Αριθμός 1158/2022
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Δ’ Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωστούλα Φλουρή – Χαλεβίδου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ευστάθιο Νίκα, Μαρία Βάρκα, Άννα Αγγελάτου – Βασιλείου και Αλεξάνδρα Αποστολάκη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 14 Ιανουαρίου 2022, με την παρουσία και του Γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων: 1) Π. Γ. του Μ., κατοίκου … και 2) Ι. Κ. του Κ., κατοίκου …, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Ανδρέα Γαβαλά με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
Των αναιρεσιβλήτων: 1) Ι. συζ. Β. Τ., θυγ. Σ. Κ., κατοίκου …, 2) Μ. Κ. του Ι. χας Ν. Σ., κατοίκου … και 3) Μ. θυγ. Ι. Κ. χας Ν. Σ., κατοίκου …, ως ασκούσας τη γονική μέριμνα της ανήλικης θυγατέρας της Ε. Σ. του Ν., εκ των οποίων η 1η εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Σταύρο Τωμαδάκη, ενώ οι 2η και 3η δεν παραστάθηκαν, ούτε εκπροσωπήθηκαν στο ακροατήριο.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 16-5-2016 αγωγή των ήδη αναιρεσειόντων, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Χαλκίδος. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 309/2017 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 251/2018 του Μονομελούς Εφετείου Ευβοίας. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 8-9-2020 αίτησή τους και τους από 21-11-2021 πρόσθετους λόγους αυτής.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, με Εισηγήτρια την Αρεοπαγίτη Αλεξάνδρα Αποστολάκη, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, παραστάθηκαν μόνο οι αναιρεσείοντες και η 1η των αναιρεσιβλήτων όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο πληρεξούσιος της 1ης αναιρεσίβλητης ζήτησε την απόρριψη της αίτησης αναίρεσης και των προσθέτων λόγων και την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 576 παρ. 2 του ΚΠολΔ, αν ο αντίδικος εκείνου που επισπεύδει τη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης δεν εμφανισθεί ή εμφανισθεί, αλλά δεν λάβει μέρος σ’ αυτήν με τον τρόπο που ορίζει ο νόμος, ο Άρειος Πάγος εξετάζει αυτεπαγγέλτως, αν κλητεύθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα. Αν η κλήση επιδόθηκε νομότυπα, προχωρεί στη συζήτηση, παρά την απουσία εκείνου που έχει κλητευθεί. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τις υπ’ αριθμ. 10397Γ’, 10398Γ’/23-09-2021 εκθέσεις επίδοσης της Ι. Α. και 6954, 6955/07-12-2021 εκθέσεις επίδοσης του Κ. Τ., Δικαστικών Επιμελητών στο Εφετείο Ευβοίας, ακριβές αντίγραφο της από 08-09-2020 (αριθμ. κατάθ. 17/02-11-2020) αίτησης αναίρεσης και των από 22-11-2021 πρόσθετων λόγων αυτής (αριθμ. κατάθ. 135/03-12-2021), με πράξη ορισμού δικασίμου και πρόσκληση των αναιρεσειόντων προς τις δεύτερη και τρίτη αναιρεσίβλητες, για να παρασταθούν στη δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας, επιδόθηκαν νομίμως και εμπροθέσμως στις τελευταίες. Οι δεύτερη και τρίτη αναιρεσίβλητες, όμως, δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από τη σειρά του πινακίου της εν λόγω δικασίμου ούτε κατέθεσαν κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ δήλωση μη παραστάσεως σ’ αυτή. Επομένως, πρέπει να προχωρήσει η συζήτηση παρά τη δικονομική απουσία τους (ΚΠολΔ 568 παρ.4 και 576 παρ.2), να συνεκδικαστούν η αίτηση αναίρεσης και οι πρόσθετοι λόγοι της, διότι έτσι διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων (ΚΠολΔ 246 και 573 § 1) και να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους (άρθρ. 577 ίδιου Κώδικα). Ο ισχυρισμός της πρώτης αναιρεσίβλητης με τις από 16-01-2022 προτάσεις της, που κατατέθηκαν στην γραμματεία του δικαστηρίου στις 19-01-2022, ήτοι εντός της τριήμερης προθεσμίας μετά τη συζήτηση της υπόθεσης (14-01-2022), ότι δεν νομιμοποιείται παθητικά ως διάδικος στην αίτηση αναίρεσης, όπως πρότεινε και πρωτοδίκως, καθόσον όχι μόνο ουδέποτε έκανε η ίδια χρήση του κοινόχρηστου χώρου της ένδικης πρασιάς, αλλά ούτε παραχώρησε τη χρήση αυτού σε τρίτους, είναι απορριπτέος προεχόντως ως απαράδεκτος, διότι οι προτάσεις της κατατέθηκαν εκπροθέσμως και όχι είκοσι τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συζήτηση (άρθρο 570 παρ. 1 του ΚΠολΔ), ενώ επιπρόσθετα η ίδια δεν επανέφερε το σχετικό ισχυρισμό, ο οποίος δεν αφορά στη δημόσια τάξη, με τις προτάσεις της στην κατ’ έφεση δίκη (ΑΠ 63/2020, ΑΠ 843/2013). Από τις διατάξεις των άρθρων 1002 και 1117 ΑΚ, 2 παρ. 1, 3 παρ. 1, 4 παρ. 1, 5 εδάφ. α’ και 13 παρ. 1 και 3 του ν. 3741/1929 “περί της ιδιοκτησίας κατ’ ορόφους” που διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα με το άρθρο 54 ΕισΝΑΚ προκύπτει ότι, επί ιδιοκτησίας κατ’ ορόφους (οριζόντιας ιδιοκτησίας), δημιουργείται χωριστή κυριότητα επί ορόφου ή διαμερίσματος ορόφου και αναγκαστική κυριότητα, που αποκτάται αυτοδικαίως, κατ’ ανάλογη μερίδα, επί των μερών της οικοδομής, που χρησιμεύουν στην κοινή χρήση όλων των οροφοκτητών, μεταξύ των οποίων (κοινών μερών) περιλαμβάνονται, κατά ενδεικτική στις διατάξεις αυτές παράθεση, το έδαφος, τα θεμέλια, οι πρωτότοιχοι, η στέγη, οι καπνοδόχοι, οι αυλές, τα φρεάτια, οι ανελκυστήρες, οι εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης, το ηλιακό δώμα κ.λπ. Αν ο προσδιορισμός των κοινόχρηστων μερών δεν ορίζεται ούτε με τη συστατική της οροφοκτησίας δικαιοπραξία ούτε με ιδιαίτερες συμφωνίες, τότε ισχύει ο προσδιορισμός που προβλέπεται από τις παραπάνω αναγκαστικού δικαίου διατάξεις του νόμου. Κάθε ιδιοκτήτης ορόφου ή διαμερίσματος, σε περίπτωση έλλειψης συμφωνίας, έχει το δικαίωμα να κάνει χρήση των κοινόχρηστων μερών της οικοδομής, καθώς και να ενεργεί επισκευές σ’ αυτά, υπό τον όρο όμως ότι δεν θα παραβλάπτει τον συνήθη προορισμό τους, δεν θα παρακωλύει τη χρήση τους από τους λοιπούς ιδιοκτήτες και δεν θα μειώνει την ασφάλεια της οικοδομής (ΑΠ 480/2018). Μπορούν, πάντως, οι οροφοκτήτες, σύμφωνα με το άρθρ. 4 παρ. 1 του ν. 3741/1929, με ομόφωνη απόφασή τους, που πρέπει να καταρτιστεί με συμβολαιογραφικό έγγραφο και να μεταγραφεί, να ρυθμίσουν με διαφορετικό τρόπο το δικαίωμα χρήσης επί των κοινόκτητων και κοινόχρηστων μερών και γενικότερα να κανονίσουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της συνιδιοκτησίας, να καθορίσουν γενικές συνελεύσεις και να δώσουν σε καθορισμένη πλειοψηφία, που μπορεί να μεταβληθεί ανάλογα με τη σοβαρότητα των αποφάσεων που πρόκειται να ληφθούν, το δικαίωμα να λαμβάνει, προς το κοινό συμφέρον πάντοτε, κάθε απόφαση που είναι σχετική με τη συντήρηση, βελτίωση και χρήση των κοινών μερών. Οι εν λόγω συμφωνίες συνήθως περιλαμβάνονται στον καταρτιζόμενο με κοινή συναίνεση όλων κανονισμό, χωρίς να αποκλείεται να περιληφθούν και στην ίδια τη συστατική πράξη της οροφοκτησίας. Η μεταβολή, όμως, των δικαιωμάτων, των υποχρεώσεων και των περιορισμών της κυριότητας που έχουν κανονιστεί με τον προαναφερόμενο τρόπο, δεν είναι δυνατό να γίνει παρά κατά τον ίδιο τρόπο, όπως τούτο προκύπτει ιδίως από τη διάταξη του άρθρου 13 παρ. 1 του ν. 3741/1929, δηλαδή με ομόφωνη απόφαση των οροφοκτητών που πρέπει να καταρτιστεί με συμβολαιογραφικό έγγραφο και να μεταγραφεί (ΑΠ 92/2017, ΑΠ 298/2015, ΑΠ 1300/2014). Ειδικότερα, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 4 παρ. 1, 13 παρ. 1 ν. 3741/1929 και 9 ν. 1562/1985 προκύπτει ότι η τροποποίηση της πράξης σύστασης της οροφοκτησίας και του κανονισμού της πολυκατοικίας μπορεί να γίνει α) με συμφωνία όλων των συνιδιοκτητών, η οποία πρέπει να περιβληθεί τον συμβολαιογραφικό τύπο και να μεταγραφεί, β) με δικαστική απόφαση, όταν το ζητήσουν συγκύριοι, που αντιπροσωπεύουν το 65% και γ) με απόφαση της γενικής συνέλευσης των συνιδιοκτητών, που λαμβάνεται με πλειοψηφία, αν προβλέπεται τέτοια δυνατότητα από τον κανονισμό. Αναφορικά με την τελευταία αυτή περίπτωση, είναι δυνατή η ανάθεση με τον κανονισμό στη γενική συνέλευση των συνιδιοκτητών του δικαιώματος τροποποίησης συγκεκριμένων όρων του κανονισμού, υπό ορισμένες προϋποθέσεις και με καθορισμένη πλειοψηφία. Στην περίπτωση αυτή, και αν ακόμη η ανάθεση που γίνεται από τον κανονισμό είναι απεριόριστη, η τροποποίηση από την πλειοψηφία δεν μπορεί να θίγει δικαιώματα των (μειοψηφούντων) συνιδιοκτητών, τα οποία υφίστανται από το νόμο, τη σύσταση της οροφοκτησίας ή τον κανονισμό, διότι το άρθρο 4 παρ. 1 του ν. 3741/1929 περιορίζει, ρητά, τα δικαιώματα που η παμψηφία μπορεί να εκχωρήσει σε ορισμένη πλειοψηφία μόνο σε αποφάσεις, οι οποίες αφορούν στη συντήρηση, βελτίωση ή χρήση των κοινών μερών και οι οποίες λαμβάνονται για το κοινό συμφέρον (ΑΠ 683/2014, ΑΠ 1681/2008). Έτσι, δεν επιτρέπεται να τροποποιηθεί, από την πλειοψηφία των συνιδιοκτητών, ο προσδιορισμός των αδιαίρετων – κοινών μερών της οικοδομής ή η συμφωνία χρήσης αυτών και, συνακόλουθα, η τροποποίηση αυτή του κανονισμού ή της σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας, εφόσον έγινε χωρίς τη συναίνεση όλων των συνιδιοκτητών, είναι ανίσχυρη και δεν δεσμεύει τους διαφωνούντες, ακόμη και αν περιβληθεί τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου και μεταγραφεί (ΑΠ 683/2014). Οι συμφωνίες, με τις οποίες κανονίζονται κατά διαφορετικό τρόπο τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των ιδιοκτητών οριζόντιων ιδιοκτησιών στα κοινόκτητα και κοινόχρηστα πράγματα, δημιουργούν περιορισμούς της αναγκαστικής συγκυριότητας επί των πραγμάτων αυτών, από την οποία και απορρέει το δικαίωμα συμμετοχής στη χρήση τους. Έτσι, δεν αποκλείεται να συμφωνηθεί από τα μέρη η συγκεκριμένη χρήση ορισμένου από τα εν λόγω κοινά πράγματα ή η αποκλειστική χρήση του κοινού από τον ένα εξ αυτών, δεδομένου ότι, με τη συμφωνία αυτή, δεν αναιρείται η συγκυριότητα, αλλά η χρήση. Οι συμφωνίες αυτές καταρτίζονται μόνο με συμβολαιογραφικό έγγραφο και μεταγραφή και δεσμεύουν όχι μόνον τους συμβληθέντες ή τους καθολικούς ή ειδικούς διαδόχους τους αλλά και όσους προσχωρούν στον κανονισμό μεταγενέστερα (ΑΠ 1461/2019). Οι κατ’ αυτόν τον τρόπο δημιουργούμενοι περιορισμοί έχουν χαρακτήρα “δουλείας”, δηλαδή, χωρίς να είναι δουλείες, κατά την έννοια των άρθρων 1118 επ., 1142 επ. και 1188 επ. ΑΚ, δεσμεύουν τους καθολικούς και ειδικούς διαδόχους των ιδιοκτητών των οριζόντιων ιδιοκτησιών που τους συνομολόγησαν και αντιτάσσονται κατά τρίτων (ΑΠ 1300/2014, ΑΠ 562/2014, ΑΠ 849/2013, ΑΠ 635/2010, ΑΠ 1465/2009). Η ρύθμιση που εισάγεται με το ν. 3741/1929, ως προς την απόκτηση και την κατάργηση ιδιαίτερων δικαιωμάτων χρήσης στα κοινόκτητα και κοινόχρηστα μέρη της υπαγόμενης στη ρύθμισή του ιδιοκτησίας, εναρμονίζεται προς την ιδιαιτερότητα που δεσμεύει τις κατ’ όροφον ιδιοκτησίες και, προπαντός, εξυπηρετεί την ανάγκη δημιουργίας κατάστασης σταθερότητας και ασφάλειας, σε σχέση προς τα δικαιώματα των ιδιοκτητών των οριζόντιων ιδιοκτησιών στα κοινόκτητα και κοινόχρηστα μέρη της κατ’ ορόφους ιδιοκτησίας (ΑΠ 1655/2018, ΑΠ 1295/2011). Περαιτέρω, οι αποφάσεις της γενικής συνέλευσης των συνιδιοκτητών, οι οποίες δεν περιεβλήθησαν τα εξωτερικά γνωρίσματα απόφασης, ή είναι (αποφάσεις) προδήλως κατά το φαινόμενον μόνον τέτοιες ή εκδοθείσες πέραν από την ανήκουσα στη συνέλευση εξουσία ή εμφανίζουσες αντίθεση με απαγορευτικό νόμο ή τα χρηστά ήθη από της απόψεως του περιεχομένου της τυχόν εκφρασθείσας με αυτές δικαιοπρακτικής βούλησης κατά τα άρθρα 174 και 178 ΑΚ, είναι απολύτως άκυρες (ΑΠ 683/2014) και δεν εφαρμόζεται σ’ αυτές το άρθρο 101 του ΑΚ, η δε ακυρότητά τους μπορεί να προταθεί και κατ’ ένσταση (ΑΠ 819/2007, ΑΠ 668/1999, ΑΠ 1489/1999). Επίσης, αν ο συγκύριος υποστεί προσβολή στα δικαιώματα που απορρέουν από την αναγκαστική συγκυριότητα στα κοινά μέρη από άλλο συγκύριο, μπορεί να ζητήσει την άρση της προσβολής και την παράλειψή της στο μέλλον (ΑΠ 1300/2014, ΑΠ 1090/2014, ΑΠ 151/2014). Ακολούθως, κατά το άρθρο 559 αριθ. 1 ΚΠολΔ, ιδρύεται λόγος αναίρεσης, αν παραβιάσθηκε κανόνας ουσιαστικού δικαίου. Τούτο συμβαίνει αν, για την εφαρμογή κανόνα ουσιαστικού δικαίου, το δικαστήριο απαίτησε περισσότερα στοιχεία ή αρκέσθηκε σε λιγότερα στοιχεία από εκείνα που απαιτεί ο νόμος, καθώς και αν το δικαστήριο προσέδωσε στον εφαρμοστέο κανόνα έννοια διαφορετική από την αληθινή. Στην περίπτωση που το δικαστήριο έκρινε κατ’ ουσίαν την υπόθεση, η παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται εν όψει των πραγματικών περιστατικών που ανελέγκτως δέχθηκε, ότι αποδείχθηκαν, το δικαστήριο της ουσίας και της υπαγωγής αυτών στο νόμο, ιδρύεται δε ο λόγος αυτός, όταν το δικαστήριο εφάρμοσε το νόμο, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε, ότι αποδείχθηκαν, δεν ήταν αρκετά για την εφαρμογή του ή δεν εφάρμοσε το νόμο, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε αρκούσαν για την εφαρμογή του, καθώς και όταν προέβη σε εσφαλμένη υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών σε διάταξη, στο πραγματικό της οποίας αυτά δεν υπάγονται (ΑΠ 343/2020, ΑΠ 166/2020). Περαιτέρω, κανόνα ουσιαστικού δικαίου με την έννοια που αναφέρεται στη διάταξη του αριθμού 1 (και του αριθμού 19) του άρθρου 559 ΚΠολΔ δεν αποτελεί ο κανονισμός της πολυκατοικίας, ήτοι η νομική πράξη, με την οποία ρυθμίζονται δεσμευτικά για τους κυρίους των οριζόντιων ιδιοκτησιών και για τους διαδόχους τους θέματα σχετικά με την οργάνωση και τη λειτουργία της έννομης σχέσης της οριζόντιας ιδιοκτησίας και, ειδικότερα, ρυθμίζονται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των οροφοκτητών τόσο υπό την ιδιότητά τους ως συγκυρίων των κοινών μερών όσο και υπό την ιδιότητά τους ως αποκλειστικών κυρίων διαμερισμάτων. Ο κανονισμός, παρά τη δεσμευτικότητά του έναντι των συνιδιοκτητών, των διαδόχων τους κ.λπ., δεν αποβάλλει τον κατά τα άρθρα 4, 13 και 14 ν. 3741/1929 δικαιοπρακτικό του χαρακτήρα, ούτε μετατρέπεται σε κανόνα δικαίου (ΑΠ 417/2019, ΑΠ 1655/2018, ΑΠ 907/2009, ΑΠ 516/2009). Τέλος, ο εκ του άρθρου 559 αριθμ. 20 του Κ.Πολ.Δικ., λόγος αναίρεσης, για παραμόρφωση του περιεχομένου εγγράφου, ιδρύεται, αν το δικαστήριο υπέπεσε σε διαγνωστικό λάθος, αναγόμενο δηλαδή στην ανάγνωση του εγγράφου, με την παραδοχή, ότι περιέχει περιστατικά προφανώς διαφορετικά από εκείνα, που πράγματι περιλαμβάνει, όχι δε και όταν, από το περιεχόμενο του εγγράφου, το οποίο σωστά ανέγνωσε, συνάγει αποδεικτικό πόρισμα διαφορετικό από εκείνο, που ο αναιρεσείων θεωρεί ορθό. Πράγματι, στην τελευταία περίπτωση πρόκειται για παράπονο, αναγόμενο στην εκτίμηση πραγματικών γεγονότων, που εκφεύγει από τον αναιρετικό έλεγχο. Επίσης δεν υπάρχει παραμόρφωση, όταν το δικαστήριο συνεκτιμά το έγγραφο με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα ή δεν παραλείπει να λάβει υπόψη όλα τα γεγονότα που περιέχονται στο έγγραφο. Έγγραφα, κατά τον προκείμενο λόγο αναίρεσης, είναι τα κατά τα άρθρα 339 και 432 επ. του ΚΠολΔ αναφερόμενα ως αποδεικτικά έγγραφα, τα παρέχοντα άμεση ή έμμεση απόδειξη (ΑΠ 612/2020, ΑΠ 1199/2018). Στην προκειμένη περίπτωση, το Μονομελές Εφετείο Ευβοίας με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχθηκε κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη, ως προς τα πραγματικά γεγονότα, κρίση του (άρθρ. 561 παρ. 1 ΚΠολΔ), τα εξής: “Οι ενάγοντες είναι κύριοι, νομείς και κάτοχοι των παρακάτω αναφερόμενων οριζοντίων ιδιοκτησιών μίας πολυωρόφου οικοδομής, κειμένης στην Χαλκίδα επί της οδού …, η οποία με την υπ’ αριθμ. …/10-8-1976 πράξη συστάσεως οριζοντίου ιδιοκτησίας και κανονισμού των σχέσεων των συνιδιοκτητών πολυκατοικίας του συμβολαιογράφου Χαλκίδος Τριανταφύλλου Ακριώτη, νομίμως μεταγραφείσας στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Χαλκίδος στον τόμο 610 και αριθ. 4, έχει υπαχθεί στο νομικό καθεστώς του Ν. 3741/1929 και των άρθρων 1002 και 1117 του Α.Κ. και διέπεται από τους εκεί διαλαμβανόμενους όρους και συμφωνίες των συμβληθέντων ιδιοκτητών. Ειδικότερα, με το υπ’ αριθμ. …/1-7-1983 πωλητήριο συμβόλαιο του ιδίου ως άνω συμβολαιογράφου, που μεταγράφηκε νόμιμα στα ανωτέρω βιβλία μεταγραφών στον τόμο … και αριθμ. …, περιήλθε στον πρώτο ενάγοντα κατά πλήρη και αποκλειστική κυριότητα από την ανωτέρω οικοδομή η υπό στοιχ. … οριζόντια ιδιοκτησία – κατάστημα του ισογείου ορόφου επιφανείας 48,70 τ.μ., μετά του αντιστοιχούντος σε αυτό χώρου του υπογείου υπό στοιχ. …, επιφανείας 43,50 τ.μ., μετά του οποίου επικοινωνεί εσωτερικώς, με πρόσοψη επί της οδού … και με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του όλου ακινήτου και επί των κοινοκτήτων και κοινοχρήστων χώρων, μερών και εγκαταστάσεων της οικοδομής 12/1000 εξ αδιαιρέτου του ισογείου και 3/1000 εξ αδιαιρέτου του υπογείου. Το εν λόγω κατάστημα ο πρώτος ενάγων εξεμίσθωσε με το από 16-9-2015 συμφωνητικό εμπορικής χρήσης προς τον Ι. Τ., ο οποίος έκτοτε λειτουργεί εντός αυτού επιχείρηση κουρείου -κομμωτηρίου ανδρών. Περαιτέρω, με το υπ’ αριθμ. …/3-1-1986 πωλητήριο συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Χαλκίδος Ιωάννη Στρουμπούλη, που μεταγράφηκε νόμιμα στα ανωτέρω βιβλία μεταγραφών στον τόμο … και αριθμ. …, περιήλθε στον δεύτερο ενάγοντα κατά πλήρη και αποκλειστική κυριότητα από την ανωτέρω οικοδομή η υπό στοιχ. … οριζόντια ιδιοκτησία – κατάστημα του ισογείου ορόφου επιφανείας 71,50 τ.μ., μετά του αντιστοιχούντος σε αυτό χώρου του υπογείου υπό στοιχ. …, επιφανείας 70,50 τ.μ., μετά του οποίου επικοινωνεί εσωτερικώς, το οποίο είναι γωνιακό με πρόσοψη επί των οδών … και … και είσοδο από την οδό … και με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του όλου ακινήτου και επί των κοινοκτήτων και κοινοχρήστων χώρων, μερών και εγκαταστάσεων της οικοδομής 20/1000 εξ αδιαιρέτου του ισογείου και 4/1000 εξ αδιαιρέτου του υπογείου. Εντός του καταστήματος αυτού ο δεύτερος ενάγων λειτουργεί επιχείρηση εμπορίας ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών ειδών. Επίσης η πρώτη εναγομένη και ήδη εκκαλούσα είναι αποκλειστική κυρία της υπό στοιχ. … οριζόντιας ιδιοκτησίας – καταστήματος του ισογείου ορόφου της ανωτέρω οικοδομής, που έχει πρόσοψη επί της οδού …, επιφανείας 65,90 τ.μ. μετά του αντιστοιχούντος σε αυτό χώρου του υπογείου υπό στοιχ. …, επιφανείας 46,50 τ.μ., μετά του οποίου επικοινωνεί εσωτερικώς, με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του όλου ακινήτου και επί των κοινοκτήτων και κοινοχρήστων χώρων, μερών και εγκαταστάσεων της οικοδομής 16/1000 εξ αδιαιρέτου του ισογείου και 2/1000 εξ αδιαιρέτου του υπογείου, περιήλθε δε σε αυτήν δυνάμει της προαναφερομένης υπ’ αριθμ. …/10-8-1976 πράξης συστάσεως οριζοντίου ιδιοκτησίας και κανονισμού των σχέσεων των συνιδιοκτητών πολυκατοικίας. Με το από 11-2-2014 ιδιωτικό συμφωνητικό μίσθωσης επαγγελματικής στέγης η πρώτη εναγομένη εξεμίσθωσε το ανωτέρω κατάστημά της στην εταιρία με την επωνυμία “…” προκειμένου να χρησιμοποιηθεί για την εγκατάσταση και λειτουργία καταστήματος καφέ, η δε μισθώτρια λειτουργεί έκτοτε εντός αυτού καφετέρια υπό την επωνυμία “…” με το σύστημα franchise. Τέλος με τις υπ’ αριθμ. … και …/31-3-2009 πράξεις συστάσεως επικαρπίας (η πρώτη με δωρεά “εν ζωή” και η δεύτερη με γονική παροχή) και δωρεάς “εν ζωή” ψιλής κυριότητας του συμβολαιογράφου Χαλκίδος Ιωάννη Στρουμπούλη, που καταχωρήθηκαν νόμιμα στα κτηματολογικά φύλλα του Κτηματολογικού Γραφείου Χαλκίδος, με αριθμούς …/4-5-2009 και …/4-5-2009, περιήλθε κατ’ επικαρπία στην δεύτερη εναγομένη και ήδη εφεσίβλητη και κατά ψιλή κυριότητα στην τρίτη εναγομένη και ήδη εφεσίβλητη, εκπροσωπουμένη, λόγω της ανηλικότητός της, υπό της δευτέρας εναγομένης μητρός της ως αποκλειστικώς ασκούσας, μετά τον θάνατο του πατρός της, Ν. Σ., την γονική μέριμνα αυτής, η υπό στοιχ. … οριζόντια ιδιοκτησία – κατάστημα του ισογείου ορόφου της ιδίας οικοδομής, που έχει πρόσοψη επί της οδού …, επιφανείας 53,80 τ.μ., με ποσοστό συνιδιοκτησίας επί του όλου ακινήτου και επί των κοινοκτήτων και κοινοχρήστων χώρων, μερών και εγκαταστάσεων της οικοδομής 17/1000 εξ αδιαιρέτου, φέρει δε ΚΑΕΚ …/0/12. Με το από 19-6-2014 ιδιωτικό συμφωνητικό εμπορικής μίσθωσης το εν λόγω ακίνητο εκμισθώθηκε από την δεύτερη εναγομένη επικαρπώτρια στον Γ. Ν. προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως μεζεδοπωλείο, εντός αυτού δε ο τελευταίος λειτουργεί έκτοτε επιχείρηση ουζερί μεζεδοπωλείου υπό την επωνυμία “…”. Η χρήση αυτή δεν απαγορεύεται από τον ανωτέρω Κανονισμό της οικοδομής, ο οποίος στο Κεφάλαιο Δ’ προβλέπει σχετικώς ότι “…Τα καταστήματα δύνανται να χρησιμοποιηθώσι δι’ οιανδήποτε χρήσιν καταστήματος ή Γραφείου πλην των ταβερνείων και μπαρ μετά μουσικών οργάνων…”, διατύπωση από την οποία προκύπτει ότι δεν εξαιρέθηκαν παντελώς οι ταβέρνες, αλλά μόνον αυτές που έχουν μουσικά όργανα, κρίση που ενισχύεται από την, σαφή επί τούτου και μη αναιρούμενη από τα λοιπά αποδεικτικά στοιχεία, ένορκη κατάθεση ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου του εκ των διαχειριστών και συνιδιοκτητών της οικοδομής, στην οποία διατηρεί ιατρείο, Μ. Ο., ο οποίος ανέφερε ότι “το καταστατικό της πολυκατοικίας απαγορεύει μόνο τη μουσική, οι άλλες χρήσεις είναι επιτρεπτές”. Ακολούθως οι ισχυρισμοί των εναγόντων περί παράβασης από μέρους της πρώτης εναγομένης του Κανονισμού για την άνω αιτία παρίστανται ουσία αβάσιμοι. Τα ανωτέρω καταστήματα των διαδίκων βρίσκονται στη σειρά επί της οδού … με πρώτο από αριστερά για τον εισερχόμενο σε αυτά, το κατάστημα των δευτέρας και τρίτης των εναγομένων (μεζεδοπωλείο), δεύτερο το κατάστημα του πρώτου ενάγοντος, τρίτο το κατάστημα της πρώτης εναγομένης (καφετέρια) και τελευταίο το γωνιακό κατάστημα του δευτέρου ενάγοντος. Όπως εκατέρωθεν συνομολογείται, έμπροσθεν των επιδίκων καταστημάτων υφίσταται ακάλυπτος χώρος (πρασιά) του οικοπέδου, ήτοι τμήμα του οικοδομικού τετραγώνου που βρίσκεται ανάμεσα στη ρυμοτομική γραμμή και τη γραμμή δόμησης, ο οποίος περιλαμβάνεται, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην μέρη της οικοδομής, ως εκ της φύσεώς του αφενός και του σκοπού που εξυπηρετεί και δη τον καλύτερο φωτισμό και εξαερισμό των οριζοντίων ιδιοκτησιών καθώς και την καλαίσθητη εμφάνιση των καταστημάτων και την οπτική επαφή τους με το καταναλωτικό κοινό ενόψει της εκμετάλλευσής τους από τους ιδιοκτήτες τους για την λειτουργία εμπορικών επιχειρήσεων, και αφετέρου κατά τα προβλεπόμενα και στο Κεφάλαιο Β’ του προαναφερόμενου Κανονισμού της ως άνω πολυκατοικίας ο οποίος έχει ισχύ νόμου για τις μεταξύ των συνιδιοκτητών σχέσεις και στον οποίο προσχώρησαν δυνάμει ρητού όρου των τίτλων κτήσεώς της και οι δεύτερη και τρίτη των εναγομένων, όπου, στο Κεφάλαιο Β’ και υπό την επιγραφή “ΚΟΙΝΟΧΡΗΣΤΟΙ ΧΩΡΟΙ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΧΡΗΣΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ”, ορίζεται ότι “Κοινόχρηστοι χώροι και κοινόχρηστα πράγματα θεωρούνται, συνομολογούνται και συμφωνούνται 1) Το οικόπεδον ολόκληρον εφ’ ου η οικοδομή, είτε καλύπτεται υπ’ αυτής είτε παραμένει ακάλυπτος διά πρασιάν, αεραγωγούς κλπ…. Τέλος και γενικώς άπαντες οι χώροι, εγκαταστάσεις και πράγματα άτινα είτε εκ της φύσεως αυτών, είτε εκ του νόμου, είτε κατ’ έθιμον θεωρούνται κοινά και εν γένει εκείνα των οποίων η χρήσις ανήκει εις πλείονας της μιας κατοικίας”.
Συνεπώς ο ανωτέρω χώρος, περιλαμβανόμενος στα κοινόκτητα και κοινόχρηστα μέρη της οικοδομής, ανήκει σε όλους τους ιδιοκτήτες των οριζοντίων ιδιοκτησιών, μεταξύ αυτών και στους ενάγοντες αλλά και στις εναγόμενες, κατά το εξ αδιαιρέτου ποσοστό συμμετοχής εκάστης οριζόντιας ιδιοκτησίας σε αυτά, άπαντες δε έχουν το δικαίωμα σύγχρησης του χώρου αυτού κατά το αντίστοιχο ποσοστό συνιδιοκτησίας του έκαστος, δεδομένου ότι δεν παραχωρήθηκε με τον Κανονισμό η αποκλειστική χρήση αυτού σε ορισμένο ή ορισμένους μόνον ιδιοκτήτες. Εξάλλου, στο Κεφάλαιο Δ’ του ιδίου Κανονισμού υπό την επιγραφή “ΔΙΟΙΚΗΣΙΣ ΤΗΣ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΙΔΙΟΚΤΗΤΩΝ” ορίζεται ότι “1) Η διοίκησις και διαχείρισις της πολυκατοικίας ανήκει κυριαρχικώς εις την Γενικήν Συνέλευσιν των συνιδιοκτητών. Εις την Συνέλευσιν ταύτην αυτοδικαίως συμμετέχει πας ιδιοκτήτης είτε αυτοπροσώπως είτε δι’ ειδικού αντιπροσώπου. Ο όλος αριθμός των ψήφων είναι χίλιαι και έκαστος ιδιοκτήτης έχει τόσας ψήφους όσα είναι τα χιλιοστά της συνιδιοκτησίας του επί του οικοπέδου. Εν αμελεία του διαχειριστού, υποχρεουμένου προς τούτο, καθ’ α κατωτέρω, να συγκαλέση την τακτικήν Γενικήν Συνέλευσιν, ταύτη δύναται να συγκαλέση πας ιδιοκτήτης. 2) Η Γενική Συνέλευσις συνεδριάζει και αποφασίζει εγκύρως όταν παρίστανται ή εκπροσωπούνται εις αυτήν τα εβδομήκοντα πέντε εκατοστά (75/100) των ψήφων όπερ ποσοστόν θα απαρτίζεται οπωσδήποτε εκ των ποσοστών των διηρημένων ιδιοκτησιών. Εάν δεν γίνη απαρτία κατά την πρώτην συνεδρίασιν, η Συνέλευσις συνέρχεται εις επαναληπτικήν συνεδρίασιν, οπότε αρκεί η παρουσία ή εκπροσώπησις του ημίσεως (1/2) των ψήφων διά να αποτελέση απαρτία. Εάν και πάλι δεν γίνη απαρτία η Συνέλευσις συνέρχεται εις επαναληπτικήν συνεδρίασιν με οιονδήποτε αριθμόν ψήφων, όστις αποτελεί απαρτίαν. 3) Αι αποφάσεις λαμβάνονται διά πλειοψηφίας των παρόντων ψήφων…. 4) Διαχειριστής της πολυκατοικίας τυγχάνει ο εκάστοτε υπό της πλειοψηφίας των συνιδιοκτητών υποδεικνυόμενος, εν ισοψηφία ενεργείται κλήρωσις… Τα καθήκοντα του διαχειριστού είναι . . Επίσης να συγκαλή εις χώρον εντός της πολυκατοικίας ή ελλείψει τοιούτου εκτός αυτής και κατόπιν προηγουμένης προσκλήσεως απευθυνομένης προς τους συνιδιοκτήτας και προ πενθημέρου την Γενικήν Συνέλευσιν των συνιδιοκτητών, υποχρεωτικώς μεν αυτός άπαξ κατά την λήξιν της θητείας του προς απολογισμόν, αιτήσει δε των συνιδιοκτητών εκπροσωπούντων το εν τέταρτον της συνιδιοκτησίας οποτεδήποτε… .13) Πάσαι αι διατάξεις του ν. 3741/1929 ισχύουσι διά τας μεταξύ των συνιδιοκτητών σχέσεις εφ’ όσον ρητώς δεν τροποποιούνται διά του παρόντος…”. Με τους ανωτέρω όρους του Κανονισμού εγκύρως, κατά τα εκτιθέμενα στην μείζονα σκέψη της παρούσης, παραχωρήθηκε από την παμψηφία των συνιδιοκτητών στην Γενική Συνέλευση, ήτοι σε πλειοψηφία αυτών, κατά τα σχετικώς στους ίδιους όρους προβλεπόμενα για την απαρτία και πλειοψηφία της Γ.Σ., η αρμοδιότητα λήψης αποφάσεων σχετικών με την διοίκηση και διαχείριση της κοινωνίας της πολυκατοικίας, που όμως, κατά την αναγκαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 4 παρ. 1 v. 3741/1929, μπορούν να αφορούν μόνον τη συντήρηση, βελτίωση ή χρήση των κοινών μερών και θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να λαμβάνονται για το κοινό συμφέρον όλων των συνιδιοκτητών. Περαιτέρω προέκυψε ότι δυνάμει των προσκομιζομένων αντιστοίχων δύο ιδιωτικών συμφωνητικών υπό την επιγραφή “Ιδιωτικό συμφωνητικό μίσθωσης ακαλύπτου χώρου πολυκατοικίας επί της οδού … …στη Χαλκίδα” που υπεγράφησαν την 1-8-2014 μεταξύ των διαχειριστών της πολυκατοικίας, Ε. Α., Μ. Ο. και Χ. Π., αφενός και του μισθωτού εκάστου καταστήματος των εναγομένων το καθένα αφετέρου, εκμισθώθηκε σε έκαστο των τελευταίων το τμήμα του ακαλύπτου χώρου της οικοδομής, που κείται έμπροσθεν του καταστήματος που έχει μισθώσει. Τα μισθώματα από την εκμίσθωση των ανωτέρω τμημάτων ακαλύπτων χώρων, εισπράττονται από την οικοδομή και δηλώνονται στην εφορία σε δικό της ΑΦΜ, ως τούτο δεν αμφισβητείται από τους ενάγοντες και προκύπτει και από τις προσκομιζόμενες υπό των εναγομένων με επίκληση σχετικές αποδείξεις είσπραξης και τις ηλεκτρονικές δηλώσεις στοιχείων μίσθωσης ακίνητης περιουσίας σχετικά με την δήλωση των μισθωμάτων όπου ως δηλών αναγράφεται η πολυκατοικία επί της οδού … και ΑΦΜ δηλούντος …, διατίθενται δε τα μισθώματα αυτά προς κάλυψη δαπανών της οικοδομής, ήτοι δαπανών που βαρύνουν άπαντες τους συνιδιοκτήτες, συνεπώς και τους ενάγοντες. Ειδικότερα, με το υπογραφέν μεταξύ των διαχειριστών και της μισθώτριας εταιρίας του καταστήματος της πρώτης εναγομένης συμφωνητικό εκμισθώθηκε σε αυτήν (μισθώτρια εταιρία) ο έμπροσθεν του καταστήματος ακάλυπτος χώρος της οικοδομής για χρονικό διάστημα δώδεκα ετών, αντί μηνιαίου μισθώματος ύψους 184 ευρώ, πλέον χαρτοσήμου, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί για την ανάπτυξη τραπεζοκαθισμάτων της ανωτέρω επιχείρησής της (…), ενώ με το από 1-3-2015 ιδιωτικό συμφωνητικό τροποποίησης μίσθωσης τροποποιήθηκε η μισθωτική σύμβαση ως προς την έκταση του μισθωμένου χώρου, η οποία ορίστηκε σε 37 τ.μ., και ως προς το μηνιαίο μίσθωμα, που συμφωνήθηκε σε 137 ευρώ, πλέον χαρτοσήμου. Με τον όρο 5 του ανωτέρω συμφωνητικού ορίζονται τα εξής: “Ρητώς δε συμφωνείται ότι επιτρέπεται στην μισθώτρια να προχωρήσει στην τοποθέτηση ξύλινου ή άλλου τεχνητού δαπέδου και στη δημιουργία περίκλειστου χώρου, προκειμένου εντός αυτού να τοποθετηθούν τραπεζοκαθίσματα και ειδικότερα στεγάστρου ή πέργκολας, οι κατασκευές αυτές θα πρέπει να έχουν την σύμφωνη γνώμη της διαχείρισης, να είναι σύμφωνα με την πολεοδομική νομοθεσία και να εκδοθούν οι απαιτούμενες άδειες δόμησης από την αρμόδια πολεοδομική αρχή. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης της μισθώτριας με την κείμενη πολεοδομική νομοθεσία, η τελευταία αναλαμβάνει και τις διοικητικές ή οικονομικές συνέπειες τυχόν παράβασης, αναγνωρίζοντας ότι ουδεμία ευθύνη φέρουν οι συγκύριοι του μισθίου…”. Συμφώνως προς τους εν λόγω όρους του συμφωνητικού, στο άνω τμήμα του ακαλύπτου η μισθώτρια εταιρία ανέπτυξε τραπεζοκαθίσματα, πέριξ των οποίων και κατά μήκος των τριών πλευρών του χώρου έχει τοποθετήσει σιδηροκατασκευή με κρύσταλλα που φτάνουν έως ένα ορισμένο ύψος, και από πάνω όπως και στις πλαϊνές πλευρές έχει τοποθετήσει τέντα από χονδρό αδιαφανές τεντόπανο πορτοκαλί χρώματος, η οποία κατεβαίνει κάθετα έως το σημείο όπου τελειώνει το κρύσταλλο. Με το έτερο συμφωνητικό εξάλλου που υπεγράφη μεταξύ των διαχειριστών της οικοδομής και του μισθωτή του καταστήματος των δευτέρας και τρίτης των εναγομένων εκμισθώθηκε σε αυτόν το έμπροσθεν του εν λόγω καταστήματος τμήμα του ακαλύπτου χώρου της οικοδομής, μήκους 5 μ. και πλάτους 6,20 μ., για χρονικό διάστημα τριών ετών, αντί μηνιαίου μισθώματος 200 ευρώ, πλέον χαρτοσήμου. Σύμφωνα με τους όρους 5 και 6 του συμφωνητικού: “5. Ρητώς δε συμφωνείται ότι ο μισθωτής υποχρεούται κατά μήκος της νοητής διαχωριστικής γραμμής που διαχωρίζει τον χώρο που εκμισθώνεται με τον κοινόχρηστο χώρο από την πλευρά που είναι η είσοδος της πολυκατοικίας μήκους 6,20 μ., να τοποθετήσει γλάστρες με φυτά ύψους τουλάχιστον 1,50 μ. ώστε να μη ξεπερνιούνται τα όρια χρήσης και να μη παρεμποδίζεται η κίνηση των ενοίκων και επισκεπτών της πολυκατοικίας. 6. Οποιαδήποτε δε κατασκευή προτίθεται να τοποθετήσει ο μισθωτής επί του μισθίου συμφωνείται ότι θα βρίσκεται σύμφωνα με τις κείμενες πολεοδομικές διατάξεις, ενώ πριν από οποιαδήποτε ενέργεια απαιτείται η σύμφωνη γνώμη των εκμισθωτών (διαχείρισης)….”. Στο εν λόγω εκμισθωθέν τμήμα του ακαλύπτου χώρου ο άνω μισθωτής ανέπτυξε τραπεζοκαθίσματα και προέβη στην τοποθέτηση σιδηροκατασκευής περιμετρικά του μισθωθέντος χώρου με τέντα από λευκό αδιαφανές τεντόπανο που κατεβαίνει κάθετα, ενώ στην αριστερή για τον έχοντα πρόσοψη στο κατάστημα πλευρά, που εφάπτεται του ακαλύπτου χώρου έμπροσθεν της εισόδου της οικοδομής, τοποθέτησε πέργκολα με φυτά. Στα ανωτέρω συμφωνητικά μισθώσεως των δύο επιδίκων τμημάτων του ακαλύπτου αναφέρεται ότι οι διαχειριστές ενεργούν κατόπιν της από 15-7-2014 απόφασης της Γενικής Συνέλευσης των ιδιοκτητών της οικοδομής. Από την εν λόγω προσκομιζόμενη απόφαση προκύπτει ότι αρχικώς η Γενική Συνέλευση ορίστηκε για τις 14-7-2014 και λόγω μη επίτευξης απαρτίας ορίστηκε για τις 15-7-2014, όπου με παρόντες 11 ιδιοκτήτες, χωρίς να αναφέρονται τα ποσοστά συμμετοχής τους, πραγματοποιήθηκε η Γ.Σ. και έλαβε χώρα συζήτηση και ψηφοφορία για τα θέματά της, η δε απόφαση επ’ αυτών ελήφθη ομοφώνως. Η εν λόγω απόφαση της Γ. Σ. των ιδιοκτητών είναι έγκυρη και παράγει αποτελέσματα, παρά την έλλειψη της αναφοράς των ποσοστών συμμετοχής των παρόντων ιδιοκτητών ώστε να διαπιστωθεί η ύπαρξη απαρτίας σύμφωνα με τους προαναφερόμενους όρους του Κανονισμού της οικοδομής, καθώς τυχόν ακυρότητά της λόγω παραβίασης των σχετικών προβλέψεων του Κανονισμού, που πάντως δεν προέκυψε πέραν πάσης αμφιβολίας εν προκειμένω, εφόσον δεν κηρύχθηκε από το δικαστήριο εντός της εξάμηνης προθεσμίας του άρθρου 101 Α.Κ. που ισχύει και για τις αποφάσεις γενικής συνελεύσεως άτυπης ενώσεως προσώπων, όπως είναι η κοινωνία της συνιδιοκτησίας […], δεν μπορεί πλέον να προταθεί ούτε κατ’ ένσταση, όπως θα συνέβαινε αντιθέτως εάν η απόφαση αυτή δεν έφερε καν τα εξωτερικά γνωρίσματα μιας τέτοιας απόφασης […] ή εάν λόγω της βαρύτητος του ελαττώματος (υπέρβαση αρμοδιότητας Γ.Σ., αντίθεση σε απαγορευτικό κανόνα ή κανόνα δημοσίας τάξεως, αντίθεση προς τα χρηστά ήθη) ήταν δυνατή η έγερση αναγνωριστικής της ακυρότητος αγωγής χωρίς τον χρονικό περιορισμό του άρθρου 101 Α.Κ. […]. Στην ανωτέρω απόφαση της Γ.Σ. η αναφορά που γίνεται σε σχέση με το παραπάνω ζήτημα της μίσθωσης του ακαλύπτου χώρου αφορά το κατάστημα της πρώτης εναγομένης μόνον και βρίσκεται στην διατύπωση του Γ’ θέματος ως εξής “Γ) Για το κατάστημα ιδιοκτησίας Τ. Σ. – πρόκειται για τον υιό της πρώτης εναγομένης, δικηγόρο και εκπροσωπούντα αυτή και στην παρούσα δίκη – (καφέ …), απόδοση των εσόδων από την ενοικίαση του ακαλύπτου που θα ζητηθεί για τραπεζοκαθίσματα προς κάλυψη επειγουσών αναγκών, φθορών και εξωραϊσμού αποκλειστικά της πολυκατοικίας. Το ύψος του μηνιαίου ή ετήσιου μισθώματος καθορίζεται σε αντιστοιχία με εκείνο του Δήμου Χαλκιδέων (είτε υπό μορφή κοινοχρήστων ή μίσθωσης), και άνοιγμα λογαρ. στην Τράπεζα”. Στην αναφορά αυτή δεν περιλαμβάνονται μεν με σαφήνεια τα στοιχεία της μίσθωσης (διάρκεια, ύψος μισθώματος κλπ.) ούτε και η εντολή προς τους διαχειριστές να προβούν στην σύναψή της, συνάγεται ωστόσο σαφής βούληση των (παρόντων) ιδιοκτητών για εκμίσθωση του άνω ακαλύπτου χώρου και διάθεση των μισθωμάτων για την κάλυψη δαπανών της οικοδομής προς όφελος απάντων των συνιδιοκτητών. Καθόσον αφορά εξάλλου την μίσθωση του ακαλύπτου χώρου έμπροσθεν του καταστήματος της δευτέρας και τρίτης των εναγομένων (μεζεδοπωλείο), δεν γίνεται καμία αναφορά στην ανωτέρω απόφαση της Γ.Σ. αλλά στην, αντιστοίχως ομόφωνα ληφθείσα, απόφαση της επομένης Γ.Σ. της 15-10-2014 ως εξής: “Παύση – αναστολή των νομικών ενεργειών κατά του ουζερί με επωνυμία ‘…” μόνον με την προϋπόθεση ενοικίασης 31 τ.μ. εκ του ακαλύπτου χώρου πολυκατοικίας με κατώτατο τίμημα τις 3.100 ευρώ πλέον χαρτοσήμου ετησίως και οριοθέτησης εκ μέρους της εισόδου της πολυκατοικίας”. Από την διατύπωση αυτή σαφώς συνάγεται ότι και για το έτερο επίδικο κατάστημα υφίστατο βούληση εκμισθώσεως του έμπροσθέν του ακαλύπτου χώρου, ενώ και για την απόφαση αυτή της Γ.Σ., όπου ομοίως δεν γίνεται αναφορά του τρόπου συγκλήσεώς της και των ποσοστών συμμετοχής των παρόντων ιδιοκτητών, ώστε να είναι δυνατός ο έλεγχος της σύμφωνης με τον Κανονισμό σύγκλησης και απαρτίας της, ισχύουν τα ίδια παραπάνω σχετικά με την πάροδο απράκτου της προθεσμίας του άρθρου 101 Α.Κ., έτσι ώστε τυχόν ακυρότητα της εν λόγω αποφάσεως εξ αυτού του λόγου, που πάντως δεν αποδεικνύεται εν προκειμένω, δεν μπορεί πλέον ούτε κατ’ ένσταση να προταθεί. Η ενέργεια αυτή της μισθώσεως του ακαλύπτου χώρου της οικοδομής με απόφαση της Γ.Σ. των ιδιοκτητών, ως ενέργεια εντασσόμενη στα πλαίσια της διαχείρισης του ακαλύπτου χώρου, δεν αντιβαίνει προς τον Κανονισμό της οικοδομής, καθώς σύμφωνα με το προπαρατεθέν περιεχόμενο του τελευταίου, η διοίκηση και διαχείριση της οικοδομής έχει ανατεθεί κυριαρχικώς στην Γ.Σ. των ιδιοκτητών, ήτοι με κοινή απόφαση των συνιδιοκτητών που περιβλήθηκε τον συμβολαιογραφικό τύπο και μεταγράφηκε έχει ομοφώνως ανατεθεί στην πλειοψηφία ζήτημα της αρμοδιότητος καταρχήν της παμψηφίας και συνεπώς, κατά τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσης, η μίσθωση των επιδίκων ακαλύπτων χώρων συνιστά συμφωνία επιτρεπτή κατά τον Κανονισμό. Κυρίως όμως είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του ν. 3741/1929, καθώς, κατά τα προεκτεθέντα, αποδεικνύεται ότι είναι προς το κοινό συμφέρον απάντων των συνιδιοκτητών, ήτοι και των εναγόντων, εφόσον τα μισθώματα εισπράττονται, ως εκτέθηκε, από την οικοδομή και διατίθενται για την κάλυψη δαπανών της, ήτοι δαπανών που αφορούν και βαρύνουν και τους ενάγοντες, ενώ υπάρχει πάντοτε η δυνατότητα να τροποποιηθεί κατά περιεχόμενο ή και να καταργηθεί υπό της πλειοψηφίας των συνιδιοκτητών στα πλαίσια της Γενικής Συνέλευσής τους, με βάση τους προπαρατεθέντες όρους του Κανονισμού. Εκ πάντων τούτων εξάλλου σαφώς προκύπτει ότι εν προκειμένω δεν υφίσταται περίπτωση αυτογνωμόνου κατάληψης κοινόχρηστου χώρου προς αποκλειστική χρήση από έναν ή ορισμένους μόνον συνιδιοκτήτες και δη από τις εναγόμενες, ως αβασίμως επικαλούνται οι ενάγοντες, περίπτωση για την οποία καταρχήν θα απαιτούνταν σύμφωνη γνώμη πάντων των συνιδιοκτητών διατυπούμενη εγγράφως και υποκείμενη σε μεταγραφή, και ειδικότερα εν προκειμένω, απόφαση των συνιδιοκτητών που διαθέτουν τα 4/5 των ποσοστών της όλης συνιδιοκτησίας, εφόσον πρόκειται κατ’ ουσίαν για σχετική τροποποίηση του Κανονισμού, η οποία, σύμφωνα με τον όρο 22 του Κεφαλαίου Δ’ αυτού, είναι δυνατή με απόφαση της εν λόγω πλειοψηφίας. Για τον ίδιο λόγο δε παρίστανται ουσία αβάσιμοι και οι ισχυρισμοί των εκκαλούντων περί ακυρότητος των άνω αποφάσεων της Γ.Σ. λόγω φερομένης υπέρβασης των αρμοδιοτήτων της και συνακόλουθης αντίθεσής τους προς τις διατάξεις του άρθρου 174 Α.Κ., καθώς, σύμφωνα με όλα όσα προεκτέθηκαν, οι ανωτέρω αποφάσεις δεν κείνται εκτός των ορίων των αρμοδιοτήτων της Γ.Σ. αφού αφορούν την εντασσόμενη στην διαχείριση της οικοδομής που της έχει ανατεθεί με τον Κανονισμό, εκμετάλλευση της χρήσης κοινοχρήστου χώρου, για λογαριασμό όλων των συνιδιοκτητών (και των απόντων κατά τις Γ.Σ.) και για το κοινό αυτών συμφέρον, εφόσον τα σχετικά έσοδα απολαμβάνουν όλοι, και δεν αφορούν παραχώρηση της αποκλειστικής χρήσης του ακαλύπτου στις εναγόμενες. Περαιτέρω, από την κατά τα άνω εκμετάλλευση των επιδίκων τμημάτων ακαλύπτου χώρου για λογαριασμό απάντων των συνιδιοκτητών δεν παραβλάπτονται τα δικαιώματα των εναγόντων καθόσον αφορά τις δικές τους οριζόντιες ιδιοκτησίες ως αβασίμως επικαλούνται και ειδικότερα καθόσον αφορά τον δεύτερο εξ αυτών ουδόλως εμποδίζεται ούτε δυσχεραίνεται υπέρμετρα στην χρήση του δικού του ως άνω καταστήματος, δεδομένου ότι πρόκειται για γωνιακό κατάστημα, που διαθέτει μεγάλη βιτρίνα και πρόσοψη με έντονα χρώματα, η οποία φτάνει σε ύψος το μεσοπάτωμα των ομόρων επιδίκων καταστημάτων, έτσι ώστε είναι ορατή από μακριά για εκείνον που κινείται τόσο επί της οδού … όσο και επί της οδού Ε. Β., όπου βρίσκεται και η είσοδος του καταστήματος. Ούτε όμως και ο πρώτος ενάγων εμποδίζεται ή δυσχεραίνεται υπέρμετρα στη χρήση του δικού του καταστήματος, το οποίο διαθέτει ικανή πρόσοψη και βιτρίνα που σαφώς και δεν έχει καταστεί αόρατη από τα εκατέρωθεν αυτής τραπεζοκαθίσματα για τους κινούμενους επί της οδού …, ενώ δεν θα μπορούσε να είναι ορατή από τους κινούμενους επί της οδού …, προέκτασης της οδού …, ως αβασίμως επικαλείται ο πρώτος ενάγων, λόγω της απόστασης και της διασταύρωσης που μεσολαβεί. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί ότι και ο μισθωτής του καταστήματος του πρώτου εναγομένου, που, όπως προεκτέθηκε, λειτουργεί εντός αυτού επιχείρηση κομμωτηρίου, έχει μισθώσει τον έμπροσθεν αυτού ακάλυπτο χώρο της οικοδομής μήκους 5,05 μ. και πλάτους 3,55 μ., δυνάμει αντιστοίχου συμφωνητικού μίσθωσης ακαλύπτου χώρου που υπέγραψε με τους διαχειριστές της οικοδομής την 1-9-2015, ήτοι ένα και πλέον έτος από την μίσθωση των τμημάτων του ακαλύπτου χώρου έμπροσθεν των καταστημάτων των εναγομένων, διάστημα κατά το οποίο ουδεμία σχετική διαμαρτυρία διατυπώθηκε προς αυτές ή τους μισθωτές τους από τους ενάγοντες. Η μίσθωση του ανωτέρω τμήματος ακαλύπτου συμφωνήθηκε εξαετής και το μηνιαίο μίσθωμα ορίστηκε στο ποσό των 41,70 ευρώ, το δε μίσθιο συμφωνήθηκε να χρησιμοποιηθεί σύμφωνα με τον όρο 4 του συμφωνητικού ως χώρος υποδοχής και ευπρεπισμού του καταστήματος. Στον όρο 5 του ιδίου συμφωνητικού αναφέρεται ότι επιτρέπεται στη μισθώτρια να προχωρήσει στην τοποθέτηση ξύλινου ή άλλου τεχνητού δαπέδου που όμως πρέπει να είναι σύμφωνα με την πολεοδομική νομοθεσία και να γίνουν οι απαραίτητες ενημερώσεις όπως απαιτείται στην αρμόδια Υπηρεσία Δόμησης, σύμφωνα δε με τον όρο αυτού του συμφωνητικού ο μισθωτής τοποθέτησε καθόλη την έκταση έμπροσθεν του καταστήματος του πρώτου ενάγοντος υπερυψωμένο ξύλινο δάπεδο, όπου όταν το επιτρέπει ο καιρός, τοποθετεί τραπεζάκι με δύο καρέκλες, όπως εμφαίνεται στις προσκομιζόμενες φωτογραφίες. Ο πρώτος ενάγων αρνείται το κύρος της συμβάσεως αυτής μεταξύ του μισθωτού του και των διαχειριστών της πολυκατοικίας επικαλούμενος ότι στην υπογραφή της παρασύρθηκε ο τελευταίος δολίως και μην έχοντας νομικές γνώσεις προς το σκοπό δημιουργίας ενός όπλου εναντίον των εναγόντων προκειμένου να νομιμοποιηθούν οι αυθαιρεσίες των εναγομένων σε σχέση με τα επίδικα τμήματα ακαλύπτου έμπροσθεν των καταστημάτων τους. Οι ισχυρισμοί αυτοί ωστόσο σε κανένα εκ των ανωτέρω προσκομιζομένων στοιχείων δεν βρίσκουν έρεισμα και δεν αποδεικνύονται βάσιμοι, ιδία ενόψει του ότι ο ανωτέρω μισθωτής εξακολούθησε να καταβάλλει μισθώματα για το τμήμα του ακαλύπτου μέχρι και τον Σεπτέμβριο έτους 2017, ήτοι επί δύο έτη από την υπογραφή του σχετικού μισθωτηρίου συμβολαίου, διάστημα κατά το οποίο είναι αδύνατο να μην είχε καταστήσει γνωστό στον εκμισθωτή του το γεγονός αυτό. Τ’ ανωτέρω δεν αναιρούνται από το προσκομιζόμενο, από 18-9-2017, δικόγραφο των προτάσεων που ο άνω μισθωτής κατέθεσε κατά την συζήτηση αγωγής της τριμελούς διαχειριστικής επιτροπής της οικοδομής εναντίον του για την είσπραξη καθυστερούμενων μισθωμάτων του ακαλύπτου, όπου διαλαμβάνονται οι παραπάνω ισχυρισμοί, καθώς τούτο συνετάγη, όπως ο πρώτος ενάγων επικαλείται, με εντολή και επιμέλεια του ιδίου και από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του, προς αποφυγή διατάραξης της μεταξύ αυτού και του ανωτέρω μισθωτού του σχέσης, ώστε αποτελεί επανάληψη κατ’ ουσίαν των άνω ισχυρισμών του ιδίου και ουδέν αποδεικνύει, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι ο διαλαμβανόμενος στις προτάσεις αυτές ισχυρισμός του άνω μισθωτού, τον οποίο επικαλείται και ο πρώτος ενάγων στην παρούσα δίκη, ότι τα μισθώματα του ακαλύπτου χώρου έμπροσθεν του κομμωτηρίου εξακολούθησαν να καταβάλλονται από τον υπάλληλό του (μισθωτού) διότι λησμόνησε την περί του αντιθέτου υπόδειξή του προς αυτόν, στην οποία προέβη μόλις πληροφορήθηκε από τον εκμισθωτή του, πρώτο ενάγοντα εν προκειμένω, ότι δεν έχει σχετική υποχρέωση (χωρίς να προσδιορίζει τον χρόνο που έγινε αυτό), δεν αντέχει στην λογική και δεν μπορεί να γίνει δεκτός. Ενόψει πάντων τούτων ουδόλως αποδεικνύεται η επικαλούμενη από τους ενάγοντες παράβαση από τις εναγόμενες του Κανονισμού της οικοδομής και των διατάξεων του ν. 3741/1929, ενώ περαιτέρω δεν προέκυψε και η επικαλούμενη βλάβη των εναγόντων καθόσον αφορά την χρήση των ανωτέρω οριζοντίων ιδιοκτησιών τους. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλουμένη απόφαση έκρινε όμοια και απέρριψε την αγωγή ως ουσία αβάσιμη έστω και με ελλιπείς αιτιολογίες, οι οποίες πρέπει να συμπληρωθούν από τις ανωτέρω (ΚΠολΔ 534), δεν υπέπεσε σε καμία πλημμέλεια ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή των σχετικών διατάξεων και την εκτίμηση των αποδείξεων”. Ακολούθως το Εφετείο απέρριψε κατ’ ουσίαν την έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία είχε απορριφθεί η αγωγή ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη. Με την κρίση του αυτή το δευτεροβάθμιο δικαστήριο υπέπεσε στην αναιρετική πλημμέλεια του αριθμού 1 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, διότι παραβίασε ευθέως, με εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή, τις διατάξεις ουσιαστικού δικαίου των άρθρων 1002, 1117 του ΑΚ, 2 παρ. 1, 4 παρ. 1 και 13 παρ. 1 και 3 του Ν 3741/1929, καθώς και εκείνες των άρθρων 101, 174 και 180 του ΑΚ. Συγκεκριμένα, το Εφετείο, παρότι δέχθηκε, ότι η πρασιά της ένδικης πολυκατοικίας αποτελεί κοινόχρηστο και κοινόκτητο πράγμα και ανήκει σε όλους τους συνιδιοκτήτες και ότι δεν παραχωρήθηκε με τον Κανονισμό η αποκλειστική χρήση του σε ορισμένο ή ορισμένους ιδιοκτήτες, περαιτέρω έκρινε, ότι η Γενική Συνέλευση της πολυκατοικίας, έχοντας σύμφωνα με τον Κανονισμό την αρμοδιότητα λήψης αποφάσεων σχετικών με τη διοίκηση και διαχείριση της πολυκατοικίας, που αφορούν στη συντήρηση, βελτίωση ή χρήση των κοινών μερών και για το κοινό συμφέρον όλων των συνιδιοκτητών, αποφάσισε, σύμφωνα με τη σχετική αρμοδιότητά της, στις 15-7-2014 και 15-10-2014 αντίστοιχα την εκμίσθωση των αναφερόμενων τμημάτων της πρασιάς στους μισθωτές των αναιρεσίβλητων. Εντούτοις, με τις ανωτέρω αποφάσεις της η Γενική Συνέλευση των συνιδιοκτητών επιχείρησε την αλλαγή της συμφωνηθείσας με τον Κανονισμό χρήσης της κοινόχρηστης πρασιάς, παραχωρώντας τμήμα αυτής στους μισθωτές των αναιρεσίβλητων συνιδιοκτητών, συνεπεία της οποίας παραχώρησης αποκλείσθηκαν από την κοινή χρήση οι συνιδιοκτήτες, μεταξύ των οποίων και οι αναιρεσείοντες, που έχουν από το νόμο και τον κανονισμό το δικαίωμα να κάνουν χρήση των χώρων αυτών. Η παραχώρηση αυτή, η οποία συνεπάγεται αποκλεισμό του δικαιώματος σύγχρησης από όλους τους συνιδιοκτήτες, συνιστά τροποποίηση του Κανονισμού και επιτρεπτά γίνεται μόνο με συμφωνία όλων των συνιδιοκτητών, που περιβάλλεται τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου και υποβάλλεται σε μεταγραφή, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στη νομική σκέψη. Άλλωστε, στη διοίκηση και διαχείριση των κοινών πραγμάτων περιλαμβάνεται η μέριμνα της Γενικής Συνέλευσης των συνιδιοκτητών για την κατά το δυνατό ικανοποιητική, λειτουργική και απρόσκοπτη σύγχρηση της κοινόχρηστης πρασιάς από όλους τους συνιδιοκτήτες και την επίτευξη του σκοπού, που εξυπηρετεί, ήτοι για τον καλύτερο φωτισμό και εξαερισμό των οριζοντίων ιδιοκτησιών, την καλαίσθητη εμφάνιση των καταστημάτων και την οπτική επαφή τους με το καταναλωτικό κοινό, ενώ, αντίθετα, δεν περιλαμβάνεται στις εξουσίες αυτές της ΓΣ η εκμετάλλευση της πρασιάς με εκμίσθωση μέρους αυτής, με αποτέλεσμα τον αποκλεισμό των συνιδιοκτητών από την κοινή χρήση. Συνακολούθως, η Γενική Συνέλευση δεν είχε αρμοδιότητα να αποφασίσει για την κατάρτιση των συγκεκριμένων μισθώσεων τμημάτων της πρασιάς και οι από 15-7-2014 και 15-10-2014 αποφάσεις της είναι απολύτως άκυρες και ως εκ τούτου δεν παραχωρείται νόμιμα με αυτές η χρήση των κοινόχρηστων αυτών τμημάτων στους μισθωτές των αναιρεσίβλητων. Επομένως, πρέπει να γίνουν δεκτοί ως βάσιμοι ο 1ος λόγος της αίτησης αναίρεσης, κατά το πρώτο σκέλος του, καθώς και οι 1ος και 3ος πρόσθετοι λόγοι αυτής, ενώ παρέλκει και καθίσταται άνευ αντικειμένου η έρευνα του 1ου λόγου, κατά το δεύτερο σκέλος του, των 2ου και 3ου λόγων της αίτησης αναίρεσης, καθώς και του 2ου πρόσθετου λόγου, οι οποίοι καλύπτονται από την αναιρετική εμβέλεια των γενόμενων δεκτών λόγων, που αφορούν στο ίδιο αναιρούμενο κεφάλαιο. Περαιτέρω, ο 1ος λόγος της αναίρεσης, κατά το τρίτο σκέλος του, με τον οποίο προσάπτεται στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση η αναιρετική πλημμέλεια από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ λόγω παραβίασης του Κανονισμού της πολυκατοικίας με την κρίση της, ότι επιτρέπεται η λειτουργία επιχείρησης ουζερί-μεζεδοπωλείου στο κατάστημα των δεύτερης και τρίτης αναιρεσίβλητων, είναι απαράδεκτος, διότι ο Κανονισμός δεν αποτελεί κανόνα ουσιαστικού δικαίου και, επομένως, η παραβίασή του δεν ιδρύει το συγκεκριμένο αναιρετικό λόγο, όπως προεκτέθηκε στη νομική σκέψη. Ακολούθως, οι αναιρεσείοντες με τον 4ο λόγο της αναίρεσής τους προσάπτουν στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση την αναιρετική πλημμέλεια από τον αριθμό 20 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ, υποστηρίζοντας, ότι με αυτήν παραμορφώθηκε ο όρος του Κανονισμού της πολυκατοικίας, σύμφωνα με τον οποίο απαγορεύεται γενικά η χρήση των καταστημάτων ως ταβερνείων. Από την επισκόπηση του εγγράφου αυτού (Κεφάλαιο Δ’ του Κανονισμού της πολυκατοικίας), το οποίο, κατά το άρθρο 561 παρ. 1 του ΚΠολΔ, υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου για να διαπιστωθεί, αν υπάρχει η επικαλούμενη παραμόρφωση, προκύπτει, ότι απαγορεύεται η χρήση των καταστημάτων της πολυώροφης οικοδομής ως “ταβερνείων και μπαρ μετά μουσικών οργάνων”, ήτοι επιτρέπεται η χρήση τους ως ταβερνείων και ως μπαρ, χωρίς μουσικά όργανα, γι’ αυτόν άλλωστε το λόγο συνδέεται η λέξη “ταβερνείων” με το συμπλεκτικό σύνδεσμο “και” με τη λέξη “μπαρ”, ενώ αν απαγορευόταν γενικά η λειτουργία ταβερνείων και η απαγόρευση “μετά μουσικών οργάνων” αφορούσε μόνο στα μπαρ, θα υπήρχε μετά τη λέξη “ταβερνείων” κόμμα, όπως (με το ίδιο σημείο στίξης) χωρίζονται μεταξύ τους καθεμία από τις προηγούμενες, των προαναφερομένων, απαγορευμένες χρήσεις, ενώ τίθεται ο σύνδεσμος “και” μόνο πριν από την τελευταία απαγορευμένη χρήση.
Συνεπώς, η ένδικη χρήση ουζερί-μεζεδοπωλείου χωρίς μουσικά όργανα είναι επιτρεπτή σύμφωνα με τον Κανονισμό και το Εφετείο ορθώς ανέγνωσε το περιεχόμενο του εγγράφου αυτού, ο δε συναφής λόγος αναίρεσης είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, πέραν του ότι, όπως προκύπτει από την πληττόμενη απόφαση, για τη συναγωγή του αποδεικτικού του πορίσματος (το Εφετείο) δεν στηρίχθηκε αποκλειστικά στο φερόμενο ως παραμορφωθέν έγγραφο, αλλά προέβη στην εκτίμηση του περιεχομένου του σε συνδυασμό με όλα τα λοιπά αποδεικτικά μέσα, μεταξύ δε αυτών και την ειδικά μνημονευόμενη ένορκη μαρτυρική κατάθεση ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου. Ακολούθως, αφού η από 08-09-2020 (αριθμ. κατάθ. 17/02-11-2020) αίτησης αναίρεσης και οι από 21-11-2021 πρόσθετοι λόγοι αυτής (αριθμ. κατάθ. 135/03-12-2021), γίνουν εν μέρει δεκτές, κατά παραδοχή, ως βάσιμων, των ανωτέρω λόγων τους, πρέπει να αναιρεθεί εν μέρει η προσβαλλόμενη απόφαση, κατά το κεφάλαιό της που προεκτέθηκε και, ακολούθως, να παραπεμφθεί η υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση, κατά το αναιρούμενο κεφάλαιό της, στο ίδιο δικαστήριο, αφού είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλο δικαστή, εκτός από εκείνον που δίκασε προηγουμένως (άρθρ. 580 παρ. 3 ΚΠολΔ), ενώ πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου, που έχουν καταθέσει οι αναιρεσείοντες, σε αυτούς (άρθρο 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει). Τέλος, οι αναιρεσίβλητες πρέπει να καταδικασθούν στο σύνολο της δικαστικής δαπάνης των αναιρεσειόντων, που κατέθεσαν προτάσεις, κατά το νόμιμο και βάσιμο αίτημά τους (άρθρα 178 §§ 1 και 2, 183, 184 και 191 § 2 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Συνεκδικάζει την από 08-09-2020 (αριθμ. κατάθ. 17/02-11-2020) αίτηση αναίρεσης και τους από 21-11-2021 πρόσθετους λόγους αυτής (αριθμ. κατάθ. 135/03-12-2021) κατά της 251/2018 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Ευβοίας.
Αναιρεί εν μέρει την 251/2018 οριστική απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Ευβοίας, ως προς το κεφάλαιο, που αναφέρεται στο σκεπτικό της παρούσας.
Παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση, κατά το αναιρούμενο κεφάλαιο, στο Μονομελές Εφετείο Ευβοίας, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλον δικαστή, πλην αυτού που εξέδωσε την παραπάνω απόφαση. Διατάζει την επιστροφή στους αναιρεσείοντες του παραβόλου, που έχουν καταθέσει. Και
Καταδικάζει τις αναιρεσίβλητες στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσειόντων, την οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 26 Μαΐου 2022.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 24 Ιουνίου 2022.
H ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ