Ο περιορισμός ή η πλήρης εξάλειψη της κύριας οφειλής φυσικού προσώπου, ως αποτέλεσμα δικαστικού συμβιβασμού, μεταξύ αυτού και των πιστωτών, κατ’ άρθρο 7 παρ. 2 του ν. 3869/2010 ή, σε περίπτωση αποτυχίας του, ως συνέπεια ρύθμισης με δικαστική απόφαση, κατ’ άρθρα 8 και 11 του ίδιου νόμου, δεν επιφέρει αντίστοιχα περιορισμό ή εξάλειψη της εγγυητικής ευθύνης του Ελληνικού Δημοσίου για την οφειλή αυτή έναντι των πιστωτών.
Αριθμός 3/2023
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΕ ΠΛΗΡΗ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Μαρία Γεωργίου, Πρόεδρο του Αρείου Πάγου, Νικόλαο Πιπιλίγκα, Γεώργιο Χριστοδούλου, Ελένη Φραγκάκη, Ζαμπέττα Στράτα, Μαρία Μουλιανιτάκη, Μαριάνθη Παγουτέλη και Μυρσίνη Παπαχίου, Αντιπροέδρους του Αρείου Πάγου, Βασίλειο Μαχαίρα, Αικατερίνη Κρυσταλλίδου, Αικατερίνη Βλάχου – εισηγήτρια, Μαρία Λεπενιώτη, Ιωάννα Κλάπα – Χριστοδουλέα, Χρήστο Κατσιάνη, Ασημίνα Υφαντή, Ιωάννη Δουρουκλάκη, Μαρία Κουφούδη, Γεώργιο Καλαμαρίδη, Σοφία Οικονόμου, Δημήτριο Τράγκα, Κωστούλα Πρίγγουρη, Κανέλλα Τζαβέλλα – Δημαρά, Διονύσιο Παλλαδινό, Αθανάσιο Θεοφάνη, Αθανάσιο Τσουλό, Αγάπη Τζουλιαδάκη, Γεώργιο Αυγέρη, Ασπασία Μεσσηνιάτη – Γρυπάρη, Αλεξάνδρα Αποστολάκη, Μαρία Σιμιτσή – Βετούλα, Βρυσηίδα Θωμάτου, Αριστείδη Βαγγελάτο, Ελευθέριο Σισμανίδη, Σπυρίδωνα Κουτσοχρήστο, Ελένη Χροναίου, Αγαθή Δερέ, Κλεόβουλο – Δημήτριο Κοκκορό, Χριστίνα – Ζαφειρία Γαβριηλίδου, Τριανταφύλλη Δρακοπούλου, Γεώργιο Σχοινοχωρίτη, Ευτύχιο Νικόπουλο, Γεώργιο Παπαγεωργίου, Χρυσούλα Πλατιά, Μαλαματένια Κουράκου, Βαρβάρα Πάπαρη, Παναγιώτα Γκουδή – Νινέ, Φώτιο Μουζάκη, Ελπίδα Σιμιτοπούλου, Αικατερίνη Χονδρορίζου, Λεωνίδα Χατζησταύρου και Ευαγγελία Γιακουμάτου, Αρεοπαγίτες, (κωλυομένων των λοιπών δικαστών της σύνθεσης).
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 16 Φεβρουαρίου 2023, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημητρίου Ασπρογέρακα (κωλυομένου του Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου) και της Γραμματέως Aγγελικής Ανυφαντή για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Της καλούσας – αιτούσας – ενάγουσας: ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία “ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.” που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα Εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους της Γεώργιο Τριανταφυλλάκη και Σπυρίδωνα Τσαντίνη, οι οποίοι κατέθεσαν προτάσεις.
Του καθ’ ου η κλήση – καθ’ ου η αίτηση – εναγομένου: Ελληνικού Δημοσίου, νομίμως εκπροσωπούμενου από τον Υπουργό Οικονομικών που κατοικοεδρεύει στην Αθήνα. Εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του Βασιλική Τύρου, Νομική Σύμβουλο του Κράτους, η οποία κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 10-3-2022 αγωγή της αιτούσας και ήδη καλούσας ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (με γενικό αριθμό κατάθεσης ./2022 και αριθμό κατάθεσης δικογράφου ./2022), η οποία εκκρεμεί.
Με την από 8-4-2022 αίτηση προς την Τριμελή Επιτροπή του Αρείου Πάγου κατά το άρθρο 20Α του Κ.Πολ.Δ., η αιτούσα ζήτησε να εισαχθεί στην πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου η ανωτέρω αγωγή διότι με αυτή τίθεται ζήτημα γενικότερου ενδιαφέροντος, το οποίο έχει συνέπειες για ευρύτερο κύκλο προσώπων.
Με την με αριθμό 2/2022 πράξη της Επιτροπής του άρθρου 20Α του Κ.Πολ.Δ. διατάχθηκε να εισαχθεί στην Πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου η ως άνω εκκρεμής αίτηση προκειμένου να επιλυθεί το τιθέμενο, με αυτή, νομικό ζήτημα του περιορισμού ή εξάλειψης ή μη της εγγυητικής ευθύνης του Ελληνικού Δημοσίου σε περίπτωση περιορισμού ή πλήρους εξάλειψης της κύριας οφειλής, ως αποτέλεσμα δικαστικού συμβιβασμού, μεταξύ του αιτούντος φυσικού προσώπου και των πιστωτών, κατ’ άρθρο 7 παρ. 2 ν. 3869/2010 ή σε περίπτωση αποτυχίας του, ως συνέπεια ρύθμισης με δικαστική απόφαση, κατ’ άρθρα 8 και 10 του ίδιου νόμου. Κατόπιν αυτής της πράξης η υπόθεση φέρεται προς συζήτηση στην Πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου με την από 19-9-2022 κλήση της καλούσας – ενάγουσας.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Οι πληρεξούσιοι των διαδίκων, αφού έλαβαν τον λόγο από την Πρόεδρο, ανέπτυξαν και προφορικά τους σχετικούς ισχυρισμούς τους, οι οποίοι αναφέρονται και στις προτάσεις τους, ζήτησαν οι μεν της αιτούσας την παραδοχή της αίτησης, η δε του καθ’ ου η αίτηση την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη του. O Εισαγγελέας, αφού έλαβε τον λόγο από την Πρόεδρο, πρότεινε το δικαστήριο να αποφανθεί ότι η εγγυητική ευθύνη του Ελληνικού Δημοσίου έναντι των πιστωτών του υφίσταται ακέραιη σε περίπτωση περιορισμού ή πλήρους εξάλειψης της κύριας οφειλής ως αποτέλεσμα δικαστικού συμβιβασμού μεταξύ του αιτούντος φυσικού προσώπου και των πιστωτών, κατ’ άρθρο 7 παράγραφος 2 Ν.3869/2010 ή σε περίπτωση αποτυχίας του, ως συνέπεια ρύθμισης με δικαστική απόφαση, κατ’ άρθρα 8 και 11 του ίδιου νόμου.
Κατά την 27η Απριλίου 2023, ημέρα που συγκροτήθηκε το δικαστήριο αυτό προκειμένου να διασκεφθεί για την ανωτέρω υπόθεση, ήταν απόντες οι Αρεοπαγίτες Μαρία Λεπενιώτη, Ιωάννα Κλάπα – Χριστοδουλέα, Χρήστος Κατσιάνης, Ασημίνα Υφαντή, Ιωάννης Δουρουκλάκης, Μαρία Κουφούδη, Γεώργιος Καλαμαρίδης, Σοφία Οικονόμου, Κωστούλα Πρίγγουρη, Κανέλλα Τζαβέλλα – Δημαρά, Αθανάσιος Τσουλός, Βρυσηίδα Θωμάτου, Γεώργιος Σχοινοχωρίτης, Ευτύχιος Νικόπουλος, Γεώργιος Παπαγεωργίου, Παναγιώτα Γκουδή – Νινέ, Φώτιος Μουζάκης και Αικατερίνη Χονδρορίζου, οι οποίοι είχαν δηλώσει κώλυμα αρμοδίως. Παρά ταύτα, παρισταμένων, πλην αυτών, πλέον των είκοσι εννέα (29) μελών εκ των συμμετασχόντων στη συζήτηση της υπόθεσης, κατ’ άρθρο 27 παρ.2 του ν. 4938/2022, το Δικαστήριο είχε την εκ του νόμου απαρτία για να διασκεφθεί.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Mε την από 19-9-2022 (αριθμ. εκθ. καταθ. ./2022) κλήση της αιτούσας, ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία “ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ”, εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον της πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, μετά την έκδοση της υπ’ αριθμ. 2/20-6-2022 Πράξης της Τριμελούς Επιτροπής του Αρείου Πάγου (άρθρου 20 Α του ΚΠολΔ), η οποία, κατ’ άρθρο 20 Α παρ. 3 του ΚΠολΔ, αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του Αρείου Πάγου στις 21-6-2022 και δημοσιεύθηκε στις ημερήσιες αθηναϊκές εφημερίδες “…” και “…”, στα φύλλα ./30-6-2022 και ./30-6-2022 αντίστοιχα, η από 10-3-2022 (αριθμ. εκθ. καταθ. ./2022) εκκρεμής ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών αγωγή αυτής κατά του καθού Ελληνικού Δημοσίου, προκειμένου να επιλυθεί, ως νέο, δυσχερές και με συνέπειες για ευρύτερο κύκλο προσώπων, το τιθέμενο με αυτή νομικό ζήτημα του περιορισμού ή εξάλειψης ή μη της εγγυητικής ευθύνης του Ελληνικού Δημοσίου σε περίπτωση περιορισμού ή πλήρους εξάλειψης της κύριας οφειλής, ως αποτέλεσμα δικαστικού συμβιβασμού, μεταξύ του αιτούντος φυσικού προσώπου και των πιστωτών, κατ’ άρθρο 7 παρ. 2 του ν. 3869/2010 ή σε περίπτωση αποτυχίας του, ως συνέπεια ρύθμισης με δικαστική απόφαση, κατ’ άρθρα 8 και 11 του ίδιου νόμου. Κατά τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 1 εδ. α’ περ. ββ, 5 παρ. 1 και 2 εδ. α’ και 11 παρ. 1 του ν. 2322/1995 “Παροχή της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου για τη χορήγηση δανείων και πιστώσεων και άλλες διατάξεις” (ΦΕΚ Α’ 143/12-7-1995), όπως ίσχυαν πριν την κατάργησή τους με το άρθρο 106 παρ. 1 του ν. 4549/2018 “Διατάξεις για την ολοκλήρωση της Συμφωνίας Δημοσιονομικών Στόχων και Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων-Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2019-2022 και λοιπές διατάξεις” (ΦΕΚ Α’ 105/14-6-2018), “Επιτρέπεται στον Υπουργό Οικονομικών να παρέχει με απόφασή του, που εκδίδεται μετά από σύμφωνη γνώμη Τριμελούς Διυπουργικής Επιτροπής που συνιστάται με τις διατάξεις του άρθρου 5 του παρόντος νόμου, την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου σε ημεδαπές ή αλλοδαπές τράπεζες, ημεδαπούς ή αλλοδαπούς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς ή οίκους, ημεδαπούς ή αλλοδαπούς τεχνικούς οίκους, ημεδαπές ή αλλοδαπές εταιρίες χρηματοδοτικής μίσθωσης και εταιρίες γενικά, στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο και Οργανισμούς Δημοσίου Δικαίου, καθώς και σε ξένες Κυβερνήσεις: α. Για την κάλυψη δανείων, εγγυητικών επιστολών και πιστώσεων που χορηγούν προς: αα…ββ. Ομάδες φυσικών προσώπων ή βιώσιμων ιδιωτικών επιχειρήσεων και επαγγελματιών, για την προώθηση τη οικονομικής ανάπτυξης περιοχών στις οποίες το βιοτικό επίπεδο είναι ασυνήθως χαμηλό ή στις οποίες επικρατεί σοβαρή υποαπασχόληση, καθώς και για την προώθηση της ανάπτυξης ορισμένων κλάδων και δραστηριοτήτων (άρθρο 1 παρ. 1 εδ. α περ. ββ). Συνιστάται Τριμελής Διυπουργική Επιτροπή από τους Υπουργούς Εθνικής Οικονομίας, Οικονομικών και τον Υπουργό που εποπτεύει τον υπό δανειοδότηση ή πιστοδότηση φορέα. Η Επιτροπή: α. Εξετάζει τα θέματα χορήγησης δανείων, εγγυητικών επιστολών και πιστώσεων με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, αξιολογεί τη σκοπιμότητα παροχής της από οικονομικής και κοινωνικής πλευράς στα πλαίσια των αποφάσεων του Υπουργικού Συμβουλίου, της Κυβερνητικής Επιτροπής και γενικά στα πλαίσια της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής και αποφασίζει ομόφωνα για την παροχή της σύμφωνης γνώμης στον Υπουργό Οικονομικών (άρθρο 5 παρ. 1 και 2 εδ. α’). Το Ελληνικό Δημόσιο, ως εγγυητής, προβαίνει σε εξόφληση των υποχρεώσεών του που απορρέουν από την κατάπτωση των εγγυήσεων που έχει παράσχει μετά από προηγούμενη βεβαίωση, ως εσόδων του, των σχετικών ποσών στις αρμόδιες Δημόσιες Οικονομικές Υπηρεσίες (Δ.Ο.Υ.) και με βάση τα δικαιολογητικά που καθιστούν δυνατή τη βεβαίωση και την πλήρη υποκατάστασή του στα δικαιώματα του πιστωτικού ιδρύματος ή άλλου φορέα που χορήγησε το δάνειο, την εγγυητική επιστολή ή την πίστωση γενικά, τόσο κατά των πρωτοφειλετών όσο και κατά των εγγυητών και λοιπών συνυπόχρεων (άρθρο 11 παρ. 1). Μετά την κατάργηση των προαναφερθεισών διατάξεων με το άρθρο 106 του ν. 4549/2018, το ζήτημα της παροχής εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου προς ημεδαπά ή αλλοδαπά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, οργανισμούς ή κοινοπραξίες αυτών και οργανισμούς δημοσίου δικαίου για δάνεια, εγγυητικές επιστολές, αντεγγυήσεις, πιστώσεις και κάθε άλλο χρηματοδοτικό μέσο που χορηγούν υπέρ των ως άνω κατηγοριών προσώπων ρυθμίζεται από τις διατάξεις του τελευταίου αυτού νόμου. Εξάλλου, κατά τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 65 του ν. 2362/1995 “Περί Δημοσίου Λογιστικού, ελέγχου των δαπανών του Κράτους και άλλες διατάξεις” (ΦΕΚ Α’ 247/1995), που αναριθμήθηκε με το άρθρο 39 του ν. 3871/2010 και ίσχυε πριν την κατάργησή της με το άρθρο 177 παρ. 1 του ν. 4270/2014 “Αρχές δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας – ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/85/ΕΕ – δημόσιο λογιστικό και άλλες διατάξεις” (με το τελευταίο άρθρο ορίζεται ότι οποιαδήποτε υφιστάμενη αναφορά στις καταργούμενες κατά τα ανωτέρω διατάξεις νοείται στο εξής ως αναφορά στις αντίστοιχες διατάξεις του νόμου αυτού – 4270/2014), “Το Ελληνικό Δημόσιο, ως εγγυητής, προβαίνει σε εξόφληση των υποχρεώσεών του, που απορρέουν από την κατάπτωση της εγγύησής του μετά από προηγούμενη βεβαίωση, ως εσόδων του, των σχετικών ποσών στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) και με βάση τα δικαιολογητικά που καθιστούν δυνατή τη βεβαίωση και την πλήρη υποκατάστασή του στα δικαιώματα του δανειστή ή πιστωτή, τόσο κατά του πρωτοφειλέτη όσο και κατά των εγγυητών και λοιπών συνυποχρέων. Υπό αυτό το νομοθετικό πλαίσιο εκδόθηκαν οι πιο κάτω υπουργικές αποφάσεις περί χορήγησης στεγαστικών δανείων και παροχής της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου σε Έλληνες Τσιγγάνους και ειδικότερα: 1) Η υπ’ αριθμ. 13576/31-3-2003 Κοινή Υπουργική Απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Εσωτερικών-Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης “Καθορισμός όρων χορήγησης 4.500 στεγαστικών δανείων σε Έλληνες Τσιγγάνους” (ΦΕΚ Β’ 396/4-4-2003), όπως τροποποιήθηκε με τις ΚΥΑ υπ’ αριθμ. 36871/21-8-2003 (ΦΕΚ Β’ 1208/26-8-2003), 6035/30-1-2004 (ΦΕΚ Β’ 170/30-1-2004), 28807/28-5-2004 (ΦΕΚ Β’ 812/1-6-2004) και 7237/15-2-2005 (ΦΕΚ Β’ 236/22-2-2005), με την οποία καθορίστηκαν οι όροι και προϋποθέσεις για τη χορήγηση 4.500 δανείων και μέχρι ύψους 60.000 ευρώ το καθένα, σε Έλληνες Τσιγγάνους οι οποίοι διαβιούσαν σε καταυλισμούς της χώρας, μέσα σε σκηνές, παράγκες ή άλλες κατασκευές που δεν πληρούσαν τις ελάχιστες προϋποθέσεις μιας μόνιμης κατοικίας, από Τράπεζες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και υπό την ανεπιφύλακτη εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου για το 100% του ποσού του δανείου και των τόκων αυτού σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2322/1995 και 2) η υπ’ αριθμ. 2/20589/0025/10-6-2003 Απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών “Παροχή της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου για τη χορήγηση 4.500 στεγαστικών δανείων σε Έλληνες Τσιγγάνους” (ΦΕΚ Β’ 802/20-6-2003), όπως τροποποιήθηκε με την υπ’ αριθμ. 2/49320/0025/2-9-2003 (ΦΕΚ Β’ 1348 2003) Απόφασή του, με την οποία αποφασίστηκε η ανεπιφύλακτη παροχή της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου προς τις Τράπεζες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη χορήγηση 4.500 στεγαστικών δανείων και μέχρι ύψους 60.000 ευρώ το καθένα σε Έλληνες Τσιγγάνους, οι οποίοι διαβιούσαν σε καταυλισμούς της χώρας, μέσα σε σκηνές, παράγκες ή άλλες κατασκευές που δεν πληρούσαν τις ελάχιστες προϋποθέσεις μιας μόνιμης κατοικίας, σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις που αναφέρονται στην υπ’ αριθμ. 13576/31.3.2003 κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών και την σχετική Εισήγηση που θα εκδίδεται από την Ειδική Εισηγητική Eπιτροπή.
Περαιτέρω, αποφασίστηκε ότι η εγγύηση αυτή καλύπτει κατά 100% τα παραπάνω δάνεια, το ύψος των οποίων δεν θα υπερβαίνει το ποσό 60.000 ευρώ το καθένα. Ότι τα δάνεια θα έχουν διάρκεια 22 έτη. Ότι με την εγγύηση αυτή το Ελληνικό Δημόσιο αναλαμβάνει την υποχρέωση να εξοφλεί τις προερχόμενες από τις ανεξόφλητες δόσεις των ανωτέρω δανείων απαιτήσεις της Τράπεζας. Ότι η Τράπεζα, σε περίπτωση που δεν εξοφλήσουν οι πρωτοφειλέτες τις ληξιπρόθεσμες δόσεις τους ή μέρος αυτών, δικαιούται, αφού παρέλθει ένα τρίμηνο από τη λήξη της κάθε δόσης, να ζητήσει από το Δημόσιο την εξόφληση των εγγυημένων απαιτήσεών της μετά από προηγούμενη βεβαίωσή τους στην αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) σαν έσοδο του λογαριασμού του Δημοσίου “Κεφάλαιον Ασφαλίσεως Χρηματοδοτήσεων εκ Κεφαλαίων ή εγγυήσει του Ελληνικού Δημοσίου”. Ότι η Τράπεζα πρέπει να επιδιώκει μέσα στον ανωτέρω οριζόμενο χρόνο των τριών (3) μηνών, για τον οποίο το Δημόσιο καλύπτει με την εγγύησή του τους τόκους υπερημερίας, την είσπραξη των ληξιπρόθεσμων εγγυημένων από το Δημόσιο δόσεων από τους πρωτοφειλέτες με την ίδια επιμέλεια που δείχνει και για τα δάνεια που χορηγεί χωρίς την εγγύηση του Δημοσίου. Ότι το Ελληνικό Δημόσιο, ως εγγυητής, αναλαμβάνει την υποχρέωση εξόφλησης των εγγυημένων απαιτήσεων της Τράπεζας που θα περιλαμβάνουν το ανεξόφλητο εγγυημένο ποσό κεφαλαίου, όσους από τους εγγυημένους τόκους (συμβατικούς και υπερημερίας μέχρι και το προαναφερόμενο τρίμηνο) παραμένουν ακόμη ανεξόφλητοι, και τα έξοδα επίδοσης της αναγγελίας κλεισίματος λογαριασμού, εφόσον είναι ακόμη ανεξόφλητα.
Με το νόμο 3869/2010 “Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων και άλλες διατάξεις” (ΦΕΚ Α’ 130/3-8-2010) καθιερώθηκε η δυνατότητα του φυσικού προσώπου να απαλλάσσεται από τα χρέη του όταν δεν υφίστανται περιουσιακά στοιχεία για την ικανοποίησή τους και δεν επαρκούν για την εξόφλησή τους ούτε τα τρέχοντα και ούτε τα προσδοκώµενα εισοδήµατά του. Ειδικότερα με το άρθρο 1 παρ. 1 αυτού, κατά το οποίο “Φυσικά πρόσωπα που στερούνται πτωχευτικής ικανότητας, υπό την έννοια του άρθρου 2 του ν. 3588/2007 και έχουν περιέλθει, χωρίς δόλο, σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών τους, δικαιούνται να υποβάλουν στο αρμόδιο δικαστήριο αίτηση για την ρύθμιση των οφειλών τους κατά τις διατάξεις του παρόντος νόμου”, θεσμοθετείται η δυνατότητα του φυσικού προσώπου να απαλλάσσεται από τα χρέη του, όταν δεν έχει ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία, ούτε επαρκούν τα τρέχοντα και προσδοκώμενα εισοδήματά του για την εξυπηρέτησή τους, ώστε να συνδυάζεται η μεγαλύτερη δυνατή ικανοποίηση των πιστωτών με την ανάκτηση της οικονομικής ελευθερίας του οφειλέτη και τη στοιχειώδη διατήρηση-εξασφάλιση της προσωπικής αξιοπρέπειας αυτού και των προστατευόμενων μελών της οικογενείας του. Βασική προϋπόθεση για την υπαγωγή του οφειλέτη στις ρυθμίσεις του ως άνω νόμου είναι η αποδεδειγμένη μόνιμη (και όχι απλώς παροδική) περιέλευση αυτού σε γενική αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρεών του, άσχετα αν αυτή υπήρχε κατά την ανάληψη των χρεών ή επήλθε μεταγενέστερα, η οποία, πάντως, δεν πρέπει να οφείλεται σε δόλο του, την ύπαρξη του οποίου προτείνει o πιστωτής.
Περαιτέρω ορίζονται, με το άρθρο 4 του ίδιου νόμου η διαδικασία κατάθεσης της αίτησης περί ρύθμισης στο αρμόδιο δικαστήριο και των εγγράφων που τη συνοδεύουν και αφορούν στην περιουσιακή και εισοδηματική κατάσταση του ίδιου και του συζύγου του, τους πιστωτές και τις οφειλές του, με το άρθρο 5 η απαιτούμενη προδικασία με την επίδοση της αίτησης και στους εγγυητές, με το άρθρο 7 η ρύθμιση των χρεών και η απαλλαγή του οφειλέτη από το υπόλοιπο αυτών στο πλαίσιο δικαστικού συμβιβασμού ενώπιον του αρμόδιου Ειρηνοδίκη, με τα άρθρα 8 και 9 η δικαστική ρύθμιση των οφειλών (αφού ληφθούν υπόψη η περιουσιακή κατάσταση, τα πάσης φύσεως εισοδήματα του οφειλέτη και η δυνατότητα συνεισφοράς του συζύγου και σταθμιστούν οι βιοτικές ανάγκες του ίδιου και των προστατευόμενων μελών της οικογενείας του), η απαλλαγή από το υπόλοιπο αυτών στην περίπτωση που δεν γίνει δεκτό από τους πιστωτές το υποβληθέν από τον οφειλέτη σχέδιο διευθέτησης των οφειλών του και η διαδικασία ρευστοποίησης περιουσίας και η προστασία της κύριας κατοικίας του οφειλέτη, με το άρθρο 11 η διαδικασία πιστοποίησης από το δικαστήριο της απαλλαγής του οφειλέτη από το υπόλοιπο των χρεών του επί κανονικής εκτέλεσης των υποχρεώσεων που επιβλήθηκαν με τη δικαστική απόφαση και η έκπτωση αυτού από τη ρύθμιση επί μη εκτέλεσης των υποχρεώσεων αυτών και με το άρθρο 12 τα δικαιώματα των πιστωτών έναντι των εγγυητών του οφειλέτη που ρύθμισε τα χρέη του. Ειδικότερα, κατά το άρθρο 12 του ν. 3869/2010 “Τα δικαιώματα των πιστωτών έναντι συνοφειλετών ή εγγυητών του οφειλέτη, καθώς και τα δικαιώματα των εμπραγμάτως ασφαλισμένων πιστωτών επί του υπέγγυου αντικειμένου δεν θίγονται. Ο οφειλέτης απαλλάσσεται έναντι των εγγυητών, των εις ολόκληρον υπόχρεων ή άλλων δικαιούχων σε αναγωγή”. Με το άρθρο 65 του ν. 4549/2018 προστέθηκε στο εν λόγω άρθρο δεύτερο εδάφιο το οποίο, κατ’ άρθρο 68 παρ. 16 αυτού, εφαρμόζεται και επί αποφάσεων ρύθμισης ή σχεδίων διευθέτησης οφειλών που δεν έχουν εκτελεστεί στο σύνολό τους κατά την έναρξη ισχύος του ίδιου νόμου, και έχει ως εξής: “Αν όμως ο εγγυητής, ο εις ολόκληρον υπόχρεος ή άλλο δικαιούχο σε αναγωγή πρόσωπο καταβάλει τόσο το τμήμα της οφειλής από την οποία ο οφειλέτης πρόκειται να απαλλαγεί κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 11 όσο και μέρος της οφειλής που περιλαμβάνεται στην απόφαση ρύθμισης του άρθρου 8 ή στο σχέδιο διευθέτησης οφειλών του άρθρου 9, τότε αυτός υποκαθίσταται αυτοδικαίως για το τελευταίο ποσό στη θέση του πιστωτή στο μέτρο και με τις προϋποθέσεις που η οφειλή αυτή έχει διαμορφωθεί δυνάμει της ρύθμισης ή του σχεδίου διευθέτησης οφειλών που επικυρώθηκε με τη δικαστική απόφαση”.
Από το συνδυασμό των ως άνω διατάξεων προκύπτουν τα ακόλουθα: Ο οφειλέτης, στο πρόσωπο του οποίου συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 3869/2010, μπορεί, με αίτησή του προς το αρμόδιο δικαστήριο, να ζητήσει τη ρύθμιση των χρεών του υποβάλλοντας σχέδιο διευθέτησης των οφειλών και τα σχετικά με την περιουσιακή και εισοδηματική κατάστασή αυτού και του συζύγου του, τους πιστωτές και τις οφειλές του έγγραφα. Η αίτηση επιδίδεται και στους εγγυητές, οι οποίοι καθίστανται έτσι διάδικοι. Οι οφειλέτες και οι πιστωτές μπορούν να επιλύουν συμβιβαστικά τη διαφορά τους με την επικύρωση του σχετικού σχεδίου από τον αρμόδιο Ειρηνοδίκη, οπότε αυτό αποκτά ισχύ δικαστικού συμβιβασμού. Αν το σχέδιο του αιτούντος δεν γίνει δεκτό από τους πιστωτές, το Δικαστήριο, αν κρίνει ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις ρύθμισης των οφειλών του και απαλλαγής του από αυτές, αφού λάβει υπόψη του το ποσό που απαιτείται για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών του ίδιου και των προστατευόμενων μελών της οικογένειάς του, προβαίνει, με βάση τα περιουσιακά του στοιχεία και τα πάσης φύσεως εισοδήματά του που απομένουν, στον καθορισμό των μηνιαίων καταβολών για την ικανοποίηση των απαιτήσεων των πιστωτών. Υπό τις οριζόμενες στο άρθρο 9 του ν. 3869/2010 προϋποθέσεις και κατόπιν υποβολής σχετικού αιτήματος του οφειλέτη, το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει την εξαίρεση από τη ρευστοποίηση της κύριας κατοικίας αυτού. Η απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη στο πλαίσιο των ρυθμίσεων του ν. 3869/2010, είτε κατόπιν συμβιβασμού με τους πιστωτές του είτε κατόπιν ρύθμισης αυτών με δικαστική απόφαση, ενεργεί υποκειμενικά, αφορά μόνο στο πρόσωπο του ίδιου και δεν επεκτείνεται στους εγγυητές, έναντι των οποίων οι πιστωτές διατηρούν ακέραια τα δικαιώματά τους. Οι ρυθμίσεις του ν. 3869/2010, όπως προκύπτει από την αιτιολογική του έκθεση, έχουν ως σκοπό την αντιμετώπιση ενός ιδιαίτερα μεγάλου και οξυμένου προβλήματος της ελληνικής κοινωνίας, της υπερχρέωσης φυσικών προσώπων που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και έχουν περιέλθει σε μόνιμη και γενική αδυναμία αποπληρωμής των οφειλών τους, ώστε με τη ρύθμιση των οφειλών και την απαλλαγή από τα χρέη τους, να απεγκλωβιστούν από την υπερχρέωση, διασφαλίζοντας παράλληλα για τους ίδιους και τα προστατευόμενα μέλη της οικογένειάς τους ένα ελάχιστο επίπεδο οικονομικής διαβίωσης, να διατηρήσουν την κύρια κατοικία τους εξαιρώντας αυτή από τη ρευστοποίηση της περιουσίας τους και να επανακτήσουν την αγοραστική τους δύναμη προάγοντας την οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα. Κρίσιμο, συνεπώς, για την προστασία του ν. 3869/2010 είναι το πρόσωπο του οφειλέτη, στο οποίο απέβλεψε ο νομοθέτης και όχι το χρέος καθ’ εαυτό, η δε προβλεπόμενη από τον εν λόγω νόμο ρύθμιση έχει αυστηρά προσωποπαγή χαρακτήρα. Έτσι, παρά την απαλλαγή, στο πλαίσιο υπαγωγής στις διατάξεις του προαναφερθέντος νόμου, του οφειλέτη από το υπόλοιπο των χρεών του ή τη μείωση αυτών, δεν έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 851 του ΑΚ, κατά την οποία ο εγγυητής ευθύνεται για την έκταση που έχει κάθε φορά η κύρια οφειλή. Ο εγγυητής, εν προκειμένω, ευθύνεται για το αρχικώς συμφωνημένο από τον υπερχρεωμένο πρωτοφειλέτη χρέος, το ύψος του οποίου δεν επηρεάζεται ως προς τον ίδιο (τον εγγυητή) από τη ρύθμιση, ενώ αυτός δεν μπορεί να επικαλεστεί έναντι του πιστωτή την απαλλαγή ή τη μείωση της οφειλής του πρωτοφειλέτη. Επί εξόφλησης δε του χρέους του πρωτοφειλέτη, υποκαθίσταται στα δικαιώματα των πιστωτών, δικαιούμενος σε αναγωγή έναντι του πρωτοφειλέτη, μόνον για το ποσό που ο τελευταίος υποχρεούται να καταβάλει στους πιστωτές στο πλαίσιο της ρύθμισης των χρεών του. Ο εγγυητής φυσικό πρόσωπο, μπορεί να υπαχθεί και ο ίδιος στις προστατευτικές διατάξεις του ν. 3869/2010, εφόσον συντρέχουν στο πρόσωπό του οι προϋποθέσεις του άρθρου 1 παρ. 1 του νόμου αυτού. Η προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 12 του ν. 3869/2010 περί μη απαλλαγής από την ευθύνη των εγγυητών επί ρύθμισης βάσει του νόμου αυτού των χρεών του πρωτοφειλέτη, ως εκ της αδιάστικτης διατύπωσής της και του σκοπού του νόμου, που είναι, κατά τα προεκτεθέντα, η αντιμετώπιση του κοινωνικού προβλήματος της υπερχρέωσης των φυσικών προσώπων που δεν έχουν πτωχευτική ικανότητα και η ανακούφιση των συγκεκριμένων αυτών προσώπων από τα χρέη τους και όχι η ελάφρυνση των χρεών έναντι όλων των εμπλεκόμενων προσώπων (πρωτοφειλετών, συνοφειλετών, εγγυητών), έχει εφαρμογή, αφού ο νόμος δεν διακρίνει, και επί εγγυητικής ευθύνης του Ελληνικού Δημοσίου, όταν αυτό παρέχει εγγυήσεις υπέρ δανειοληπτών δυνάμει ειδικών διατάξεων, όπως των νόμων 2322/1995 και 2362/1995, για τη χορήγηση από τραπεζικές εταιρείες δανείων στο πλαίσιο κρατικού προγράμματος στεγαστικής αποκατάστασης συγκεκριμένων κατηγοριών προσώπων με πλήρη εγγύηση αυτού και επιδοτούμενο επιτόκιο. Και στην τελευταία περίπτωση, είναι εφαρμοστέα, ως ειδική και νεότερη, η προδιαληφθείσα διάταξη του άρθρου 12 του ν. 3869/2010 και το Ελληνικό Δημόσιο ευθύνεται έναντι των πιστωτών για το αρχικό χρέος που εγγυήθηκε και όχι εκείνο που διαμορφώθηκε στο πλαίσιο της ρύθμισης του ν. 3869/2010. Στην προκείμενη περίπτωση, η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία “ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ”, με την από 10-3-2022 (αριθμ. εκθ. καταθ. ./2022) αγωγή της κατά του Ελληνικού Δημοσίου ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ισχυρίστηκε ότι δυνάμει δανειακών συμβάσεων που καταρτίστηκαν με τους Έλληνες τσιγγάνους, Α. Φ.-Μ., Β. Δ., Ε. Κ., Ι. Χ., Π. Χ., Γ. Α., Ε. Σ., Β. Τ. και Α. Δ., στις 7-5-2004, 9-6-2004, 4-11-2004, 3-12-2004, 17-1-2006, 9-5-2005, 17-5-2005, 4-7-2005 και 12-7-2005 αντίστοιχα, με βάση την υπ’ αριθμ. 13576/31-3-2003 Κοινή Απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών, όπως τροποποιήθηκε με τις ΚΥΑ υπ’ αριθμ. 36871/21-8-2003, 6035/30-1-2004, 28807/28-5-2004 και 7237/15-2-2005 και την υπ’ αριθμ. 2/20589/0025/10-6-2003 Απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, όπως τροποποιήθηκε με τη υπ’ αριθμ. 2/49320/0025/2-9-2003 Απόφασή του, χορήγησε σε καθέναν από τους παραπάνω στεγαστικό δάνειο ύψους 60.000 ευρώ, διάρκειας 22 ετών, εξοφλούμενο σε 44 συνεχείς εξαμηνιαίες δόσεις, με επιδοτούμενο επιτόκιο κατά ποσοστό 80% από το Ελληνικό Δημόσιο και την εγγύηση κατά ποσοστό 100% του Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο ανέλαβε, βάσει του ανωτέρω νομοθετικού και κανονιστικού πλαισίου, την υποχρέωση εξόφλησης των εγγυημένων από αυτό απαιτήσεών της από κάθε δόση ή μέρος αυτής που δεν εξοφλούσαν οι πρωτοφειλέτες, μετά την παρέλευση τριμήνου από τη λήξη κάθε δόσης και θα περιλάμβαναν το ανεξόφλητο εγγυημένο ποσό κεφαλαίου της δόσης, όσους από τους εγγυημένους τόκους της δόσης παρέμεναν ακόμη ανεξόφλητοι και τα έξοδα επίδοσης της αναγγελίας κλεισίματος του λογαριασμού, εφόσον ήταν ακόμη ανεξόφλητα. Ότι οι παραπάνω δανειολήπτες, αν και έκαναν χρήση του δανείου τους, δεν τήρησαν τις συμβατικές τους υποχρεώσεις και δεν εξόφλησαν τις δόσεις των δανείων τους, με συνέπεια την κατάπτωση της παρασχεθείσας από το Ελληνικό Δημόσιο εγγύησης. Ότι οι δανειολήπτες αυτοί υπέβαλαν αιτήσεις στα κατά τόπους αρμόδια δικαστήρια για την υπαγωγή τους στις προστατευτικές διατάξεις του ν. 3869/2010 και τη ρύθμιση των οφειλών τους, συμπεριλαμβάνοντας και τις προερχόμενες από τις πιο πάνω δανειακές συμβάσεις οφειλές τους, οι οποίες, πλην μιας αίτησης που εκκρεμεί, έγιναν δεκτές με αντίστοιχες δικαστικές αποφάσεις και συγκεκριμένα: 1) ο Α. Φ.- Μ. κατέθεσε την υπ’ αριθμ. καταθ. ./16 αίτηση ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πατρών, που έγινε δεκτή με την υπ’ αριθμ. 451/2020 απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου, 2) ο Β. Δ. την υπ’ αριθμ. καταθ. ./2014 αίτηση ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πειραιά, που έγινε δεκτή με την υπ’ αριθμ. 215/2018 απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου, 3) η Ε. Κ. την υπ’ αριθμ. καταθ. ./2014 αίτηση ενώπιον του Ειρηνοδικείου Περιστερίου, της οποίας η συζήτηση εκκρεμεί, 4) η Ι. Χ. την υπ’ αριθμ. καταθ. ./2014 αίτηση ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πατρών, που έγινε δεκτή με την υπ’ αριθμ. 39/2018 απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου, 5) ο Π. Χ. την υπ’ αριθμ. καταθ. ./2016 αίτηση ενώπιον του Ειρηνοδικείου Σιντίκης, που έγινε δεκτή με την υπ’ αριθμ. 246/2017 απόφαση του Ειρηνοδικείου Πατρών, 6) η Γ. Α. την υπ’ αριθμ. καταθ. ./2019 αίτηση ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πατρών, που έγινε δεκτή με την υπ’ αριθμ. 36/2021 απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου, 7) η Ε. Σ. την υπ’ αριθμ. καταθ. ./2017 αίτηση ενώπιον του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης, που έγινε δεκτή με την υπ’ αριθμ. 2444/2020 απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου, 8) η Β. Τ. την υπ’ αριθμ. καταθ. ./2012 αίτηση ενώπιον του Ειρηνοδικείου Πειραιά, που έγινε δεκτή με την υπ’ αριθμ. 7/2019 απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου και 9) ο Α. Δ. την υπ’ αριθμ. καταθ. ./2014 αίτηση ενώπιον του Ειρηνοδικείου Σερρών, που έγινε δεκτή με την υπ’ αριθμ. 83/2018 απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου. Ότι κατόπιν αυτών, απευθύνθηκε προς το Ελληνικό Δημόσιο για την πληρωμή των εγγυημένων ανεξόφλητων απαιτήσεών της, πλην όμως η αρμόδια για τον έλεγχο των σχετικών δικαιολογητικών και την τήρηση των όρων των εγγυήσεων Διεύθυνση Κρατικών Εγγυήσεων και Κίνησης Κεφαλαίων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους αρνείται την ικανοποίησή της, επικαλούμενη την κατά πλειοψηφία εκδοθείσα 536/2011 Γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η οποία έγινε αποδεκτή και σύμφωνα με την οποία η ρύθμιση του άρθρου 12 του ν. 3869/2010 περί της ευθύνης των εγγυητών επί ρύθμισης των οφειλών του πρωτοφειλέτη δεν καταλαμβάνει το Ελληνικό Δημόσιο. Με αυτό το ιστορικό ζητεί να υποχρεωθεί το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο να της καταβάλει νομιμοτόκως για τις εγγυημένες οφειλές των πιο πάνω δανειοληπτών, όπως αυτές εξειδικεύονται στο δικόγραφό της για κάθε δανειολήπτη, το συνολικό ποσό των 99.634, 83 ευρώ. Σύμφωνα με τις νομικές σκέψεις που προαναφέρθηκαν, η υπαγωγή δανειολήπτη φυσικού προσώπου, υπέρ του οποίου έχει εγγυηθεί το Ελληνικό Δημόσιο, στις προστατευτικές διατάξεις του ν. 3869/2010 και η συνεπεία της υπαγωγής αυτής απαλλαγή από τις οφειλές του ή μείωση των οφειλών του, είτε στο πλαίσιο δικαστικού συμβιβασμού με τους πιστωτές είτε δυνάμει δικαστικής απόφασης, ουδόλως επηρεάζει τη θέση του εγγυητή Ελληνικού Δημοσίου, του οποίου η εγγυητική ευθύνη παραμένει ακέραιη έναντι των πιστωτών για το αρχικώς συμφωνημένο από τον πρωτοφειλέτη και προ της ρύθμισης υφιστάμενο χρέος. Κατόπιν των παραπάνω, η Ολομέλεια, επιλύοντας το τιθέμενο με την ένδικη αγωγή και εισαχθέν ενώπιόν της με τη διαδικασία της πιλοτικής δίκης ως άνω νομικό ζήτημα, πρέπει να αποφανθεί ότι ο περιορισμός ή η πλήρης εξάλειψη της κύριας οφειλής φυσικού προσώπου, ως αποτέλεσμα δικαστικού συμβιβασμού, μεταξύ αυτού και των πιστωτών, κατ’ άρθρο 7 παρ. 2 του ν. 3869/2010 ή, σε περίπτωση αποτυχίας του, ως συνέπεια ρύθμισης με δικαστική απόφαση, κατ’ άρθρα 8 και 11 του ίδιου νόμου, δεν επιφέρει αντίστοιχα περιορισμό ή εξάλειψη της εγγυητικής ευθύνης του Ελληνικού Δημοσίου για την οφειλή αυτή έναντι των πιστωτών και να παραπεμφθεί κατά τα λοιπά η υπόθεση, για την ολοκλήρωση της εκδίκασής της, στο αρμόδιο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών (άρθρ. 20 Α παρ. 5 του ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου αποφαίνεται ότι ο περιορισμός ή η πλήρης εξάλειψη της κύριας οφειλής φυσικού προσώπου, ως αποτέλεσμα δικαστικού συμβιβασμού, μεταξύ αυτού και των πιστωτών, κατ’ άρθρο 7 παρ. 2 του ν. 3869/2010 ή, σε περίπτωση αποτυχίας του, ως συνέπεια ρύθμισης με δικαστική απόφαση, κατ’ άρθρα 8 και 11 του ίδιου νόμου, δεν επιφέρει αντίστοιχα περιορισμό ή εξάλειψη της εγγυητικής ευθύνης του Ελληνικού Δημοσίου για την οφειλή αυτή έναντι των πιστωτών.
Παραπέμπει την από 10-3-2022 (αριθμ. εκθ. καταθ. ./2022) αγωγή της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία “ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ” στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 27 Απριλίου 2023.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 11 Μαΐου 2023.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ