Όταν αποδίδεται στην εκκαλουμένη η πλημμέλεια της παραβίασης ουσιαστικού κανόνα, απαιτείται να αναφέρεται ο κανόνας αυτός και τα περιστατικά που στοιχειοθετούν την πλημμέλεια. Ως προς την πλημμέλεια της κακής εκτίμησης αποδείξεων, αρκεί και μόνο η μνεία αυτής. Σύμβαση έργου. Έννοια, προϋποθέσεις, τρόπος άσκησης, περιεχόμενο δήλωσης και αποτελέσματα υπαναχώρησης. Αίρεται αναδρομικά η σύμβαση, αποσβέννυνται οι εκατέρωθεν υποχρεώσεις προς παροχή και τυχόν παροχές που δόθηκαν αποδίδονται με διατάξεις αδικαιολόγητου πλουτισμού. Σχέση υπαναχώρησης με καταγγελία του άρθρου 700 ΑΚ. Απορριπτέα ως μη νόμιμη ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος, εδραζόμενη σε εσφαλμένη προϋπόθεση και αντιφατική. Δικαστικά έξοδα: δεν διατυπώθηκαν παρατηρήσεις από τους εκκαλούντες και επιδικάζονται για τον παρόντα δεύτερο βαθμό εν συνόλω λόγω της ήττας των εκκαλούντων, αφού αφαιρεθεί το ποσό που επιδικάστηκε πρωτοδίκως. Απορρίπτει έφεση επί της ουσίας.
ΑΠΟΦΑΣΗ 10154/2020
(Αριθμός κατάθεσης έφεσης: ./2018)
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Αλεξάνδρα Παπαχρίστου, Πρωτοδίκη, η οποία ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, και τη Γραμματέα
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του την 9η Δεκεμβρίου 2019, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΩΝ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ-ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ-ENΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) Της μονοπρόσωπης εταιρίας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία … που εδρεύει στη Θεσσαλονίκη (οδός …), όπως νόμιμα εκπροσωπείται, και 2) …, κατοίκου Θεσσαλονίκης (οδός …), οι οποίοι παραστάθηκαν δια του πληρεξούσιου δικηγόρου τους Αθανάσιου Φιλίντατζη (Α.Μ.Δ.Σ.Θ. 5.844), που κατέθεσε προτάσεις.
ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ-ΚΑΛΟΥΝΤΟΣ-ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ. …, κατοίκου Θεσσαλονίκης (οδός …), ο οποίος παραστάθηκε, κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, δια του πληρεξούσιου δικηγόρου του Αντώνιου Μικροπανδρεμένου (Α.Μ.Δ.Σ.Θ. 6.216), που κατέθεσε προτάσεις.
Ο εφεσίβλητος-καλών-ενάγων άσκησε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης τη με αριθμό κατάθεσης αγωγή του κατά των ήδη εκκαλούντων, επί της οποίας εκδόθηκε η με αριθμό 2759/2017 μη οριστική απόφαση του προαναφερθέντος Ειρηνοδικείου, το οποίο διέταξε την επανάληψη της συζήτησης και τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης. Ακολούθως, με την από 03.11.2017 και με αριθμό κατάθεσης … κλήση του ενάγοντος κατά των ήδη εκκαλούντων επανήλθε προς συζήτηση η ως άνω αγωγή ενώπιον του ίδιου Ειρηνοδικείου, εκδοθείσας της με αριθμό 860/2018 οριστικής απόφασης του ίδιου ως άνω Ειρηνοδικείου, κατά της οποίας παραπονούνται οι καθ’ ων η κλήση-εναγόμενοι, ήδη εκκαλούντες, με την κρινόμενη, με αριθμό κατάθεσης …/2018 έφεση τους που κατέθεσαν στη Γραμματεία του ως άνω Ειρηνοδικείου και η οποία προσδιορίστηκε με τη με αριθμό … έκθεση κατάθεσης δικογράφου για τη δικάσιμο της 18.03.2019 και εγγράφηκε στο πινάκιο, κατόπιν δε αναβολής προσδιορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και εγγράφηκε εκ νέου στο πινάκιο.
ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ, η οποία εκφωνήθηκε νόμιμα με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο, κατά την αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ
I. Κατά τη διάταξη του άρθρου 520 §1 ΚΠολΔ, το έγγραφο της έφεσης πρέπει να περιέχει τα κατά τα άρθρα 118-120 ΚΠολΔ στοιχεία και τους λόγους της έφεσης, ήτοι τις πλημμέλειες της προσβαλλόμενης απόφασης, οι οποίες συνίστανται σε νομικά ή πραγματικά σφάλματα του Δικαστηρίου ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, και του ίδιου του εκκαλούντος. Οι λόγοι της έφεσης πρέπει να είναι σαφείς και ορισμένοι, ώστε να μπορεί να οριοθετηθεί η εξουσία του εφετείου, ενόψει, μάλιστα, της διάταξης του άρθρου 522 ΚΠολΔ, που ορίζει ότι η υπόθεση μεταβιβάζεται στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση (και τους τυχόν πρόσθετους λόγους αυτής) και να είναι σε θέση το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο να κρίνει για τη νομική και ουσιαστική βασιμότητα τους (βλ. Σ. Σαμουήλ Η Έφεση §§541, 1092), αλλά και να μπορεί ο εφεσίβλητος να αμυνθεί, αποκρούοντας και ανασκευάζοντας αυτούς. Οι αόριστοι λόγοι έφεσης εξομοιώνονται με ανύπαρκτους και απορρίπτονται ως απαράδεκτοι και κατ’ αυτεπάγγελτη έρευνα του Δικαστηρίου (ΑΠ 1284/2019, ΑΠ 1130/2015, ΑΠ 1709/2013, ΤΝΠ Νόμος). Ειδικότερα, όταν αποδίδεται στην εκκαλούμενη απόφαση η πλημμέλεια της παραβίασης κανόνα ουσιαστικού δικαίου, πρέπει να αναφέρονται στο δικόγραφο της έφεσης ο κανόνας δικαίου που φέρεται ότι παραβιάστηκε και τα περιστατικά που κατά τον εκκαλούντα στοιχειοθετούν την αποδιδόμενη νομική πλημμέλεια [ΑΠ 574/2018 ΤΝΠ Νόμος, ΕφΛαρ 504/2019 ΤΝΠ Νόμος, Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (-Μαργαρίτης) ΚΠολΔ I (2000) 520 αριθ. 13]. Η αοριστία του εφετηρίου δεν μπορεί να συμπληρωθεί με τις προτάσεις ούτε να αναπληρωθεί με παραπομπή σε άλλα δικόγραφα και της αυτής έστω δίκης ή στο δικόγραφο της αγωγής, το οποίο έχει δικαίωμα να ερευνήσει το Εφετείο μόνο αν δεχτεί λόγο έφεσης ως βάσιμο και εξαφανίσει την πρωτόδικη απόφαση (Σ. Σαμουήλ ό.π. §541). Αν δεν είναι ορισμένος ένας τουλάχιστον λόγος, η έφεση απορρίπτεται και αυτεπαγγέλτως στο σύνολο της (Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας ό.π. 520 αριθ. 7, 11-12). Ειδικά, ως προς τον λόγο της κακής εκτίμησης των αποδείξεων λεκτέον ότι δεν είναι αναγκαία η εξειδίκευση των σφαλμάτων (ΑΠ 1440/2005 ΕλλΔνη 2006.155, ΑΠ 155/1996 ΕλλΔνη 1996.1346, Εφθεσ 408/2016 Αρμ 2018.1694). Αρκεί η μνεία ότι λόγω της κακής εκτίμησης υπάρχει σφάλμα στο διατακτικό (Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας ό,π. 520 αριθ. 14).
Η κρινόμενη έφεση, η οποία στρέφεται κατά της με αριθμό … απόφασης του Ειρηνοδικείου θεσσαλονίκης, που δίκασε τη με αριθμό κατάθεσης …/2016 αγωγή, κατά την τακτική διαδικασία, – αλλά και κατά της με αριθμό …/2017 μη οριστικής απόφασης του ίδιου Ειρηνοδικείου, δοθέντος ότι αυτή συμπροσβάλλεται με την οριστική απόφαση, παρά το γεγονός ότι η κρινόμενη έφεση δεν απευθύνεται ρητώς εναντίον της, άρθρο 513 παρ. 2 ΚΠολΔ – έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 §1, 511, 513 §1 β, 516 §1, 517 και 518 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι ασκήθηκε εντός της διετούς προθεσμίας από τη δημοσίευση της (άρθρο 518 §2 ΚΠολΔ, ως αυτό ισχύει μετά την αντικατάσταση του από το άρθρο 1 άρθρο τρίτο Ν, 4335/2015) και ότι επίδοση της εκκαλουμένης κανείς εκ των διαδίκων δεν επικαλείται, ούτε προκύπτει από τον φάκελο της δικογραφίας, αρμοδίως δε φέρεται προς εκδίκαση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρο 17Α ΚΠολΔ).
Επίσης, για το παραδεκτό του ενδίκου μέσου έχει καταβληθεί από τους εκκαλούντες το οριζόμενο από το άρθρο 495 ΚΠολΔ παράβολο (βλ. τη σχετική έκθεση της Γραμματέα του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης, στην οποία γίνεται μνεία περί κατάθεσης του με κωδικό …/2018 e-παραβόλου, ποσού 75,00 ). Επομένως, η ένδικη έφεση πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί ως προς το παραδεκτό και τη βασιμότητα των λόγων της, κατά την ίδια τακτική διαδικασία (άρθρο 533 §1 ΚΠολΔ), κατά την οποία εκδόθηκε και η προσβαλλόμενη απόφαση.
Στην προκείμενη περίπτωση, με την από 22.01.2015 και με αριθμό κατάθεσης ./2015 αγωγή του, που άσκησε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης, ο καλών-ενάγων και ήδη εφεσίβλητος ισχυρίστηκε ότι στις 27.03.2014 σύναψε με την πρώτη εναγόμενη εταιρία – της οποίας διαχειριστής και νόμιμος εκπρόσωπος τυγχάνει ο δεύτερος εναγόμενος – και με τον τελευταίο με την ιδιότητα του ως εγγυητή της πιστής και ορθής εκτέλεσης των συμφωνηθέντων, σύμβαση έργου, στο πλαίσιο της οποίας της ανέθεσε την κατασκευή ιστοσελίδας κοινωνικής δικτύωσης και γνωριμιών με την ηλεκτρονική διεύθυνση-επωνυμία … παραδοτέας μέχρι τις 20.07.2014, αντί της αμοιβής ύψους 15.480,00 (πλέον Φ.Π.Α. ποσού 3.560,40 ), καταβλητέας τμηματικά και με την παράδοση κάθε τμήματος του έργου και σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στο από 27.03.2014 ιδιωτικό συμφωνητικό σύμβασης έργου. Ότι, έναντι της ως άνω συνολικής συμφωνηθείσας αμοιβής, κατέβαλε στην αντισυμβαλλομένη του το συνολικό ποσό των 13.980,00, ήτοι αυτό των 5.480,00 ταυτόχρονα με την υπογραφή της σύμβασης ως προκαταβολή (2.000,00 με τη μορφή του αρραβώνα + 3.480,00 ) καθώς και το ποσό των 8.500,00 , σταδιακά και μέχρι και τον μήνα Αύγουστο του 2014. Ότι το έργο δεν αποπερατώθηκε μέχρι τη συμφωνηθείσα ημερομηνία παράδοσης του, περαιτέρω δε ήδη στη διάρκεια της δοθείσας παράτασης, περί τα μέσα Αυγούστου του 2014, διαπίστωσε ότι η υπό κατασκευή ιστοσελίδα δεν περιλάμβανε ουσιώδεις συνομολογημένες ιδιότητες -όπως αυτές αναλυτικά περιγράφονται στο ένδικο δικόγραφο-, έλλειψη την οποία η πρώτη εναγομένη δεν συμπλήρωσε ούτε στις εκ νέου ταχθείσες προθεσμίες παράτασης, παρά τις συνεχείς παραινέσεις τόσο του ιδίου όσο και των προσληφθέντων από αυτόν ειδικών προγραμματιστών. Ότι, κατόπιν της ανώμαλης εξέλιξης της επίδικης σύρβασης, στις 24.10.2014, επέδωσε στην πρώτη εναγομένη την κοινοποιηθείσα και προς τον δεύτερο εναγόμενο και ατομικά λόγω της ιδιότητας του ως εγγυητή, από 24.10.2014, εξώδικη δήλωση-όχληση-διαμαρτυρία-υπαναχώρηση-πρόσκλησή του, δυνάμει της οποίας διαμαρτυρήθηκε έντονα για την υπερβολικά καθυστερημένη και πλημμελή εκτέλεση των συμπεφωνημένων, αρνούμενος την παραλαβή του έργου υπό τη δεδομένη μορφή, και δήλωσε ότι υπαναχωρεί κατ’ άρθρο 686 ΑΚ από την επίμαχη σύμβαση, καλώντας τους εναγομένους να του επιστρέψουν εντός πέντε (5) ημερών από την επίδοση το συνολικά καταβληθέν από αυτόν ποσό των 13.980,00 , το οποίο αρνούνται να του καταβάλουν παρά την ως άνω όχληση. Με βάση τα ως άνω εκτιθέμενα πραγματικά περιστατικά, ο ενάγων ζήτησε, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι έκαστος αλληλεγγύως και εις ολόκληρον, να του καταβάλουν το ποσό των 13.980,00 , με τον νόμιμο τόκο για κάθε επιμέρους ποσό από την επομένη της καταβολής του στην πρώτη εναγομένη και, ειδικότερα, το ποσό των 5.480,00 με τον νόμιμο τόκο από τις 27.03.2014, το ποσό των 3.000,00 από τις 27.04.2014, το ποσό των 4.000,00 από την 01.08.2014 και το ποσό των 1.500,00 από την 01.09.2014, άλλως το συνολικό ποσό των 13.980,00 με τον νόμιμο τόκο από την επομένη της παρέλευσης της ταχθείσας με την εξώδικη δήλωση προθεσμίας επιστροφής αυτού (29.10.2014), άλλως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση. Τέλος, ζήτησε να καταδικαστούν οι εναγόμενοι στην πληρωμή των δικαστικών του εξόδων.
Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με τη με αριθμό 2759/2017 μη οριστική απόφαση του, εκδικάζοντας την αγωγή κατά τη δέουσα τακτική διαδικασία, αντιμωλία διαδίκων, αφού έκρινε την αγωγή παραδεκτή και νόμιμη -πλην του παρεπόμενου αιτήματος περί επιδίκασης τόκων από την επομένη καταβολής κάθε επιμέρους ποσού, δοθέντος ότι τόκος οφείλεται εν προκειμένω από τότε που έπρεπε να προβλεφθεί η αναζήτηση, δηλαδή από τον χρόνο της υπαναχώρησης-, διέταξε την επανάληψη της συζήτησης και τη διενέργεια πραγματογνωμοσύνης από τον μηχανικό πληροφορικής, προκειμένου αυτός να γνωμοδοτήσει αιτιολογημένα επί των ακόλουθων ζητημάτων: α) αν η ιστοσελίδα που κατασκεύασε η πρώτη εναγομένη, βάσει του κώδικα της, βρίσκεται σε απόλυτη συμφωνία με τις συμφωνημένες ιδιότητες, όπως αυτές αναγράφονται στην από 27-03-2014 σύμβαση έργου μεταξύ των διαδίκων, β) ειδικότερα, αν η παραπάνω ιστοσελίδα φέρει τις τεχνικές αδυναμίες ή λείπουν από αυτήν οι συνομολογημένες ιδιότητες που αναφέρονται στις σελίδες 16-25 της αγωγής και, σε περίπτωση ύπαρξης τεχνικών αδυναμιών ή ελλείψεων ιδιοτήτων που πραγματικά συμφωνήθηκαν από τα μέρη με τη σύμβαση, να αναφερθούν αυτές ειδικά, δηλαδή ποιες ακριβώς ιδιότητες οι οποίες, αν και προβλέπονταν στη σύμβαση, δεν υπάρχουν στην ιστοσελίδα ή δεν ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές της σύμβασης, και γ) αν οι διορθωτικές εργασίες που ζητήθηκαν από τον ενάγοντα τον Σεπτέμβριο του 2014, κατόπιν υπόδειξης του τεχνικού συμβούλου του μέσω ηλεκτρονικής αλληλογραφίας, διαφοροποιούνται από την αρχική σύμβαση, αποτελούν δηλαδή τροποποιητικές εργασίες ή έτειναν στη βελτίωση της λειτουργίας της ιστοσελίδας, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τη σύμβαση. Ακολούθως, δυνάμει της από 03.11.2017 και με αριθμό κατάθεσης …./2017 κλήσης, επανήλθε προς συζήτηση η ως άνω αγωγή, εκδοθείσας της, ήδη προσβαλλόμενης, με αριθμό 860/2018 οριστικής απόφασης του ίδιου ως άνω Ειρηνοδικείου, το οποίο δέχτηκε την αγωγή και ως βάσιμη κατ’ ουσία, υποχρεώνοντας τους εναγομένους, έκαστο εις ολόκληρον, να καταβάλουν στον ενάγοντα το ποσό των 13.980,00 , με τον νόμιμο τόκο από 25.10.2014 και μέχρι την ολοσχερή εξόφληση. Τέλος, επέβαλε σε βάρος των καθ’ ων η κλήση-εναγομένων τα δικαστικά έξοδα του καλούντος-ενάγοντος, τα οποία όρισε στο ποσό των 1.700.00 Ευρώ.
Κατά της απόφασης αυτής παραπονούνται με την κρινόμενη έφεση οι καθ’ ων η κλήση-εναγόμενοι και ήδη εκκαλούντες για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, επαναφέρουν δε την ένσταση που είχαν προβάλει ενώπιον του ως άνω Δικαστηρίου και ζητούν να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη, ώστε να απορριφθεί η αγωγή στο σύνολο της, καθώς και να καταδικαστεί ο αντίδικος στην πληρωμή των δικαστικών τους εξόδων αμφότερων των βαθμών δικαιοδοσίας. Σημειωτέον ότι ο λόγος έφεσης περί πλημμελούς εκτίμησης των αποδείξεων κρίνεται ορισμένος -παρά τον ισχυρισμό περί του αντιθέτου του εφεσιβλήτου-ενάγοντος-, σύμφωνα και με τα διαλαμβανόμενα στην, υπό στοιχείο (I) νομική σκέψη του δικανικού συλλογισμού της παρούσας απόφασης, δεδομένου ότι το σφάλμα της απόφασης ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων δεν είναι αναγκαίο να εξειδικεύεται, αλλά αρκεί να μνημονεύεται ότι από το σφάλμα αυτό το Δικαστήριο κατέληξε σε εσφαλμένο πόρισμα και διατακτικό, διότι το Εφετείο, λόγω του μεταβιβαστικού αποτελέσματος, της έφεσης (άρθρο 522 ΚΠολΔ), είναι υποχρεωμένο να κρίνει την ορθότητα του διατακτικού της πρωτόδικης απόφασης μετά από καθολική επανεκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης και όχι μόνο με βάση τα μερικότερα παράπονα του εκκαλούντος που συνδέονται με αυτήν (Σ. Σαμουήλ ό.π. §540ιη).
Εξάλλου, εν προκειμένω, από τα αφηγηματικώς εκτιθέμενα στο εφετήριο συνάγονται και τα ειδικότερα παράπονα των εκκαλούντων αναφορικά με την εσφαλμένη εκτίμηση περί των αποδειχθέντων πραγματικών περιστατικών.
II. Στη μεταξύ του εργολάβου-μηχανικού και του εργοδότη σύμβαση έργου εφαρμόζονται και οι λοιπές διατάξεις των άρθρων 681 επ. ΑΚ, μεταξύ των οποίων και η διάταξη του άρθρου 686 Α.Κ. με την οποία ορίζεται ότι : «Αν ο εργολάβος δεν αρχίσει εγκαίρως την εκτέλεση του έργου, η αν χωρίς υπαιτιότητα του εργοδότη, επιβραδύνει την εκτέλεση στο σύνολο της ή εν μέρει με τρόπο που αντιβαίνει στη σύμβαση και καθιστά αδύνατη την έγκαιρη περάτωση του έργου, ο εργοδότης μπορεί να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, χωρίς να περιμένει τον χρόνο της παράδοσης του έργου. Όταν υπάρχει υπερημερία του εργολάβου, διατηρούνται ακέραια τα δικαιώματα που έχει ο εργοδότης εξαιτίας της». Όπως προκύπτει από την ως άνω διάταξη, με την οποία προβλέπεται η δυνατότητα ανάμειξης και εποπτείας του εργοδότη κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης και μέχρι την αποπεράτωση του συμφωνηθέντος έργου, χάριν ελέγχου της πορείας της εκτέλεσης αυτού και πρόληψης της μη έγκαιρης ή προσήκουσας εκτέλεσης αυτού και εξειδικεύονται και επεκτείνονται οι αρχές των άρθρων 683 και 685 ΑΚ, για την άσκηση υπαναχώρησης από τον εργοδότη, κατ’ εφαρμογή της πρώτης αυτών (άρθρο 686 εδ. α’ ΑΚ), δεν απαιτείται η συνδρομή των προϋποθέσεων της υπερημερίας του εργολάβου (ούτε η ύπαρξη υπαιτιότητας του εργολάβου στην καθυστέρηση, η οποία μπορεί να οφείλεται και σε αντικειμενικές δυσχέρειες, όπως σε ευθύνη τρίτου ή ακόμη και σε ανώτερη βία) ούτε η τήρηση των διατάξεων των άρθρων 383 επ. ΑΚ, διότι πρόκειται για νόμιμη υπαναχώρηση που παρέχεται ευθέως από τον νόμο, με ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 389 έως 396 ΑΚ (ΑΠ 77/2011, ΑΠ 1035/2010, ΤΝΠ Νόμος). Από δε τις συνδυασμένες διατάξεις των ως άνω άρθρων 686 εδ. α’, 387 παρ. 2, 389 και 390 ΑΚ προκύπτει ότι, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις της πρώτης από τις διατάξεις αυτές, με την κατά τη διάταξη αυτή δήλωση του εργοδότη προς τον εργολάβο ότι υπαναχωρεί από τη σύμβαση έργου, η σύμβαση αυτή καταργείται από τη στιγμή της κατάρτισης της (ex tunc), η δε νομική σχέση ανάμεσα στον εργοδότη και τον εργολάβο διαλύεται αυτοδικαίως και αναδρομικά, επέρχεται απόσβεση όλων των υποχρεώσεων αυτών για παροχή που πηγάζουν από τη σύμβαση και δημιουργείται υποχρέωση τους να αποδώσουν αμοιβαίως τις παροχές που έλαβαν κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό (άρθ. 904 επ. του ΑΚ), για αιτία που έληξε (ΑΠ 997/2010, ΑΠ 1031/2004, ΤΝΠ Νόμος). Στην περίπτωση δε αδυναμίας της αυτούσιας απόδοσης του ληφθέντος αντικειμένου, ο οφειλέτης αποδίδει το για αυτό ληφθέν αντάλλαγμα. Επί παροχής έργου, αντάλλαγμα είναι η κατά τον χρόνο της παροχής αξία του μέρους του έργου που εκτελέστηκε και παραδόθηκε. Η αξία αυτή δεν αποτελεί αμοιβή, αλλά ωφέλεια κατά τη διάταξη του άρθρου 904 ΑΚ (ΑΠ 77/2011 ό.π.). Η δήλωση του εργοδότη ότι υπαναχωρεί από την σύμβαση είναι απρόθεσμη και δεν υπόκειται σε παραγράφηκα, την εγκυρότητα δε αυτής είναι αδιάφορο αν κατά τον χρόνο που αυτή έλαβε ένα μεγάλο μέρος του ανατεθέντος έργου. Είναι τελείως διαφορετικό ότι στην περίπτωση αυτή ο εργοδότης έχει κατά τη διακριτική του ευχέρεια το δικαίωμα να υπαναχωρήσει από το τμήμα του έργου που δεν έχει εκτελεστεί κατά τον χρόνο της υπαναχώρησης, οπότε ο εργοδότης οφείλει στον εργολάβο μόνο την αντίστοιχη αμοιβή για το μέχρι τότε εκτελεσθέν έργο με βάση τη σύμβαση (ΑΠ 1035/2010 Δνη 2011.794) και να μην υπαναχωρήσει από την όλη σύμβαση. Το παρεχόμενο με το άρθρο 686 εδ. α’ του ΑΚ δικαίωμα υπαναχώρησης μπορεί να ασκηθεί και μετά τον συμφωνημένο χρόνο παράδοσης του έργου, αν δεν πληρώθηκαν μέχρι τη λήξη της προθεσμίας παράδοσης αυτού οι από το ίδιο άρθρο υποχρεώσεις του εργολάβου για την έγκαιρη έναρξη και για τη μη επιβράδυνση των εργασιών εκτέλεσης του έργου, κατά τρόπο που αντιβαίνει στη σύμβαση και καθιστά αδύνατη την έγκαιρη περάτωση αυτού, αφού στην περίπτωση αυτή κατεξοχήν προκύπτει ότι είναι ανέφικτη η έγκαιρη ολοκλήρωση και παράδοση του έργου (ΑΠ 652/2008 Δνη 2010.776). Για τη θεμελίωση του προβλεπόμενου από την εν λόγω διάταξη δικαιώματος υπαναχώρησης του εργοδότη από την εργολαβική σύμβαση, απαιτείται α) αντισυμβατική καθυστέρηση έναρξης της εκτέλεσης του έργου ή αντισυμβατική επιβράδυνση εκτέλεσης του έργου, χωρίς υπαιτιότητα του εργοδότη, και β) αδυναμία έγκαιρης αποπεράτωσης του έργου, εξαιτίας της καθυστέρησης έναρξης ή της επιβράδυνσης της εκτέλεσης. Περαιτέρω, στην περίπτωση που η μη έγκαιρη έναρξη του έργου ή η επιβράδυνση των εργασιών οφείλεται σε υπαιτιότητα του εργολάβου, τότε τα δικαιώματα του εργοδότη από την υπερημερία του εργολάβου διατηρούνται ακέραια, σύμφωνα με το εδάφιο β’ της πιο πάνω διάταξης του άρθρου 686 του ΑΚ και, κατά συνέπεια, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 686 εδ. β’, 343 παρ.2, 383, 385, 389 παρ.2 και 390 ΑΚ, ο εργοδότης μπορεί και πάλι να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση έργου (ΑΠ 1378/2010 ΧρΙΔ 2011.422) και, μάλιστα, χωρίς να τάξει στον υπερήμερο εργολάβο εύλογη προθεσμία για την εκπλήρωση της παροχής, αν από την όλη στάση του τελευταίου προκύπτει ότι το μέτρο αυτό θα ήταν άσκοπο ή αν ο εργοδότης δεν έχει πλέον συμφέρον στην εκτέλεση της σύμβασης, Οι σε αμφότερες τις περιπτώσεις υπαναχώρηση εκ μέρους του δικαιούχου συνιστά μονομερή απευθυντέα δικαιοπραξία διαπλαστικού χαρακτήρα, η δε δήλωση αυτής, ρητή ή και σιωπηρή, δεν υπόκειται σε τύπο, είναι απρόθεσμη και μπορεί να γίνει και με την άσκηση αγωγής (ΑΠ 1759/2009 Δνη 2010.776). Διάφορη της κατά τα ανωτέρω υπαναχώρησης συνιστά η κατά τη διάταξη του άρθρου 700 του ΑΚ καταγγελία της σύμβασης μίσθωσης έργου, κατά την οποία ο εργοδότης έχει δικαίωμα μέχρι την αποπεράτωση του έργου να καταγγείλει οποτεδήποτε και για οποιονδήποτε λόγο τη σύμβαση, οπότε αυτή λύεται για το μέλλον (ex nunc), αυτός δε οφείλει να καταβάλει στον εργολάβο τη συμφωνηθείσα αμοιβή. Η κρίση δε του Δικαστηρίου της ουσίας ότι η δήλωση βούλησης του εργοδότη συνιστά υπαναχώρηση ή καταγγελία, κατά τη διάταξη του άρθρου 700 ΑΚ, υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου, με βάση τα κατ’ ουσία γενόμενα, δεκτά ανελέγκτως, πραγματικά περιστατικά (ΑΠ 445/2019, ΑΠ 1347/2019, ΑΠ 1227/2018, ΑΠ 1113/2017, ΑΠ 338/2016, ΤΝΠ Νόμος). Ειδικότερα, δεν αποτελεί καταγγελία η δήλωση του εργοδότη που τείνει στη λύση της σύμβασης, όταν επικαλείται αντισυμβατική συμπεριφορά του εργολάβου. Στη σχετική δήλωση υπαναχώρησης, πρέπει να αναφέρονται οι λόγοι της, όχι μόνο για να μπορέσει ο εργολάβος να αμυνθεί, αλλά και για να μην προκύψει σύγχυση σχετικά με το αν πρόκειται για την υπαναχώρηση ή για την καταγγελία του άρθρου 700 ΑΚ. Περαιτέρω, επί σύμβασης έργου, ο εργοδότης έχει -κατά το άρθρο 700 ΑΚ- το δικαίωμα να καταγγείλει, οποτεδήποτε έως την αποπεράτωση του έργου, τη σύμβαση και, μάλιστα, χωρίς ανάγκη να επικαλεστεί και να αποδείξει την ύπαρξη σπουδαίου λόγου, οπότε αυτή λύνεται για το μέλλον και υποχρεούται πλέον ο ίδιος να παραλάβει το έργο στην κατάσταση που αυτό βρίσκεται κατά την καταγγελία, καταβάλλοντας ολόκληρη τη συμφωνημένη αμοιβή (ΑΠ 697/2019 ΤΝΠ Νόμος). Εξάλλου, δικαίωμα υπαναχώρησης αποκτά ο εργοδότης και για τα ουσιώδη πραγματικά ελαττώματα ή την έλλειψη των συνομολογημένων ιδιοτήτων, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 689 ΑΚ, το οποίο ορίζει, ειδικότερα, ότι: «Αν το έργο που εκτελέστηκε έχει ουσιώδη ελαττώματα που το κάνουν άχρηστο ή αν του λείπουν συμφωνημένες ιδιότητες, ο εργοδότης έχει, αντί για τα δικαιώματα του προηγούμενου άρθρου, το δικαίωμα να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση.».
Από την επανεκτίμηση όλων των αποδεικτικών μέσων και δη των ένορκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων οι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με τη με αριθμό 2759/2017 μη οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, της από 24-10-2017 έκθεσης πραγματογνωμοσύνης του μηχανικού πληροφορικής που διορίστηκε πραγματογνώμονας με την ως άνω μη οριστική απόφαση, και όλων των εγγράφων, ανεξαιρέτως, που οι διάδικοι είχαν προσκομίσει μετά νόμιμης επίκλησης κατά την πρωτοβάθμια δίκη και που τα επικαλούνται και τα προσκομίζουν και στην παρούσα, είτε για να ληφθούν υπόψη ως αυτοτελή αποδεικτικά μέσα είτε για να χρησιμεύσουν ως δικαστικά τεκμήρια [χωρίς η ρητή αναφορά ορισμένων εξ αυτών να προσδίδει σε αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, εφόσον είναι ισοδύναμα και όλα, ανεξαιρέτως, συνεκτιμώνται για την ουσιαστική διάγνωση της ένδικης διαφοράς (ΑΠ 1628/2003 ΕλλΔνη 2004,723)], συμπεριλαμβανομένων και των φωτογραφιών, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητείται (άρθρα 444 §1γ’, 445, 457 §2 ΚΠολΔ), από τα διδάγματα της κοινής πείρας που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο (άρθρο 336 §4 ΚΠολΔ), από τις εκατέρωθεν ομολογίες των διαδίκων συνάγονται από τα εκτιθέμενα στα δικόγραφα τους, και από όλη γενικά τη διαδικασια, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της από 27.03 2014 έγγραφης σύμβασης έργου που υπογράφηκε στη Θεσσαλονίκη μεταξύ αφενός μεν του ήδη εφεσιβλήτου-ενάγοντος, με την ιδιότητα του «Πελάτη» ή «Εργοδότη», αφετέρου δε της πρώτης εκκαλούσας-εναγομένης, μονοπρόσωπης εταιρίας περιορισμένης ευθύνης, με την ιδιότητα της «Εταιρίας» ή «Εργολάβου», και του δεύτερου των εκκαλούντων-εναγομένων, … του …, με την ιδιότητα του εκ τρίτου συμβαλλομένου, «Εγγυητή», ο οποίος τυγχάνει και διαχειριστής και νόμιμος εκπρόσωπος της προαναφερθείσας εταιρίας, συμφωνήθηκε η εκτέλεση του περιγραφόμενου στο παράρτημα της σύμβασης έργου από την Εργολάβο, των σχετικών εργασιών αρχόμενων στις 31.03.2014 και ληγουσών στις 20.07.2014. Ειδικότερα, συμφωνήθηκαν αφενός μεν η από την πλευρά της Εργολάβου ανάληψη των κάτωθι υποχρεώσεων: Α) κατασκευής μίας ιστοσελίδας γνωριμιών με την επωνυμία «a.-d..com», Β) ανάλυσης ανταγωνισμού των ιστοσελίδων ……. και παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών προώθησης και προωθητικών ενεργειών της ιστοσελίδας, με την υποστήριξη ενός «internet business plan», και Γ) κατασκευής και δημιουργίας εντός ενός μηνός από την υπογραφή της σύμβασης μίας προσωρινής σελίδας αναμονής, ήτοι ιστοσελίδας υποδοχής των επισκεπτών και εξαγγελίας τη δημιουργίας ιστοσελίδας, σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στο παράρτημα της σύμβασης, αφετέρου δε η από την πλευρά του Εργοδότη ανάληψη της υποχρέωσης -εντός ενός μήνα από την υπογραφή της σύμβασης – χορήγησης εγγράφως στον εργολάβο των επιδιωκόμενων στόχων της ιστοσελίδας, για καλύτερη και στοχευμένη ανάπτυξη του «internet business plan» Τα χαρακτηριστικά της επίμαχης ιστοσελίδας και -εν γένει- του έργου συμφωνήθηκαν και περιελήφθησαν τόσο στην από 27.03.2014 έγγραφη σύμβαση όσο και στο συνημμένο σε αυτήν Παράρτημα αυτής. Εξάλλου, στο άρθρο 2 της επίδικης σύμβασης ορίζονταν ρητά ο χρόνος έναρξης εργασιών, καθώς και ο χρόνος ολοκλήρωσης και παράδοσης του έργου -όπως αυτοί προαναφέρθηκαν-, ενώ στο άρθρο 3 αυτής ορίστηκε ότι «Καμία παράταση της προθεσμίας αποπερατώσεως του έργου δεν χορηγείται, πλην της περίπτωσης αύξησης των συμβατικών εργασιών.», συμφωνηθείσας δε (εύλογης) ποινικής ρήτρας για την περίπτωση υπερημερίας της Εταιρίας, οριζόμενης αυτής στο ποσό των 100,00 για κάθε ημέρα καθυστέρησης (άρθρο 4). Το συνολικό κόστος του έργου και η αντίστοιχη αμοιβή της Εργολάβου ορίστηκε στο ποσό των 15.480.00 (=15.000,00 + 450,00 για ετήσιο συμβόλαιο web hosting και τεχνικής υποστήριξης + 30,00 για καταχώρηση ονόματος domain name), του οποίου η καταβολή συμφωνήθηκε να γίνει, τοις μετρητοίς ή με τραπεζική κατάθεση, τμηματικά και ως εξής: Α) ποσού 5.480,00 ως προκαταβολής (εκ του οποίου ποσό 2.000,00 ως αρραβώνας), ταυτόχρονα με την υπογραφή της σύμβασης επέχουσας θέση απόδειξης καταβολής αυτής (της προκαταβολής), Β) ποσού 3.000,00 εντός τεσσάρων (4) εβδομάδων «{…} από την έναρξη των εργασιών και με την ολοκλήρωση της λειτουργίας της σελίδας Υποδοχής και την έγκριση εικαστικού σχεδιασμού {…}», Γ) ποσού «{…} 3.000C, σε 12 εβδομάδες από την έναρξη των εργασιών και με την ολοκλήρωση του συστήματος διαχείρισης, e-shop και όλων των τεχνικών απαιτήσεων {…}», Δ) ποσού «{…} 4.000 σε 16 εβδομάδες από την έναρξη των εργασιών και την ολοκλήρωση τους, και με την εκπαίδευση και παράδοση του έργου και την υπογραφή του πρωτοκόλλου παράδοσης.». Στο προαναφερθέν ποσό δεν συμπεριλαμβανόταν ο ανάλογος Φ.Π.Α., ο οποίος συμφωνήθηκε να «{…} πληρωθεί έναν μήνα μετά την έλευση της καταβολής της ανωτέρω περίπτωσης Δ’, όπου με την παράδοση του έργου και την ταυτόχρονη υπογραφή του πρωτοκόλλου θα εκδοθεί και το σχετικό τιμολόγιο του έργου και η εξόφληση του {…} Φ.Π.Α. θα γίνει σε 30 ημέρες από την έκδοση και κατ’ αυτόν τον τρόπο θα επέλθει και πλήρης εξόφληση του έργου.». Σε εκτέλεση των συμφωνηθέντων και δη ως προς τον τρόπο καταβολής της οφειλόμενης αμοιβής της Εργολάβου Εταιρίας, ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος κατέβαλε το οριζόμενο ως προκαταβολή ποσό καθώς και το ποσό των 8.500,00 σταδιακά μέχρι τον μήνα Αύγουστο του 2014, όπως συνομολογούν και οι αντίδικοι του στις ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου προτάσεις τους. Εντούτοις, λόγω οφειλόμενης σε τεχνικές ελλείψεις δυσλειτουργίας της υπό κατασκευή ιστοσελίδας, συμφωνήθηκε προφορικά η παράταση της προθεσμίας, ορισθείσας ως τελικής ημερομηνίας παράδοσης του έργου η 12.09.2014. Δύο ημέρες πριν την προαναφερθείσα ημερομηνία, ήτοι στις 10.09.2014, ο εφεσίβλητος-ενάγων, διατηρώντας εκ της σύμβασης το δικαίωμα να προβεί σε έλεγχο της ιστοσελίδας, απευθύνθηκε στον τεχνικό υπεύθυνο της ήδη αντιδίκου του, …. λόγω της ιδιότητας του ως τεχνικού υπευθύνου αυτής, καθώς και στον προγραμματιστή …. και τους ανέθεσε τη μελέτη της ιστοσελίδας και τη σύνταξη σχετικού εγγράφου, το οποίο και εγχειρίστηκε στους αντιδίκους του στο πλαίσιο προγραμματισμένης συνάντησης (των συμβαλλομένων) στις 12.09.2014, ήτοι την ορισθείσα ως τελική ημερομηνία παράδοσης του έργου, σύμφωνα με το ειδικότερο περιεχόμενο του οποίου υπήρχαν ουσιώδεις τεχνικές και λειτουργικές ελλείψεις της ιστοσελίδας, που καθιστούσαν απαγορευτική της παραλαβή του έργου από πλευράς του Εργοδότη. Στη διάρκεια της εν λόγω συνάντησης, ο δεύτερος εναγόμενος και ήδη εκκαλών, παραδέχτηκε τις αποδιδόμενες στο έργο τεχνικές ελλείψεις και για τον λόγο αυτόν αιτήθηκε τη χορήγηση νέας προθεσμίας δύο εβδομάδων, για την παράδοση της ιστοσελίδας κατά τα συμφωνηθέντα. Στη συνέχεια, στις 30.09.2014, απέστειλε σχετικό μήνυμα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας στον ενάγοντα και ήδη εφεσίβλητο, προκειμένου να τον ενημερώσει ότι είχε ολοκληρώσει τις εργασίες στο site και είχε προβεί στις σχετικές διορθώσεις, δήλωση την οποία επανέλαβε με το από 15.10.2014 μήνυμα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας. Ωστόσο ο ενάγων, δοθεισών των διαπιστώσεων ότι το έργο στερείτο τεχνικής αρτιότητας, ελλείψει συνομολογημένων ιδιοτήτων, επέδωσε στην πρώτη εναγομένη και ήδη εκκαλούσα εταιρία την από 24.10.2014 εξώδικη δήλωση-όχληση-διαμαρτυρια-υπαναχωρηση-προσκληση, που κοινοποίησε και στον δεύτερο εναγόμενο και ήδη εκκαλούντα, και ατομικά λόγω της ιδιότητας του ως Εγγυητή, με την οποία δήλωσε – παραπονούμενος για σοβαρή καθυστέρηση στη διεκπεραίωση του έργου, για σοβαρές ελλείψεις, τεχνικές αδυναμίες, πραγματικά ελαττώματα, έλλειψη συνομολογημένων ιδιοτήτων, έλλειψη εσωτερικής δομής και χρηστικότητας και για την, κατ’ επέκταση, αδυναμία του να εκμεταλλευτεί την υπό κατασκευή ιστοσελίδα επιχειρηματικά – υπαναχώρηση από την επίδικη σύμβαση έργου, αξιώνοντας ταυτόχρονα την επιστροφή του ήδη καταβληθέντος από τον ίδιο ποσού ύψους 13.980,00 , ως αχρεωστήτως καταβληθέντος, εντός προθεσμίας πέντε (5) ημερών.
Επιπρόσθετα, στην ίδια ως άνω ημερομηνία, ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος προσήλθε και κατέθεσε ενώπιον της Συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης …….. έναν ψηφιακό δίσκο DVD ROM, αντίγραφο του site με την επωνυμία … και, ειδικότερα, βιντεοσκοπική απεικόνιση της μορφής λειτουργίας και εικόνας της υπό κατασκευή ιστοσελίδας, όπως αυτή ήταν αναρτημένη στο διαδίκτυο στις 22.10.2014, συμπεριλαμβανομένης και της λειτουργίας του site μέσω χρήσης κινητού με λειτουργικό σύστημα android και μέσω χρήσης συσκευής ipad (κατασκευής apple), συνταχθείσας σχετικά της με αριθμό …/24.10.2014 πράξης κατάθεσης της ίδιας Συμβολαιογράφου, ενώ ανέθεσε, στις 10.09.2014, στον …, τη διενέργεια έρευνας, προκειμένου αυτός να γνωμοδοτήσει επί της επίμαχης σύμβασης έργου και του προσδιορισμού των αιτίων ανώμαλης εξέλιξης αυτής, συνταχθείσας σχετικά της από 10.12.2014 γνωμοδότησης του προαναφερθέντος πραγματογνώμονα, με τη σύμπραξη και του …. ιλλου, από την από 24-10-2017 έκθεσης πραγματογνωμοσύνης του μηχανικού πληροφορικής ήδη, που διορίστηκε πραγματογνώμονας με τη με αριθμό 2759/2017 μη οριστική απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, προέκυψαν τα ακόλουθα: «Η ιστοσελίδα (έργο) που κατασκευάστηκε ήταν σε μεγάλο βαθμό, αλλά όχι πλήρως λειτουργική, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της αρχικής σύμβασης, αλλά και υπό αναφορά ιστοσελίδων, δοθέντος ότι «Υπήρχαν αρκετές τεχνικές δυσλειτουργίες, ελλείψεις συμφωνημένων ιδιοτήτων και προβλήματα {…}». Ειδικότερα, «{…} τα προβλήματα λειτουργίας και οι ελλείψεις αφορούν στα εξής: 1) αδυναμία σύνδεσης μέσω facebook, 2) προβλήματα στο φιλτράρισμα κατά την αναζήτηση μεταξύ των χρηστών, 3) προβλήματα κατά το ανέβασμα φωτογραφιών, 4) προβλήματα στο e-shop, 5) πρόβλημα κατά την αποστολή εικονικών δώρων, 6) προβλήματα με συνδέσμους και την πλοήγηση του χρήστη, 7) προβλήματα με την εμφάνιση των μηνυμάτων μεταξύ των χρηστών, 8) αδύνατη η ιδιότητα της φυσικής μετάφρασης, 9) προβλήματα στις συνομιλίες μεταξύ των χρηστών, 10) προβλήματα ή ελλείψεις με τις συνδρομές και τις πληρωμές των χρηστών; 11) προβλήματα με τη λειτουργία σε κινητά, tablet, i phone, i pad, 12) διαχειριστικά προβλήματα και 13) μη ύπαρξη δωματίων συνομιλιών.». Επίσης, «Πραγματικά προβλήματα και συμβατικές υποχρεώσεις του εργολάβου που σε πρώτη φάση ή και αργότερα δεν υλοποιήθηκαν σωστά ήταν τα εξής (αναφέρεται και η ανταπόκριση του εργολάβου): 1) στο login θα μπορούσες να πατήσεις απλά enter (υλοποιήθηκε), 2) να μπορείς να κάνεις καταχώρηση στοιχείων στα ελληνικά (αλλάχθηκε), 3) το e-mail επιβεβαίωσης της ηλεκτρονικής διεύθυνσης ήταν πολύ συνοπτικό (αλλάχθηκε), 4) στη φόρμα καταχώρησης στοιχείων του χρήστη δεν ήταν εφικτή η συνέχεια σε επόμενο στάδιο ούτε υπήρχε ενημέρωση για κάποιο σφάλμα, 5) όταν δεν συμπληρώνεις κάποιο πεδίο στην εγγραφή γίνεται μπλε αλλά δεν ενημερώνει για ποιον λόγο (έγινε), 6) δεν υπάρχει έλεγχος για τη δομή ενός e-mail (έγινε), 7) το password μπορεί να είναι υπερβολικά απλό όπως ένας χαρακτήρας (έγινε), 8) στην επαναφορά κωδικού δεν ελέγχεται εάν ο χρήστης έβαλε λάθος e-mail (έγινε), 9) δεν υπάρχει login μέσω facebook, 10) όλο το site δεν είναι κατασκευασμένο με responsive σελίδες, ώστε να εμφανίζεται σωστά σε κινητά, 11) στα αγγλικά και στα ρωσικά χαλάει η δομή της επικεφαλίδας (έγινε), 12) όταν καταχωρείς λάθος username ή password δεν υπάρχει κάποια ενημέρωση από το site αλλά εμφανίζεται πάλι το αρχικό (έγινε), 13) τα balloon κάτω από τα εικονίδια στα μέλη βγαίνουν σε λάθος σημεία (έγινε), 14) στα διαγραμμένα μηνύματα γράφει «read » αντί για «ανάγνωση» (έγινε), 15) να επιλέγεται η πόλη μέσω google maps (έγινε), 16) να βελτιωθεί η εμφάνιση της σελίδας πληροφοριών (έγινε), 17) ο σύνδεσμος του κουμπιού «αναβάθμιση» ξεπερνάει τα όρια του κουμπιού (έγινε), 18) στο προφίλ, στο κουτί «τα δώρα σου» πρέπει να βγαίνουν το ένα δίπλα στο άλλο με ημερομηνίες και το pop up να δουλεύει σωστά (βγάζει πολλαπλά παράθυρα που μένουν κολλημένα) (έγινε), 19) θα πρέπει να υπάρχει περιορισμός όταν βλέπεις προφίλ χρηστών και να μην αλλάζεις απλά το ID στη διεύθυνση (GET της σελίδας user.php) (έγινε), 20) στις φωτογραφίες πρέπει να πατήσεις 2-3 φορές για να πας στην προηγούμενη ή στην επόμενη (έγινε), 21} στο προφίλ μία φωτογραφία ττου έχω διαγράψει εμφανίζεται ακόμα αχνά (έγινε), 22) οι γραμματοσειρές στον internet explorer εμφανίζονται διαφορετικές (έγινε), 23) το «αναζήτηση» και το «συνδεδεμένες κυρίες» είναι υπογραμμισμένο με 2 διαφορετικά χρώματα (έγινε), 24) στην επικύρωση φωτογραφιών θα έπρεπε να υπάρχει κατηγοριοποίηση σύμφωνα με χρήστες και ημερομηνίες, 25) πρέπει να μπορούν να φιλτραριστούν οι φωτογραφίες, όπως π.χ. αυτές που δεν έχουν επικυρωθεί ή αυτές μίας κατηγορίας, 26) όταν γίνουν πολλές, οι φωτογραφίες τις βγάζει σε μία σελίδα (έγινε σελιδοποίηση), 27) στη διαχείριση όταν σε ένα υπάρχον πεδίο κάνεις προσθήκη ΔΕΝ εμφανίζει το υπάρχον κείμενο για να το αντικαταστήσεις, αλλά άδειο, 28) δεν υπάρχει διαχείριση για τα πλαϊνά banners, 29) δεν γίνεται «Ηρθη παρακολούθηση οικονομικών των μελών, 30) το web site δεν είναι responsive (υπάρχει έκδοση για κινητά).». Αναφορικά με τα «Πρόσθετα ή και επιθυμητά χαρακτηριστικά ζητήθηκαν αλλά δεν περιγράφονταν στη σύμβαση: [-δεν κάνει αυτόματο logout μετά από π.χ. 30 λεπτά. -Στη σελίδα με το login, το refresh μετά από λανθασμένη καταχώρηση θα έπρεπε να ενημερώνεται με AJAX. -Τα μέλη της σελίδας που εμφανίζονται στην αρχική σελίδα δεν έχουν σταθερή δομή και άνισα μεγέθη. -Τα εισερχόμενα μηνύματα θα έπρεπε να έχουν καλύτερη δομή, να φαίνεται ο τίτλος κάθε μηνύματος και να είναι ομαδοποιημένα σε συζητήσεις ανά χρήστη, -Για τη μετάφραση: Τα εργαλεία μετάφρασης να εμφανίζουν πρώτα Ελληνικά, μετά Αγγλικά και μετά Ρωσικά, θα έπρεπε να υπάρχει μετάφραση και στις λεπτομέρειες του κάθε χρήστη, το slideshow θα έπρεπε να είναι πιο χρηστικό και πιο όμορφο. -Θα έπρεπε να υπάρχει επιλογή να μπεις στην Αρχική σελίδα όχι μόνο πατώντας το λογότυπο. -Θα έπρεπε να υπάρχει zoom στην επικύρωση φωτογραφιών. -Καλό θα ήταν ο χρήστης όσο και ο διαχειριστής να μπορεί να βλέπει πότε έγινε η τελευταία σύνδεση. Ο χρήστης έτσι θα ελέγχει την ασφάλεια του και ο διαχειριστής θα μπορεί να το χρησιμοποιήσει για την προώθηση. -Όταν κάπου έχεις κάνει τροποποίηση και θέλεις να φύγεις από τη σελίδα να σε ρωτάει για την έξοδο ή τροποποίηση. -Όταν αλλάζεις το menu να υπάρχει προεπισκόπηση. -Στη διαχείριση μενού να σε ρωτάει αν είσαι σίγουρος όταν πας να κάνεις διαγραφή. -Να υπάρχει κάτι σαν κάδος σκουπιδιών για ό,τι έχεις σβήσει π.χ. υποκείμενα, μενού κλπ. -Τα πακέτο (χρήστη) να εμφανίζονται στη διαχείριση με drop down και όχι νούμερα. -Ο χρήστης έχει το δικαίωμα να συνδεθεί στον λογαριασμό του χωρίς να επιβεβαιώσει το e-mail του. -Στη μετάφραση θα έπρεπε να βγαίνει πρώτα η γλώσσα στην οποία βλέπει το site ο χρήστης και μετά οι άλλες της σελίδας. -Δεν θα έπρεπε να υπάρχει editor στην απάντηση σε ένα μήνυμα αλλά πεδίο για να απαντάς απευθείας. -Στη λίστα με τα άτομα που «με είδαν» δεν μπορώ να αφαιρέσω κάποια που δεν με ενδιαφέρουν . Επίσης, δεν γνωρίζω τη σειρά προβολής τους. -Διάφορες πληροφορίες θα έπρεπε να αλλάζουν περιοδικά, αυτόματα χωρίς ανανέωση όλης της σελίδας. Τα πολλά refresh (ανανεώσεις) γίνονται κουραστικά. Θα έπρεπε όλες οι ενέργειες να γίνονται χωρίς refresh.]», λεκτέον ότι -ακόμα και αν κάποιες από αυτές δεν περιγράφονταν λεπτομερώς στην επίδικη σύμβαση- δεν προέρχονταν από υπερβολικές απαιτήσεις του Εργοδότη, στο πλαίσιο προσχηματικών υποδείξεων βελτίωσης και προσπάθειας παρέλκυσης της προόδου των εργασιών, όπως αβάσιμα οι εκκαλούντες-εναγόμενοι διατείνονται, αλλά αποσκοπούσαν στην τεχνική αρτιότητα και τελειοποίηση του συμφωνηθέντος έργου. Εξάλλου, ο εν λόγω ισχυρισμός δεν αντέχει και με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, εφόσον ο ίδιος ο Εργοδότης είναι το πρόσωπο που έχει συμφέρον από την (εμπρόθεσμη) αποπεράτωση του έργου, το οποίο, εν προκειμένω, ήταν αναγκαίο για την ενάσκηση της επαγγελματικής-επιχειρηματικής δραστηριότητας. Επομένως, δεν θα εξυπηρετούσε κανέναν απολύτως ιδιοτελή σκοπό, αλλά, αντίθετα θα ήταν ανώφελη οποιαδήποτε προσπάθεια του να δημιουργήσει προσκόμματα στην εκπλήρωση των συμβατικών υποχρεώσεων των αντισυμβαλλομένων του. Ως εκ τούτου, ο σχετικός ισχυρισμός των εναγομένων και ήδη εκκαλούντων ότι η ένδικη σύμβαση δεν εξελίχθηκε ομαλά από αποκλειστική υπαιτιότητα του αντισυμβαλλομένου τους, ο οποίος προέβαινε σε συνεχείς τροποποιήσεις, δεν δύναται να ευσταθήσει. Κατόπιν των ανωτέρω, ο Εργοδότης, ήδη εφεσίβλητος-ενάγων, προέβη σε δήλωση υπαναχώρησης από τη σύμβαση, ως είχε το δικαίωμα (άρθρο 689 ΑΚ), με την προαναφερθείσα εξώδικη δήλωση. Σημειωτέον ότι η εν λόγω δήλωση αποτελεί δήλωση υπαναχώρησης της διάταξης του άρθρου 689 ΑΚ και όχι δήλωση καταγγελίας του άρθρου 700 ΑΚ, απορριπτόμενου του περί τούτου παραπόνου των εκκαλούντων. Και τούτο, διότι σε αυτήν αναφέρονται αναλυτικά οι λόγοι της υπαναχώρησης και η ειδικότερη αντισυμβατική συμπεριφορά των αντισυμβαλλομένων και ήδη αντιδίκων του, που παραπέμπει σε άσκηση δικαιώματος υπαναχώρησης και όχι καταγγελίας του άρθρου 700 ΑΚ, όπου οι σχέσεις και τα δικαιώματα μεταξύ των μερών διαμορφώνονται με τελείως διαφορετικό τρόπο, σύμφωνα με τα λεπτομερώς αναφερόμενα στην υπό στοιχείο (II) μείζονα σκέψη του δικανικού συλλογισμού της παρούσας. Συγκεκριμένα, ο εφεσίβλητος-ενάγων, στην αναλυτική, από 24.10.2014, εξώδικη δήλωση-όχληση-διαμαρτυρία-υπαναχώρηση-πρόσκληση, ανέγραφε εκτενώς τους λόγους που τον οδήγησαν στην άσκηση του δικαιώματος της υπαναχώρησης και δη τις «{…} σοβαρότατες καθυστερήσεις αλλά και σημαντικές τεχνικές ελλείψεις {…} σε πλήρη αντίθεση και παράβαση των {…} συμπεφωνημένων, καθιστώντας το έργο στερούμενο βασικών και ουσιωδέστατων συμφωνημένων ιδιοτήτων και, συνεπώς, ακατάλληλο προς παραλαβή και χρήση.». Κατέληγε δε στη δήλωση υπαναχώρησης από τη σύμβαση έργου, επειδή «{…} το έργο έχει καθυστερήσει σοβαρά να κατασκευασθεί, έχει διαφύγει τρομακτικά των συμφωνηθέντων χρονοδιαγραμμάτων, έχει σοβαρές ελλείψεις, τεχνικές αδυναμίες και έλλειψη εσωτερικής δομής, πραγματικά ελαττώματα και δεν διαθέτει τις συνομολογημένες ιδιότητες {…} και συνεπώς δεν διαθέτει καμία χρηστικότητα {…}». Συνεπώς και εν όψει του ότι συνέτρεχαν όλες οι προϋποθέσεις της διάταξης του άρθρου 689 ΑΚ, η ως άνω εξώδικη δήλωση υπαναχώρησης είναι καθ’ όλα έγκυρη και επέφερε τα νόμιμα αποτελέσματα της, δηλαδή η επίδικη σύμβαση έργου καταργήθηκε από τη στιγμή της κατάρτισης της (ex tunc), της νομικής σχέσης ανάμεσα στον εργοδότη και τον εργολάβο, διαλυόμενης αυτοδικαίως και αναδρομικά. Κατ’ επέκταση, όπως αναλυτικά εκτέθηκε και στην σχετική (υπό στοιχείο II) νομική σκέψη της παρούσας απόφασης, επέρχεται απόσβεση όλων των υποχρεώσεων αυτών για παροχή που πηγάζουν από τη σύμβαση και δημιουργείται υποχρέωση των συμβαλλομένων να αποδώσουν αμοιβαίως τις παροχές που έλαβαν, κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό (άρθρα 904 επ. ΑΚ), για αιτία που έληξε. Με βάση τις προαναφερόμενες παραδοχές, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τη διάταξη του άρθρου 689 ΑΚ, που ήταν εφαρμοστέα και όχι του άρθρου 700 ΑΚ, ενόψει του ότι τα πιο πάνω δεκτά γενόμενα ως αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά πληρούν το πραγματικό της νομικής έννοιας της υπαναχώρησης του εργοδότη από τη σύμβαση έργου, λόγω ουσιωδών ελαττωμάτων του έργου, και όχι αυτής της καταγγελίας της σύμβασης έργου, καθόσον ειδικότερα δέχτηκε (το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο) ότι η ως ανωτέρω εξώδικη δήλωση του εφεσίβλητου έχει τον χαρακτήρα της δήλωσης υπαναχώρησης και επέφερε τα προεκτεθέντα αποτελέσματα της. Και τούτο, ανεξαρτήτως του χαρακτηρισμού της ως υπαναχώρησης εκ μέρους του τελευταίου, λαμβανομένου υπόψη και ότι ο διδόμενος νομικός χαρακτηρισμός των επικαλουμένων περιστατικών, στα οποία θεμελιώνεται ή δεν θεμελιώνεται το προβαλλόμενο με την αγωγή αίτημα, δεν είναι δεσμευτικός για το Δικαστήριο της ουσίας, δοθέντος ότι από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 106, 111 παρ. 2, 216 παρ. 1, 335. 337, 338 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι έργο του Δικαστηρίου της ουσίας είναι να προβεί αυτεπαγγέλτως στην εφαρμογή του νόμου, ήτοι στην προσήκουσα υπαγωγή των έννομων σχέσεων που αναδύονται από τα επικαλούμενα στο δικόγραφο της αγωγής -κατά τρόπο σαφή- πραγματικά περιστατικά, και όπως αυτές στη συνέχεια προκύπτουν κατά την, ανέλεγκτη περί τα πράγματα, κρίση του Δικαστηρίου από τις διεξαχθείσες αποδείξεις, στους κανόνες ουσιαστικού δικαίου που τις θεμελιώνουν, βάσει της αρχής jura novit curia, ενώ ο εκ μέρους των διαδίκων διδόμενος νομικός χαρακτηρισμός των επικαλούμενων περιστατικών, στα οποία θεμελιώνεται ή δεν θεμελιώνεται το προβαλλόμενο με την αγωγή αίτημα, δεν είναι δεσμευτικός για το Δικαστήριο της ουσίας (ΑΠ 1347/2019, ΑΠ 133/2018, ΑΠ 318/2017, ΑΠ 881/2010, ΤΝΠ Νόμος). Τέλος, όσον αφορά την ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος που επανυποβάλλουν οι εκκαλούντες-εναγόμενοι με το εφετήριό τους, με τον ειδικότερα σε αυτήν περιεχόμενο ισχυρισμό ότι η αναιτιολόγητη (χωρίς ύπαρξη σπουδαίου λόγου) καταγγελία της επίδικης σύμβασης έργου υπερβαίνει τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα συναλλακτικά ήθη και ο οικονομικός σκοπός του δικαιώματος, δοθέντος ότι το προβληθέν από τον εφεσίβλητο συμφέρον του για καταγγελία της σύμβασης δεν είναι υπέρτερο του εύλογου συμφέροντος των ιδίων στην εκτέλεση του έργου, αυτή τυγχάνει απορριπτέα ως μη νόμιμη, εφόσον τα επικαλούμενα πραγματικά περιστατικά δεν δύναται να θεμελιώσουν τα στοιχεία της νομοτυπικής μορφής της εν λόγω διάταξης (βλ. ΟλΑΠ 2/2019, ΑΠ 8/2001, ΑΠ 218/2020 ΤΝΠ Νόμος), δεδομένου, μάλιστα, ότι ο εφεσίβλητος-ενάγων προέβη στην άσκηση παρεχομένου εκ του νόμου δικαιώματος του, λόγω μη προσήκουσας εκπλήρωσης της σύμβασης από πλευράς των αντισυμβαλλομένων του και εμφάνισης ελλείψεων του συμπεφωνημένου έργου. Εξάλλου, ο προκείμενος ισχυρισμός ερείδεται επί εσφαλμένης προϋπόθεσης, ήτοι ότι πρόκειται περί άσκησης του δικαιώματος καταγγελίας από την πλευρά του αντιδίκου τους, ενώ -επιπλέον- τυγχάνει όλως αντιφατικός σε σχέση με τον έτερο ισχυρισμό των εκκαλούντων ότι η δήλωση του αντιδίκου τους φέρει τον νομικό χαρακτηρισμό της καταγγελίας και όχι της υπαναχώρησης, εφόσον η πρώτη -όπως ήδη εκτέθηκε και διατείνονται και οι ίδιοι οι εκκαλούντες- δεν χρήζει αιτιολόγησης (άρθρο 700 ΑΚ). Κατά συνέπεια, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την ίδια αιτιολογία που συμπληρώνει το παρόν Δικαστήριο (άρθρο 534 ΚΠολΔ -βλ. και Σ. Σαμουήλ Η Έφεση §§1136 και 1168-1169), δέχτηκε και ως ουσία βάσιμη την κρινόμενη αγωγή, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τον νόμο και εκτίμησε (όλες) τις αποδείξεις και, επομένως, οι σχετικοί λόγοι της υπό κρίση έφεσης τυγχάνουν ουσία αβάσιμοι και απορριπτέοι, όπως και η έφεση στο σύνολο της. Κατόπιν υποβολής σχετικού αιτήματος του, τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου για αυτόν τον βαθμό δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν σε βάρος των εκκαλούντων, λόγω της ήττας τους (άρθρα 176, 183, 190 και 191 παρ. 1 ΚΠολΔ), σύμφωνα με τα ειδικότερα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας, σημειούμενου ότι επί των ποσών που αξιώνονται ως δικαστικά έξοδα από την πλευρά του εφεσίβλητου δεν διατυπώνονται παρατηρήσεις [βλ. σχετ. Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα (-Ορφανίδης) ΚΠολΔ I (2000) 190 αριθ. 2-3 και 191 αριθ. 2], Τέλος, λόγω της ήττας των ασκησάντων το ένδικο μέσο της έφεσης και καταθεσάντων το αντίστοιχο παράβολο ποσού εβδομήντα πέντε Ευρώ (75,00 ), αυτό πρέπει να εισαχθεί στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495 §3 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την έφεση.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την έφεση ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τους εκκαλούντες στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων του εφεσίβλητου του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων τριακοσίων δεκαπέντε ευρώ και είκοσι τριών λεπτών (2.315,23 ).
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ να εισαχθεί στο δημόσιο ταμείο το παράβολο άσκησης της έφεσης.
ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε στις 19 Οκτωβρίου 2020.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του, στη Θεσσαλονίκη, στις 19 Οκτωβρίου 2020.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ