Αριθμός 674/2017
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Δ’ Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ειρήνη Κιουρκτσόγλου – Πετρουλάκη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ελένη Διονυσοπούλου, Σοφία Ντάντου, Γεώργιο Χοϊμέ και Αλεξάνδρα Κακκαβά, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 18 Νοεμβρίου 2016, με την παρουσία και του Γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Α. Κ. του Χ., κατοίκου …, ο οποίος δεν παραστάθηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο.
Των αναιρεσιβλήτων: 1) Θ. Γ. του Η., κατοίκου …, που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Αικατερίνη Βούλγαρη, που δεν κατέθεσε προτάσεις και 2) ανώνυμης εταιρίας γενικών ασφαλίσεων με την επωνυμία “… ΕΤΑΙΡΙΑ” (πρώην “… ΑΕΓΑ”), που εδρεύει στην … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ανδρέα Καμβύση με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και που με τις από 15-11-2016 προτάσεις του δήλωσε, ότι η 2η των αναιρεσιβλήτων, ήδη φέρει την επωνυμία “… ΑΕΑΕ”.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 3-11-2006 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Βόλου.
Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 187/2007 μη οριστική και 150/ 2008 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 122/2011 του Τριμελούς Εφετείου Λάρισας.
Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από με αρ. καταθ. …-9-2015 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, παραστάθηκαν μόνο οι αναιρεσίβλητοι όπως σημειώνεται πιο πάνω.
Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Σοφία Ντάντου διάβασε την από 10-11-2016 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη των λόγων αναίρεσης.
Η πληρεξούσια του 1ου των αναιρεσιβλήτων ζήτησε την απόρριψη της αίτησης αναίρεσης και την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά την διάταξη του άρθρου 576 παρ. 1 ΚΠολΔ, αν ο διάδικος που επισπεύδει τη συζήτηση δεν εμφανιστεί ή εμφανιστεί αλλά δεν λάβει μέρος με τον τρόπο, που ορίζει ο νόμος, ο Άρειος Πάγος συζητεί την υπόθεση σαν να ήταν παρόντες οι διάδικοι. Στην προκείμενη περίπτωση από τα προσκομιζόμενα με επίκληση από τους αναιρεσίβλητους αντίγραφα της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης της 122/2011 απόφασης του Εφετείου Λάρισας προκύπτει ότι αντίγραφο της αιτήσεως αναίρεσης με κλήση για εμφάνιση για την δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της απόφασης επιδόθηκε με επιμέλεια του πληρεξουσίου Δικηγόρου του αναιρεσείοντος Δ. Μ. στους αναιρεσίβλητους, οι οποίοι όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε, νομίμως, από το πινάκιο στη σειρά της εκπροσωπήθηκαν, ο μεν πρώτος διά της πληρεξουσίας Δικηγόρου του, η δε δεύτερη με δήλωση του πληρεξουσίου Δικηγόρου της κατά το άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ. Αντίθετα ο αναιρεσείων δεν εμφανίστηκε στο ακροατήριο, κατά την δικάσιμο αυτή, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε νομίμως, στη σειρά της, από το πινάκιο, και δεν εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο Δικηγόρο, ούτε με δήλωση κατά το άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ. Επομένως, εφόσον ο αναιρεσείων, με επιμέλεια, του οποίου, όπως προαναφέρθηκε επισπεύδεται η συζήτηση της υπό κρίση αναίρεσης δεν εμφανίσθηκε στο ακροατήριο, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο Δικηγόρο, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε νομίμως από το πινάκιο στη σειρά της, πρέπει να προχωρήσει η συζήτηση της υπόθεσης σαν να ήταν παρόντες οι διάδικοι.
Επειδή, κατά τη διάταξη του άρθρου 564 παρ. 3 ΚΠολΔ, όπως ίσχυε πριν την αντικατάστασή της με το άρθρο τρίτο του άρθρ. 1 του Ν. 4335/2015, και έχει εν προκειμένω εφαρμογή ως εκ του χρόνου άσκησης της αίτησης αναίρεσης (9-9-2015), αν η απόφαση δεν επιδόθηκε η προθεσμία της αναίρεσης είναι τρία χρόνια και αρχίζει από τη δημοσίευση της απόφασης που περατώνει τη δίκη (καταχρηστική προθεσμία). Το εκπρόθεσμο της αναιρέσεως ερευνάται αυτεπαγγέλτως με βάση τα έγγραφα της δικογραφίας και απορρίπτεται αυτή ως απαράδεκτη σε περίπτωση εκπροθέσμου της (Ολ.ΑΠ 412/ 1981). Εξάλλου από τις διατάξεις των άρθρων 152 παρ. 1, 153, 155 παρ. 1, 156 και 158 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι αν κάποιος διάδικος δεν μπόρεσε να τηρήσει κάποια προθεσμία, εξαιτίας ανώτερης βίας ή δόλου του αντιδίκου του, μπορεί να ζητήσει την επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση μέσα σε προθεσμία τριάντα ημερών από την ημέρα άρσης του εμποδίου, που συνιστούσε την ανώτερη βία ή της γνώσης του δόλου, με το ίδιο ή χωριστό δικόγραφο ή ακόμη και με τις προτάσεις. Οι καταχρηστικές όμως προθεσμίες δεν είναι δεκτικές αποκατάστασης με την επαναφορά στην προηγούμενη κατάσταση, διότι αυτές τάσσονται από το νόμο με σκοπό τη δημιουργία διαδικαστικής βεβαιότητας και ασφάλειας των συναλλαγών, το δε χρονικό διάστημα που προβλέπεται σ’ αυτές αποτελεί αποσβεστικό λόγο της ασκήσεως του ενδίκου μέσου, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι προσωπικές συνθήκες των διαδίκων που συνιστούν την ανώτερη βία ή τον δόλο του αντιδίκου, εξαιτίας των οποίων δεν μπόρεσαν να τηρήσουν την ανωτέρω προθεσμία. Η ερμηνεία αυτή δεν είναι αντίθετη με τα άρθρα 20 παρ. 1 του Συντάγματος, 6 παρ. 1 και 13 της ΕΣΔΑ, διότι η τριετής προθεσμία του άρθρου 564 παρ. 3 ΚΠολΔ εξασφαλίζει το δικαίωμα παροχής έννομης προστασίας από τα δικαστήρια και κατοχυρώνει το δικαίωμα του ατόμου για δίκαιη δίκη και προσφυγή στο Δικαστήριο (ΑΠ 2064/2009).
Στην προκειμένη περίπτωση από τα διαδικαστικά έγγραφα που προσκομίζονται και τα οποία παραδεκτά επισκοπεί ο Άρειος Πάγος, κατ’ άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ, προκύπτουν τα ακόλουθα: Η προσβαλλόμενη 122/2011 απόφαση του Εφετείου Λάρισας, που δημοσιεύθηκε στις 15.2.2011, δεν έχει επιδοθεί και κατά συνέπεια η προθεσμία της αναίρεσης κατ’ αυτής (τρία χρόνια) έληξε στις 16-2-2014 (άρθρα 144 παρ. 1, 145 παρ. 1 ΚΠολΔ). Από την επί του δικογράφου της αίτησης αναίρεσης καταχωρημένη έκθεση κατάθεσης δικογράφου με αριθμό …-9-2015 του Γραμματέα του Εφετείου Λάρισας προκύπτει ότι η αναίρεση ασκήθηκε στις 9-9-2015, ήτοι μετά την πάροδο τριών (3) ετών από τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης. Ο αναιρεσείων με την ασκούμενη με το δικόγραφο της αναίρεσης αίτηση επαναφοράς των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση ισχυρίζεται, ότι δεν μπόρεσε να ασκήσει την κρινόμενη αίτηση αναίρεσης εντός της ανωτέρω (καταχρηστικής) προθεσμίας, εξαιτίας: α) απουσίας του στο εξωτερικό για εργασία από τον Ιανουάριο 2011 έως 17.5.2013, που επανήλθε στην Ελλάδα, β) μη πραγματοποιήσεως κάποιας διαδικαστικής πράξης, όπως επίδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, ώστε να λάβει γνώση αυτής και γ) βαριάς και απρόβλεπτης ασθένειας του πατέρα του, που είχε ως αποτέλεσμα το θάνατό του. Η αίτηση αυτή επαναφοράς των πραγμάτων κατά το μέρος που αφορά την μη τήρηση της καταχρηστικής προθεσμίας των τριών (3) ετών είναι απορριπτέα, ως απαράδεκτη κατά τα ανωτέρω. Σε κάθε περίπτωση η ασκηθείσα αίτηση για επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση είναι απορριπτέα ως μη νόμιμη, διότι τα ανωτέρω επικαλούμενα από τον αναιρεσείοντα πραγματικά περιστατικά δεν συνιστούν ανώτερη βία και συγκεκριμένα παρακωλυτικά της τηρήσεως της προθεσμίας γεγονότα, που ήταν απρόβλεπτα και δεν μπορούσαν στη συγκεκριμένη περίπτωση να αποτραπούν με μέτρα άκρας επιμέλειας και συνέσεως αλλ’ ούτε και δόλο του αντιδίκου του. Επομένως και η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης είναι απαράδεκτη ως εκπρόθεσμη και πρέπει ν’ απορριφθεί, να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων, που παραστάθηκαν με χωριστό Δικηγόρο, η δεύτερη των οποίων κατέθεσε και προτάσεις (άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται, ειδικότερα, στο διατακτικό και να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρο 495 παρ. 4 εδ. ε’ ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την με αριθμό κατάθ. ….9.2015 αίτηση για αναίρεση της 122/2011 απόφασης του Εφετείου Λάρισας με τη σωρευόμενη στο ίδιο δικόγραφο αίτηση για επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση.
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων, τα οποία καθορίζει σε χίλια εκατό (1.100,00) ευρώ στον πρώτο αναιρεσίβλητο και χίλια οκτακόσια (1.800,00) ευρώ στη δεύτερη αναιρεσίβλητη.
Και
Διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.
ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 7 Απριλίου 2017.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 2 Μαΐου 2017.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ 674/2017 Κατά την διάταξη του άρθρου 576 παρ. 1 ΚΠολΔ, αν ο διάδικος που επισπεύδει τη συζήτηση δεν εμφανιστεί ή εμφανιστεί αλλά δεν λάβει μέρος με τον τρόπο, που ορίζει ο νόμος, ο Άρειος Πάγος συζητεί την υπόθεση σαν να ήταν παρόντες οι διάδικοι.
Προηγούμενο άρθροTέλος χρόνου για την ασφαλιστική ικανότητα των οφειλετών των Ταμείων