Το δικαστήριο έκρινε ότι, ουδόλως αποδεικνύονται και κρίνονται αβάσιμα τα όσα υποστηρίζει ο εναγόμενος.
Με απόφαση που εξέδωσε το Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή που άσκησε ένας άνδρας κατά του ανιψιού του για βιαιοπραγία εις βάρος του σε ενοικιαζόμενα δωμάτια ιδιοκτησίας τους.
Αγωγή για βιαιοπραγία: Το χρονικό
Ο ενάγων την 18η Νοεμβρίου 2016 και περί ώρα 12.30, ευρισκόταν στα ενοικιαζόμενα διαμερίσματα που έχει από κοινού με τον αδερφό του και συγκεκριμένα στην ρεσεψιόν στον πρώτο όροφο. Ευρισκόμενος εκεί, αντίκρισε τον εναγόμενο, ανιψιό του, με τον οποίο έχουν παλαιότερες διαφορές αστικής φύσεως και ξεκίνησε μία λεκτική αντιπαράθεση μεταξύ τους.
Αποδείχθηκε, ότι ο εναγόμενος ανεβαίνοντας την εσωτερική σκάλα της επιχείρησης των ενοικιαζόμενων διαμερισμάτων, βρέθηκε μπροστά στον ενάγοντα και τον έσπρωξε με αποτέλεσμα ο τελευταίος να πέσει κάτω σπάζοντας τα γυαλιά οράσεως που φορούσε. Εν συνεχεία, και ενόσω προσπαθούσε να σηκωθεί ο ενάγων, ο εναγόμενος του έριξε γροθιά στον αριστερό του οφθαλμό, με αποτέλεσμα να τον τραυματίσει σε σημείο που ο ενάγων έβλεπε θολά.
Τα ως άνω αποδεικνύονται, όπως έκρινε το δικαστήριο, από τις ένορκες καταθέσεις των αυτοπτών μαρτύρων του ενάγοντος και συγκεκριμένα, από την κατάθεση της θείας του, η οποία καταθέτει ενόρκως ότι ήταν παρούσα την ημέρα του συμβάντος, περιγράφει με σαφήνεια το περιστατικό εκθέτοντας ότι ο εναγόμενος, στην αρχή επιτέθηκε λεκτικά στον ενάγοντα και κατευθύνθηκε εναντίον του, παρότι η ίδια προσπάθησε να τον εμποδίσει, ωστόσο δεν τα κατάφερε, με αποτέλεσμα ο εναγόμενος να σπρώξει τον ενάγοντα και εν συνεχεία να του ρίξει μία μπουνιά στον αριστερό του οφθαλμό.
Μάλιστα, καταθέτει ότι η ίδια πήρε τον ενάγοντα στο διαμέρισμά της μητέρας του τελευταίου για να λήξει το συμβάν, ενώ ο εναγόμενος πήγε στην μητέρα και την αδερφή του.
Τα ίδια αναφορικά με το επίδικο περιστατικό, καταθέτει και έτερος αυτόπτης μάρτυρας, ο οποίος διέμενε σε διαμέρισμα του ενάγοντος, στο κτήριο όπου έγινε το περιστατικό.
Το δικαστήριο έκρινε ότι, ουδόλως αποδεικνύονται και κρίνονται αβάσιμα τα όσα υποστηρίζει ο εναγόμενος, ότι δηλαδή ουδέποτε συνέβη το επίδικο περιστατικό και ότι ουδέποτε χειροδίκησε προς τον ενάγοντα καθώς την ημεροχρονολογία του επίδικου περιστατικού δεν βρισκόταν στο σημείο του συμβάντος.