Στην περιγραφή πρέπει να αποκαλύπτεται πλήρως η εφεύρεση. Η περί κηρύξεως της ακυρότητας απόφαση είναι διαπλαστική. Ενεργητική νομιμοποίηση. Ο ΟΒΙ δεν νομιμοποιείται παθητικώς στην αγωγή ακύρωσης. Αρχή της ενότητας της εφευρέσεως. Το επιλαμβανόμενο αγωγής ακύρωσης δικαστήριο επί παράβασης της αρχής της ενότητας πρέπει να διερευνήσει την έκταση της προσβολής του διπλώματος ευρεσιτεχνίας, ήτοι εάν οι λόγοι ακύρωσης αφορούν μία, περισσότερες ή όλες τις προστατευόμενες εφευρέσεις. Βιομηχανικό σχέδιο ή υπόδειγμα. Ο Ο.Β.Ι. ελέγχει μόνο τις τυπικές προϋποθέσεις για την κατάθεση μίας αίτησης καταχώρισης σχεδίου ή υποδείγματος, ενώ αντίθετα δεν ελέγχει την συνδρομή των ουσιαστικών προϋποθέσεων, είτε των αρνητικών (άρθρο 15 § 1 π.δ. 259/1997), είτε των θετικών, ήτοι του νεωτερισμού και του ατομικού χαρακτήρα (άρθρο 12 § 1 π.δ. 259/1997). Λόγος ακύρωσης περί έλλειψης νεωτερισμού προϋποθέτει ότι ένα προγενέστερο σχέδιο ή υπόδειγμα, που είναι πανομοιότυπο, έχει γνωστοποιηθεί (αποκαλυφθεί) στο κοινό με οποιονδήποτε τρόπο κατ’ άρθρο 13 § 1 π.δ. 259/1997, οπουδήποτε στον κόσμο και όχι μόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση (αρχή της παγκοσμιότητας ή οικουμενικότητας). Ο προβάλλων την ακυρότητα με αγωγή πρέπει να επικαλεσθεί και αποδείξει τα πραγματικά περιστατικά που στοιχειοθετούν την γνωστοποίηση του προγενέστερου σχεδίου ή υποδείγματος, ο δε δικαιούχος δύναται αμυνόμενος με ένσταση να επικαλεσθεί κατ’ άρθρο 262 § 1 ΚΠολΔ και αποδείξει κατ’ άρθρο 338 § 1 ΚΠολΔ ότι η ως άνω αποκάλυψη ήταν λογικά αδύνατον να είχε γίνει γνωστή κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων στους κύκλους που ειδικεύονται στον οικείο κλάδο και ασκούν δραστηριότητες εντός της Ένωσης, πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης για καταχώριση στον ΟΒΙ ή, εφόσον διεκδικείται προτεραιότητα, πριν από την ημερομηνία προτεραιότητας (άρθρο 13 § 1 π.δ. 259/1997). Ορισμένο του λόγου ακύρωσης περί έλλειψης νεωτερισμού. Πότε ένα σχέδιο ή υπόδειγμα είναι πανομοιότυπο προς ένα προγενέστερο σχέδιο ή υπόδειγμα.
Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών 1567/2022
……………..
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗΝ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1. Ο Ν. 1733/1987 «Μεταφορά τεχνολογίας, εφευρέσεις, τεχνολογική καινοτομία και σύσταση Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας» ορίζει: «Άρθρο 1 Σύσταση Σκοπός 1. Συνιστάται νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία «Οργανισμός Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας» (Ο.Β.Ι.) που εδρεύει στην Αθήνα και εποπτεύεται από το Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης. … 2. Σκοπός του ΟΒΙ είναι η συμβολή στην τεχνολογική και βιομηχανική ανάπτυξη της χώρας με την άσκηση των εξής αρμοδιοτήτων: α. Χορήγηση διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, διπλωμάτων τροποποίησης και πιστοποιητικών υποδείγματος χρησιμότητας, καθώς και γνωμοδότηση κατά το άρθρο 13, για τις μη συμβατικές άδειες εκμετάλλευσης. … άρθρο 7 Κατάθεση αίτησης – Παραδεκτό – Δημοσίευση 1. Για την χορήγηση διπλώματος ευρεσιτεχνίας απαιτείται η κατάθεση αίτησης στον Ο.Β.Ι., η οποία περιέχει: … β) Περιγραφή της εφευρέσεως και προσδιορισμό μιας ή περισσότερων αξιώσεων. … Ως αξίωση στο νόμο αυτόν νοείται η έκταση και το περιεχόμενο της αιτούμενης προστασίας. 2. Στην αίτηση επισυνάπτονται τα σχέδια στα οποία αναφέρονται οι αξιώσεις ή η περιγραφή, η περίληψη της εφεύρεσης, οι επεξηγήσεις για την κατανόηση της περιγραφής … 3. Οι αξιώσεις της εφεύρεσης στηρίζονται στην περιγραφή. 4. Η περιγραφή της εφεύρεσης πρέπει να συντάσσεται έτσι ώστε να είναι δυνατή η πρακτική εφαρμογή της εφεύρεσης από τον ειδικό. 5. Η περίληψη της εφεύρεσης χρησιμεύει μόνον για τεχνική πληροφόρηση. 6. Η αίτηση μπορεί να αναφέρεται είτε σε μια μόνο εφεύρεση είτε σε περισσότερες, που συνδέονται όμως μεταξύ τους, ώστε να αποτελούν ένα ενιαίο σύνολο. Αν η αίτηση αφορά περισσότερες εφευρέσεις (σύνθεση αίτηση), ο καταθέτης μπορεί μέχρι την έκδοση διπλώματος ευρεσιτεχνίας να χωρίσει την αίτηση σε περισσότερες τμηματικές αιτήσεις, διατηρώντας ως ημερομηνία κατάθεσης κάθε τμηματικής αίτησης την ημερομηνία της αρχικής αίτησης. … Άρθρο 8 Έκδοση διπλώματος ευρεσιτεχνίας – Διαδικασία … 3. Αν η αίτηση, δεν θεωρηθεί ως μη κατατεθείσα ή δεν απορριφθεί, σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους, ο ΟΒΙ συντάσσει έκθεση η οποία βασίζεται στην περιγραφή της εφεύρεσης, τις αξιώσεις και τα επισυναπτόμενα σχέδια και στην οποία αναφέρονται όλα τα στοιχεία της στάθμης της τεχνικής που είναι απαραίτητα για την εκτίμηση του νέου στοιχείου και της εφευρετικής δραστηριότητας του επινοήματος (έκθεση έρευνας). Στην έκθεση έρευνας μπορεί να επισυνάπτονται σχόλια ή συνοπτικές επεξηγηματικές παρατηρήσεις από τον ΟΒΙ που θα αναφέρονται στα χαρακτηριστικά της εφεύρεσης σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1. … 5. Η έκθεση έρευνας, μαζί με αντίγραφο των εγγράφων που τη συνοδεύουν, κοινοποιείται στον καταθέτη ο οποίος, μέσα σε τρεις μήνες από την κοινοποίηση, δικαιούται να παρουσιάσει τις παρατηρήσεις του. … 6. Με βάση τις παρατηρήσεις του καταθέτη, ο ΟΒΙ συντάσσει τελική έκθεση έρευνας στην οποία αναφέρονται όλα τα στοιχεία της στάθμης της τεχνικής που πρέπει να ληφθούν υπόψη για να εκτιμηθεί σύμφωνα με το νόμο αυτόν η δυνατότητα κατοχύρωσης της εφεύρεσης με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. … 7. Η έκθεση έρευνας δίνεται στη δημοσιότητα μαζί με την αίτηση για χορήγηση διπλώματος ευρεσιτεχνίας, ή, εφ’ όσον δεν έχει συνταχθεί ακόμα, μετά από την κοινοποίησή της στον καταθέτη. 8. Η έκθεση έρευνας ή η τελική έκθεση έρευνας έχουν πληροφοριακό χαρακτήρα. … 11. Μετά το πέρας της διαδικασίας των προηγούμενων παραγράφων, ο ΟΒΙ χορηγεί δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Με το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας βεβαιώνεται το πλήρες και κανονικό της αίτησης ευρεσιτεχνίας. Στο δίπλωμα αναγράφεται η ταξινόμηση και ο χρόνος διάρκειας του και επισυνάπτονται: α. Το πρωτότυπο της περιγραφής της εφεύρεσης μαζί με τις αξιώσεις, την περίληψη και τα τυχόν σχέδια. β. Η έκθεση έρευνας ή η τελική έκθεση έρευνας. … 13. Το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας καταχωρίζεται στο Μητρώο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας και περίληψή του δημοσιεύεται στο Ειδικό Δελτίο Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας. … Άρθρο 10 Περιεχόμενο Δικαιώματος 1. Το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας παρέχει στον κάτοχό του, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το αποκλειστικό και χρονικό περιορισμένο, κατά το άρθρο 11, δικαίωμα να εκμεταλλεύεται παραγωγικά την εφεύρεση και ιδίως … Άρθρο 15 Ακυρότητα 1. Το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας κηρύσσεται άκυρο με δικαστική απόφαση αν: α. … β. Η εφεύρεση δεν είναι επιδεκτική διπλώματος ευρεσιτεχνίας σύμφωνα με το άρθρο 5. γ. Η περιγραφή που επισυνάπτεται στο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας δεν αρκεί για την εφαρμογή της εφεύρεσης από ειδικό. … 2. Για την άσκηση αγωγής, κατά του κατόχου της περίπτωσης του εδ. α της παρ. 1 νομιμοποιούνται οι λοιποί αναφερόμενοι στο ίδιο εδ., ενώ σε κάθε άλλη περίπτωση καθένας που έχει έννομο συμφέρον. Η αγωγή ακύρωσης ασκείται ενώπιον του αρμόδιου πολιτικού δικαστηρίου. Κάτοχοι διπλώματος ευρεσιτεχνίας που δεν κατοικούν στην Ελλάδα ενάγουν και ενάγονται στα δικαστήρια της πρωτεύουσας. 3. Αν η ακυρότητα αναφέρεται σε μέρος της εφεύρεσης, το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας περιορίζεται ανάλογα».
2. Εξάλλου, στα άρθρα 5, και 6 της Υ.Α. 15928/ΕΦΑ/1253/1987 (ΦΕΚ Β΄ 778, εφεξής «Υ.Α.») «Κατάθεση αίτησης για χορήγηση διπλώματος ευρεσιτεχνίας ή πιστοποιητικού υποδείγματος χρησιμότητας στον Ο.Β.Ι. και τήρηση Βιβλίων» (νομοθετικό έρεισμα όσον αφορά τα άρθρα αυτά αποτελεί η εξουσιοδοτική διάταξη του άρθρου 7 § 11 Ν. 1733/1987) καθορίζεται το περιεχόμενο της περιγραφής και των αξιώσεων. Έτσι, η περιγραφή πρέπει κατ’ άρθρο 5 § 2 της Υ.Α.: «α. Να καθορίζει το τεχνικό πεδίο στο οποίο αναφέρεται η εφεύρεση. β. Να αναφέρει τη στάθμη της προηγούμενης τεχνικής, που κατά την κρίση του καταθέτη είναι χρήσιμη για την κατανόηση της εφεύρεσης. Τυχόν έγγραφα που αποδεικνύουν τη στάθμη της προηγούμενης τεχνικής μπορούν να σημειώνονται στην περιγραφή. γ. Να παρουσιάζει την εφεύρεση, έτσι όπως αυτή προσδιορίζεται από τις αξιώσεις, χρησιμοποιώντας τους κατάλληλους τεχνικούς όρους για την κατανόηση και λύση του προβλήματος. δ. Να παρουσιάζει τα πλεονεκτήματα της εφεύρεσης, εάν υπάρχουν σε σχέση με τη στάθμη της προηγούμενης τεχνικής. ε. Να περιγράφει με συντομία τις απεικονίσεις στα σχέδια, εάν υπάρχουν. στ. Να ορίζει λεπτομερειακά έναν τουλάχιστον τρόπο πραγματοποίησης της εφεύρεσης, χρησιμοποιώντας παραδείγματα. ζ. Να εξηγεί με σαφήνεια τον τρόπο εφαρμογής της εφεύρεσης στη βιομηχανία». Αντίστοιχα, σύμφωνα με το άρθρο 6 της ίδιας απόφασης: «Αξιώσεις της εφεύρεσης. 1. Οι αξιώσεις της εφεύρεσης ορίζουν την έκταση και το περιεχόμενο της αιτούμενης προστασίας με βάση τα τεχνικά χαρακτηριστικά της εφεύρεσης. 2. Οι αξιώσεις περιέχουν, εφόσον είναι δυνατόν: α. Προοίμιο, το οποίο αναφέρει το αντικείμενο της εφεύρεσης και απαριθμεί τα τεχνικά χαρακτηριστικά της που είναι απαραίτητα για τον καθορισμό του αντικειμένου της αξίωσης και που σε συνδυασμό μεταξύ τους ανήκουν στη στάθμη της τεχνικής. β. Χαρακτηριστικό μέρος, που καθορίζει τα τεχνικά χαρακτηριστικά της εφεύρεσης τα οποία σε συνδυασμό με το εδάφιο α ορίζουν την αιτούμενη προστασία. 3. Η αίτηση ευρεσιτεχνίας πρέπει να περιέχει τουλάχιστον μία ή και περισσότερες αξιώσεις. … 4. Αξίωση που αναφέρει τα κύρια χαρακτηριστικά στοιχεία μιας εφεύρεσης (κύρια αξίωση) μπορεί να ακολουθείται από άλλη ή άλλες ειδικότερες που περιέχουν όλα τα χαρακτηριστικά άλλης ή άλλων αξιώσεων (εξαρτημένες αξιώσεις). 5. Στην εξαρτημένη αξίωση αναφέρεται στην αρχή, εφόσον είναι δυνατόν, η άλλη κύρια η εξαρτημένη αξίωση ή αξιώσεις και δηλώνονται τα επιπλέον χαρακτηριστικά για τα οποία ζητείται προστασία. 6. Οι αξιώσεις δεν επιτρέπεται να παραπέμπουν σε στοιχεία της περιγραφής ή των σχεδίων χρησιμοποιώντας εκφράσεις “όπως περιγράφεται… στην περιγραφή” ή “όπως φαίνεται από την εικόνα… των σχεδίων”. 7. Η αίτηση ευρεσιτεχνίας μπορεί να περιέχει ιδίως: α. Μια κύρια αξίωση για ένα προϊόν, μια κύρια αξίωση για τη μέθοδο παραγωγής του προϊόντος αυτού και μια κύρια αξίωση για μια χρήση του προϊόντος αυτού, ή β. Μια κύρια αξίωση για μια μέθοδο, μια κύρια αξίωση για ένα μηχανισμό ή μέσο ειδικά για την πραγματοποίηση της μεθόδου αυτής, ή γ. Μια κύρια αξίωση για ένα προϊόν, μια κύρια αξίωση για τη μέθοδο παραγωγής του και μια κύρια αξίωση για ένα μηχανισμό ή μέσο ειδικά για την πραγματοποίηση της μεθόδου αυτής».
3. Στην αξίωση ο εφευρέτης οριοθετεί την προστασία που δικαιούται και προσδιορίζει τον χώρο που μπορούν να κινούνται οι τρίτοι χωρίς να προσβάλλουν την εφεύρεσή του. Δηλαδή, από τις αξιώσεις εξάγεται το αντικείμενο της εφεύρεσης και το περιεχόμενο της προστασίας (βλ. Ι. Βενιέρη, Η προστασία του εφευρέτη εκ του Ν. 1733/1987 έναντι προσβολής από ισοδύναμο τεχνικό κανόνα, ΕΕμπΔ 2006.500, ιδίως σελ. 514, Κ. Σημίτη, Το δικαίωμα επί της εφευρέσεως, Ανατύπωση έκδοσης 1967, σελ. 265). Η αξίωση στηρίζεται στην περιγραφή. Συνεπώς, τόσο η τελευταία, όσο και τα σχέδια που την συμπληρώνουν, χρησιμοποιούνται για την ερμηνεία των αξιώσεων (βλ. Ι. Βενιέρη, ό.π., σελ. 516, «Οδηγίες για την απόκτηση ΔΕ, ΔΤ και ΠΥΧ», σελ. 22, πρβλ. άρθρο 69 παρ. 1 εδ. β΄ της κυρωθείσας με το Ν. 1607/1986 συμβάσεως για την χορήγηση ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, όπως το άρθρο αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 της κυρωθείσας με τον Ν. 3396/2005 Πράξης Αναθεώρησης της 29ης Νοεμβρίου 2000).
4. Η περιγραφή της εφεύρεσης, για την οποία ζητείται η χορήγηση του διπλώματος ευρεσιτεχνίας, αποτελεί το θεμελιώδες μέρος των στοιχείων της αίτησης. Μέσω της περιγραφής –σε συνδυασμό ενδεχομένως με τα επισυναπτόμενα σχέδια– ο εφευρέτης αποκαλύπτει την πληροφορία, δηλαδή φανερώνει το μυστικό που περιέχει διδασκαλία ως προς την λύση του τεχνικού προβλήματος (βλ. Λ. Κοτσίρη, Το νέο της εφεύρεσης και η στάθμη της τεχνικής με βάση την αρχή της οικουμενικότητας, ΔΕΕ 2005.254, ιδίως σελ. 261, επίσης βλ. τις εκδιδόμενες από τον Ο.Β.Ι. «Οδηγίες για την απόκτηση ΔΕ, ΔΤ και ΠΥΧ», 2008, σελ. 21). Η περιγραφή πρέπει να είναι τόσο λεπτομερής και ακριβής, ώστε να είναι δυνατή η πρακτική εφαρμογή της εφεύρεσης από τον ειδικό (βλ. άρθρα 7 § 4 και 15 § 1 περ. γ΄ Ν. 1733/1987· για την επαναληψιμότητα βλ. Μ. – Θ. Μαρίνο, Δίκαιο Ευρεσιτεχνίας, 2013, σελ. 131). Το επαρκές και ακριβές του κειμένου του διπλώματος έχει τρεις στόχους: α) αποδεικνύει την πλήρωση των προϋποθέσεων νόμιμης και ορθής χορήγησης του διπλώματος ευρεσιτεχνίας και συνεπώς το ορθό της απονομής του διπλώματος, β) επιτρέπει στον εφευρέτη να οριοθετεί την προστασία που αξιώνει και να την θεμελιώνει-αντλεί από συγκεκριμένο γραπτό κείμενο και γ) υποδεικνύει στους τρίτους τα όρια των επιτρεπτών δραστηριοτήτων τους και τα όρια των πράξεών τους, που ενδέχεται να κινητοποιήσουν αξιώσεις του εφευρέτη σε βάρος τους (βλ. Ι. Βενιέρη, Ακυρότητα ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας – Προβολή ενώπιον ελληνικού δικαστηρίου και συνέπειες της ακυρότητας ΔΕΕ 2007.1043, ιδίως σελ. 1048· για τις λειτουργίες της «αποκάλυψης», βλ. επίσης Μ. – Θ. Μαρίνο, ό.π., σελ. 130 – 131). Έτσι, διασφαλίζεται η εκμετάλλευση της εφευρέσεως από τρίτους μετά την λήξη της ισχύος του οικείου διπλώματος ευρεσιτεχνίας (βλ. Κ. Σημίτη, ό.π., σελ. 190-191). Πλήρης είναι η αποκάλυψη, όταν στην περιγραφή συμπεριλαμβάνονται όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά, που είναι απαραίτητα για την εφαρμογή του τεχνικού κανόνα, στο μέτρο που δεν ανήκουν στην στάθμη της τεχνικής ή στις γνώσεις του ειδικού (βλ. Μ. – Θ. Μαρίνο, ό.π., σελ. 133). Αντίθετα, το κείμενο του διπλώματος δεν είναι επαρκές και ορισμένο, όταν ο μέσος ειδικός του οικείου τεχνικού τομέα δεν μπορεί να εφαρμόσει την εφευρετική ιδέα με χρήση μόνου του κειμένου του διπλώματος και χωρίς την καταβολή εφευρετικής προσπάθειας (βλ. Μ. – Θ. Μαρίνο, ό.π., σελ. 132, Ι. Βενιέρη, ό.π., σελ. 1048). Εάν για την επέλευση συγκεκριμένου αποτελέσματος απαιτούνται συγκεκριμένες ενέργειες, μέθοδοι, υλικά κ.λπ., πρέπει αυτές να υποδεικνύονται με σαφήνεια κατά την περιγραφή και δεν αρκούν οι γενικές κατευθύνσεις (βλ. Κ. Σημίτη, ό.π., σελ. 192, όπου και διάφορα παραδείγματα, Μ. – Θ. Μαρίνο, ό.π., σελ. 133 – 134).
5. Από την αμέσως προηγούμενη σκέψη συνάγεται ότι η περιγραφή της εφευρέσεως, η οποία δεν γίνεται με τέτοια επάρκεια, ώστε να εξασφαλισθεί η εφαρμογή της από τον μέσο ειδικό-τεχνικό, δεν συνεισφέρει στην στάθμη της τεχνικής και δεν δικαιολογεί την απονομή του απόλυτου και αποκλειστικού δικαιώματος (βλ. Μ. – Θ. Μαρίνο, ό.π., σελ. 129). Πράγματι, μία ελλιπής περιγραφή δεν επιτρέπει την επανάληψη της εφεύρεσης από τον μέσο τεχνικό, ενώ κωλύει οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον να πλήξει το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για λόγους που ανάγονται στην έλλειψη των θετικών ουσιαστικών προϋποθέσεων της εφεύρεσης, αφού δεν είναι δυνατή η επαρκής σύγκριση της τεχνικής διδασκαλίας με την υπάρχουσα στάθμη της τεχνικής, ούτε η συναγωγή συμπεράσματος ως προς τον νεωτερισμό, την εφευρετική δραστηριότητα και την επιδεκτικότητα βιομηχανικής εφαρμογής. Δηλαδή, η αοριστία της περιγραφής συνεπάγεται καταρχήν αδυναμία κατάστρωσης λόγου ακύρωσης, ερειδόμενου στο άρθρο 15 § 1 στ. β΄ ν. 1733/1987, κατά τρόπο παραδεκτό και νόμιμο (βλ. Μ. – Θ. Μαρίνο, ό.π., σελ. 129). Συνοπτικώς, η περιγραφή αποτελεί την γνήσια και κύρια πηγή άντλησης των πληροφοριών σχετικώς με τον πυρήνα της εφεύρεσης, καθώς και εάν η τελευταία είναι νέα και εφευρετική [βλ. Ι. Βενιέρη, Έλεγχος και ακυρότητα διπλώματος ευρεσιτεχνίας κατά το άρθρο 5 § 1 του ν. 1733/1987 (νέος τεχνικός κανόνας, εφευρετικός, για βιομηχανική εφαρμογή), ΕλλΔνη 2012.623, σελ. 624 υποσ. 6)].
6. Το κατ’ άρθρο 10 § 1 ν. 1733/1987 απόλυτο και αποκλειστικό, ιδιωτικού δικαίου, δικαίωμα στην ευρεσιτεχνία δημιουργείται με την απονομή του διπλώματος ευρεσιτεχνίας, η σχετική δε πράξη αποτελεί ατομική διοικητική πράξη που εκδίδεται από τον Οργανισμό Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 8 § 11 του ίδιου νόμου (βλ. ΑΠ 1344/2012 ΧρΙΔ 2013.139, ΕφΑθ 1502/2010 ΔΕΕ 2010.784, ΕφΘεσ 467/2009 ΕπισκΕΔ 2009.527, ΠολΠρΑθ 1913/2009 ΕλλΔνη 51.577, ΠολΠρΑθ 5541/2006 ΧρΙΔ 2007.648, ΠολΠρΑθ 5249/2005 ΕΕμπΔ 2006.154, Μ. – Θ. Μαρίνο, ό.π., σελ. 117, Κ. Λυμπερόπουλο, Το δίκαιο των εφευρέσεων, 2010, σελ. 115-116, Κ. Σημίτη, ό.π., σελ. 106-107, Λ. Κοτσίρη, ό.π., σελ. 255-256, Θ. Λιακόπουλο, Βιομηχανική ιδιοκτησία, έκδ. ε΄, 2000, σελ. 190). Ως διοικητική πράξη το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας παράγει μέχρι την ακύρωσή του όλες τις έννομες συνέπειές του και θεωρείται έγκυρο, σύμφωνα με πάγια αρχή του διοικητικού δικαίου (βλ. ΑΠ 1589/2017 ΧρΙΔ 2018.543, ΑΠ 2214/2013 ΕΕμπΔ 2014.223, Κ. Λυμπερόπουλο, ό.π., σελ. 250).
7. Το προαναφερόμενο τεκμήριο νομιμότητας ή εγκυρότητας του διπλώματος ευρεσιτεχνίας έχει την έννοια ότι, εάν δεν ασκηθεί αγωγή ή ανταγωγή ακύρωσής του, τότε το δικαστήριο δεν μπορεί να υπεισέλθει αυτεπαγγέλτως στην έρευνα περί της συνδρομής των ουσιαστικών θετικών προϋποθέσεων για την χορήγησή του, αλλά θα θεωρήσει αυτό ως έγκυρο. Έτσι, το κύρος του διπλώματος ευρεσιτεχνίας αίρεται μόνον κατόπιν δικαστικής απόφασης, εκδιδόμενης υποχρεωτικώς όταν διαπιστωθεί ότι υφίσταται ένα εκ των αναφερόμενων στο άρθρο 15 § 1 ν. 1733/1987 «ελαττωμάτων». Παρέπεται ότι, η περί κηρύξεως της ακυρότητας απόφαση είναι διαπλαστική, όπως, άλλωστε, προκύπτει και από την ρητή διατύπωση του άρθρου 15 § 1 ν. 1733/1987 («Το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας κηρύσσεται άκυρο…»· σε «αγωγή ακύρωσης» αναφέρεται και η παράγραφος 2 του ίδιου άρθρου»). Σημειωτέον ότι, όμοια διατύπωση υιοθετείται στα άρθρα 138 της κυρωθείσας με το ν. 1607/1986 Σύμβασης για την χορήγηση ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, που υπογράφηκε στο Μόναχο στις 5 Οκτωβρίου 1973, όπως ισχύει μετά την Πράξη Αναθεώρησής της, που υπογράφηκε στο Μόναχο στις 29 Νοεμβρίου 2000 και κυρώθηκε με το ν. 3396/2005, 86 § 1α΄ του Κανονισμού 6/2002 του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2001 «για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα», 16 Π.Δ. 259/1997 «Διατάξεις εφαρμογής του Διακανονισμού της Χάγης για τη διεθνή κατάθεση των βιομηχανικών σχεδίων και υποδειγμάτων που κυρώθηκε με το Νόμο 2417/1996 και διατάξεις για τον εθνικό τίτλο προστασίας», καθώς και 59, 60 και 62 § 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 2017 «για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης» (πρβλ. επίσης το άρθρο 50 § 1 Π.Δ. 18/1989). Ως διαπλαστική, η απόφαση που κηρύσσει το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας άκυρο ισχύει έναντι όλων, ενώ αναπτύσσει αναδρομική ενέργεια, ήτοι εξαφανίζει εξαρχής το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, οπότε θεωρείται ότι το τελευταίο ουδέποτε ίσχυσε (βλ. ΠολΠρΑθ 6228/2010 ΕπισκΕΔ 2010.1214, Κ. Λυμπερόπουλο, ό.π., σελ. 277-278, Κ. Παμπούκη, Η ακυρωσία του διπλώματος ευρεσιτεχνίας ως συνέπεια της ελαττωματικότητος αυτού, Μελέται εμπορικού δικαίου Α΄, 1976, σελ. 421 επ., 439 επ., τον ίδιο, Εισαγωγικό σημείωμα, ΕπισκΕΔ 2006.471, 473-474· πρβλ. Α. Παπαλάμπρου, Μορφαί της «ακυρωτικής» αρμοδιότητος του Συμβουλίου της Επικρατείας, σε Νομικές Μελέτες, 2008, σελ. 43 επ., όπου αναλύεται διεξοδικά η φύση της απόφασης που κηρύσσει άκυρη μία νομική πράξη). Ειδικά ως προς την αναδρομική ενέργεια της απόφασης διευκρινίζεται ότι η ακύρωση οποιασδήποτε νομικής πράξης δύναται να ενεργεί είτε ex nunc είτε ex tunc (βλ. Α. Παπαλάμπρου, ό.π., σελ. 47 και 54), στο δε δίκαιο διανοητικής ιδιοκτησίας επιλέγεται παγίως η δεύτερη λύση, όπως συνέβη στα άρθρα 68 της Σύμβασης για την χορήγηση ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, 16 § 4 π.δ. 259/1997, 26 § 1 του Κανονισμού 6/2002, 62 § 2 του Κανονισμού 2017/1001, 52 § 7 εδ. β΄ ν. 4679/2020 [βλ. και άρθρο 47 § 2 της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/2436 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2015 για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων]. Εάν το «ελάττωμα» επέφερε πράγματι απόλυτη ακυρότητα, δεν θα ήταν αναγκαίος ο κατά τις ανωτέρω διατάξεις ορισμός του χρόνου έναρξης των αποτελεσμάτων της εκδιδόμενης απόφασης. Κατόπιν τούτων, η απόφαση που κηρύσσει άκυρο ένα δίπλωμα ευρεσιτεχνίας δεν δύναται να θεωρηθεί ως αναγνωριστική, έστω και εάν προσδοθούν σε αυτήν χαρακτηριστικά διαπλαστικής απόφασης, όπως η – έμμεση – έναντι όλων ισχύς.
8. Η οικεία αγωγή ακύρωσης ασκείται ενώπιον του αρμόδιου πολιτικού δικαστηρίου από όποιον νομιμοποιείται ενεργητικά κατά τις ειδικότερες διακρίσεις του άρθρου 15 § 2 εδ. α΄ ν. 1733/1987 και σύμφωνα με το ίδιο εδάφιο στρέφεται κατά του κατόχου του διπλώματος ευρεσιτεχνίας (βλ. ΠολΠρΑθ 6228/2010 ΕπισκΕΔ 2010.1214, Κ. Λυμπερόπουλο, ό.π., σελ. 272, Μ. – Θ. Μαρίνο, ό.π., σελ. 203). Αντίθετα, δεν νομιμοποιείται παθητικά ο Ο.Β.Ι. (βλ. ΠολΠρΑθ 1916/2011 ΝΟΜΟΣ).
9. Η θεμελιούμενη στο άρθρο 7 § 6 ν. 1733/1987 αρχή της ενότητας της εφευρέσεως εξυπηρετεί σκοπούς διαδικαστικού καθαρά χαρακτήρα, όπως την διεθνή ταξινόμηση των εφευρέσεων, η οποία διευκολύνει την παρακολούθηση των αιτήσεων χορήγησης διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας από τους ανταγωνιζόμενους στο οικείο πεδίο, την διενέργεια έρευνας, καθώς και την είσπραξη των οικείων τελών (κατάθεσης της αίτησης, ετήσια τέλη προστασίας, τέλη σύνταξης της έκθεσης έρευνας και τέλη καταχώρισης μεταβολών). Οι περισσότερες εφευρέσεις δεν υπάγονται σε ενιαία γενική εφευρετική ιδέα, όταν μετά από ανάλυση του τεχνικού προβλήματος με γνώμονα το κείμενο των αξιώσεων, όπως αυτές ερμηνεύονται με βάση την περιγραφή και τα σχέδια (πρβλ. την απόφαση του Τεχνικού Συμβουλίου Προσφυγών 3.3.1 του Ε.Γ.Δ.Ε. στην υπόθεση W 6/97, «Foamed pressure sensitive tapes», ECLI:EP:BA:1997:W000697.19970918, υπό 5.3, 6.2 και 6.3), δεν διαπιστώνεται οποιαδήποτε τεχνική σύνδεση ή αλληλεπίδραση μεταξύ τους (πρβλ. την απόφαση του Τεχνικού Συμβουλίου Προσφυγών 3.3.2 του Ε.Γ.Δ.Ε. στην υπόθεση W 11/89, «Fibre fleece», ECLI:EP:BA:1989:W001189.19891009, υπό 4.1). Πάντως, μετά την χορήγηση του διπλώματος ευρεσιτεχνίας η μη τήρηση της άνω αρχής στερείται οποιασδήποτε έννομης συνέπειας, αφού δεν επιτρέπεται πλέον ο χωρισμός σε περισσότερες τμηματικές αιτήσεις [πρβλ. την απόφαση του Ανωτάτου Συμβουλίου Προσφυγών του Ε.Γ.Δ.Ε. στην υπόθεση G 1/91 (Unity), OJ 1992, 253, ECLI:EP:BA:1991:G000191.19911209, υπό 4.1, 4.2 και 5.1], ούτε ιδρύεται λόγος ακύρωσης ελλείψει σχετικής πρόβλεψης στο άρθρο 15 § 1 ν. 1733/1987 (βλ. Μ. – Θ. Μαρίνο, ό.π., σελ. 120 υποσ. 15). Βέβαια, εφόσον το επιλαμβανόμενο αγωγής ακύρωσης δικαστήριο εξετάζει αυτήν στο πλαίσιο των προβαλλόμενων λόγων, έκαστος των οποίων εισάγει ίδιο αντικείμενο δίκης (βλ. ΤρΕφΑθ 918/2019 ΔΕΕ 2019.1447), πρέπει παράλληλα να διερευνήσει την έκταση της προσβολής του διπλώματος ευρεσιτεχνίας, ήτοι εάν οι λόγοι ακύρωσης αφορούν μία, περισσότερες ή όλες τις προστατευόμενες εφευρέσεις.
10. Από τον συνδυασμό των άρθρων 1, 2, 12 – 13, 15 – 17, 20, 24 – 29 του Π.Δ. 259/1997 «Διατάξεις εφαρμογής του Διακανονισμού της Χάγης για τη διεθνή κατάθεση των βιομηχανικών σχεδίων και υποδειγμάτων που κυρώθηκε με το Νόμο 2417/1996 και διατάξεις για τον εθνικό τίτλο προστασίας», όπως ισχύει μετά τις τροποποιήσεις του π.δ. 161/2002 προς ενσωμάτωση της Οδηγίας 98/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Οκτωβρίου 1998 «για τη νομική προστασία σχεδίων και υποδειγμάτων» (εφεξής «οδηγία»), συνάγονται τα εξής: α) στο πλαίσιο του συστήματος του π.δ/τος 259/1997 το καθοριστικό στοιχείο ενός ημεδαπού σχεδίου ή υποδείγματος είναι η εμφάνιση, ήτοι η εξωτερικώς ορατή εικόνα του συνόλου ή μέρους ενός προϊόντος (άρθρο 2 § 1α΄ π.δ. 259/1997· πρβλ. αποφάσεις Δ.Ε.Ε. της 28ης Οκτωβρίου 2021, Ferrari, C-123/20, EU:C:2021:889, σκέψη 30, της 8ης Μαρτίου 2018, DOCERAM, C-395/16, EU:C:2018:172, ΔΕΕ 2019.211, σκέψεις 24 – 25, της 21ης Σεπτεμβρίου 2017, C-361/15 P & C-405/15 P, Shower drainage channel, EU:C:2017:720, σκέψη 62, βλ. Μ. Levin, The harmonizing decisions from Luxembourg, στο συλλογικό έργο «The EU Design Approach», 2018, σελ. 51, D. Stone, European Union Design Law, A Practitioners’ Guide, 2η έκδ., 2016, § 4.07 επ.), ώστε το «σχέδιο ή υπόδειγμα» να συνιστά έννοια κρινόμενη με αντικειμενικά κριτήρια, απαλλαγμένη από υποκειμενικές εκτιμήσεις, π.χ. περί του αισθητικού χαρακτήρα ή την διανοητική προσπάθεια του δημιουργού (βλ. J. Schovsbo/G.B. Dinwoodie, Design protection for products that are “dictated by function”, στο συλλογικό έργο «The EU Design Approach», 2018, σελ. 144, D. Stone, ό.π., § 4.25 – 4.26), β) η καταχώριση εθνικού σχεδίου ή υποδείγματος στο μητρώο του άρθρου 25 § 1 π.δ. 259/1997 συνιστά ατομική διοικητική πράξη, με την οποία γεννάται απόλυτο και αποκλειστικό δικαίωμα ιδιωτικού δικαίου (με την καταχώριση σε δημόσιο μητρώο προάγεται η ασφάλεια δικαίου υπέρ των τρίτων, βλ. απόφαση ΔΕΕ της 5ης Ιουλίου 2018, Mast-Jägermeister κατά EUIPO, C-217/17 P, EU:C:2018:534, σκέψεις 53-54), γ) το κατ’ άρθρο 26 § 1 του π.δ. 259/1997 απόλυτο και αποκλειστικό δικαίωμα αναφέρεται σε αυτό καθαυτό το καταχωρισμένο σχέδιο, ήτοι στα χαρακτηριστικά που εμφαίνονται σαφώς στην αίτηση καταχώρισης (βλ. την ενδέκατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας, D. Stone, ό.π., §§ 9.05, 9.33, 12.138), και όχι σε συγκεκριμένη εμπορική υλοποίηση του προϊόντος εκ μέρους του δικαιούχου (βλ. ΠολΠρΑθ 1009/2018 ΝοΒ 2018.894, πρβλ. D. Stone, ό.π., § 12.138, 12.198, αποφάσεις Γ.Δ.Ε.Ε. της 21ης Ιουνίου 2018, Ανάγλυφο σχέδιο απεικονίζον παραλία με βότσαλα, Τ-228/16, EU:T:2018:369, σκέψη 38, της 7ης Νοεμβρίου 2013, Αιλουροειδές που αναπηδά, T-666/11, EU:T:2013:584, σκέψη 30), δ) τα εμφαινόμενα στην αίτηση καταχώρισης χαρακτηριστικά αποτελούν το αντικείμενο (subject matter) του σχεδίου ή υποδείγματος, τυχόν δε προσθήκη σύντομης περιγραφής κατ’ άρθρο 20 § 3 περ. ε΄ π.δ. 259/1997 έχει καθαρά πληροφοριακό χαρακτήρα, δεν μεταβάλλει το περιεχόμενο ή το εύρος της παρεχόμενης προστασίας, δεδομένου ότι δεν υιοθετείται ένα σύστημα προστασίας βάσει αξιώσεων, όπως π.χ. συμβαίνει στις Η.Π.Α. (βλ. Α. Kur, The Design Approach and procedural practice – mismatch or smooth transposition?, στο συλλογικό έργο «The EU Design Approach», 2018, σελ. 177), και, συνεπώς, παρέλκει η αξιολόγησή της (περιγραφής) ως ανεπαρκούς ή αντιφατικής από το επιλαμβανόμενο αγωγής ακύρωσης ή προσβολής δικαστήριο, ε) από την διατύπωση του άρθρου 12 § 1 π.δ. 259/1997 προκύπτει ότι ο νεωτερισμός και ο ατομικός χαρακτήρας συνιστούν ουσιαστικές θετικές προϋποθέσεις για το κύρος ενός σχεδίου ή υποδείγματος, που πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά (πρβλ. Ανάγλυφο σχέδιο απεικονίζον παραλία με βότσαλα σκέψη 50), στ) ο Ο.Β.Ι. ελέγχει μόνο τις τυπικές προϋποθέσεις για την κατάθεση μίας αίτησης, ενώ αντίθετα δεν ελέγχει την συνδρομή των ουσιαστικών προϋποθέσεων, είτε των αρνητικών (άρθρο 15 § 1 π.δ. 259/1997), είτε των θετικών, ήτοι του νεωτερισμού και του ατομικού χαρακτήρα [βλ. άρθρο 12 § 1 π.δ. 259/1997· το σύστημα έλλειψης προελέγχου υιοθετεί κατά βάση – με την εξαίρεση του άρθρου 47 § 1 – και ο Κανονισμός (ΕΚ) 6/2002 του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2001 «για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα» (εφεξής «Κανονισμός»), βλ. απόφαση Δ.Ε.Ε. της 16ης Φεβρουαρίου 2012, Celaya Emparanza y Galdos International, C-488/10, EU:C:2012:88, σκέψεις 41 – 43], ζ) το λεγόμενο «τεκμήριο νομιμότητας» επιβάλλει την θεώρηση ενός καταχωρισμένου σχεδίου ή υποδείγματος ως έγκυρου, ήτοι τεκμαίρεται ότι πληροί τις ουσιαστικές προϋποθέσεις για την καταχώρισή του (πρβλ. άρθρο 85 § 1 εδ. α΄ του Κανονισμού ως προς το «τεκμήριο εγκυρότητας» του καταχωρισμένου κοινοτικού σχεδίου ή υποδείγματος, D. Stone, ό.π., §§ 19.05 επ., Α. Kur, ό.π., σελ. 173, πρβλ. επί διπλώματος ευρεσιτεχνίας σκέψη 6), η) το τεκμήριο αυτό ανατρέπεται με την κήρυξη της ακυρότητας του καταχωρισμένου σχεδίου ή υποδείγματος με δικαστική απόφαση για τους λόγους που αναφέρονται περιοριστικώς στο άρθρο 16 § 1 π.δ. 259/1997, θ) η αγωγή ακύρωσης στρέφεται κατά του κατόχου του καταχωρισμένου σχεδίου ή υποδείγματος, ενώ ο Ο.Β.Ι. δεν νομιμοποιείται παθητικώς (πρβλ. σκέψη 8), και ι) η αγωγή που κηρύσσει άκυρο το σχέδιο ή υπόδειγμα έχει διαπλαστικό χαρακτήρα (πρβλ. σκέψη 7).
11. Οι αναγόμενοι στην έλλειψη νεωτερισμού και ατομικού χαρακτήρα λόγοι ακυρότητας προϋποθέτουν ότι ένα προγενέστερο σχέδιο ή υπόδειγμα, που είναι πανομοιότυπο ή δεν προξενεί διαφορετική συνολική εντύπωση, έχει γνωστοποιηθεί (αποκαλυφθεί) στο κοινό με οποιονδήποτε τρόπο κατ’ άρθρο 13 § 1 π.δ. 259/1997, οπουδήποτε στον κόσμο και όχι μόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση (αρχή της παγκοσμιότητας ή οικουμενικότητας, πρβλ. απόφαση ΔΕΕ της 13ης Φεβρουαρίου 2014, Gartenmöbel, C-479/12, EU:C:2014:75, σκέψη 33, αποφάσεις Γ.Δ.Ε.Ε. της 14ης Μαρτίου 2018, Υποδήματα, T-651/16, EU:T:2018:137, σκέψη 51, της 18ης Ιουλίου 2017, Διακοσμητικό στοιχείο, Τ-57/16, EU:T:2017:517, σκέψη 27, της 15ης Οκτωβρίου 2015, Τμήμα θύρας, T-251/14, EU:T:2015:780, σκέψη 29, της 21ης Μαΐου 2015, Ομπρέλες, T-22/13 & T-23/13, EU:T:2015:310, σκέψη 27· μόνο μετά την «αποκάλυψη» είναι επιτρεπτή η σύγκριση του προγενέστερου σχεδίου ή υποδείγματος με το καταχωρισθέν, προκειμένου να διαπιστωθεί ο νεωτερισμός και ο ατομικός χαρακτήρας του τελευταίου, πρβλ. Shower drainage channel σκέψεις 127 – 128). Λαμβάνοντας υπόψη ότι τα άρθρα 12 §§ 3 και 4 π.δ. 259/1997 δεν εξαρτούν τον νεωτερισμό και την ατομικότητα ενός σχεδίου από τα προϊόντα, στα οποία ενδέχεται το τελευταίο να ενσωματωθεί ή να εφαρμοσθεί (πρβλ. Shower drainage channel σκέψη 90), πρέπει να γίνει δεκτό ότι στο πλαίσιο της οικείας έρευνας δεν ενδιαφέρει η φύση του προϊόντος, στο οποίο εφαρμόσθηκε το προγενέστερο σχέδιο ή υπόδειγμα. Δηλαδή, το καταχωρισθέν σχέδιο ή υπόδειγμα θα συγκριθεί με ένα ή περισσότερα προγενέστερα σχέδια ή υποδείγματα, έστω και εάν τα τελευταία έχουν εφαρμοσθεί σε προϊόντα διαφορετικά εκείνων που ο δικαιούχος προσδιόρισε στην αίτησή του κατ’ άρθρο 20 § 2 περ. δ΄ π.δ. 259/1997 (πρβλ. Shower drainage channel σκέψεις 96 και 99, Ανάγλυφο σχέδιο απεικονίζον παραλία με βότσαλα, σκέψεις 41 – 42). Ομοίως, δεν ενδιαφέρει εάν το προηγούμενο σχέδιο ή υπόδειγμα χαίρει ή όχι προστασίας ως άυλο αγαθό κατά την ειδική νομοθεσία περί προστασίας της διανοητικής ιδιοκτησίας. Κρίσιμη είναι μόνο η γνωστοποίηση της εξωτερικά ορατής εικόνας του συνόλου ή μέρους ενός προϊόντος, έστω και εάν έλαβε χώρα με την καταχώριση αυτής της εξωτερικής εικόνας ως ημεδαπό ή κοινοτικό σχέδιο ή υπόδειγμα, ως ημεδαπό σήμα ή σήμα της ΕΕ, ή ακόμα και εάν συμπεριελήφθη σε σχέδιο επισυναπτόμενο σε δίπλωμα ευρεσιτεχνίας (πρόκειται για την κατ’ άρθρο 13 § 1 π.δ. 259/1997 «δημοσίευση μετά από καταχώριση», πρβλ. Ομπρέλες σκέψη 24).
12. Η διάταξη του άρθρου 13 § 1 π.δ. 259/1997 θέτει τον κανόνα ότι η επέλευση οποιουδήποτε από τα πραγματικά περιστατικά που απαριθμούνται σε αυτήν συνιστά διάθεση στο κοινό του σχεδίου ή υποδείγματος, στον κανόνα, όμως, αυτόν προβλέπεται μια εξαίρεση για την περίπτωση που, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, τα πραγματικά περιστατικά της επικαλούμενης διάθεσης στο κοινό δεν θα ήταν δυνατόν λογικά να γίνουν γνωστά στους ειδικευμένους κύκλους του συγκεκριμένου κλάδου οι οποίοι δραστηριοποιούνται εντός της Ένωσης (πρβλ. Shower drainage channel σκέψη 100). Από δικονομική άποψη, ο προβάλλων την ακυρότητα με αγωγή πρέπει να επικαλεσθεί και αποδείξει τα πραγματικά περιστατικά που στοιχειοθετούν την γνωστοποίηση του προγενέστερου σχεδίου ή υποδείγματος, ο δε δικαιούχος δύναται αμυνόμενος με ένσταση να επικαλεσθεί κατ’ άρθρο 262 § 1 ΚΠολΔ και αποδείξει κατ’ άρθρο 338 § 1 ΚΠολΔ ότι η ως άνω αποκάλυψη ήταν λογικά αδύνατον να είχε γίνει γνωστή κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων στους κύκλους που ειδικεύονται στον οικείο κλάδο και ασκούν δραστηριότητες εντός της Ένωσης, πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης για καταχώριση στον ΟΒΙ ή, εφόσον διεκδικείται προτεραιότητα, πριν από την ημερομηνία προτεραιότητας (άρθρο 13 § 1 π.δ. 259/1997· πρβλ. αποφάσεις Γ.Δ.Ε.Ε. της 13ης Ιουνίου 2019, Διαφανής θήκη δελτίου στοιχείων για οχήματα, Τ-74/18, EU:T:2019:417, σκέψη 23, ιδίως σκέψη 24 όσον αφορά τα στάδια εξέτασης, της 23ης Οκτωβρίου 2018, Πάντες βρεφικού κρεβατιού, Τ-672/17, EU:T:2018:707, σκέψη 44, της 17ης Μαΐου 2018, Καλάθια ποδηλάτου, Τ-760/16, EU:T:2018:277, σκέψεις 66 – 67, Υποδήματα σκέψη 47, Τμήμα θύρας σκέψη 26, Ομπρέλες σκέψη 26). Ειδικά ως προς το ορισμένο της αγωγής ακύρωσης λόγω έλλειψης των ουσιαστικών θετικών προϋποθέσεων επισημαίνεται ότι αυτή πρέπει να περιέχει ακριβή μνεία και περιγραφή των χαρακτηριστικών (ή ενσωμάτωση της φωτογραφικής ή γραφικής αναπαράστασης) των συγκεκριμένων προγενέστερων σχεδίων ή υποδειγμάτων που – κατά τους ισχυρισμούς του ενάγοντος – παρεμποδίζουν το νεωτερισμό ή τον ατομικό χαρακτήρα του καταχωρισμένου ημεδαπού σχεδίου ή υποδείγματος [πρβλ. άρθρα 63 § 1 εδ. β΄ του Κανονισμού, 28 § 1 περ. β΄ υποπερ. i, v και vi του Κανονισμού (ΕΚ) 2245/2002 της Επιτροπής, της 21ης Οκτωβρίου 2002, «σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 6/2002 του Συμβουλίου για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα», επίσης πρβλ. Shower drainage channel σκέψη 65, αποφάσεις Γ.Δ.Ε.Ε. της 24ης Σεπτεμβρίου 2019, Μοτοποδήλατα, Τ-219/18, EU:T:2019:681, σκέψη 37, της 6ης Ιουνίου 2019, Όχημα VW Caddy, Τ-192/18, EU:T:2019:379, σκέψη 61]. Γενική και αόριστη επίκληση αρχαιότητας χωρίς συγκεκριμένο προσδιορισμό, π.χ. ότι «πανομοιότυπα ή παρόμοια σχέδια κυκλοφορούσαν πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης», δεν αρκεί, αφού σε μία τέτοια περίπτωση ο εναγόμενος κάτοχος αποστερείται της δυνατότητας να αμυνθεί αποτελεσματικώς είτε αρνούμενος αιτιολογημένα κατ’ άρθρο 261 ΚΠολΔ την ιστορική βάση της αγωγής ακύρωσης, είτε προβάλλοντας ενστάσεις κατ’ άρθρο 13 ή 14 π.δ. 259/1997 (πρβλ. ΠολΠρΑθ 4075/2019 ΝΟΜΟΣ σκέψη 30).
13. Ως προελέχθη, το καθοριστικό στοιχείο ενός σχεδίου ή υποδείγματος είναι η εμφάνιση (βλ. σκέψη 10 υπό α΄). Επομένως, η ορατότητα των χαρακτηριστικών ενός σχεδίου ή υποδείγματος αποτελεί ουσιαστική προϋπόθεση για την παρεχόμενη από το π.δ. 259/1997 προστασία (πρβλ. Shower drainage channel σκέψη 63, απόφαση Γ.Δ.Ε.Ε. της 9ης Σεπτεμβρίου 2014, Biscuit, T-494/12, EU:T:2014:757, σκέψεις 19 – 20), ώστε αυτή να μην εκτείνεται στα μη ορατά χαρακτηριστικά του οικείου προϊόντος, τα οποία δεν συνδέονται με την εμφάνισή του (πρβλ. Biscuit σκέψεις 28-29). Συνεπώς, στο πλαίσιο της εξέτασης των αναγόμενων στην έλλειψη νεωτερισμού και ατομικού χαρακτήρα λόγων ακυρότητας πρέπει καταρχάς να προσδιορισθούν τα ορατά χαρακτηριστικά των αντιπαρατιθέμενων σχεδίων ή υποδειγμάτων σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, ώστε να επακολουθήσει η σύγκρισή τους (πρβλ. αποφάσεις Γ.Δ.Ε.Ε. της 13ης Ιουνίου 2017, Μεταλλικά κουτιά ποτών, Τ-9/15, EU:T:2017:386, σκέψη 76, της 13ης Μαΐου 2015, Αύλακας απορροής ντους, Τ-15/13, EU:T:2015:281, σκέψη 37, της 3ης Οκτωβρίου 2014, Ένθεμα, Τ-39/13, EU:T:2014:852, σκέψεις 40, 51 και 52). Αυτονόητο είναι ότι συγκρίνεται «προϊόν» με «προϊόν» κατά την έννοια του άρθρου 2 § 1β΄ π.δ. 259/1997, π.χ. μία συσκευασία με έτερη συσκευασία χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα τυχόν επιτιθέμενα σε αυτές σήματα ή ιδιαίτερα διακριτικά γνωρίσματα (πρβλ. D. Stone, ό.π., §§ 11.34, 12.143 επ.).
14. Από τον συνδυασμό της παραγράφου 3 του άρθρου 12 π.δ. 259/1997, όπου προβλέπεται ότι το σχέδιο είναι νέο, εάν δεν έχει διατεθεί στο κοινό «κανένα πανομοιότυπο σχέδιο ή υπόδειγμα», και της παραγράφου 4 του ίδιου άρθρου, όπου γίνεται ρητή μνεία σε συνολική εντύπωση διαφορετική «από οποιοδήποτε άλλο σχέδιο ή υπόδειγμα», συνάγεται ότι η εκτίμηση του νεωτερισμού και του ατομικού χαρακτήρα του καταχωρισθέντος σχεδίου ή υποδείγματος προϋποθέτει την ανεξάρτητη σύγκρισή του με ένα ή περισσότερα μεμονωμένα σχέδια ή υποδείγματα, τα οποία είναι επακριβώς καθορισμένα, εξατομικευμένα, συγκεκριμένα και προσδιορισμένα μέσα στο σύνολο των σχεδίων ή υποδειγμάτων που έχουν προηγουμένως διατεθεί στο κοινό, όχι, όμως, την σύγκρισή του με έναν συνδυασμό μεμονωμένων στοιχείων αντλούμενων από περισσότερα προγενέστερα σχέδια ή υποδείγματα (βλ. ως προς τον νεωτερισμό Shower drainage channel σκέψη 61 και ως προς τον ατομικό χαρακτήρα απόφαση ΔΕΕ της 19ης Ιουνίου 2014, Karen Millen Fashions, C-345/13, EU:C:2014:2013, σκέψεις 25, 35, Μοτοποδήλατα σκέψεις 46 και 49, Όχημα VW Caddy σκέψη 62, Διαφανής θήκη δελτίου στοιχείων για οχήματα σκέψη 84, απόφαση Γ.Δ.Ε.Ε. της 22ας Ιουνίου 2010, Εξοπλισμός επικοινωνιών, T-153/08, EU:T:2010:248, σκέψεις 23 – 24).
15. Ένα σχέδιο ή υπόδειγμα είναι πανομοιότυπο προς ένα προγενέστερο σχέδιο ή υπόδειγμα, όταν το δεύτερο περιλαμβάνει όλα τα χαρακτηριστικά που συνθέτουν το πρώτο ή όταν τα χαρακτηριστικά τους διαφέρουν μόνο σε επουσιώδεις λεπτομέρειες (βλ. άρθρο 12 § 3 π.δ. 259/1997), δηλαδή λεπτομέρειες που δεν είναι άμεσα αντιληπτές και οι οποίες, επομένως, δεν δημιουργούν έστω και αμελητέες (ασήμαντες) διαφορές μεταξύ των εν λόγω σχεδίων ή υποδειγμάτων (πρβλ. Αύλακας απορροής ντους σκέψη 41, απόφαση Γ.Δ.Ε.Ε. της 6ης Ιουνίου 2013, Πλάκες ρολογιού, Τ-68/11, EU:T:2013:298, σκέψη 37). Αντίθετα, οι αντιληπτές διαφορές σε άμεση σύγκριση των σχεδίων καταφάσκουν τον νεωτερισμό (πρβλ. απόφαση Γ.Δ.Ε.Ε. της 28ης Ιανουαρίου 2015, Διαφημιστικά είδη, Τ-41/14, EU:T:2015:53, σκέψεις 23 – 24). Εξ αντιδιαστολής προκύπτει ότι για την κατάφαση του νεωτερισμού ενός σχεδίου ή υποδείγματος πρέπει να διαπιστωθεί η ύπαρξη ουσιωδών διαφορών με τα προγενέστερα αντιπαρατιθέμενα σχέδια ή υποδείγματα, ακόμα και εάν αυτές είναι αμελητέες (οι αμελητέες ή ασήμαντες διαφορές είναι πάντα ουσιώδεις, πρβλ. Αύλακας απορροής ντους σκέψη 41). Η συνδρομή της ουσιαστικής προϋπόθεσης του νεωτερισμού κρίνεται από το δικάζον δικαστήριο με αντικειμενικά κριτήρια, χωρίς να εξετάζεται η προκαλούμενη στον ενημερωμένο χρήστη εντύπωση (πρβλ. D. Stone, ό.π., § 11.11 – 12, 11.37 επ.).
16. Στην προκείμενη περίπτωση, η ενάγουσα με την υπό κρίση αγωγή της εκθέτει ότι δραστηριοποιείται στον τομέα της παρασκευής τροφίμων και διαθέτει στην αγορά μακρόστενη κυλινδρική γκοφρέτα σε σχήμα πούρου εντός όρθιας κυλινδρικής συσκευασίας. Ότι ο Ο.Β.Ι. χορήγησε στους εναγομένους το με αριθμό 1009405 δίπλωμα ευρεσιτεχνίας με αντικείμενο την εφεύρεση προϊόντος με τίτλο «ΚΥΜΑΤΟΕΙΔΗΣ ΓΚΟΦΡΕΤΑ – ΜΠΙΣΚΟΤΟ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΖΕΙ ΣΕ ΚΥΜΑΤΟΕΙΔΗ ΚΟΛΟΥΡΗ ΣΥΣΚΕΥΑΣΙΑ», κατόπιν της από 4.7.2017 σχετικής αιτήσεώς τους. Ότι η περιγραφή που επισυνάπτεται στο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας δεν αρκεί για την εφαρμογή της εφεύρεσης από ειδικό, η δε εφεύρεση δεν είναι επιδεκτική διπλώματος ευρεσιτεχνίας, αφού δεν είναι νέα, ούτε εμπεριέχει εφευρετική δραστηριότητα. Ότι στις 3.1.2018 οι εναγόμενοι κατέθεσαν στον Ο.Β.Ι. με την ιδιότητα του δημιουργού την με αριθμό . αίτηση καταχώρισης σχεδίου ή υποδείγματος μεταλλικού περιέκτη για την συσκευασία γκοφρετών, η οποία περιείχε ως σύντομη περιγραφή τις λέξεις «ΜΕΤΑΛΛΙΚΟΣ ΠΕΡΙΕΚΤΗΣ ΕΙΔΙΚΟΥ ΣΧΗΜΑΤΟΣ (TUTU SHAPE) ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΣΚΕΥΑΣΙΑ ΚΥΜΑΤΙΣΤΩΝ (ΤΡΑΠΕΖΟΕΙΔΩΝ) ΓΚΟΦΡΕΤΩΝ». Ότι το άνω σχέδιο ή υπόδειγμα καταχωρίσθηκε στον Ο.Β.Ι. στις 12.7.2008 με αριθμό . και εμφαίνεται στο ενσωματωμένο στην αγωγή πιστοποιητικό καταχώρισης σχεδίου ή υποδείγματος. Ότι το σχέδιο ή υπόδειγμα είναι αόριστο, αντιφατικό και ακατάληπτο, επειδή με την ταυτόχρονη αναφορά στην περιγραφή σε «κυματιστές» και «τραπεζοειδείς» γκοφρέτες γίνεται παραπομπή σε εντελώς διαφορετικά σχήματα, που δεν δύνανται να συνυπάρξουν. Ότι το σχέδιο ή υπόδειγμα δεν είναι νέο, επειδή μέχρι το χρόνο της κατάθεσης της αίτησης για καταχώριση είχαν διατεθεί στο κοινό τα προϊόντα «SECRET D’ELEVEURS – BLOC DE FOIE GRAS DE CANARD DU SUD-OUEST» και «LARNAUDIE – BLOC DE FOIE GRAS DE CANARD AU PORTO», στις συσκευασίες των οποίων είχε εφαρμοσθεί ακριβώς το ίδιο σχήμα, γνωστό ως «TUTU SHAPE». Ότι το σχέδιο ή υπόδειγμα στερείται ατομικού χαρακτήρα, όπως προκύπτει από τη σύγκρισή του με τις ρητώς αναφερόμενες στην αγωγή προγενέστερες συσκευασίες.
17. Με το παραπάνω περιεχόμενο η ενάγουσα, επικαλούμενη έννομο συμφέρον, συνιστάμενο στην εμπορία ανταγωνιστικών προϊόντων, ζητεί: α) να αναγνωρισθεί η ακυρότητα του ανωτέρω διπλώματος ευρεσιτεχνίας και του παραπάνω σχεδίου ή υποδείγματος, άλλως να κηρυχθούν αυτά άκυρα, β) να υποχρεωθεί το τρίτο εναγόμενο νομικό πρόσωπο να διαγράψει το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας και το σχέδιο ή υπόδειγμα από τα μητρώα του, γ) να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινώς εκτελεστή και δ) και να καταδικασθούν οι δύο πρώτοι των εναγομένων στην δικαστική της δαπάνη.
18. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η αγωγή παραδεκτώς εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου κατά την τακτική διαδικασία (βλ. άρθρα 15 § 2 εδ. β΄ ν. 1733/1987, 18, 25 § 2, 37 § 1 ΚΠολΔ, 6, 7, 9 ν. 2943/2001 σε συνδυασμό με το άρθρο 2.Β.ΙΙΙ του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας του Πρωτοδικείου Αθηνών, που δημοσιεύθηκε στο Φ.Ε.Κ. Β΄ 366/17.2.2016), εκτός από την υποκειμενικώς σωρευθείσα σε βάρος της τρίτης εναγομένης αγωγή, η οποία είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη λόγω έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης (βλ. σκέψεις 8 και 10). Είναι νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1 §§ 1, 2 στ. α΄, 5 §§ 1, 3, 8 § 11, 15 § 1 στ. β΄, γ΄ Ν. 1733/1987, 12 §§ 1, 3 – 4, 13 § 1, 16 §§ 1 περ. β΄ και 4 π.δ. 259/1997, 68, 71, 176 και 218 § 1 ΚΠολΔ, εκτός από: α) τον αναγόμενο στην αντιφατικότητα και αοριστία της περιγραφής λόγο ακύρωσης του επίδικου σχεδίου ή υποδείγματος, που είναι απορριπτέος ως νόμω αβάσιμος, επειδή η περιγραφή, η οποία έχει προαιρετικό και πληροφοριακό χαρακτήρα, δεν μεταβάλλει το αντικείμενό του (βλ. σκέψη 10), ούτε υφίσταται σχετικό έρεισμα στο νόμο (βλ. άρθρο 16 § 1 π.δ. 259/1997), β) το κύριο αίτημα περί αναγνώρισης της ακυρότητας, το οποίο είναι απορριπτέο ως μη νόμιμο, επειδή η απόφαση που δέχεται αγωγή ακύρωσης τόσο ενός διπλώματος ευρεσιτεχνίας, όσο και ενός σχεδίου ή υποδείγματος, είναι διαπλαστική (βλ. σκέψεις 7 και 10), και γ) το τρίτο αίτημα, το οποίο είναι απορριπτέο ως νόμω αβάσιμο, διότι δεν προσδίδεται εκτελεστότητα στις διαπλαστικές αποφάσεις [βλ. Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (-Μάζης), ΚΠολΔ2, άρθ. 904 αριθ. 9]. Επομένως, πρέπει, κατά το μέρος που κρίθηκε παραδεκτή και νόμιμη, να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της.
19. Ένας ισχυρισμός χαρακτηρίζεται ως ένσταση, όταν ο εναγόμενος καταφάσκει μεν την ιστορική βάση της αγωγής, επικαλείται, όμως, νέα γεγονότα, διάφορα από τα συγκροτούντα την βάση της αγωγής, τα οποία, υπαγόμενα σε αντίθετο, σε σχέση με τον στηρίζοντα το επίδικο δικαίωμα, κανόνα δικαίου, αποτρέπουν την επέλευση της έννομης συνέπειας που διώκεται με την αγωγή. Δηλαδή, η ένσταση προϋποθέτει την ρητή ή σιωπηρή κατάφαση της ιστορικής βάσεως της αγωγής (βλ. Κ. Μπέη, Πολιτική Δικονομία, άρθρο 261 αρ. 22, Αστ. Γεωργιάδη, Η συμβολή του ουσιαστικού δικαίου στη διαμόρφωση των ενστάσεων, στον τόμο «Οι ενστάσεις στην πολιτική δίκη», Πρακτικά του 15ου Συνεδρίου Ε.Ε.Δ., 1992, σελ. 39). Υπό τα δεδομένα αυτά, η ερειδόμενη στο άρθρο 281 ΑΚ ένσταση προϋποθέτει την κατάφαση του επίδικου δικαιώματος, αφού δεν νοείται καταχρηστική άσκηση ανύπαρκτου δικαιώματος. Αντίθετα, η αμφισβήτηση αυτού (δικαιώματος) αξιολογείται πάντοτε ως άρνηση, απλή ή αιτιολογημένη, της αγωγής, χωρίς να ασκεί έννομη επιρροή ο χαρακτηρισμός του αρνητικού ισχυρισμού από τον εναγόμενο ως ενστάσεως του άρθρου 281 ΑΚ (βλ. ΑΠ 999/2019 ΕΠολΔ 2020.177, ΑΠ 894/2007 ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΑΠ 1799/2006 ΧρΙΔ 2007.328, ΕφΘεσ 2187/2008 Βάση Νομικών Δεδομένων «ΝΟΜΟΣ»).
20. Οι πρώτοι δύο εναγόμενοι με τις προτάσεις τους ισχυρίζονται, κατ’ ορθή εκτίμηση, ότι η ενάγουσα ασκεί καταχρηστικά την επίδικη αγωγή με αποκλειστικό σκοπό να τους αποστερήσει από τα δικαιώματά τους, που πηγάζουν από τους επίδικους έγκυρους τίτλους, και να περιορίσει τον ελεύθερο ανταγωνισμό, αποτρέποντας οποιονδήποτε τρίτο να παράγει γκοφρέτες και να τις συσκευάζει σε όρθιο κυλινδρικό περιέκτη, όπως έπραττε επί σειρά ετών με την επίκληση των καταχωρισθέντων εθνικών σημάτων της (βλ. ιδίως σελ. 31 των προτάσεων).
21. Ο ισχυρισμός αυτός αξιολογείται εν μέρει ως άρνηση της αγωγής ακύρωσης (ως προς το κύρος των επίδικων τίτλων) και εν μέρει ως μη νόμιμος, επειδή τα λοιπά πραγματικά περιστατικά, και αληθή υποτιθέμενα, δεν καταφάσκουν την καταχρηστική άσκηση της επίδικης αγωγής, με την οποία, άλλωστε, διώκεται, μεταξύ άλλων, η ακύρωση διπλώματος ευρεσιτεχνίας, που απονέμει μονοπώλιο σε συγκεκριμένα προϊόντα. Αντίθετα, το δίκαιο διακριτικών γνωρισμάτων απονέμει απόλυτα δικαιώματα επί ενδείξεων και δεν δημιουργεί μονοπώλια σε προϊόντα ή υπηρεσίες (βλ. Bently and B. Sherman, Intellectual property law, 3d edn, σελ. 715 – 716).
Από την εκτίμηση των με αριθμό …/24.6.2019 ένορκων βεβαιώσεων των μαρτύρων, … και …, ενώπιον της Συμβολαιογράφων Αθηνών, …., τις οποίες νόμιμα επικαλείται και προσκομίζει η ενάγουσα, με πρωτοβουλία της οποίας λήφθηκαν μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κατ’ άρθρο 422 § 1 ΚΠολΔ κλήτευση των πρώτων δύο εναγομένων (βλ. την με αριθμό ./19.6.2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών, …., καθώς και την με αριθμό .Β΄/19.6.2019 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Λάρισας, …), καθώς και των εγγράφων, που οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν, με την σημείωση ότι δεν λαμβάνονται υπόψη: α) η άνευ ημεροχρονολογίας επιστολή του V…, εμπορικού διευθυντή της εδρεύουσας στην Βουλγαρία εταιρίας με την επωνυμία «….», που προσκομίζουν μετ’ επικλήσεως οι πρώτοι δύο εναγόμενοι στην αγγλική γλώσσα ως σχετικό με αριθ. 11 και σε μετάφραση στην ελληνική γλώσσα ως σχετικό με αριθ. 11Α, διότι πρόκειται για μαρτυρία τρίτου που κατά την κρίση του Δικαστηρίου δόθηκε επίτηδες για να χρησιμεύσει ως αποδεικτικό μέσο στην παρούσα δίκη (βλ. ΟλΑΠ 8/1987 ΕλλΔνη 28.628, ΑΠ 241/2019 ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΑΠ 635/2008 ΝοΒ 2008.2184, ΑΠ 930/2008 ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΑΠ 2030/2006 ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΑΠ 109/2004 ΧρΙΔ 2004.625, ΑΠ 172/2003 ΕλλΔνη 44.1292), και β) τα έγγραφα που επικαλούνται και προσκομίζουν οι πρώτοι δύο εναγόμενοι με την κατ’ άρθρο 237 § 2 ΚΠολΔ προσθήκη στις προτάσεις τους ως σχετικά με αριθμούς 25-31, διότι δεν τείνουν σε αντίκρουση ισχυρισμού της ενάγουσας, που προβλήθηκε το πρώτον με τις προτάσεις της, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η ενάγουσα δραστηριοποιείται στον τομέα της παραγωγής και εμπορίας τροφίμων, μεταξύ των οποίων τις μακρόστενες, γεμιστές κυλινδρικές γκοφρέτες «Viennoise», σε σχήμα πούρου, σε όρθια κυλινδρική συσκευασία υπό το καταχωρισθέν σήμα «C..». Στις 4.7.2017 οι πρώτοι δύο των εναγομένων κατέθεσαν στον Ο.Β.Ι. την με αριθμό . αίτηση για την χορήγηση διπλώματος ευρεσιτεχνίας. Στις 26.11.2018 απονεμήθηκε σε αυτούς το επίδικο με αριθμό . δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για την εφεύρεση με τίτλο «ΚΥΜΑΤΟΕΙΔΗΣ ΓΚΟΦΡΕΤΑ – ΜΠΙΣΚΟΤΟ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΖΕΙ ΣΕ ΚΥΜΑΤΟΕΙΔΗ ΚΟΛΟΥΡΗ ΣΥΣΚΕΥΑΣΙΑ». Ως εφευρέτες στο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας αναγράφονται οι καταθέσαντες την οικεία αίτηση εναγόμενοι. Σύμφωνα με το κατ’ άρθρο 8 § 11 περ. α΄ Ν. 1733/1987 επισυναπτόμενο στο παραπάνω δίπλωμα ευρεσιτεχνίας πρωτότυπο της περιγραφής: «Η παρούσα εφεύρεση αφορά μια τραγανή γκοφρέτα – μπισκότο ειδικού τύπου, κυματοειδούς τύπου, αποτελούμενη από τέσσερα διακριτά μεν αλλά χωρισμένα μεταξύ τους τεταρτημόρια, τα οποία είναι γεμισμένα με ημίρρευστη κρέμα διαφόρων γεύσεων, και μια ειδική συσκευασία, σχήματος κόλουρου κώνου, στην οποία τοποθετείται η γκοφρέτα – μπισκότο, εις τρόπον ώστε να εφαρμόζει σε αυτή. Μέχρι σήμερα, οι συμβατικές γκοφρέτες πούρου, παρασκευασμένες με βάση μια παραδοσιακή βιεννέζικη συνταγή, περιείχαν συμπαγή γέμιση και αποτελούσαν ένα ενιαίο σύνολο χωρίς διαχωρισμούς και διαφοροποιήσεις στη γεύση. Στο εμπόριο σήμερα, κυκλοφορούν περισσότερες γκοφρέτες του ίδιου τύπου, που περιγράφεται εδώ, χωρίς κάποιο ιδιαίτερο διακριτικό γνώρισμα, που να της καθιστά διαφορετικές μεταξύ τους, και με λεία και ευθεία επιφάνεια. Επίσης, τα συμβατικά προϊόντα αποτελούν ένα ενιαίο σύνολο, που δεν μπορεί να διαχωριστεί χωρίς ορατές αλλοιώσεις στο αρχικό προϊόν. Τέλος, τα συμβατικά προϊόντα γκοφρέτας πούρου τοποθετούνται σε συμβατικά κουτιά, τα οποία δεν φέρουν κάποια εξωτερικά διακριτικά γνωρίσματα. Εν προκειμένω, το πρώτο σκέλος της παρούσας εφεύρεσης είναι ένα προϊόν γκοφρέτας, βάρους 9 γραμμαρίων, το οποίο συνδυάζει περισσότερα διαφορετικά στοιχεία στο ίδιο προϊόν, και ένα κουτί συσκευασίας σε σχήμα κόλουρου κώνου με ευδιάκριτες κυματιστές αυλακώσεις (Σχέδιο 1, Α), στο οποίο εφαρμόζει η παραπάνω γκοφρέτα. Ειδικότερα, το πρώτο σκέλος της παρούσας εφεύρεσης έχει τραγανή εξωτερική επιφάνεια γκοφρέτας (Σχέδιο 1, Β & Γ). Επίσης, το πρώτο σκέλος της παρούσας εφεύρεσης περιέχει μαλακή γέμιση, σε αντίθεση με τις συμβατικές γκοφρέτες που η γέμισή τους είναι συμπαγής. Επιπλέον, το πρώτο σκέλος της παρούσας εφεύρεσης διαθέτει κυματοειδή επιφάνεια, σε αντίθεση με τις συμβατικές γκοφρέτες που έχουν λεία μεν αλλά ευθεία επιφάνεια. Ακόμα, το πρώτο σκέλος της παρούσας εφεύρεσης φέρει διακριτά αλλά ταυτόχρονα ενωμένα μεταξύ τους τεταρτημόρια, γνωστά ως cream filled pockets, τα οποία έχουν τη δυνατότητα να σπάνε και να διαχωρίζονται διακριτά, μπορεί να έχει δύο, τρία ή τέσσερα χωρίσματα ανά κομμάτι της παρούσας εφεύρεσης, ενώ δεν έχει κάποιο σταθερό μήκος. Αυτό το τελευταίο δίδει τη δυνατότητα στο χρήστη να σπάει το πρώτο σκέλος της παρούσας εφεύρεσης σε περισσότερα κομμάτια, ώστε να απολαμβάνει κάθε κομμάτι της σε διαφορετικές χρονικές στιγμές. Έτσι, η κατανάλωσή της μπορεί να γίνεται ή άμεσα ή σταδιακά, ανάλογα με την προτίμηση του καταναλωτή. Το πρώτο σκέλος της παρούσας εφεύρεσης τοποθετείται στο δεύτερο σκέλος αυτής, δηλαδή σε μια ειδική συσκευασία, κόλουρου σχήματος και κυματοειδή, με ευδιάκριτες κυματιστές αυλακώσεις, ώστε να μπορούν εκεί να τοποθετηθούν τα περισσότερα τεμάχιά της χωρίς τον κίνδυνο να σπάσουν ή φθαρούν κατά τη μετακίνησή της. Η σύσταση και το σχήμα του δεύτερου σκέλους της παρούσας εφεύρεσης επιτρέπουν τη διατήρηση του πρώτου σκέλους της, εις τρόπον ώστε να μην προκληθούν αλλοιώσεις σε αυτή. Παράλληλα, πρόκειται για μια συσκευασία ανακυκλώσιμη και συνεπώς φιλική προς το περιβάλλον, αποτελούμενη από αλουμίνιο. Επίσης, το δεύτερο σκέλος της παρούσας εφεύρεσης περιλαμβάνει τη χρήση εσωτερικού παρθένου λευκού χαρτιού, καταλλήλου για άμεση επαφή με τρόφιμα, αλουμινοσφραγίδα και καπάκι επανασφράγισης από επίσης ανακυκλώσιμο υλικό. Επιπλέον, το πρώτο σκέλος της παρούσας εφεύρεσης μπορεί να παραχθεί σε πολλές διαφορετικές γεύσεις, όπως σοκολάτα, κακάο, κρέμα βανίλια, φρούτα και πολλές άλλες, γλυκές ή αλμυρές. Ακόμα, το πρώτο σκέλος της παρούσας εφεύρεσης μπορεί να παραχθεί και διατεθεί στο εμπόριο χωρίς ζάχαρη ή με την προσθήκη φυσικών σακχάρων ή χωρίς γλουτένη. Επίσης, το πρώτο σκέλος της παρούσας εφεύρεσης μπορεί να καταναλωθεί έως και δώδεκα μήνες μετά την παραγωγή του. Ακόμα, η εξωτερική εμφάνιση του πρώτου σκέλους της παρούσας εφεύρεσης μπορεί να είναι δίχρωμη ή μονόχρωμη, από ανοιχτό μπεζ ως σκούρο καφέ ή σε οποιοδήποτε άλλο χρώμα. Τέλος, το κόλουρο σχήμα του δεύτερου σκέλους της παρούσας εφεύρεσης μπορεί να έχει είτε μεγαλύτερη βάση σε σχέση με την κορυφή του είτε μικρότερη βάση πάλι σε σχέση με την κορυφή του, δηλαδή η περίμετρος της βάσης να είναι μικρότερη από την περίμετρο του καπακιού (Σχέδιο 1, A, Β) ή μεγαλύτερη από αυτή (Σχέδιο 2, Α, Α1, Α2, Β). Είτε στη μια είτε στην άλλη περίπτωση, το σχήμα αυτό εξασφαλίζει, ότι το περιεχόμενο αυτού του δευτέρου σκέλους της παρούσας εφεύρεσης, δηλαδή το πρώτο σκέλος αυτής, δεν θα θρυμματιστεί και καθ’ οιονδήποτε τρόπο καταστραφεί κατά τη μεταφορά του προς οποιοδήποτε προορισμό». Οι αξιώσεις έχουν συνταχθεί ως εξής: «ΑΞΙΩΣΕΙΣ 1. Η παρούσα εφεύρεση αφορά μια τραγανή γκοφρέτα – μπισκότο ειδικού τύπου, κυματοειδούς τύπου, αποτελούμενη από τέσσερα διακριτά μεν αλλά χωρισμένα μεταξύ του τεταρτημόρια, τα οποία είναι γεμισμένα με ημίρρευστη κρέμα διαφόρων γεύσεων, και μια ειδική συσκευασία, σχήματος κόλουρου κώνου, στην οποία τοποθετείται η γκοφρέτα – μπισκότο, εις τρόπον ώστε να εφαρμόζει σε αυτή. 2. Το πρώτο σκέλος της παρούσας εφεύρεσης έχει τραγανή εξωτερική επιφάνεια γκοφρέτας. 3. Το πρώτο σκέλος της παρούσας εφεύρεσης περιέχει μαλακή γέμιση. 4. Το πρώτο σκέλος της παρούσας εφεύρεσης διαθέτει κυματοειδή επιφάνεια. 5. Το πρώτο σκέλος της παρούσας εφεύρεσης φέρει διακριτά αλλά ταυτόχρονα ενωμένα μεταξύ τους τεταρτημόρια, τα οποία έχουν τη δυνατότητα να σπάνε και να διαχωρίζονται διακριτά, μπορεί να έχει δύο, τρία ή τέσσερα χωρίσματα ανά κομμάτι της παρούσας εφεύρεσης, ενώ δεν έχει κάποιο σταθερό μήκος. 6. Το πρώτο σκέλος της παρούσας εφεύρεσης τοποθετείται στο δεύτερο σκέλος αυτής, δηλαδή σε μια ειδική συσκευασία, κόλουρου σχήματος και κυματοειδή, με ευδιάκριτες κυματιστές αυλακώσεις, ώστε να μπορούν εκεί να τοποθετηθούν τα περισσότερα τεμάχιά της χωρίς τον κίνδυνο να σπάσουν ή φθαρούν κατά τη μετακίνησή της. 7. Η σύσταση και το σχήμα του δεύτερου σκέλους της παρούσας εφεύρεσης επιτρέπουν τη διατήρηση του πρώτου σκέλους της, εις τρόπον ώστε να μην προκληθούν αλλοιώσεις σε αυτή. 8. Το δεύτερο σκέλος της παρούσας εφεύρεσης περιλαμβάνει τη χρήση εσωτερικού παρθένου λευκού χαρτιού, καταλλήλου για άμεση επαφή με τρόφιμα, αλουμινοσφραγίδα και καπάκι επανασφράγισης από επίσης ανακυκλώσιμο υλικό. 9. Το πρώτο σκέλος της παρούσας εφεύρεσης μπορεί να παραχθεί σε πολλές διαφορετικές γεύσεις, όπως σοκολάτα, κακάο, κρέμα βανίλια, φρούτα και πολλές άλλες, γλυκές ή αλμυρές. 10. Το πρώτο σκέλος της παρούσας εφεύρεσης μπορεί να παραχθεί και διατεθεί στο εμπόριο χωρίς ζάχαρη ή με την προσθήκη φυσικών σακχάρων ή χωρίς γλουτένη. 11. Τέλος, η εξωτερική εμφάνιση της παρούσας εφεύρεσης μπορεί να είναι δίχρωμη ή μονόχρωμη, από ανοιχτό μπεζ ως σκούρο καφέ ή σε οποιοδήποτε άλλο χρώμα».
Από το κείμενο των αξιώσεων συνάγεται ότι με το επίδικο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας δεν προστατεύεται μία μόνο εφεύρεση, αλλά δύο εφευρέσεις. Συγκεκριμένα, όπως ορθά επισημαίνει η Διεύθυνση Ελέγχου Τίτλων του ΟΒΙ στην συνταχθείσα κατ’ άρθρο 8 ν. 1733/1987 έκθεση έρευνας, οι δύο εφευρέσεις αφορούν διαφορετικά προϊόντα, ήτοι η μεν πρώτη γκοφρέτα – μπισκότο, η δε δεύτερη συσκευασία για γκοφρέτα – μπισκότο, και επιλύουν εντελώς διαφορετικά τεχνικά προβλήματα. Συγκεκριμένα, η πρώτη εφεύρεση αναφέρεται σε μία γκοφρέτα – μπισκότο με κυματοειδή – όχι ευθεία και λεία – επιφάνεια και με μαλακή (ημίρρευστη) – όχι συμπαγή – γέμιση, που τοποθετείται εντός διακριτών θυλακίων, τα οποία είναι μεν ενωμένα, αλλά δύνανται ευχερώς να διαχωρισθούν, χωρίς να αλλοιώνεται η εικόνα του προϊόντος, ώστε αυτό να καταναλώνεται άμεσα ή σταδιακά, ανάλογα με την επιλογή του καταναλωτή. Η δεύτερη εφεύρεση αναφέρεται σε συσκευασία, η οποία επιλύει το πρόβλημα του θρυμματισμού, φθοράς ή αλλοίωσης της παραπάνω γκοφρέτας κατά την μετακίνησή της. Το αντικείμενο της πρώτης εφεύρεσης εξάγεται από την πρώτη (μερικώς), δεύτερη, τρίτη, τέταρτη, πέμπτη, ένατη, δέκατη και ενδέκατη αξίωση, της δε δεύτερης από την έκτη, έβδομη και όγδοη αξίωση. Τα ουσιώδη τεχνικά χαρακτηριστικά της πρώτης εφεύρεσης, όπως προκύπτει από τις αξιώσεις 1 (μερικώς) και 2 – 5, ερμηνευόμενες με βάση την περιγραφή και τα σχέδια, είναι μία γκοφρέτα – μπισκότο: α) με τραγανή εξωτερική επιφάνεια, β) με κυματοειδή επιφάνεια, γ) με μαλακή – ημίρρευστη – γέμιση και δ) αποτελούμενη από δύο ή τρία ή τέσσερα διακριτά τμήματα, καταρχάς ενωμένα, πλην, όμως, ικανά να αποσπασθούν – διαχωρισθούν αυτοτελώς. Επισημαίνεται ότι, οι αξιώσεις 2 – 5 παραπέμπουν μεν στην πρώτη αξίωση, αλλά δεν θεωρούνται εξαρτημένες εκείνης αξιώσεις, αφού δεν δηλώνονται επιπλέον χαρακτηριστικά για τα οποία ζητείται προστασία. Ούτε, όμως, είναι ανεξάρτητες αξιώσεις, που υλοποιούν την ίδια εφευρετική ιδέα, αφού οι αξιώσεις 2 – 5 επαναλαμβάνουν τα αναφερόμενα στην πρώτη αξίωση ουσιώδη τεχνικά χαρακτηριστικά της πρώτης εφεύρεσης. Πρόκειται κατ’ ουσία για μία ενιαία κύρια (ανεξάρτητη) αξίωση. Αντίθετα, με τις εξαρτημένες (της κύριας) αξιώσεις, που φέρουν τους αριθμούς 9 – 11, εισάγονται πράγματι επιπλέον τεχνικά χαρακτηριστικά. Τα ουσιώδη τεχνικά χαρακτηριστικά της δεύτερης εφεύρεσης, όπως προκύπτει από τις αξιώσεις 1 (μερικώς), 6 – 8, ερμηνευόμενες με βάση την περιγραφή και τα σχέδια, είναι μία συσκευασία για γκοφρέτα – μπισκότα: α) σχήματος κόλουρου κώνου, β) με ευδιάκριτες κυματιστές αυλακώσεις και γ) με σύσταση και σχήμα που επιτρέπουν την διατήρηση του περιεχομένου αναλλοίωτου. Το αναφερόμενο στην δεύτερη εφεύρεση τμήμα της πρώτης αξίωσης, η έκτη και η έβδομη αξίωση συγκροτούν μία ενιαία κύρια αξίωση, η δε όγδοη αξίωση είναι εξαρτημένη αυτής. Από τα προαναφερόμενα συνάγεται ευχερώς ότι ελλείπει οποιαδήποτε τεχνική σύνδεση ή αλληλεπίδραση μεταξύ των δύο εφευρέσεων, ώστε να αποκλείεται η υπαγωγή τους σε μία ενιαία γενική εφευρετική ιδέα.
Εξάλλου, από την περιγραφή ελλείπει παντελώς οποιαδήποτε τεχνική διδασκαλία, οποιοσδήποτε τεχνικός κανόνας, που θα επιτρέψει στον μέσο ειδικό να επαναλάβει τις εφευρέσεις. Ειδικότερα, στην περιγραφή επαναλαμβάνονται τα προαναφερόμενα ουσιώδη τεχνικά χαρακτηριστικά της πρώτης και της δεύτερης εφεύρεσης, όπως αυτά συμπεριλήφθηκαν στις αξιώσεις, καθώς και τα τεχνικά αποτελέσματά τους, χωρίς να αποκαλύπτεται π.χ. ο τρόπος ένωσης των θυλακίων (τεταρτημορίων), το πάχος και η τυπική πυκνότητα της γκοφρέτας, ο τρόπος στήριξης της (π.χ. ραφές, διαχωριστικά τοιχώματα, ώστε να μην συμπιεσθεί η μαλακή γέμιση) ή η σύσταση της συσκευασίας, που επιτρέπει την διατήρηση του προϊόντος (πρβλ. την αναλυτική περιγραφή τριών εκ των προγενέστερων διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, που επισημάνθηκαν στην έκθεση έρευνας με το σύμβολο «Χ» και προσκομίζονται μετ’ επικλήσεως από την ενάγουσα ως σχετικά με αριθ. 12, 15, 22α, καθώς και την με αριθ. EP . A1 αίτηση ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας, την οποία η ενάγουσα προσκομίζει μετ’ επικλήσεως ως σχετικό με αριθ. 13). Επισημαίνεται ότι η αοριστία δεν καλύπτεται από τα επισυναπτόμενα σχέδια. Κατόπιν τούτων, το Δικαστήριο κρίνει ότι η επισυναπτόμενη στο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας περιγραφή δεν αρκεί για την εφαρμογή των παραπάνω δύο εφευρέσεων από ειδικό, και, επομένως, πρέπει γίνει δεκτή ως ουσία βάσιμη η αντικειμενικώς σωρευθείσα αγωγή περί ακύρωσης του επίδικου διπλώματος ευρεσιτεχνίας ως προς τον ερειδόμενο στο άρθρο 15 § 1 στ. γ΄ Ν. 1733/1987 λόγο, καθώς και να κηρυχθεί το τελευταίο άκυρο. Αυτονόητο είναι ότι παρέλκει η εξέταση της ουσιαστικής βασιμότητας των λοιπών λόγων ακύρωσης.
Περαιτέρω, στις 3.1.2018 οι πρώτοι δύο εναγόμενοι κατέθεσαν στον Ο.Β.Ι την με αριθμό . αίτηση καταχώρισης σχεδίου ή υποδείγματος μεταλλικού περιέκτη για την συσκευασία γκοφρετών. Στις 12.7.2018 ο Ο.Β.Ι. εξέδωσε κατ’ άρθρο 24 § 1 π.δ. 259/1997 το με αριθμό . πιστοποιητικό καταχώρισης σχεδίου ή υποδείγματος. Ως συνδημιουργοί του σχεδίου ή υποδείγματος αναγράφονται οι δύο πρώτοι εναγόμενοι. Το επίδικο καταχωρισθέν σχέδιο ή υπόδειγμα απεικονίζει την εξωτερικά ορατή εικόνα μεταλλικής συσκευασίας γκοφρετών, που έχει τα εξής ουσιώδη χαρακτηριστικά: α) σχήμα όρθιου κυλίνδρου, και β) ελαφρά πεπλατυσμένη κάτω βάση (στην κατ’ άρθρο 20 § 2 στ. ε΄ π.δ. 259/1997 φωτογραφική παράσταση του σχεδίου ή υποδείγματος δεν εμφαίνονται αυλακώσεις ή ραβδώσεις). Στην προαιρετική κατ’ άρθρο 20 § 3 περ. ε΄ π.δ. 259/1997 σύντομη περιγραφή συμπεριλήφθηκαν οι εξής λέξεις: «ΜΕΤΑΛΛΙΚΟΣ ΠΕΡΙΕΚΤΗΣ ΕΙΔΙΚΟΥ ΣΧΗΜΑΤΟΣ (TUTU SHAPE) ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΥΣΚΕΥΑΣΙΑ ΚΥΜΑΤΙΣΤΩΝ (ΤΡΑΠΕΖΟΕΙΔΩΝ) ΓΚΟΦΡΕΤΩΝ».
Όμως, τουλάχιστον από το έτος 2013, δηλαδή προ της κατάθεσης της με αριθμό . αίτησης καταχώρισης, είχαν κυκλοφορήσει στο εμπόριο προϊόντα, και συγκεκριμένα, γαστρονομικά εδέσματα από συκώτι πάπιας (foie gras de canard· για το ότι η ανομοιότητα των προϊόντων δεν αναιρεί την αποκάλυψη βλ. σκέψη 11) υπό τα σύνθετα διακριτικά γνωρίσματα «Secret d’Eleveurs» και «LARNAUDIE Prestige» εντός συσκευασιών, οι οποίες, συγκρινόμενες (εκάστη αυτοτελώς) με το επίδικο σχέδιο ή υπόδειγμα και χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα τεθέντα επ’ αυτών ιδιαίτερα διακριτικά γνωρίσματα, είναι πανομοιότυπες με εκείνο υπό την έννοια του άρθρου 12 § 3 π.δ. 259/1997, αφού σε αυτές εφαρμόζονται αμφότερα τα παραπάνω ουσιώδη χαρακτηριστικά, τα οποία και συγκαθορίζουν την εξωτερικώς ορατή εικόνα τους (βλ. τις απεικονίσεις των συσκευασιών, που προσκομίζει μετ’ επικλήσεως η ενάγουσα ως σχετικά με αριθμ. 41α και 41δ, σε συνδυασμό με τις προαναφερόμενες ένορκες βεβαιώσεις· η σύγκριση δεν θα επεκταθεί σε έτερες συσκευασίες, αφού μόνο αυτές προτάθηκαν κατά τρόπο ορισμένο, βλ. σκέψη 12). Οι πρώτοι δύο εναγόμενοι ισχυρίζονται με την προσθήκη στις προτάσεις τους ότι οι αντιπαρατιθέμενες συσκευασίες διαφοροποιούνται ως προς τον τρόπο ανοίγματός τους, αφού η συσκευασία του δικού τους προϊόντος ανοίγει με αλουμινένιο κάλυμμα με τη μέθοδο «peel off», οι δε λοιπές συσκευασίες ανοίγουν και από τις δύο βάσεις (άνω και κάτω) με την μέθοδο «easy open» σαν κονσέρβα. Επ’ αυτού του ισχυρισμού λεκτέα τα εξής: α) από την επίδικη καταχώριση προκύπτει ότι στην εξωτερικά ορατή εικόνα της συσκευασίας του προϊόντος εντάσσεται μόνο το (ανοιχτό) στόμιο της άνω βάσης, ενώ δεν εντάσσεται η κάτω βάση, β) αυτή η εικόνα θα συγκριθεί με την εξωτερικά ορατή εικόνα έκαστης αντιπαρατιθέμενης συσκευασίας, η οποία, επίσης, δεν περιλαμβάνει την κάτω βάση, στην οποία και στηρίζεται το προϊόν, και γ) στο πλαίσιο της παραπάνω σύγκρισης είναι αδιάφορος ο τρόπος ανοίγματος, αφού συγκρίνονται μόνο όμοια πράγματα χωρίς να λαμβάνονται υπόψη προσαρτήματα (εν προκειμένω το κάλυμμα του στομίου) ή οι εμπορικές υλοποιήσεις των αντιπαρατιθέμενων σχεδίων (άνοιγμα μόνο από την μία ή και τις δύο βάσεις), τα οποία και εκφεύγουν του αντικειμένου (subject matter) του επίδικου άυλου αγαθού (βλ. σκέψεις 10 και 13· πρβλ. ΠολΠρΑθ 4336/2019 ΕπισκΕΔ 2021.448). Οι πρώτοι δύο εναγόμενοι δεν προέβαλαν ως προς την άνω αποκάλυψη ισχυρισμό ότι ήταν λογικά αδύνατον να είχε γίνει γνωστή κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων στους κύκλους που ειδικεύονται στον οικείο κλάδο και ασκούν δραστηριότητες εντός της Ένωσης, πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης για καταχώριση στον ΟΒΙ (άρθρο 13 π.δ. 259/1997). Σημειωτέον ότι οι ίδιοι οι καταθέτες στην περιγραφή χαρακτηρίζουν το εμφαινόμενο στο επίδικο πιστοποιητικό σχήμα με τις λέξεις «TUTU SHAPE», τιθέμενες εντός παρενθέσεως, γεγονός που υποδηλώνει την γνώση τους ότι το επίδικο σχέδιο ή υπόδειγμα παραπέμπει σε ήδη αποκαλυφθέν και διαδεδομένο σχήμα. Παρέπεται ότι, ελλείπει η ουσιαστική θετική προϋπόθεση του νεωτερισμού, και, συνεπώς, πρέπει γίνει δεκτή ως ουσία βάσιμη η αντικειμενικώς σωρευθείσα αγωγή περί ακύρωσης του επίδικου σχεδίου ή υποδείγματος και να κηρυχθεί άκυρο το τελευταίο. Αυτονόητο είναι ότι παρέλκει η έρευνα της ουσιαστικής βασιμότητας του έτερου νόμιμου λόγου ακύρωσης περί της έλλειψης ατομικού χαρακτήρα (βλ. ΠολΠρΑθ 4075/2019, ό.π., σκέψη 31).
Τέλος, πρέπει να συμψηφισθούν τα έξοδα των διαδίκων εν όλω κατ’ άρθρο 179 ΚΠολΔ, διότι η ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν ήταν ιδιαίτερα δυσχερής.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.
Απορρίπτει την αγωγή όσον αφορά το τρίτο εναγόμενο.
Απορρίπτει ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.
Δέχεται την αγωγή όσον αφορά τον πρώτο και την δεύτερη των εναγομένων.
Κηρύσσει άκυρο το με αριθμό . δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, καθώς και το επίδικο σχέδιο ή υπόδειγμα, για το οποίο εκδόθηκε το με αριθμό . πιστοποιητικό καταχώρισης.
Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων στο σύνολό τους.
Κρίθηκε, κ.λπ.