Κατόπιν αιτήματος δικαστικής αρχής
Με απόφασή του το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε ότι οι φορείς τηλεπικοινωνιών μπορούν να υποχρεωθούν να παράσχουν, κατόπιν αιτήματος δικαστικής αρχής, υπηρεσίες παρακολούθησης επικοινωνιών έναντι κατ’ αποκοπήν αμοιβών.
Σύμφωνα με το ΔΕΕ, το δίκαιο της Ένωσης δεν επιβάλλει την πλήρη κάλυψη του πραγματικού κόστους των υπηρεσιών αυτών.
Ιστορικό υπόθεσης
Στην Ιταλία, οι φορείς τηλεπικοινωνιών υποχρεούνται, σε περίπτωση αιτήματος των δικαστικών αρχών, να προβαίνουν σε πράξεις παρακολούθησης επικοινωνιών (τηλεφωνικών, ηλεκτρονικών και τηλεματικών επικοινωνιών, καθώς και σε παρακολουθήσεις δεδομένων), έναντι κατ’ αποκοπήν αμοιβών.
Τα ποσά που λαμβάνουν τροποποιήθηκαν με υπουργική απόφαση του 2017, με την οποία μειώθηκε κατά τουλάχιστον 50 % η κάλυψη του κόστους που συνδέεται με τις εν λόγω παρακολουθήσεις.
Οι φορείς τηλεπικοινωνιών ζήτησαν από τα ιταλικά δικαστήρια την ακύρωση της ως άνω υπουργικής απόφασης, υποστηρίζοντας ότι τα προβλεπόμενα ποσά δεν καλύπτουν το σύνολο του κόστους με το οποίο επιβαρύνονται.
Το Συμβούλιο της Επικρατείας της Ιταλίας, επιληφθέν σε δεύτερο βαθμό, ζητεί από το Δικαστήριο να διευκρινιστεί εάν το δίκαιο της Ένωσης επιβάλλει πλήρη κάλυψη του κόστους με το οποίο πράγματι επιβαρύνθηκαν οι φορείς τηλεπικοινωνιών κατά τη διενέργεια των παρακολουθήσεων.
Η απόφαση του Δικαστηρίου
Με τη σημερινή του απόφαση, το Δικαστήριο απαντά αρνητικά στο ερώτημα αυτό. Το δίκαιο της Ένωσης δεν αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση που δεν επιβάλλει πλήρη κάλυψη του κόστους με το οποίο πράγματι επιβαρύνονται οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όταν καθιστούν δυνατή τη νόμιμη παρακολούθηση ηλεκτρονικών επικοινωνιών από τις αρμόδιες εθνικές αρχές, εφόσον αυτή η εθνική ρύθμιση είναι αμερόληπτη, αναλογική και διαφανής.
Το Δικαστήριο παρατηρεί ότι ο ευρωπαϊκός κώδικας ηλεκτρονικών επικοινωνιών προβλέπει ότι η γενική άδεια που χορηγούν τα κράτη μέλη για την παροχή δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών μπορεί να συνοδεύεται από όρους όπως είναι η δυνατότητα νόμιμης παρακολούθησης από τις αρμόδιες εθνικές αρχές.
Κατά το Δικαστήριο, προκύπτει σχετικώς ότι ο νομοθέτης της Ένωσης ούτε επέβαλε ούτε απέκλεισε την κάλυψη, από τα κράτη μέλη, του κόστους με το οποίο πράγματι επιβαρύνονται οι επιχειρήσεις που καθιστούν δυνατή τη νόμιμη παρακολούθηση.
Συνεπώς, τα κράτη μέλη διαθέτουν περιθώριο εκτίμησης. Το Δικαστήριο εκτιμά ότι η Ιταλία έκανε χρήση του περιθωρίου εκτίμησης τηρώντας τις αρχές της απαγόρευσης των διακρίσεων, της αναλογικότητας και της διαφάνειας.
Συγκεκριμένα, η προβλεπόμενη κάλυψη του κόστους είναι συγκρίσιμη για όλους τους φορείς που προσφέρουν υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην Ιταλία, δεδομένου ότι για την κάλυψη του κόστους αυτού προβλέπεται η καταβολή ενιαίων κατ’ αποκοπήν αμοιβών.
Οι εν λόγω αμοιβές υπολογίζονται λαμβανομένης υπόψη της τεχνολογικής προόδου του τομέα που κατέστησε ορισμένες παροχές λιγότερο επαχθείς, καθώς και του γεγονότος ότι οι υπηρεσίες αυτές είναι αναγκαίες για την επίτευξη γενικών σκοπών υπέρτερου δημόσιου συμφέροντος και μπορούν να παρέχονται μόνον από τους φορείς τηλεπικοινωνιών. Τέλος, οι εν λόγω αμοιβές καθορίζονται με τυπική διοικητική πράξη, η οποία δημοσιεύεται και είναι ελεύθερα προσβάσιμη.
To πλήρες κείμενο της αποφάσεως είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα CURIA.