Όταν η επιταγή προς εκτέλεση, είναι προ της 01.01.2022, εφαρμόζεται το 937 παρ. 1 β ΚΠολΔ, στην παλιά του μορφή, κατά συνέπεια η αίτηση αναστολής εισάγεται με αυτοτελές δικόγραφο και όχι με το εφετήριο και κατατίθεται πέντε εργάσιμες ημέρες πριν τον πλειστηριασμό. Ο νόμος, στην περίπτωση της μεταβίβασης απαιτήσεων με σκοπό την τιτλοποίηση κατά τους ορισμούς του N. 3156/2003, δεν απονέμει, στην εταιρεία διαχειρίσεως (με την οποία συμβάλλεται η εταιρεία αποκτήσεως) την ιδιότητα του μη δικαιούχου ή μη υπόχρεου διαδίκου, έστω και έμμεσα χωρίς πανηγυρική διατύπωση ώστε η τελευταία να ασκεί ως μη δικαιούχος διάδικος, κατά παραχώρηση του νομοθέτη, αγωγές και άλλα ένδικα βοηθήματα ενώπιον των δικαστηρίων για τα δικαιώματα της εταιρείας αποκτήσεως, αιτούμενη έννομη προστασία στο όνομά του, όπως ρητά πράττει για τις εταιρίες διαχειρίσεως του N. 4354/2015 στο άρθρο 2 παρ. 4 αυτού. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η καθ’ ης δεν νομιμοποιείτο ενεργητικά αφενός στην έκδοση της Διαταγής Πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, αφετέρου στην επίσπευση, στο όνομά της, αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος των καθ’ ων. Δεκτή η αίτηση.
Αριθμός Απόφασης 595/2022
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
(ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ)
Συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Ιωάννα Ξυλιά, Εφέτη, που όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Εφετείου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 30 Σεπτεμβρίου 2022, χωρίς τη σύμπραξη γραμματέα, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ: 1) Ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «……… ΟΕ», που εδρεύει στον ………….. (…………..) και εκπροσωπείται νόμιμα, με ΑΦΜ ……………, 2) …………………, με ΑΦΜ ………………, 3) …………………, με ΑΦΜ …………., 4) …………………, με ΑΦΜ …………, 5) ……………, με ΑΦΜ …………, κατοίκων ………… (……………), οι οποίοι παραστάθηκαν δια του πληρεξουσίου δικηγόρου τους Γεωργίου Καλτσά (ΑΜ 03231 ΔΣΠειρ), που κατέθεσε έγγραφο σημείωμα.
ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ: Ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……………………», που εδρεύει στη ………… Αττικής (……….) και εκπροσωπείται νόμιμα, ως εταιρίας διαχείρισης απαιτήσεων της εταιρίας με την επωνυμία «…………………….», με έδρα το Δουβλίνο Ιρλανδίας, η οποία κατέστη ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………………….», που παραστάθηκε δια του πληρεξούσιου δικηγόρου της ……………., που κατέθεσε έγγραφο σημείωμα.
Οι αιτούντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 26-09-2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …….. αίτησή τους, που προσδιορίστηκε για να συζητηθεί κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα έγγραφα σημειώματα που κατέθεσαν.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 937§1 περ. β ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του από το άρθρο όγδοο του άρθρου 1 Ν. 4335/2015, που κατά την § 3 του άρθρου ένατου του ίδιου νόμου εφαρμόζεται όταν η επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση διενεργείται μετά τις 01-01-2016 και πριν την προσθήκη του άρθρου 938 του ίδιου κώδικα με το άρθρο 60 του Ν. 4842/2021 και ισχύει κατ’ άρθρο 116 και 122 του ίδιου νόμου από 01-01-22 και για τις υποθέσεις στις οποίες η επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση διενεργείται μετά από την έναρξη ισχύος του, η άσκηση ένδικου μέσου δεν αναστέλλει την πρόοδο της αναγκαστικής εκτέλεσης, εκτός αν το δικαστήριο του ένδικου μέσου, μετά από αίτηση του ασκούντος αυτό, που υποβάλλεται και αυτοτελώς, δικάζοντας με τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., διατάξει την αναστολή, με παροχή ή και χωρίς παροχή εγγύησης, εφόσον κρίνει ότι η ενέργεια της αναγκαστικής εκτέλεσης θα προξενήσει ανεπανόρθωτη βλάβη στον αιτούντα και πιθανολογεί την ευδοκίμηση του ένδικου μέσου. Επίσης μπορεί να διαταχθεί να προχωρήσει η αναγκαστική εκτέλεση αφού δοθεί εγγύηση. Ειδικά, όταν ζητείται η αναστολή πλειστηριασμού, αυτή είναι απαράδεκτη, αν δεν κατατεθεί το αργότερο πέντε (5) εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού.
Με την κρινόμενη αίτησή τους οι αιτούντες, ισχυρίζονται ότι με επίσπευση της καθ’ ης, δυνάμει της από ……….. επιταγής κάτωθι αντιγράφου εξ απογράφου της υπ’ αριθ. ………../2021 Διαταγής Πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που τους επιδόθηκε στις ……. και …………, σε συνδυασμό με την υπ’ αριθ. ………. έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών ………….., που τους επιδόθηκε την ………., εκτίθενται την …………, ώρες 10.00 έως 12.00, σε αναγκαστικό, ανοικτό, πλειοδοτικό πλειστηριασμό με ηλεκτρονικά μέσα τα περιγραφόμενα σ’ αυτήν ακίνητα συνιδιοκτησίας τους, που βρίσκονται στις οδούς ……… και ………, για την ικανοποίηση απαίτησής της ύψους 50.000 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων, ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών …………. Ότι με την υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. ………./2022 ανακοπή τους που απηύθυναν στο Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά κατά της καθ’ ης, ζήτησαν την ακύρωση των ανωτέρω πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος τους, πλην όμως με την υπ’ αριθ. ………../2022 οριστική απόφαση του ανωτέρω Δικαστηρίου αυτή απορρίφθηκε. Ότι κατά της απόφασης αυτής άσκησαν την από ………. υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. στη Γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ………… έφεσή τους, με την οποία ζήτησαν, για τους διαλαμβανόμενους σ’ αυτήν λόγους, την εξαφάνιση της εκκαλουμένης και την παραδοχή της ανακοπής τους. Επικαλούμενοι δε την ανεπανόρθωτη βλάβη που θα υποστούν από την επίσπευση αναγκαστικής εκτελέσεως σε βάρος τους και βασιμότητα του ενδίκου μέσου, ζητούν να ανασταλεί η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης και ο πλειστηριασμός, μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση επ’ αυτού. Με τέτοιο περιεχόμενο και αίτημα, η αίτηση, αρμοδίως εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου και κατά την προκείμενη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 937, 686 επ. ΚΠολΔ). Ασκήθηκε παραδεκτά και εμπρόθεσμα, αφού κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού στις 23.9.2022, δηλαδή τουλάχιστον πέντε (5) εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού και είναι νόμιμη στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 933, 937 §1 περ. β΄ ΚΠολΔ, όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους από τον Ν 4335/2015 και πριν την τροποποίησή τους από τον Ν. 4842/2021, δεδομένου ότι η εκτελεστική διαδικασία, με την επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση, άρχισε μετά την 01-01-2016 και πριν την 01-01-22.
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 10 § 1 του Ν 3156/2003, τιτλοποίηση απαιτήσεων είναι η μεταβίβαση επιχειρηματικών απαιτήσεων λόγω πώλησης με σύμβαση που καταρτίζεται εγγράφως μεταξύ του μεταβιβάζοντος και του αποκτώντος, σε συνδυασμό με την έκδοση και διάθεση, με ιδιωτική τοποθέτηση μόνον, ομολογιών οποιουδήποτε είδους ή μορφής, η εξόφληση των οποίων πραγματοποιείται: α) από το προϊόν είσπραξης των επιχειρηματικών απαιτήσεων που μεταβιβάζονται ή β) από δάνεια, πιστώσεις ή συμβάσεις παραγώγων χρηματοοικονομικών μέσων. Ως «ιδιωτική τοποθέτηση» θεωρείται η διάθεση των ομολογιών σε περιορισμένο κύκλο προσώπων, που δεν μπορεί να υπερβαίνει τα εκατόν πενήντα. «Μεταβιβάζων», κατά την § 2 του ίδιου άρθρου, μπορεί να είναι έμπορος με εγκατάσταση στην Ελλάδα και «αποκτών» νομικό μόνο πρόσωπο – ανώνυμη εταιρία – με σκοπό την απόκτηση και την τιτλοποίηση των απαιτήσεων (Εταιρία Ειδικού Σκοπού). Η εταιρία καταβάλλει το τίμημα και «τιτλοποιεί» τις απαιτήσεις εκδίδοντας αξιόγραφα «ομολογίες» ονομαστικής αξίας τουλάχιστον 100.000 € η κάθε μία (§5). Στην πιο απλή μορφή της, η τιτλοποίηση συνίσταται στην εκχώρηση (μεταβίβαση λόγω πωλήσεως) απαιτήσεων από έναν ἡ περισσότερους τομείς δραστηριότητας μιας εταιρίας προς μία άλλη εταιρία, η οποία έχει ως ειδικό σκοπό την αγορά των εν λόγω απαιτήσεων έναντι τιμήματος. Το τίμημα καταβάλλεται από το προϊόν της διάθεσης σε επενδυτές ομολογιών, στο πλαίσιο ομολογιακού δανείου που η λήπτρια εταιρία εκδίδει για το σκοπό αυτό. Η πώληση των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων διέπεται από τις διατάξεις των άρθρων 513 επ. ΑΚ, η δε μεταβίβαση από τις διατάξεις των άρθρων 455 επ. ΑΚ, εφόσον οι διατάξεις αυτές δεν αντίκεινται στις διατάξεις του νόμου αυτού (§6). Η σύμβαση μεταβίβασης των τιλοποιούμενων απαιτήσεων καταχωρίζεται σε περίληψη που περιέχει τα ουσιώδη στοιχεία αυτής, σύμφωνα με το άρθρο 3 του ν. 2844/2000 (§ 8). Από την καταχώριση της σχετικής σύμβασης κατά τα ανωτέρω επέρχεται η μεταβίβαση των τιτλοποιούμενων απαιτήσεων, εκτός αν άλλως ορίζεται στους όρους της σύμβασης, η δε μεταβίβαση αναγγέλλεται εγγράφως από τον μεταβιβάζοντα ή την εταιρεία ειδικού σκοπού στον οφειλέτη (§ 9). Ως αναγγελία λογίζεται η καταχώριση της σύμβασης στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του Ν. 2844/2000, σύμφωνα με τη διάταξη της § 8 του ιδίου άρθρου. Πριν από την αναγγελία δεν αποκτώνται έναντι τρίτων δικαιώματα που απορρέουν από τη μεταβίβαση (εκχώρηση) λόγω πώλησης της § 1. Η ανωτέρω καταχώριση γίνεται με δημοσίευση (κατάθεση εντύπου, η μορφή του οποίου καθορίστηκε με την 161337/30-10-2003 – ΦΕΚ Β’ 1688/2003 υπουργική απόφαση και ήδη με την 20783/09-11-2020 – ΦΕΚ Β΄ 4944/09-11-2020 – απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης) στο ενεχυροφυλακείο του τόπου της κατοικίας ή της έδρας του μεταβιβάζοντος, ως ενεχυροφυλακεία δε έως την ίδρυση τους με π.δ. ορίζονται τα κατά τόπους λειτουργούντα σήμερα υποθηκοφυλακεία ή κτηματολογικά γραφεία της έδρας των Πρωτοδικείων. Συνοπτικώς, τα στοιχεία που περιέχονται στο άνω έντυπο με την προκαθορισμένη μορφή είναι: α) τα στοιχεία των συμβαλλομένων, β) οι όροι της σύμβασης (λ.χ. νόμισμα και ποσό του τιμήματος της αγοράς), γ) ο τύπος των επιχειρηματικών απαιτήσεων, δ) το οφειλόμενο κεφάλαιο ανά επιχειρηματική απαίτηση και ανά σύνολο, ε) τα στοιχεία των οφειλετών και οι παρεπόμενες εμπράγματες και ενοχικές απαιτήσεις. Περαιτέρω, ο ως άνω νόμος προβλέπει ότι επί μία τέτοιας μεταβιβάσεως επιχειρηματικών απαιτήσεων από Τράπεζα σε μία εταιρεία ειδικού σκοπού είναι δυνατό να ανατεθεί με έγγραφη σύμβαση, η οποία σημειώνεται στο δημόσιο βιβλίο του άρθρου 3 του Ν. 2844/2000 (§ 16), η διαχείριση των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων σε πιστωτικό ἡ χρηματοδοτικό ίδρυμα, το οποίο στην περίπτωση που η εταιρεία ειδικού σκοπού (αποκτήσεως) δεν εδρεύει στην Ελλάδα, πρέπει να είναι εγκατεστημένο στην Ελλάδα. Ειδικότερα, για την ως άνω σύμβαση διαχειρίσεως, η οποία κατά τα εννοιολογικά της στοιχεία ταυτίζεται με τη σύμβαση εντολής (713 επ. ΑΚ) και αντιπροσωπεύσεως (211 επ. ΑΚ), η §14 του ως άνω άρθρου 10, ορίζει τα ακόλουθα: «Με σύμβαση που συνάπτεται εγγράφως η είσπραξη και εν γένει διαχείριση των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων μπορεί να ανατίθεται σε πιστωτικό ή χρηματοδοτικό ίδρυμα που παρέχει νομίμως υπηρεσίες σύμφωνα με το σκοπό του στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, στον μεταβιβάζοντα ή και σε τρίτο, εφόσον ο τελευταίος είτε είναι εγγυητής των μεταβιβαζόμενων απαιτήσεων είτε ήταν επιφορτισμένος με τη διαχείριση ή την είσπραξη των απαιτήσεων πριν τη μεταβίβασή τους στον αποκτώντα. Αν η εταιρεία ειδικού σκοπού δεν εδρεύει στην Ελλάδα και οι μεταβιβαζόμενες απαιτήσεις είναι απαιτήσεις κατά καταναλωτών πληρωτέες στην Ελλάδα, τα πρόσωπα στα οποία ανατίθεται η διαχείριση πρέπει να έχουν εγκατάσταση στην Ελλάδα. Σε περίπτωση υποκατάστασης του διαχειριστή, ο υποκατάστατος ευθύνεται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον με τον διαχειριστή». Από τα παραπάνω, είναι σαφές ότι η ως άνω εταιρεία διαχειρίσεως ενεργεί πράξεις διαχειρίσεως ως αντιπρόσωπος και για λογαριασμό της εταιρείας ειδικού σκοπού (αποκτήσεως). Ο νόμος, στην περίπτωση της μεταβίβασης απαιτήσεων με σκοπό την τιτλοποίηση κατά τους ορισμούς του Ν. 3156/2003, δεν απονέμει, κατά τη γνώμη που υιοθετεί και το Δικαστήριο αυτό, στην εταιρεία διαχειρίσεως (με την οποία συμβάλλεται η εταιρεία αποκτήσεως) την ιδιότητα του μη δικαιούχου ή μη υπόχρεου διαδίκου, έστω και έμμεσα χωρίς πανηγυρική διατύπωση ώστε η τελευταία να ασκεί ως μη δικαιούχος διάδικος, κατά παραχώρηση του νομοθέτη, αγωγές και άλλα ένδικα βοηθήματα ενώπιον των δικαστηρίων για τα δικαιώματα της εταιρείας αποκτήσεως, αιτούμενη έννομη προστασία στο όνομά του, όπως ρητά πράττει για τις εταιρίες διαχειρίσεως του Ν. 4354/2015 στο άρθρο 2 § 4 αυτού. Με άλλα λόγια δεν της απονέμει ενεργητική κατ’ εξαίρεση νομιμοποίηση. Ρυθμίζει απλά τους όρους και το πλαίσιο της εκτελέσεως εξώδικων διαχειριστικών (νομικών ή υλικών) πράξεων με σκοπό την είσπραξη (για λογαριασμό της εντολέως της, δικαιούχου) των απαιτήσεων από τους οφειλέτες. Εξάλλου η ανάγκη αποσυμφορήσεως και απαλλαγής των ελληνικών συστημικών τραπεζών από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια πελατών τους υπήρξε πιεστική, κι έτσι εισήχθη στην ελληνική έννομη τάξη με το Ν. 4354/2015 (άρθρα 1-3) μία νέα, εντελώς διάφορη από την προηγούμενη, διαδικασία μεταβιβάσεως, αποκτήσεως και διαχειρίσεως μη εξυπηρετούμενων και αργότερα και εξυπηρετούμενων τραπεζικών δανείων και πιστώσεων. Ωστόσο, με το Ν. 4904/2015 δεν καταργήθηκε η καθιερωθείσα με το Ν. 3156/2003 δυνατότητα αποκτήσεως και διαχειρίσεως επιχειρηματικών δανείων κ.λπ. με τιτλοποίηση. Εξακολούθησε και εξακολουθεί να ισχύει για τις μεταβιβάσεις απαιτήσεων που γίνονται με τους δικούς του όρους και διαδικασία. Μάλιστα, για να μην υπάρξει σύγχυση για τις εφαρμοζόμενες σε κάθε περίπτωση νομοθετικές ρυθμίσεις, ρητά ορίσθηκε στο άρθρο 1 § 1 περ. δ’ του Ν. 4354/2015 ότι «Οι διατάξεις του παρόντος δεν επηρεάζουν την εφαρμογή των διατάξεων των νόμων 3106/2003, 1905/1990, 1665/1986, 3606/2007 και 4261/2014» (βλ. και ΑΠ 822/2022 Antimolia, ΑΠ 909/2021 ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ ΜονΕφΑθ 1858/2022 ΝΟΜΟΣ, ΜονΕφΠειρ 467/2022 δημοσιευμένη στην ιστοσελίδα του ΕφΠειρ, ΜονΕφΛαρ 250/2022 sakkoulas on line, Contra ΑΠ 1102/2022 Antimolia και σχ. 402 και 883/2021, χωρίς ιδιαίτερη αιτιολογία, καθώς και ΜΠρΑθ 842/2022 ΝΟΜΟΣ και Γ. Ορφανίδη (Γνωμ.), Το κανονιστικό περιεχόμενο του Ν 4354/2015, ΕφΑΔ 2021.1283, με τη σκέψη ότι το νομοθετικό πλαίσιο του Ν 4354/2015 εφαρμόζεται ανεξαρτήτως του δικαίου, που διέπει την ουσιαστική έννομη σχέση. Αρκεί το γεγονός ότι ο αντισυμβαλλόμενος – δανειολήπτης έχει την έδρα ή την κατοικία του στην Ελλάδα).
Από τα έγγραφα που προσκομίζουν με επίκληση οι αιτούντες (η καθ’ ης δεν προσκόμισε αποδεικτικά μέσα) πιθανολογήθηκαν κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Κατόπιν αιτήσεως της καθ’ ης, που έχει αδειοδοτηθεί από την ΤτΕ (απόφαση με αριθμό ………… της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της ΤτΕ) ως εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις δυνάμει των διατάξεων του Ν 4354/2015, ως έχει τροποποιηθεί και ισχύει και της Πράξης ………….. της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΤτΕ, όπως έχει τροποποιηθεί με την πράξη …………… της ίδιας Επιτροπής στην οποία έχει ανατεθεί ως εντολοδόχου και ειδικής πληρεξουσίας, αντιπροσώπου και αντικλήτου η διαχείριση των απαιτήσεων της εδρεύσουσας στην Ιρλανδία εταιρείας με την επωνυμία “………….”, που κατέστη ειδική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «………………..», στην οποία πώλησε η τελευταία δυνάμει της από …………….. σύμβασης πώλησης και μεταβίβασε δυνάμει της από …………… σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων, ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις της από επιχειρηματικά δάνεια και τα σχετικά παρεπόμενα δικαιώματα, αντίγραφο της οποίας πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων καταχωρίστηκε νόμιμα σύμφωνα με το άρθρο 10 παρ. 8 Ν 3156/2003 στο Δημόσιο Βιβλίο του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών με αριθμό πρωτοκόλλου ………. (τόμος ……, α.α. ….), εκδόθηκε η με αριθ. ……/2021 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία οι αιτούντες υποχρεώθηκαν να καταβάλουν σ’ αυτήν εις ολόκληρον το ποσό των 50.000 ευρώ, εντόκως από 09-12-2017, με το νόμιμο επιτόκιο υπερημερίας και με εξαμηνιαίο ανατοκισμό των τόκων. Το ανωτέρω ποσό αποτελούσε μέρος απαίτησης από το κατάλοιπο του λογαριασμού που τηρήθηκε σε εξυπηρέτηση της με αριθ. ………… σύμβασης πίστωσης με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό και των πρόσθετων αυτής πράξεων και παραρτημάτων, που είχαν καταρτιστεί μεταξύ της ………. Τράπεζας και αφενός της πρώτης αιτούσας ως δανειολήπτριας, αφετέρου των λοιπών αιτούντων ως εγγυητών. Η εν λόγω διαταγή πληρωμής με την από 16.12.2021 επιταγή προς πληρωμή της καθ’ ης, συνολικού ποσού 50.559 ευρώ, πλέον τόκων, επιδόθηκε στους αιτούντες στις 21, 22 και 23-12-2021. Περαιτέρω, στα πλαίσια της ανωτέρω αρξαμένης διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, με επίσπευση της καθ’ ης, δυνάμει της υπ’ αριθ. ………… έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών ………., η οποία επιδόθηκε στους αιτούντες στις 28.02.2022 (βλ. τη σχετική επισημείωση επί της έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας), επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση, δυνάμει του ανωτέρω τίτλου, για ποσό 30.000 ευρώ, στα κάτωθι ακίνητα συνιδιοκτησίας των αιτούντων: Α) της με τα στοιχεία Α-14Β αποθήκης του υπογείου ορόφου με ΚΑΕΚ ………, εμβαδού 26,605 τ.μ., Β) της με τα στοιχεία Α-1 αποθήκης του υπογείου ορόφου με ΚΑΕΚ ……, εμβαδού 26,605 τ.μ., Γ) της με τα στοιχεία Α-14Α αποθήκης του υπογείου ορόφου με ΚΑΕΚ ….., εμβαδού 69,75 τ.μ., Δ) του με στοιχεία Κ-14 καταστήματος του ισογείου ορόφου με ΚΑΕΚ ………………, εμβαδού 41 τ.μ., πολυκατοικίας που είναι κτισμένη σε οικόπεδο εμβαδού 1.246 τ.μ., που βρίσκεται στη συμβολή των οδών …………. και Καποδιστρίου ………. στον ………. Ο πλειστηριασμός ορίστηκε ότι θα είναι ανοικτός – πλειοδοτικός και ότι θα διεξαχθεί με ηλεκτρονικά μέσα, από τη συμβολαιογράφο Αθηνών …………….., στις 5 Οκτωβρίου 2022, ημέρα Τετάρτη από ώρα 10.00 το πρωί ως 12.00 το μεσημέρι. Κατά της επισπευδόμενης ως άνω εκτέλεσης οι αιτούντες άσκησαν ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά την από 08-04-2022 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης ………… ανακοπή τους με την οποία ζήτησαν την ακύρωση της από ……….. επιταγής και της υπ’ αριθ. ………… έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης, εκδοθείσας της υπ’ αριθ. …………. απόφασης του ανωτέρω Δικαστηρίου, με την οποία αυτή απορρίφθηκε. Κατά της ως άνω απόφασης οι αιτούντες έχουν ασκήσει ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού την από 26-09-2022 (αριθ. εκθ. καταθ. ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου …………..) έφεση, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …………., η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε για να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο της ………… Η έφεση αυτή έχει ασκηθεί παραδεκτά, από τους ηττηθέντες στη δίκη ανακόπτοντες και ήδη εκκαλούντες κατά της καθ’ ης η ανακοπή, έχει κατατεθεί το προβλεπόμενο στο άρθρο 495§3 στ. Α περ. β΄ παράβολο και εμπρόθεσμα, αφού οι διάδικοι δεν επικαλούνται ούτε προκύπτει από τον φάκελλο της υπόθεσης επίδοση της εκκαλουμένης, ενώ από τη δημοσίευσή της (22-09-2022) μέχρι την άσκηση της έφεσης (23-09-2022) δεν παρήλθε διετία (άρθρα 495§§1, 2, 496, 500, 511, 513§1 περ. β΄ εδ. α, 516§1, 517 εδ. α΄, 518§2 ΚΠολΔ).
Με τον πρώτο λόγο της έφεσής τους οι εκκαλούντες – ανακόπτοντες παραπονούνται κατά της εκκαλουμένης για κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 1 – 3Α και 2§ 4 Ν. 4354/2015, 10§§ 1, 8, 14, 16 Ν. 3156/2003, 3 2844/2000, 713 επ., 211 ΑΚ, 919, 924, 925 ΚΠολΔ απόρριψη του λόγου της ανακοπής τους, με τον οποίο επικαλέστηκαν ελάττωμα του εκτελεστού τίτλου, αλλά και της επιταγής προς εκτέλεση, διότι η καθ’ ης εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις στερείτο ενεργητικής νομιμοποίησης, τόσο για την έκδοση της ως άνω Διαταγής Πληρωμής, όσο και για την επίσπευση εκτέλεσης σε βάρος της, δεδομένου ότι η συναφθείσα βάσει των διατάξεων του Ν. 3156/2003 μεταξύ αυτής και της εταιρείας απόκτησης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις σύμβαση διαχείρισης απαιτήσεων διέπεται από τον Ν. 3156/2003, δεν έχουν επ’ αυτής εφαρμογή οι διατάξεις του Ν. 4354/2015, δεν χορηγείται επομένως εκ του νόμου σ’ αυτήν κατ’ εξαίρεση νομιμοποίηση, με αποτέλεσμα να μην νομιμοποιείται να ζητήσει την έκδοση της ανακοπτόμενης διαταγής πληρωμής, συνεπώς η αίτηση για την έκδοσή της ήταν απορριπτέα. Ο ανωτέρω πράγματι προβληθείς λόγος ανακοπής (ειδικότερα πρώτος και δεύτερος) με την υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. …………. ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ανακοπή είναι κατά τα εκτιθέμενα στην ανωτέρω μείζονα σκέψη νόμιμος. Περαιτέρω από το περιεχόμενο της από 20-09-2021 αίτησης και της εκδοθείσας επ’ αυτής υπ’ αριθ. ……/2021 Διαταγή Πληρωμής προκύπτει ότι η αιτούσα ζήτησε και πέτυχε την έκδοσή της ως εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις που έχει αδειοδοτηθεί από την ΤτΕ (απόφαση με αριθμό ………. της Επιτροπής Πιστωτικών και Ασφαλιστικών Θεμάτων της ΤτΕ) δυνάμει των διατάξεων του Ν. 4354/2015, ως έχει τροποποιηθεί και ισχύει και της Πράξης ……… της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΤτΕ, όπως έχει τροποποιηθεί με την πράξη …….. της ίδιας Επιτροπής, ενεργώντας ως εντολοδόχος δια ειδικού πληρεξουσίου, αντιπρόσωπος και αντίκλητος της εταιρείας με την επωνυμία “………….” και ως μη δικαιούχος διάδικος, δυνάμει του από …… ιδιωτικού συμφωνητικού Διαχείρισης Απαιτήσεων, αντίγραφο του οποίου καταχωρίστηκε νόμιμα στα Δημόσια Βιβλία του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών, σύμφωνα με το άρθρο 10 §§ 14, 16 Ν. 3156/2003, με αριθμό πρωτοκόλλου ………. (τόμος …../α.α. …..) και της από …….. συμφωνίας των μερών περί των ειδικών όρων παροχής των υπηρεσιών του διαχειριστή και του από ………… πληρεξουσίου που επικυρώθηκε από τον συμβολαιογράφο Δουβλίνου ……….. και φέρει την από ………… επισημείωση της Σύμβασης τα Χάγης με αριθμό ……. Ότι στην ως άνω εταιρεία “……..”, η ανώνυμη τραπεζική εταιρεία με την επωνυμία «…….» πώλησε, δυνάμει της από ……. σύμβασης αγοραπωλησίας και μεταβίβασε δυνάμει της από ……. σύμβασης πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις της από επιχειρηματικά δάνεια και τα σχετικά παρεπόμενα δικαιώματα, αντίγραφο της οποίας πώλησης και μεταβίβασης απαιτήσεων καταχωρίστηκε νόμιμα σύμφωνα με το άρθρο 10 § 8 Ν. 3156/2003 στο Δημόσιο Βιβλίο του Ενεχυροφυλακείου Αθηνών με αριθμό πρωτοκόλλου …………. (τόμος ………, α.α. ……). Περαιτέρω από τα προσκομιζόμενα από τους αιτούντες αντίγραφα των δημοσιευμένων στο Ενεχυροφυλακείο Αθηνών με αριθμό πρωτοκόλλου …….. και …….. αποσπάσματα των ανωτέρω συμβάσεων πώλησης και μεταβίβασης επιχειρηματικών απαιτήσεων από την «…………..» προς την “…………..” και διαχείρισης επιχειρηματικών απαιτήσεων από την τελευταία προς την καθ’ ης πιθανολογείται ότι αμφότερες οι ανωτέρω συμβάσεις καταρτίστηκαν σύμφωνα με τον Ν. 3156/2003 και διέπονται από αυτόν. Συνεπώς, η καθ’ ης διαχειρίστρια εταιρεία φέρει την ιδιότητα της αντιπροσώπου της ανωτέρω δικαιούχου εταιρείας και δεν έχει αποκτήσει την ιδιότητα του κατ’ εξαίρεση νομιμοποιούμενου (μη δικαιούχου) διαδίκου, αφού ο ανωτέρω νόμος δεν απονέμει σ’ αυτήν τέτοια ιδιότητα, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, αφού η κατ’ εξαίρεση νομιμοποίηση των εταιρειών διαχείρισης απαιτήσεων αντλείται απ’ ευθείας από το νόμο, εφόσον έχει συναφθεί η προβλεπόμενη από τον Ν. 4354/2015 σύμβαση (βλ. Κιτσαρά, Η περαιτέρω μεταβίβαση απαιτήσεως από δάνεια και πιστώσεις μετά την αρχική απόκτησή της από «εταιρεία αποκτήσεως» του Ν. 4354/2015, σε ΧρΙΔ 2019.305). Η δε περιγραφόμενες στην ανωτέρω σύμβαση υπό στοιχείο «Δ. περίληψη των εξουσιών του Διαχειριστή» εξουσίες, στις οποίες περιλαμβάνεται και η δικαστική επιδίωξη απαιτήσεων, δεν δύνανται να θεμελιώσουν νομιμοποίησή της για διενέργεια διαδικαστικών πράξεων ενώπιον του Δικαστηρίου και επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης, καθόσον η συμβατική θεμελίωση της νομιμοποιήσεως, εκτός του ότι παραβλάπτει αυθαιρέτως τα συμφέροντα του αντιδίκου του νομιμοποιούμενου, οδηγεί και σε διεύρυνση των υποκειμενικών ορίων της δίκης και του δεδικασμένου δυνάμει ιδιωτικής βουλήσεως, γι’ αυτό και θεωρείται ανεπίτρεπτη (ΑΠ 45/2007 Δ 2007.583). Δικαστική δε παράσταση με εκούσιο αντιπρόσωπο δεν επιτρέπεται ούτε με την επίκληση της ιδιότητας του γενικού εντολοδόχου (ΑΚ 713), έστω μάλιστα και αν ο εκούσιος αντιπρόσωπος διορίσει δικηγόρο ως δικαστικό πληρεξούσιο, ενώ η ανέκκλητη εντολή, που παρέχεται για την είσπραξη απαιτήσεως (ΑΚ 724§2) δεν ενσωματώνει και δυνατότητα στον εντολοδόχο ασκήσεως αγωγής στο όνομά του (ΑΠ 439/1979, ΝοΒ 1980.1912, ΑΠ 45/2007 ό.α. και Ν. Νίκα, Πολιτική Δικονομία, έκδοση 2η (2020), τόμος Ι, σελ. 372-373). Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η καθ’ ης δεν νομιμοποιείτο ενεργητικά αφενός στην έκδοση της …………/2021 Διαταγής Πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, αφετέρου στην επίσπευση, στο όνομά της, αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος των καθ’ ων, επιδίδοντας σ’ αυτούς κάτωθι αντιγράφου εξ απογράφου αυτής την από ……….. επιταγή προς πληρωμή και επιβάλλοντας κατά των 2ου, 3ης και 5ης των αιτούντων την υπ’ αριθ. ………….. έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών …………. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που κατέληξε σε αντίθετη κρίση και απέρριψε ως νομικά αβάσιμους τους σχετικούς λόγους ανακοπής, επειδή έκρινε ότι η νομιμοποίηση της καθ’ ης στηρίζεται στη διάταξη του άρθρου 2§4 Ν 4354/2015, παρότι αυτή δεν εφαρμόζεται στη διαδικασία που προβλέπεται από τον Ν 3156/2003, έσφαλε περί την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ο σχετικός (πρώτος) λόγος της έφεσης πιθανολογείται ότι θα γίνει δεκτός ως βάσιμος κατ’ ουσίαν. Περαιτέρω πιθανολογείται, επίσης, ότι η εξακολούθηση της αναγκαστικής εκτέλεσης θα επιφέρει ανεπανόρθωτη βλάβη στους αιτούντες, αφού στα εκπλειστηριαζόμενα ακίνητα λειτουργεί κατάστημα ειδών αλιείας, το οποίο αποτελεί αντικείμενο δραστηριότητας της πρώτης αιτούσας και εξυπηρετεί τις βιοποριστικές ανάγκες των λοιπών. Πρέπει επομένως, παρέλκουσας της έρευνας των λοιπών λόγων έφεσης, να γίνει δεκτή ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη η κρινόμενη αίτηση, και να ανασταλεί η διαδικασία του αναγκαστικού πλειστηριασμού που επισπεύδεται δυνάμει του προαναφερόμενου τίτλου, μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της ασκηθείσας εφέσεως, χωρίς παροχή εγγύησης. Η δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων δεν πρέπει να επιβληθεί σε βάρος των αιτούντων, κατά το αίτημα της καθ’ ης, αλλά να συμψηφιστεί στο σύνολό της, λόγω της ιδιαίτερης δυσχέρειας ως προς την ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόσθηκαν (άρθρο 179 ΚΠολΔ, η εφαρμογή του οποίου δεν αποκλείεται από τη διάταξη του άρθρου 84§2 εδ. γ΄ Ν 4194/2013 « Κώδικας Δικηγόρων», όπως έχει αυτό τροποποιηθεί από το άρθρο 14§3 Ν 4236/2014).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Δικάζει κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων.
Δέχεται την αίτηση.
Αναστέλλει τον ανοικτό – πλειοδοτικό πλειστηριασμό με ηλεκτρονικά μέσα που πρόκειται να διεξαχθεί από τη συμβολαιογράφο Αθηνών …………………, στις 5 Οκτωβρίου 2022, ημέρα Τετάρτη από ώρα 10.00 το πρωί ως 12.00 το μεσημέρι, επί των αναφερόμενων στο σκεπτικό ακινήτων, που επισπεύδεται από την καθ’ ης σε βάρος των αιτούντων, με εκτελεστό τίτλο την υπ’ αριθ. ………./2021 Διαταγή Πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών με την κάτωθι αντιγράφου εξ απογράφου αυτής από …………… επιταγή προς εκτέλεση και την υπ’ αριθ. …………. έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών ………….., μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της υπ’ αριθ. έκθ. κατάθ. στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού ………. έφεσης κατά της υπ’ αριθ. ………… απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά (διαδικασία περιουσιακών διαφορών).
Συμψηφίζει τη δικαστική δαπάνη.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στον Πειραιά στις 4 Οκτωβρίου 2022, απόντων των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Για τη δημοσίευση
Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ