Ειδική διαδικασία περιουσιακών διαφορών (Ανακοπή κατά της εκτέλεσης)
Πρώτη δημοσίευση Justina.gr
Σημ.: Η κατάσχεση εις βάρος της κύριας κατοικίας του οφειλέτη διενεργήθηκε διαρκούσης διαδικασίας εκπτώσεως από τον Ν. 3869/2010, η οποία όμως δεν τελεσφόρησε επειδή η επισπεύδουσα παρέλειψε να επιδώσει τη δήλωση έκπτωσης σε όλους τους ομοδίκους πιστωτές πριν την καταθέσει στο Ειρηνοδικείο (βλ. α. 11 Ν. 3869/2010 ως ισχύει). Ο λόγος αυτός ήταν αρκετός για να γίνει δεκτή η ανακοπή κατά της εκτέλεσης και να ακυρωθούν α) επιταγές προς πληρωμή, β) εντολή προς εκτέλεση και γ) κατάσχεση. Ενδιαφέρον παρουσιάζει στο σκεπτικό της απόφασης η επισήμανση ότι ενόσω δεν έχει επέλθει έκπτωση από τον Ν. 3869/2010, ακόμα κι αν ο οφειλέτης δεν τηρεί τις ρυθμίσεις που όρισε το δικαστήριο, δεν επιτρέπονται καταδιωκτικά μέτρα από τους πιστωτές του. Η ακυρότητα της εκτελεστικής διαδικασίας λόγω της υπαγωγής στον Ν. 3869/2010 (μη εκπτώσεως) προβλήθηκε ως πρόσθετος λόγος ανακοπής, μόλις διαπιστώθηκε η αποτυχία της επισπεύδουσας να ολοκληρώσει τη διαδικασία έκπτωσης. Συγκεκριμένα, ο καθ’ ου είχε ασκήσει αίτηση ανατροπής εκπτώσεως ενώπιον του αρμόδιου Ειρηνοδικείου, η οποία όμως απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, αφού το δικαστήριο έκρινε ότι δεν είχε προηγηθεί έκπτωση ώστε να την ανατρέψει.
Απόσπασμα:
“Με τον νόμο 3869/2010 (ΦΕΚ Α’ 130/03-08-2010), πριν την κατάργηση του από την 01-06-2021 με τα άρθρα 265 παρ.2 και 308 του Ν.4738/2020 (ΦΕΚ Α’ 207/27-10-2020), δόθηκε η δυνατότητα σε υπερχρεωμένους πολίτες, που έχουν αποδεδειγμένη και μόνιμη αδυναμία να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους, να ρυθμίσουν την εξόφλησή τους με ευνοϊκότερους όρους και να απαλλαγούν από αυτά, εφόσον εξυπηρετήσουν, για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, με βάση το εισόδημά τους, ένα μέρος των χρεών τους. Περαιτέρω, μέσω της ειδικής ρύθμισης του άρθρου 9 παρ. 2 του ανωτέρω νόμου, εισήχθη εξαίρεση στον κανόνα της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου, κατά τον οποίο όλα τα περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη είναι υπέγγυα στους πιστωτές του, με εξαίρεση τα ακατάσχετα (βλ. άρθ. 953 ΚΠολΔ). Με τη διάταξη αυτή του άρθρου 9 παρ. 2, ο νομοθέτης απέβλεψε στη δημιουργία ενός προστατευτικού πλαισίου για την κύρια κατοικία του οφειλέτη, η οποία (κύρια κατοικία), υπό την έννοια της οικογενειακής στέγης, ως κοινωνικό αγαθό, απολαμβάνει συνταγματικής προστασίας, κατ’ άρθρο 21 του Συντάγματος, έναντι όμως ανταλλάγματος, επειδή ακριβώς πρόκειται για ρευστοποιήσιμο περιουσιακό στοιχείο, ώστε να εξισορροπηθεί η απώλεια των πιστωτών του προϊόντος της εκποίησής της (βλ. ΜΠρΠειρ 2298/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, το άρθρο 5 αλλά και το άρθρο 6 παρ. 1,2 του Ν.3869/2010 αναφέρονται σε ασφαλιστικά μέτρα προστασίας της περιουσίας του οφειλέτη μέχρι την οριστική απόφαση υπαγωγής του στη ρύθμιση των χρεών του, δηλαδή μέχρι την οριστική διευθέτηση των οφειλών του. Μετά την έκδοση της απόφασης υπαγωγής στο Ν.3869/2010 και διευθέτησης των οφειλών του η απόφαση θα διατάσσει την εκποίηση ή την εκμετάλλευση κάποιων περιουσιακών στοιχείων. Επίσης η απόφαση θα εξαιρεί ρητώς ή σιωπηρώς κάποια περιουσιακά στοιχεία που δεν μπορούν να προκαλέσουν μέσω εκποίησης αγοραστικό ενδιαφέρον. Οι πιστωτές που είναι ενταγμένοι στη διαδικασία ρύθμισης και διευθέτησης δε δύνανται να κινήσουν διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης κατά κανενός περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη, ακόμα και αυτών που βρίσκονται υπό εκποίηση. Η οριστική απόφαση ρύθμισης και διευθέτησης των χρεών σηματοδοτεί α) την τροποποίηση των όρων ως προς το ύψος και τον χρόνο ικανοποίησης των πιστωτών της διαδικασίας και β) την ικανοποίηση των πιστωτών μόνο από τη ροή πληρωμών του άρθρου 8 παρ.2 (3-5ετία ή 3ετία για τις νέες αιτήσεις), του άρθρου 9 παρ.1 (εκμετάλλευση – εκποίηση από εκκαθαριστή) και του άρθρου 9 παρ.2 (καταβολές για εξαίρεση της κύριας κατοικίας). Αυτοί οι πιστωτές τελούν σε αναστολή των ατομικών διωκτικών τους μέτρων κατά της περιουσίας του οφειλέτη (πρβλ. άρθρο 21 παρ.2 του προϊσχύσαντος ΠτωχΚ αναλογικώς εφαρμοζόμενο σύμφωνα με το άρθρο 15 ΠτωχΚ), καθώς η απόφαση ρύθμισης των χρεών του οφειλέτη είναι οπλισμένη με εκτελεστότητα έναντι όλων των διαδίκων. Οι πιστωτές της διαδικασίας του Ν.3869/2010 δύνανται να κινήσουν διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης κατά της περιουσίας του οφειλέτη α) εντός της διαδικασίας του Ν.3869/2010 μόνο αν έχουν προηγουμένως προκαλέσει την τελεσίδικη έκπτωση του οφειλέτη από τη διαδικασία. Επίσης έχουν την ίδια δυνατότητα μόνο αν ζητήσουν, μέχρι την τελεσιδικία της έκπτωσης ή ανεξαρτήτως αυτής, την αναστολή ισχύος απόφασης υπαγωγής και διευθέτησης των οφειλών είτε στα πλαίσια της έφεσης (άρθρο 763 ΚΠολΔ), είτε στα πλαίσια ανάκλησης του άρθρου 758 ΚΠολΔ και αιτήματος προσωρινής διαταγής πριν την ανάκληση κατά το άρθρο 781 ΚΠολΔ. Διαφορετικώς, η εκτελεστότητα και η ισχύς της απόφασης υπαγωγής και ρύθμισης καταλαμβάνει και τους πιστωτές, ακόμα και αν ο οφειλέτης παραβιάζει τις υποχρεώσεις του (βλ. για τα ανωτέρω I. Βενιέρης – Θ. Κατσάς, Εφαρμογή του Ν.3869/2010 για τα Υπερχρεωμένα Φυσικά Πρόσωπα, έκδ.2016, αρ.1236-1238, σελ.537-538). Τέλος, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 11 παρ.2 του Ν.3869/2010, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με την παρ.2 του άρθρου 64 του Ν.4549/2018 (που κατά την παρ.15 του ίδιου άρθρου εφαρμόζεται και σε υποθέσεις, επί των οποίων δημοσιεύθηκε απόφαση πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος με την προϋπόθεση ότι: α) η όχληση που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθ. 11 του Ν. 3869/2010 επιδίδεται μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, δηλαδή μετά την 14-6-2018, β) δεν έχει εκδοθεί απόφαση έκπτωσης του οφειλέτη) «Αν ο οφειλέτης καθυστερεί την εκπλήρωση των υποχρεώσεων από τη ρύθμιση οφειλών, με συνέπεια το συνολικό ύψος του ποσού σε καθυστέρηση να υπερβαίνει αθροιστικώς την αξία τριών (3) μηνιαίων δόσεων, διαδοχικών ή μη, ο θιγόμενος πιστωτής μπορεί να επιδώσει στον οφειλέτη εξώδικη όχληση με την οποία τον καλεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του εντός τριάντα (30) ημερολογιακών ημερών. Αν ο οφειλέτης δεν συμμορφωθεί προσηκόντως, εκπίπτει αυτοδικαίως από τη ρύθμιση έναντι όλων των πιστωτών από την ημέρα που ο θιγόμενος πιστωτής επιδώσει σχετική δήλωση στους υπόλοιπους πιστωτές, υπό την προϋπόθεση ότι θα καταθέσει σχετικό σημείωμα με ενσωματωμένη την ανωτέρω αναφερόμενη εξώδικη όχληση στο φάκελο που τηρείται στο αρμόδιο δικαστήριο. Στην περίπτωση αυτή, ο οφειλέτης μπορεί να ζητήσει από το Ειρηνοδικείο την ανατροπή της έκπτωσής του αν αποδεικνύει ότι η μη καταβολή των δόσεων οφείλεται σε γεγονός ανωτέρας βίας, μη δυνάμενο να αντιμετωπιστεί με αίτηση μεταρρύθμισης της απόφασης ή ότι ο θιγόμενος πιστωτής άσκησε καταχρηστικά το δικαίωμα της παρούσας παραγράφου.». Από την ανωτέρω διάταξη προκύπτει ότι προκειμένου να επέλθει η αυτοδίκαιη έκπτωση του οφειλέτη από τη ρύθμιση του νόμου 3869/2010 στην οποία υπήχθη, χωρίς να χρειάζεται πλέον η έκδοση δικαστικής απόφασης προς τούτο, θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις : α) ο θιγόμενος από την υπερημερία του οφειλέτη πιστωτής να έχει προηγουμένως επιδώσει εξώδικη όχληση στον οφειλέτη, με την οποία τον καλεί στην εκπλήρωση των υποχρεώσεών του μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών, β) να παρέλθει άπρακτη η προθεσμία, γ) ο θιγόμενος πιστωτής να επιδώσει σχετική δήλωση προς τους υπόλοιπους πιστωτές, η οποία θα αναφέρει την επέλευση της εκ του νόμου αυτοδίκαιης επέλευσης της έκπτωσης, ενώ η έκπτωση του οφειλέτη επέρχεται μόνο από την ημέρα που θα λάβει χώρα η επίδοση αυτή, και δ) ο θιγόμενος πιστωτής να καταθέσει σχετικό σημείωμα με ενσωματωμένη την εξώδικη όχληση στον φάκελο που τηρείται στο αρμόδιο Δικαστήριο. Μόνο εφόσον γίνουν όλα τα παραπάνω επέρχεται η αυτοδίκαιη έκπτωση του οφειλέτη από τη γενόμενη ρύθμιση έναντι όλων των πιστωτών (βλ. Αθ. Κρητικός, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, Συμπλήρωμα στην 4η έκδοση έτους 2016, έκδ.2018, άρθ.11 πλαγιάρ.6, σελ.181-182).
Στην προκειμένη περίπτωση με τον (μοναδικό) πρόσθετο λόγο της κρινόμενης ανακοπής του, ο ανακόπτων ισχυρίζεται ότι ακύρως η καθ’ης η ανακοπή πιστώτριά του, κοινοποίησε σ’ αυτόν από τον Απρίλιο του έτους 2021 τις προσβαλλόμενες επιταγές προς εκτέλεση και στη συνέχεια επέσπευσε αναγκαστική εκτέλεση, επιβάλλοντας τον Νοέμβριο του ίδιου έτους κατάσχεση με την προσβαλλόμενη υπ’αρ. ΧΧΧΧΧ έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ΧΧΧΧΧΧ, επί της κύριας κατοικίας του, ενώ ήδη βρισκόταν σε καθεστώς προστασίας από κάθε μεταβολή της κινητής και ακίνητης περιουσίας του δυνάμει της υπ’αρ. ΧΧΧΧΧΧΧΧ απόφασης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, που έκανε δεκτή την υποβληθείσα αίτησή του για την υπαγωγή του στις ευεργετικές διατάξεις του Ν.3869/2010, ως πρόσωπο χωρίς πτωχευτική ικανότητα που περιήλθε ανυπαίτια σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οικονομικών του υποχρεώσεων και, μάλιστα, εξαίρεσε από την εκποίηση την κύρια κατοικία του που κατασχέθηκε από την ανωτέρω τράπεζα, υπό τον όρο τήρησης της ρύθμισης που καθόρισε, ενώ, ουδέποτε ο ίδιος εξέπεσε της ρύθμισης αυτής κατά το άρθρο 11 του ως άνω νόμου, γεγονός που διαγνώστηκε αυθεντικά με την υπ’αρ. ΧΧΧΧΧΧΧ απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών που απέρριψε ως άνευ αντικειμένου την αίτηση ανατροπής της έκπτωσης που είχε υποβάλει ο ίδιος ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών και περαιτέρω έκανε δεκτή την αίτηση μεταρρύθμισης της πιο πάνω υπ’αρ. ΧΧΧΧΧΧΧ απόφασης, μεταβάλλοντας ευνοϊκά για τον ίδιο τους όρους της τηρητέας ρύθμισης. Ζητεί, γι’ αυτό, να ακυρωθεί η πιο πάνω υπ’ αρ. ΧΧΧΧΧΧΧ έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών ΧΧΧΧΧ, καθώς και κάθε προγενέστερη πράξη εκτέλεσης που οδήγησε στην κατάσχεση του ακινήτου του (και δη οι αναφερόμενες επιταγές προς πληρωμή και εντολή προς εκτέλεση) και, τέλος, να καταδικαστεί η καθ’ ης στην καταβολή των δικαστικών του εξόδων. Ο λόγος αυτός είναι ορισμένος και νόμιμος, στηριζόμενος στις διατάξεις που αναφέρθηκαν στην παραπάνω υπό στοιχ. ΙΙ νομική σκέψη της παρούσης και πρέπει γι’ αυτό να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν.
Από όλη την αποδεικτική διαδικασία και ειδικότερα από όλα, ανεξαιρέτως, τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται αποδεικνύονται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: […]
Επομένως, ο ανακόπτων ουδέποτε εξέπεσε από τη ρύθμιση των χρεών του της πιο πάνω απόφασης, καθώς η πιστώτρια του δεν τήρησε τη διαδικασία κατ’ άρθρο 11 παρ. 2 του Ν.3869/2010 για την αυτοδίκαιη έκπτωση του οφειλέτη από τη δικαστική ρύθμιση των χρεών του με την επίδοση της ως άνω δήλωσης της προς όλους τους πιστωτές που συμπεριλήφθηκαν στη ρύθμιση, σύμφωνα και με τα ανωτέρω εκτιθέμενα στην υπό στοιχ. ΙΙ νομική σκέψη της παρούσης, γεγονός που αναγνωρίστηκε αυθεντικά με την υπ’αρ. ΧΧΧΧΧΧΧ απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε, ως άνευ αντικειμένου, η από ΧΧΧΧΧΧ και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ΧΧΧΧΧΧΧΧ αίτησή του με την οποία ζητούσε να ανατραπεί για τους εκτιθέμενους στην αίτησή του λόγους η αυτοδίκαιη έκπτωσή του που επήλθε με τις καταχρηστικές ενέργειες της αντιδίκου – πιστώτριας του ΧΧΧΧΧΧ Α.Ε. Η εν λόγω απόφαση έχει ήδη καταστεί τελεσίδικη, καθώς δεν αποδείχθηκε ότι ασκήθηκε έφεση κατ’ αυτής εντός της νόμιμης τριακονθήμερης προθεσμίας (άρθρο 518 παρ.1, 741 ΚΠολΔ) από την επίδοση στις ΧΧΧΧΧΧ στην καθ’ης η αίτηση πιστούχο ΧΧΧΧΧΧΧΧ Α.Ε. (βλ. την προσκομιζόμενη από τον ανακόπτοντα υπ’αρ. ΧΧΧΧΧΧΧΧΧ έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ΧΧΧΧΧΧΧΧΧ). Με την ίδια απόφαση, εξάλλου, έγινε εν μέρει δεκτή και η συνεκδικαζόμενη από ΧΧΧΧΧΧΧ και με αριθμό έκθεσης δικογράφου ΧΧΧΧΧΧΧΧ αίτηση μεταρρύθμισης της υπ’αρ. ΧΧΧΧΧΧΧ απόφασης ως προς το ύψος των καταβλητέων μηνιαίων δόσεων της ρύθμισης λόγω της επί τα χείρω μεταβολής της ικανότητας αποπληρωμής του από το χρόνο έκδοσης της πιο πάνω απόφασης, με την οποία το Δικαστήριο μείωσε τις δόσεις αυτού στο ποσό των ΧΧΧΧΧΧ ευρώ μηνιαίως τη δόση της ρύθμισης του άρθρου 8 παρ. 2, για το χρονικό διάστημα από τον μήνα ΧΧΧΧΧΧΧ έως και τον ΧΧΧΧΧΧΧ, ενώ επιμήκυνε το χρονικό διάστημα της ρύθμισης του άρθρου 9 παρ. 2 για 35 έτη, διαμορφώνοντας το ύψος της καταβλητέας για 240 μήνες μηνιαίας δόσης στο ποσό των ΧΧΧΧΧΧ ευρώ. Περαιτέρω και ενόσω ήταν σε ισχύ η δικαστική ρύθμιση των χρεών του ανακόπτοντος βάσει της προειρημένης υπ’αρ. ΧΧΧΧΧΧΧ απόφασης του Ειρηνοδικείου Αθηνών έναντι και της καθ’ ης η ανακοπή ΧΧΧΧΧ Α.Ε., ως μετέχουσας πιστώτριας και επιπλέον είχε εξαιρεθεί από την εκποίηση η κύρια κατοικία του, που συνεπαγόταν την απαγόρευση όλων των ατομικών καταδιωκτικών μέτρων των συμπεριλαμβανομένων στη ρύθμιση πιστωτών σε βάρος του και την αδυναμία τους να κινήσουν τη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης κατά κανενός περιουσιακού του στοιχείου (βλ. τα προαναφερόμενα στην υπό στοιχ. ΙΙ νομική σκέψη της παρούσης), πολλώ δε μάλλον αυτού που ρητά εξαιρέθηκε από την εκποίηση, η ως άνω καθ’ ης η ανακοπή πιστώτρια ΧΧΧΧΧΧΧ Α.Ε., στις ΧΧΧΧΧΧΧ κοινοποίησε εκ νέου στον ανακόπτοντα αντίγραφο εξ απογράφου πρώτου εκτελεστού α) της υπ’αρ. ΧΧΧΧΧΧ διαταγής πληρωμής με καταχωρημένη κάτωθι αυτού την από ΧΧΧΧΧΧ επιταγή προς πληρωμή, συνολικού ποσού ΧΧΧΧΧΧΧΧ ευρώ πλέον τόκων και δικαστικών εξόδων (βλ. την υπ’αρ. ΧΧΧΧΧΧ έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ΧΧΧΧΧΧΧΧΧ), β) της υπ’ αρ. ΧΧΧΧΧΧΧΧ διαταγής πληρωμής με καταχωρημένη κάτωθι αυτού την από ΧΧΧΧΧΧΧ επιταγή προς πληρωμή, συνολικού ποσού ΧΧΧΧΧΧΧΧ ευρώ πλέον τόκων και δικαστικών εξόδων (βλ. την υπ’αρ. ΧΧΧΧΧΧΧΧ έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ΧΧΧΧΧΧΧΧΧ) και γ) της υπ’αρ. ΧΧΧΧΧΧΧ διαταγής πληρωμής με καταχωρημένη κάτωθι αυτού την από ΧΧΧΧΧΧ επιταγή προς πληρωμή, συνολικού ποσού ΧΧΧΧΧΧΧ ευρώ πλέον τόκων και δικαστικών εξόδων (βλ. την υπ’αρ. ΧΧΧΧΧΧΧ έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ΧΧΧΧΧΧΧΧΧ). Ακολούθως και εντός του έτους από την επίδοση στον ανακόπτοντα (άρθ. 926 παρ.2 ΚΠολΔ) των πιο πάνω από ΧΧΧΧΧΧ επιταγών η καθ’ ης η ανακοπή – ΧΧΧΧΧΧΧ Α.Ε. επέβαλε κατάσχεση στις ΧΧΧΧΧΧΧ επί της ως άνω περιγραφόμενης κύριας κατοικίας του, για το ποσό των ΧΧΧΧΧΧΧΧ ευρώ κατόπιν περιορισμού της απαίτησής της έναντι του ανακόπτοντος αποκλειστικά για τον περιορισμό των δικαστικών εξόδων και με ρητή επιφύλαξη για την είσπραξη του υπολοίπου της συνολικής απαίτησής της, δια της υπ’αρ. ΧΧΧΧΧΧ Έκθεσης Αναγκαστικής Κατάσχεσης Ακίνητης Περιουσίας της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ΧΧΧΧΧΧ, που επέδωσε στον ανακόπτοντα αυθημερόν (βλ. την προσκομιζόμενη υπ’αρ. ΧΧΧΧΧΧΧΧ έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ΧΧΧΧΧΧΧ). Με βάση την ως άνω κατασχετήρια έκθεση ορίστηκε ο πλειστηριασμός του ακινήτου του ανακόπτοντος για την 15-06- 2022 ενώπιον της πιστοποιημένης για ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς συμβολαιογράφου Αθηνών ΧΧΧΧΧΧΧ, ή σε περίπτωση κωλύματος ενώπιον του νομίμου αναπληρωτή της, με τιμή πρώτης προσφορά το ποσό των ΧΧΧΧΧΧ ευρώ, ισόποσο της εκτιμηθείσας εμπορικής του αξίας. Πλην όμως τόσο η ένδικη κατάσχεση που επιβλήθηκε δια της προαναφερόμενης κατασχετήριας έκθεσης όσο και οι τρεις ως άνω από ΧΧΧΧΧΧ επιταγές προς πληρωμή που αποτελούν τις εναρκτήριες πράξεις της επισπευδόμενης αναγκαστικής εκτέλεσης, τυγχάνουν άκυρες καθώς προσκρούουν στην απαγόρευση λήψης ατομικών καταδιωκτικών μέτρων των πιστωτών που ίσχυε από το χρόνο δημοσίευσης (ΧΧΧΧΧΧ) της προειρημένης υπ’αρ. ΧΧΧΧΧ απόφασης του Ειρηνοδικείου Αθηνών (άρθρα 175, 176 ΑΚ), με την οποία υπήχθησαν σε ρύθμιση τα χρέη του ανακόπτοντος έναντι, μεταξύ άλλων, και της επισπεύδουσας ΧΧΧΧΧ Α.Ε. (άρθ. 8 παρ.2 Ν.3869/2010) και εξαιρέθηκε από την εκποίηση η περιγραφόμενη κύρια κατοικία του (άρθ. 9 παρ.2 Ν.3869/2010) που κατασχέθηκε με επίσπευση της ίδιας πιστώτριας. Αντίθετα οι προγενέστερες από ΧΧΧΧΧ και ΧΧΧΧΧ επιταγές πληρωμής που καταχωρήθηκαν κάτωθι αντιγράφου εξ απογράφου εκτελεστού των υπ’αρ. ΧΧΧΧΧ και ΧΧΧΧΧ διαταγών πληρωμής οι δύο πρώτες και της υπ’αρ. ΧΧΧΧΧ διαταγής πληρωμής η τρίτη και κοινοποιήθηκαν στον ανακόπτοντα στις ΧΧΧΧΧΧ οι δύο πρώτες και στις ΧΧΧΧΧΧ η Τρίτη, δεν θίγονται, δεδομένου ότι έλαβαν χώρα προ της έκδοσης της υπ’αρ. ΧΧΧΧΧΧ απόφασης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, οπότε εκκίνησε η απαγόρευση της λήψης των ατομικών καταδιωκτικών μέτρων και εξάλλου λόγω παρέλευσης έτους από την κοινοποίηση τους χωρίς να ακολουθήσει άλλη πράξη εκτέλεσης, αποδυναμώθηκαν (άρθ.926 παρ.2 ΚΠολΔ) και δεν στηρίζουν την επίδικη κατάσχεση. Προς τούτο δεν υφίσταται έννομο συμφέρον του ανακόπτοντος (άρθ.68 ΚΠολΔ) για την ακύρωση των εν λόγω από ΧΧΧΧΧΧ και ΧΧΧΧΧΧ επιταγών προς εκτέλεση. Κατ’ ακολουθίαν επομένως των ανωτέρω πρέπει να γίνει δεκτή ως και ουσιαστικά βάσιμη η κρινόμενη ανακοπή κατά τον (μοναδικό) πρόσθετο λόγο της και να ακυρωθούν οι προαναφερόμενες από ΧΧΧΧ επιταγές προς πληρωμή (εκτέλεση) που καταχωρήθηκαν κάτωθι αντιγράφων εξ απογράφων εκτελεστών των υπ’ αρ. ΧΧΧΧΧΧ, ΧΧΧΧΧ και ΧΧΧΧΧ διαταγών πληρωμής της Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και επί τη βάσει αυτή επιβληθείσα από την καθ’ ης η ανακοπή κατάσχεση του ακινήτου – κύριας κατοικίας του ανακόπτοντος δια της υπ’αρ. ΧΧΧΧΧΧ Έκθεσης Αναγκαστικής Κατάσχεσης Ακίνητης Περιουσίας της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών, ΧΧΧΧΧΧ (και του υπ’αρ. ΧΧΧΧΧΧ αποσπάσματος της με αριθμό ΧΧΧΧΧΧΧΧ Έκθεσης Αναγκαστικής Κατάσχεσης Ακίνητης Περιουσίας της ως άνω δικαστικής επιμελήτριας). Ακυρωτέα δε τυγχάνει, κατ’ αποδοχή σχετικού αιτήματος του ανακόπτοντος και η ΧΧΧΧΧ εντολή προς εκτέλεση της καθ’ ης η ανακοπή που δόθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της ΧΧΧΧΧΧ (Α.Μ. Δ.Σ.Α. ΧΧΧΧΧ) προς την ανωτέρω δικαστική επιμελήτρια που καταχωρήθηκε κάτωθι των προαναφερόμενων απογράφων των ως άνω διαταγών πληρωμής, με την εντολή να διενεργήσει την ακυρωτέα κατάσχεση, λόγω της φύσεως της εντολής αφενός μεν ως εξώδικης πράξης αφετέρου ως διαδικαστικής πράξης της εκτέλεσης, τυγχάνουν εφαρμογής επ’ αυτής τα άρθρα 159 επ. και 933 επ. ΚΠολΔ, με βάση τα οποία μπορεί να ζητηθεί η ακύρωσή της (βλ. Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (-Π.Μάζης), Ερμηνεία ΚΠολΔ, έκδ.2, 2021, Αναγκαστική Εκτέλεση, Άρθρα 904-1054, άρθ.927, αριθ.3, σελ.174). Παρέλκει, γι’ αυτό, η κατ’ ουσίαν εξέταση των λοιπών λόγων της ανακοπής (βλ. ΕφΑθ 260/2001 ΕλλΔνη 2001.1372).”