Αριθμός απόφασης
620/2017
(Αριθμός εκθέσεως καταθέσεως …[S1] )
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(Ειδική Διαδικασία Εργατικών Διαφορών)
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Κωνσταντίνα Τσέκου, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης και από τη Γραμματέα Ουρανία Γκίζα.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στον Πειραιά, στις 6 Οκτωβρίου 2016, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΑ: …[S2] του Μ.[S3] , κατοίκου Θ.[S4] (…[S5] ), ο οποίος παραστάθηκε μετά του πληρεξουσίου δικηγόρου του Στέφανου Λύρα.
ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) Της ναυτικής εταιρείας με την επωνυμία «…[S6] », που εδρεύει στα νησιά Μ.[S7] (M. I.[S8] ) και εκπροσωπείται νόμιμα και 2) Της εταιρείας με την επωνυμία «…[S9] », που εδρεύει στην Κ.[S10] και είναι εγκατεστημένη στην Ελλάδα, στον Πειραιά (…[S11] ) και εκπροσωπείται νόμιμα, οι οποίες εκπροσωπήθηκαν δια του πληρεξουσίου δικηγόρου τους Ιωάννη Παληού.
Ο ενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 24-11-2015 αγωγή του, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, με αύξοντα αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …[S12] , προσδιορίσθηκε για τη δικάσιμο της 25-02-2016 και εγγράφηκε στο πινάκιο, οπότε αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας και γράφηκε στο πινάκιο.
ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ της υπόθεσης που έγινε δημόσια στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν και προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Στο ελληνικό δίκαιο, γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ των όρων του εφοπλιστή (ήτοι αυτού που εκμεταλλεύεται για δικό του λογαριασμό ξένο πλοίο, κατ’ άρθρο 105 ΚΙΝΔ), του κυρίου πλοίου (στον οποίο ανήκει το πλοίο που άλλος για δικό του λογαριασμό εκμεταλλεύεται) που ευθύνεται περιορισμένως και πραγματοπαγώς για τις υποχρεώσεις του πλοίου (κατά το άρθρο 106 ΚΙΝΔ), του πλοιοκτήτη (αυτού που εκμεταλλεύεται για δικό του λογαριασμό το πλοίο του) και του διαχειριστή ξένου πλοίου (ήτοι αυτού που διαχειρίζεται το πλοίο για λογαριασμό του πλοιοκτήτη, ως άμεσος αντιπρόσωπός του κατ’ άρθρο 211 ΑΚ) που δεν ευθύνεται κατ` αρχάς για τις υποχρεώσεις του πλοίου, εκτός των ειδικών εκ του νόμου εξαιρέσεων, λ.χ στο Ν. 762/1978 και εφόσον στην αγωγή (ή αίτηση) υπάρχει τέτοια βάση (για τις ως άνω έννοιες βλ. αναλυτικά Εφ.Πειρ. 832/2008, ΕΝΔ 2009,13, ΜΠρΠειρ 6777/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Από τη διάταξη του άρθρου 1 παρ. 1 του Ν. 762/1978, «περί αστικής ευθύνης του ως αντιπροσώπου συνάπτοντος εν Ελλάδι σύμβαση εργασίας μετά του ναυτικού», που ορίζει ότι, «εάν ο εργοδότης ναυτικού, πλοιοκτήτης ή εφοπλιστής, δεν έχει μόνιμη κατοικία στην Ελλάδα ή είναι αλλοδαπή ναυτιλιακή εταιρεία, ο ως αντιπρόσωπος αυτού συνάπτων στην Ελλάδα σύμβαση παροχής εργασίας σε πλοίο του εργοδότη, ευθύνεται εις ολόκληρον με αυτόν για όλες τις απορρέουσες από τη σχέση ναυτικής εργασίας ή εξ αφορμής αυτής υποχρεώσεις του εργοδότη έναντι του ναυτικού (παρ. 1). Εάν την ανωτέρω σύμβαση με το ναυτικό συνήψε στην Ελλάδα νομικό πρόσωπο, ημεδαπό ή αλλοδαπό, με τον εργοδότη ενέχονται ατομικώς εις ολόκληρον για τις κατά την προηγούμενη παράγραφο απαιτήσεις του ναυτικού, όλα τα, από του χρόνου της συνάψεως της συμβάσεως μέχρι του χρόνου της από το ναυτικό ασκήσεως των εξ αυτής αξιώσεων του, εκπροσωπήσαντα ή εκπροσωπούντα το νομικό αυτό πρόσωπο, φυσικά πρόσωπα», προκύπτει ότι, αν ο εργοδότης του ναυτικού είναι αλλοδαπή ναυτιλιακή εταιρεία, ο αντιπρόσωπος αυτής που συνήψε στην Ελλάδα με το ναυτικό σύμβαση παροχής εργασίας σε πλοίο του εργοδότη ευθύνεται εις ολόκληρον με αυτόν για κάθε υποχρέωση που απορρέει από τη σχέση ναυτικής εργασίας. Αν τη σύμβαση αυτή κατάρτισε στην Ελλάδα ημεδαπό ή αλλοδαπό νομικό πρόσωπο ως αντιπρόσωπος, με την προεκτεθείσα έννοια, τότε για τις απαιτήσεις του ναυτικού ευθύνεται εις ολόκληρον με τον εργοδότη και το φυσικό πρόσωπο που εκπροσώπησε το νομικό πρόσωπο. Η σύμβαση αυτή δεν είναι αναγκαίο να γίνει εγγράφως. Η σύμβαση πρόσληψης του ναυτικού για να ναυτολογηθεί σε πλοίο είναι ιδιότυπη οριστική σύμβαση και παράγει τα αποτελέσματα που θέλησαν τα μέρη, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 361 ΑΚ, και κατά συνέπεια, αν αυτή έγινε στην Ελλάδα, υπάρχει εις ολόκληρον ευθύνη των υπόχρεων που αναφέρονται στην ως άνω διάταξη για τις υποχρεώσεις που πηγάζουν απ’ αυτήν ή τη σύμβαση ναυτολόγησης που επακολούθησε (ΑΠ 1090/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 168/1999 ΕΝΔ 27, σ.278, ΑΠ 424/1995 ΕΝΔ 24, σ.124, ΕφΠειρ 761/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 457/2011 ΕΝΔ 2012.21, ΕφΠειρ 672/2010 ΕΝΔ 2010.410, Εφ Πειρ 235/2010 ΕΝΔ 2010.131). Περαιτέρω, στο άρθρο 66 του ΚΙΝΔ ορίζεται ότι, όταν ο ναυτικός ασθενήσει, δικαιούται το μισθό και νοσηλεύεται με δαπάνες του πλοίου. Εάν η σύμβαση ναυτολόγησης λυθεί εξαιτίας της ασθένειας και ο ναυτικός νοσηλεύεται εκτός του πλοίου, δικαιούται νοσήλια και μισθό εφόσον διαρκεί η ασθένεια όχι όμως περισσότερο από τέσσερις μήνες. Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται και όταν συμβεί ατύχημα από βίαιο συμβάν. Αν ο ναυτικός υπέστη από αυτό ανικανότητα για εργασία, εφαρμόζονται και οι ειδικές διατάξεις για την αποζημίωση εκείνων που έπαθαν ατύχημα στην εργασία τους. Από τις διατάξεις του ως άνω άρθρου προκύπτει ότι ο ναυτικός όταν η ασθένειά του προήλθε από εργατικό ατύχημα, δικαιούται μισθό ασθενείας, νοσήλια και αποζημίωση για το εργατικό ατύχημα, αν απ` αυτό έμεινε ισόβια ή πρόσκαιρα ανίκανος για εργασία. Όπως προκύπτει από τις προαναφερθείσες διατάξεις, επιτρέπεται η σωρευτική άσκηση της αξίωσης για μισθούς ασθενείας με την αποζημίωση του Ν. 551/1915 και δεν τίθεται θέμα επικάλυψης αυτών. Έχει δηλαδή ο ναυτικός αυτοτελείς και ανεξάρτητες αξιώσεις, οι οποίες δεν έχουν αντικείμενο την ίδια παροχή και αποβλέπουν στην επίτευξη άλλου σκοπού και υπόκεινται σε διαφορετική η καθεμία παραγραφή (ΕφΠειρ 355/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 499/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 464/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 640/2009, ΕΝΔ 38.39, ΕφΠειρ 648/2008 ΕΝΔ 36.388, ΕφΠειρ 180/2008, ΕΝΑΥΤΔ 2008, σ.308, Εφ. Πειρ. 662/2004 Ε.Ν.Δ33.38, Εφ. Πειρ. 962/2000 Ε.Ν.Δ. 29.109). Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 289 παρ. 1, 291 ΚΙΝΔ και 261, 270 ΑΚ προκύπτει ότι οι αξιώσεις του πλοιάρχου και του πληρώματος βάσει της συμβάσεως ναυτολογήσεως ως προς την πληρωμή των μισθών και λοιπών παροχών παραγράφονται μετά ένα έτος από του τέλους του έτους κατά το οποίο έχει γεννηθεί η αξίωση και είναι δυνατή η δικαστική αυτής επιδίωξη, η εν λόγω δε παραγραφή διακόπτεται δια της εγέρσεως της αγωγής (ΟλΑΠ 15/1992 ΕΕΝ 60.151,1143/1983 ΝοΒ 32.673, ΑΠ 53/2002 ΕλλΔ 43, 761, ΕφΠειρ 676/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 520/2005 ΠειρΝομ 2005/356, ΕφΘεσσ 32082/2000 Αρμ. 56, 715, Δ. Καμβύση Ναυτεργατικό δίκαιο εκδ. 1977 σελ. 258 επ.). Εξάλλου, κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν. 551/1915 “περί ευθύνης προς αποζημίωσιν των εξ ατυχημάτων εν τη εργασία παθόντων εργατών ή υπαλλήλων”, όπως τροποποιήθηκε μεταγενεστέρως και κωδικοποιήθηκε με το Β.Δ. της 24/7-25/8/1920 και διατηρήθηκε σε ισχύ μετά την εισαγωγή του ΑΚ κατά το άρθρο 38 εδ. α` του εισαγωγικού του Νόμου, έχει δε εφαρμογή και επί ναυτικής εργασίας, κατά το άρθρο 2 του ίδιου νόμου και 66 του ΚΙΝΔ (ν. 3816/1958), ατύχημα από βίαιο συμβάν κατά την εκτέλεση ή με αφορμή την παροχή εργασίας θεωρείται κάθε βλάβη, η οποία είναι αποτέλεσμα βίαιης και αιφνίδιας επενέργειας εξωτερικού αιτίου, άσχετου μεν με τη σύσταση του οργανισμού του παθόντος και τη βαθμιαία φθορά του από τις συνθήκες της εργασίας, αλλά συνδεόμενου οπωσδήποτε μ` αυτή λόγω της εμφάνισής του κατά την εκτέλεσή της ή εξ αφορμής αυτής, δηλαδή θα πρέπει το αίτιο, στο οποίο οφείλεται το εργατικό ατύχημα, να μην ανάγεται αποκλειστικά στην οργανική ή παθολογική προδιάθεση του παθόντος και το οποίο συνεπώς δεν θα συνέβαινε χωρίς την εργασία και τις περιστάσεις εκτέλεσής της (ΟλΑΠ 1287/1986, ΑΠ 19/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, κατά τους ορισμούς του άρθρου 368 ΚΠολΔ «Το δικαστήριο μπορεί να διορίσει έναν ή περισσότερους πραγματογνώμονες, αν κρίνει πως πρόκειται για ζητήματα που απαιτούν για να γίνουν αντιληπτά ειδικές γνώσεις επιστήμης ή τέχνης (παρ. 1). Το δικαστήριο οφείλει να διορίσει πραγματογνώμονες αν το ζητήσει κάποιος διάδικος και κρίνει πως χρειάζονται ειδικές γνώσεις επιστήμης ή τέχνης» (παρ. 2). Η χρησιμοποίηση στο μεταγλωττισμένο στη δημοτική κείμενο της τελευταίας αυτής διατάξεως της λέξεως “ειδικές” αντί της λέξεως “ιδιάζουσες” οφείλεται σε εσφαλμένη μεταγλώττιση από το κείμενο της καθαρεύουσας, στο οποίο χρησιμοποιείται η λέξη “ιδιάζουσα”. Έτσι ισχύει, σύμφωνα με το άρθρο 38 παρ. 3 εδ. τελευταίο του ν. 1406/1983, λόγω της νοηματικής διαφοράς που προκύπτει, το αρχικό κείμενο της διατάξεως που είναι διατυπωμένο στην καθαρεύουσα. Από τις εν λόγω διατάξεις προκύπτει ότι η συμπλήρωση των αποδείξεων με τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης εναπόκειται στην κυριαρχική και μη ελεγχόμενη αναιρετικά κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, το οποίο ελευθέρως εκτιμά την ανάγκη χρησιμοποιήσεως του αποδεικτικού αυτού μέσου, με εξαίρεση την περίπτωση κατά την οποία κάποιος από τους διαδίκους ζητήσει την διεξαγωγή πραγματογνωμοσύνης και το δικαστήριο κρίνει ότι χρειάζονται όχι απλώς “ειδικές” αλλά “ιδιάζουσες” γνώσεις επιστήμης ή τέχνης, οπότε οφείλει να διατάξει την διενέργεια πραγματογνωμοσύνης (ΑΠ 880/2010, ΑΠ 281/2010, ΑΠ 489/2010, όλες δημοσιευμένες στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, ο κανόνας του άρθρου 368 του ΚΠολΔ ισχύει και για τις υποθέσεις που υπάγονται στην ειδική διαδικασία των άρθρων 666, 667 και 670-676 του ΚΠολΔ, δυναμένου του δικαστηρίου και κατά τη διαδικασία αυτή να διατάξει δια της εκδόσεως παρεμπίπτουσας περί αποδείξεως αποφάσεως, τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, αν προκύψει ότι αυτή είναι αναγκαία, όχι κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση της υποθέσεως, οπότε θα εφαρμοστεί η διαδικασία του άρθρου 671 του ΚΠολΔ, αλλά αργότερα κατά την μελέτη της υπόθεσης, παρόλο που κατά την εν λόγω διαδικασία ισχύει ο κανόνας της απαγορεύσεως της εκδόσεως αποφάσεως περί αποδείξεως, ο οποίος, πλην άλλων περιπτώσεων, κάμπτεται και στην περίπτωση κατά την οποία υπάρχει ανάγκη διενεργείας πραγματογνωμοσύνης (ΕφΑθ 8291/2007, ΕλΔνη 2008, σ.529, ΕφΑθ 5271/1999, ΕλΔνη 1999, σ.1624, ΜΠρΑθ 85/1995, Αρμ 1995, σ.1325. Βλ επίσης, Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα, ερμηνεία ΚΠολΔ, υπό αρθρ. 671, παρ.14, Β. Βαθρακοκοίλη, ερμηνεία ΚΠολΔ, εκδ. 1995, υπό αρθρ. 671, παρ.49). Με την υπό κρίση αγωγή του ο ενάγων εκθέτει ότι, δυνάμει σύμβασης εξαρτημένης ναυτικής εργασίας ορισμένου χρόνου, διάρκειας 7 μηνών, που καταρτίστηκε στον Πειραιά στις 16-05-2012, μεταξύ αυτού και της δευτέρας των εναγομένων, η οποία τυγχάνει αντιπρόσωπος στην Ελλάδα της πρώτης εναγομένης αλλοδαπής εταιρείας, πλοιοκτήτριας του με ελληνική σημαία ποντοπόρου φορτηγού πλοίου «…[S13] », με αριθμό νηολογίου Πειραιά …[S14] , κ.ο.χ. 29357 και υπό Διεθνές Διακριτικό Σήμα SZHU, ναυτολογήθηκε αυθημερόν σε αυτό, με την ειδικότητα του Υποπλοιάρχου. Ότι είχε συμφωνηθεί να λαμβάνει κλειστό μηνιαίο μισθό ποσού 6.100 ευρώ πλέον τροφής παρεχομένης σε είδος και αποτιμώμενης σε 410,70 ευρώ μηνιαίως, κατά τα λοιπά δε η σύμβαση εργασίας του διεπόταν από την ισχύουσα Συλλογική Σύμβαση Εργασίας Πληρωμάτων Ποντοπόρων Φορτηγών Πλοίων 4500 τόνων (D.W) και άνω, καθώς και ότι η σύμβασή του και κάθε διαφορά από αυτήν θα διεπόταν από το Ελληνικό Δίκαιο. Ότι λόγω εργατικού ατυχήματος που έλαβε χώρα στις 17-05-2012, όπως ειδικότερα αναφέρει στην αγωγή του, τραυματίστηκε και στα δύο του πόδια και περισσότερο στο δεξί κάτω άκρο (γάμπα) και υπέστη βαρεία κάκωση κνημών άμφω, μετά δε από εξετάσεις στις 30-05-2012 και 31-05-2012 διαπιστώθηκε ότι έπασχε από πολλαπλές θρομβώσεις – θρομβοφλεβίτιδα 7 εκ. στο πίσω μέρος του γονάτου του δεξιού του ποδιού. Ότι εξαιτίας του ανωτέρω τραυματισμού του απολύθηκε και επέστρεψε στην Ελλάδα την 1-06-2012, εν συνεχεία δε, αφού εξετάσθηκε από σειρά ιατρών και υποβλήθηκε σε διάφορες εξετάσεις διαπιστώθηκε φλεβική θρόμβωση δεξιά και ότι έπασχε από οξεία ισχαιμία του δεξιού κάτω άκρου. Ότι υποβλήθηκε σε σειρά επεμβάσεων προς αποκατάσταση της βλάβης της υγείας του, πλην όμως υπήρξαν επιπλοκές που οδήγησαν σε επιδείνωση της κατάστασής του και ακρωτηριασμό της δεξιάς κνήμης κάτωθεν του γόνατος με αποτέλεσμα να έχει καταστεί πλήρως (ολικώς) και δια βίου ανίκανος για την άσκηση του ναυτικού επαγγέλματος, καθώς και κάθε άλλου κοινωνικά και οικονομικά ισοδύναμου επαγγέλματος. Με βάση τα ανωτέρω, ζητεί, με απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή, να υποχρεωθούν οι εναγόμενες, ευθυνόμενες εις ολόκληρον, να του καταβάλουν το συνολικό ποσό των 159.138,91 ευρώ για αποζημίωση λόγω της ολικής διαρκούς ανικανότητάς του προς εργασία, κατά το άρθρο 3 περ.1 του Κ.Ν.551/1915, μισθούς ασθενείας 4 μηνών, νοσήλια και εν γένει ιατροφαρμακευτικές δαπάνες, νομιμότοκα από την επίδοση της αγωγής μέχρι την ολοσχερή εξόφλησή του. Τέλος, ζητεί να καταδικαστούν οι εναγόμενες στα δικαστικά του έξοδα. Η αγωγή, με το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα, παραδεκτά φέρεται προς εκδίκαση στο Δικαστήριο αυτό, το οποίο διαθέτει διεθνή δικαιοδοσία προς εκδίκαση της υπό κρίση υπόθεσης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 18 παρ.2 και 19 παρ. 3, σε συνδυασμό με άρθρο 60 του Κανονισμού υπ’ αριθμ. 44/2001 (Βρυξέλλες Ι) «για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις», δεδομένου ότι στον Πειραιά βρίσκεται η πραγματική έδρα και η κύρια εγκατάσταση της επιχείρησης που προσέλαβε τον ενάγοντα, κατά τα κατωτέρω αναλυτικά αναφερόμενα. Περαιτέρω, είναι καθ’ ύλη και κατά τόπο αρμόδιο (άρθρα 7, 8, 9, 10, 12, 13, 14 παρ. 2, 16 περ. 2, 25§2 και 37 του Κ.Πoλ.Δ. και άρθρο 51 παρ.3Α του Ν.2.172/1993, λόγω του ναυτικού χαρακτήρα της διαφοράς) και η υπόθεση εισάγεται να δικαστεί κατά την αρμόζουσα ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών (άρθρο 663 επ. του Κ.Πολ.Δ., σε συνδυασμό με το άρθρο 82 του Κ.Ι.Ν.Δ.). Εξάλλου, στην κρινόμενη διαφορά, που έχει στοιχεία αλλοδαπότητας, εφαρμοστέο δίκαιο (lex causae) είναι το Ελληνικό ουσιαστικό δίκαιο, καθόσον δεν έχει γίνει εν προκειμένω επιλογή εφαρμοστέου δικαίου από τα μέρη και, σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ.2,3 και 4 του Κανονισμού 0593/2008 (ΡΩΜΗ Ι) «για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές», ο οποίος τυγχάνει εν προκειμένω εφαρμογής ως εκ του χρόνου κατάρτισης των ένδικων συμβάσεως ναυτικής εργασίας (μετά την 17.12.2009, κατ’ αρθρ. 28 του ως άνω Κανονισμού), από το σύνολο των εκτιθέμενων περιστάσεων προκύπτει ότι η ένδικη σύμβαση ναυτολόγησης ήταν συνδεδεμένη με την Ελλάδα, διότι κατά την αγωγή το ένδικο πλοίο «…[S15] » ήταν ελληνικής σημαίας και ελληνικών συμφερόντων, αφού η διαχείριση και η εκμετάλλευσή του γινόταν στην Ελλάδα από την δεύτερη, εκ των εναγομένων, εταιρεία, αντιπροσώπου της πρώτης εναγομένης, πλοιοκτήτριας και εργοδότριας του ενάγοντα, ο οποίος είναι Έλληνας ναυτικός. Περαιτέρω, η αγωγή είναι επαρκώς ορισμένη παρά τα αντιθέτως υποστηριζόμενα από τις εναγόμενες, καθόσον αναφέρονται σε αυτή τα απαραίτητα στοιχεία για το ορισμένο αυτής, ήτοι: α) η ύπαρξη σχέσης εξαρτημένης εργασίας κατά την εκτέλεση της οποίας επήλθε το ατύχημα, β) το είδος της εκτελούμενης εργασίας, γ) σαφής και λεπτομερής έκθεση των πραγματικών περιστατικών κάτω από τα οποία επήλθε το ατύχημα, δ) η σωματική βλάβη που υπέστη ο παθών από το ατύχημα και ε) οι συνολικές ετήσιες αποδοχές του παθόντα (Ντάσιος Εργατικό Δικονομικό Δίκαιο 1999, σελ. 696 επ), ενώ σαφώς αναφέρεται σε αυτήν ότι ο ενάγων έχει καταστεί πλήρως (ολικώς) και δια βίου ανίκανος για την άσκηση του ναυτικού επαγγέλματος, καθώς και κάθε άλλου κοινωνικά και οικονομικά ισοδύναμου επαγγέλματος (βλ. 5η και 6η σελίδα αγωγής). Τυγχάνει δε νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 340, 341, 345, 346, 361, 648 επ. ΑΚ, 176, 191 παρ. 2, 218, 907, 908 παρ. 1 περ. ε΄ Κ.Πολ.Δ., 53 επ., 84, 105 και 106 Κ.Ι.Ν.Δ., άρθρο 1§§ 1-2 Ν. 762/1978, 1, 2, 3, 4 και 7 Κ.Ν. 551/1915, όπως κωδικοποιήθηκε με το από 24-7/25-8-1920 Β.Δ. και ο οποίος διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα (άρ. 38 Εισ.Ν.Α.Κ.) και έχει εφαρμογή, κατά το άρθρο 66 του Κ.Ι.Ν.Δ., και επί ναυτικών ατυχημάτων, καθώς και της από 10-11-2010 Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, Πλοιάρχων Φορτηγών Πλοίων από 4500 TDW και άνω έτους 2010, που κυρώθηκε με τη με αριθμό 3525.1.1/01/2011 απόφαση του Υπουργού Θαλασσίων Υποθέσεων, Νήσων και Αλιείας (ΦΕΚ Β΄ 123/9-02-2011) με έναρξη ισχύος από 1-01-2010 και λήξη αντίστοιχα στις 31-12-2010 (βλ. άρθρο 3§2 της υπ’ αριθμ. 3525.1.1/01/2011 απόφαση του Υπουργού Θαλασσίων Υποθέσεων, Νήσων και Αλιείας). Επομένως, πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω η αγωγή, ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της, δεδομένου ότι δεν απαιτείται η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου, κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 15 του Κ.Ν. 551/1915 για το πρώτο κονδύλιο της αποζημίωσης για πλήρη (ολική) διαρκή ανικανότητα προς εργασία και αναφορικά με τα λοιπά κονδύλια, που αφορούν επιδίκαση μισθών ασθενείας, νοσηλίων και ιατροφαρμακευτικών δαπανών, έχει καταβληθεί το απαιτούμενο τέλος δικαστικού ενσήμου (βλ. το με αριθμό …[S16] διπλότυπο είσπραξης της Γ΄ Δ.Ο.Υ. Πειραιά), ενώ σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 61 παρ. 4 Ν. 4194/2013, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 7 παρ. 8β΄ Ν. 4205/2013 και ισχύει από 1-11-2013 σύμφωνα με τα άρθρα 165 παρ. 11 Ν. 4194/2013, όπως προστέθηκε με το άρθρο 7 παρ. 13δ΄Ν. 4205/2013, προσκομίστηκαν από τους διαδίκους τα οικεία γραμμάτια προκαταβολής εισφορών (βλ. το με αριθμό …[S17] γραμμάτιο του ΔΣΠ για τον ενάγοντα και το με αριθμό …[S18] γραμμάτιο του ΔΣΠ για τις εναγόμενες).
Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων του μάρτυρα απόδειξης Γ. Λ.[S19] και του μάρτυρα ανταπόδειξης Α. Μ.[S20] , που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο του παρόντος Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου αυτού, καθώς και της υπ’ αριθμ. …[S21] ενόρκου βεβαιώσεως του Β. Χ.[S22] ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιά Παναγιώτας συζ. Παντελή Βενίτη, της υπ’ αριθμ. …[S23] ενόρκου βεβαιώσεως του …[S24] ενώπιον του Συμβολαιογράφου Βόλου Ιωάννη Κονσούλα και της υπ’ αριθμ. 645/2016 ενόρκου βεβαιώσεως του Α. Μ.[S25] ενώπιον της Ειρηνοδίκου Πειραιά, που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι εναγόμενες, οι οποίες ελήφθησαν νόμιμα (αρθρ. 671 ΚΠολΔ), με επιμέλεια των εναγομένων ύστερα από προηγούμενη κλήτευση του αντιδίκου τους (βλ. τις με αριθμ. …[S26] και …[S27] εκθέσεις επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιά …[S28] , καθώς και τη με αριθμ. …[S29] έκθεση επίδοσης της Δικαστικής Επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Πειραιά …[S30] ), καθώς και των εγγράφων, τα οποία οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, είτε για να ληφθούν υπόψη ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για να χρησιμεύσουν ως δικαστικά τεκμήρια, για μερικά από τα οποία γίνεται ειδική αναφορά παρακάτω, χωρίς όμως να παραλειφθεί κανένα για την ουσιαστική διάγνωση της παρούσας διαφοράς, κατά την κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, το οποίο μπορεί να λάβει υπόψη του, κατά την προκείμενη διαδικασία, και αποδεικτικά μέσα που δεν πληρούν τους όρους του νόμου (άρθρο 671 § 1 ΚΠολΔ) και από όσα οι διάδικοι συνομολογούν, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει σύμβασης εξαρτημένης ναυτικής εργασίας ορισμένου χρόνου, διάρκειας 7 μηνών, που καταρτίστηκε στη Δουνκέρκη (Dunkirk) Γαλλίας στις 16-05-2012, μεταξύ του ενάγοντα και της δευτέρας των εναγομένων, η οποία τυγχάνει αντιπρόσωπος στην Ελλάδα της πρώτης εναγομένης αλλοδαπής εταιρείας, πλοιοκτήτριας του με ελληνική σημαία ποντοπόρου φορτηγού πλοίου «…[S31] », με αριθμό νηολογίου Πειραιά …[S32] , κ.ο.χ. 29357 και υπό Διεθνές Διακριτικό Σήμα SZHU, ο ενάγων ναυτολογήθηκε αυθημερόν σε αυτό, με την ειδικότητα του Υποπλοιάρχου, αντί κλειστού μηνιαίου μισθού ποσού 6.100 ευρώ, κατά τα λοιπά δε η σύμβαση εργασίας του διεπόταν από την ισχύουσα Συλλογική Σύμβαση Εργασίας Πληρωμάτων Ποντοπόρων Φορτηγών Πλοίων 4500 τόνων (D.W) και άνω. Το πλοίο απέπλευσε από τη Δουνκέρκη, κενό φορτίου με προορισμό το Άμστερνταμ Ολλανδίας. Στο λιμάνι αυτό έγινε έναρξη φόρτωσης, που διήρκησε μέχρι τις 20-05-2012, εν συνεχεία το πλοίο απέπλευσε για το λιμένα Nador Μαρόκου, όπου έφτασε στις 25-05-2012, ανέμενε δε για εκφόρτωση. Στις 27-05-2012 και ενώ το πλοίο βρισκόταν στο αγκυροβόλιο, ο ενάγων παραπονέθηκε στον Πλοίαρχο για πρήξιμο στην δεξιά κνήμη του. Επειδή το πρήξιμο συνεχιζόταν και είχε ελαφρύ πόνο, στις 30-05-2012 ο Πλοίαρχος παρέπεμψε τον ενάγοντα σε ιατρό, μέσω του πράκτορα του πλοίου. Συγκεκριμένα ο ενάγων επισκέφθηκε την πολυκλινική Al Wahda στις 30-05-2012 και 31-05-2012, όπου υποβλήθηκε σε κλινικό και εργαστηριακό έλεγχο, καθώς και σε υπερηχογράφημα Doppler φλεβών κάτω άκρων και διαπιστώθηκε ότι έπασχε από θρομβοφλεβίτιδα ιγνυακής φλέβας σε έκταση περίπου 7 εκ. Του χορηγήθηκε αντιθρομβολυτική φαρμακευτική αγωγή σε χάπια και συνεστήθη από τον ιατρό που τον εξέτασε η παλιννόστησή του, προκειμένου να συνεχίσει τη νοσηλεία του στην Ελλάδα. Πράγματι, την επομένη κιόλας ημέρα, ήτοι την 1-06-2012, ο ενάγων απολύθηκε στο λιμάνι του Nador λόγω ασθενείας (βλ. προσκομιζόμενο και επικαλούμενο από τον ενάγοντα αντίγραφο ναυτικού του φυλλαδίου) και επέστρεψε στην Ελλάδα. Μετά την επιστροφή του ο ενάγων υποβλήθηκε στις 7-06-2012 σε triplex φλεβών κάτω άκρων στη Βιοϊατρική Θ.[S33] , έκτοτε δε δεν αποδείχθηκε ότι υπεβλήθη σε κάποια εξέταση, ούτε ότι επισκέφθηκε κάποιον ιατρό έως τις 2-08-2012, οπότε εισήλθε στο «Ιατρικό Διαβαλκανικό Θ.[S34] » με διάγνωση «οξεία αρτηριακή απόφραξη δεξιάς ιγνιακής συνοδός φλεβικής θρόμβωσης δεξιά, θρομβοφιλία, παλαιά φλεβική θρόμβωση με συνοδό πνευμονικής εμβολής». Παρέμεινε νοσηλευόμενος έως τις 14-08-2012, οπότε εξήλθε, αφού υποβλήθηκε σε αγγειοπλαστική ιγνιακής και τριχασμού, ενώ απαιτήθηκε επανάληψη αγγειοπλαστικής οπίσθιας κνημιαίας και ιγνιακής δεξιά και σχάση πρόσθιου διαμερίσματος δεξιά. Εν συνεχεία, εισήχθη εκ νέου στο ανωτέρω νοσοκομείο στις 25-09-2012 λόγω αποστήματος πρόσθιου διαμερίσματος δεξιάς κνήμης, αφού δε έγινε διάνοιξη, αφαίρεση πρόσθιου χολιτήρος δεξιού άκρου ποδός και χειρουργικός καθαρισμός, εξήλθε στις 27-09-2012. Η κατάσταση της υγείας του όμως παρουσίασε επιδείνωση και στις 21-10-2012 εισήλθε για μία ακόμα φορά στο «Ιατρικό Διαβαλκανικό» νοσοκομείο Θ.[S35] με διάγνωση «μετατραυματική οξεία ισχαιμία δεξιού κάτω άκρου – θρόμβωση ιγνιακής κατιούσης δεξιά αγγειοπλασθείσας προ διμήνου», υπεβλήθη δε σε ακρωτηριασμό της δεξιάς κνήμης κάτωθεν του γόνατος. Εξήλθε του ανωτέρω νοσοκομείου στις 7-11-2012. Δέον να σημειωθεί ότι στην από 2-09-2012 ιατρική γνωμάτευση του αγγειοχειρουργού του Ιατρικού Διαβαλκανικού Νοσοκομείου Κωνσταντίνου Γκούβα, που προσκομίζει και επικαλείται ο ενάγων αναφέρεται επί λέξει ότι «Γνωματεύεται ότι ο ως άνω ασθενής, ετών 56, πάσχει από θρομβοφιλία – ομοκυστεινουρία και προσήλθε παρ’ ημίν προ διμήνου περίπου το πρώτον με παραμελημένη οξεία ισχαιμία δε κάτω άκρου επί εδάφους προηγηθείσης εν τω βάθει φλεβικής θρόμβωσης προ διμήνου αλλαχού (Μαρόκο) και για την οποία έκανε αγωγή με Sintrom. Στο γενόμενο κλινικοεργαστηριακό έλεγχο διαπιστώθηκε πλήρης απόφραξη της ιγνυακής αρτηρίας δεξιά χωρίς την ύπαρξη πελματιαίου τόξου και αριστερά ύπαρξη μόνο της περονιαίας αρτηρίας. Συγχρόνως διαπιστώθηκε η πρόσφατη φλεβική θρόμβωση δεξιά. Παρ’ όλη την παραμελημένη κατάσταση έγινε προσπάθεια επαναγγείωσης του δεξιού σκέλους, η οποία προς το παρόν απέδωσε μέχρι και τον ταρσό (κεροποίηση άκρου ποδός), ενώ η αγγειοπλαστική του αριστερού σκέλους απέβη επιτυχής μέχρι της ακροδακτυλίας. Ο ασθενής υπεβλήθη 48 ώρες πριν σε χειρουργικό καθαρισμό του προσθίου διαμερίσματος δεξιά, θα φέρει περονιαίο κηδεμόνα και θα αναμένεται επούλωση σταδιακά κατά β΄ σκοπό». Ο ενάγων ισχυρίζεται με την υπό κρίση αγωγή του ότι ο ανωτέρω ακρωτηριασμός του ήταν αποτέλεσμα τραυματισμού του, ο οποίος επήλθε στις 17-05-2012 κατά την εκτέλεση της εργασίας του και ενώ το πλοίο βρισκόταν εν πλω από τη Δουνκέρκη προς το Άμστερνταμ της Ολλανδίας. Ειδικότερα ότι κατά τον καθαρισμό τριών εκ των πέντε κυτών του πλοίου, καθ’ όν χρόνο κατέβαινε την εσωτερική σκάλα του κομοδεσίου του πλοίου, απώλεσε την ισορροπία του, πέφτοντας από ύψος δύο περίπου μέτρων, κατρακυλώντας στα σκαλοπάτια της σκάλας, με αποτέλεσμα να κτυπήσει με δύναμη σε αυτά (σκαλοπάτια) και στα δύο του πόδια και να υποστεί βαρεία κάκωση και των δύο κνημών του. Περαιτέρω, ισχυρίζεται ότι στις 18/19-05-2012 ενημέρωσε τον Πλοίαρχο για τον τραυματισμό του αυτό, πλην όμως ο ισχυρισμός του αυτός τυγχάνει απορριπτέος ως ουσία αβάσιμος, καθόσον αντικρούεται τόσο από την ένορκη βεβαίωση, όσο και την από 14-07-2012 έκθεση ένορκης εξέτασης ενώπιον της λιμενικής αρχής του Πλοιάρχου Β. Χ.[S36] , ο οποίος αναφέρει ότι το πρώτον ενημερώθηκε από τον ενάγοντα για πρήξιμο στη δεξιά κνήμη του στις 27-05-2012, κι ότι ουδέποτε του ανέφερε οτιδήποτε περί πτώσης του από σκάλα. Άλλωστε και ο ενάγων στην από 30-08-2012 ένορκη κατάθεσή του, αναφέρει ότι φεύγοντας από Άμστερνταμ συζήτησε με τον καπετάνιο το πρόβλημά του και ζήτησε να πάει στο γιατρό αμέσως μόλις έπιαναν λιμάνι στο Μαρόκο, δεδομένου δε ότι κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα το πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι του Άμστερνταμ στις 20-05-2012, αποδεικνύεται ότι ο ενάγων δεν ανέφερε το περιστατικό στον Πλοίαρχο στις 18/19-05-2012. Άλλωστε εάν πράγματι το είχε αναφέρει τότε, θα είχε επισκεφθεί γιατρό στο Άμστερνταμ, όσο παρέμενε εκεί το πλοίο και όχι στο Μαρόκο. Σημειωτέον δε ότι η πρώτη σχετική εγγραφή στο ημερολόγιο του πλοίου είναι στις 30-05-2012, όπου αναγράφεται ότι ο ενάγων μετέβη στον γιατρό για πρήξιμο και πόνο στην δεξιά κνήμη, ενώ υπάρχει μία ακόμα εγγραφή την ίδια ημέρα, όπου αναφέρεται ότι επέστρεψε από το γιατρό και διεγνώσθη θρομβοφλεβίτιδα, θα χρειαστούν δε περαιτέρω εξετάσεις. Επίσης στις 31-05-2012 αναφέρεται η επίσκεψή του στον γιατρό και ότι αυτός διέγνωσε θρομβοφλεβίτιδα και συνέστησε ο ενάγων να μην παραμείνει επί του πλοίου, αλλά να επιστρέψει στην Ελλάδα για θεραπεία (βλ. αντίγραφο ημερολογίου του πλοίου που προσκομίζουν μετ’ επικλήσεως οι εναγόμενες). Συνεπώς ουδεμία αναγραφή υπάρχει για το ατύχημα που ο ενάγων ισχυρίζεται πως είχε στις 17-05-2012, αν και αυτός ήταν υπεύθυνος για την τήρηση του ημερολογίου του πλοίου, σε περίπτωση δε αδυναμίας αυτού (που δεν αποδείχθηκε εν προκειμένω ότι υπήρχε) ο Πλοίαρχος του πλοίου. Οι εναγόμενες αρνούνται ότι ο ενάγων τραυματίσθηκε από πτώση στη σκάλα του πλοίου και ισχυρίζονται ότι η ασθένειά του δεν οφείλεται σε αιφνίδιο και απρόβλεπτο εξωτερικό γεγονός ξένο προς τον οργανισμό του, αλλά σε προϋπάρχουσα πάθησή του (παθολογικής φύσεως χρόνια πάθηση των φλεβών στα κάτω άκρα του ενάγοντα), η οποία εκδηλώθηκε, κάτω από συνθήκες σύμφυτες και προσιδιάζουσες στη φύση των καθηκόντων του, που ανέλαβε με την ναυτολόγησή του να εκτελέσει, ενώ αυτές (εναγόμενες) αγνοούσαν το πρόβλημα υγείας του και επομένως ο ακρωτηριασμός του δεξιού σκέλους του, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ότι είναι απότοκος εργατικού ατυχήματος, αφού δεν απεδείχθη κάποιο βίαιο συμβάν ή παροχή εργασίας σε εξαιρετικές έκτακτες και ανώμαλες συνθήκες (υπερωριακή απασχόληση, δυσμενείς κλιματολογικές συνθήκες κλπ) που επέφερε βλάβη, δεν είχε εκδηλώσει προγενέστερα κανένα σύμπτωμα και δεν είχε παραπονεθεί στον Πλοίαρχο παρά μόνον τρεις ημέρες πριν την παραπομπή του στο γιατρό, ώστε, να τύχει ειδικής φροντίδας. Περαιτέρω, ότι από το σύνολο των ιατρικών γνωματεύσεων προκύπτουν ιατρικά σφάλματα που εμφιλοχώρησαν στην αποθεραπεία του ενάγοντα, σε συνδυασμό δε με το γεγονός ότι ο ενάγων έτυχε νοσοκομειακής περίθαλψης μετά την πάροδο διμήνου από τον επαναπατρισμό του, αποκλείεται ο αιτιώδης σύνδεσμος της οποιαδήποτε ανικανότητάς του με τη σύμβαση εργασίας του επί του ένδικου πλοίου. Ενόψει των ανωτέρω, κατά τη μελέτη της υπόθεσης, μετά τη συζήτηση αυτής στο ακροατήριο, παρουσιάζονται κενά και αμφίβολα σημεία, διότι από το σύνολο του προσκομιζομένου ενώπιον του Δικαστηρίου αποδεικτικού υλικού, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας και τους κανόνες της λογικής, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως (336 παρ.4 ΚΠολΔ), το Δικαστήριο δεν μπορεί να αχθεί σε πλήρη δικανική πεποίθηση ως προς τα κρίσιμα και εντόνως αμφισβητούμενα ζητήματα: α) της ακριβούς αιτίας πρόκλησης της ως άνω βλάβης της υγείας του ενάγοντα, ήτοι εάν αυτή προήλθε από πτώση από ύψος (από κλίμακα) ή οφείλεται σε προϋπάρχουσα ασθένεια ή προδιάθεση εκδήλωσης ασθένειας πριν από τη ναυτολόγησή του και, σε θετική περίπτωση, περί του εάν αυτή υποτροπίασε ή παροξύνθηκε στο πλοίο, β) περί της φύσης της βλάβης που έχει υποστεί ο ενάγων και περί του εάν αυτή του προκάλεσε ανικανότητα προς άσκηση του ναυτικού επαγγέλματος ή κάθε άλλου ισοδυνάμου επαγγέλματος και αν ναι για πόσο χρόνο και σε τι ποσοστό, γ) περί του εάν η επελθούσα βλάβη της υγείας του ενάγοντα, επιδεινώθηκε εκ της μη αντιμετώπισής της άμεσα μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα και, σε περίπτωση θετικής απάντησης, σε τι βαθμό επηρέασε την κατάσταση της υγείας του ενάγοντα το ότι αυτός υπεβλήθη για πρώτη φορά σε νοσοκομειακή περίθαλψη στις 2.8.2012, ήτοι δύο μήνες μετά την απόλυσή του και την επιστροφή του στην Ελλάδα, δ) εάν ο ακρωτηριασμός του οφείλεται σε κάποιο ιατρικό σφάλμα, και, σε περίπτωση θετικής απάντησης σε ποιο χρονικό σημείο προέκυψε αυτό και ποια εκτιμάται ότι θα ήταν η κατάσταση της υγείας του ενάγοντα εάν δεν είχε μεσολαβήσει το σφάλμα αυτό και ε) εάν ο ενάγων προέβη σε ενέργειες που επιδείνωσαν την κατάσταση της υγείας του και σε καταφατική περίπτωση ποιες ήταν οι ενέργειες αυτές και πώς επέδρασαν στην εξέλιξη της υγείας του. Επομένως, ενόψει του ότι τα ανωτέρω ζητήματα απαιτούν, για να γίνουν αντιληπτά, ιδιάζουσες γνώσεις της επιστήμης της ιατρικής, το Δικαστήριο κρίνει αναγκαίο, για την πλήρη διακρίβωση και ορθή διάγνωση της διαφοράς, να διαταχθεί η διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, κατ’ αρθρ. 254 σε συνδυασμό με το άρθρο 368 ΚΠολΔ, κατά τα ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας οριζόμενα, κατά παραδοχή και του σχετικά προβαλλομένου ισχυρισμού των εναγομένων. Σημειωτέον ότι απορριπτέος ως μη νόμιμος τυγχάνει ο ισχυρισμός των εναγομένων ότι ο ΕΟΠΠΥ έχει καταβάλει τα νοσήλια και έχει υποκατασταθεί στη θέση του ενάγοντα, καθ’ όσον σύμφωνα με το άρθρο 29§5 Ν. 3918/2011 «5. Οι διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 10 του ν.δ. 4104/1960, καθώς και οι διατάξεις του β.δ. 226/23.2/21.3.1973 έχουν ανάλογη εφαρμογή και στον Ε.Ο.Π.Υ.Υ., όσον αφορά την υγειονομική περίθαλψη σε είδος, σε περίπτωση τροχαίου ατυχήματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ενιαίου Κανονισμού Παροχών Υγείας του Ε.Ο.Π.Υ.Υ.», κι επομένως εφόσον, εν προκειμένω, δεν πρόκειται για τροχαίο ατύχημα δεν υπάρχει υποκατάσταση του Ε.Ο.Π.Π.Υ. (οπότε δεν θα διαταχθεί από το παρόν Δικαστήριο να προσκομιστεί κατά την επαναλαμβανόμενη συζήτηση έγγραφο περί των ποσών που τυχόν έχουν καταβληθεί για λογαριασμό του ενάγοντα από τον Ε.Ο.Π.Π.Υ.). Σημειώνεται ότι δε θα περιληφθεί εν προκειμένω διάταξη περί δικαστικών εξόδων, ενόψει του ότι πρόκειται περί μη οριστικής απόφασης (191 παρ.1 ΚΠολΔ). Τέλος, τα προσκομιζόμενα και επικαλούμενα από τους διαδίκους έγγραφα και λοιπά αποδεικτικά μέσα, μεταξύ των οποίων και οι ένορκες βεβαιώσεις των εξετασθέντων μαρτύρων, θα συνεκτιμηθούν κατά την κατ’ επανάληψη συζήτηση, η οποία αποτελεί συνέχεια της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
-ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
-ΑΝΑΒΑΛΛΕΙ την έκδοση οριστικής απόφασης.
-ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο και τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης, επιμελεία του επιμελέστερου των διαδίκων.
-ΔΙΟΡΙΖΕΙ πραγματογνώμονα από το κατάλογο των πραγματογνωμόνων που τηρείται στο Πρωτοδικείο Αθηνών για τον σκοπό αυτό, καθόσον στον κατάλογο του Πρωτοδικείου Πειραιά δεν υπάρχει ιατρός με την ειδικότητα του αγγειοχειρουργού (άρθρα 371 και 372 ΚΠολΔ), τον Χ. Π.[S37] του Π.[S38] , ιατρό αγγειοχειρουργό με εξειδίκευση στις ενδαγγειακές τεχνικές, κάτοικο Α.[S39] ( Μ., ..), τηλ. …[S40] , ο οποίος, αφού δώσει το νόμιμο όρκο του ενώπιον της δικάζουσας Δικαστού ή του νόμιμου αναπληρωτή της εντός 15 ημερών από την επομένη της επίδοσης σε αυτόν της παρούσας αποφάσεως κατά την ημέρα και ώρα που θα ορισθεί από αυτόν στο κατάστημα του Πρωτοδικείου Πειραιά και, αφού προηγουμένως, αφενός λάβει γνώση όλων των έγγραφων στοιχείων της δικογραφίας που είναι χρήσιμα για τη διεξαγωγή της πραγματογνωμοσύνης και λάβει κάθε χρήσιμη διευκρίνιση ή πληροφορία από τους διαδίκους και αφετέρου πραγματοποιήσει ιατρική εξέταση του ενάγοντα, να γνωμοδοτήσει με πλήρως αιτιολογημένη έκθεση, την οποία θα καταθέσει στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού εντός προθεσμίας 30 ημερών από την επομένη της ημερομηνίας ορκίσεώς του για τα κάτωθι θέματα: α) της ακριβούς αιτίας πρόκλησης της ως άνω βλάβης της υγείας του ενάγοντα, ήτοι εάν αυτή προήλθε από πτώση από ύψος (από κλίμακα) ή οφείλεται σε προϋπάρχουσα ασθένεια ή προδιάθεση εκδήλωσης ασθένειας πριν από τη ναυτολόγησή του και, σε θετική περίπτωση, περί του εάν αυτή υποτροπίασε ή παροξύνθηκε στο πλοίο, β) περί της φύσης της βλάβης που έχει υποστεί ο ενάγων και περί του εάν αυτή του προκάλεσε ανικανότητα προς άσκηση του ναυτικού επαγγέλματος ή κάθε άλλου ισοδυνάμου επαγγέλματος και αν ναι για πόσο χρόνο και σε τι ποσοστό, γ) περί του εάν η επελθούσα βλάβη της υγείας του ενάγοντα, επιδεινώθηκε εκ της μη αντιμετώπισής της άμεσα μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα και, σε περίπτωση θετικής απάντησης, σε τι βαθμό επηρέασε την κατάσταση της υγείας του ενάγοντα το ότι αυτός υπεβλήθη για πρώτη φορά σε νοσοκομειακή περίθαλψη στις 2.8.2012, ήτοι δύο μήνες μετά την απόλυσή του και την επιστροφή του στην Ελλάδα, δ) εάν ο ακρωτηριασμός του οφείλεται σε κάποιο ιατρικό σφάλμα, και, σε περίπτωση θετικής απάντησης σε ποιο χρονικό σημείο προέκυψε αυτό και ποια εκτιμάται ότι θα ήταν η κατάσταση της υγείας του ενάγοντα εάν δεν είχε μεσολαβήσει το σφάλμα αυτό, ε) εάν ο ενάγων προέβη σε ενέργειες που επιδείνωσαν την κατάσταση της υγείας του και σε καταφατική περίπτωση ποιες ήταν οι ενέργειες αυτές και πώς επέδρασαν στην εξέλιξη της υγείας του και στ) οτιδήποτε κριθεί χρήσιμο από τον εν λόγω πραγματογνώμονα για την διασαφήνιση των θεμάτων που τίθενται στην προκειμένη διαφορά.
-ΚPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε, στον Πειραιά, στο ακροατήριό του, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στις Φεβρουαρίου 2017, χωρίς να είναι παρόντες οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ