ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Δημήτριο Καβαλλάρη, Εφέτη, που ορίστηκε από ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και τη Γραμματέα Κ.Σ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις ………… για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ :
ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ : ………… η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια της Δικηγόρο Ευαγγελία Ιωαννίδη.
ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ………………ο οποίος παραστάθηκε μετά της πληρεξούσιας του Δικηγόρου Μαγδαληνής- Πολυξένης Μελά.
Η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα άσκησε στο Δικαστήριο αυτό την από 6.6.2019 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ………../2019 αγωγή της. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η με αρ. 897/2021 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς που απέρριψε αυτήν .
Κατά της απόφασης αυτής η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα άσκησε την από 2-9-2021 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου του Εφετείου Πειραιώς ΓΑΚ/ΕΑΚ …………/2021 έφεσή της, η οποία ορίστηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, αφού εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων παραστάθηκαν όπως παραπάνω και αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η 2-9-2021 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου του Εφετείου Πειραιώς ΓΑΚ/ΕΑΚ ………/2021 έφεση της δεύτερης εναγόμενης και ήδη εκκαλούσας κατά της με αρ. 897/2021 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς έχει ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις και είναι εμπρόθεσμη, κι επίσης, έχει κατατεθεί από την εκκαλούσα το νόμιμο παράβολο κατ’ άρθρο 495 παρ. 4 ΚΠολΔ (βλ. το με αρ. …………. e παράβολο ποσού 100 €). Συνεπώς πρέπει να γίνει δεκτή κατά το τυπικό της μέρος και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητα των λόγων της.
H ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα εξέθετε στην 6.6.2019 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως ……../2019 αγωγή της ότι ο εναγόμενος ιατρός, που υπηρετεί με την ενάγουσα στο Γενικό Νοσοκομείο Νίκαιας – Πειραιά «ΑΓΙΟΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ», με τα αναφερόμενα στην αγωγή έγγραφά του προς τη Διοίκηση του Νοσοκομείου ισχυρίστηκε αναληθή γεγονότα που ήταν σε θέση να βλάψουν την τιμή και την υπόληψή της, που είχαν ως συνέπεια και την απομάκρυνση της ενάγουσας από τη θέση της και την μετακίνησή της σε άλλο τμήμα. ¨Ότι εξαιτίας της άνω συμπεριφοράς του εναγόμενου έχει υποστεί ηθική βλάβη. Με βάση τα ανωτέρω ζήτησε, αφού περιόρισε το καταψηφιστικό της αίτημα σε αναγνωριστικό, με δήλωσή της περιεχόμενη στις προτάσεις της (άρθρα 223 εδ. β’, 294 εδ. α’, 295 § 1 εδ. β’, 297 ΚΠολΔ) να αναγνωριστεί ότι η εναγόμενος οφείλει να της καταβάλει το ποσό των 99.956 € ως χρηματική της ικανοποίηση, λόγω ηθικής βλάβης, επιφυλασσόμενη να ζητήσει το ποσό των 44 € από το ποινικό Δικαστήριο. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η με αριθμό 897/2021 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που απέρριψε την αγωγή. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται η ενάγουσα και ήδη εκκαλούσα για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία κι εφαρμογή του νόμου κι εκτίμηση των αποδείξεων.
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 57, 59, 914, 932 του ΑΚ προκύπτει ότι σε περίπτωση παράνομης προσβολής της προσωπικότητας γεννάται αξίωση προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης. Προσβολή μπορεί να προέλθει και από ποινικά κολάσιμη πράξη, όπως η εξύβριση, απλή ή συκοφαντική δυσφήμηση που προβλέπονται και τιμωρούνται από τις διατάξεις των άρθρων 361, 362 και 363 του Π.Κ., που εφαρμόζονται και στο χώρο του ιδιωτικού δικαίου. Ειδικότερα, κατά τις διατάξεις των άρθρων 362 και 363 του Π.Κ. όποιος με οποιονδήποτε τρόπο ισχυρίζεται ενώπιον τρίτου ή διαδίδει για κάποιον άλλον γεγονός που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του, διαπράττει το έγκλημα της δυσφήμησης και αν το γεγονός είναι ψευδές και ο υπαίτιος γνώριζε το ψεύδος, τότε διαπράττει το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφήμησης. Για τη στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της δυσφήμησης απαιτείται γνώση του δράστη ότι το ισχυριζόμενο ή διαδιδόμενο απ` αυτόν ενώπιον τρίτου γεγονός είναι πρόσφορο κατάλληλο να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη άλλου και θέληση ή αποδοχή του ίδιου να ισχυρισθεί ή να διαδώσει ενώπιον τρίτου το βλαπτικό για άλλον γεγονός, ενώ για τη στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης απαιτείται, επιπλέον, και γνώση του δράστη ότι το γεγονός είναι ψευδές. Έτσι, σε περίπτωση που ο δράστης δεν γνώριζε το ψεύδος του γεγονότος που ισχυρίσθηκε ή διέδωσε ή είχε αμφιβολίες γι` αυτό, δεν στοιχειοθετείται μεν το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφήμησης σε βάρος άλλου, παραμένει όμως ως έγκλημα η απλή δυσφήμιση κατ` άρθρο 362 ΠΚ, που προσβάλλει επίσης την προσωπικότητα του άλλου σε βαθμό μη ανεκτό από την έννομη τάξη. Ωστόσο ως αστικό αδίκημα, η δυσφήμηση θεμελιώνεται υποκειμενικά και σε απλή αμέλεια του δράστη ΑΠ 1431/2017, 1422/2017, 1222/2016, 343/ 2016, 611/2015, ΕφΘεσ 1220/2017, ΕφΠειρ 228/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 367 παρ. 1 § α”- δ’ Π.Κ. το άδικο των προβλεπόμενων στα άρθρα 361 επ. του ίδιου Κώδικα πράξεων αίρεται, μεταξύ των άλλων περιπτώσεων που προβλέπονται στο άρθρο αυτό, και όταν πρόκειται για εκδηλώσεις που γίνονται για την εκτέλεση νόμιμων καθηκόντων, την άσκηση νόμιμης εξουσίας ή για τη διαφύλαξη (προστασία) δικαιώματος ή από άλλο δικαιολογημένο ενδιαφέρον ή σε ανάλογες περιπτώσεις (περ. γ’ και δ’). Η τελευταία αυτή διάταξη (Π.Κ. 367), για την ενότητα δικαίου της έννομης τάξης εφαρμόζεται αναλογικά και στο χώρο του ιδιωτικού δικαίου, όπως αυτός οριοθετείται από τις προαναφερόμενες διατάξεις των άρθρων 57-59 και 914 επ. Α.Κ. Επομένως, εφόσον αίρεται ο άδικος χαρακτήρας των προαναφερόμενων αξιόποινων πράξεων, αποκλείεται και το στοιχείο του παρανόμου της επιζήμιας συμπεριφοράς ως όρος της αντίστοιχης αδικοπραξίας του αστικού δικαίου, εκτός αν περιέχουν τα στοιχεία της συκοφαντικής δυσφήμησης, καθώς και όταν από τον τρόπο της εκδήλωσης ή από τις περιστάσεις υπό τις οποίες τελέσθηκε η πράξη προκύπτει σκοπός εξύβρισης (άρθρο 367 § 2). Τέτοιος σκοπός θεωρείται ότι υπάρχει, όταν ο τρόπος εκδήλωσης δεν ήταν πραγματικά αναγκαίος για να αποδοθεί, όπως έπρεπε, το περιεχόμενο της σκέψης του δράστη προς προστασία δικαιολογημένου ενδιαφέροντος και ο τελευταίος, μολονότι γνώριζε την έλλειψη αναγκαιότητας του τρόπου αυτού, εντούτοις τον χρησιμοποίησε για να προσβάλει την τιμή άλλου, περιστατικά που προτείνονται, κατ` αντένσταση, από τον ενάγοντα κατά της ένστασης του εναγομένου από τις διατάξεις του άρθρου 367 παρ. 1 Π.Κ., η οποία μπορεί να περιέχεται και στο δικόγραφο της αγωγής, καθ` υποφοράν, χωρίς προβολή ειδικού αιτήματος (ΑΠ 753/2020, ΑΠ 762/2019, ΑΠ 192/2018, ΑΠ 1431/2017, ΑΠ 599/2016 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Από την εκτίμηση των υπ’ αριθ ………../18.10.2019 ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων ……… αντίστοιχα, ενώπιον της Συμβολαιογράφου Πειραιώς ………., οι οποίες λήφθηκαν με την επιμέλεια της ενάγουσας κατόπιν νομότυπης κι εμπρόθεσμης κλήτευσης του εναγόμενου (σχετ. ………./15.10.2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της Περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ………), των υπ’ αριθ ………/10.10.2019 ενόρκων βεβαιώσεων των μαρτύρων …………. αντίστοιχα, ενώπιον της Συμβολαιογράφου Αθηνών ………….., οι οποίες λήφθηκαν με επιμέλεια του εναγόμενου, κατόπιν νομότυπης κι εμπρόθεσμης κλήτευσης της ενάγουσας (σχετ. …………/7.10.2019 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της Περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών …….), των εγγράφων, τα οποία οι διάδικοι νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν και εκτιμώνται είτε προς άμεση απόδειξη είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, (άρθρα 339, 395 ΚΠολΔ) και από τα διδάγματα της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ.4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:Ο εναγόμενος, τυγχάνει ιατρός, ενταγμένος στο ΕΣΥ με την ειδικότητα του επεμβατικού ακτινολόγου και από το έτος 2009 στο Γενικό Νοσοκομείο Νίκαιας-Πειραιά «ΑΓΙΟΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ», στο οποίο είναι Επιμελητής Β’ της Ακτινοδιαγνωστικής και υπεύθυνος του Ψηφιακού Αγγειογράφου. Η ενάγουσα, η οποία υπηρετεί στο ίδιο Νοσοκομείο ωs Νοσηλεύτρια (ΤΕ Νοσηλευτριών) με την με αρ. πρωτ. 28031/14.7.2010 απόφαση του Διοικητή του Νοσοκομείου μετακινήθηκε στο Ακτινοδιαγωνιστικό τμήμα – Ακτινολογικό τμήμα Α & Β και ορίστηκε Προϊσταμένη σ΄αυτό. Σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 12 της υπουργικής απόφασης ΥΑ Γ6γ 5740/ ΦΕΚ Β 172 1968): Έγκριση Κανονισμού καθηκόντων Νοσηλ. προσωπικού Νοσηλ. Ιδρυμάτων η προϊσταμένη αδελφή Νοσηλευτικού τμήματος μεταξύ άλλων «Έχει την ευθύνην δια τον έγκαιρον εφοδιασμόν των απαιτουμένων φαρμάκων και παντοειδούς υλικού εις το τμήμα της, ως επίσης και την διαφύλαξιν και συντήρησιν εις ασφαλές μέρος των φαρμάκων και ιδίως των ναρκωτικών». Πρόσφατα εκδόθηκε και η ΥΑ Γ6/Γ.Π.οικ.92189 (ΦΕΚ Β’ 5622/14.12.2018) στο άρθρο 4 της οποίας αναφέρεται με τίτλο : Αρμοδιότητες – Καθήκοντα των Προϊσταμένων της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας των Νοσοκομείων και των λοιπών Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων του ΕΣΥ όπου στην παρ. 16 των κλινικών αρμοδιοτήτων του προϊσταμένου νοσηλευτικού τμήματος αναφέρεται ότι ο τελευταίος «Έχει την ευθύνη της προμήθειας του Τμήματος του/της με τα αναγκαία φάρμακα που συνταγογραφούν οι θεράποντες ιατροί και άλλα υγειονομικά υλικά, καθώς και για τη σωστή φύλαξη και διάθεση τους» ενώ στις παρ. 22 και 23 ορίζεται ότι : «22. Φροντίζει για την επάρκεια του Τμήματος σε υλικά, τη σωστή φύλαξη και διάθεση τους. 23. Εκτιμά τις ανάγκες σε εξοπλισμό και εισηγείται για την προμήθεια του». Με την υπ’ αριθ. ΕΗΔ 1/25.5.2011 απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Γενικού Νοσοκομείου Νίκαιας-Πειραιά «ΑΓΙΟΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ» στην παρ. 5 της οποίας ορίστηκε ότι «Υπόλογος διαχείρισης των υλικών παρακαταθήκης θα είναι ο/η προϊστάμενος/η του τμήματος ή ο/η αναπληρωτής/τρια αυτού/ής». Ο εναγόμενος ως υπεύθυνος για τη λειτουργία του αγγειογράφου με το από 13.6.2016 έγγραφό του προς το γραφείο μικροπρομηθειών Γ.Ν.Ν.Π ζήτησε την ακύρωση σύμβασης σετ διαδερμικής νεφροστομίας, αναφέροντας ότι τα υλικά της προμηθεύτριας δεν αντιστοιχούσαν στις προδιαγραφές του ζητούμενου υλικού. Περαιτέρω με το από 1.9.2016 ενημερωτικό του σημείωμα προς τον Συντονιστή Διευθυντή του Ακτινοδιαγνωστικού Τμήματος, ζήτησε την ακύρωση προμήθειας υλικών (διαδερμικής παροχέτευσης χοληφόρων 8 και 10 Fr) επικαλούμενος την επάρκεια των υλικών αυτών. Κατόπιν αυτών με το με αρ. ………./28.9.2016 έγγραφό του ο Διευθυντής της Ιατρικής Υπηρεσίας του ως άνω Νοσοκομείου όρισε τα εξής : «Σας ενημερώνουμε ότι ο Επιμελητής Α’ Ακτινολόγος κ. .……… ., ο οποίος λειτουργεί την Επεμβατική Ακτινολογία στον Αγγειογράφο, ορίζεται Επιστημονικά Υπεύθυνος της Επεμβατικής Ακτινολογίας στον Αγγειογράφο και θα είναι υπεύθυνος παραγγελιών υλικών που χρειάζονται, τα οποία προκειμένου να παραγγελθούν θα προσυπογράφονται και από τον Δ/ντή του τμήματος. Το ίδιο ισχύει και για τη λειτουργία της παρακαταθήκης υλικών που έχει συσταθεί. Η προώθηση των παραγγελιών για υλοποίηση θα γίνεται ως συνήθως από την υπεύθυνη προϊσταμένη του τμήματος». Με το έγγραφο αυτό ο άνω προϊστάμενος της Ιατρικής Υπηρεσίας καθορίζει τον εναγόμενο ως επιστημονικά υπεύθυνο για την παραγγελία και την παρακατάθεση υλικών, ωστόσο το άνω έγγραφο δεν καταργεί τις αρμοδιότητες της Νοσηλευτικής υπηρεσίες, όπως είχαν καθοριστεί με την ισχύουσα το άνω διάστημα ΥΑ, όπως και την απόφαση του Δ.Σ. του Νοσοκομείου, σύμφωνα με την οποία υπόλογος διαχείρισης των υλικών παρακαταθήκης θα είναι ο/η προϊστάμενος του τμήματος. Άλλωστε η Νοσηλευτική Υπηρεσία ως τμήμα δεν υπάγεται στην Ιατρική Υπηρεσία, αλλά και οι δύο στην Διοίκηση του Νοσοκομείου. Ο εναγόμενος αμέσως μετά το τελευταίο έγγραφο με το με αρ.πρωτ. …………/5.10.2016 ενημερωτικό του σημείωμα, αναφέροντας ότι έως σήμερα δεν είχε λάβει μάρος στις σχετικές διαδικασίες, ζήτησε να γίνει άμεση και λεπτομερής απογραφή των υλικών και να λαμβάνει γνώση πριν από οποιαδήποτε προμήθεια και να τηρηθεί η ίδια διαδικασία, ώστε να αποφευχθεί η δημιουργία μεγάλων αποθεμάτων ή ελλείψεων, αναφέροντας εν τέλει ότι ήδη είχε σημειωθεί έλλειψη αρκετών υλικών. Στις 13.1.2017 διενεργήθηκε απογραφή και αποστάλθηκε σχετική κατάσταση με όλα τα είδη από την εναγόμενη και την Προϊσταμένη του τμήματος Υπερήχων και στις 17.1.2017 έγγραφο διορθωτικό του προηγούμενου. Όμως στο τέλος του 2018 ο εναγόμενος διαπίστωσε έλλειψη υλικών και απέστειλε στο Συντονιστή Διευθυντή Ακτινοδιαγνωστικού το υπ’ αριθ. πρωτ. …………/17.12.2018 ενημερωτικό σημείωμα του, κοινοποιούμενο και στο Γραφείο του Διοικητή του ως άνω Νοσοκομείου, στο οποίο ανέφερε: «Σας ενημερώνω ότι παρά τις προσπάθειες σας και τις προσπάθειες της διοίκησης στο εξής δε θα εκτελούνται στον αγγειογράφο του Νοσοκομείου επεμβατικές πράξεις, λόγω έλλειψης των απαραίτητων υλικών αφού διατέθηκαν και τα τελευταία αποθέματα. Συγκεκριμένα: 1. Δεν υπάρχει η δυνατότητα κάλυψης των δεκάδων χρόνιων ασθενών με αποφρακτική ουροπάθεια του νοσοκομείου μας, όσο και των δεκάδων που προκύπτουν από άλλα νοσοκομεία της περιφέρειας λόγω ειδικών συνθηκών (π.χ. βλάβη ακτινοσκοπικού στο Ε.Α.Ν. Μεταξά). Οι εντολές για τα απαιτούμενα υλικά (κόστους <40€/ασθενή) εκκρεμούν έως και πλέον των 6 μηνών. 2. Τα αντίστοιχα υλικά για την αντιμετώπιση των επειγόντων περιστατικών δεν επαρκούν για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της τρέχουσας εβδομάδας. 3. Δεν υπάρχει δυνατότητα εκτέλεσης με ασφάλεια αγγειακού τύπου επεμβάσεων, αφού έχουν εξαντληθεί βασικά υλικά (π.χ. απλοί συρμάτινοι οδηγοί, κόστους <5€/ασθενή). Παρακαλώ για τις έγγραφες οδηγίες σας». Σε συνέχεια του άνω εγγράφου απέστειλε λίγες ημέρες αργότερα την από 20.12.2018 αίτησή του προς τον Διευθυντή του Ακτινολογικού Τμήματος: «Οφείλοντας να σας αναφέρω: Την τραγική κατάσταση στη λειτουργικότητα του Ψηφιακού Αγγειογράφου, όπως σας αναφέρθηκε με το ………/17-12-2018 έγγραφο. Την έκδηλη χρονιότητα του προβλήματος, όπως αποδεικνύεται και με το αντίστοιχο ………./25-10-2016 έγγραφο, σας παρακαλώ όπως αναθέσετε σε συνεργασία με τη διεύθυνση της Νοσηλευτικής υπηρεσίας, τη Νοσηλευτική υποστήριξη της λειτουργίας του Ψηφιακού Αγγειογράφου αποκλειστικά στην Προϊσταμένη του Τμήματος Υπερήχων, με τη σύμφωνη γνώμη της οποίας συντάσσεται η παρούσα αίτηση, προκειμένου να τερματιστεί το χρόνιο αυτό πρόβλημα και να αποτραπεί η επανάληψη αυτού». Με το με αρ. πρωτ. …………/31.12.2018 Έγγραφό του ο Διευθυντής του Ακτινοδιαγνωστικού τμήματος ενέκρινε το αίτημα το εναγόμενου. Ο τελευταίος με νέο ενημερωτικό σημείωμα στις 28-1-2019 προς τον ίδιο Διευθυντή ανέφερε ότι η μόνιμα δυσχερής συνεργασία με την κάθετη ιεραρχία της νοσηλευτικής υπηρεσίας είχε οδηγήσει σε αδυναμία επεμβάσεων στο Ψηφιακό αγγειογράφο, λόγω και της επιφόρτισής του με τεράστιο όγκο αλλοτρίων καθηκόντων αρμοδιότητας της νοσηλευτικής υπηρεσίας, ώστε να αδυνατεί να εκτελεί με ασφάλεια τις απαιτούμενες πράξεις. Τέλος στις 8.2.2.2019 απέστειλε το εξής ενημερωτικό σημείωμα: «Σε συνέχεια της προφορικής μας συζήτησης οφείλω να σας ενημερώσω για τα κάτωθι: Στον Ψηφιακό Αγγειογράφο, τα παρακάτω υλικά βρίσκονται σε απόλυτη ή σχεδόν πλήρη έλλειψη (οι ποσότητες αφορούν απαιτήσεις εξαμήνου): […] Τα υλικά αυτά αποτελούν βασικά υλικά παρακαταθήκης για την αντιμετώπιση επειγόντων περιστατικών. Βάση 2 αποφάσεων του προηγούμενου Διοικητικού Συμβουλίου υπεύθυνος για την τήρηση της παρακαταθήκης είναι ο-η προϊστάμενος του τμήματος. Ως εκ τούτου δεν φέρω καμία ευθύνη για την δυσλειτουργία που επιφέρει η έλλειψη των υλικών αυτών και την πλήρη αδυναμία ασφαλούς εκτέλεσης τόσο αγγειακού όσο και μη αγγειακού τύπου επεμβάσεων». Από τα άνω έγγραφα – σημειώματα του εναγόμενου προς την προϊσταμένη του αρχή καταφαίνεται η έλλειψη υλικών που αντιμετώπισε ο ψηφιακός αγγειογράφος, γεγονός που ήταν αληθές, ή τουλάχιστον κατά την αντίληψη που είχε ο εναγόμενος, ο οποίος μάλιστα στο από 8.2.2.2019 επικαλείται την έλλειψη συγκεκριμένων υλικών. Τις ελλείψεις υλικών απαραίτητων για τον ψηφιακό αγγειογράφο επιβεβαιώνουν και οι μάρτυρες ………. (προϊστάμενος του Ακτινοδιαγνωστικού τμήματος) και .. …. (βλ. τις με αρ. …… και …/10.10.2019 ένορκες βεβαιώσεις). Είναι γεγονός ότι στις 27.2.2019 διενεργήθηκε απογραφή υλικών με εντολή του Διευθυντή του Νοσοκομείου και διαπιστώθηκε ότι υπήρχαν 636 υλικά, όμως ταυτόχρονα διαπιστώθηκε ότι δεν υπήρχαν καθετήρες τύπου Sim 1, Sim2, Cobra 2, θηκάρια 5 Fr, απλά σύρματα αγγειογραφίας 150 και 180 εκ. ενώ υπήρχε μόνο ένας μικροκαθετήρας, την ένδεια των οποίων είχε ειδικώς επισημάνει ο εναγόμενος στο από 8.2.2.2019 σημείωμά του. Συνεπώς η έλλειψη των υλικών που αντιμετώπιζε ο ψηφιακός αγγειογράφος ήταν γεγονός πραγματικό. Τις ελλείψεις αυτές ο ενάγων δεν απέδωσε ονομαστικά στην ενάγουσα, αποδίδοντας σ΄ αυτή την οποιαδήποτε μομφή, έστω και αν αιτήθηκε την υπαγωγή του Ψηφιακού Αγγειογράφου στο Τμήμα Υπερήχων. Στο από 8.2.2019 ενημερωτικό του σημείωμα αναφέρεται σε μόνιμα δυσχερή συνεργασία με την κάθετη ιεραρχία της νοσηλευτικής υπηρεσίας, το οποίο επίσης είναι πραγματικό γεγονός, με δεδομένο ότι ο ίδιος θεωρούσε υπεύθυνη για την τήρηση της παρακατάθεσης των αναγκαίων υλικών την προϊσταμένη του οικείου τμήματος, δηλαδή την ενάγουσα, ενώ η τελευταία, με δεδομένο το με αρ. …………/28.9.2016 έγγραφο του Διευθυντή της Ιατρικής Υπηρεσίας, τον εναγόμενο. ¨Όπως όμως εκτέθηκε, οι αρμοδιότητες του οικείου προϊσταμένου του τμήματος της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας δεν είχαν καταργηθεί με το τελευταίο έγγραφο του Διευθυντή της Ιατρικής Υπηρεσίες που καθόριζε τον εναγόμενο επιστημονικά υπεύθυνο για τις παραγγελίες των νέων υλικών, αναθέτοντας σ΄αυτό κυρίως συμβουλευτικό ρόλο. Η ύπαρξη όμως διχογνωμίας και δυσλειτουργίας ως πραγματικό γεγονός, που αναδεικνύει ο εναγόμενος, δεν θίγει την τιμή και υπόληψη της ενάγουσας, ο οποίος σε καμία περίπτωση δεν κατονόμασε αυτήν ευθέως, ούτε χρησιμοποίησε εκφράσεις με προσβλητικό ή περιφρονητικό γι΄αυτή χαρακτήρα, εν γνώσει, μάλιστα, του ψεύδους αυτών. Αποτελούσαν απόψεις και εκτιμήσεις, που ο εναγόμενος διατύπωσε κατά την εκτέλεση του λειτουργήματος του, επιδιώκοντας την επίλυση του προβλήματος, χωρίς από το περιεχόμενο των σημειωμάτων αυτών και από τον τρόπο με τον οποίο εκφράστηκε να προκύπτει σκοπός εξύβρισης, δηλαδή σκοπός που να κατευθύνεται ειδικά στην προσβολή της τιμής της ενάγουσας, αποσκοπώντας μάλιστα την απομάκρυνσή της από το τμήμα της το οποίο, ο ίδιος ουδέποτε ζήτησε. Οι μάρτυρες που εξετάστηκαν για λογαριασμό της εναγόμενης, (βλ. με αρ. νορκες βεβαιώσεις) οι οποίοι ανέφεραν, πως ο εναγόμενος διέδιδε στο Νοσοκομείο ότι δεν μπορούσε να συνεργασθεί με την ενάγουσα, λόγω του ότι αυτή δεν προμηθευόταν τα απαραίτητα υλικά, δεν προσθέτουν κάτι επιπλέον, καθώς και αν ο εναγόμενος προέβη στις ανωτέρω διαδόσεις, αυτές δεν απείχαν από την αλήθεια. Η ενάγουσα στην με αρ. πρωτ. .2019 αναφορά της προς τη Διοίκηση του Νοσοκομείου αναφέρει ότι είχε λείψει για διάστημα 3 μηνών το έτος 2018, λόγω της εκδημίας του συζύγου της, από δε τις 31.10.2018 – 8.2.2019, όπως αναφέρει, ο εναγόμενος δεν είχε προβεί σε καμία παραγγελία υλικών, ενώ ήταν αυτός υπεύθυνος (όπως ισχυρίζεται με βάση το προαναφερόμενο έγγραφο του Διευθυντή της Ιατρικής Υπηρεσίας), εξάγεται όμως ότι η ίδια δεν είχε εικόνα για τα υλικά που υπήρχαν στο τμήμα το διάστημα αυτό και άρα δεν είχε προβεί η ίδια σε παραγγελίες υλικών για το ψηφιακό αγγειογράφο. Εξάλλου, η μετακίνηση της ενάγουσας σε άλλο τμήμα έγινε στα πλαίσια γενικότερων μετακινήσεων του νοσηλευτικού προσωπικού, χωρίς να προκύπτει ότι έλαβε χώρα λόγω πλημμελούς εκτέλεσης των καθηκόντων της, και είναι άξιο μνείας ότι στο τμήμα που μετακινήθηκε (οδοντιατρικό) έχει ομοίως καθήκοντα προϊσταμένης. Με βάση τις παραπάνω παραδοχές, δεν αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος με τα επίδικα σημειώματά του και προφορικά, διέδωσε αναληθή γεγονότα, που ήταν σε θέση να βλάψουν την τιμή και υπόληψη της ενάγουσας, αλλά ενήργησε στα πλαίσια νομίμου καθήκοντος και δικαιολογημένου ενδιαφέροντος (άρθρο 367 ΠΚ) χωρίς να προκύπτει σκοπός εξύβρισης και μείωσης της τιμής και της υπόληψής της. Με βάση τις παραπάνω παραδοχές η αγωγή θα έπρεπε να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη, ώστε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο έκρινε ομοίως, ορθά εφάρμοσε το νόμο κι εκτίμησε τις αποδείξεις. Κατόπιν τούτου, η έφεση της εκκαλούσας – ενάγουσας θα πρέπει να απορριφθεί στο σύνολο της. Σε βάρος αυτής θα πρέπει να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου, του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, λόγω της ήττας της (άρθρα 106, 183 και 176 ΚΠολΔ), ενώ τέλος πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του παραβόλου των 100 € που προκατέβαλε η εκκαλούσα στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρο 495 παρ. 4 εδ. δ ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την έφεση και απορρίπτει αυτή κατ΄ουσίαν.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εκκαλούσας τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου, τα οποία ορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400) €.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του ηλεκτρονικού παραβόλου της έφεσης που αναφέρθηκε στην αρχή της παρούσας.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις 30.5.2022.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ Αναζήτηση για: