Γ΄ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Περίληψη
Προϋπόθεση για τη θεμελίωση της ευθύνης από εργατικό ατύχημα, που στηρίζεται τόσο στις διατάξεις του Ν. 551/1914 όσο και στις διατάξεις του κοινού αστικού δικαίου (ΑΚ 297, 298, 914 επ.) και συνακόλουθα για την υπαγωγή προς εκδίκαση, της σχετικής υπόθεσης, κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών (εργατικών) διαφορών, είναι η επέλευση του ατυχήματος κατά την εκτέλεση της εργασίας ή εξ αφορμής αυτής, ήτοι η ύπαρξη σχέσης εξαρτημένης εργασίας. Αν, από τα αναφερόμενα στην αγωγή πραγματικά περιστατικά, δεν συνάγεται τέτοια σχέση, η υπόθεση δεν υπάγεται στην ειδική ως άνω διαδικασία αλλά στην τακτική. Η νέα δε τακτική διαδικασία κατά τον ΚΠολΔ, μετά τις τροποποιήσεις που επέφερε σε αυτόν ο Ν. 4335/2015, βασίζεται αποκλειστικά στην έγγραφη προδικασία, ενώ στις ειδικές διαδικασίες εξακολουθεί να ισχύει η προφορική συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο με εξέταση μαρτύρων. Λόγω της άνω διαφοράς δεν είναι εφικτή δικονομικά η διακράτηση υπόθεσης που εισήχθη εσφαλμένα κατά ειδική διαδικασία ώστε να συζητηθεί κατά την τακτική διαδικασία, η οποία περαιτέρω παρέχει μεγαλύτερα δικονομικά εχέγγυα, οπότε, στην περίπτωση αυτή, το Δικαστήριο οφείλει να εκδώσει παραπεμπτική απόφαση ώστε να εκδικασθεί η υπόθεση σε νέα συνεδρίαση κατά την ορθή διαδικασία.
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 372/2022
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΑΠΟΤΕΛΟΥΜΕΝΟ από τη Δικαστή Ελένη Σκριβάνου, Εφέτη, η οποία ορίστηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς και από τη Γραμματέα Τ.Λ.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις ………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Α΄ ΈΦΕΣΗ (κύρια)
Των ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1) ………..2) . …….., 3) ……….. 4) ……….. και 5)………., ενεργούσας ατομικά και ως ασκούσας τη γονική μέριμνα του ανηλίκου τέκνου της ………….. οι οποίοι, άπαντες (1-5), εκπροσωπήθηκαν από τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους Στέλλα Ραζή και Νικόλαο Κάντζα.
Των ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) Ανώνυμης εταιρείας ……………, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Κωνσταντίνο Καραπαναγιώτη (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ), 2) Ν.Π.Δ.Δ. Δευτεροβάθμιου οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης με την επωνυμία «ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΑΤΤΙΚΗΣ», που εδρεύει στην Αθήνα, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Αικατερίνη Φωτίου (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ), 3) Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «Α.ΚΟΙ.ΠΟ.Π. Ν.Π.Δ.Δ. ΑΘΛΗΣΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Δήμου Σαλαμίνας» και τον διακριτικό τίτλο «Α.ΚΟΙ.ΠΟ.Π.», που εδρεύει στη Σαλαμίνα όπως εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους του Δήμητρα Λαλάγκα και Ματθαίο Χαλκιαδάκη (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ), 4) ………., υπό την ιδιότητα του Προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………..» και τον διακριτικό τίτλο «……….», ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσταντίνο Καραπαναγιώτη (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ), 5) ………… η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Κωνσταντίνο Καραπαναγιώτη (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ), 6) ……………..η οποία παραστάθηκε μετά του πληρεξούσιου δικηγόρου της Γεωργίου Παπανικολάου, 7) Ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας …………, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Σπυρίδωνα Τρίμπαλη-Γάλλο (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).
ΚΟΙΝΟΠΟΙΟΥΜΕΝΗ ΠΡΟΣ ΤΗΝ: Ετερόρρυθμη εταιρεία ……………, η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Μαρία Μητσοπούλου.
Β΄ ΕΦΕΣΗ (επικουρική)
Του ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ: Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «Α.ΚΟΙ.ΠΟ.Π Ν.Π.Δ.Δ. ΑΘΛΗΣΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Δήμου Σαλαμίνας» και τον διακριτικό τίτλο (Α.ΚΟΙ.ΠΟ.Π), που εδρεύει στην Σαλαμίνα, με ΑΦΜ………. (ΔΟΥ Ε΄ Πειραιά), όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου του, το οποίο εκπροσωπήθηκε από τους πληρεξούσιους δικηγόρους του Δήμητρα Λαλάγκα και Ματθαίο Χαλκιαδάκη (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).
Των ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ: 1) Ετερόρρυθμης εταιρείας …………… η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Μαρία Μητσοπούλου, 2) …….. 3) ………., 4) ………., 5) ……… και 6) ……….., ενεργούσας ατομικά και ως ασκούσας την γονική μέριμνα του ανήλικου τέκνου της ………….., οι οποίοι, άπαντες (2-6), εκπροσωπήθηκαν από τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους Στέλλα Ραζή και Νικόλαο Κάντζα.
ΚΟΙΝΟΠΟΙΟΥΜΕΝΗ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ: 1) Ανώνυμη εταιρεία …………., 2) Ν.Π.Δ.Δ. Δευτεροβάθμιο Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης με την επωνυμία «ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΑΤΤΙΚΗΣ», που εδρεύει στην Αθήνα, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 3) ………. υπό την ιδιότητα του Προέδρου και Διευθύνοντος Συμβούλου της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………..» και τον διακριτικό τίτλο «………», 4) ……….., 5) ……. . και 6) ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία ………..
Γ΄ ΕΦΕΣΗ (επικουρική)
Των ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΩΝ: 1) Ανώνυμης ……………, 2) ………….. οι οποίοι αμφότεροι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Κρυσταλλία Δικαιάκου (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).
Της ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: Ετερόρρυθμης εταιρείας …………. η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Μαρία Μητσοπούλου.
ΚΟΙΝΟΠΟΙΟΥΜΕΝΗ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ: 1) ……….. 2) ………. 3) ……….., 4) ………, 5) ………. ενεργούσα ατομικά και ως ασκούσα τη γονική μέριμνα του ανηλίκου τέκνου της ………… οι οποίοι, άπαντες (1-5), εκπροσωπήθηκαν από τους πληρεξούσιούς τους δικηγόρους, Στέλλα Ραζή και Νικόλαο Κάντζα, 6) Ν.Π.Δ.Δ. Δευτεροβάθμιο Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης με την επωνυμία «ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΑΤΤΙΚΗΣ», που εδρεύει στην Αθήνα, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 7) Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «Α.ΚΟΙ.ΠΟ.Π., Ν.Π.Δ.Δ. Άθλησης, Κοινωνικής Πολιτικής και Παιδείας, που εδρεύει στη Σαλαμίνα, όπως εκπροσωπείται νόμιμα, 8) …………., 9) …………. και 10) ανώνυμη ασφαλιστική …………..
ΟΙ ΤΕΣΣΕΡΕΙΣ ΠΡΩΤΟΙ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΕΣ ΣΤΗΝ Α΄ ΕΦΕΣΗ (κύρια), άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά των εναγόμενων, ήδη εφεσίβλητων στην έφεση αυτή, την από 6-12-2019, με Γενικό Αριθμό Κατάθεσης και Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης αντίστοιχα (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) ………../2019, αγωγή (εφεξής υπό στοιχ. ΑΙ).
Οι πρώτη, τέταρτος και πέμπτη των εναγόμενων στην ως άνω αγωγή (ήδη πρώτη, τέταρτος και πέμπτη των εφεσίβλητων στην Α΄ έφεση) άσκησαν, ενώπιον του ίδιου ως άνω Δικαστηρίου την από 31-1-2020, με Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. ……../2020, ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση – παρεμπίπτουσα αγωγή (εφεξής υπό στοιχ. ΑΙΙ) κατά της ετερόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «…………», και τον διακριτικό τίτλο «………….» (ήδη πρώτης εφεσίβλητης στην Β΄ έφεση και εφεσίβλητης στη Γ΄ έφεση).
Επίσης, το τρίτο εναγόμενο στην ως άνω αγωγή (ήδη τρίτο εφεσίβλητο στην Α΄ έφεση και εκκαλούν στη Β΄ έφεση), άσκησε, ενώπιον του ίδιου ως άνω Δικαστηρίου την από 28-1-2020, με Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. ………./2020, ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση – παρεμπίπτουσα αγωγή (εφεξής υπό στοιχ. ΑΙΙΙ) κατά της παραπάνω ετερόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «……….» και τον διακριτικό τίτλο «…………».
Περαιτέρω, η ΠΕΜΠΤΗ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑ ΣΤΗΝ Α΄ ΕΦΕΣΗ άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, κατά των ίδιων εναγόμενων, ήδη εφεσίβλητων στην έφεση αυτή, πλην του ……….., την από 15-5-2019, με Γενικό Αριθμό Κατάθεσης και Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης αντίστοιχα (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) …………./2019, αγωγή (εφεξής υπό στοιχ. ΒΙ).
Η πρώτη εναγόμενη στην ως άνω αγωγή (ήδη πρώτη εφεσίβλητη στην Α΄ έφεση και πρώτη εκκαλούσα στη Γ΄ έφεση) άσκησε, ενώπιον του ίδιου ως άνω Δικαστηρίου την από 23-10-2019, με Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. ……./2019, ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση – παρεμπίπτουσα αγωγή (εφεξής υπό στοιχ. ΒΙΙ) κατά της παραπάνω ετερόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «……….» και τον διακριτικό τίτλο «………..».
Επίσης, το τρίτο εναγόμενο στην ως άνω αγωγή (ήδη τρίτο εφεσίβλητο στην Α΄ έφεση και εκκαλούν στη Β΄ έφεση), άσκησε, ενώπιον του ίδιου ως άνω Δικαστηρίου την από 18-11-2019, με Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. ……../2019, ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση – παρεμπίπτουσα αγωγή (εφεξής υπό στοιχ. ΒΙΙI) κατά της παραπάνω ετερόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «…………..» και τον διακριτικό τίτλο «……………….».
Τέλος, η έκτη εναγόμενη στην υπό στοιχ. ΒΙ αγωγή ανώνυμη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «………», άσκησε ενώπιον του ίδιου ως άνω Δικαστηρίου την από 8-11-2019, με Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ. …………/2019, αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση (εφεξής υπό στοιχ. ΒIV) υπέρ της πρώτης εναγόμενης της αγωγής αυτής.
Το παραπάνω Δικαστήριο με την υπ΄αρ. 3181/7-10-2020 οριστική απόφασή του, έκρινε ότι οι ως άνω κύριες αγωγές, καθώς και οι ανακοινώσεις δίκης – προσεπικλήσεις – παρεμπίπτουσες αγωγές και η αυτοτελής πρόσθετη παρέμβαση, δεν υπάγονται στην ειδική διαδικασία των περιουσιακών (εργατικών) διαφορών με την οποία είχαν εισαχθεί και συνακόλουθα, λόγω του αντικειμένου της δίκης, ούτε στην αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου, αλλά (υπάγονται) στη νέα τακτική διαδικασία και στην αρμοδιότητα του Πολυμελούς Πρωτοδικείου. Ακολούθως, τις παρέπεμψε για να συνεκδικαστούν στο αρμόδιο Δικαστήριο, ήτοι το Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς, κατά την προσήκουσα νέα τακτική διαδικασία.
Την απόφαση αυτή προσβάλλουν οι ενάγοντες στην υπό στοιχ. ΑΙ αγωγή και η ενάγουσα στην υπό στοιχ. ΒΙ αγωγή, με την κρινόμενη από 29-7-2021 (υπό στοιχείο Α΄) έφεσή τους, κατά των εναγόμενων – εφεσίβλητων, απευθυνόμενη στο παρόν Δικαστήριο, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) ………../29-7-2021, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) …………./30-7-2021.
Επίσης την ίδια απόφαση προσβάλλει το τρίτο εναγόμενο στις ως άνω αγωγές, με την κρινόμενη από 2-12-2021 (υπό στοιχείο Β΄) έφεσή του (επικουρική) κατά της παρεμπιπτόντως εναγόμενης εταιρείας με την επωνυμία «…………….» και των εναγόντων των ως άνω αγωγών (ήδη εκκαλούντων στην Α΄ έφεση), απευθυνόμενη στο παρόν Δικαστήριο, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) ………/6-12-2021, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) …………/7-12-2021.
Τέλος, την ίδια απόφαση προσβάλλουν η πρώτη εναγόμενη στις ως άνω αγωγές και ο τέταρτος εναγόμενος στην υπό στοιχ. ΑΙ αγωγή (ήδη πρώτη και τέταρτος των εφεσίβλητων στην Α΄ έφεση), με την κρινόμενη από 6-12-2021 (υπό στοιχείο Γ΄) έφεσή τους (επικουρική) κατά της παρεμπιπτόντως εναγόμενης εταιρείας με την επωνυμία «………….», απευθυνόμενη στο παρόν Δικαστήριο, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Πειραιώς με αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) ………../5-4-2021, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) …………/7-12-2021.
Η πρώτη των ως άνω εφέσεων προσδιορίστηκε αρχικά προς συζήτηση για τη δικάσιμο της 9ης-12-2021 και κατόπιν αναβολής για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης, και γράφτηκε στο πινάκιο με αριθμό 24, ενώ οι λοιπές δύο των ανωτέρω εφέσεων προσδιορίστηκαν για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκαν στο πινάκιο με αρ. 18 και 19, αντίστοιχα.
ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ της υπόθεσης και κατά την εκφώνησή των εφέσεων αυτών από το πινάκιο, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι του εκκαλούντος στη Β΄ έφεση, των εκκαλούντων στη Γ΄ έφεση και των πρώτης, δεύτερου, τρίτου, τέταρτου, πέμπτης και έβδομης των εφεσίβλητων στην Α΄ έφεση, ύστερα από δήλωσή τους, που έγινε σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 242 παρ.2 ΚΠολΔ, δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, αλλά προκατέθεσαν προτάσεις, ενώ οι λοιποί πληρεξούσιοι δικηγόροι των παρόντων διαδίκων, ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στις προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Φέρονται προς εκδίκαση, ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου οι κάτωθι εφέσεις: Α) η από 29-7-2021, με Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης (Ε.Α.Κ) …../2021, έφεση (κύρια), Β) η από 2-12-2021, με Ε.Α.Κ. …../2021, έφεση (επικουρική) και Γ) η από 6-12-2021, με Ε.Α.Κ. …../2021, έφεση (επικουρική), οι οποίες πρέπει να συνεκδικαστούν, λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας, καθώς αφορούν στην ίδια απόφαση (άρθρα 31, 246 ΚΠολΔ).
Οι ανωτέρω υπό κρίση εφέσεις κατά της υπ΄αρ. 3181/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών (εργατικών) διαφορών (άρθρα 614 περ. 3 επ. ΚΠολΔ), έχουν ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 επ., 511, 513, 516 παρ.1, 518 παρ.2, 591 παρ.1 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι οι διάδικοι δεν επικαλούνται, ούτε προκύπτει ότι έγινε επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης και από τη δημοσίευσή της μέχρι την άσκηση των εφέσεων, δεν έχει παρέλθει διετία. Εξάλλου, δεν απαιτείται η κατάθεση εκ μέρους των εκκαλούντων των ως άνω εφέσεων, του προβλεπόμενου, από τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 εδ.α του ΚΠολΔ, παραβόλου, καθώς, σύμφωνα με το εδ. στ της παρ.3 του ίδιου άρθρου, από την υποχρέωση αυτή εξαιρούνται, μεταξύ άλλων, οι διαφορές του άρθρου 614 παρ.3 ΚΠολΔ. Το παράβολο δε, το οποίο εκ του περισσού κατατέθηκε από τους εκκαλούντες της ως άνω υπό στοιχείο Γ έφεσης, όπως προκύπτει από τη σχετική σημείωση της Γραμματέα του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κάτωθεν της προαναφερθείσας έκθεσης κατάθεσης του δικογράφου της έφεσης αυτής, θα πρέπει, ανεξαρτήτως της κρίσης περί της εν λόγω έφεσης, να αποδοθεί στους καταθέσαντες αυτό εκκαλούντες, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό της παρούσας απόφασης.
Πρέπει, επομένως, να γίνουν τυπικά δεκτές και να εξεταστούν περαιτέρω, από το Δικαστήριο τούτο, που είναι καθ΄ ύλη και κατά τόπο αρμόδιο, στην ουσία τους, κατά την ίδια διαδικασία, κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων τους και μέσα στα πλαίσια που καθορίζονται από αυτούς (άρθρα 19, 522, 533 παρ.1,2 ΚΠολΔ).
Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 648, 652 ΑΚ και 6 του N. 765/1943, που κυρώθηκε με την 324/1946 ΠΥΣ και διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του ΑΚ (ΕισΝΑΚ 38), συνάγεται ότι σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, στην οποία και μόνο εφαρμόζονται οι διατάξεις του εργατικού δικαίου, υπάρχει όταν οι συμβαλλόμενοι αποβλέπουν στην παροχή της εργασίας και στο μισθό, ανεξάρτητα από τον τρόπο πληρωμής του και ο εργαζόμενος υπόκειται σε νομική και προσωπική εξάρτηση από τον εργοδότη. Η εξάρτηση αυτή εκδηλώνεται με το δικαίωμα του τελευταίου να δίνει δεσμευτικές για τον εργαζόμενο εντολές και οδηγίες, ως προς τον τρόπο, τόπο και χρόνο παροχής της εργασίας και να ασκεί εποπτεία και έλεγχο για τη διαπίστωση της συμμορφώσεως του εργαζομένου προς αυτές. Η υποχρέωση, μάλιστα, του εργαζομένου να δέχεται τον έλεγχο του εργοδότη και να συμμορφώνεται προς τις οδηγίες του, ως προς τον τρόπο παροχής της εργασίας, αποτελεί το βασικό γνώρισμα της ως άνω εξάρτησης, η οποία μπορεί να είναι χαλαρότερη σε περιπτώσεις που ο εργαζόμενος αναπτύσσει πρωτοβουλία κατά την εκτέλεση της εργασίας του, λόγω των επιστημονικών ή τεχνικών του γνώσεων, αλλά πρέπει να υπάρχει για να θεωρηθεί η εργασία του ως εξαρτημένη. Οπωσδήποτε, το δικαίωμα του εργοδότη να δίνει εντολές και οδηγίες ως προς τον τρόπο, τόπο και χρόνο παροχής της εργασίας και να ελέγχει την συμμόρφωση του εργαζομένου προς αυτές, καθώς και η έκταση των αντίστοιχων υποχρεώσεων του τελευταίου αποτελούν ενδεικτικά στοιχεία της ύπαρξης εξάρτησης, η οποία, όμως, δεν καταφάσκεται μόνον από το αν συντρέχουν όλα ή τα περισσότερα από τα στοιχεία αυτά. Διότι εκείνο που χαρακτηρίζει την εργασία ως εξαρτημένη δεν είναι το ποσοτικό στοιχείο, δηλαδή η σώρευση περισσότερων ενδείξεων δέσμευσης και εξάρτησης, αλλά το ποιοτικό, δηλαδή η ιδιαίτερη ποιότητα της δέσμευσης και εξάρτησης, η οποία έχει, για τον υποβαλλόμενο σε αυτήν εργαζόμενο, συνέπειες που καθιστούν απαραίτητη την ιδιαίτερη ρύθμιση της σχέσης του με τον εργοδότη και δικαιολογούν την ειδική προστασία του από το εργατικό δίκαιο. Το ποιοτικό αυτό στοιχείο συνάγεται από την εκτίμηση των όρων και εν γένει συνθηκών παροχής της εργασίας και διαφέρει κατά περίπτωση, ανάλογα με το είδος και τη φύση της εργασίας, συνδυαζόμενο δε με τις υφιστάμενες ενδείξεις εξάρτησης, παρέχει ασφαλέστερο κριτήριο για τη διάκριση της εξαρτημένης εργασίας από την ανεξάρτητη (Ολ.ΑΠ 28/2005, ΑΠ 296/2012, ΑΠ 71/2010, Μ.Εφ.Αθ. 43/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 681 ΑΚ, το οποίο ορίζει ότι με τη σύμβαση έργου ο εργολάβος έχει την υποχρέωση να εκτελέσει το έργο και ο εργοδότης να καταβάλει τη συμφωνηθείσα αμοιβή, προκύπτει ότι κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα της σύμβασης έργου, επί της οποίας δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του εργατικού δικαίου, είναι ότι με αυτήν οι συμβαλλόμενοι αποβλέπουν στο τελικό αποτέλεσμα της εργασίας και όχι σε αυτή καθεαυτή την εργασία, που θα απαιτηθεί για την εκτέλεση του έργου, η ολοκλήρωση και παράδοση του οποίου επιφέρει τη λύση της σύμβασης, αντικείμενο δε της σύμβασης αυτής μπορεί να είναι και έργο μη αυτοτελές, αλλά επαναλαμβανόμενο σε ορισμένη ή αόριστη χρονική διάρκεια. Σε κάθε, όμως, περίπτωση τη μίσθωση έργου χαρακτηρίζει η έλλειψη εξάρτησης από τον κύριο του έργου, αφού ο εργολάβος έχει την πρωτοβουλία στην εκτέλεση αυτού, επιλέγοντας το χρόνο και τον τρόπο εκτέλεσής του μέσα στις συμβατικές προθεσμίες, χωρίς να είναι υποχρεωμένος να συμμορφώνεται προς τις οδηγίες και εντολές του κυρίου του έργου, μη υποκείμενος στον έλεγχό του. Τέλος, ο χαρακτηρισμός της σύμβασης ως εξαρτημένης εργασίας ή ανεξαρτήτων υπηρεσιών ή έργου γίνεται από το δικαστήριο και εξαρτάται, σε κάθε περίπτωση, από την εκτίμηση του συνόλου των πραγματικών περιστατικών κάτω από τα οποία λειτούργησε η συγκεκριμένη σχέση, ανεξάρτητα από το νομικό χαρακτηρισμό που έδωσαν σ’ αυτήν τα συμβαλλόμενα μέρη (Ολ.ΑΠ 28/2005, ΑΠ 573/2018, ΑΠ 602/2017, ΑΠ 1133/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 16 παρ. 2 και 663 παρ. 1 ΚΠολΔ (και ήδη 614 περ. 3 ΚΠολΔ), προκύπτει ότι, το μονομελές πρωτοδικείο είναι αρμόδιο να δικάσει, κατά την ειδική διαδικασία των άρθρων 664 επ. ΚΠολΔ (και ήδη 614 περ. 3 ΚΠολΔ), κάθε διαφορά από σύμβαση ή και απλή σχέση εργασίας ή εξ αφορμής αυτής, μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων ή των διαδόχων τους ή των κατά νόμο δικαιούμενων εκ της παροχής εργασίας ή εξ αφορμής αυτής, ανεξαρτήτως του νομικού χαρακτήρα της διαφοράς ως απορρέουσας από σύμβαση ή απλή σχέση εργασίας ή από αδικοπραξία που προκλήθηκε εξ αφορμής της εργασίας ή από αδικαιολόγητο πλουτισμό. Στην ίδια διαδικασία υπάγονται και οι διαφορές από εργατικά ατυχήματα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 4 και 37 του ΕισΝΚΠολΔ, μετά την κατάργηση της διάταξης του άρθρου 13 του Ν. 551/1915 με τις προαναφερόμενες διατάξεις του ΕισΝΚΠολΔ. Ομοίως, κατά την ορθότερη και κρατούσα στη νομολογία άποψη, υπάγεται στην ίδια ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών και η αξίωση για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης του παθόντος σε εργατικό ατύχημα ή λόγω ψυχικής οδύνης των μελών της οικογένειας του θανατωθέντος σε εργατικό ατύχημα, εφόσον η αγωγή στρέφεται κατά του εργοδότη και των υπ’ αυτού προστηθέντων και αποδίδεται σ’ αυτόν ή στους προστηθέντες από αυτόν πταίσμα για την επέλευση του ατυχήματος αυτού, δοθέντος ότι πρόκειται περί αδικοπραξίας που τελέστηκε εξ αφορμής της εργασίας (Ολ.ΑΠ 433/1968 ΝοΒ 16, 1058, ΑΠ 182/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1530/2004 ΕλλΔνη 2005, 788). Οι αξιώσεις αυτές υπάγονται στην εν λόγω διαδικασία ανεξάρτητα από το αν πηγάζουν από την εργατική νομοθεσία ή από τις διατάξεις του κοινού αστικού δικαίου και ιδίως από τα άρθρα 914, 932 και 938 ΑΚ. Επίσης, υπό τις προϋποθέσεις των διατάξεων του άρθρου 614 παρ.3 περ. ε ΚΠολΔ, τρίτοι, οι οποίοι ευθύνονται παράλληλα προς τον εργοδότη ή το μισθωτό, χωρίς να μετέχουν στην εργασιακή σχέση, μπορούν πλέον (αντίθετα με τα παλαιότερα ισχύοντα) να ενάγονται κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών (εργατικών) διαφορών. Προϋπόθεση δε για τη θεμελίωση της ευθύνης από εργατικό ατύχημα, που στηρίζεται τόσο στις διατάξεις του Ν. 551/1914 όσο και στις διατάξεις του κοινού αστικού δικαίου (ΑΚ 297, 298, 914 επ.), είναι η επέλευση του ατυχήματος κατά την εκτέλεση της εργασίας ή εξ αφορμής αυτής, ήτοι η ύπαρξη σχέσης εξαρτημένης εργασίας (ΑΠ 374/2018, ΑΠ 1253/2014 ΤΝΠ ΔΣΑ, ΑΠ 296/2012, ΑΠ 242/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ακόμη, ο κύριος του έργου δεν ευθύνεται ως προστήσας για τις παράνομες πράξεις και παραλείψεις του εργολάβου ή υπεργολάβου, αν με εντολή του ολόκληρο το έργο ή τμήματα αυτού, με σύμβαση μίσθωσης έργου ανατέθηκε σε εργολάβο και δεν επιφύλαξε στον εαυτό του τη διεύθυνση και επίβλεψη της εκτέλεσης του έργου (ΑΠ 127/2011, ΑΠ 1210/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 591 παρ.6 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με τον Ν. 4335/2015, αν η υπόθεση δεν υπάγεται στη διαδικασία κατά την οποία έχει εισαχθεί, το δικαστήριο αποφαίνεται γι αυτό αυτεπαγγέλτως και διατάζει την εκδίκαση της υπόθεσης κατά τη διαδικασία σύμφωνα με την οποία δικάζεται. Η ανωτέρω διάταξη εφαρμόζεται χωρίς πρόβλημα, μετά την ισχύ του ως άνω νόμου (4335/2015) μεταξύ των ειδικών διαδικασιών (Χ. Σεβαστίδη «Οι ειδικές διαδικασίες στον νέο ΚΠολΔ», ΕλλΔνη 2016,73). Αντιθέτως, ολότελα διαφορετική εικόνα διαγράφεται, όταν η αγωγή εισάγεται να δικαστεί κατά την τακτική διαδικασία, ενώ εφαρμοστέα είναι κάποια ειδική και αντιστρόφως, καθώς, σε αυτές τις περιπτώσεις, η πρόβλεψη της ΚΠολΔ 591 παρ. 6 συναντά ανυπέρβλητα εμπόδια. Μετά, λοιπόν, τον Ν. 4335/2015, οι διαφορετικοί κανόνες που διέπουν την προπαρασκευή της συζήτησης δεν αφήνουν περιθώρια στο Δικαστήριο να κρατήσει και να δικάσει τη διαφορά με την κατάλληλη διαδικασία, όπως επιτυχώς συνέβαινε προ του νόμου αυτού, διότι η τήρηση της προδικασίας που απαιτεί η διαδικασία, κατά την οποία πρέπει να εκδικαστεί η υπόθεση, εισάγει αποκλίνουσες ρυθμίσεις, ενόψει των οποίων καθίσταται ανεπιεικής για τους διαδίκους η άμεση εφαρμογή της λόγω έλλειψης κατάλληλης προπαρασκευής ή συνεπάγεται τη μη εφαρμογή ειδικού δικονομικού κανόνα που ήταν εφαρμοστέος και ο οποίος πρόδηλα περιέχει ευνοϊκότερες για τον εναγόμενο ή αυστηρότερες για τον ενάγοντα διατάξεις (ΑΠ 597/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα, η νέα τακτική διαδικασία κατά τον ΚΠολΔ, μετά τις τροποποιήσεις που επέφερε σε αυτόν ο παραπάνω νόμος 4335/2015, βασίζεται αποκλειστικά στην έγγραφη προδικασία, ενώ στις ειδικές διαδικασίες εξακολουθεί να ισχύει η προφορική συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο με εξέταση μαρτύρων. Λόγω της άνω διαφοράς δεν είναι εφικτή πια δικονομικά η διακράτηση υπόθεσης, που εισήχθη εσφαλμένα κατά ειδική διαδικασία, ώστε να συζητηθεί κατά την τακτική διαδικασία και αντιστρόφως. Στην παραπάνω περίπτωση, το Δικαστήριο οφείλει να εκδώσει παραπεμπτική απόφαση, ώστε να εκδικασθεί η υπόθεση σε νέα συνεδρίαση κατά την ορθή διαδικασία. Στην προκείμενη περίπτωση, µε την ως άνω υπό στοιχείο ΑΙ, µε αριθµό κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) ……/2019, αγωγή, όπως αυτή παραδεκτά διορθώθηκε, οι ενάγοντες – ήδη τέσσερεις πρώτοι εκκαλούντες στην Α΄ έφεση, εξέθεταν ότι, ο υιός των δύο πρώτων και αδελφός των τρίτου και τέταρτης εξ αυτών, ……….., τραυµατίστηκε θανάσιµα συνεπεία εργατικού ατυχήµατος. Ότι, ειδικότερα, η πρώτη εναγόμενη εταιρεία, ήδη πρώτη εφεσίβλητη στην Α΄ έφεση και πρώτη εκκαλούσα στη Γ΄ (επικουρική) έφεση, με την επωνυμία «………», κατασκευάστρια – εργοληπτική εταιρία, Πρόεδρος και διευθύνων σύµβουλος της οποίας είναι ο τέταρτος εναγόµενος, ήδη τέταρτος εφεσίβλητος στην Α΄ έφεση και δεύτερος εκκαλών στη Γ΄ έφεση (επικουρική), …….., είχε αναλάβει από τον κύριο του έργου, τρίτο εναγόµενο Ν.Π.Δ.Δ. με τον διακριτικό τίτλο «Α.ΚΟΙ.ΠΟ.Π», ήδη τρίτο εφεσίβλητο στην Α΄ έφεση και εκκαλούν στη Β΄ (επικουρική) έφεση, την εκτέλεση του έργου «Εργασίες συντήρησης κλειστού Γυµναστηρίου Ν. Γραµµατικός Δ. Σαλαμίνας», το οποίο είχε ασφαλίσει στην έβδοµη εναγόµενη ασφαλιστική εταιρεία (ήδη έβδομη εφεσίβλητη στην Α΄ έφεση). Ότι, εκ µέρους της πρώτης εναγόμενης, επιβλέπουσα µηχανικός του έργου ορίστηκε η πέµπτη εναγόµενη (ήδη πέμπτη εφεσίβλητη στην Α΄ έφεση) ………. και ότι την εκτέλεση του έργου επέβλεπαν από κοινού το δεύτερο και τρίτο των εναγόμενων, δια της υπαλλήλου έκτης εναγόµενης (ήδη έκτης εφεσίβλητης στην Α΄ έφεση) ……….. Ότι, στα πλαίσια του έργου αυτού και µετά την κατασκευή της στέγης του γυμναστηρίου, η ανάδοχος – πρώτη εναγόμενη εταιρεία απευθύνθηκε για την εκτέλεση εργασιών µόνωσης αυτής στην ετερόρρυθμη εταιρεία µε την επωνυµία «………….», που δραστηριοποιείται σε εργασίες µόνωσης (ήδη πρώτη εφεσίβλητη στη Β΄ έφεση και εφεσίβλητη στη Γ΄ έφεση), με την οποία είχαν συνεργαστεί στο παρελθόν. Ότι, η εταιρεία αυτή, που ανήκε στον πρώτο ενάγοντα – πατέρα του θανόντος ………, ομόρρυθμο εταίρο της (σε ποσοστό 66,70%) και στον αδερφό αυτού – θείο του θανόντος …….. ετερόρρυθμο εταίρο (σε ποσοστό 33,30%), δεν ενδιαφερόταν για την ανάληψη του ως άνω έργου, λόγω της μικρής έκτασής του και του φόρτου εργασίας που είχε την εποχή εκείνη. Ότι, ο ανωτέρω εταίρος της, παρέπεμψε την πρώτη εναγόμενη να απευθυνθεί, για τη διεκπεραίωση των εργασιών αυτών, στον ανιψιό του ………, ο οποίος ήταν άνεργος και είχε επιτακτικές οικογενειακές υποχρεώσεις. Ότι, πράγματι, ο τέταρτος εναγόμενος υπό την ως άνω ιδιότητά του ως διευθύνοντος συμβούλου της πρώτης εναγόμενης εταιρείας, συμφώνησε με αυτόν (…….) να αναλάβει τις εν λόγω εργασίες. Ότι, για το σκοπό αυτό ο τελευταίος μετέβη στις 7-6-2017 στο εργοτάξιο του ως ανω γυμναστηρίου προκειμένου να ξεκινήσει τις εργασίες, όπως αναφέρονται στην αγωγή. Ότι, ο …………. κατά τη διάρκεια των εργασιών αυτών, τραυµατίστηκε θανάσιµα, κάτω από τις περιγραφόμενες στην αγωγή συνθήκες. Ότι, το επίδικο ατύχημα οφείλεται στην συγκλίνουσα υπαιτιότητα των έξι πρώτων των εναγόμενων, με τις ανωτέρω αναφερόμενες ιδιότητες εκάστου εξ αυτών, καθώς δεν τηρήθηκαν τα, επίσης αναφερόμενα στην αγωγή, μέτρα ασφαλείας που όφειλαν εκ του νόμου και μπορούσαν να λάβουν, ενώ η ευθύνη της έβδομης ασφαλιστικής εταιρείας πηγάζει από την, μεταξύ αυτής και της πρώτης εναγομένης, σύμβαση ασφάλισης έναντι κινδύνου, μεταξύ άλλων, και για την πρόκληση σωματικών βλαβών. Ζητούσαν δε ακολούθως οι ενάγοντες, με βάση το ιστορικό αυτό, όπως παραδεκτά, κατ΄ άρθρ. 294, 295, 297 ΚΠολΔ, περιόρισαν συνολικά το αίτημα της αγωγής τους από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό (µε δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου τους ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά αυτού, αλλά και με τις πρωτόδικες προτάσεις τους), να αναγνωριστεί ότι οι εναγόμενοι, ευθυνόμενοι ο καθένας εις ολόκληρο, υποχρεούνται να καταβάλουν ως χρηματική ικανοποίηση, λόγω της ψυχικής οδύνης που υπέστησαν από τον θάνατο του ως άνω συγγενή τους, σε έκαστο των πρώτου και δεύτερης των εναγόντων το ποσό των 200.000 ευρώ και σε έκαστο των τρίτου και τέταρτης των εναγόντων, το ποσό των 150.000 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επέλευση του θανάτου του συγγενή τους, άλλως από την επίδοση της αγωγής.
Με την υπό στοιχεία ΑΙΙ ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση και παρεμπίπτουσα αγωγή, με αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) ………./2020, οι ανακοινώνοντες τη δίκη – προσεπικαλούντες σε αναγκαστική παρέμβαση – παρεμπιπτόντως ενάγοντες (πρώτη, τέταρτος και πέμπτη των εναγόμενων στην ως άνω κύρια αγωγή), εξέθεταν ότι ασκήθηκε σε βάρους τους η υπό στοιχ. ΑΙ αγωγή και ότι ουδεμία σχέση εξαρτημένης εργασίας ή σύμβασης έργου συνδέει την πρώτη εναγόμενη εταιρεία (της οποίας ο τέταρτος εναγόμενος είναι Πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος και η πέμπτη μηχανικός), με τον θανόντα. Ότι, η τελευταία (πρώτη εναγόμενη – παρεμπιπτόντως ενάγουσα) απευθύνθηκε για την εκτέλεση εργασιών μόνωσης στην παρεμπιπτόντως εναγόμενη εταιρεία με την επωνυμία «……….», η οποία και απέστειλε για τις απαραίτητες μετρήσεις, προκειμένου να αποσαφηνιστεί το κόστος του έργου, τον θανόντα ……….. Με βάση το ιστορικό αυτό, καλούσαν την αντίδικό τους να παρέμβει στην κύρια δίκη και – κατόπιν νομότυπου περιορισμού του αγωγικού αιτήματος σε έντοκο αναγνωριστικό (κατ΄άρθρα 294, 295, 297 ΚΠολΔ)- ζητούσαν να αναγνωριστεί η υποχρέωση αυτής (παρεμπιπτόντως εναγόμενης) να τους καταβάλει, νομιμοτόκως, οποιοδήποτε ποσό τυχόν υποχρεωθούν να καταβάλουν στους κυρίως ενάγοντες για κεφάλαιο, τόκους και έξοδα.
Ακόμη, με την υπό στοιχ. ΑΙΙΙ ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση και παρεμπίπτουσα αγωγή, με αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) …/2020, το ανακοινώνον τη δίκη – προσεπικαλόν σε αναγκαστική παρέμβαση – παρεμπιπτόντως ενάγον Ν.Π.Δ.Δ. (Α.ΚΟΙ.ΠΟ.Π.) – τρίτο εναγόμενο στην ως άνω κύρια αγωγή, εξέθετε ότι, ουδεμία σχέση το συνδέει με τον θανόντα. Ότι, ο τελευταίoς, προσήλθε στο χώρο του έργου για λογαριασμό της παρεμπιπτόντως εναγόμενης εταιρείας με την επωνυμία «………», προκειμένου να κάνει μετρήσεις για την έκδοση προσφοράς αναφορικά με την εκτέλεση εργασιών μόνωσης στην ανάδοχο εταιρεία (……………), επιπρόσθετα δε ότι, το ίδιο δεν είχε την επίβλεψη της εκτέλεσης του έργου. Με βάση το ιστορικό αυτό, καλούσε την αντίδικό του να παρέμβει στην κύρια δίκη και – κατόπιν νομότυπου περιορισμού του αγωγικού αιτήματος σε έντοκο αναγνωριστικό (κατ΄άρθρ. 294, 295, 297 ΚΠολΔ)- ζητούσε να αναγνωριστεί η υποχρέωση της αντιδίκου του (παρεμπιπτόντως εναγόμενης) να του καταβάλει, νομιμοτόκως, οποιοδήποτε ποσό τυχόν υποχρεωθεί αυτό να καταβάλει στους κυρίως ενάγοντες για κεφάλαιο, τόκους και έξοδα.
Περαιτέρω, με την ως άνω υπό στοιχ. ΒΙ, με αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) ………../2019 αγωγή, η ενάγουσα αυτής, (ήδη πέμπτη εκκαλούσα στην Α΄ έφεση), ασκώντας την αγωγή τόσο ατομικά όσο και ως ασκούσα τη γονική μέριμνα του ανηλίκου τέκνου της ………., εξέθετε ότι, ο σύζυγός της και πατέρας του τέκνου της, ………, τραυματίστηκε θανάσιμα συνεπεία εργατικού ατυχήματος. Ότι, ειδικότερα, όπως αναφερόταν και στην υπό στοιχ. ΑΙ αγωγή, η πρώτη εναγόμενη εταιρεία, ήδη πρώτη εφεσίβλητη στην Α΄ έφεση και πρώτη εκκαλούσα στη Γ΄ (επικουρική) έφεση, με την επωνυμία «………», κατασκευάστρια – εργοληπτική εταιρία, είχε αναλάβει από τον κύριο του έργου, τρίτο εναγόµενο Ν.Π.Δ.Δ. με τον διακριτικό τίτλο «Α.ΚΟΙ.ΠΟ.Π», ήδη τρίτο εφεσίβλητο στην Α΄ έφεση και εκκαλούν στη Β΄ (επικουρική) έφεση, την εκτέλεση του έργου «Εργασίες συντήρησης κλειστού γυµναστηρίου Ν. Γραµµατικός Δ. Σαλαμίνας», το οποίο είχε ασφαλίσει στην έκτη εναγόµενη ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία «…………», ήδη έβδομη εφεσίβλητη στην Α΄ έφεση. Ότι, εκ µέρους της πρώτης εναγόμενης, επιβλέπουσα µηχανικός του έργου ορίστηκε η τέταρτη εναγόµενη (ήδη πέμπτη εφεσίβλητη στην Α΄ έφεση) …… και ότι την εκτέλεση του έργου επέβλεπαν από κοινού το δεύτερο και τρίτο των εναγόμενων, δια της υπαλλήλου πέμπτης εναγόµενης (ήδη έκτης εφεσίβλητης στην Α΄ έφεση) ………. Ότι, στα πλαίσια του έργου αυτού και µετά την κατασκευή της στέγης του γυμναστηρίου, η ανάδοχος – πρώτη εναγόμενη εταιρεία απευθύνθηκε για την εκτέλεση εργασιών µόνωσης αυτής στην εταιρεία µε την επωνυµία «……….», που δραστηριοποιείται σε εργασίες µόνωσης (πρώτη εφεσίλβλητη στη Β΄ έφεση και εφεσίβλητη στη Γ΄ έφεση), με την οποία είχαν συνεργαστεί στο παρελθόν. Ότι, η εταιρεία αυτή, που ανήκε στον πατέρα του θανόντος ………, ομόρρυθμο εταίρο της (σε ποσοστό 66,70%) και στον αδερφό αυτού – θείο του θανόντος ……… ετερόρρυθμο εταίρο της (σε ποσοστό 33,30%), δεν ενδιαφερόταν για την ανάληψη του ως άνω έργου, λόγω της μικρής έκτασής του και του φόρτου εργασίας που είχε την εποχή εκείνη. Ότι, ο ως άνω εταίρος της, παρέπεμψε την πρώτη εναγόμενη να απευθυνθεί για τη διεκπεραίωση της εργασιών αυτών στον ανιψιό του ………., ο οποίος ήταν άνεργος και είχε επιτακτικές οικογενειακές υποχρεώσεις. Ότι, πράγματι, ο τέταρτος εναγόμενος υπό την ως άνω ιδιότητά του, συμφώνησε με τον …………. να αναλάβει τις εν λόγω εργασίες. Ότι, για το σκοπό αυτό, ο τελευταίος μετέβη στις 7-6-2017 στο εργοτάξιο του ως άνω γυμναστηρίου, όπου συναντήθηκε με την πέμπτη εναγόμενη επιβλέπουσα μηχανικό της πρώτης εναγόμενης, ενώ, αμέσως μετά, ανέβηκε τη στέγη του γυμναστηρίου προκειμένου να ξεκινήσει τις εργασίες, όπως αναφέρονται στην αγωγή, όπου, όμως, τραυµατίστηκε θανάσιµα, κάτω από τις περιγραφόμενες στην αγωγή συνθήκες. Ότι, το επίδικο ατύχημα οφείλεται στην συγκλίνουσα υπαιτιότητα των πέντε πρώτων των εναγόμενων, με τις ανωτέρω αναφερόμενες ιδιότητες εκάστου εξ αυτών, καθώς δεν τηρήθηκαν τα επίσης αναφερόμενα στην αγωγή μέτρα ασφαλείας που όφειλαν εκ του νόμου και μπορούσαν να λάβουν, ενώ η ευθύνη της έκτης ασφαλιστικής εταιρείας, πηγάζει από την μεταξύ αυτής και της πρώτης εναγόμενης σύμβασης ασφάλισης έναντι κινδύνου, μεταξύ άλλων, και για την πρόκλησης σωματικών βλαβών. Ζητούσε ακολούθως η ενάγουσα, με βάση το ιστορικό αυτό, όπως παραδεκτά, κατ΄ άρθρ. 294, 295, 297 ΚΠολΔ, περιόρισε συνολικά το αίτημα της αγωγής της από καταψηφιστικό σε έντοκο αναγνωριστικό (µε δήλωση του πληρεξούσιου δικηγόρου τους ενώπιον του ακροατηρίου του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, που καταχωρήθηκε στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη απόφαση πρακτικά αυτού αλλά και με τις πρωτόδικες προτάσεις της), να αναγνωριστεί ότι οι εναγόμενοι, ευθυνόμενοι ο καθένας εις ολόκληρο, υποχρεούνται να καταβάλουν ως χρηματική ικανοποίηση, λόγω της ψυχικής οδύνης που υπέστησαν από τον θάνατο του ως άνω συγγενή τους, ατομικά στην ενάγουσα το ποσό των 500.000 ευρώ και για λογαριασμό του ανήλικου τέκνου της επίσης το ποσό των 500.000 ευρώ, καθώς και ως αποζημίωση του ανηλίκου τέκνου της, λόγω στέρησης διατροφής, εφάπαξ το ποσό των 198.000 ευρώ, άλλως μηνιαίως το ποσό των 750 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επέλευση του θανάτου του συγγενή τους, άλλως από την επίδοση της αγωγής.
Με την υπό στοιχεία ΒΙΙ ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση και παρεμπίπτουσα αγωγή, με αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) ………/2019, η ανακοινώνουσα τη δίκη – προσεπικαλούσα σε αναγκαστική παρέμβαση – παρεμπιπτόντως ενάγουσα (…………) – πρώτη εναγόμενη στην ως άνω υπό στοιχείο ΒΙ αγωγή, εξέθετε ότι ασκήθηκε σε βάρους της η υπό στοιχ. ΒΙ αγωγή και ότι ουδεμία σχέση εξαρτημένης εργασίας ή σύμβασης έργου την συνδέει με τον θανόντα. Ότι, η ίδια (παρεμπιπτόντως ενάγουσα), απευθύνθηκε για την εκτέλεση εργασιών μόνωσης στην παρεμπιπτόντως εναγόμενη εταιρεία με την επωνυμία «…………..», η οποία και απέστειλε για τις απαραίτητες μετρήσεις, προκειμένου να αποσαφηνιστεί το κόστος του έργου, τον θανόντα ……… Με βάση το ιστορικό αυτό καλούσε την αντίδικό της να παρέμβει στην κύρια δίκη και -κατόπιν νομότυπου περιορισμού του αγωγικού αιτήματος σε έντοκο αναγνωριστικό (κατ΄άρθρα 294, 295, 297 ΚΠολΔ)- ζητούσε να αναγνωριστεί η υποχρέωση της αντιδίκου της (παρεμπιπτόντως εναγόμενης) να της καταβάλει, νομιμοτόκως, οποιοδήποτε ποσό τυχόν υποχρεωθεί να καταβάλει στους κυρίως ενάγοντες για κεφάλαιο, τόκους και έξοδα.
Ακόμη, με την υπό στοιχ. ΒΙΙΙ ανακοίνωση δίκης – προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση και παρεμπίπτουσα αγωγή, με αριθμό κατάθεσης (Γ.Α.Κ/Ε.Α.Κ.) ……./2019, το ανακοινώνον τη δίκη – προσεπικαλόν σε παρέμβαση – παρεμπιπτόντως ενάγον Ν.Π.Δ.Δ. (Α.ΚΟΙ.ΠΟ.Π.) – τρίτο εναγόμενο στην ως άνω αγωγή, εξέθετε ότι, ουδεμία σχέση το συνδέει με τον θανόντα. Ότι, ο τελευταίoς, προσήλθε στο χώρο του έργου για λογαριασμό της παρεμπιπτόντως εναγόμενης εταιρείας με την επωνυμία «………», προκειμένου να κάνει μετρήσεις για την έκδοση προσφοράς για την εκτέλεση εργασιών μόνωσης στην ανάδοχο εταιρεία (………), επιπρόσθετα δε ότι, το ίδιο δεν είχε την επίβλεψη του προς εκτέλεση έργου. Με βάση το ιστορικό αυτό καλούσε την αντίδικό του να παρέμβει στην κύρια δίκη και -κατόπιν νομότυπου περιορισμού του αγωγικού αιτήματος σε έντοκο αναγνωριστικό (κατ΄άρθρ. 294, 295, 297 ΚΠολΔ)- ζητούσε να αναγνωριστεί η υποχρέωση της αντιδίκου του (παρεμπιπτόντως εναγόμενης) να του καταβάλει, νομιμοτόκως, οποιοδήποτε ποσό τυχόν υποχρεωθεί αυτό να καταβάλει στους κυρίως ενάγοντες για κεφάλαιο, τόκους και έξοδα.
Τέλος, με την υπό στοιχ. BIV, µε αριθµό κατάθεσης (Γ.Α.Κ./Ε.Α.Κ.) ………./2019, αυτοτελή πρόσθετη παρέµβαση, η παρεµβαίνουσα ασφαλιστική εταιρεία εξέθετε ότι, η κυρίως ενάγουσα (στην υπό στοιχ. ΒΙ αγωγή) δεν νοµιµοποιείται στην άσκηση ευθείας αγωγής σε βάρος της, και ότι σε κάθε περίπτωση, δυνάµει των περιλαµβανοµένων στο ασφαλιστήριο όρων, απαλλάσσεται της ευθύνης της για αποζηµίωση, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην παρέμβαση. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζητούσε να γίνει δεκτή η αυτοτελής πρόσθετη παρέµβασή της υπέρ της αναδόχου του έργου εταιρείας «………….» (πρώτης εναγόμενης στην ως άνω υπό στοιχ. ΒΙ αγωγή) και να απορριφθεί η σε βάρος της κύρια αγωγή.
Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, με την εκκαλουμένη απόφασή του, έκρινε ότι οι δύο ανωτέρω κύριες (υπό στοιχεία ΑΙ και ΒΙ) αγωγές, εσφαλμένα εισήχθησαν προς συζήτηση κατά την παρούσα ειδική διαδικασία των περιουσιακών (εργατικών) διαφορών, καθώς από το ίδιο το αναφερόμενο στις εν λόγω αγωγές ιστορικό, δεν προκύπτει ότι ο θανών συνδεόταν µε την πρώτη εναγόμενη, ανάδοχο του έργου «Εργασίες συντήρησης κλειστού γυµναστηρίου Ν. Γραµµατικός του Δ. Σαλαµίνας» µε σύµβαση εξαρτηµένης εργασίας, προκειµένου, στις ένδικες αξιώσεις, να εφαρµοστούν οι ρυθµίσεις των περιουσιακών διαφορών, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην εκκαλουμένη. Ακολούθως, κρίνοντας περαιτέρω ότι, λόγω των αποκλινουσών ρυθµίσεων της εφαρµοστέας νέας τακτικής διαδικασίας, δεν ήταν δυνατό να διαταχθεί από αυτό (πρωτοβάθμιο Δικαστήριο) η εκδίκαση της υπόθεσης κατά την προσήκουσα αυτή διαδικασία, η οποία (υπόθεση), εξάλλου, ενόψει της αξίας του αντικειμένου της δίκης, εμπίπτει στην αρμοδιότητα του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς (άρθρα 7,9,10,17,18 ΚΠολΔ), παρέπεμψε (άρθρο 46 ΚΠολΔ) τις ανωτέρω αγωγές, αλλά και τις συναφείς με αυτές, ένεκα του παρακολουθηματικού τους χαρακτήρα σε σχέση με τις κύριες αγωγές, προαναφερθείσες υπό στοιχείο ΑΙΙ, ΑΙΙΙ και ΒΙΙ, ΒΙΙΙ και ΒIV ανακοινώσεις δίκης – προσεπικλήσεις – παρεμπίπτουσες αγωγές και αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση στο ως άνω αρμόδιο Δικαστήριο (Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς) για να συνεκδικαστούν (άρθρα 31 παρ. 3 και 246 ΚΠολΔ), κατά την προσήκουσα (ενόψει του χρόνου κατάθεσης των αγωγικών δικογράφων) νέα τακτική διαδικασία (άρθρα 237 επ. ΚΠολΔ).
Ήδη κατά της ως άνω οριστικής απόφασης, παραπονούνται οι ενάγοντες τόσο της ως άνω υπό στοιχ. ΑΙ αγωγής όσο και της υπό στοιχ. ΒΙ αγωγής, ήδη εκκαλούντες στην υπό στοιχείο Α΄ έφεση, για το λόγο που εκθέτουν σε αυτή και ανάγεται, κατ΄ εκτίμηση του δικογράφου της, σε εσφαλμένη ερμηνεία κι εφαρμογή του νόμου, ζητούν δε την εξαφάνισή της, ώστε ακολούθως να κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν δευτεροβάθμιο Δικαστήριο κι αφού εκδικαστεί κατ΄ουσία κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών (εργατικών διαφορών), να γίνουν δεκτές οι αγωγές τους.
Επίσης, ασκήθηκαν οι προαναφερθείσες υπό στοιχείο Β΄ και Γ΄ επικουρικές εφέσεις, ήτοι υπό την αίρεση ευδοκίμησης της υπό στοιχείο Α΄ έφεσης, με τις οποίες, οι εκκαλούντες αυτών, ζητούν την απόρριψη της υπό στοιχείο Α΄ έφεσης, σε περίπτωση δε που αυτή γίνει δεκτή, δικαστούν οι ως άνω κύριες αγωγές από το Δικαστήριο τούτο και γίνουν εν όλω ή εν μέρει δεκτές, να εξεταστούν και να γίνουν δεκτές οι προαναφερθείσες ασκηθείσες από αυτούς, αντίστοιχα, ανακοινώσεις δίκης – προσεπικλήσεις σε παρέμβαση και παρεμπίπτουσες αγωγές.
Από τα πραγματικά περιστατικά που περιέχονται στις ένδικες ως άνω κύριες αγωγές (κι ανεξάρτητα από τους ισχυρισμούς των εναγόμενων, οι οποίοι αρνούνται οποιαδήποτε σχέση εργασίας αλλά και εξάρτησης με τον θανόντα, η εξέταση της βασιμότητας των οποίων έπεται), δεν συνάγεται ότι ο θανών συνδεόταν με την πρώτη εναγόμενη με σχέση εξαρτημένης εργασίας, που αποτελεί προϋπόθεση για να εφαρμοστούν οι διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας και συνακόλουθα να υπαχθεί η υπόθεση προς εκδίκαση κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών (εργατικών) διαφορών, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα στη μείζονα σκέψη. Ειδικότερα, στα δικόγραφα των ένδικων ως άνω αγωγών (υπό στοιχ. ΑΙ και ΒΙ), δεν αναφέρεται ότι συνήφθη, μεταξύ του θανόντος ……… και της πρώτης εναγόμενης, σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, ούτε άλλα στοιχεία νομικής ή προσωπικής εξάρτησης του πρώτου από τη δεύτερη (όπως ο συμφωνηθείς μισθός ή ημερομίσθιο αυτού, ο χρόνος απασχόλησής του, ότι εργαζόταν υπό τις εντολές, την καθοδήγηση και τον έλεγχο της πρώτης εναγόμενης κ.λπ.), που να καταδεικνύουν την ύπαρξη τέτοιας σχέσης εργασίας. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τους ανωτέρω εκτεθέντες αγωγικούς ισχυρισμούς, η ανάδοχος εταιρεία (….. .), που είχε αναλάβει το έργο συντήρησης του ως άνω γυμναστηρίου, απευθύνθηκε, για την εκτέλεση εργασιών μόνωσης στη στέγη αυτού, στην εταιρεία «…….», µε την οποία είχε συνεργαστεί και στο παρελθόν, οι εταίροι της οποίας της πρότειναν να απευθυνθεί, για τη διενέργεια των εργασιών αυτών, στον συγγενή τους ……….., που δραστηριοποιούταν επαγγελµατικά στο ίδιο αντικείµενο. Ωστόσο, από κανένα από τα αναφερόμενα στις αγωγές στοιχεία δεν συνάγεται ότι, ο τελευταίος μετέβη στο γυμναστήριο για να προβεί στις εν λόγω εργασίες (όπου έλαβε χώρα ο θανάσιμος τραυματισμός του κατά το ατύχημα, που συνέβη κάτω από τις περιγραφόμενες στις αγωγές συνθήκες), υπό σχέση εξαρτημένης εργασίας με την πρώτη εναγόμενη και όχι στα πλαίσια σύμβασης ανεξάρτητων υπηρεσιών ή έργου, όπως ορθά κρίθηκε και από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αντίθετα με όσα αβασίμως υποστηρίζονται από τους εκκαλούντες της Α΄ έφεσης. Το ότι η πρώτη εναγόμενη χαρακτηρίζεται στις αγωγές ως εργοδότρια του …………., εκτός του ότι και επί σύμβασης έργου, ο αναθέτων το έργο αποκαλείται εργοδότης (άρθρα 681 επ. ΑΚ), δεν αρκεί για να στοιχειοθετήσει τη σχέση εξαρτημένης εργασίας, καθώς δεν υποστηρίζεται από τα ανάλογα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν τη σχέση αυτή, δεδομένου ότι ο χαρακτηρισμός της γίνεται από το Δικαστήριο.
Πέραν δε από τα ίδια τα ιστορούμενα στις αγωγές, η εξέταση των οποίων προηγείται, κατά τα προεκτεθέντα, για τον καθορισμό της καθ΄ύλη αρμοδιότητας και της προσήκουσας διαδικασίας, σε κάθε περίπτωση, και από τα προαποδεικτικώς επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, δεν προκύπτει ότι ο θανών συνδεόταν με σχέση εξαρτημένης εργασίας με την πρώτη εναγόμενη, ώστε να υπάγεται η ένδικη υπόθεση στην ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών. Αντιθέτως, προκύπτει ότι, αυτός διατηρούσε ατομική επιχείρηση με την επωνυμία «…….», ενώ προσήλθε στο εργοτάξιο με αυτοκίνητο, που έφερε σήμα της εταιρείας «……….», συμφερόντων, όπως προαναφέρθηκε, του πατέρα και θείου του. Ακόμη, στην υπ΄αρ. πρωτ. ……../2-20-2017 «Έκθεση έρευνας για το θανατηφόρο ατύχημα σε βάρος του ……….», που συνέταξε η Επιθεωρητής Ασφαλείας και Υγείας του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας του Υπουργείου Εργασίας, ………., αναφέρεται ότι ‘’…δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί εξαρτημένη σχέση εργασίας ανάμεσα στον θανόντα και τον ανάδοχο ……….’’. Εξάλλου, στο σχετικό, με την ασκηθείσα, αναφορικά με το ένδικο ατύχημα, ποινική δίωξη, κατηγορητήριο για την αξιόποινη πράξη της ανθρωποκτονίας από αμέλεια (η εκδίκαση της οποίας εκκρεμεί ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πειραιώς) κατά των εναγόμενων α) ……….., β) ………. και γ) …….. (με τις ιδιότητές τους: α) ως διευθύνοντος συμβούλου της ως άνω αναδόχου εταιρείας του προαναφερθέντος έργου, β) επιβλέπουσας μηχανικού αυτού και γ) επιβλέπουσας μηχανικού εκ μέρους της Περιφέρειας Αττικής, αντίστοιχα), ο θανών …………… αναφέρεται ως εργαζόμενος στην εταιρεία με τον δ.τ. «………….», η οποία ‘’…κατόπιν σύναψης σχετικής σύμβασης με την ανάδοχο του έργου (…………), είχε αναλάβει την υποχρέωση α) να εκτελέσει εργασίες μόνωσης του συλλέκτη ομβρίων (ντερέ) που θα γινόταν στην οροφή του γυμναστηρίου…’’, και όχι (ως εργαζόμενος) της «…………» – πρώτης εναγόμενης.
Με βάση λοιπόν τα παραπάνω, η υπόθεση δεν υπάγεται στην ειδική διαδικασία των περιουσιακών (εργατικών) διαφορών, κατά την οποία εισήχθη για να δικαστεί ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, αλλά (υπάγεται) στη νέα τακτική διαδικασία (άρθρα 237 επ. ΚΠολΔ, όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το Ν. 4335/2015) και λόγω του ύψους του αντικειμένου της δίκης, στην αρμοδιότητα του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς. Ενόψει δε των διαφορετικών δικονομικών κανόνων που διέπουν την προσήκουσα νέα τακτική διαδικασία σχετικά με την προπαρασκευή της συζήτησης, σε σχέση με την ειδική διαδικασία με την οποία εισήχθη η ένδικη υπόθεση, ακόμη κι αν υφίστατο υλική αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου, δεν θα μπορούσε να διακρατηθεί αυτή και να εκδικαστεί από το τελευταίο, αλλά θα έπρεπε και πάλι να παραπεμφθεί για να δικαστεί κατά την ορθή διαδικασία, κατά τα αναφερόμενα στην οικεία μείζονα σκέψη. Τέλος, δεν τυγχάνει εφαρμογής στην προκείμενη περίπτωση, η περ.4 του άρθρου 614 ΚΠολΔ, όπως επικουρικά ισχυρίζονται οι εκκαλούντες στην Α΄ έφεση, καθώς αυτή αφορά στις διαφορές επαγγελματιών και βιοτεχνών μεταξύ τους και μεταξύ αυτών και των πελατών τους.
Κατόπιν τούτων, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλουμένη απόφαση του κατέληξε στην ίδια κρίση με το παρόν (έστω με λιγότερο εκτενή αιτιολογία, την οποία το Δικαστήριο τούτο παραδεκτά συμπληρώνει κατ΄ άρθρο 534 ΚΠολΔ) και παρέπεμψε τις ένδικες κύριες αγωγές, καθώς και τις συναφείς με αυτές ως άνω ανακοινώσεις δίκης -προσεπικλήσεις -παρεμπίπτουσες αγωγές και αυτοτελή πρόσθετη παρέμβαση για να εκδικαστούν, κατά την προσήκουσα νέα τακτική διαδικασία, στο αρμόδιο Δικαστήριο (Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιώς), δεν έσφαλε και ορθώς εφάρμοσε τον νόμο. Επομένως, η υπό στοιχείο Α΄ κρινόμενη έφεση, πρέπει να απορριφθεί κατ΄ ουσία. Μετά δε την απόρριψη της πρώτης (κύριας) έφεσης, παρέλκει η εξέταση των λοιπών δύο (υπό στοιχ. Β΄ και Γ΄) εφέσεων, οι οποίες έχουν ασκηθεί επικουρικά (στην περίπτωση που γινόταν δεκτή η πρώτη έφεση), καθιστάμενες πλέον άνευ αντικειμένου. Η δε δικαστική δαπάνη για τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, θα συμψηφιστεί συνολικά μεταξύ των διαδίκων, λόγω του δυσερμήνευτου των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν (άρθρα 183, 179 εδ.β ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει, κατ΄ αντιμωλία των διαδίκων, τις κάτωθι εφέσεις: Α) την από 29-7-2021 και με Ειδικό Αριθμό Κατάθεσης (Ε.Α.Κ) …./2021 Β) την από 2-12-2021 και με Ε.Α.Κ. …./2021 και Γ) την από 6-12-2021 και με Ε.Α.Κ. …../2021.
Δέχεται τυπικά τις εφέσεις.
Απορρίπτει την από 29-7-2021 (υπό στοιχείο Α΄) έφεση στην ουσία, οπότε παρέλκει η εξέταση των λοιπών δύο επικουρικά ασκηθεισών εφέσεων (υπό στοιχ. Β΄ και Γ΄).
Διατάζει την απόδοση του παραβόλου (e-παράβολο με αρ. ……./2021, ποσού 100 ευρώ) στους καταθέσαντες αυτό εκκαλούντες της από 6-12-2021 (υπό στοιχείο Γ΄) έφεσης.
Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα συνολικά μεταξύ των διαδίκων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας.
KPIΘHKE, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά, στο ακροατήριό του και σε έκτακτη δημόσια αυτού συνεδρίαση στις 23 Ιουνίου 2022, απόντων των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓPAMMATEAΣ