Παραβίαση της αρχής της προφορικότητας και του δικαιώματος του κατηγορουμένου να θέτει ερωτήματα στους μάρτυρες
Απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο κρίθηκε από τον Άρειο Πάγο ότι επήλθε σε υπόθεση, κατά την οποία αναγνώσθηκαν ένορκες καταθέσεις που είχαν ληφθεί κατά την προδικασία, δίχως να βεβαιώνεται το ανέφικτο εμφάνισης των μαρτύρων αυτών (ΑΠ 1107/2021).
Σύμφωνα με το σκεπτικό του ανωτάτου δικαστηρίου, η κατά παράβαση των ως διατάξεων του άρθρου 363 ΚΠΔ ανάγνωση στο ακροατήριο ένορκων καταθέσεων απολειπόμενων μαρτύρων, οι οποίες δόθηκαν στην προδικασία, επιφέρει απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας, κατά το άρθρο 171 παρ. 1 δ’ ΚΠΔ, και ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 Α’ ΚΠΔ λόγο αναίρεσης, διότι έτσι παραβιάζεται το δικαίωμα που παρέχεται σε κάθε κατηγορούμενο από το άρθρο 6 παρ. 3 στοιχ. δ’ της ΕΣΔΑ και το άρθρο 14 παρ. 3 στοιχ. ε’ του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, να θέτει ερωτήματα στους μάρτυρες, καθώς και η αρχή της προφορικότητας.
Εν προκειμένω, το δικαστήριο διαπίστωσε ότι οι δοθείσες κατά την προδικασία ένορκες καταθέσεις των απολειπόμενων μαρτύρων και αναγνώσθηκαν στο ακροατήριο του δικάσαντος κατ’ έφεση Τριμελούς Εφετείου Αθηνών και λήφθηκαν υπόψη για το σχηματισμό της καταδικαστικής κρίσης του για τον κατηγορούμενο. Στο σκεπτικό δε της προσβαλλόμενης απόφασης γίνεται ειδική αναφορά στις εν λόγω καταθέσεις.
Όμως, στην απόφαση δεν διαλαμβάνεται κρίση του Δικαστηρίου και μάλιστα αιτιολογημένη για το ανέφικτο της εμφάνισης των ως άνω μαρτύρων, ούτε, σε κάθε περίπτωση, όπως προκύπτει από τα πρακτικά, διατυπώθηκε ρητή συναίνεση του κατηγορούμενου για την ανάγνωση των εν λόγω προανακριτικών καταθέσεων, αλλά, αντίθετα, προβλήθηκε στο ακροατήριο ρητή αντίρρηση από τον συνήγορό του για την ανάγνωσή τους.
Κατόπιν των ανωτέρω, κρίθηκε ότι επήλθε απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο.
Απόσπασμα απόφασης
Ill) ii) Με τον πρώτο λόγο αναίρεσης, ο αναιρεσείων προβάλλει την απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας, διότι το δευτεροβάθμιο δικαστήριο που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση έλαβε υπόψη του τις ληφθείσες στην προδικασία ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων Κ. Τ. και Σ. Δ. , που απολείπονταν, μολονότι δεν συνέτρεχαν οι νόμιμες προϋποθέσεις του άρθρου 363 ΚΠΔ και παρά το γεγονός ότι προέβαλε αντιρρήσεις και ζήτησε να μην αναγνωσθούν αυτές.
ii) Από την επισκόπηση της προσβαλλόμενης απόφασης και των ενσωματωμένων σε αυτή πρακτικών, προκύπτει ότι οι δοθείσες κατά την προδικασία από 17-8-2018 ένορκες καταθέσεις των απολειπόμενων μαρτύρων Σ. Δ. και Κ. Τ. και αναγνώσθηκαν στο ακροατήριο του δικάσαντος κατ’ έφεση Τριμελούς Εφετείου Αθηνών και λήφθηκαν υπόψη για το σχηματισμό της καταδικαστικής κρίσης του για τον 1ο κατηγορούμενο και μόνο ( ο 2ος ομολόγησε την πράξη του και αναγνωρίσθηκε από άλλους μάρτυρες). Συγκεκριμένα, στο σκεπτικό της απόφασης γίνεται ειδική αναφορά στις ενλόγω καταθέσεις και ιδίως στην προανακριτική κατάθεση του αστυνομικού Σ. Δ. , ο οποίος περιγράφει πώς εντόπισε τον συγκεκριμένο μόνο 1ο κατηγορούμενο ως δράστη της ληστείας καθώς και ποιά ήταν η συμπεριφορά του τελευταίου και πώς μετέβαλε αυτήν για να μην κινήσει υποψίες, όταν αντιλήφθηκε τους αστυνομικούς. Τα πραγματικά δε αυτά περιστατικά αποτέλεσαν παραδοχές του Δικαστηρίου. Όμως, στην απόφαση δεν διαλαμβάνεται κρίση του Δικαστηρίου και μάλιστα αιτιολογημένη για το ανέφικτο της εμφάνισης των ως άνω μαρτύρων (363 παρ. 1, 502 παρ. 1 εδ. γ’ ΚΠΔ) ούτε, σε κάθε περίπτωση, όπως προκύπτει από τα πρακτικά, διατυπώθηκε ρητή συναίνεση του 1ου κατηγορούμενου για την ανάγνωση των εν λόγω προανακριτικών καταθέσεων (363 παρ. 2 ΚΠΔ) αλλά αντίθετα προβλήθηκε στο ακροατήριο ρητή αντίρρηση από τον συνήγορό του για την ανάγνωσή τους.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, επήλθε απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας στο ακροατήριο (171 παρ. 1 δ’ ΚΠΔ) και είναι βάσιμος ο εκ του άρθρου 510 παρ. 1 Α’ λόγος αναίρεσης.
Δείτε αναλυτικά την απόφαση στο areiospagos.gr.