Εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΚ) 2201/2003 του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2003 «περί της διεθνούς δικαιοδοσίας, αναγνώρισης και εκτέλεσης αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας». Εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΕ) 1259/2010 του Συμβουλίου της 20ης Δεκεμβρίου 2010 για τη θέσπιση της ενισχυμένης συνεργασίας στον τομέα του δικαίου που είναι εφαρμοστέο στο διαζύγιο και τοι δικαστικό χωρισμό. Ο ως άνω κανονισμός αντικαθιστά το άρθρο 16 του Αστικού Κώδικα, που περιελάμβανε τους κανόνες συνδέσεως για το διαζύγιο και το δικαστικό χωρισμό. Η μη αναγραφή του ΑΦΜ στις προτάσεις της εναγομένης δεν επιφέρει την ακυρότητα του δικογράφου των προτάσεων.
ΑΠΟΦΑΣΗ 664/2018
Αριθμός έκθεσης κατάθεσης αγωγής : 918/ΜΕΙ-ΓΔ 80/2017
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΩ
ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ, ΤΟ ΓΑΜΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΣΥΜΒΙΩΣΗ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή, Στέλλα Καραδήμου, Πρωτοδίκη, η οποία ορίσθηκε από τον Διευθύνοντα του Πρωτοδικείου Κω, Πρόεδρο Πρωτοδικών, και από τη Γραμματέα Ειρήνη Κωσταρέλου.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του την 30η Οκτωβρίου 2018, για να δικάσει την με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου 918/ΜΕΙ-ΓΔ80/2017 αγωγή, με αντικείμενο, διαζύγιο, μεταξύ:
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: , κατοίκου Ελβετίας, οδός με ΑΦΜ , ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου του δικηγόρου Αθηνών, Διονυσίου Μπαράτη (AM 25979 Δ ΣΑ), ο οποίος κατέθεσε προτάσεις και προκατέβαλε τις εισφορές που προβλέπονται στο άρθρο 61 παρ. 1 και 2 του Ν. 4194/2013 (βλ. το υπ’ αριθ. Π1656527/26-10-2018 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών).
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: , κατοίκου , Καλύμνου, η οποία παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου του δικηγόρου Κω, Ιωάννη Φεσσάρα (AM 56 ΔΣΚΩ), ο οποίος κατέθεσε προτάσεις και προκατέβαλε τις εισφορές που προβλέπονται στο άρθρο 61 παρ. 1 και 2 του Ν. 4194/2013 (βλ. το υπ’ αριθ. Κ15517/31-10-2018 γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών του Δικηγορικού Συλλόγου Κω).
Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 15-12-2017 αγωγή του, η οποία κατατέθηκε στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 918/ΜΕΙ-ΓΔ80/2017 δικογράφου και προσδιορίσθηκε να συζητηθεί για τη δικάσιμο της 25ης-09-2018, ότε και αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
ΚΑΤΑ τη συζήτηση της υπόθεσης, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως αναφέρεται παραπάνω και οι πληρεξούσια δικηγόροι τους ζήτησαν να γίνουν δεκτά, όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την έναρξη ισχύος του Κανονισμού (ΕΚ) 2201/2003 του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2003 «περί της διεθνούς δικαιοδοσίας, αναγνώρισης και εκτέλεσης αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας», ο οποίος ρυθμίζοντας τα ίδια ζητήματα, κατήργησε τον Κανονισμό 1347/2000 και άρχισε να εφαρμόζεται από 1-3-2005, επέρχεται μεταξύ των κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που συνέπραξαν στην αποδοχή του, υποκατάσταση του εσωτερικού δικαίου από τις διατάξεις του. Περιορισμοί σε αυτήν υφίστανται μόνο στα πλαίσια που καθορίζει ο ίδιος ο Κανονισμός. Ειδικότερα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3§1 του ανωτέρω Κανονισμού δικαιοδοσία για θέματα διαζυγίου, δικαστικού χωρισμού και ακύρωσης γάμου έχουν τα δικαστήρια του κράτους μέλους (πλην της Δανίας): α) στο έδαφος του οποίου ευρίσκεται: (ί) η συνήθης διαμονή των συζύγων, ή (ίί) η τελευταία συνήθης διαμονή των συζύγων, εφόσον ένας εκ των συζύγων έχει ακόμα αυτή τη διαμονή, ή (ίίί) η συνήθης διαμονή του εναγομένου, ή (ίν) σε περίπτωση κοινής αιτήσεως, η συνήθης διαμονή του ενός ή του άλλου των συζύγων, ή (ν) η συνήθης διαμονή του ενάγοντος εάν είχε αυτή τη διαμονή επί τουλάχιστον ένα χρόνο αμέσως πριν από την έγερση της αγωγής, ή (νί) η συνήθης διαμονή του ενάγοντος εάν είχε αυτή τη διαμονή επί τουλάχιστον έξι μήνες αμέσως πριν από την έγερση της αγωγής και εάν είναι είτε υπήκοος του εν λόγω κράτους μέλους ή, στην περίπτωση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, έχει εκεί “domicile” (κατοικία), β) της ιθαγένειας των δύο συζύγων ή, στην περίπτωση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, του “domicile” (κατοικία) των δύο συζύγων. Συνήθης διαμονή, κατά τον ορισμό του ΔΕΚ, είναι ο τόπος, όπου το πρόσωπο έχει ορίσει, με σταθερό χαρακτήρα, το μόνιμο ή σύνηθες κέντρο των ενδιαφερόντων του, προκειμένου δε να καθοριστεί αυτή πρέπει να συνεκτιμηθούν όλα τα πραγματικά συστατικά στοιχεία. Η συνδρομή ενός των κριτηρίων σχετικά με την ύπαρξη διεθνούς δικαιοδοσίας ερευνάται αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο και δεν χωρεί, λόγω της ιδιομορφίας των γαμικών διαφορών, ρητή ή σιωπηρή παρέκταση (ΕφΑΘ 2712/2011 ΕλλΔνη 2012,799, ΕφΘεσ 1377/2014 ΕΠολΔ 2014,738, ΕφΘεσ 1689/2005 Αρμ 2005,1782, ΠΠΑθ 1630/2013 Αρμ 2014,1561, Το Διαζύγιο και οι Συνέπειες του στις Οικογενειακές Έννομες Σχέσεις, Ε.NO.Β.Ε, 2016 [Βασίλειος Κούρτης, Διεθνής Δικαιοδοσία και Εφαρμοστέο Δίκαιο στο Διαζύγιο κατά τους Κανονισμούς 2201/2003 («Βρυξέλλες Μα») και 1259/2010 (Ρώμη III»)], Αρβανιτάκη/Βασιλακάκη (-Κράνη), ΕρμΕΚ (1)-ΚανΒρ ΙΙα, 2016, σελ. 15, άρθρο 3, αρ. 1 -3, 14, 22 και 33, σελ. 50 – 52, 57- 58, 62 και 71, αντίστοιχα, Ε. Κιουπτσίδου, Ζητήματα των κανονισμών 2201/2003 και 1347/2000 της 2 ο / 464 / 2017 Συμβουλίου της ΕΚ σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία και αναγνώριση των αποφάσεων στις γαμικές διαφορές, ΕλλΔνη 2005,653, Εισήγηση Ε. Κιουπτσίδου για τη Διεθνή δικαιοδοσία, αναγνώριση και εκτέλεση των αποφάσεων στις γαμικές διαφορές βάσει του 1347/2000 Κανονισμού του Συμβουλίου της ΕΚ, Αρμ 2001,1648, Ε. Βασιλακάκη, Ζητήματα εφαρμογής του Κανονισμού 2201/2003 σε θέματα διεθνούς δικαιοδοσίας, ΧρΙΔ 2009,193 επ.). Περαιτέρω, με τον Κανονισμό (EE) 1259/2010 του Συμβουλίου της 20ης Δεκεμβρίου 2010 για τη θέσπιση της ενισχυμένης συνεργασίας στον τομέα του δικαίου που είναι εφαρμοστέο στο διαζύγιο και το δικαστικό χωρισμό (Κανονισμός Ρώμη III) σκοπήθηκε ο καθορισμός κανόνων σύνδεσης στα συμμετέχοντα κράτη μέλη σε σχέση με το διαζύγιο και το δικαστικό χωρισμό. Σύμφωνα με τον Κανονισμό αυτό, ο οποίος εφαρμόζεται μεταξύ των συμμετεχόντων στην ενισχυμένη συνεργασία κρατών μελών, στα οποία συμπεριλαμβάνεται και η Ελλάδα, όπου ο Κανονισμός αυτός εφαρμόζεται μόνο όσον αφορά αγωγές που υποβάλλονται και στις συμφωνίες κατά την έννοια του άρθρου 5 αυτού που συνάπτονται από τις 29-7-2015, δυνάμει της απόφασης της Επιτροπής της 27ης Ιανουαρίου 2014 που επιβεβαιώνει τη συμμετοχή της Ελλάδας σε ενισχυμένη συνεργασία στον τομέα του δικαίου που είναι εφαρμοστέο στο διαζύγιο και το δικαστικό χωρισμό (2014/39/ΕΕ), οι σύζυγοι μπορούν να επιλέξουν με κοινή συμφωνία το δίκαιο που θα είναι εφαρμοστέο σε περίπτωση διαζυγίου ή δικαστικού χωρισμού, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό είναι ένα από τα ακόλουθα δίκαια και δη α) το δίκαιο του κράτους της συνήθους διαμονής των συζύγων κατά το χρόνο σύναψης της συμφωνίας, ή β) το δίκαιο του κράτους της τελευταίας συνήθους διαμονής των συζύγων, υπό την προϋπόθεση ότι ο ένας εξ αυτών εξακολουθεί να διαμένει εκεί κατά το χρόνο σύναψης της συμφωνίας, ή γ) το δίκαιο του κράτους της ιθαγένειας ενός εκ των συζύγων κατά το χρόνο σύναψης της συμφωνίας, ή δ) το δίκαιο του δικάζοντος δικαστηρίου (άρθρο 5 παρ. 1 Κανονισμού). Κατά το άρθρο 8 του ίδιου Κανονισμού, εξάλλου, ελλείψει επιλογής σύμφωνα με το άρθρο 5, το διαζύγιο και ο δικαστικός χωρισμός υπόκεινται στο δίκαιο του κράτους α) της συνήθους διαμονής των συζύγων κατά το χρόνο υποβολής αγωγής στο δικαστήριο ή, ελλείψει αυτής, β) της τελευταίας συνήθους διαμονής των συζύγων, υπό την προϋπόθεση ότι η διαμονή αυτή δεν έπαυσε να υφίσταται ένα έτος και πλέον πριν από την υποβολή αγωγής στο δικαστήριο και εφόσον ο ένας εκ των συζύγων εξακολουθεί να διαμένει στο συγκεκριμένο κράτος κατά το χρόνο υποβολής αγωγής στο δικαστήριο ή, ελλείψει αυτής, γ) της ιθαγένειας των δύο συζύγων κατά το χρόνο υποβολής αγωγής στο δικαστήριο, ή, ελλείψει αυτής, δ) του επιληφθέντος δικαστηρίου. Εξάλλου, το άρθρο 1 παρ. 1 του εν λόγω Κανονισμού προσθέτει ότι αυτός εφαρμόζεται σε περιπτώσεις που εμπεριέχουν σύγκρουση δικαίων. Το νέο, δηλαδή, αυτό νομοθέτημα αφορά αποκλειστικά σε καταστάσεις που χαρακτηρίζονται από κάποιο στοιχείο αλλοδαπότητας, αρκεί δε ο διεθνής χαρακτήρας του γάμου, η λύση του οποίου επιδιώκεται, με την έννοια ότι αρκεί οποιοδήποτε στοιχείο το οποίο είναι πιθανό να δώσει στην κατάσταση διακρατικό χαρακτήρα, είτε λόγω των προσωπικών συνθηκών των συζύγων είτε λόγω των αντικειμενικών χαρακτηριστικών της σχέσης τους, ώστε ένα διαζύγιο μεταξύ συζύγων με διαφορετική ιθαγένεια είναι εξίσου διακρατικό με ένα διαζύγιο μεταξύ συζύγων με κοινή ιθαγένεια που ζουν σε ένα άλλο κράτος μέλος από αυτό της ιθαγένειας τους, ουδόλως δε επηρεάζεται το πεδίο εφαρμογής του Κανονισμού από τον ενδεχομένως εσωτερικό χαρακτήρα της λύσης του γάμου (βλ. σχετ. Α. Αρχοντάκη, Ο Κανονισμός Ρώμη III, Κανονισμός 1259/2010 του Συμβουλίου της 20ης.12.2010, ΕφΑΔ 2014,11). Εξάλλου, το άρθρο 4 του Κανονισμού (EE) 1259/2010 περιλαμβάνει τη ρήτρα περί οικουμενικής ή (καθολικής) εφαρμογής. Έτσι, το καθοριζόμενο από τον ΚανΡΙΙΙ δίκαιο, δηλαδή είτε το δίκαιο που επέλεξαν οι σύζυγοι (άρθρο 5), είτε ελλείψει επιλογής, το δίκαιο που προσδιόρισε βάσει αντικειμενικών κανόνων το forum, εφαρμόζεται ακόμα και αν δεν πρόκειται για δίκαιο συμμετέχοντος κράτους μέλους (Προοίμιο, αιτιολογική σκέψη 12). Αλλά μπορεί να είναι το δίκαιο ενός από τα κράτη μέλη της Ένωσης που δεν συμμετέχουν στην εφαρμογή του ΚανΡΙΙΙ ή το δίκαιο τρίτης χώρας. Επίσης, εφαρμόζεται σε όλες τις αγωγές διαζυγίου με στοιχείο αλλοδαπότητας, για τις οποίες είναι αρμόδιο δικαστήριο κράτους μέλους που συμμετέχει στον ΚανΡΙΙΙ, ανεξαρτήτως εάν οι σύζυγοι είναι αμφότεροι πολίτες μη συμμετέχοντος κράτους μέλους ή τρίτης χώρας. Παρέπεται ότι, ο ΚανΡΙΙΙ αντικαθιστά πλήρως τους εθνικούς κανόνες καθορισμού του εφαρμοστέου δικαίου στο διαζύγιο και το δικαστικό χωρισμό των συμμετεχόντων στον εν λόγω Κανονισμό κρατών μελών. Ως προς το ελληνικό ιδιωτικό διεθνές δίκαιο, αντικαθιστά το άρθρο 16 ΑΚ, που περιλάμβανε τους κανόνες συνδέσεως, για το διαζύγιο και το δικαστικό χωρισμό {Το Διαζύγιο και οι Συνέπειες του στις Οικογενειακές Έννομες Σχέσεις, Ε.NO.Β.Ε, 2016 [Βασίλειος Κούρτης, Διεθνής Δικαιοδοσία και Εφαρμοστέο Δίκαιο στο Διαζύγιο κατά τους Κανονισμούς 2201/2003 («Βρυξέλλες ΙΙα») και 1259/2010 (Ρώμη III»)]}.
Στην προκείμενη περίπτωση, ο ενάγων, ελληνικής και ελβετικής ιθαγένειας, με την υπό κρίση αγωγή του ζητεί, να λυθεί ο γάμος του με την εναγόμενη, ελληνικής και ελβετικής ιθαγένειας, για τον λόγο ότι βρίσκονται σε διακοπή της έγγαμης συμβίωσης τους, συνεχώς και αδιαλείπτως, για χρονικό διάστημα πέραν των δύο (2) ετών, γεγονός από το οποίο τεκμαίρεται αμάχητα ο ισχυρός κλονισμός της έγγαμης σχέσης τους και να καταδικαστεί η εναγόμενη στη δικαστική του δαπάνη. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση αγωγή, αρμοδίως καθ’ ύλην και κατά τόπον φέρεται ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού (άρθρα 17 περ. 1 και 22 ΚΠολΔ) για να δικασθεί κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, το γάμο και την ελεύθερη συμβίωση (άρθρα 591 παρ.1, 592 παρ. 1 α, 593 έως 602 ΚΠολΔ, όπως τα προμνησθέντα άρθρα του ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΕΤΑΡΤΟΥ του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (ΚΠολΔ) ισχύουν μετά από την αντικατάσταση τους με το Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α’87/23-7-2015), απορριπτόμενου του ισχυρισμού της νομίμως παραστεθείσας εναγομένης περί αναρμοδιότητας του παρόντος, δοθέντος ότι η μη αναγραφή του ΑΦΜ στις προτάσεις της εναγομένης, δεν επιφέρει την ακυρότητα του δικογράφου των προτάσεων (βλ. ΜπΛαμ 127/2017, ΜΠΛαμ 17/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, το παρόν Δικαστήριο έχει διεθνή δικαιοδοσία προς εκδίκαση της προκείμενης διαφοράς, βάσει της διάταξης του άρθρου 3 παρ. 1α περ. 3 του Κανονισμού (ΕΚ) 2201/2003 του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2003 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας, δοθέντος ότι οι διάδικοι σύζυγοι, οι οποίοι είναι ελληνικής ιθαγένειας (βλ. αντίγραφο της με αριθμό 77/Ε36/1993 ληξιαρχικής πράξης γάμου του Ειδικού Ληξιαρχείου του Υπουργείου Εσωτερικών, καθώς και την από 29-08-2017 βεβαίωση του Προϊσταμένου του τμήματος Αστικής και Δημοτικής Κατάστασης του Υπουργείου Εσωτερικών) και η συνήθης διαμονή της εναγομένης είναι στην Ελλάδα. Περαιτέρω, η αγωγή είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1438 και 1439 παρ. 1 και 3 του ΑΚ, 176, 189 παρ. 1 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, δοθέντος ότι κατά τη διάταξη του άρθρου 8 περ. δ’ του Κανονισμού (EE) 1259/2010 του Συμβουλίου της 20ης Δεκεμβρίου 2010 για τη θέσπιση της ενισχυμένης συνεργασίας στον τομέα του δικαίου που είναι εφαρμοστέο στο διαζύγιο και το δικαστικό χωρισμό, ο οποίος εφαρμόζεται από τις 29-7-2015 στην Ελλάδα, η υπό κρίση υπόθεση διέπεται από το ελληνικό δίκαιο, ως το δίκαιο της κοινής τους ιθαγένειας, καθόσον κατά το χρόνο υποβολής της αγωγής στο δικαστήριο που συμπίπτει χρονικά με την άσκηση της κρινόμενης αγωγής, η επίδοση της οποίας ολοκληρώθηκε την 22η-12-2017 (βλ. την υπ’ αριθ. 3043/22-12-2017 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Δωδεκανήσου με έδρα το Πρωτοδικείο Κω, ..) και σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα σε αυτήν, όπου ο ενάγων προσδιορίζεται ως κάτοικος της αλλοδαπής και η εναγόμενη ως κάτοικος της ημεδαπής, ήδη από την 31η-07-2016, οι διάδικοι δεν είχαν κοινή συνήθη διαμονή και η τελευταία συνήθης διαμονή τους στην Ελβετία έπαυσε να υφίσταται ένα έτος και πλέον πριν από την υποβολή αγωγής στο δικαστήριο, σύμφωνα με τα ανωτέρω εκτιθέμενα, δοθέντος ότι αποδείχθηκε ότι οι διάδικοι ουδέποτε προέβησαν στην κατάρτιση κοινής συμφωνίας επιλογής του εφαρμοστέου δικαίου σε περίπτωση διαζυγίου τους (άρθρο 5 του Κανονισμού) {Το Διαζύγιο και οι Συνέπειες του στις Οικογενειακές Έννομες Σχέσεις, Ε.NO.Β. Ε, 2016 [Βασίλειος Κούρτης, Διεθνής Δικαιοδοσία και Εφαρμοστέο Δίκαιο στο Διαζύγιο κατά τους Κανονισμούς 2201/2003 («Βρυξέλλες Μα») και 1259/2010 (Ρώμη III»)]}.
Επομένως, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Από τις ανωμοτί καταθέσεις των διαδίκων που δόθηκαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του, από την υπ’ αριθ. /19-09-2018 ένορκη βεβαίωση του που δόθηκε ενώπιον του Συμβολαιογράφου Καλαμάτας με έδρα τ’ Αρφάρα , ύστερα από νομότυπη κλήτευση της εναγομένης, καθώς και από όλα, ανεξαιρέτως, τα έγγραφα, που νομότυπα επικαλείται και προσκομίζει ο ενάγων, καθώς και από τη δικαστική ομολογία της ιστορικής βάσης της αγωγής εκ μέρους της εναγομένης, η οποία λαμβάνεται υπόψη σε συνδυασμό και με τις άλλες αποδείξεις και εκτιμάται ελεύθερα (άρθρο 597 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά από την αντικατάσταση του με το Ν. 4335/2015), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι διάδικοι τέλεσαν πολιτικό γάμο στο Τσόλλικον Ελβετίας την 26η-10-1993 (βλ. αντίγραφο της με αριθμό 77/Ε36/1993 ληξιαρχικής πράξης γάμου του Ειδικού Ληξιαρχείου του Υπουργείου Εσωτερικών), από τον οποίο απέκτησαν τρία ανήλικα τέκνα, την , που γεννήθηκε την 15η-02-2006, τον , που γεννήθηκε την 11η-11-2017 και την , που γεννήθηκε την 23η-05-2012 (βλ. την από 29-08-2017 βεβαίωση του Προϊσταμένου του τμήματος Αστικής και Δημοτικής Κατάστασης του Υπουργείου Εσωτερικών). Οι διάδικοι αμέσως μετά την τέλεση του γάμου τους εγκαταστάθηκαν στο Φολκετσβιλ της Ελβετίας. Ωστόσο, την 31η-07-2016 επήλθε διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης τους, με την αποχώρηση της εναγομένης και των ανήλικων τέκνων τους από τη συζυγική οικία και την εγκατάσταση τους στην Κάλυμνο, η οποία συνεχίσθηκε χωρίς διακοπή μέχρι σήμερα, που συζητήθηκε για πρώτη φορά ενώπιον του Δικαστηρίου η υπό κρίση αγωγή. Αντιθέτως, δεν αποδείχθηκε ο ισχυρισμός της εναγομένης ότι η διάσταση τους επήλθε το έτος 2015, εξάλλου η ίδια η ενάγουσα ομολογεί ότι τον Ιούλιο του 2016 αποχώρησε από τη συζυγική οικία και εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα. Από την 31Π-07-2016 οι διάδικοι δεν έχουν σχέσεις ως σύζυγοι και δεν έχουν έλθει σε οιαδήποτε επαφή μεταξύ τους καθ’ όλο το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε, αμφότεροι δε οι διάδικοι εκδήλωσαν έμπρακτα τη βούληση τους να μην συνδέονται πλέον μεταξύ τους δια βίου κοινωνίας, καθώς και την οριστική τους απόφαση να απόσχουν από την έγγαμη συμβίωση, με συνέπεια έκτοτε να επέλθει ψυχική και φυσική απομάκρυνση μεταξύ των συζύγων. Συνεπώς, η διάρκεια της συνεχούς και αδιάλειπτης διάσπασης της έγγαμης συμβίωσης τους υπερβαίνει τα δύο (2) χρόνια κατά την συζήτηση της υπό κρίση αγωγής, οπότε κρίνεται το κεκτημένο του καταγόμενου στη δίκη δικαιώματος και ως εκ τούτου, ο γάμος των διαδίκων έχει κλονιστεί σοβαρά [άρθρο 1439 παρ. 3, το οποίο καθιερώνει αμάχητο τεκμήριο αντικειμενικού κλονισμού (ισχυρού) της έγγαμης συμβίωσης, ΑΠ Ολ. 157/1991 ΕλΔνη 1992, 819, ΑΠ 2121/2014 ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1068/2014 ΧρΙΔ 2015,29, ΑΠ 1057/2012 ΝΟΜΟΣ].
Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει η υπό κρίση αγωγή να γίνει δεκτή ως βάσιμη και στην ουσία, καθόσον τεκμαίρεται, αμάχητα, ο ισχυρός κλονισμός της έγγαμης σχέσης των διαδίκων. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων, κατ’ άρθρο 179 ΚΠολΔ, καθόσον πρόκειται περί διαφοράς μεταξύ συζύγων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο διατακτικό
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΟΝΤΑΣ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ την αγωγή.
ΑΠΑΓΓΕΛΛΕΙ τη λύση του πολιτικού γάμου των διαδίκων, που τελέστηκε στο Τσόλλικον Ελβετίας, την 26η-10-1993
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στην Κω, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του την 28η Δεκεμβρίου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ