ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Τμήμα 4ο
Αποτελούμενο από τη Δικαστή Σοφία Καλούδη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Κ.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :
ΚΑΛΟΥΝΤΟΣ-ΚΑΘ΄ ΟΥ Η ΑΝΑΚΟΠΗ: ……….., ο οποίος παραστάθηκε μετά της πληρεξουσίας του δικηγόρου Μαργαρίτας Πετράκη.
ΚΑΘ΄ΟΥ Η ΚΛΗΣΗ-ΑΝΑΚΟΠΤΟΝΤΟΣ: ………….., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιό του δικηγόρο Γεωργίου Κιαουλιά.
Ο …….. (καλών-καθ΄ου η ανακοπή) άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 31.12.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2018) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε (ερήμην του εναγομένου και ήδη καθ΄ου η κλήση-ανακόπτοντα, ………..) η υπ΄ αριθμ. 913/2020 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε εν μέρει την αγωγή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου ο εναγόμενος ……… (ήδη καθ΄ου η κλήση-ανακόπτων) με την από 30.6.2020 (ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτοδικείου ………/2020, ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου ………../2020) έφεσή του, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η 7η.10.2021, οπότε συζητήσεως γενομένης εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ. 533/2021 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, που απέρριψε την έφεση.
Επί της ως άνω εφετειακής αποφάσεως ο …………. (καθ΄ ου η κλήση-ανακόπτων) άσκησε ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου την από 2.12.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2021) ανακοπή ερημοδικίας, της οποίας δικάσιμος ορίσθηκε η 2α.2.2023.
Με την κατατεθείσα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, από 7.12.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………../2021) κλήση του ο καλών-καθ΄ ου η ανακοπή ………….. αιτήθηκε την επίσπευση δικασίμου για την εκδίκαση της ως άνω ανακοπής ερημοδικίας, και αυτής γενομένης δεκτής, ορίσθηκε νέα δικάσιμος η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, αφού έλαβαν διαδοχικά το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Η κρινόμενη ανακοπή ερημοδικίας κατά της με αριθμό 533/2021 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου, που εκδόθηκε ερήμην του ανακόπτοντος, νόμιμα φέρεται προς συζήτηση με την από 7-12-2021 κλήση. Αυτή ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρο 503 παρ. 1 του ΚΠολΔ), καθόσον η ανακοπτόμενη απόφαση δεν φέρεται να έχει επιδοθεί, ενώ καταβλήθηκε και το ορισθέν παράβολο, ποσού 280 ευρώ (βλ. το με αριθμό …………../2021 ηλεκτρονικό παράβολο). Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικώς δεκτή και να εξετασθεί περαιτέρω ως προς τη νομική και ουσιαστική βασιμότητά της.
ΙΙ. Κατά τη διάταξη του άρθρου 501 παρ. 1 του ΚΠολΔ ανακοπή κατά αποφάσεως που έχει εκδοθεί ερήμην του ανακόπτοντος επιτρέπεται, αν εκείνος που δικάστηκε ερήμην δεν κλητεύθηκε καθόλου ή δεν κλητεύθηκε νόμιμα ή εμπρόθεσμα ή αν συντρέχει λόγος ανώτερης βίας. Ως ανώτερη βία νοείται κάθε απρόβλεπτο και εξαιρετικό γεγονός, είτε αντικειμενικό είτε σχετικό με το πρόσωπο του διαδίκου που ερημοδικάστηκε ή του πληρεξουσίου του δικηγόρου, το οποίο στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν μπορεί να αποτραπεί ούτε με μέτρα εξαιρετικής επιμέλειας και σύνεσης. Ειδικότερα, η εν λόγω δικονομική ανώτερη βία είναι έννοια ταυτιζόμενη, κατά τον πυρήνα της, προς την ομώνυμη έννοια του ουσιαστικού δικαίου, διαφοροποιούμενη έναντι της τελευταίας μόνον κατά τις συνέπειες, ως συνεπαγόμενη τη δυνατότητα επαναφοράς των πραγμάτων στην πρότερα κατάσταση, με ανατροπή της κύρωσης από την παράβαση του δικονομικού βάρους, ενώ κατά το ουσιαστικό δίκαιο λειτουργεί ως λόγος απαλλαγής του οφειλέτη, εμφανιζόμενη ως στενότερη έννοια έναντι του τυχηρού, όπου τούτο δημιουργεί ευθύνη του οφειλέτη (βλ. ΑΠ 1260/2010 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1793/2009 ΕλλΔνη 2010 681, ΑΠ 1562/2008 ΝΟΜΟΣ). Όπως προεκτέθηκε, το γεγονός που συνιστά την εν λόγω ανώτερη βία μπορεί να αφορά και τον πληρεξούσιο δικηγόρο του διαδίκου και συγκεκριμένα την αιφνίδια ασθένειά του, λόγω της οποίας αυτός δεν μπόρεσε να παραστεί ενώπιον του δικαστηρίου κατά τη συζήτηση της υποθέσεως ή να ειδοποιήσει τον εντολέα του ή άλλο δικηγόρο για την αντικατάστασή του. Σημειωτέον, ότι, όταν η ανώτερη βία αφορά και τον πληρεξούσιο δικηγόρο του διαδίκου, όπως στην τελευταία περίπτωση, για να διαπιστωθεί εάν το σχετικό γεγονός συνιστά ανώτερη βία, πρέπει να χρησιμοποιηθούν όχι μόνον υποκειμενικά κριτήρια, όπως είναι εύλογο για το διάδικο, αλλά αντικειμενικά κριτήρια, αφού το λειτούργημα που ο δικηγόρος ασκεί, απαιτεί την προσήκουσα εκπλήρωση των ανειλημμένων υποχρεώσεων του ακόμη και από το μέσο νομικό παραστάτη (βλ. ΑΠ 1253/ 2018, 67/ 2015, 1624/ 2014, 1506/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 87/2022, 353/ 2016, 431/ 2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ , Γ. Διαμαντόπουλο «Η ανώτερη βία ως λόγος ερημοδικίας» εκδ. 1997 αρ. ΙΙ 2 σελ. 38 επ., 62 επ. και 72 επ., Β. Βαρθακοκοίλη ΚΠολΔ άρθρο 501 αρ. 13). Εξάλλου, κατά το άρθρο 505 παρ. 1 του ΚΠολΔ, το δικόγραφο της ανακοπής πρέπει να περιέχει τα στοιχεία που απαιτούνται κατά τα άρθρα 118 έως 120 του ΚΠολΔ και τους λόγους της ανακοπής. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι η ανακοπή ερημοδικίας πρέπει να περιέχει ένα τουλάχιστον σαφή και ορισμένο λόγο από εκείνους που ορίζονται στο άρθρο 501 του ΚΠολΔ, δηλαδή τη μη κλήτευση ή τη μη νόμιμη ή μη εμπρόθεσμη κλήτευση ή τη συνδρομή λόγου ανώτερης βίας για τη μη εμφάνιση του ανακόπτοντος στην ερήμην αυτού συζήτηση της υποθέσεως, επί της οποίας η προσβαλλόμενη ερήμην απόφαση. Αν η ανακοπή ασκήθηκε εμπροθέσμως και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις (άρθρα 503 παρ. 1 και 505 παρ. 1 του ΚΠολΔ) και αν πιθανολογείται ότι είναι βάσιμος ο λόγος που προτάθηκε, τότε το δικαστήριο εξαφανίζει την ερήμην απόφαση, διατάσσει να επιστραφεί το παράβολο (άρθρο 505 παρ. 2 ΚΠολΔ) και αμέσως προχωρεί στην εξέταση της διαφοράς, αφού οι διάδικοι επανέρχονται στην κατάσταση που υπήρχε πριν από την απόφαση που εξαφανίστηκε. Σε διαφορετική περίπτωση, το δικαστήριο απορρίπτει την ανακοπή και διατάσσει να εισαχθεί το παράβολο στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 509 ΚΠολΔ).
ΙΙΙ. Στην προκείμενη περίπτωση, ο ανακόπτων ζητεί με την υπό κρίση ανακοπή ερημοδικίας να εξαφανιστεί η με αριθμό 533/2021 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, που εκδόθηκε ερήμην αυτού και απέρριψε την από 30-6- 2020 (αρ. καταθ. ………./2020) έφεση του, κατά της με αριθμό 913/2020 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, για το λόγο ότι ο πληρεξούσιος δικηγόρος του ασθένησε αιφνιδίως την ημέρα της δικασίμου και, εξαιτίας της κατάστασης της υγείας του, δεν μπόρεσε να παραστεί προσηκόντως ενώπιον του Δικαστηρίου ούτε να εξεύρει άλλον συνάδερφο του δικηγόρο για να τον εκπροσωπήσει. Ειδικότερα, ο ανακόπτων ισχυρίζεται, ότι δεν εκπροσωπήθηκε νομίμως από δικηγόρο κατά τη συζήτηση της ως άνω υπόθεσης ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, γιατί ο πληρεξούσιος δικηγόρος του Γεώργιος Κιαούλιας, το πρωί της ημέρας της συζητήσεως της έφεσης του στις 7-10-2021 ένιωσε έντονη ενόχληση στον δεξί οφθαλμό του, όπου είχε εγχειρισθεί πρόσφατα λόγω αποκόλλησης του αμφιβληστροειδούς, και μετέβη άμεσα το Ιατρικό Κέντρο Αμαρουσίου για να εξετασθεί από τον θεράποντα ιατρό του, παρά δε τις προσπάθειες του δεν κατέστη δυνατόν να εξεύρει εγκαίρως κάποιον συνάδερφο του δικηγόρο, για να παρασταθεί αντ’ αυτού και να αιτηθεί αναβολής. Ο ως άνω ισχυρισμός αποτελεί ορισμένο και νόμιμο λόγο ανακοπής ερημοδικίας, σύμφωνα με τις προεκτεθείσες σκέψεις, ενόψει του ότι εκτίθενται με σαφήνεια στο δικόγραφο αυτής, τόσο το είδος όσο και η διάρκεια της επικαλούμενης ασθένειας του πληρεξούσιου δικηγόρου του ανακόπτοντος. Αναφορικά δε, με την βασιμότητα του, από την ένορκη κατάθεση της εξετασθείσας ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου μάρτυρα (συζύγου του πληρεξουσίου δικηγόρου του ανακόπτοντος), που περιλαμβάνεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του, και από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, που οι διάδικοι νομίμως προσκομίζουν και επικαλούνται, είτε για να ληφθούν υπόψη ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα, είτε ως δικαστικά τεκμήρια, πιθανολογήθηκαν τα ακόλουθα. Με την υπ` αριθμ. 913/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά τη τακτική διαδικασία, ερήμην του ήδη ανακόπτοντος- εναγομένου, έγινε δεκτή η με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ……………./2018 αγωγή του αντιδίκου του, ήδη καθού η ανακοπή ερημοδικίας, και αναγνωρίστηκε το δικαίωμα κυριότητας του τελευταίου στα επίδικα ακίνητα, ενώ διατάχθηκε και η σχετική διόρθωση της πρώτης ανακριβούς κτηματολογικής εγγραφής. Κατά της ανωτέρω απόφασης ο ανακόπτων άσκησε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………/2020 έφεση, η συζήτηση της οποίας ορίστηκε για τη δικάσιμο της 7-10-2021. Κατά την εκφώνηση της υπόθεσης ο εφεσίβλητος παραστάθηκε νόμιμα δια πληρεξουσίου δικηγόρου, ενώ ο εκκαλών εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του, Γεώργιο Κιαούλια, ο οποίος παραστάθηκε με δήλωση κατά το άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ έχοντας προκαταθέσει και προτάσεις. Το Εφετείο, με την υπ` αριθμ. 533/2021 απόφαση του έκρινε μη κανονική την παράσταση του εκκαλούντος (νυν ανακόπτοντος), που πρωτοδίκως είχε δικαστεί ερήμην, ενόψει του ότι η εκ μέρους του άσκηση της έφεσης θα επέφερε την εξαφάνιση της εκκαλουμένης αποφάσεως άνευ άλλου τινός, με συνέπεια να είναι υποχρεωτική η προφορική ενώπιον του συζήτηση της υπόθεσης και με την σκέψη αυτή θεώρησε ερήμην δικαζόμενο τον εκκαλούντα και απέρριψε εκ του λόγου τούτου την έφεση ως ανυποστήρικτη. Η σύζυγος του ως άνω πληρεξουσίου δικηγόρου, εξεταζόμενη ενώπιον του Δικαστηριου τούτου, κατέθεσε ότι αυτός είχε πρόθεση να παρασταθεί κανονικά κατά την συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο κατά την ανωτέρω δικάσιμο και μάλιστα είχε συνεννοηθεί σχετικά με τον εντολέα του (ανακόπτοντα) να συναντηθούν λίγη ώρα πριν την έναρξη της συνεδρίασης του Εφετείου Πειραιώς στις 11.00’ στο δικαστικό μέγαρο Πειραιώς, ότι τούτο δεν κατέστη δυνατόν, επειδή το πρωί της ίδιας ημέρας και κατά τις 10.00’ ο σύζυγος της ένιωσε έντονη ενόχληση στον δεξί οφθαλμό του, που είχε χειρουργηθεί πριν από ένα έτος λόγω αποκόλλησης του αμφιβληστροειδούς, και φοβούμενος ότι επρόκειτο για υποτροπή επικοινώνησε άμεσα με τον ιατρό του, που του συνέστησε να μεταβεί επειγόντως στο Ιατρικό Κέντρο Αμαρουσίου για να εξετασθεί, ότι η ίδια κατ’εντολή του συζύγου της, ο οποίος λόγω της κατάστασης του αδυνατούσε να επιμεληθεί αυτοπροσώπως, προσπάθησε να επικοινωνήσει με διάφορους γνωστούς της δικηγόρους, προκειμένου να εκπροσωπήσουν τον ανακόπτοντα κατά τη συζήτηση της έφεσης του και να αιτηθούν αναβολής, ότι περί ώρα 10.30’ επικοινώνησε μαζί της η δικηγόρος …….., που την ενημέρωσε ότι θα προσπαθούσε να τους εξυπηρετήσει και να στείλει κάποιον να ζητήσει αναβολή, ότι περίπου την ίδια ώρα επικοινώνησε μαζί της και ο ίδιος ο ανακόπτων (που εν τω μεταξύ είχε μεταβεί στο δικαστικό μέγαρο Πειραιά και αναζητούσε τον πληρεξούσιο δικηγόρο του), τον οποίο ενημέρωσε για το συμβάν και ότι καταβαλλόταν προσπάθεια εκ μέρους τους να εξεύρουν δικηγόρο για να αιτηθεί αναβολής, και ότι τελικώς οι προσπάθειες τους απέβησαν μάταιες, διότι ο δικηγόρος που μετέβη προς τούτο στο Δικαστήριο, ο οποίος δεν κατονομάζεται, προσήλθε καθυστερημένα, αφού είχε εκφωνηθεί η υπόθεση, ενώ οι ίδιοι αναγκάστηκαν να παραμείνουν στο Ιατρικό Κέντρο έως αργά το μεσημέρι. Ωστόσο, για τα ανωτέρω και δη το επικαλούμενο, αιφνιδίως προκύψαν, πρόβλημα υγείας του πληρεξούσιου δικηγόρου του ανακόπτοντος δεν προσκομίζεται σχετική ιατρική βεβαίωση, από την οποία να προκύπτει η φύση και σοβαρότητα αυτού, ούτε η ημέρα και ακριβής ώρα εξέτασης του στο εν λόγω Ιατρικό Κέντρο, με συνέπεια να δημιουργούνται πλείστες αμφιβολίες στο Δικαστήριο για την ακρίβεια της προαναφερόμενης ένορκης κατάθεσης. Επιπλέον, το γεγονός, ότι ο ως άνω πληρεξούσιος δικηγόρος του ανακόπτοντος ήδη κατά τη προτεραία της συζήτησης της έφεσης υπέγραψε και κατέθεσε δήλωση, κατά την διάταξη του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, με την οποία συμφώνησε στη συζήτηση αυτής χωρίς να παρίσταται κατά την εκφώνηση της, ενώ προκατέθεσε και προτάσεις, μαρτυρά την πρόθεση του να μην παραστεί ο ίδιος κατά την εκφώνηση της έφεσης. Σε κάθε δε περίπτωση, ακόμα και αν γίνει δεκτό, ότι κατά την ημέρα της δικασίμου, αυτός πράγματι επρόκειτο να παραστεί στο δικαστήριο προς υπεράσπιση της υπόθεσης του εντολέα του, ανακαλώντας την δήλωση του, και ότι εμποδίστηκε προς τούτο από αιφνίδια ασθένεια, όφειλε στα πλαίσια της επιβαλλόμενης επιμέλειας του μέσου νομικού παραστάτη, να ενημερώσει έγκαιρα σχετικώς τον τελευταίο, με ένα απλό τηλεφώνημα είτε ο ίδιος προσωπικά είτε ακόμα και δια της συζύγου του, που τον συνόδευε, και να του συστήσει να εξεύρει έτερο δικηγόρο να τον εκπροσωπήσει, δεδομένου μάλιστα ότι δεν είχε εξασφαλίσει την σίγουρη παρουσία συναδέρφου του δικηγόρου σε αντικατάσταση του ιδίου κατά την συζήτηση της υπόθεσης, και όχι να αναμένει να επικοινωνήσει ο τελευταίος μαζί του (όπως καθυστερημένα συνέβη, οπότε και πάλι ουδεμία τέτοια σύσταση του έγινε).
Κατά συνέπεια, σύμφωνα με τα προεκτεθέντα, δεν πιθανολογήθηκε η επικαλούμενη ασθένεια του πληρεξούσιου δικηγόρου του ανακόπτοντος ως ανυπέρβλητο κώλυμα για τη μη νόμιμη παράσταση του στο Δικαστήριο κατά τη συζήτηση της εφέσεως του, στις 7-10-2021, και μετα ταύτα η υπο κρίση ανακοπή πρέπει να απορριφθεί ως κατ` ουσίαν αβάσιμη και να διαταχθεί η εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του σχετικού παραβόλου, που ο ανακόπτων προκατέβαλε κατά την κατάθεσή της (άρθρο 509 εδ. β` του ΚΠολΔ). Τέλος, τα δικαστικά έξοδα του καθου η ανακοπή ερημοδικίας, πρέπει, κατόπιν σχετικού αιτήματός του, να επιβληθούν σε βάρος του ηττηθέντος ανακόπτοντος (άρθρα 176 και 183 του ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει με παρόντες τους διαδίκους.
Δέχεται τυπικώς και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την ανακοπή ερημοδικίας κατά της υπ’ αριθμόν 533/2021 απόφασης του Δικαστηρίου τούτου.
Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου στο δημόσιο ταμείο.
Επιβάλλει σε βάρος του ανακόπτοντος τα δικαστικά έξοδα του καθου η ανακοπή, για την παρούσα συζήτηση, τα οποία ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 11 Ιανουαρίου 2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ