Περίληψη
– Νομίμως, καταρχήν, η τριακονθήμερη προθεσμία ασκήσεως ενστάσεως ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής κινείται από την ημερομηνία της, κατά τα ως άνω, τοιχοκολλήσεως, τεκμαιρομένης από την ημερομηνία αυτή πλήρους γνώσεως του περιεχομένου της εκθέσεως αυτοψίας εκ μέρους οποιουδήποτε ενδιαφερομένου και, βεβαίως, εκ μέρους των ιδιοκτητών, νομέων, κατόχων και εργολάβων, οι οποίοι διατηρούν, κατά κοινή πείρα, εύλογο ενδιαφέρον για την οικοδομή και επιμελούνται της εκτελέσεως των οικοδομικών εργασιών αυτοπροσώπως ή μέσω εντεταλμένων, για το σκοπό αυτό, προσώπων. Ενόψει, όμως, του άρθρου 20 παρ. 1 του Συντάγματος και του άρθρου 6 της Ε.Σ.Δ.Α., που κατοχυρώνουν το δικαίωμα παροχής έννομης προστασίας, το οποίο δεν θα μπορούσε λυσιτελώς να ασκηθεί χωρίς την προηγούμενη άσκηση εμπρόθεσμης ένστασης λόγω του χαρακτήρα της τελευταίας ως ενδικοφανούς προσφυγής, το τεκμήριο αυτό κάμπτεται όχι μόνο σε περίπτωση ανωτέρας βίας, αλλά και σε περίπτωση, κατά την οποία ο ιδιοκτήτης, νομέας, κάτοχος ή εργολάβος της αυθαίρετης οικοδομής προβάλλει αιτιολογημένα και αποδεικνύει ότι ο ίδιος δεν έλαβε πλήρη γνώση του περιεχομένου της έκθεσης αυτοψίας λόγω των συντρεχουσών στη συγκεκριμένη περίπτωση συνθηκών, οι οποίες, δεν συγκροτούσαν μεν κατάσταση ανωτέρας βίας, καθιστούσαν, όμως, κατά κοινή πείρα, ιδιαιτέρως δυσχερή την πλήρη εκ μέρους του γνώση του περιεχομένου της έκθεσης, η οποία είχε τοιχοκολληθεί στην αυθαίρετη οικοδομή. Προκειμένου δε το δικαστήριο να εκφέρει κρίση ως προς το κατά πόσον στη συγκεκριμένη κάθε φορά περίπτωση ανατρέπεται το ως άνω τεκμήριο, συνεκτιμάται ο διαδραμών χρόνος από την τοιχοκόλληση της εκθέσεως μέχρι την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής σε σχέση με τις συνθήκες της συγκεκριμένης υπόθεσης, όπως ο τόπος κατοικίας ή διαμονής του ενδιαφερομένου σε σχέση με την τοποθεσία του ακινήτου και η δυνατότητα πρόσβασης σε αυτό καθώς και συντρέχουσες στο πρόσωπό του ειδικές υποκειμενικές καταστάσεις, οι οποίες εκτιμώνται κατά περίπτωση με βάση τα προσκομιζόμενα από τον ενδιαφερόμενο στοιχεία.
Mε την απόφαση της 2.3.2017 το ΕΔΔΑ έκρινε ότι η δοθείσα με την 3973/2008 απόφαση του Συμβουλίου της Επικράτειας ερμηνεία των διατάξεων των άρθρων 1 και 4 του π.δ. 267/1998, σύμφωνα με την οποία από την ημερομηνία τοιχοκόλλησης της σχετικής εκθέσεως αυτοψίας στο επίμαχο ακίνητο συνάγεται αμάχητο τεκμήριο γνώσεως του περιεχομένου της εκθέσεως αυτής, παρεμποδίζει υπερβολικά το δικαίωμα πρόσβασης του προσφεύγοντος σε δικαστήριο, κατά παραβίαση του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ. Αντιθέτως, το ΕΔΔΑ συμφωνεί με την προσέγγιση του μαχητού τεκμηρίου όχι μόνο σε περίπτωση ανωτέρας βίας, αλλά, επίσης, όταν ο ενδιαφερόμενος αποδεικνύει ότι δεν μπόρεσε να λάβει γνώση της έκθεσης αυτοψίας λόγω αντικειμενικών περιστάσεων που καθιστούσαν αδύνατη την εν λόγω γνώση, διότι με την προσέγγιση αυτή δίνεται η δυνατότητα να αποφευχθεί η υπερβολή ανελαστικότητα ενός συστήματος που βασίζεται σ’ ένα αμάχητο τεκμήριο και να ληφθεί υπόψη η πολυμορφία των καταστάσεων και των πραγματικών εμποδίων στη γνώση της έκθεσης αυτοψίας. Ενόψει των ανωτέρω, ο εξεταζόμενος ο λόγος, ο οποίος προβάλλεται παραδεκτώς, από την άποψη των οριζομένων στη διάταξη του άρθρου 12 του ν. 3900/2010, είναι βάσιμος, δεδομένου ότι, εν προκειμένω, μη νομίμως το δικάσαν την αίτηση ακυρώσεως δικαστήριο την απέρριψε κρίνοντας ότι το προβλεπόμενο στο άρθρο 4 παρ. 2 του π.δ. 267/1998 τεκμήριο γνώσεως του περιεχομένου της εκθέσεως αυτοψίας από την τοιχοκόλλησή της στο ακίνητο είναι αμάχητο, ενώ, κατά τα προεκτεθέντα, όφειλε, με βάση τα προσκομισθέντα από τον αιτούντα στοιχεία, να εξετάσει εάν οι προβληθέντες σε σχέση με τον χρόνο γνώσεως της εκθέσεως αυτοψίας ισχυρισμοί ήταν βάσιμοι και να εκφέρει κρίση ως προς το κατά πόσον στη συγκεκριμένη περίπτωση ανατρέπεται το ως άνω τεκμήριο. Με τα δεδομένα αυτά, η κρινόμενη έφεση πρέπει να γίνει δεκτή και να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη απόφαση, παρελκούσης ως αλυσιτελούς της εξετάσεως των λοιπών λόγων εφέσεως, στη συνέχεια δε πρέπει να εκδικασθεί, σύμφωνα με το άρθρο 64 του π.δ. 18/1989, η σχετική από 22.6.2010 αίτηση ακυρώσεως.
Λαμβανομένων υπόψη των προβληθέντων ισχυρισμών του δικαιοπαρόχου των εκκαλουσών ως προς τον επί δεκαπενταετία τόπο διαμονής του και την αδυναμία μετακινήσεώς του λόγω του προχωρημένου της ηλικίας του και της βεβαρυμμένης κατάστασής της υγείας του, νομίμως κρίθηκε από την Επιτροπή Κρίσεως Αυθαιρέτων (σιωπηρώς) παραδεκτή η άσκηση της σχετικής ενστάσεως (ενδικοφανούς προσφυγής), δεδομένου ότι, εν προκειμένω, λόγω των περιστάσεων, δεν προκύπτει γνώση του περιεχομένου της εκθέσεως αυτοψίας σε χρόνο προγενέστερο των 30 ημερών από την κατάθεση της ενστάσεως αυτής, επί της οποίας εκδόθηκε η προσβληθείσα με την αίτηση ακυρώσεως απόφαση της Επιτροπής Κρίσεως Αυθαιρέτων, η οποία, συνεπώς, ασκήθηκε εμπροθέσμως ενώ η σχετική αίτηση ακυρώσεως κατά της αποφάσεως αυτής ασκήθηκε με προφανές έννομο συμφέρον, εμπροθέσμως και εν γένει παραδεκτώς, είναι δε εξεταστέοι οι με αυτήν προβαλλόμενοι λόγοι.
Εν προκειμένω, ο αιτών με την σχετική ένσταση ενώπιον της Επιτροπής Κρίσεως Αυθαιρέτων, αμφισβητώντας τον χαρακτηρισμό του επιδίκου κτίσματος ως αυθαιρέτου, είχε προβάλει ειδικότερους ισχυρισμούς και είχε υποβάλει στοιχεία ως προς τον κρίσιμο χρόνο ανεγέρσεως του κτίσματος αυτού και τις επικαλούμενες από αυτόν επιδιορθώσεις και μικρές επισκευές στο εσωτερικό του, η δε Επιτροπή Κρίσεως Αυθαιρέτων όφειλε να εκφέρει ειδικώς αιτιολογημένη κρίση ως προς τα ζητήματα αυτά, λαμβάνοντας υπόψη τα υποβληθέντα ενώπιον της στοιχεία. Συνεπώς, για το λόγο αυτό, βασίμως προβαλλόμενο, η προσβαλλόμενη απόφασή της με την οποία απορρίφθηκε η σχετική ένσταση με την αιτιολογία ότι «δεν προκύπτει η παλαιότητα του κτίσματος», είναι πλημμελώς αιτιολογημένη και ακυρωτέα. Πρέπει, συνεπώς, να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση, να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη, η δε υπόθεση πρέπει να αναπεμφθεί στη Διοίκηση, προκειμένου να απαντηθούν αιτιολογημένα οι προβληθέντες με την ένσταση ειδικότεροι λόγοι και ισχυρισμοί, ενώ παρέλκει ως αλυσιτελής η εξέταση των λόγων ακυρώσεως των σχετικών με τα επιβληθέντα πρόστιμα.
Πρόεδρος: Π. Καρλή
Εισηγητής: Μ. Μπαμπίλη
Το πλήρες κείμενο της απόφασης θα αναρτηθεί αμέσως μετά την καθαρογραφή του από το Δικαστήριο.