ΑΠΟΦΑΣΗ
Omelchenco κατά Ουκρανίας της 23.03.2023 (αρ. προσφ. 44158/19)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Υπερβολική διάρκεια αστικών διαδικασιών. Μη νομοθετική πρόβλεψη ενδίκου μέσου για τις καθυστερήσεις των διαδικασιών.
Οι προσφεύγοντες είναι πατέρας και υιός. Στις 4 Νοεμβρίου 2013, ο πρώτος προσφεύγων κινήθηκε δικαστικά κατά της O., μητέρας του δεύτερου προσφεύγοντος, υποστηρίζοντας ότι παρεμπόδιζε την επικοινωνία μεταξύ του ιδίου και του παιδιού του. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αναβλήθηκαν ορισμένες ακροάσεις, κυρίως επειδή η O. δεν μπορούσε ή δεν παρέστη σε αυτές και αμφισβήτησε επανειλημμένα διάφορες διαδικαστικές αποφάσεις.
Εν τω μεταξύ, τον Μάιο του 2015, η O. μαζί με το παιδί τους, είχαν εγκαταλείψει την Ουκρανία και ζούσαν στην Πολωνία. Στις 23 Φεβρουαρίου 2016, ο πρώτος προσφεύγων άσκησε αγωγή κατά της O. ενώπιον των πολωνικών δικαστηρίων, ζητώντας την επιστροφή του παιδιού του στην Ουκρανία δυνάμει της σύμβασης της Χάγης.
Η διαδικασία αφορούσε την παρακώλυση της επικοινωνίας και των επαφών μεταξύ πατέρα και του παιδιού του. Η διαδικασία διήρκεσε περίπου 5 χρόνια και διεξήχθη ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων σε τρεις βαθμούς δικαιοδοσίας. Η περίοδος αυτή ήταν εξαιρετικά μεγάλη και, μολονότι ο πρώτος προσφεύγων ενημέρωσε επανειλημμένα το δικαστήριο ότι η επαφή του με τον παιδί του παρεμποδιζόταν από την αντίδικο, γεγονός που επιβεβαιώθηκε τελικά από την απόφαση του περιφερειακού δικαστηρίου του Ντνίπρο της 14 Νοεμβρίου 2017, δεν ελήφθησαν ουσιαστικά μέτρα για την επίσπευση της διαδικασίας.
Η κυβέρνηση επισήμανε την παρελκυστική τακτική του προσφεύγοντος, αλλά το ΕΔΔΑ επισήμανε ότι η τακτική αυτή δεν απαλλάσσει τις αρχές από το καθήκον τους να διασφαλίζουν την ομαλή διεξαγωγή της διαδικασίας.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι, εν προκειμένω, η διάρκεια της διαδικασίας ήταν υπερβολική και δεν πληρούσε την απαίτηση περί «εύλογης προθεσμίας», διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 6 § 1 της Σύμβασης.
Επίσης το Δικαστήριο έκρινε ότι η ουκρανική νομοθεσία δεν παρέχει ένδικο μέσο για καταγγελίες βάσει του άρθρου 6 § 1 σχετικά με τη διάρκεια της διαδικασίας και διαπίστωσε παραβίαση και του άρθρου 13 της ΕΣΔΑ.
Το ΕΔΔΑ επιδίκασε 7.500 ευρώ για ηθική βλάβη και 1.000 ευρώ για έξοδα.
ΔΙΑΤΑΞΗ
Άρθρο 6 παρ. 1
Άρθρο 13
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Επικαλούμενοι τα άρθρα 6 και 8 της ΕΣΔΑ, οι προσφεύγοντες κατήγγειλαν ότι η εσωτερική δικαστική διαδικασία ήταν αδικαιολόγητα μακρά. Επικαλούμενοι το άρθρο 13, κατήγγειλαν την έλλειψη αποτελεσματικής προσφυγής στο εσωτερικό δίκαιο συναφώς.
Η Κυβέρνηση υποστήριξε ότι η διάρκεια της επίμαχης διαδικασίας δεν ήταν υπερβολική και ότι το άρθρο 13 δεν είχε εφαρμογή.
Το Δικαστήριο θεώρησε ότι οι παρούσες καταγγελίες των προσφευγόντων έπρεπε να εξεταστούν αποκλειστικά βάσει του άρθρου 6 § 1 και του άρθρου 13 της Σύμβασης.
Οι σχετικές γενικές αρχές όσον αφορά τις υποχρεώσεις του κράτους δυνάμει του άρθρου 6 παρ. 1 και του άρθρου 13 να διασφαλίζει ότι οι υποθέσεις που αφορούν τη σχέση ενός προσώπου με το παιδί του αντιμετωπίζονται με ιδιαίτερη ή εξαιρετική επιμέλεια και ότι υπάρχει πραγματική προσφυγή σε περίπτωση εικαζόμενης παραβίασης της απαίτησης της εγγύησης του «εύλογου χρόνου», συνοψίζονται σε αρκετές περιπτώσεις (βλ. μεταξύ άλλων, Laino κατά Ιταλίας με αρ. προσφ. 33158/96 § 18, Kudła κατά Πολωνίας, αρ. προσφ. 30210/96 § 156και Milovanović κατά Σερβίας της 08.10.2019, αριθ. προσφ.56065/10 § 88).
Η πρώτη διαδικασία αφορούσε την παρακώλυση της επικοινωνίας και των επαφών μεταξύ πατέρα και τέκνου του. Το παιδί ήταν κάτω των έξι ετών κατά τον χρόνο δικαστικής διαδικασίας και, ως εκ της φύσεώς του, έπρεπε να αντιμετωπιστεί με εξαιρετική επιμέλεια.
Η διαδικασία διήρκεσε περίπου πέντε χρόνια και διεξήχθη ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων σε τρεις βαθμούς δικαιοδοσίας. Για το μεγαλύτερο μέρος αυτής της περιόδου – περίπου τρία χρόνια συνολικά – η υπόθεση εκκρεμούσε ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, το οποίο χρειάστηκε να την επανεξετάσει τρεις φορές. Η περίοδος αυτή ήταν εξαιρετικά μακρά και, μολονότι ο πρώτος προσφεύγων ενημέρωσε επανειλημμένα το δικαστήριο ότι η επαφή του με τον δεύτερο προσφεύγοντα παρεμποδιζόταν από την αντίδικο, γεγονός που επιβεβαιώθηκε τελικά από την απόφαση του περιφερειακού δικαστηρίου του Ντνίπρο της 14 Νοεμβρίου 2017, δεν ελήφθησαν ουσιαστικά μέτρα για την επίσπευση της διαδικασίας.
Ο προσφεύγων συνέβαλε εν μέρει στη συνολική διάρκεια της διαδικασίας τροποποιώντας επανειλημμένα τα αιτήματά του και καταθέτοντας διάφορες διαδικαστικές αιτήσεις και εφέσεις, αλλά δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι καταχράστηκε τα δικονομικά του δικαιώματα αντί να ασκήσει νόμιμη διαδικαστική δραστηριότητα και οι ενέργειές του δεν προκάλεσαν σημαντικές καθυστερήσεις.
Η κυβέρνηση επισήμανε την παρελκυστική τακτική του προσφεύγοντος, αλλά η τακτική αυτή δεν απαλλάσσει τις αρχές από το καθήκον τους να διασφαλίζουν την ομαλή διεξαγωγή της διαδικασίας (βλ. Karcheva και Shtarbova κατά Βουλγαρίας, της 28.09.2016 με αρ. προσφ. 60939/00 § 47, Mincheva κατά Βουλγαρία, της 02.09.2019 με αρ. προσφ. 21558/03, § 68). Αυτό ίσχυε ιδιαίτερα στην περίπτωση των προσφευγόντων, όπου τα δικαστήρια δεν έλαβαν ιδιαίτερα μέτρα προκειμένου να αποφευχθούν τυχόν περιττές καθυστερήσεις, ιδίως διασφαλίζοντας ότι οι διάδικοι τήρησαν ένα πολύ αυστηρό χρονοδιάγραμμα.
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, το Δικαστήριο έκρινε ότι, εν προκειμένω, η διάρκεια της διαδικασίας ήταν υπερβολική και δεν πληρούσε την απαίτηση περί «εύλογης προθεσμίας» (βλ., Zabara κατά Ουκρανίας,της 07.11.2019 με αρ. προσφ. 26007/17 §§ 19-22, Πονομαρένκο κατά Ουκρανίας της 22.09.2022, αρ.προσφ. 17030/20 §§ 7-12, Tryetyak κατά Ουκρανίας, της 22.09.2022 με αρ. προσφ 10919/20 §§ 10-18).
Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 6 § 1 της ΕΣΔΑ.
Το Δικαστήριο είχε συχνά διαπιστώσει παραβιάσεις του άρθρου 13 σε υποθέσεις που εγείρουν ζητήματα παρόμοια με αυτά της παρούσας υπόθεσης και έχει δηλώσει ότι η ισχύουσα ουκρανική νομοθεσία δεν παρέχει ένδικο μέσο για καταγγελίες βάσει του άρθρου 6 § 1 σχετικά με τη διάρκεια της διαδικασίας (βλ. Βαστσένκο κατά Ουκρανίας της 26.06.2008, με αρ. προσφ. 26864/03, § 59, Zabara κατά Ουκρανίας, της 07.11.2019 αριθ. 26007/17 §§ 23-24). Από κανένα στοιχείο δεν προέκυψε ότι οι προσφεύγοντες είχαν στη διάθεσή τους ένα τέτοιο ένδικο βοήθημα εν προκειμένω.
Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε επίσης παραβίαση του άρθρου 13 της ΕΣΔΑ για τον λόγο αυτό.
Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω διαπιστώσεών του , το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν ήταν αναγκαίο να εκτιμηθεί αν υπήρξε παραβίαση της Συμβάσεως όσον αφορά τη διάρκεια της δεύτερης διαδικασίας, η οποία, ως επί το πλείστον, συνέπιπτε με την πρώτη διαδικασία που έχει ήδη εξεταστεί.
Οι προσφεύγοντες διαμαρτυρήθηκαν επίσης, βάσει των άρθρων 6 και 8 της Σύμβασης, για τη διάρκεια της διαδικασίας εκτέλεσης της απόφασης του περιφερειακού δικαστηρίου του Ντνίπρο της 14 Νοεμβρίου 2017. Το Δικαστήριο σημείωσε ότι μέχρι τη στιγμή που εκδόθηκε αυτή η απόφαση, ο δεύτερος προσφεύγων ζούσε ήδη με τη μητέρα του στην Πολωνία και τελικά παρέμεινε εκεί. Οι ουκρανικές αρχές εξήγησαν στον πρώτο προσφεύγοντα ποια διαδικασία μπορούσε να ακολουθήσει για την εκτέλεση της επίμαχης απόφασης στην Πολωνία και τον βοήθησαν επίσης να υποβάλει αίτηση επιστροφής του δεύτερου προσφεύγοντος στην Ουκρανία δυνάμει της Συμβάσεως της Χάγης. Τα μέτρα που έλαβαν οι ουκρανικές αρχές δεν φαίνεται να ήταν ανεπαρκή (Nerivnya κατά Ουκρανίας της 18.02.2021 με αρ.προσφ. 36525/19 § 21, σε αντιπαραβολή με Iglesias Gil και A.U.I. κατά Ισπανίας, με αρ. προσφ. 56673/00, § 59). Το ζήτημα της εκτέλεσης της απόφασης επιστροφής που εκδόθηκε από το περιφερειακό δικαστήριο της Κρακοβίας στις 11 Μαρτίου 2021, ως προς το οποίο οι προσφεύγοντες υπέβαλαν στο Δικαστήριο χωριστή αίτηση κατά της Πολωνίας τον Σεπτέμβριο του 2021, δεν ενέπιπτε στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας υπόθεσης.
Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι αυτό το σκέλος της υπό κρίση προσφυγής έπρεπε να απορριφθεί ως προδήλως αβάσιμο σύμφωνα με το άρθρο 35 § 3 στοιχείο α) και 4 της Σύμβασης.
Δίκαιη ικανοποίηση (Άρθρο 41)
Το ΕΔΔΑ επιδίκασε 7.500 ευρώ για ηθική βλάβη και 1.000 ευρώ για έξοδα (επιμέλεια: echrcaselaw.com).