ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τη Δικαστή Ελένη Σκριβάνου, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από τoν Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στην αίθουσα 716 του 7ου ορόφου του Δικαστικού Μεγάρου Πειραιώς στις ………….., ώρα 11 π.μ., χωρίς τη σύμπραξη γραμματέα, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της ΑΙΤΟΥΣΑΣ: …………, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Αικατερίνη Φατούρου (Α.Μ. ……. Δ.Σ.Α.).
Της ΚΑΘ΄ΗΣ: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…………..», πρώην ……., και με τον διακριτικό τίτλο «……», με έδρα το ….. Αττικής, όπως νομίμως εκπροσωπείται, ως διαχειρίστριας απαιτήσεων της εταιρείας «……..», με έδρα το …….. Ιρλανδίας, νομίμως εκπροσωπούμενης, που έχει καταστεί ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………..», με έδρα την Αθήνα, νομίμως εκπροσωπούμενης, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Λαμπρινή Σίσκου (Α.Μ………. Δ.Σ.Α.).
Η αιτούσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 8-11-2023 αίτησή της (περί ανάκλησης της υπ΄αρ. 658/2022 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς – διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων), που κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων) στις 8-5-2023, με Γενικό Αριθμό Κατάθεσης και Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης, αντίστοιχα (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) ……../2023, η συζήτησή της οποίας προσδιορίστηκε για τη δικάσιµο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Η υπόθεση εκφωνήθηκε νόμιμα από το οικείο έκθεµα και οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως παραπάνω σηµειώνεται, ενώ οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν προφορικά τους ισχυρισµούς τους και υπέβαλαν σηµειώµατα.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Στη διάταξη του άρθρου 937 παρ. 1 στοιχ. β του ΚΠολΔ, όπως ίσχυε µετά την αντικατάστασή της µε το άρθρο 1 άρθρο όγδοο παρ. 2 του Ν. 4335/2015, και πριν την τροποποίησή της από το Ν. 4842/2021, που εφαρµόζεται στη κρινόµενη περίπτωση, ορίζεται ότι: «Σε περίπτωση εκτέλεσης που στηρίζεται σε δικαστική απόφαση ή διαταγή πληρωµής, κατά της απόφασης που εκδίδεται επί της ανακοπής επιτρέπεται η άσκηση µόνο έφεσης. Στις λοιπές περιπτώσεις των εκτελεστών τίτλων του άρθρου 904 παράγραφος 2, κατά της απόφασης που εκδίδεται επί της ανακοπής επιτρέπεται η άσκηση όλων των ενδίκων µέσων πλην της ανακοπής ερηµοδικίας. Στις περιπτώσεις των προηγούμενων εδαφίων, η άσκηση ενδίκου µέσου δεν αναστέλλει την πρόοδο της εκτέλεσης, εκτός αν το δικαστήριο του ενδίκου µέσου, µετά από αίτηση του ασκούντος αυτό, που υποβάλλεται και αυτοτελώς, δικάζοντας µε τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., διατάξει την αναστολή, µε παροχή ή και χωρίς παροχή εγγύησης, εφόσον κρίνει ότι η ενέργεια της αναγκαστικής εκτέλεσης θα προξενήσει ανεπανόρθωτη βλάβη στον αιτούντα και πιθανολογεί την ευδοκίµηση του ένδικου µέσου. Επίσης µπορεί να διαταχθεί να προχωρήσει η αναγκαστική εκτέλεση αφού δοθεί εγγύηση. Ειδικά, όταν ζητείται η αναστολή πλειστηριασµού, αυτή είναι απαράδεκτη, αν δεν κατατεθεί το αργότερο πέντε (5) εργάσιµες ηµέρες πριν από την ηµέρα του πλειστηριασµού. Η απόφαση πρέπει να δηµοσιεύεται έως τις 12:00 το µεσηµέρι της Δευτέρας που προηγείται του πλειστηριασµού». Από τη διάταξη προκύπτει σαφώς ότι, αντικείµενο της αίτησης του άρθρου 937 ΚΠολΔ είναι η αναστολή της προόδου της εκτελεστικής διαδικασίας, που επισπεύδεται σε βάρος του ασκούντος το ένδικο µέσο, κατά της απόφασης που απέρριψε την κατά το άρθρο 933 του ιδίου Κώδικα ανακοπή του, μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί του ενδίκου μέσου (Εφ.Θεσ. 2396/2018, Εφ.Δωδ. 109/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ.(Μον.) 86/2022, Εφ.Πειρ.(Μον.) 352/2022, αδημ. στο νομιμό τύπο, Εφ.Πειρ.(Μον). 425/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Ν. Νίκας, Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτελέσεως, Ι, Γενικό Μέρος, 2017, παρ. 32, αρ. 21, σελ. 737, Χ. Απαλλαγάκη, Ερμηνεία ΚΠολΔ, υπό το άρθρο 937 αρ.4). Εξάλλου σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 696 ΚΠολΔ, το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων, δύναται, μετά από αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον, ν` ανακαλέσει την απόφαση αυτή, εφόσον επήλθε μεταβολή των πραγμάτων που δικαιολογούν την ανάκληση ή μεταρρύθμιση της. Μεταβολή πραγμάτων, η οποία μπορεί να δικαιολογήσει την ανάκληση της απόφασης, είναι αυτή που αφορά κρίσιμα πραγματικά περιστατικά, τα οποία ασκούν ουσιώδη επίδραση στην υπόθεση που κρίθηκε. Περαιτέρω, η αναστολή εκτέλεσης ανακοπείσας διαταγής πληρωμής και η αναστολή αναγκαστικής εκτέλεσης, που δεν αποτελούν γνήσια ασφαλιστικά μέτρα (682 ΚΠολΔ), αλλά ρυθμιστικά της κατάστασης μέτρα, εξομοιώνονται με ασφαλιστικά (βλ. Ολ.ΑΠ 754/1986 ΝοΒ 35.380), με αποτέλεσμα να εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις των άρθρων 696 – 698 ΚΠολΔ, που προσιδιάζουν στη φύση και στον σκοπό των εν λόγω ρυθμιστικών μέτρων (Μον.Εφ.Αιγ. 60/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Eφ.Ιωαν. 57/2005 ΕλλΔνη 2006. 860, βλ. και Ι. Χαμηλοθώρη «ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ», 2η έκδοση, σελ. 533,542).
Τέλος, η αναστολή της εκτελεστικής διαδικασίας δεν μπορεί να βασιστεί στις διατάξεις των άρθρων 731 και 732 ΚΠολΔ περί προσωρινής ρύθμισης κατάστασης, έστω και η υπό τη μορφή της απαγόρευσης της ενέργειας συγκεκριμένης πράξης, καθόσον οι εν λόγω διατάξεις δεν δύνανται να αντικαταστήσουν τις αποκλειστικές ρυθμίσεις του άρθρου 937 ΚΠολΔ (βλ. Κράνη σε Κεραμέα- Κονδύλη-Νίκα «Ερμηνεία ΚΠολΔ», τόμος ΙΙ, 2000, άρθρα 731 – 732 αρ. 5, σελ. 1434), οι οποίες κατισχύουν ως ειδικότερες. Αντίθετη ερμηνεία θα ερχόταν σε ευθεία αντίθεση με το γράμμα του νόμου (βλ. σχόλιο Κωνσταντίνου Καλαβρού σε ΕλλΔνη 2017.415), θα ήταν αντίθετη στον σκοπό του νομοθέτη και θα καθιστούσε τις προβλέψεις του άρθρου 937 ΚΠολΔ άνευ αντικειμένου, αφού, σε κάθε περίπτωση, θα ήταν δυνατή η αναστολή της εκτελεστικής διαδικασίας μέσω της προσφυγής του αιτούντος αυτήν στις διατάξεις των άρθρων 731 και 732 ΚΠολΔ. Άλλωστε, όπως προεκτέθηκε, η αναστολή δεν είναι ασφαλιστικό μέτρο, αλλά ρυθμιστικό μέτρο της εκκρεμούσας διαδικασίας (Εφ.Θεσ. 64/1991 ΕλλΔνη 34.1362, Εφ.Θεσ. 2333/1989 Αρμ 1989.900), με αποτέλεσμα να μην εφαρμόζονται ως προς αυτήν το σύνολο των διατάξεων του ΚΠολΔ περί ασφαλιστικών μέτρων, μεταξύ των οποίων και αυτές των άρθρων 731 και 732 ΚΠολΔ.
Με την κρινόμενη αίτησή της η αιτούσα ζητεί να ανακληθεί, με βάση τη διάταξη της παρ.3 του άρθρου 696 ΚΠολΔ, η υπ΄αρ. 658/2022 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου, εκδοθείσα κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, με την οποία απορρίφθηκε η από 8.11.2022 αίτησή της κατ’ άρθρο 937 επ. ΚΠολΔ, με αρ. κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) …………/2022, για την αναστολή εκτέλεσης της εις βάρος της, με επίσπευση της καθ΄ής, διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, επικαλούμενη μεταβολή των συνθηκών, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην αίτηση, που δικαιολογεί την ανάκληση ή τη μεταρρύθμισή της ανωτέρω απόφασης. Επικουρικά δε ζητεί να διαταχθεί η προσωρινή ρύθμιση της κατάστασης, ενόψει των νέων πραγματικών περιστατικών, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 731 ΚΠολΔ.
Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα, η αίτηση αρμοδίως μεν εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686, 696 παρ.3 ΚΠολΔ). Είναι όμως απορριπτέα ως μη νόμιμη, τόσο ως προς την επικουρική της βάση, κατά τα προαναφερθέντα στη τελευταία ως άνω μείζονα σκέψη, όσο και ως προς την κύρια βάση της, σύμφωνα με όσα θα εκτεθούν παρακάτω.
Ειδικότερα από τα αναφερόμενα στο δικόγραφο της ένδικης αίτησης, τα σημειώματα των διαδίκων και από τα προαποδεικτικώς προσκομιζόμενα από αυτούς έγγραφα προκύπτουν τα εξής: Η αιτούσα άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την με αρ. καταθ. ………/2022 ανακοπή της κατά της καθ’ ής, με την οποία ζήτησε την ακύρωση της υπ’αρ. ……/28.3.2022 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας της δικαστικής επιμελήτριας ………… Επί της ως άνω ανακοπής εκδόθηκε η υπ΄αρ. 3218/2022 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, η οποία έκανε εν μέρει δεκτή την ανακοπή και ακύρωσε μερικώς την επιταγή προς εκτέλεση, απορρίπτοντας αυτήν κατά τα λοιπά και επικυρώνοντας την ανωτέρω έκθεση κατάσχεσης. Εναντίον της παραπάνω απόφασης (η αιτούσα) άσκησε παραδεκτά και νόμιμα (ΚΠολΔ 518 παρ. 2) την από 7.11.2022 και με αρ. καταθ. ………./2022 έφεση, η συζήτηση της οποίας έχει οριστεί για τις 7.12.2023. Η διαδικασία της εν λόγω αναγκαστικής εκτέλεσης επισπεύδεται με βάση την υπ’αρ. ……./2003 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών για την είσπραξη απαίτησης από στεγαστικό δάνειο που χορήγησε η «……………» στην αιτούσα, την οποία (απαίτηση) η τράπεζα πώλησε και εκχώρησε με την από 25.5.2021 σύμβαση πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων, νομίμως δημοσιευθείσα με αρ.πρωτ. ……… στις 25.5.2021, στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών, στο τόμο … με α.α …, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3156/2003, στην εταιρεία «………..», η οποία, σύμφωνα με την από 25.5.2021 σύμβαση διαχείρισης, επίσης νομίμως δημοσιευθείσα με αρ. πρωτ. 180 στις 25.5.2021, στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών, στον τόμο …. με α.α …., ανέθεσε τη διαχείριση και είσπραξή της στην καθ΄ής εταιρεία (πρώην ………..). Περαιτέρω, η αιτούσα άσκησε, ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, την από 8.11.2022 και με αριθ.καταθ. ………./2022 αίτηση ασφαλιστικών μέτρων κατ’ άρθρο 937 παρ. 1β ΚΠολΔ, ως ίσχυε πριν την τροποποίησή του με τις διατάξεις των άρθρων 59 και 120 του Ν.4842/2021, αφού η από 2.12.2021 επιταγή προς εκτέλεση της επιδόθηκε στις 3.12.2021, δηλαδή πριν την έναρξη ισχύος του ως άνω νόμου (1.1.2022). Με την ως άνω αίτηση, ζητούσε να ανασταλεί η σε βάρος της διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης, και δη του πλειστηριασμού ακινήτου της, η διενέργεια του οποίου είχε οριστεί στις 16.11.2022, που επισπεύδει η καθ’ής, στηριζόμενη στη προαναφερθείσα διαταγή πληρωμής, επειδή εναντίον της απορριπτικής της ανακοπής της κατά της εκτέλεσης απόφασης άσκησε την επίσης προαναφερθείσα έφεση, που εκκρεμεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, η ευδοκίμηση της οποίας, κατά τους ισχυρισμούς της, πιθανολογείται, ενώ η συνεχιζόμενη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης θα της προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη. Επί της ως άνω αίτησης, εκδόθηκε η υπ΄αρ. 658/10.11.2022 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Πειραιώς, με την οποία, αφού κρίθηκε ότι δεν πιθανολογείται η ευδοκίμηση των λόγων της έφεσης, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στην απόφαση αυτή, ακολούθως απορρίφθηκε και η εν λόγω ασκηθείσα, ενόψει αυτής, αίτηση αναστολής της επισπευδόμενης αναγκαστικής εκτέλεσης και δη πλειστηριασμού ακινήτου που επρόκειτο να λάβει χώρα στις 16.11.2022, κατ’ ουσίαν.
Η αιτούσα αναφέρει στην ένδικη αίτησή της ότι μετά την ως άνω (υπ΄αρ.658/2022) απορριπτική απόφαση επήλθε μεταβολή των συνθηκών που δικαιολογεί την ανάκληση ή τη μεταρρύθμισή αυτής, επικαλούμενη συγκεκριμένα την υποβολή αίτησης εκ μέρους της, προς την καθ΄ής, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 επ. του Ν. 4738/2020 του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών, για την συνολική ρύθμιση των οφειλών της, η οποία (αίτηση) υποβλήθηκε οριστικά στις 3-4-2023 και η καθ΄ής έχει απαντήσει θετικά ως προς αυτήν, αναμένεται δε να υπογραφεί η σύμβασης αναδιάρθρωσης των οφειλών της με όλους τους πιστωτές της συμπεριλαμβανομένης και της καθ΄ής. Ωστόσο, το περιστατικό αυτό, αληθές υποτιθέμενο, δεν συνιστά μεταβολή των συνθηκών ικανή, κατ΄ άρθρον 696 παρ.3 ΚΠολΔ, να επιφέρει την ανάκληση της εν λόγω απόφασης που απέρριψε την αίτηση της αιτούσας περί αναστολής της προσβαλλόμενης αναγκαστικής εκτέλεσης, καθώς δεν σχετίζεται με τους λόγους της ανωτέρω έφεσης, όπως αυτοί αναγράφονται στο δικόγραφο της τελευταίας αλλά και στην κρινόμενη αίτηση, και συνεπώς δεν μπορεί να οδηγήσει στην πιθανολόγηση της ευδοκίμησης αυτών. Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 18 του Ν. 4738/2020, όπως ισχύει σήμερα, ναι μεν, από την οριστική υποβολή της αίτησης (ρύθμισης οφειλών) και μέχρι την με οποιονδήποτε τρόπο περάτωση της διαδικασίας, σύμφωνα με το άρθρο 16, αναστέλλονται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων κατά του οφειλέτη, αλλά η αναστολή αυτή δεν καταλαμβάνει τη διενέργεια πλειστηριασμού, ο οποίος έχει προγραμματισθεί εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία οριστικής υποβολής της αίτησης από τον οφειλέτη, καθώς και οποιαδήποτε διαδικαστική ενέργεια προπαρασκευαστική της διενέργειας πλειστηριασμού από ενέγγυο πιστωτή (περιλαμβανομένης και της κατάσχεσης). Εν προκειμένω, η αίτηση του Ν. 4738/2020, υποβλήθηκε από την αιτούσα, όπως προαναφέρθηκε, στις 3.4.2023, ο δε πλειστηριασμός που επισπεύδεται από την καθ΄ής εις βάρος του ακινήτου της, έχει προσδιοριστεί για τις 11.5.2023, ήτοι εντός του τριμήνου από την υποβολή της. Οπότε, η εν λόγω αίτηση (του Ν. 4738/2020), την οποία επικαλείται η αιτούσα ως νέο περιστατικό για τη στοιχειοθέτηση της μεταβολής των συνθηκών, μετά την έκδοση της ως άνω απόφασης του Δικαστηρίου τούτου (υπ΄αρ. 658/2022) της οποίας ζητεί με την ένδικη αίτησή της την ανάκληση, ώστε ακολούθως να γίνει δεκτή η απορριφθείσα με αυτήν αίτησή της περί αναστολής της προαναφερθείσας εκτέλεσης, δεν μπορεί να οδηγήσει στην αναστολή εκτέλεσης του προγραμματισθέντος για τις 11.5.2023 πλειστηριασμού, ούτε των προπαρασκευαστικών αυτού πράξεων, κατά τα προαναφερθέντα. Πέραν δε τούτων, η αιτούσα στην απορριφθείσα (με την απόφαση της οποίας αιτείται την ανάκληση) αίτησή της, ζητούσε την αναστολή του πλειστηριασμού που είχε προγραμματισθεί για τις 16.11.2022, ο οποίος τελικά ματαιώθηκε ελλείψει πλειοδοτών, και όχι του εκ νέου προγραμματισθέντος (δυνάμει της υπ΄αρ………./6-4-2023 πράξης της συμβολαιογράφου Αθηνών ……………) στις 11.5.2023, του οποίου ζητεί την αναστολή με την παρούσα αίτησή της, κατά της διενέργειας του οποίου δεν έχει ασκήσει αίτηση αναστολής, που, σύμφωνα με το άρθρο 938 παρ.4 πρέπει να κατατίθεται, επί ποινή απαραδέκτου, το αργότερο πέντε (5) εργάσιμες πριν την ημέρα του πλειστηριασμού, προθεσμία η οποία έχει ήδη παρέλθει εν προκειμένω. Πρέπει, συνεπώς, με βάση τα προεκτεθέντα, να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση ως μη νόμιμη. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα της καθ’ής πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της ηττηθείσας αιτούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει την αίτηση, κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.
Απορρίπτει αυτήν.
Επιβάλλει τα δικαστικά έξοδα της καθ’ ης εις βάρος της αιτούσας, τα οποία ορίζει σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά στο ακροατήριό του, σε έκτακτη συνεδρίαση στις 9.5.2023, με απόντες τους διαδίκους και τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ