Το Εφετείο δεχόμενο ότι ο αναιρεσίβλητος δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, συνδεόμενος με σχέση έμμισθης εντολής με πάγια αντιμισθία με το αναιρεσείον ΝΠΔΔ και κάτοχος δύο μεταπτυχιακών τίτλων, συναφών προς το αντικείμενο της απασχόλησής του, έπρεπε να καταταχθεί στο 17ο μισθολογικό κλιμάκιο και όχι στο 15ο, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε την οικεία διάταξη του ουσιαστικού δικαίου. Ένταξη στα μισθολογικά κλιμάκια του ν. 4354/2015 χωρίς να απαιτείται η έκδοση κοινής υπουργικής απόφασης.
Αριθμός 945/2023
TO ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ TOY ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
B1′ Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους δικαστές, Ιωάννα Μαργέλλου- Μπουλταδάκη, Προεδρεύουσα Αρεοπαγίτη (κωλυόμενης της Αντιπροέδρου Μαριάνθης Παγουτέλη), Ελένη Χροναίου, Μαλαματένια Κουράκου, Ελπίδα Σιμιτοπούλου και Μαρία-Μάριον Δερεχάνη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο κατάστημά του, την 2 Μαΐου 2023, με την παρουσία και της Γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου- Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης με την επωνυμία «ΔΗΜΟΣ ΧΑΛΚΗΔΟΝΑΣ», όπως εκπροσωπείται νόμιμα, που εδρεύει στα Κουφάλια Θεσσαλονίκης και παραστάθηκε δια δηλώσεως (ΚΠολΔ 242 παρ.2) της πληρεξούσιας δικηγόρου Χριστίνας Σωτηράκογλου, η οποία κατέθεσε προτάσεις.
Του αναιρεσίβλητου: ., κατοίκου Θεσσαλονίκης, ο οποίος παραστάθηκε αυτοπροσώπως λόγω της δικηγορικής του ιδιότητος και κατέθεσε προτάσεις.
Του προσθέτως παρεμβαίνοντος υπέρ του αναιρεσιβλήτου: Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ», όπως εκπροσωπείται νόμιμα, που εδρεύει στην Θεσσαλονίκη και παραστάθηκε δια δηλώσεως (ΚΠολΔ 242 παρ.2) του πληρεξουσίου δικηγόρου Ευστάθιου Κουτσοχήνα, ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 15-12-2020 αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Θεσσαλονίκης. Εκδόθηκαν η 229/2021 οριστική απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου και, κατόπιν ασκήσεως εφέσεως, η 8676/2022 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης. Την αναίρεση της τελευταίας, ζητεί το αναιρεσείον με την από 15-9-2022 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Εισηγήτρια ορίσθηκε η Αρεοπαγίτης Ιωάννα Μαργέλλου-Μπουλταδάκη. Ο αναιρεσίβλητος ζήτησε την απόρριψη της αίτησης και την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στα δικαστικά έξοδα.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την από 15.9.2022 και με αριθμό κατάθεσης ./15.9.2022 αίτηση αναίρεσης προσβάλλεται η αντιμωλία των διαδίκων εκδοθείσα κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών υπ’ αριθμ. 8676/2022 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, με την οποία έγινε τυπικά δεκτή και απορρίφθηκε κατ’ ουσία η από 29.12.2021 και με αριθμ. κατάθεσης ./2021 έφεση του εναγομένου – εκκαλούντος και ήδη αναιρεσείοντος ΟΤΑ «ΔΗΜΟΥ ΧΑΛΚΗΔΟΝΟΣ» κατά της υπ’ αριθμ. 229/2021 απόφασης του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης, με την οποία έγινε δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη η με αριθμό κατάθ. ./2020 αγωγή του ενάγοντος και ήδη αναιρεσιβλήτου ως προς τα υπό στοιχεία (α) και (β) αιτήματα και διατάχθηκε ο χωρισμός ως προς τα υπό στοιχεία (γ) και (δ) αιτήματα, τα οποία παραπέμφθηκαν ενώπιον του αρμοδίου καθ’ ύλην και κατά τόπο Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, και τα οποία δεν αποτέλεσαν αντικείμενο εφέσεως. Η αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 552, 553, 556, 558, 564 παρ. 3, 566 παρ. 1 και 144 του ΚΠολΔ). Είναι συνεπώς παραδεκτή (άρθρο 577 παρ. 1 ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων αυτής (άρθρο 577 παρ. 3 ΚΠολΔ).
Στο άρθρο 90 του κώδικα περί δικηγόρων (ν. 4194/2013) αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι στους δικηγορικούς συλλόγους ανήκει η άσκηση παρεμβάσεων ενώπιον δικαστηρίων και κάθε αρχής για κάθε ζήτημα εθνικού, κοινωνικού, πολιτισμικού, οικονομικού ενδιαφέροντος και περιεχομένου που ενδιαφέρει τα μέλη του συλλόγου ή το δικηγορικό σώμα. Για την υλοποίηση και επίτευξη αυτού του σκοπού οι δικηγορικοί σύλλογοι μπορούν να υποβάλλουν αγωγή, κυρία ή πρόσθετη παρέμβαση, αναφορά, μήνυση, δήλωση παράστασης πολιτικής αγωγής, αίτηση ακύρωσης, ουσιαστική προσφυγή και γενικά οποιοδήποτε ένδικο βοήθημα και μέσο οποιοσδήποτε φύσης ενώπιον κάθε δικαστηρίου. Ακολούθως, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 80 ΚΠολΔ, που ορίζει ότι “Αν, σε δίκη που εκκρεμεί μεταξύ άλλων, τρίτος έχει έννομο συμφέρον να νικήσει κάποιος διάδικος, έχει δικαίωμα, έως την έκδοση αμετάκλητης απόφασης, να ασκήσει πρόσθετη παρέμβαση για να υποστηρίξει το διάδικο αυτόν”, η πρόσθετη παρέμβαση μπορεί να ασκηθεί για πρώτη φορά και ενώπιον του Αρείου Πάγου. Περαιτέρω, σύμφωνα με την ίδια διάταξη, σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 68 ΚΠολΔ, αναγκαίος όρος για την άσκηση πρόσθετης παρέμβασης είναι η ύπαρξη αμέσου εννόμου συμφέροντος στο πρόσωπο του παρεμβαίνοντος. Άμεσο έννομο συμφέρον για την άσκηση παρέμβασης υφίσταται, όταν με αυτή μπορεί να προστατευθεί δικαίωμα του παρεμβαίνοντος ή να αποτραπεί η εις βάρος αυτού δημιουργία νομικής υποχρεώσεως. Πρέπει, όμως, αυτά είτε να απειλούνται από το δεδικασμένο ή την εκτελεστότητα της αποφάσεως που θα εκδοθεί είτε να τίθενται σε διακινδύνευση από άλλες, αντανακλαστικές συνέπειες αυτής. Ως εκ τούτου, για την άσκηση πρόσθετης παρέμβασης δεν αρκεί το ότι σε δίκη, εκκρεμή μεταξύ άλλων, πρόκειται να λυθεί νομικό ζήτημα που θα ωφελήσει ή θα βλάψει τον προσθέτως παρεμβαίνοντα, επειδή υφίσταται ή ενδέχεται να ανακύψει σε άλλη δίκη μεταξύ αυτού και κάποιου από τους διαδίκους ή τρίτου, αλλά απαιτείται η έκβαση της δίκης, στην οποία παρεμβαίνει, να θίγει ευθέως, από την άποψη του πραγματικού και νομικού ζητήματος, τα έννομα συμφέροντά του (ΟλΑΠ 14/2008, ΑΠ 713/2018, 692/2014).
Στην προκειμένη περίπτωση, άσκησε πρόσθετη παρέμβαση δια δικογράφου ενώπιον του Αρείου Πάγου (ΠΠ 18/2023), η οποία κατατέθηκε στις 15.2.2023, ο Δικηγορικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης, Υπέρ του αναιρεσιβλήτου, του οποίου μέλος είναι ο αναιρεσίβλητος και επιδόθηκε νόμιμα τόσο στον αναιρεσίβλητο όσο και στο αναιρεσείον (βλ. υπ’ αριθμ. .Β’, .Β/1.3.2023 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης, αντίστοιχα, για την παρούσα δικάσιμο της 2.5.2023). Η παρέμβαση αυτή ασκείται από ΝΠΔΔ, που έχει άμεσο έννομο συμφέρον να προασπίσει τα δικαιώματα των μελών του. Επομένως, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί στην ουσία.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 560 παρ. 1 εδ. α’ του ΚΠολΔ αναίρεση κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων, καθώς και των αποφάσεων των πρωτοδικείων που εκδίδονται σε εφέσεις κατά των αποφάσεων των ειρηνοδικείων, επιτρέπεται μόνο, αν παραβιάσθηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών, αδιάφορο αν πρόκειται για νόμο ή έθιμο, ελληνικό ή ξένο, εσωτερικού ή διεθνούς δικαίου. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται αν δεν εφαρμοσθεί, ενώ συνέτρεχαν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του, ή εάν εφαρμοσθεί, ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και εάν εφαρμοσθεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε ως ψευδής ερμηνεία του κανόνα δικαίου, δηλαδή όταν το δικαστήριο της ουσίας προσέδωσε σε αυτόν έννοια διαφορετική από την αληθινή, είτε ως κακή εφαρμογή, ήτοι εσφαλμένη υπαγωγή σ’ αυτόν των περιστατικών της ατομικής περίπτωσης που καταλήγει σε εσφαλμένο συμπέρασμα με τη μορφή του διατακτικού (ΟλΑΠ 3/2020 1/2016, 2/2013, 7/2006). Με τον παραπάνω λόγο αναίρεσης ελέγχονται τα σφάλματα του δικαστηρίου της ουσίας κατά την εκτίμηση της νομικής βασιμότητας της αγωγής και των ισχυρισμών (ενστάσεων) των διαδίκων, καθώς και τα νομικά σφάλματα του ανωτέρω δικαστηρίου κατά την έρευνα της ουσίας της διαφοράς. Στην τελευταία δε περίπτωση, η παραβίαση του κανόνα αυτού ελέγχεται από τον Άρειο Πάγο αποκλειστικώς και μόνο με βάση τα πραγματικά περιστατικά που δέχεται το δικαστήριο της ουσίας ότι αποδείχθηκαν ή ότι δεν αποδείχθηκαν (ΑΠ 130/2016, 1420/2013).
Στα άρθρα 7 και 9 του Ν. 4354/2015 «ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β: ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ «Μισθολογικές ρυθμίσεις των υπαλλήλων του Δημοσίου, των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού), των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) και Ιδιωτικού Δικαίου ( Ν.Π.Ι.Δ.), καθώς και των Δ.Ε.Κ.Ο. του Κεφαλαίου Α του Ν. 3429/2005 (Α’314)» ορίζονται τα εξής: Άρθρο 7 (όπως οι περιπτώσεις ιστ’ έως ιθ’ της παραγράφου 1 αναριθμήθηκαν σε ιε’ έως ιη’ με το άρθρο 35 παρ.1 Ν. 4484/2017): 1. Στις διατάξεις του παρόντος υπάγονται οι μόνιμοι και δόκιμοι πολιτικοί δημόσιοι υπάλληλοι, καθώς και οι υπάλληλοι με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου και ορισμένου χρόνου: α) …ιη) οι δικηγόροι που παρέχουν υπηρεσίες με σχέση πάγιας και περιοδικής έμμισθης εντολής στους φορείς που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος…».Άρθρο 9: Μισθολογικά κλιμάκια και κατάταξη των υπαλλήλων 1. Τα μισθολογικά κλιμάκια (Μ.Κ.) των υπάλληλων των κατηγοριών: – Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (Π.Ε.) με πτυχίο ή δίπλωμα Πανεπιστημίου ημεδαπής ή ισότιμο Σχολών αλλοδαπής, – Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (Τ.Ε.) με πτυχίο ή δίπλωμα Τεχνολογικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος (Τ.Ε.Ι.) της ημεδαπής ή ισότιμο Σχολών ημεδαπής ή αλλοδαπής, – Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (Δ.Ε.) και – Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης (Υ.Ε.) ορίζονται ως εξής: Σε δεκαεννέα (19) για τους υπαλλήλους των κατηγοριών Τ.Ε. και Π.Ε. και σε δεκατρία (13) για τους υπαλλήλους των κατηγοριών Υ.Ε. και Δ.Ε.. Οι υπάλληλοι των κατηγοριών Τ.Ε. και Π.Ε. εξελίσσονται σε αυτά με εισαγωγικό το Μ.Κ. 1 και καταληκτικό το Μ.Κ. 19, ενώ των κατηγοριών Υ.Ε. και Δ.Ε. με εισαγωγικό το Μ.Κ. 1 και καταληκτικό το Μ.Κ. 13…. 3. α. Κάτοχοι μεταπτυχιακών τίτλων σπουδών ετήσιας τουλάχιστον φοίτησης, για τίτλους που έχουν χορηγηθεί μετά τη λήψη του πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, προωθούνται κατά δύο (2) Μ.Κ. στην κατηγορία που ανήκουν, ενώ οι κάτοχοι διδακτορικού διπλώματος κατά έξι (6) Μ.Κ.. β. Η κατάταξη στα Μ.Κ. της προηγούμενης περίπτωσης πραγματοποιείται μόνο όταν το περιεχόμενο των μεταπτυχιακών τίτλων σπουδών είναι συναφές με το αντικείμενο απασχόλησης του υπαλλήλου, όπως προκύπτει από την προκήρυξη της θέσεως κατά την πλήρωση ή την περιγραφή της θέσης εργασίας από τον οργανισμό της Υπηρεσίας. Για τη συνδρομή ή όχι της προϋπόθεσης αυτής αποφαίνεται το αρμόδιο, για την αναγνώριση των τίτλων αυτών, όργανο. «Οι ενστάσεις που υποβάλλονται κατά των αποφάσεων που απορρίπτουν τη συνάφεια των μεταπτυχιακών τίτλων εξετάζονται από ειδική τριμελή επιτροπή, η οποία συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης για τριετή θητεία και αποτελείται από μέλη του Α.Σ.Ε.Π. που προτείνονται από τον Πρόεδρό του. Με όμοια απόφαση ρυθμίζεται κάθε θέμα σχετικό με τη λειτουργία της Επιτροπής.». Η νέα κατάταξη και τα οικονομικά αποτελέσματα αυτής ισχύουν από την ημερομηνία υποβολής της σχετικής αίτησης και όλων των απαραίτητων δικαιολογητικών. … 10. Οι δικηγόροι που παρέχουν υπηρεσίες με σχέση πάγιας και περιοδικής έμμισθης εντολής στους φορείς που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος, κατατάσσονται ως εξής: α. Οι δικηγόροι στο Πρωτοδικείο στο Μ.Κ. 3 της Π.Ε. κατηγορίας, β. οι δικηγόροι στο Εφετείο στο Μ.Κ. 10 της Π.Ε. κατηγορίας και γ. οι δικηγόροι στον Άρειο Πάγο στο Μ.Κ. 15 της Π.Ε. κατηγορίας. Για τους ανωτέρω δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 11, το οποίο αφορά Χρόνο και τρόπο μισθολογικής εξέλιξης. Κατά την αιτιολογική έκθεση του ως άνω νόμου στο άρθρο 9 παρ. 10 αυτού προβλέπεται η μισθολογική κατάταξη ειδικών κατηγοριών υπαλλήλων…. Στο ίδιο άρθρο προβλέπεται η ένταξη πλέον στις διατάξεις του νέου νόμου (χωρίς να απαιτείται η έκδοση υπουργικής απόφασης) της μισθολογικής κατάταξης των Γενικών και Ειδικών Γραμματέων Υπουργείων, καθώς και των μετακλητών υπαλλήλων που υπηρετούν στα πολιτικά γραφεία μελών της Κυβέρνησης, υφυπουργών, γενικών και ειδικών γραμματέων, καθώς και των μετακλητών υπαλλήλων, ειδικών συνεργατών και επιστημονικών συνεργατών που υπηρετούν στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις, καθώς και στα γραφεία των αιρετών των Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού. Επιπλέον, προβλέπεται η ένταξη στα μισθολογικά κλιμάκια του νέου νόμου και των δικηγόρων με σχέση έμμισθης εντολής, χωρίς πλέον να απαιτείται η έκδοση κοινής υπουργικής απόφασης.
Από την επισκόπηση της ένδικης αγωγής, της προσβαλλομένης απόφασης και των διαδικαστικών εγγράφων της δίκης, προκύπτουν τα εξής: «Ο ενάγων και ήδη αναιρεσίβλητος με την ένδικη αγωγή του ισχυρίζεται ότι είναι δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω και εργάζεται με σχέση έμμισθης εντολής, αμοιβόμενος κατά πάγια αντιμισθία, στην νομική υπηρεσία του εναγομένου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου και ήδη αναιρεσείοντος ΟΤΑ από την 16.12.2019, και ότι κατ’ εφαρμογή του Ν.4354/2015 κατατάχθηκε στο 15° μισθολογικό κλιμάκιο, ενώ ως κάτοχος δύο μεταπτυχιακών τίτλων συναφών προς το αντικείμενο της απασχόλησής του έπρεπε να είχε καταταχθεί στο 17° μισθολογικό κλιμάκιο. Ζήτησε δε α) να αναγνωρισθεί ότι ο μηνιαίος μισθός του ανέρχεται σε αυτό του 17ου μισθολογικού κλιμακίου, β) να υποχρεωθεί το εναγόμενο να του καταβάλει νομιμότοκα το συνολικό ποσό των 1.416 ευρώ ως διαφορά των απολαβών που όφειλε να του έχουν καταβληθεί και αυτού που όντως του καταβλήθηκαν κατά το χρονικό διάστημα από τον Δεκέμβριο του έτους 2019 έως και τον Δεκέμβριο του έτους 2020, γ) να υποχρεωθεί να τον κατατάξει στο 17° μισθολογικό κλιμάκιο από την 16.12.2019 και δ) να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του εναγόμενου να τον κατατάξει σε προωθημένο μισθολογικό κλιμάκιο και να του καταβάλει τον νόμιμο μισθό που αντιστοιχεί σε αυτό, καθώς επίσης να κηρυχθεί η εκδοθείσα απόφαση προσωρινά εκτελεστή και να καταδικαστεί ο εναγόμενος στα δικαστικά του έξοδα. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο με την υπ’ αριθμόν 229/2021 οριστική απόφασή του διέταξε τον χωρισμό των σωρευομένων αξιώσεων στα ως άνω υπό στοιχεία γ’ και δ’ αιτήματα και παρέπεμψε την υπόθεση ως προς αυτά στο καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμόδιο Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης, κατά τα λοιπά δε δέχθηκε εν μέρει την αγωγή και επιδίκασε στον ενάγοντα το ως άνω ποσό νομιμότοκα από την επίδοση της αγωγής. Κατά της ανωτέρω απόφασης παραπονείται ο εναγόμενος – εκκαλών και ήδη αναιρεσίβλητος, ο οποίος άσκησε την από 29.12.2021 έφεση και ζήτησε να εξαφανιστεί η απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου και να απορριφθεί η αγωγή του αναιρεσιβλήτου για το λόγο ότι κατ’ εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο έκρινε νόμιμη την αγωγή, ενώ έπρεπε να την απορρίψει ως νόμω αβάσιμη, διότι ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος, ως δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, ορθώς κατατάχθηκε στο 15° μισθολογικό κλιμάκιο κατ’ άρθρο 9 § 10 περ. γ Ν. 4324/2015, καθώς δεν έχει εφαρμογή ως προς τους δικηγόρους που εργάζονται σε Ν.Π.Δ.Δ η διάταξη της § 3 περ. α του ιδίου άρθρου, με την οποία οι κάτοχοι μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών, όπως ο αντίδικός του, κατατάσσονται σε μισθολογικό κλιμάκιο ανώτερο κατά δύο βαθμίδες, άρα, δεν δικαιούται την μισθολογική διαφορά μεταξύ των δύο κλιμακίων και εσφαλμένα υποχρεώθηκε να του καταβάλει το σχετικό ποσό με την εκκαλουμένη απόφαση. Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφασή του έκρινε ότι δεν είναι νόμιμος ο ως άνω ισχυρισμός και ορθά το πρωτοβάθμιο δικαστήριο (Ειρηνοδικείο Θεσσαλονίκης) έκρινε νόμιμη την αγωγή ως προς τις υπό στοιχεία α και β αξιώσεις και απέρριψε κατ’ ουσία την έφεση του αναιρεσείοντος. Ειδικότερα το Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης, δικάζον ως Εφετείο, με την προσβαλλομένη απόφασή του δέχθηκε τυπικά και απέρριψε κατ’ ουσία την έφεση του αναιρεσείοντος, επικυρώνοντας την απόφαση του Ειρηνοδικείου Θεσσαλονίκης, το οποίο έκρινε νόμιμη την αγωγή του αναιρεσιβλήτου, δεχόμενο ότι ούτος δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω, εργάζεται με σχέση έμμισθης εντολής με πάγια αντιμισθία στη νομική υπηρεσία του αναιρεσείοντος ΝΠΔΔ από 16.12.2019 και κατ’ εφαρμογή του Ν. 4354/2015 κατατάχθηκε στο 15ο μισθολογικό κλιμάκιο, ενώ ως κάτοχος δύο μεταπτυχιακών τίτλων συναφών προς το αντικείμενο της απασχόλησής του, έπρεπε να είχε καταταχθεί στο 17ο μισθολογικό κλιμάκιο, επιδικάζοντας το ποσό των 1.416 ευρώ, ως διαφορά απολαβών.
Έτσι που έκρινε το δικάζον ως Εφετείο, Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης, δεχόμενο ότι ο αναιρεσίβλητος, δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, συνδεόμενος με σχέση έμμισθης εντολής με πάγια αντιμισθία με το αναιρεσείον ΝΠΔΔ και κάτοχος δύο μεταπτυχιακών τίτλων, συναφών προς το αντικείμενο της απασχόλησής του, έπρεπε να καταταχθεί στο 17ο μισθολογικό κλιμάκιο και όχι στο 15ο τοιούτο, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε τη διάταξη του άρθρου 9 παρ.3 του Ν. 4354/2015 σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, καθ’ όσον με βάση τα περιστατικά αυτά συγκροτείται το πραγματικό της εν λόγω διάταξης, της οποίας σκοπός ήταν η ένταξη στα προβλεπόμενα μισθολογικό κλιμάκια του εν λόγω νόμου, των δικηγόρων με σχέση έμμισθης εντολής χωρίς να απαιτείται η έκδοση κοινής υπουργικής απόφασης. Κατά συνέπεια, ο μοναδικός εκ του αριθμού 1 του άρθρου 560 και όχι του άρθρου 559 ΚΠολΔ λόγος, καθ’ όσον η έφεση αφορά απόφαση Ειρηνοδικείου, με τον οποίο ο αναιρεσείων ΟΤΑ ισχυρίζεται τα αντίθετα, είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί.
Κατόπιν αυτών πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης στο σύνολό της και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα του αναιρεσιβλήτου και του προσθέτους παρεμβαίνοντος που κατέθεσαν προτάσεις και κατά το σχετικό αίτημα αυτών σε βάρος του αναιρεσείοντος, λόγω της ήττας του (άρθρα 176, 183, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), μειωμένα κατά το μέτρο του άρθρου 281 παρ. 2 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων (Ν. 3463/2006), όπως στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει την από 15.9.2022 και με αριθμό εκθ. καταθ. ./15.9.2022 αίτηση για αναίρεση της υπ’ αριθμ. 8676/2022 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, δικάζοντος ως Εφετείο και την από 15.2.2023 πρόσθετη παρέμβαση (ΠΠ ./2023), που άσκησε ο Δικηγορικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης υπέρ του αναιρεσιβλήτου.
Απορρίπτει την από 15.9.2022 και με αριθμό εκθ. καταθ. ./15.9.2022 αίτηση για αναίρεση της υπ’ αριθμ. 8676/2022 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, δικάζοντος ως Εφετείο. Και
Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα του αναιρεσιβλήτου και του προσθέτως παρεμβαίνοντος σε βάρος του αναιρεσείοντος ΟΤΑ, τα οποία ορίζει στο ποσόν των χιλίων εκατό (1100) ευρώ για κάθε ένα από αυτούς.
ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 16 Ιουνίου 2023.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 21 Ιουνίου 2023.
Η ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ