίας που προβλέπονταν στις δικαστικές αποφάσεις.
Το Δικαστήριο παρατήρησε ότι η απόφαση του Περιφερειακού Δικαστηρίου σχετικά με τα δικαιώματα επικοινωνίας ίσχυε αλλά δεν εφαρμοζόταν από τις 27 Δεκεμβρίου 2012 (ημερομηνία από την οποία ο προσφεύγων δεν ήταν σε θέση να ασκήσει τα δικαιώματα επικοινωνίας του όσον αφορά την κόρη του) έως ότου αυτή ενηλικιωθεί.
Επισήμανε επίσης ότι η διαδικασία εκτέλεσης άρχισε στις 18 Ιανουαρίου 2013, αλλά ανεστάλη σχεδόν έξι μήνες αργότερα από την Αρχή Κηδεμονίας. Επιπλέον, παρά την εντολή της δευτεροβάθμιας αρχής να συνεχίσει τη διαδικασία, τα μόνα διαδικαστικά μέτρα που φαίνεται να έλαβε η Αρχή ήταν η ακρόαση της Β. σε μία περίπτωση και η διαταγή των μερών να συμμετάσχουν σε διαμεσολάβηση, περισσότερο από τρία έτη μετά την έναρξη της διαδικασίας. Η Αρχή ανέθεσε επίσης τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης σε ψυχολόγο, η οποία, και πάλι, υποβλήθηκε μόνο για την κόρη περίπου τρία έτη μετά τη δίκη. Δεν έγιναν προσπάθειες εκτέλεσης και δεν ελήφθη οριστική απόφαση για την υπόθεση μέχρι την 1η Σεπτεμβρίου 2015, όταν η διαδικασία διακόπηκε εντελώς, δεδομένου ότι η B. ενηλικιώθηκε. Ο προσφεύγων δεν είχε καμία επαφή με την κόρη του για σχεδόν τρία χρόνια.
Όπως προκύπτει από τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, οι καθυστερήσεις της εσωτερικής διαδικασίας αποδείχθηκαν καθοριστικές για τις μελλοντικές σχέσεις του προσφεύγοντος με την κόρη του και, ως εκ τούτου, είχαν μη αναστρέψιμο χαρακτήρα. Το σημαντικό χρονικό διάστημα για το οποίο η συμφωνία επικοινωνίας παρέμεινε ανεφάρμοστη ματαίωσε τα δικαιώματα του προσφεύγοντος και τελικά είχε ως αποτέλεσμα η πάροδος του χρόνου να οδηγήσει στην de facto επίλυση του ζητήματος.
Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι εθνικές αρχές δεν έλαβαν όλα τα μέτρα που θα μπορούσαν ευλόγως να απαιτηθούν για την άσκηση των δικαιωμάτων επικοινωνίας του προσφεύγοντος.
Το Δικαστήριο διαπίστωσε παραβίαση του δικαιώματος σεβασμού της οικογενειακής ζωής (άρθρο 8 της ΕΣΔΑ).
Δίκαιη ικανοποίηση (Άρθρο 41)
Το ΕΔΔΑ επιδίκασε 8.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 4.000 ευρώ για έξοδα (επιμέλεια: echrcaselaw.com).