Την απόφασή του στην υπόθεση C-404/22 Εθνικός Οργανισμός Πιστοποίησης Προσόντων & Επαγγελματικού Προσανατολισμού (Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π.) κατά Ελληνικού Δημοσίου δημοσίευσε το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σύμφωνα με το ιστορικό της υπόθεσης, ο Εθνικός Οργανισμός Πιστοποίησης Προσόντων & Επαγγελματικού Προσανατολισμού (Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π.) είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου που ανήκει στον δημόσιο τομέα, το οποίο προέκυψε από τη συγχώνευση με απορρόφηση άλλων φορέων το 2011 και έχει ως σκοπό, μεταξύ άλλων, την παροχή κάθε είδους υπηρεσιών σχετικών με τον επαγγελματικό προσανατολισμό υπέρ των Υπουργείων Παιδείας και Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, των φορέων επαγγελματικής κατάρτισης, των επιχειρήσεων, καθώς και των οργανώσεων των εργαζομένων και των εργοδοτών.
Με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π., τον Φεβρουάριο του 2012, οι ΔΜ και ΠΜ τοποθετήθηκαν σε προσωρινές θέσεις ευθύνης στον Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. Τον Φεβρουάριο του 2018, απηλλάγησαν από τα καθήκοντά τους, αλλά παρέμειναν σε τμήματα του οργανισμού.
Κατόπιν, απευθύνθηκαν στην Επιθεώρηση Εργασιακών Σχέσεων βάλλοντας κατά των συγκεκριμένων αποφάσεων του διοικητικού συμβουλίου του Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. Ύστερα από έλεγχο που διενήργησε, η Επιθεώρηση Εργασίας διαπίστωσε ότι ο Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. είχε παραβεί το προεδρικό διάταγμα 240/2006 επειδή δεν είχε ενημερώσει τους εκπροσώπους των εργαζομένων και δεν είχε διαβουλευθεί με αυτούς πριν απομακρύνει τις εργαζόμενες αυτές από τις θέσεις τους. Κατά συνέπεια, το Ελληνικό Δημόσιο επέβαλε στον Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. πρόστιμο 2 250 ευρώ για παράβαση του προεδρικού διατάγματος 240/2006.
Ο Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. άσκησε προσφυγή κατά της πράξης επιβολής του προστίμου ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών.
Προς στήριξη της προσφυγής, ο Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. προβάλλει, μεταξύ άλλων, ότι δεν αποτελεί επιχείρηση που ασκεί οικονομική δραστηριότητα, κατά την έννοια του προεδρικού διατάγματος 240/2006 και της οδηγίας 2002/14 για τους γενικούς κανόνες της ΕΕ για την ενημέρωση και τη διαβούλευση των εργαζομένων, και, ως εκ τούτου, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων τους, ότι οι ΔΜ και ΠΜ τελούσαν σε γνώση του προσωρινού χαρακτήρα της τοποθέτησής τους, αντιστοίχως, σε θέσεις προϊσταμένης της διεύθυνσης διοικητικών-οικονομικών υπηρεσιών και προϊσταμένης του τμήματος πιστοποίησης προσόντων, καθώς και ότι η προβαλλόμενη παράβαση αφορά δύο εργαζόμενες ως προς τις οποίες δεν εφαρμόζεται η προβλεπόμενη στο προεδρικό διάταγμα 240/2006 διαδικασία ενημέρωσης και διαβούλευσης με τους εκπροσώπους των εργαζομένων, δεδομένου ότι οι αποφάσεις σχετικά με τις δύο αυτές εργαζόμενες εμπίπτουν αποκλειστικά στο διευθυντικό δικαίωμα του Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π.
Ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, το Ελληνικό Δημόσιο υποστήριξε ότι η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμη.
Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει, αφενός, ότι η άσκηση οικονομικής δραστηριότητας εκ μέρους του Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. δεν φαίνεται να αποκλείεται από την εθνική νομοθεσία που καθορίζει τις αρμοδιότητές του. Ειδικότερα, δεν αποκλείεται, για ορισμένες από τις αρμοδιότητές του και ιδίως την παροχή υπηρεσιών επαγγελματικού προσανατολισμού προς τους αρμόδιους φορείς των Υπουργείων, τους φορείς επαγγελματικής κατάρτισης, τις επιχειρήσεις, καθώς και τις οργανώσεις των εργαζομένων και των εργοδοτών, να υπάρχουν αγορές στις οποίες δραστηριοποιούνται επιχειρήσεις που τελούν σε σχέση ανταγωνισμού με τον Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. Επιπλέον, στους πόρους του εν λόγω οργανισμού περιλαμβάνονται και έσοδα από την εκτέλεση έργων και την παροχή υπηρεσιών. Κατά το αιτούν δικαστήριο, ο νομοθέτης είχε συνεπώς προβλέψει ότι ο Ε.Ο.Π.Π.Ε.Π. θα ενεργούσε, τουλάχιστον εν μέρει, ως φορέας της αγοράς.
Το αιτούν δικαστήριο εκθέτει, αφετέρου, ότι η απομάκρυνση της ΠΜ από τα καθήκοντά της έγινε για λόγους που αφορούν την εύρυθμη λειτουργία της υπηρεσίας, ενώ η θέση προϊσταμένου τμήματος που κατείχε δεν καταργήθηκε.
Κατά συνέπεια, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν η απομάκρυνση αυτή συνιστά περίπτωση στην οποία η οδηγία 2002/14 και το προεδρικό διάταγμα 240/2006 που τη μετέφερε στην εσωτερική έννομη τάξη επιβάλλουν να προηγηθεί της απομάκρυνσης ενημέρωση και διαβούλευση με τους εκπροσώπους των εργαζομένων.
Υπό τις συνθήκες αυτές, στις 16 Ιουνίου 2022, το Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο ΔΕΕ δύο προδικαστικά ερωτήματα σχετικά με την ερμηνεία των ακόλουθων διατάξεων της σχετικής οδηγίας.
Με την απόφασή του , το ΔΕΕ, μνημονεύοντας την νομολογία του, αποφαίνεται ότι:
Το άρθρο 2, στοιχείο αʹ, της οδηγίας έχει την έννοια ότι μπορεί να καταλαμβάνει νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου το οποίο ενεργεί ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και ασκεί δραστηριότητες δημόσιας εξουσίας, εφόσον αυτό παρέχει παράλληλα έναντι αμοιβής υπηρεσίες που ανταγωνίζονται τις παρεχόμενες από φορείς της αγοράς.
Το άρθρο 4, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας έχει την έννοια ότι η προβλεπόμενη σε αυτό υποχρέωση ενημέρωσης και διαβούλευσης δεν έχει εφαρμογή στην περίπτωση μεταβολής της θέσης απασχόλησης μικρού αριθμού εργαζομένων που είχαν τοποθετηθεί προσωρινώς σε θέσεις ευθύνης, όταν η μεταβολή αυτή δεν είναι ικανή να επηρεάσει την κατάσταση, τη διάρθρωση και την πιθανή εξέλιξη της απασχόλησης μέσα στη συγκεκριμένη επιχείρηση ή να απειλήσει την απασχόληση εν γένει.
Το πλήρες κείμενο της απόφασης είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα CVRIA.