Περίληψη
– Οι περιορισμοί που ερείδονται αποκλειστικά στο άρθρο 24 του Συντάγματος και μπορούν, καταρχήν, να έχουν ευρύτερο περιεχόμενο από τους γενικούς περιορισμούς της ιδιοκτησίας κατά το άρθρο 17 του Συντάγματος, δημιουργούν υποχρέωση αποζημίωσης του θιγόμενου ιδιοκτήτη κατά το άρθρο 24 παρ. 6 του Συντάγματος, όταν δεσμεύουν ουσιωδώς την ιδιοκτησία κατά τον προορισμό της χάριν της προστασίας του πολιτιστικού περιβάλλοντος. Και ναι μεν προβλέπεται από την τελευταία συνταγματική διάταξη η έκδοση ειδικού νόμου, ο οποίος θα καθορίσει, μεταξύ άλλων, τον τρόπο και το είδος της αποζημίωσης, που μπορεί να διαφέρει από τα οριζόμενα στο άρθρο 17 του Συντάγματος, αλλά, και όταν δεν υπάρχει σχετική νομοθετική ρύθμιση, γεννάται ευθεία από το Σύνταγμα υποχρέωση της Διοίκησης να εξασφαλίζει διηνεκώς την προστασία του μνημείου και, παραλλήλως, να αποζημιώνει τον πληττόμενο ιδιοκτήτη. Πράγματι, το άρθρο 24 παρ. 6 του Συντάγματος καθορίζει τόσο την ανάγκη της χωρίς χρονικούς περιορισμούς προστασίας του εννόμου αγαθού του πολιτιστικού περιβάλλοντος, όσο και την αποζημίωση ως αντιστάθμισμα της επερχόμενης βλάβης στον ιδιοκτήτη, καταλείποντας στον κοινό νομοθέτη την ευχέρεια να προσδιορίσει τη διοικητική διαδικασία καθορισμού της αποζημίωσης, υπό τον έλεγχο του αρμόδιου διοικητικού δικαστηρίου, καθώς και το είδος της αποζημίωσης, ως χρηματικής ή άλλης μορφής. Εξάλλου, σύμφωνα με τις προστατευτικές της ιδιοκτησίας διατάζεις του άρθρου 17 του Συντάγματος και του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, μόνο το γεγονός ότι το δεσμευόμενο ακίνητο βρίσκεται σε περιοχή εκτός σχεδίου πόλεως δεν δημιουργεί, σε σχέση με την αναγνώριση αξίωσης προς αποζημίωση, αμάχητο τεκμήριο ότι η κατά προορισμό χρήση του περιορίζεται στην αγροτική, κτηνοτροφική ή δασοπονική εκμετάλλευση. Δεν αποκλείεται δε και στην περίπτωση αυτή, εφόσον η οικιστική εκμετάλλευση του ακινήτου ήταν επιτρεπτή κατά τους όρους του νομοθετικού καθεστώτος που εγκύρως ίσχυε στην περιοχή πριν από την επιβολή απαγορεύσεων δόμησης για λόγους προστασίας του πολιτιστικού περιβάλλοντος, να ανακύπτει υπό τις ιδιαίτερες περιστάσεις που συντρέχουν σε συγκεκριμένη υπόθεση, υποχρέωση προς αποζημίωση λόγω των απαγορεύσεων αυτών.
Ο χαρακτηρισμός ιδιωτικής έκτασης ως αρχαιολογικού χώρου ή η ύπαρξη εντός ή πλησίον αυτής αρχαίων μνημείων, χωρίς να κινηθεί εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος η διαδικασία απαλλοτρίωσης της έκτασης, δεν γεννά, κατ’ αρχήν, υποχρέωση της Διοίκησης είτε να άρει τη δέσμευση της ιδιοκτησίας είτε να την απαλλοτριώσει είτε να προβεί σε απ’ ευθείας εξαγορά της, αλλά μόνον υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης, σε περίπτωση ουσιώδους, κατά τις περιστάσεις, περιορισμού ή στέρησης της κατά προορισμό χρήσης της ιδιοκτησίας. Υποχρέωση απαλλοτρίωσης γεννάται, κατ’ εξαίρεση, στην περίπτωση που το ακίνητο ευρίσκεται εντός ζώνης απολύτου προστασίας και εντός αυτού υπάρχουν ορατά υπολείμματα αρχαίων μνημείων ή μνημεία που αποκαλύπτονται μετά από ανασκαφική έρευνα, όπως και όταν επέρχεται ουσιώδης περιορισμός ή αναιρείται η κατά προορισμόν χρήση ακινήτου που ευρίσκεται εντός των ορίων ζώνης απολύτου προστασίας κηρυγμένου αρχαιολογικού χώρου.
Η ίδια υποχρέωση γεννάται και στην περίπτωση που εγκρίνεται καταβολή αποζημίωσης που προσεγγίζει την αξία του ακινήτου, αποζημίωση με κάποιον από τους εναλλακτικούς τρόπους που προβλέπονται στις ανωτέρω διατάξεις (απαλλοτρίωση, εξαγορά, χρηματική αποζημίωση) δεν οφείλεται σε κάθε περίπτωση επιβολής μέτρων προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς που έχουν ως αποτέλεσμα να περιορίζεται η ιδιοκτησία, αλλά απαιτείται ο περιορισμός αυτός να είναι ουσιώδης σε σχέση με τις δυνατότητες εκμετάλλευσης του ακινήτου κατά τον προορισμό του, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις και το πολεοδομικό καθεστώς της περιοχής, και στην αίτηση του ιδιοκτήτη προς τη Διοίκηση να προσδιορίζεται, με συγκεκριμένα στοιχεία, η ζημία που, κατά την εκτίμησή του, αυτός υφίσταται λόγω του περιορισμού, ώστε να δύναται να κριθεί αν η ζημία αυτή είναι ουσιώδης, δηλαδή υπερβαίνει το εύλογο μέτρο, πέραν του οποίου ανακύπτει υποχρέωση αποζημίωσης με έναν από τους προαναφερθέντες τρόπους.
Ο προσδιορισμός δε του ύψους της ζημίας Με το υποβαλλόμενο αίτημα είναι απαραίτητος σε κάθε περίπτωση, δηλαδή όχι μόνο για να κριθεί στη συνέχεια αν οφείλεται χρηματική αποζημίωση και ποιου ύψους, αλλά και αν συντρέχει λόγος αναγκαστικής απαλλοτρίωσης ή εξαγοράς του ακινήτου, αφού, όπως αναφέρθηκε αμέσως προηγουμένως, υποχρέωση απαλλοτρίωσης ακινήτου θιγομένου από μέτρα υπέρ του πολιτιστικού περιβάλλοντος ανακύπτει στις περιπτώσεις των άρθρων 13 παρ. 3, 17 παρ. 2 και 19 παρ. 7 του ν. 3028/2002. H αίτηση ιδιοκτήτη ακινήτου που υποστηρίζει ότι έχει υποστεί ουσιώδη δέσμευση του ακινήτου του, λόγω περιορισμών της αρχαιολογικής νομοθεσίας, πρέπει κατ’ ελάχιστον να περιέχει τα εξής στοιχεία: α) Την κατά προορισμό χρήση του ακινήτου, τη δυνατότητα εκμετάλλευσής του και τους περιορισμούς δόμησης που ισχύουν τόσο κατά τον χρόνο κτήσης του όσο και κατά τον χρόνο επιβολής των εν λόγω περιορισμών, όπως επίσης και τις επιτρεπόμενες, μετά την επιβολή των περιορισμών, χρήσεις του ακινήτου, β) Την τυχόν προηγουμένως ρητώς εκφρασθείσα ή προκύπτουσα βούληση του ιδιοκτήτη για εκμετάλλευση του ακινήτου καθ’ ορισμένο τρόπο, δυναμένη, μάλιστα, να συναχθεί και από τη χρήση αυτού κατά το προγενέστερο της υποβολής της αίτησής του χρονικό διάστημα, γ) Την εν γένει συμπεριφορά της Διοίκησης και, συγκεκριμένα, την κατόπιν ενεργειών της δημιουργία εύλογης προσδοκίας στον ιδιοκτήτη ότι μπορεί να εκμεταλλευθεί το βαρυνόμενο ακίνητο καθ’ ορισμένο τρόπο, καθώς και δ) Εκτίμηση της αξίας του ακινήτου πριν και μετά την επιβολή του περιορισμού. Πρόσφορα, εξάλλου, στοιχεία για την απόδειξη των ισχυρισμών αυτών είναι οι τίτλοι ιδιοκτησίας του ακινήτου και η περιλαμβανόμενη σε αυτούς περιγραφή της μορφής και της φύσης του ακινήτου, σχετικά τοπογραφικά διαγράμματα, μέσω των οποίων προσδιορίζεται επαρκώς η θέση του ακινήτου, ιδίως, εν σχέσει με τα αρχαία μνημεία, τον αρχαιολογικό χώρο και με παρακείμενους οικισμούς ή άλλες περιοχές ανάπτυξης οικονομικών εν γένει δραστηριοτήτων και, τέλος, στοιχεία εκτίμησης της αντικειμενικής και της εμπορικής αξίας του δεσμευόμενου ακινήτου.
H αιτούσα προσδιόρισε επαρκώς την θέση των ακινήτων, εξέθεσε δε, κατά βάση, το νομικό και πολεοδομικό καθεστώς της περιοχής, όπως, κατά τα ανωτέρω εξελίχθηκε, με την θέσπιση, εν τέλει, περιορισμών που άγουν σε ουσιώδη στέρηση της χρήσης του ακινήτου, και παρέθεσε ενδεικτικές, πάντως, εκτιμήσεις ως προς την αξία των ακινήτων πριν και μετά την επιβολή των κρίσιμων περιορισμών. Ειδικότερα, το γεγονός ότι τα ακίνητα βρίσκονται σε περιοχή εκτός σχεδίου πόλεως δεν δημιουργεί αμάχητο τεκμήριο ότι η κατά προορισμό χρήση τους περιορίζεται στην αγροτική, κτηνοτροφική ή δασοπονική εκμετάλλευση, ούτε αποκλείεται να ανακύψει, υπό τις ιδιαίτερες περιστάσεις, υποχρέωση προς αποζημίωση, λόγω υπέρμετρης δέσμευσης της ιδιοκτησίας, εάν η οικιστική εκμετάλλευση των ακινήτων ήταν προηγουμένως επιτρεπτή. Στην προκειμένη δε περίπτωση, η Διοίκηση δεν αμφισβητεί ότι τα ακίνητα μπορούσαν (π.χ. από πλευράς αρτιότητας, ύπαρξης προσώπου σε κοινόχρηστο χώρο, έλλειψης περιορισμών της δασικής νομοθεσίας κ.ο.κ.) να οικοδομηθούν, κατά τους όρους της εκτός σχεδίου δόμησης που ίσχυαν στην περιοχή πριν από την θέσπιση του π.δ. της 20ης.3.2003, έστω κατόπιν αδείας της αρχαιολογικής υπηρεσίας. Εξάλλου, η αιτούσα είχε εκθέσει ενώπιον της Διοίκησης, ότι σκοπός απόκτησης των ακινήτων συνίστατο, προεχόντως, στην οικιστική τους αξιοποίηση μέσω της κατασκευαστικής-τεχνικής εταιρείας που ανήκε στον πατέρα της και ήδη στην ίδια και στην αδελφή της. Συνεπώς, η απόρριψη του αιτήματος της, με την αιτιολογία ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις ουσιώδους περιορισμού της κατά προορισμό χρήσης των αγροτεμαχίων της ιδιοκτησίας της, παρίσταται μη νόμιμη και ακυρωτέα. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση, με την οποία απορρίφθηκε σιωπηρώς μεν το αίτημα απαλλοτρίωσης ή ανταλλαγής των ακινήτων ή καταβολής χρηματικής αποζημίωσης για την στέρηση της χρήσης τους, εν συνεχεία δε ρητώς, ως προς το σκέλος της χρηματικής αποζημίωσης, πρέπει να γίνει δεκτή, όπως βασίμως, προβάλλεται, και να ακυρωθούν οι πράξεις αυτές. Επανερχόμενη δε η Διοίκηση επί του αιτήματος, οφείλει να επιλέξει, σύμφωνα με το σύστημα κριτηρίων του ν. 3028/2002, τον προσφορότερο τρόπο αποζημίωσης (χρηματικής ή άλλης μορφής) της αιτούσας για την ουσιώδη στέρηση της χρήσης της ιδιοκτησίας της, συνεκτιμώντας, μεταξύ άλλων, την ανάγκη προστασίας του αρχαιολογικού χώρου της Χερσονήσου της Κορώνης.
Πρόεδρος: Π. Καρλή
Εισηγητής: Αν. Σκούφαλος
Το πλήρες κείμενο της απόφασης θα αναρτηθεί αμέσως μετά την καθαρογραφή του από το Δικαστήριο.