ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(τμήμα 2ο)
Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Δημήτριο Καβαλλάρη, Εφέτη, που ορίστηκε από ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα Τ.Λ.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις …………, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ : …………. η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο της Δικηγόρο Ιωάννη Σπυριδαντωνάκη.
ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: ………….. ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο του Δικηγόρο Άγγελο Μπατουδάκη (με δήλωση κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ).
Ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 29.4.2018, με ειδικό αριθμό κατάθεσης …………./2018 αγωγή του, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 8/2020 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου η εκκαλούσα–εναγόμενη με την α) από 28-2-2020 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ………/2020 έφεση και β) από 17-12-2020 και με αριθμό κατάθεσης ………/2020 πρόσθετο λόγο έφεσης, οι οποίες προσδιορίσθηκαν αρχικά για τη δικάσιμο της 18.2.2021, οπότε και ματαιώθηκαν λόγω των μέτρων για την πρόληψη της Covid-19. Προσδιορίστηκαν αυτεπαγγέλτως για την δικάσιμο, που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας (23.9.2021) με την υπ’ αριθ. 94/2021 Πράξη, της ορισθείσας από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Εφετείου Πειραιώς, Προέδρου Εφετών, Ισιδώρας Πόγκα, δυνάμει του άρθρου 21 του Ν. 4786/2021 (ΦΕΚ Α’ 43/23-3-2021), περί αυτεπάγγελτου ορισμού δικασίμου προς συζήτηση υποθέσεων, των οποίων η συζήτηση ματαιώθηκε κατά τη διάρκεια της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των Δικαστηρίων (από 11-2-2021 έως 22-3-2021).
Kατά τη συζήτηση της υπόθεσης, αφού αυτή εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων παραστάθηκαν όπως αναφέρθηκε, ο πληρεξούσιος Δικηγόρος της εκκαλούσες αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις του και ο πληρεξούσιος δικηγόρος του εφεσιβλήτου, ανεπτυξε τις έγγραφες προτάσεις, που είχε προκαταθέσει.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Στο Δικαστήριο αυτό εκκρεμούν οι : η από 28-2-2020 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ………… /2020 έφεση και β) από 17-12-2020και με αριθμό κατάθεσης ………../2020 πρόσθετος λόγος, οι οποίες πρέπει να ενωθούν και να συνεκδικασθούν, καθώς έχουν μεταξύ τους σχέση κυρίου και παρεπομένου κι επιπλέον διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται και μείωση των εξόδων (άρθρ.31 και 246 ΚΠολΔ.). Η από 28-2-2020 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ………. /2020 έφεση της εναγόμενης και ήδη εκκαλούσας κατά της με αρ. 8/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς έχει ασκηθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις και είναι εμπρόθεσμη, καθώς η εκκαλούμενη απόφαση επιδόθηκε στην εκκαλούσα στις 31.1.2020 (βλ. επισημείωση του δικ. επιμελητή …………) η δε κρινόμενη έφεση κατατέθηκε στη Γραμματεία του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου στις 28.2.2020 (άρθρο 518 παρ.1 ΚΠολΔ). Επιπλέον έχει κατατεθεί από την εκκαλούσα το νόμιμο παράβολο κατ’ άρθρο 495 παρ. 4 ΚΠολΔ (βλ. το με αρ. ……………….e παράβολο ποσού 100 €). Εξάλλου ο πρόσθετος λόγος της έφεσης έχει ασκηθεί νομότυπα κατ’ άρθρο 520 παρ.2 ΚΠολΔ με κατάθεση του δικογράφου του στη γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου στις 18.12.2020 και κοινοποίηση στον εφεσίβλητο στις 4.1.2020 (βλ. επισημείωση του δικ. επιμελητή ………….) τουλάχιστον τριάντα ημέρες πριν τη συζήτηση της υπόθεσης (αρχική δικάσιμος 18.2.2021 και μετά από ματαίωση η παρούσα 23.9.2021). Κατόπιν αυτών η έφεση και ο πρόσθετος λόγος αυτής πρέπει να γίνουν δεκτοί κατά το τυπικό τους μέρος και να ερευνηθούν περαιτέρω ως προς την ουσιαστική βασιμότητα των λόγων τους.
O ενάγων εξέθετε στην αγωγή του, επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, ότι με το με αρ. …./1987 συμβόλαιο γονικής παροχής του συμβολαιογράφου Πειραιά ……… απέκτησε από κοινού με την εναγόμενη και κατ’ ισομοιρία αγροτεμάχιο κείμενο στην ειδικότερη θέση «………» του Δήμου Σαλαμίνας, εμβαδού 234 τ.μ., με τις υφιστάμενες κατοικίες δυο (2) επιφάνειας 70 τ.μ. περίπου, οι οποίες είχαν ανεγερθεί με δαπάνες της μητέρας τους δικαιοπαρόχου μητέρας τους. Ότι κατά το χρόνο κατάρτισης της γονικής παροχής είχε συμφωνηθεί ο καθένας να κάνει ο καθένας ατύπως χρήση της κάθε κατοικίας, ο ενάγων της κείμενης προς την ανατολή κατοικίας, η δε εναγόμενη της κείμενης προς τη δύση κατοικίας, έχοντας συναφθεί ατύπως μεταξύ τους σύμβασης χρησιδανείου αόριστης διάρκειας. Ότι παρά την άνω συμφωνία τους η εναγόμενη προσέβαλε το δικαίωμά του συννομής και συγκατοχής του, καθώς προέβη σε διάφορες κατασκευές – επεμβάσεις στους κοινόχρηστους χώρους: α) κατέλαβε το ½ κοινόχρηστης βεράντας, μπροστά στην οικία της και κατασκεύασε δωμάτιο 19,24 τμ. το οποίο προσάρτησε στην οικία της, αποβάλλοντας τον ενάγοντα από το τμήμα αυτό, β) κατέστρεψε βαθμίδες – σκαλοπάτια αξίας 1.500 €(κατά το ποσοστό του 50 % εξ αδιαιρέτου) σε αποθήκη εφαπτόμενη στην βεράντα, αποκλείοντας στον ενάγοντα την πρόσβαση, γ) κατέστρεψε κήπο με δέντρα και παρτέρια συνολικής αξίας 550 € κατά το ποσοστό του, όπως προσδιορίζει στην αγωγή και δ) κατέστρεψε μάντρα συνολικού μήκους 17 μέτρων αξίας 6.100 € κατά το ποσοστό του, αποκλείοντας την πρόσβαση σ΄αυτόν από το εδαφικό τμήμα που ήταν η μάντρα. Ότι οι άνω αναλυτικά περιγραφόμενες πράξεις που συνιστούσαν προσβολή της συννομής του ξεκίνησαν περί τα έτη 2006-2007 κορυφώθηκαν στις 12.09.2011 κι εξακολούθησαν έως και κατά το χρόνο κατάθεσης της αγωγής, καθώς έχει αποκλεισθεί η πρόσβαση του ενάγοντος στα άνω εδαφικά τμήματα. Με βάση το ιστορικό αυτό και αφού προσδιόρισε την αξία της στέρησης χρήσης των εδαφικών τμημάτων που αναφέρθηκαν υπό α, β, γ και δ για χρονικό διάστημα 5 ετών σε 12.000 € για το πρώτο και 4.200 € για καθένα από τα λοιπά (200 € και 70€ μηνιαίως) ζήτησε να αναγνωρισθεί ότι η εναγόμενη οφείλει να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 34.250 €ως αποζημίωσή του και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης (1.500 € για τη καταστροφή της μάντρας), με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση που έκανε αυτή εν μέρει δεκτή ως ουσιαστικά βάσιμη και κατά της απόφασης αυτής παραπονείται η εκκαλούσα για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία κι εφαρμογή του νόμου κι εκτίμηση των αποδείξεων.
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 785, 786, 787, 792 § 2, 961, 962 και 1113 ΑΚ προκύπτει ότι, σε περίπτωση αποκλειστικής χρήσης του κοινού πράγματος από έναν από τους κοινωνούς, δικαιούνται οι υπόλοιποι, και αν δεν πρόβαλαν αξίωση σύγχρησης, να απαιτήσουν απ` αυτόν, που έκανε αποκλειστική χρήση του κοινού, ανάλογη προς το ποσοστό του δικαιώματός τους μερίδα από το όφελος (καρπούς και γενικότερα ωφελήματα) που αυτός αποκόμισε ή εξοικονόμησε και το οποίο συνίσταται στην αξία της επιπλέον της ιδανικής του μερίδας χρήσης του κοινού (ΑΠ 1199/2021, ΑΠ 1121/2017, ΑΠ 2191/2007). Η σχετική αξίωση γεννιέται από μόνο το γεγονός της αποκλειστικής χρήσης του κοινού πράγματος από έναν εκ των κοινωνών, δεν αποκλείεται όμως να ανακύπτει παράλληλα και ευθύνη του ως κακόπιστου νομέα κατά το άρθρο 1098 ΑΚ ή και αδικοπρακτική ευθύνη του κατά τα άρθρα 914 ή και 1099 ΑΚ, αν παράνομα και υπαίτια εμπόδισε τη σύγχρηση του κοινού πράγματος από τους λοιπούς κοινωνούς ή πολύ περισσότερο αν τους απέβαλε από τη συννομή του κοινού (ΑΠ 1121/2017, ΑΠ 767/2014, ΑΠ 362/2010). Ειδικότερα, προκειμένου περί αστικού ακινήτου, το όφελος αυτό συνίσταται στην κατά το χρόνο της αποκλειστικής χρήσεως μισθωτική αξία της μερίδας των εκτός χρήσεως κοινωνών, η οποία δεν αποτελεί μίσθωμα, αφού δεν υπάρχει μισθωτική σχέση, αλλά αποδοτέα, ως αποζημίωση, κατά τις ανωτέρω διατάξεις, ωφέλεια (ΑΠ 802/2017, ΑΠ 187/2015). Ο τρόπος που ο κοινωνός χρησιμοποίησε αποκλειστικά για λογαριασμό του το κοινό πράγμα είναι κατ` αρχήν αδιάφορος και μπορεί αυτός να το έχει εκμισθώσει ή να το έχει χρησιδανείσει σε άλλον ή να το έχει ιδιοχρησιμοποιήσει με οποιοδήποτε τρόπο, δηλαδή έστω και διατηρώντας αυτό αδρανές ή προκειμένου για ακίνητο διατηρώντας το κλειστό και ανεκμετάλλευτο, εφόσον με τον τρόπο αυτό αποκλείει στην πράξη τη σύγχρηση των λοιπών κοινωνών και ο ίδιος έχει οποτεδήποτε την ευχέρεια να το εκμεταλλευτεί κατά την κρίση και το συμφέρον του (ΑΠ 852/2019, ΑΠ 276/2016, ΑΠ 767/2014). Συνεπώς, στη σχετική αγωγή αποζημιώσεως, αρκεί, για την πληρότητα και το ορισμένο αυτής, να αναφέρεται το κοινό ακίνητο, η επ` αυτού μερίδα του ενάγοντος, ότι ο εναγόμενος έκανε κατά τον επίδικο χρόνο αποκλειστική χρήση του κοινού ακινήτου και επίσης, το κατά τον επίδικο χρόνο όφελος του εναγομένου κοινωνού από την αποκλειστική χρήση του κοινού ακινήτου, συνιστάμενο στην αξία αυτής, η οποία (επί αστικού ακινήτου) ταυτίζεται με την μισθωτική αξία του μεριδίου του εκτός χρήσεως κοινωνού, της οποίας, συνεπώς αρκεί η αναφορά (ΑΠ 187/2015, ΑΠ 564/2012, ΑΠ 362/2010, ΑΠ 1761/2008).
Στην προκείμενη περίπτωση, η αγωγή με το παραπάνω περιεχόμενο θεμελιώνεται στις προαναφερόμενες διατάξεις της κοινωνίας και αδικοπραξιών, αφού εκτίθεται ότι η εναγόμενη κατέλαβε εδαφικά τμήματα κατ΄αποκλεισμό του ενάγοντος. Εξάλλου ο ενάγων, όπως προκύπτει από το δικόγραφο της αγωγής του ζητά σαφώς ως προς τα προαναφερόμενα (α,β,γ και δ) εδαφικά τμήματα αποζημίωση λόγω στέρησης χρήσης, αφού προσδιορίζει αυτή μηνιαίως και για χρονικό διάστημα 5 ετών με αναλυτικούς υπολογισμούς, χωρίς να είναι κρίσιμη η χρήση της φράσης στο τέλος «ως αποζημίωσή μου λόγω ηθικής βλάβης», που κρίνεται ότι οφείλεται σε παραδρομή, αφού σημασία έχει το αίτημα της αγωγής δίχως προσήλωση στις λέξεις. Η αγωγή είναι ορισμένη, αφού περιγράφονται επαρκώς τα εδαφικά τμήματα που κατέλαβε η εναγόμενη και προσδιορίζεται η αξία της χρήσεως αυτών, ώστε ο τρίτος λόγος της έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
Aπό την εκτίμηση των εγγράφων που προσκόμισαν οι διάδικοι, απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων και μεταξύ αυτών οι προσκομιζόμενες φωτογραφίες των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητείται (άρθρα 444 αριθ. 3, 448 παρ. 2 και 457 παρ. 4 ΚΠολΔ), των με αρ. …./2018 και …../2018 ενόρκων βεβαιώσεων ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς, οι οποίες ελήφθησαν με την επιμέλεια του ενάγοντος, κατόπιν νομότυπης εμπρόθεσμης κλήτευσης της εναγόμενης (κατά τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 422 ΚΠολΔ, όπως αυτό προστέθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου δεύτερου του άρθρου 1 του Ν.4335/2015 (βλ. σχετικά την υπ’αριθ. ……/ 25.09.2018 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή της Περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών ……………. μετά της επισυναπτόμενης σε αυτή από 22.09.2018 γνωστοποίηση εξέτασης μαρτύρων) των με αρ. …/2018 και …./ 2018 ενόρκων βεβαιώσεων, που ελήφθησαν ενώπιον της Ειρηνοδίκη Πειραιώς, μετά από νομότυπη κι εμπρόθεσμη κλήτευση του ενάγοντος (άρθρο 422 ΚΠολΔ, βλ. σχετικά την υπ’αριθ. ……../18.09.2018 έκθεση επίδοσης της δικ. επιμελήτριας της Περιφέρειας του Εφετείου Πειραιά, με έδρα το Πρωτοδικείο Πειραιά ………….. με την επισυναπτόμενης σε αυτή από 13.09.2018 γνωστοποίηση εξέτασης μαρτύρων) και τα συνδυασμό και με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ.4 του ΚΠολΔ, βλ. ΑΠ 811/2008 δημ. στη ΤΝΠ-ΝΟΜΟΣ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Με το με αρ. …../1987 συμβόλαιο γονικής παροχής του συμβολαιογράφου Πειραιά …………. που μεταγράφηκε νόμιμα (Τ. …., α.α. ….. του Υποθηκοφυλακείου Σαλαμίνας), οι διάδικοι αδέλφια εξ αίματος απέκτησαν από λόγω γονικής παροχής από τη μητέρα τους ………… κατά ποσοστό 50% ο καθένας εξ αδιαιρέτου αγροτεμάχιο κείμενο στην ειδικότερη θέση «………….» του Δήμου Σαλαμίνας, εμβαδού 234 τ.μ. ¨Ηδη το ακίνητο καταχωρηθεί στο Κτηματολόγιο του Δήμου Σαλαμίνας με αρ. Κ.Α.Ε.Κ. …………….. Στο ακίνητο αυτό είχαν ανεγερθεί από τη δικαιοπάροχο μητέρα των διαδίκων χωρίς οικοδομική άδεια, δυο (2) συνεχόμενες κατοικίες επιφάνειας 70 τ.μ (όπως αναφέρεται στο συμβόλαιο της γονικής παροχής) και με άτυπη συμφωνία μεταξύ αυτών είχε συμφωνηθεί ήδη από το χρόνο διενέργειας της άνω γονικής παροχής, ο ενάγων να κάνει αποκλειστική χρήση της κατοικίας που βρισκόταν προς νότο, η δε εναγόμενη της κατοικίας προς βορράν, η οποία ήταν και μπροστά στη θάλασσα. Συμφωνία όμως ρητή ή σιωπηρή δεν υπήρχε για τους κοινόχρηστους χώρους, ώστε έπεται ότι έπρεπε να έχουν τη δυνατότητα να κάνουν χρήση αυτών και οι δύο συγκύριοι. Η εναγόμενη παρόλα αυτά με έναρξη το έτος 2007 έως τις 12.9.2011 άρχισε να κατασκευάζει στους κοινόχρηστους χώρους κατασκευές αποκλείοντας τον ενάγοντα. Ειδικότερα :α) μπροστά από την οικία της, στην πλευρά της θάλασσας υπήρχε βεράντα κοινόχρηστη, η οποία στηριζόταν σε κυκλικές κολόνες. Τμήμα της άνω βεράντας μήκους 7,30 τμ. και πλάτους 2,65 μ. (εμβαδού 19,34 τμ.) κατάργησε η εναγόμενη, καθώς δημιούργησε στο τμήμα αυτό δωμάτιο με κεραμίδια στην οροφή, μειώνοντας με τον τρόπο αυτό την βεράντα. β) Σε συνέχεια της βεράντας προς την πλευρά της θάλασσας υπήρχε υπερυψωμένη αποθήκη η στέγη της οποίας σε μήκος 4 μ. αποτελούσε τμήμα της βεράντας. Η αποθήκη αυτή είχε σκαλοπάτια προς την πλευρά της θάλασσας, τα οποία οδηγούσαν στην πόρτα της αποθήκης αυτής, αλλά και σε κήπο μπροστά από τη βεράντα. Η εναγόμενη όμως κατάστρεψε τα σκαλοπάτια αυτά με συνέπεια να μην είναι δυνατή η πρόσβαση του ενάγοντος στο κήπο και στην αποθήκη. γ) Μπροστά από τη βεράντα υπήρχε στο έδαφος μικρός κήπος μήκους 4 μ. και πλάτους 7 μ. εμβαδού 28 τμ. όπου φύονταν μία συκιά και μία μουριά. Η εναγόμενη κατάστρεψε (μπάζωσε) τον μικρό αυτό κήπο και στο σημείο αυτό και στο λοιπό ακάλυπτο χώρο του οικοπέδου δημιούργησε με τοιχείο υπερυψωμένη βεράντα 45 τμ. (σε κατώτερο επίπεδο από την προηγούμενη).Ο ισχυρισμός της εναγόμενης ότι τα δέντρα αυτά καταστράφηκαν από τα λύματα του βόθρου που βρισκόταν στο σημείο της αποθήκης δεν κρίνεται πειστικός. Η δημιουργία της νέας βεράντας (των 45 τμ.) δεν αναιρεί την αποκλειστική χρήση και την αποβολή του ενάγοντος από τον κήπο και σε κάθε περίπτωση δεν προκύπτει ότι ο ενάγων έχει δυνατότητα πρόσβασης στη νέα βεράντα. δ)Εξάλλου, κατά μήκος της ακτής, η κοινή ιδιοκτησία των διαδίκων χωριζόταν από το χωματόδρομο πριν τη θάλασσα με μάντρα μήκους 17 μ . και ύψους 2μ κατασκευασμένη από μπετόν και τσιμεντόλιθους, με πόρτα σιδερένια πάνω από την οποία υπήρχε τσιμεντένιο σκέπαστρο. Την μάντρα αυτή κατεδάφισε η εναγόμενη, μεταξύ του διαστήματος από 22.7.2011 και 9.9.2011 (βλ. την από Ιανουάριο του 2021 Τεχνική Έκθεση του πολιτικού μηχανικού …………) με αποτέλεσμα τμήμα του κοινού οικοπέδου, μεταξύ του τοιχείου που κατασκεύασε και του σημείου που ήταν η μάντρα, εμβαδού περίπου 20 τμ. να μείνει ακάλυπτο, εκτός περίφραξης. Η εναγόμενη ισχυρίζεται ότι οι οποίες επεμβάσεις στο επίκοινο ακίνητο έγιναν με τη συναίνεση του ενάγοντος και υπό τα όμματα αυτού. Οι μάρτυρες της εναγόμενης χρησιμοποιούν την στερεότυπη φράση «με τη σύμφωνη γνώμη και συγκατάθεση», χωρίς όμως να αναφέρουν ότι είχε γίνει ειδικά για το ζήτημα συζήτηση μεταξύ των διαδίκων, όπου ρητά ο ενάγων παρείχε τη συναίνεσή του και προσπαθούν να υποβαθμίσουν τόσο τα δέντρα που φύονταν, όσο και την αξία της μάντρας που κατεδαφίστηκε. Η μη εναντίωση όμως όπως η έλλειψη ενδιαφέροντος του ενάγοντος για τους κοινόχρηστους χώρους που βρίσκονταν μπροστά από την οικία που χρησιμοποιούσε η εναγόμενη, όπως οι ίδιοι μάρτυρες υποστηρίζουν, δεν σημαίνει ότι υπήρχε συναίνεση αυτού. Ειδικώς για την κατεδάφιση της μάντρας αναφέρουν ότι αυτή έγινε με σύμφωνη γνώμη του ενάγοντος προκειμένου να κτισθεί νέα, με οικοδομική άδεια με κοινή δαπάνη των διαδίκων. Όμως δεν ήταν δυνατή η έκδοση οικοδομικής άδειας για νέα περίφραξη, αφού επρόκειτο για ακίνητο εκτός σχεδίου που απείχε λιγότερο από 500 μ από τη θάλασσα. Ο ενάγων επίσης αντέδρασε στην κατεδάφιση αυτή, όπως και για όλες τις κατασκευές της εναγόμενης μέσω της συζύγου του, η οποία εξέφρασε παράπονα στις 11.9.2011 για τις εργασίες που εκτελούσε η εναγόμενη στο Α.Τ. Σαλαμίνας (βλ. και το με αριθμό πρωτοκόλλου ………./ 2011 αντίγραφο του Βιβλίου Αδικημάτων και Συμβάντων του Α.Τ. Σαλαμίνας καθώς και το με αριθμό πρωτοκόλλου ………../2018 αντίγραφο ημερήσιου δελτίου οχήματος του Α.Τ. Σαλαμίνας). H άνω καταγγελία της συζύγου του ενάγοντος δεν προέκυψε ότι αφορούσε άλλη διένεξη ατομική μεταξύ αυτής και της εναγόμενης. Ο ενάγων επίσης με την από 24.07.2009 εξώδικη δήλωσή του είχε ζητήσει την διανομή του ακινήτου αναφέροντας ότι δεν ήταν εφικτή η αυτούσια διανομή, δηλώνοντας έτσι με τον τρόπο αυτό έμμεσα ότι δε συναινούσε στη κατάσταση όπως είχε διαμορφωθεί, με τις κατασκευές που έκανε η εναγόμενη και στη διατήρησή τους. Ενόψει αυτών είναι απορριπτέα ως ουσιαστικά αβάσιμη και η ένσταση του άρθρου 281 ΑΚ, την οποία επαναφέρει η εναγόμενη με την έφεσή της, καθώς ούτε αποδείχθηκε ότι υπήρξε από την πλευρά του ενάγοντος συναίνεση για τις ως άνω εργασίες, ούτε συμπεριφορά αυτού που να δημιουργήσει στην εναγόμενη την εύλογη πεποίθηση ότι δεν θα ασκήσει τα όποια νόμιμα δικαιώματα του, δίχως να αναιρείται η κρίση αυτή ότι αυτός (ο ενάγων) δεν κατέθεσε αίτηση ασφαλιστικών, μέτρων σε βάρος της εναγόμενης ή δεν κατήγγειλε αυτή στην Πολεοδομία. Toπρωτοβάθμιο Δικαστήριο το οποίο απέρριψε την άνω ένσταση ως ουσιαστικά αβάσιμη δεν έσφαλε και σχετικός 4ος λόγος της έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 247, 251, 298, 914 και 937 Α.Κ. συνάγεται ότι σε περίπτωση αδικοπραξίας που έλαβε χώρα με πράξη ή παράλειψη άπαξ τελεσθείσα, αφότου εκδηλώθηκε το ζημιογόνο γεγονός γεννάται υπέρ του ζημιωθέντος αξίωση αποζημίωσης για την όλη θετική και αποθετική ζημία, παρούσα ή μέλλουσα, αν είναι προβλεπτή κατά τη συνήθη και κανονική πορεία των πραγμάτων και εφόσον η δικαστική της επιδίωξη είναι δυνατή, η δε παραγραφή της αξίωσης αυτής είναι πενταετής και αρχίζει για όλες τις ζημίες ενιαίως από τότε που ο ζημιωθείς έλαβε γνώση των πρώτων επιζήμιων συνεπειών και του υπόχρεου προς αποζημίωση (Ολ ΑΠ 24/2003). Διαφορετικά όμως έχουν τα πράγματα όταν η παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του υπόχρεου που είναι γενεσιουργός της ζημίας δεν έλαβε χώρα άπαξ, αλλά συνεχίζεται, όπως συμβαίνει και στην περίπτωση που ο δράστης υπαιτίως παραλείπει να άρει τη δημιουργηθείσα από αυτόν επιζήμια κατάσταση, από τη διατήρηση της οποίας προκαλείται ζημία σε άλλον. Σε μια τέτοια περίπτωση, η ζημία που προκαλείται σε άλλον από την υπαίτια παράλειψη του δράστη να άρει τη γενεσιουργό κατάσταση της ζημίας δεν είναι άμεση συνέπεια της άπαξ τελεσθείσας και ολοκληρωθείσας πράξης του δράστη, από την οποία δημιουργήθηκε η κατάσταση, αλλά της διατήρησης και μη άρσης της τελευταίας, γεννάται δε καθόλο το χρονικό διάστημα που2 εκείνη διαρκεί και όχι άπαξ με την τέλεση της πράξης, με την οποία η κατάσταση αυτή δημιουργήθηκε. Επομένως η κατά το άρθρο 937 Α.Κ. πενταετής, παραγραφή της αξίωσης του ζημιωθέντος-προς αποζημίωση για τη ζημία που υφίσταται από την διατήρηση της κατάστασης αυτής και την παράλειψη του δράστη να ενεργήσει προς άρση της, δεν αρχίζει από το χρονικό σημείο που αυτός έλαβε γνώση της αρχικής συμπεριφοράς του δράστη, με την οποία δημιουργήθηκε η ζημιογόνος κατάσταση, αλλά από τα μεταγενέστερα χρονικά διαστήματα που εξακολουθεί να υφίσταται η προαναφερόμενη κατάσταση και να προκαλεί ζημία σ’ εκείνον (ΑΠ 262/2016, ΑΠ 1604/2014, ΑΠ 1730/2010, ΑΠ 832/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου κατά τη διάταξη του άρθρου 250 περίπτ. 17 του ΑΚ, η οποία ορίζει ότι σε πενταετή παραγραφή υπόκειται οι αξιώσεις των κάθε είδους μισθών, των καθυστερουμένων προσόδων, συντάξεων, διατροφής και κάθε άλλης παροχής που επαναλαμβάνεται περιοδικά, προκύπτει ότι περιλαμβάνονται σ` αυτούς οι καρποί, φυσικοί ή πολιτικοί και τα ωφελήματα τα οποία η χρησιμοποίηση του πράγματος περιοδικώς παρέχει. Συνακόλουθα στην προβλεπόμενη από τη διάταξη αυτή πενταετή παραγραφή υπόκεινται και οι αξιώσεις του κοινωνού πράγματος κατά του συγκοινωνού, που έκανε αποκλειστική χρήση του κοινού, για απόδοση ανάλογης μερίδας των ωφελημάτων από τη χρήση αυτή. Κατά δε τα άρθρα 251 και 253 του ΑΚ η παραγραφή των παραπάνω αξιώσεων αρχίζει μόλις λήξει το έτος μέσα στο οποίο γεννήθηκε κάθε περιοδική παροχή και ήταν δυνατή η δικαστική επιδίωξή της (ΑΠ 7/2015, ΑΠ 2267/2013, ΑΠ 898/2009, ΕφΔωδ 120/2020 Τ.Ν.Π. Νόμος). Στην προκείμενη περίπτωση η εναγόμενη προβάλλει για πρώτη φορά με το δικόγραφο της έφεσής της ένταση παραγραφής της αξίωσης του ενάγοντος, ισχυριζόμενη ότι όπως ο ενάγων εξέθετε στην αγωγή του, η προσβολή της νομής του του έλαβε χώρα από τα έτη 2006, 2007 και κορυφώθηκαν στις 12.9.2011 με συνέπεια η πενταετής παραγραφή να έχει συμπληρωθεί αντίστοιχα την 1.1.2011 και 1.1.2012 και σε κάθε περίπτωση την 13.9.2016. Όμως, όπως ο ίδιος ο ενάγων εξέθετε στην αγωγή του, η κατάσταση αυτή προσβολής της νομής του είχε διάρκεια και συνεχιζόταν έως την άσκηση αυτής, που σημαίνει ότι η ζημιογόνος κατάσταση δεν είχε αρθεί για την έναρξη της παραγραφής, όπως άλλωστε μόλις προεκτέθηκε. Η δε αξίωση απόδοσης αποζημίωσης χρήσεως αφορά το χρονικό διάστημα από 31.3.2013 – 31.3.2018, που σημαίνει ότι δεν είχε συμπληρωθεί η πενταετία με την άσκηση της αγωγής. Επομένως ο άνω ισχυρισμός κατά το άνω σκέλος του πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος (άρθρο 527 αρ. 6 ΚΠολΔ), αφού δεν προαποδεικνύεται εγγράφως από την αγωγή του ενάγοντος, αλλά και ως μη νόμιμος. ¨Όμως η εναγόμενη προβάλει ένσταση παραγραφής όλων των αξιώσεων του ενάγοντος (όπως εκτιμάται) αναφέροντας ως χρόνους έναρξης αυτής τα έτη 2006, 2007 και την 12.9.2011. Και αναφορικά με τις αξιώσεις αποζημίωσης λόγω φθοράς των δέντρων και της μάντρας ο ενάγων εξέθετε στο δικόγραφο της αγωγής του, όπως τα σχετικά χωρία ενσωματώνει η εναγόμενη στην έφεσή της : «η προσβολή αυτή διήρκεσε από το 2011, όταν άρχισε η αντίδικος και ολοκλήρωσε τις σχετικές εργασίες μετατροπών στις κατασκευές στο κοινό μας αγροτεμάχιο». Κατόπιν αυτών, ως προς τις άνω αξιώσεις του ενάγοντος από υλική ζημία και ηθική βλάβη (ως προς τα κονδύλια των ποσών 550 και 6.100 € και 1.500 €) είναι παραδεκτή (άρθρο 527 ΚΠολΔ, αφού αποδεικνύεται εγγράφως από το ίδιο το δικόγραφο της αγωγής) και αποδεικνύεται και ως ουσιαστικά βάσιμη, η ένσταση παραγραφής της εναγόμενης, λόγω παρόδου πενταετίας από το χρονικό διάστημα που έγιναν αυτές οι καταστροφές των αντικειμένων (2011) έως την άσκηση της αγωγής. Συνακόλουθα θα πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτός ο 2ος λόγος της έφεσης, να εξαφανισθεί ως προς τα κονδύλια αυτά η εκκαλούμενη απόφαση, να κρατηθεί η αγωγή από το παρόν Δικαστήριο και να απορριφθεί ως προς αυτά η αγωγή ως ουσιαστικά αβάσιμη.
Εξάλλου, όπως εκτέθηκε η εναγόμενη από το έτος 2011 που ολοκληρώθηκαν οι κατασκευές όπως και το επίδικο διάστημα (31.3.2013 -31.3.2018) χρησιμοποιούσε αδιάλειπτα τους ως άνω χώρους κάνοντας αποκλειστική χρήση αυτών δίχως τη συναίνεση του ενάγοντος αποβάλλοντας αυτόν από τα αντίστοιχα εδαφικά τμήματα (19,28 τμ. βεράντα, αποθήκη- σκαλοπάτια, κήπο 28 τμ. και εδαφικό τμήμα που έμεινε εκτός περίφραξης, περίπου 20 και αυτό τμ.). Πρέπει επομένως να καταβάλει σε αυτόν (στον ενάγοντα) ανάλογη αποζημίωση χρήσης ως απόδοση της ωφέλειας που αυτή αποκόμισε από την αποκλειστική και καθολική χρήση των ανωτέρω επίκοινων τμημάτων, επομένως και του ιδανικού μεριδίου του αντιδίκου της. Η έκταση της αποζημίωσης αυτής καθορίζεται με βάση τις αρχές της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών, με βάση τη μισθωτική αξία αυτών λαμβανομένων υπόψιν της θέσης τους, της επιφάνειας τους και των λοιπών χαρακτηριστικών τους. Για την ανεύρεση αυτής πρέπει να ληφθεί υπόψη ιδίως ότι το σύνολο των άνω εδαφικών τμημάτων δεν υπερβαίνουν τα 100 τμ. και πρόκειται για έκταση, εκτός οικισμού και εκτός σχεδίου πόλεως, δίπλα στη θάλασσα, αλλά όχι κοντά σε οργανωμένη παραλία ή πρόσφορη για κολύμπι. Συνακόλουθα η αποζημίωση χρήσης όλων αυτών, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, με βάση το ιδανικό μερίδιο του ενάγοντος (50%) πρέπει να καθορισθεί στο ποσό των 80 € μηνιαίως και σύνολο (Χ 60 μήνες) 4.800 €, που οφείλει να καταβάλει η εναγόμενη στον ενάγοντα. Το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο έκρινε ότι η αποζημίωση χρήσεως για όλα τα εδαφικά τμήματα πρέπει να καθορισθεί στο ποσό των (50 +30 +30 + 30) 8.400 €, εσφαλμένα εκτίμησε τις αποδείξεις. Πρέπει, συνεπώς, κατά το βάσιμο, σχετικό (5ο) λόγο της έφεσης να εξαφανισθεί και ως προς το κονδύλιο αυτό η εκκαλούμενη απόφαση και κατ΄επέκταση στο σύνολό της. Ακολούθως, αφού κρατηθεί η υπόθεση στο Δικαστήριο αυτό, κι ερευνηθεί η ένδικη αγωγή, πρέπει να γίνει αυτή δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη και να αναγνωρισθεί ότι η εναγόμενη οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 4.800 €, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Τα δικαστικά έξοδα και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων, λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας αυτών κι (άρθρα 178, 180 παρ.1, 183 ΚΠολΔ) και να επιβληθεί μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος – εφεσίβλητου σε βάρος της εναγόμενης – εκκαλούσας, όπως ειδικότερα προσδιορίζονται στο διατακτικό. Τέλος, επειδή έγινε δεκτή η έφεση, πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου αυτής στην εκκαλούσα που κατέθεσε αυτό (άρθρο 495 παρ.3 προτελ. εδ. του ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ α) την από 28-2-2020 και με αριθμό κατάθεσης δικογράφου ………/2020 έφεση και β) τον από 17-12-2020 και με αριθμό κατάθεσης …………/2020 πρόσθετο λόγο έφεσης.
ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά και κατ΄ουσίαν την έφεση και τον πρόσθετο λόγο αυτής.
ΕΞΑΦΑΝΙΖΕΙ την εκκαλούμενη, με αρ. 8/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, τακτικής διαδικασίας.
ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την επιστροφή του παραβόλου της έφεσης που αναφέρθηκε στην αρχή της παρούσας στην εκκαλούσα.
ΚΡΑΤΕΙ την υπόθεση.
ΔΕΧΕΤΑΙ την από 29.4.2018, με ειδικό αριθμό κατάθεσης ……………/2018 αγωγή κατά ένα μέρος.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ότι η εναγόμενη οφείλει να καταβάλει στον ενάγοντα στο ποσό των τεσσάρων χιλιάδων οχτακοσίων (4.800) €, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής.
ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ σε βάρος της εναγόμενης μέρος των δικαστικών εξόδων του ενάγοντος των δύο βαθμών δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500 )€.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, χωρίς να παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους, στις 26.8.2022.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ