Η γνωστοποίηση γίνεται αποκλειστικά για σκοπούς ενημέρωσης και προετοιμασίας και παρέχει στην αρμόδια δημόσια αρχή τη δυνατότητα να αποκτήσει απλώς μια γενική ιδέα για τους λόγους και τις συνέπειες του σχεδίου απολύσεων
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ ΤΥΠΟΥ αριθ. 121/23
Λουξεμβούργο, 13 Ιουλίου 2023
Απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση C-134/22 | G GmbH
Ομαδικές απολύσεις: η υποχρέωση του εργοδότη να γνωστοποιεί πληροφορίες στις αρχές σε πρώιμο στάδιο του σχεδίου πραγματοποίησης τέτοιων απολύσεων δεν έχει ως σκοπό να παράσχει ατομική προστασία στους εργαζομένους
Η γνωστοποίηση αυτή γίνεται αποκλειστικά για σκοπούς ενημέρωσης και προετοιμασίας και παρέχει στην αρμόδια δημόσια αρχή τη δυνατότητα να αποκτήσει απλώς μια γενική ιδέα για τους λόγους και τις συνέπειες του σχεδίου απολύσεων
Στις 28 Ιανουαρίου 2020 ένας υπάλληλος της γερμανικής επιχείρησης G GmbH, ο οποίος εργαζόταν σε αυτήν από το 1981, ενημερώθηκε ότι επρόκειτο να καταγγελθεί η σύμβαση εργασίας του. Συγκεκριμένα, είχε προηγηθεί την 1η Οκτωβρίου 2019 η κίνηση διαδικασίας αφερεγγυότητας έναντι της G GmbH και στις 17 Ιανουαρίου 2020 αποφασίστηκε ότι η επιχείρηση αυτή θα έπαυε πλήρως τις δραστηριότητές της το αργότερο στις 30 Απριλίου 2020 και ότι θα πραγματοποιούνταν ομαδικές απολύσεις.
Στις 17 Ιανουαρίου 2020 κινήθηκε επίσης η διαδικασία διαβούλευσης με το συμβούλιο εργαζομένων της επιχείρησης, το οποίο ενεργούσε ως εκπρόσωπος των εργαζομένων. Στο πλαίσιο της διαβούλευσης, ανακοινώθηκαν στο συμβούλιο οι πληροφορίες που μνημονεύονται στην οδηγία για τις ομαδικές απολύσεις1. Ωστόσο, δεν διαβιβάστηκε στην αρμόδια δημόσια αρχή, εν προκειμένω στον δημόσιο οργανισμό απασχόλησης του OsnabrQck, (Γερμανία), αντίγραφο της γραπτής αυτής ανακοίνωσης.
Στις 22 Ιανουαρίου 2020 το συμβούλιο εργαζομένων της επιχείρησης διαπίστωσε ότι δεν έβλεπε καμία δυνατότητα αποφυγής των σχεδιαζόμενων απολύσεων. Στις 23 Ιανουαρίου 2020 το σχέδιο ομαδικής απόλυσης κοινοποιήθηκε στον δημόσιο οργανισμό απασχόλησης του OsnabrQck. Στη συνέχεια, ο οργανισμός αυτός προγραμμάτισε συμβουλευτικές συναντήσεις για την πλειονότητα των εργαζομένων τους οποίους αφορούσε το σχέδιο απόλυσης.
Στο πλαίσιο αγωγής που άσκησε ενώπιον των γερμανικών δικαστηρίων, ο θιγόμενος υπάλληλος ισχυρίστηκε ότι δεν είχε διαβιβαστεί στον αρμόδιο δημόσιο οργανισμό απασχόλησης αντίγραφο της από 17 Ιανουαρίου 2020 ανακοίνωσης προς το συμβούλιο εργαζομένων της επιχείρησης, υποστηρίζοντας ότι η διαβίβαση αυτή αποτελεί προϋπόθεση για το κύρος της απόλυσης.
Το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών, το οποίο επιλήφθηκε της υπόθεσης κατόπιν άσκησης αναιρέσεως, εκτιμά ότι η παράλειψη αυτή συνιστά πράγματι παράβαση του γερμανικού νόμου με τον οποίο μεταφέρεται στο εθνικό δίκαιο η οδηγία της Ένωσης. Ωστόσο, ούτε η οδηγία ούτε το εθνικό δίκαιο προβλέπουν ρητή κύρωση για μια τέτοια παράβαση. Υπό τις συνθήκες αυτές, το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών εκφράζει αμφιβολίες ως προς το αν η εν λόγω παράβαση συνεπάγεται την ακυρότητα της απόλυσης. Ενόψει της ανάλυσης στην οποία πρέπει να προβεί το ως άνω δικαστήριο, είναι κρίσιμο να εξεταστεί αν η επίμαχη ρύθμιση έχει ως σκοπό να παράσχει ατομική προστασία στους εργαζομένους. Ως εκ τούτου, το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών αποφάσισε να υποβάλει σχετικό ερώτημα στο Δικαστήριο.
Με τη σημερινή απόφασή του, το Δικαστήριο απαντά αρνητικά: όταν ο εργοδότης προτίθεται να προβεί σε ομαδικές απολύσεις, η υποχρέωσή του να διαβιβάζει στην αρμόδια δημόσια αρχή αντίγραφο τουλάχιστον ορισμένων στοιχείων της γραπτής ανακοίνωσης την οποία απηύθυνε στους εκπροσώπους των εργαζομένων στο πλαίσιο της διαβούλευσης δεν έχει ως σκοπό να παράσχει ατομική προστασία στους θιγόμενους εργαζομένους.
Συγκεκριμένα, αφενός, το Δικαστήριο εκτιμά ότι η διαβίβαση των επίμαχων πληροφοριών επιτρέπει στην αρμόδια δημόσια αρχή να αποκτήσει απλώς μια ιδέα, μεταξύ άλλων, για τους λόγους του σχεδίου απολύσεων, τον αριθμό και τις κατηγορίες των προς απόλυση εργαζομένων καθώς και την περίοδο κατά την οποία πρόκειται να γίνουν οι απολύσεις. Συνεπώς, η ως άνω αρχή δεν μπορεί να στηριχθεί πλήρως στις πληροφορίες αυτές προκειμένου να εκπονήσει μέτρα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της σε περίπτωση ομαδικής απόλυσης.
Αφετέρου, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας διαβούλευσης με τους εκπροσώπους των εργαζομένων, δεν ανατίθεται ενεργός ρόλος στην αρμόδια δημόσια αρχή. Συγκεκριμένα, η αρχή αυτή ορίζεται απλώς ως αποδέκτης ορισμένων στοιχείων της επίμαχης ανακοίνωσης, σε αντίθεση με τον ενεργό ρόλο που διαδραματίζει σε μεταγενέστερα στάδια της διαδικασίας. Εξάλλου, η διαβίβαση των στοιχείων αυτών δεν συνεπάγεται την έναρξη προθεσμίας που πρέπει να τηρήσει ο εργοδότης ούτε δημιουργεί υποχρέωση για την αρμόδια δημόσια αρχή.
Επομένως, η διαβίβαση πραγματοποιείται αποκλειστικά για σκοπούς ενημέρωσης και προετοιμασίας, προκειμένου η αρμόδια δημόσια αρχή να είναι, κατά περίπτωση, σε θέση να ασκήσει αποτελεσματικά τα προνόμιά της σε μεταγενέστερο στάδιο. Ειδικότερα, σκοπός της υποχρέωσης διαβίβασης πληροφοριών είναι να δοθεί στην αρμόδια δημόσια αρχή η δυνατότητα να προβλέψει, στο μέτρο του δυνατού, τις αρνητικές συνέπειες των σχεδιαζόμενων ομαδικών απολύσεων, ώστε να μπορέσει να αναζητήσει αποτελεσματικές λύσεις στα προβλήματα που δημιουργούνται από τις απολύσεις όταν αυτές, στη συνέχεια, της κοινοποιηθούν. Λαμβανομένου υπόψη του σκοπού της εν λόγω διαβίβασης πληροφοριών και του γεγονότος ότι αυτή πραγματοποιείται σε στάδιο κατά το οποίο ο εργοδότης απλώς προτίθεται να προβεί σε ομαδικές απολύσεις, η δράση της αρμόδιας δημόσιας αρχής δεν αποσκοπεί στη διευθέτηση της ατομικής κατάστασης καθενός από τους εργαζομένους, αλλά στη συνολική αντιμετώπιση των σχεδιαζόμενων ομαδικών απολύσεων.
1Άρθρο 2, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, της οδηγίας 98/59/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Ιουλίου 1998, για προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν τις ομαδικές απολύσεις (ΕΕ 1998, L 225, σ. 16).