ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(τμήμα 4ο)
Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Δημήτριο Καβαλλάρη, Εφέτη, που ορίστηκε από ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και τη Γραμματέα K.Σ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :
ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ : Του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ) με την επωνυμία «ΕΝΙΑΙΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ» (Ε.Φ.Κ.Α.) όπως αυτό μετονομάσθηκε από 1-3-2020 σε «Ηλεκτρονικός Εθνικός Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης» (e-Ε.Φ.Κ.Α), Ν. 4670/2020 ΦΕΚ Α 43/28-2-2020, που εδρεύει στην ……….., οδός ………, με Α.Φ.Μ. …….., όπως εκπροσωπείται νόμιμα και εν προκειμένω, από το Διευθυντή του Περιφερειακού ΚΕΑΟ Πειραιά – ως οιονεί καθολικός διάδοχος του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «ΙΔΡΥΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ – ΕΝΙΑΙΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΣ ΜΙΣΘΩΤΩΝ ΙΚΑ – ΕΤΑΜ, που εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από πληρεξούσιο Δικηγόρο του Ανδρέα Μητρόπουλο.
ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ : Της ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας ……….., η οποία εκπροσωπήθηκε στο Δικαστήριο από την πληρεξούσια Δικηγόρο της, Χαρούλα Κυριακοπούλου.
ΚΟΙΝΟΠΟΙΟΥΜΕΝΗ και προς τη συμβολαιογράφο Αθηνών ……………., η οποία δεν παραστάθηκε.
Το ανακόπτον και ήδη εκκαλούν άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 7-3-2019 (αρ. καταθ. δικογρ. ……./2019) ανακοπή του και το Ελληνικό Δημόσιο την από 6-3-2019 (αρ. καταθ. δικογρ. ………./2019) ανακοπή του. Επί των ως άνω ανακοπών, που συνεκδικάσθηκαν, εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 4031/2019 απόφαση του παραπάνω Δικαστηρίου που έκανε εν μέρει δεκτή την ανακοπή του εκκαλούντος. Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου το ήδη εκκαλούν με την από 15-09-2021 με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ……/.2021 έφεσή του, της οποίας ορίστηκε δικάσιμος, αυτή που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, αφού αυτή εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τις απόψεις τους με τις έγγραφες προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η από 15-09-2021 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου …………/2021 έφεσή του ανακόπτοντος κατά της με αρ. 4031/2019 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που δικάσθηκε με διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, έχει ασκηθεί νομότυπα κι εμπρόθεσμα, δεδομένου ότι η εκκαλούμενη απόφαση επιδόθηκε στις 16.6.2021 (βλ. τις με αρ. …………./16.6.2021 εκθέσεις επιδόσεως της δικ. επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών ……….) και η κρινόμενη έφεση ασκήθηκε στις 16.9.2021 στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου από το εκκαλούν το οποίο απολαύει των προνομίων του Δημοσίου (άρθρο 28 παρ.4 εδ. α’ του ν. 2579/1998, 11 του Κώδικα περί δικών του Δημοσίου (Κ.Δ. από 26.6./10.7.1944), το οποίο δεν υποχρεούται σε κατάθεση παραβόλου (κατ΄ άρθρο 62 παρ. 3 περ. Θ΄ του Ν. 4387/2016, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 31 του Ν. 4445/2016, σε συνδυασμό με το άρθρο 19 παρ. 1 του ως άνω Διατάγματος της 26-6/10-7-1944 «Περί κώδικος των νόμων περί δικών του Δημοσίου). Επομένως πρέπει να γίνει δεκτή κατά το τυπικό της μέρος και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα. Εξάλλου έχει επιδοθεί αντίγραφο της παρούσας και στην επί του πλειστηριασμού υπάλληλο συμβολαιογράφο που δεν είναι διάδικος (άρθρο 979 παρ.2 ΚΠολΔ).
Το εκκαλούν ΝΠΔΔ με την από 7-3-2019 (αριθμ. καταθ. δικογρ. ………./2019) ανακοπή του ισχυρίστηκε ότι με επίσπευση της πρώτης καθ’ής τράπεζας και ήδη εφεσίβλητης, διενεργήθηκε στις 19-12-2018 πλειστηριασμός οικοπέδου με τριώροφης οικοδομής κειμένης στον Πειραιά στην λεωφόρο ……… που ανήκε κατά ποσοστό 49,95 % εξ αδιαιρέτου σε καθένα από τους ……. και ……… και 0,1% εξ αδιαιρέτου στον ………… ως καθ’ών η εκτέλεση, όπου κι επιτεύχθηκε πλειστηρίασμα ύψους 521.000 €. Ότι το ίδιο ανήγγειλε εμπρόθεσμα – διά του Διευθυντή του Περιφερειακού ΚΕΑΟ Πειραιά – με τις επισυναπτόμενες στην ανακοπή αναγγελίες του – ληξιπρόθεσμες κατά των …….. και ………. απαιτήσεις του από μη καταβολή ασφαλιστικών εισφορών όπως αυτές αναλύονται στους επισυναπτόμενους στην ανακοπή πίνακες χρεών, και των οποίων και ζήτησε την προνομιακή κατάταξη του. Ότι η υπάλληλος του πλειστηριασμού συμβολαιογράφος Αθηνών …………., ενόψει του ότι το πλειστηρίασμα δεν επαρκούσε για την πλήρη ικανοποίηση όλων των αναγγελθέντων δανειστών των ως άνω οφειλετών, συνέταξε τον προσβαλλόμενο με αρ. ……./2019 πίνακα κατάταξης, με τον οποίο, μετά την προαφαίρεση από το πλειστηρίασμα των εξόδων εκτέλεσης εκ 5.187,79 ευρώ (που αφορούν στο ποσοστό συγκυριότητας του …………) και 35,33 € (που αφορούν στο ποσοστό συγκυριότητας του ……..) κατέταξε, μεταξύ άλλων, στο εναπομείναν προς διανομή εκπλειστηρίασμα αλλά και το ίδιο το ανακόπτον για το ποσό των 28.096,29 € στο ποσοστό ιδιοκτησίας του ……. και 0,20 € στο ποσοστό ιδιοκτησίας του ………, προς μερική εξόφληση των αναγγελθεισών απαιτήσεων τους, τους καθ’ών η ανακοπή, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα. Ότι εσφαλμένα [(α) λόγος ανακοπής] κατετάγη η Δ.Ο.Υ. Γλυφάδας στο ποσό των 28.096,29 € στο ποσοστό ιδιοκτησίας του …… και 0,20 € στο ποσοστό ιδιοκτησίας του ……….. και [(β) λόγος ανακοπής] η καθ΄ής η ανακοπή επισπεύδουσα Τράπεζα με την επωνυμία «………» στο ποσό των 165.783,61 €, στο ποσοστό ιδιοκτησίας του …….. και 315,68 € στο ποσοστό ιδιοκτησίας του …….. και εσφαλμένα επίσης (γ) λόγος ανακοπής] προαφαίρεσε η επί του πλειστηριασμού υπάλληλος ποσό 5.187,79 € ως έξοδα από το ποσοστό ιδιοκτησίας του ……… και 35,33 € από το ποσοστό του του ……….., καθώς είναι αόριστη η αναφορά των ποσών 2.599,40 € Ζήτησε τη μεταρρύθμιση του ανακοπτόμενου πίνακα, ώστε να αποβληθούν οι ανωτέρω από την κατάταξη των άνω ποσών και να καταταγεί το ίδιο. Τέλος, ζήτησε να επιβληθούν σε βάρος των καθ΄ών τα δικαστικά του έξοδα. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αφού συνεκδίκασε την άνω ανακοπή με την από 6-3-2019 (αρ. καταθ. δικογράφου ………../2019) ανακοπή του Ελληνικού Δημοσίου, έκανε εν μέρει δεκτή την ανακοπή του ήδη εκκαλούντος Ε.Φ.Κ.Α. ως προς τον πρώτο λόγος της που αφορούσε το Ελληνικό Δημόσιο διά του προϊσταμένου της ΔΟΥ Γλυφάδας μεταρρύθμισε τον ανακοπτόμενο πίνακα και κατέταξε το ανακόπτον στη θέση αυτού για τα ποσά των 28.096,29 € στο ποσοστό ιδιοκτησίας του ……. και 0,20 € στο ποσοστό ιδιοκτησίας του ………. Απέρριψε όμως το δεύτερο λόγο της ανακοπής, που αφορούσε την κατάταξη της επισπεύδουσας Τράπεζας και ήδη εφεσίβλητης. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται το ανακόπτον Ε.Φ.Κ.Α. και ήδη εκκαλούν, για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία κι εφαρμογή του νόμου. ως προς το σκέλος που απορρίφθηκε ο πρώτος λόγος της ανακοπής του, με σκοπό να γίνει δεκτή και αυτός δεκτός.
Οι νόμοι που ρυθμίζουν τη συνδρομή των δανειστών στη διαδικασία της κατάταξης στον συντασσόμενο από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού πίνακα κατάταξης, λόγω μη επάρκειας του πλειστηριάσματος για την κάλυψη των απαιτήσεων όλων των αναγγελθέντων δανειστών, επί αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος του οφειλέτη δεν αφορούν, κυρίως τα ίδια τα δικαιώματα, αλλά κανονίζουν τον τρόπο της ενάσκησής τους επί της ομάδας περιουσίας που υπάρχει σε ορισμένο χρόνο. Επομένως και τα καθιερούμενα από τους νόμους αυτούς προνόμια κρίνονται όχι σύμφωνα με το νόμο που ισχύει κατά το χρόνο της γένεσης του δικαιώματος ή της έναρξης της αναγκαστικής εκτέλεσης, αλλά σύμφωνα με αυτόν που ισχύει κατά το χρόνο της κατάταξης, αφού η λόγω του προνομίου προτίμηση δεν αποτελεί στοιχείο της απαίτησης, αλλά αφορά τη σχέση των απαιτήσεων μεταξύ τους, λόγω της συνδρομής περισσοτέρων δανειστών. Το αντίθετο δεν συνάγεται από τη διάταξη του άρθρου 50 παρ. 1 ΕισΝΚΠολΔ, που ορίζει, ότι οι σχετικές με την αναγκαστική εκτέλεση διατάξεις του ΚΠολΔ εφαρμόζονται στις εκτελέσεις που αρχίζουν από την εισαγωγή του και ότι η αναγκαστική εκτέλεση θεωρείται ότι άρχισε από την επίδοση της επιταγής, γιατί η διάταξη αυτή δεν εισάγει γενικό κανόνα διαχρονικού δικαίου για όλες τις πράξεις της αναγκαστικής εκτέλεσης, αλλά ρυθμίζει ειδικώς την εφαρμογή του ΚΠολΔ σε θέματα αναγκαστικής εκτέλεσης εν σχέσει προς το προγενέστερο αυτού δικονομικό δίκαιο (Ολ ΑΠ 21/1994, ΑΠ 1056/2020, ΑΠ 1441/2017, ΑΠ 1404/2007, ΑΠ 1340/2004). Εξάλλου, με τη διάταξη του άρθρου ένατου παρ.3 του ν. 4335/2015 «Μεταβατικές και άλλες διατάξεις» ορίζεται ότι οι διατάξεις για την αναγκαστική εκτέλεση εφαρμόζονται όταν η επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση διενεργείται μετά την 1.1.2016. Περαιτέρω, με τη διάταξη του άρθρου 43 του ν. 4715/2020 «Ρυθμίσεις για τη διασφάλιση της πρόσβασης σε ποιοτικές υπηρεσίες υγείας κλπ», το οποίο φέρει τον τίτλο «Ερμηνευτική διάταξη ως προς το χρόνο εφαρμογής των νόμων 4335/2015 και 4336/2015 σε εκκρεμείς διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης και ήδη κηρυχθείσες πτωχεύσεις» ορίζεται στο εδ. α` αυτού ότι κατά την αληθή τους έννοια οι διατάξεις του άρθρου ογδόου του άρθρου 1 του ν. 4335/2015 (δηλαδή οι τροποποιήσεις που επέφερε ο νόμος αυτός στο δίκαιο της αναγκαστικής εκτέλεσης) δεν έχουν εφαρμογή σε διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης, που βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη και σε πτωχεύσεις που είχαν ήδη κηρυχθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παραπάνω νόμου, στο δε εδ. β` ότι για την κατάταξη των πιστωτών στην παραπάνω πρώτη περίπτωση λαμβάνεται υπόψη το δίκαιο που ίσχυε κατά τον χρόνο επίδοσης της επιταγής προς εκτέλεση και της υποβολής της αίτησης για την κήρυξη της πτώχευσης. Σύμφωνα με την ως άνω διάταξη του άρθρου 43 του ν. 4715/2020, που είναι γνήσια ερμηνευτική και ως εκ τούτου έχει αναδρομική δύναμη, το προϊσχύσαν δίκαιο θα εφαρμόζεται σε όλα τα ζητήματα αναγκαστικής- εκτέλεσης, περιλαμβανομένου και του ζητήματος της κατάταξης των δανειστών στο σχετικό πίνακα, όταν η επιταγή με βάση την οποία άρχισε η εκτέλεση, είχε επιδοθεί πριν την 1.1.2016. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι η ως άνω σαφής βούληση του νομοθέτη αναφέρεται μόνο στο πιο πάνω συγκεκριμένο ζήτημα και δεν αναιρεί τα πιο πάνω γενικώς ισχύοντα για τα προνόμια, ενόψει της απόλυτης ειδικότητας της σχετικής ρύθμισης. Περαιτέρω, ως επιταγή νοείται εκείνη που επιστηρίζει την περαιτέρω κύρια εκτελεστική διαδικασία, η οποία αρχίζει με την επιβολή κατάσχεσης επί χρηματικών απαιτήσεων, όχι δε τυχόν προηγούμενες επιταγές, κατόπιν των οποίων δεν επακολούθησε κατάσχεση εντός έτους ή και άλλες περαιτέρω πράξεις της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης, με αποτέλεσμα την αποδυνάμωση των δικονομικών τους συνεπειών κατ’ άρθρ.926 παρ. 2 ΚΠολΔ (ΑΠ 1151/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΠειρ 576/2022 http://www.efeteio-peir.gr/wordpress/?p=9608, ΕφΠειρ 228/2022 http://www.efeteio-peir.gr/wordpress/?p=9240, ΕφΠειρ 129/2022 http://www.efeteio-peir.gr/wordpress/?p=8491, αντίθετη ως προς το γνήσιο ερμηνευτικό της διάταξης του άρθρου 43 του ν. 4715/2020, αλλά σύμφωνη ως προς το ποια θεωρείται ως κρίσιμη επιταγή προς εκτέλεση για την εφαρμογή του άρθρου 1.9 του ν.4335/2015 η ΜΕφΘεσ 49/2022 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Στην προκείμενη περίπτωση το ανακόπτον στο δεύτερο λόγο της ανακοπής του, που στρέφεται κατά της επισπεύδουσας Τράπεζας, τον οποίο επαναφέρει με τον πρώτο λόγο της έφεσής του, ισχυρίζεται ότι εσφαλμένα η επί του πλειστηριασμού υπάλληλος προέβη σε διανομή του πλειστηριάσματος εφαρμόζοντας τις διατάξεις των άρθρων 975 και 977 ΚΠολΔ, όπως αυτές ισχύουν μετά την αντικατάσταση τους από τις διατάξεις του ν. 4335/2015, κατατάσσοντας το αυτό για μέρος των αναγγελθεισών απαιτήσεων του. Ότι όφειλε να εφαρμόσει αυτές όπως πριν τον ν. 4335/2015, δεδομένου ότι οι πρώτες επιταγές προς πληρωμή επιδόθηκαν στους καθ’ών η εκτέλεση πριν την 1.1.2016, στις 16.7.2014, οπότε και στο προγενέστερο αυτό χρονικό σημείο οριοθετείται χρονικά η έναρξη της εκτελεστικής διαδικασίας και κρίνεται η ύπαρξη και η έκταση των προνομίων, με αποτέλεσμα το ανακόπτον να καταταγεί εσφαλμένα προνομιακά και τυχαία η πρώτη των καθ’ών – επισπεύδουσα τράπεζα ως ενυπόθηκη δανείστρια στο ποσό των 165.783,61 € στο ποσοστό συνιδιοκτησίας του …….. και στο ποσό των 315,68 € στο ποσοστό συνιδιοκτησίας του ………, που αντιστοιχεί στο 65% του πλειστηριάσματος. Ότι, αν εφάρμοζε ορθά τις ως άνω διατάξεις, όπως ίσχυαν πριν την αντικατάσταση τους από τον ν. 4335/2015, μετά την προαφαίρεση των εξόδων εκτέλεσης, στο εναπομείναν πλειστηρίασμα ύψους 255.051,71 € για το ποσοστό συνιδιοκτησίας του …….. και ύψους 485,67 € για το ποσοστό συνιδιοκτησίας του ……… …….., έπρεπε, σύμφωνα με την 3η σειρά των προνομίων του 975 ΚΠολΔ και προ οιασδήποτε κατάταξης της καθ’ής τράπεζας να καταταγεί το ίδιο διά του Περιφερειακού ΚΕΑΟ Πειραιά προς ικανοποίηση των αναγγελθεισών απαιτήσεων. Όμως ο άνω λόγος είναι απορριπτέος ως μη νόμιμος, διότι κρίσιμος χρόνος για την ύπαρξη και την έκταση των προνομίων, στο πλαίσιο του πίνακα κατάταξης, είναι ο χρόνος επίδοσης της επιταγής προς εκτέλεση, ήτοι με βάση το δίκαιο που ισχύει κατά τον χρόνο αυτό. Στην προκειμένη περίπτωση, οι επιταγές προς εκτέλεση που στηρίζουν την περαιτέρω κύρια εκτελεστική διαδικασία, με τη σύνταξη και του ένδικου πίνακα κατάταξης, είναι αυτές που επιδόθηκαν στους οφειλέτες – καθ’ών η εκτέλεση στις 11-5-2018, κάτω από το πρώτο εκτελεστό απόγραφο της με αρ. ……../2014 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, αναφέρονται ως αφετηρία της εκτελεστικής διαδικασίας στην υπ. αρ. …../18-5-2018 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών ……….. και αναφέρει και το εκκαλούν στο δικόγραφο της έφεσής του, και όχι οι προγενέστερες της 11-7-2014, οι οποίες μετά την πάροδο έτους είχαν αποβάλλει την ισχύ τους και δεν μπορούσε να στηρίξουν περαιτέρω πράξεις εκτέλεσης. Επομένως, οι κρίσιμες επιδόσεις επιταγών προς εκτέλεση στη συγκεκριμένη περίπτωση για το ζήτημα της ισχύος των διατάξεων των άρθρων 975 και 977 του ΚΠολΔ και γενικότερα του διαχρονικού δικαίου των προνομίων ως προς τον ένδικο πίνακα κατάταξης, είναι αυτές που έγιναν την 11.5.2018. Με βάση δε τα παραπάνω και εφόσον η κρίσιμη επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση στην παρούσα περίπτωση έγινε μετά την 1-1-2016, παρά την ισχύ της ως άνω διάταξης του άρθρου 43 του Ν. 4715/2020, η οποία είναι γνήσια ερμηνευτική με αναδρομική δύναμη και ως προς το ζήτημα της κατάταξης των δανειστών, δεν είναι δυνατό να τύχουν εφαρμογής κατά τη σύνταξη του ένδικου πίνακα κατάταξης (υπ’ αρ. ……./2019) οι ως άνω διατάξεις, όπως ίσχυαν πριν την αντικατάστασή τους με το άρθρο όγδοο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015. Επομένως, ορθά η υπάλληλος επί του πλειστηριασμού εφάρμοσε τις διατάξεις των άρθρων 975 και 977 του ΚΠολΔ, όπως ίσχυαν μετά την αντικατάστασή τους με το ως άνω άρθρο όγδοο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλούμενη απόφασή του, έκρινε όμοια, και απέρριψε τον ως άνω λόγο της ανακοπής ως μη νόμιμο, έστω και με ελλιπή επάλληλη αιτιολογία, που στηρίζει το διατακτικό αυτής, ορθά κατ΄ αποτέλεσμα ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και δεν έσφαλε. Συνεπώς, αφού συμπληρωθεί η ελλιπής επάλληλη αιτιολογία της εκκαλουμένης με αυτή της παρούσας απόφασης (άρθρο 534 του ΚΠολΔ), πρέπει να απορριφθεί η έφεση ως ουσιαστικά αβάσιμη. Τέλος, πρέπει να καταδικασθεί το εκκαλούν, λόγω της ήττας του, στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της εκκαλούσας, μειωμένα, όμως, κατά το άρθρο 22 παρ. 1 του Ν. 3693/1957 και την υπ΄ αρ. 134423/8-12-1992 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης (ΦΕΚ Β 11/20-11-1993), σε συνδυασμό με το ως άνω άρθρο 62 παρ. 3 περ. Θ΄ του Ν. 4387/2016, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 31 του Ν. 4445/2016, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την έφεση.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα της εφεσίβλητης, τα οποία ορίζει στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) €.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, στις 24.1.2023.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ