ΑΠΟΦΑΣΗ
Camara κατά Βελγίου της 18.07.2023 (αριθ. προφ. 49255/22)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Ο προσφεύγων υπήκοος Γουινέας εισήλθε στο Βέλγιο στις 12 Ιουλίου 2022, όπου υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Οι αρμόδιες αρχές τον ενημέρωσαν ότι δεν μπορούσε να τον φιλοξενήσουν γιατί το δίκτυο των δομών για φιλοξενίαπροσφύγων ήταν κορεσμένο. Προσέφυγε στα δικαστήρια, τα οποία εξέδωσαν άμεσα απόφαση για την φιλοξενία του σε δομή,η οποία όμως δεν εκτελέστηκε. Ο προσφεύγων έγινε δεκτός σε δομή του Ερυθρού Σταυρού στις 4 Νοεμβρίου 2022 ύστερα από την έκδοση απόφασης προσωρινών μέτρων του ΕΔΔΑκαι έχοντας μείνει άστεγοςγια 4 μήνες. Άσκησε προσφυγή για παραβίαση της δίκαιης δίκης και πολλαπλές άλλες παραβιάσεις της Σύμβασης.
Όσον αφορά την καταγγελία για την παραβίαση του άρθρου 6, το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι μολονότι είχε επίγνωση της δυσχερούς κατάστασης που αντιμετώπιζε το βελγικό Δημόσιο, δεν μπορούσε να δεχθεί ότι ο χρόνος που χρειάστηκαν εν προκειμένω οι βελγικές αρχές για εκτέλεση δικαστικής αποφάσεως με σκοπό την προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας ήταν εύλογος. Προσέθεσε ότι αυτή η συστημική αποτυχία είχε επιβαρύνει υπερβολικά τη λειτουργία ενός εθνικού δικαστηρίου και τη λειτουργία του ΕΔΔΑ.
Το Δικαστήριο του Στρασβούργου διαπίστωσε ότι δεν υπήρξε «απλή» καθυστέρηση εκ μέρους των βελγικών αρχών, αλλά σαφής άρνηση συμμόρφωσης της απόφασης που εξέδωσε το εθνικό δικαστήριο, βλάπτοντας έτσι τον πυρήνα του δικαιώματος που προστατεύεται από το άρθρο 6, το οποίο είχε παραβιαστεί.
Ακολούθως όσον αφορά τις λοιπές καταγγελίας δυνάμει των άρθρων 3 και 8 το ΕΔΔΑ απέρριψε αυτές λόγω μη εξάντλησης των εσωτερικών ένδικων μέσων.
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο6§1
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Ο προσφεύγων, AbdoulayeCamara, είναι υπήκοος Γουινέας που γεννήθηκε το 2001. Εφθασε στο Βέλγιο στις 12 Ιουλίου 2022, όπου υπέβαλε αίτηση διεθνούς προστασίας. Στις 15 Ιουλίου 2022 ο προσφεύγων μετέβη στην Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Υποδοχής Αιτούντων Άσυλο («Fedasil») με σκοπό να εξασφαλίσει θέση σεκέντρο υποδοχής, αλλά ενημερώθηκε ότι δεν μπορούσε να φιλοξενηθεί καθώς το δίκτυο ήταν κορεσμένο. Στις 20 Ιουλίου 2022, ο προσφεύγων άσκησε Αίτηση ενώπιον του δικαστηρίου των Βρυξελλών, ισχυριζόμενος τον επικείμενο κίνδυνο σοβαρής και μη αναστρέψιμης βλάβης της ανθρώπινης αξιοπρέπειάς του λόγωτου γεγονότος ότι δεν είχε κατάλυμα. Ζήτησε να υποχρεωθεί η Fedasil να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που υπέχει από τον νόμο περί υποδοχής (νόμος της 12ης Ιανουαρίου 2007).
Στις 22 Ιουλίου 2022, το Δικαστήριο διέταξε τηνFedasil να εξασφαλίσει κατάλυμα για τον προσφεύγοντα επ’ απειλή προστίμου. Η απόφαση αυτή κατέστη αμετάκλητη στις 29 Αυγούστου 2022. Στις 20 Οκτωβρίου 2022 ο προσφεύγων υπέβαλε Αίτηση στο ΕΔΔΑ για λήψη προσωρινών μέτρων (άρθρο 39 του Κανονισμού του Δικαστηρίου) και το Δικαστήριο αποφάσισε στις 31 Οκτωβρίου 2022 ότι πρέπει να παρασχεθεί από την βελγική κυβέρνηση επειγόντως στέγαση και στήριξη για την κάλυψη των βασικών αναγκών του και, ως εκ τούτου, να εκτελέσει τη διαταγή που εξέδωσε το Δικαστήριο των Βρυξελλών.
Στις 4 Νοεμβρίου 2022, το κέντρο Evere του Ερυθρού Σταυρού ορίστηκε ως χώρος υποδοχής για τον προσφεύγοντα, ο οποίος εγκαταστάθηκε εκεί την ίδια ημέρα. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε σε άλλη εγκατάσταση υποδοχής, όπου διαμένει επί του παρόντος.
Επικαλούμενος ιδίως το άρθρο 6 (δικαίωμα σε δίκαιη δίκη), ο προσφεύγων κατήγγειλε τη μη εκτέλεση της απόφασης που εξέδωσε το βελγικό δικαστήριο στις 22 Ιουλίου 2022, με την οποία διέταξε τη Fedasil να του παράσχει συνδρομή. Επικαλούμενος τα άρθρα 3 (απαγόρευση απάνθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης), 8 (δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής) και 13 (δικαίωμα πραγματικής προσφυγής), ο προσφεύγων παραπονέθηκε ότι είχε αναγκαστεί να ζει στο δρόμο για αρκετούς μήνες και ότι δεν είχε αποτελεσματικό ένδικο μέσο για να εξετάσει τις καταγγελίες του.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Άρθρο 6
Το Δικαστήριο σημείωσε ότι η απόφαση που εκδόθηκε από το Δικαστήριο των Βρυξελλών – με την οποία διατάχθηκε το βελγικό κράτος να χορηγήσει στον προσφεύγοντα στέγαση και υλική υποστήριξη – είχε καταστεί τελεσίδικη στις 29 Αυγούστου 2022. Εκτελέστηκε στις 4 Νοεμβρίου 2022, όταν ο προσφεύγων τοποθετήθηκε σε δομή υποδοχής. Παρατήρησε ότι η εκτελεστότητα της απόφασης απαιτούσε από το κράτος να την εκτελέσει αυτεπαγγέλτως σύμφωνα με το εσωτερικό δίκαιο. Ωστόσο, δεν εκτελέστηκε αυτοδίκαια, αλλά μόνο μετά από προσωρινό μέτρο που εξέδωσε το ΕΔΔΑ. Η κυβέρνηση υποστήριξε ότι υπήρξε υπερφόρτωση του δικτύου υποδοχής που διαχειρίζεται η Fedasil από το καλοκαίρι του 2021. Εξήγησε ότι η ικανότητα στέγασης του δικτύου αποδείχθηκε ανεπαρκής για την αντιμετώπιση της αύξησης του αριθμού των αιτούντων διεθνή προστασία.
Το Δικαστήριο επισήμανε ότι σημειώθηκε σημαντική αύξηση του αριθμού των αιτήσεων διεθνούς προστασίας στο Βέλγιο το 2022. Ο αριθμός αυτός ήταν 36.871, δηλαδή σημειώθηκε αύξηση άνω του 42% σε σύγκριση με το 2021. Επιπλέον, το Βέλγιο είχε δεχθεί 65.000 Ουκρανούς υπηκόους από 10 Μαρτίου έως 31 Δεκεμβρίου 2022. Οι αριθμοί αυτοί μαρτυρούσαν το μέγεθος της πρόκλησης που έπρεπε να αντιμετωπίσει το βελγικό κράτος. Επιπλέον, το Δικαστήριο έκρινε ότι δύσκολα θα μπορούσε να επικρίνει την απόφαση των βελγικών αρχών να εστιάσουν την ικανότητα στέγασης του δικτύου στα πιο ευάλωτα άτομα, καθυστερώντας έτσι τη στέγαση των αιτούντων διεθνή προστασία με το ίδιο προφίλ με αυτό του προσφεύγοντος. Αυτή ήταν μια απόφαση προτεραιότητας που είχε καταστήσει δυνατή την παροχή στέγασης και βοήθειας στη συντριπτική πλειοψηφία των οικογενειών με παιδιά, των ασυνόδευτων ανηλίκων και των ατόμων που πάσχουν από ειδικές συνθήκες υγείας καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου που απαιτείται για την εξέταση των αιτημάτων ασύλου τους.
Το Δικαστήριο σημείωσε επίσης τις σημαντικές προσπάθειες που κατέβαλαν οι βελγικές αρχές για να συμβάλουν στη χρηματοδότηση προγραμμάτων συνεργασίας, να δημιουργήσουν πρόσθετα καταλύματα, να προσλάβουν προσωπικό και να συντομεύσουν τους χρόνους διεκπεραίωσης των αιτήσεων ασύλου. Ωστόσο, έκρινε αναγκαίο να επαναλάβει ότι το δικαίωμα που προστατεύεται από το άρθρο 6 πρέπει να ερμηνεύεται υπό το φως του προοιμίου της Σύμβασης, το οποίο δηλώνει ότι το κράτος δικαίου αποτελεί μέρος της κοινής κληρονομιάς των συμβαλλομένων κρατών. Μία από τις θεμελιώδεις πτυχές του κράτους δικαίου ήταν η αρχή της ασφάλειας δικαίου, η οποία απαιτούσε, μεταξύ άλλων, όταν τα δικαστήρια έχουν αποφανθεί τελεσίδικα, να μην τίθεται υπό αμφισβήτηση η απόφασή τους.
Το Δικαστήριο έλαβε υπόψη ότι οι περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης δεν ήταν ασυνήθιστες και ότι αποκάλυψαν μια συστημική αποτυχία των βελγικών αρχών να εκτελέσουν τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις σχετικά με την υποδοχή των αιτούντων άσυλο. Μολονότι είχε επίγνωση της δυσχερούς κατάστασης που αντιμετώπιζε το βελγικό Δημόσιο, δεν μπορούσε να δεχθεί ότι ο χρόνος που χρειάστηκαν εν προκειμένω οι βελγικές αρχές για την εκτέλεση δικαστικής απόφασης με σκοπό την προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας ήταν εύλογος. Προσέθεσε ότι αυτή η συστημική αποτυχία είχε επιβαρύνει υπερβολικά τη λειτουργία ενός εθνικού δικαστηρίου και τη λειτουργία του ΕΔΔΑ. Ως εκ τούτου, διαπίστωσε ότι δεν υπήρξε «απλή» καθυστέρηση εκ μέρους των βελγικών αρχών, αλλά μάλλον σαφής άρνηση συμμόρφωσης με τις εντολές που εξέδωσε το εθνικό δικαστήριο, βλάπτοντας έτσι την ίδια την ουσία του δικαιώματος που προστατεύεται από το άρθρο 6, το οποίο είχε παραβιαστεί.
Όσον αφορά την καταγγελία βάσει του άρθρου 3, το Δικαστήριο σημείωσε ότι ο προσφεύγων είχε τη δυνατότητα να ασκήσει αγωγή αποζημίωσης κατά του κράτους ενώπιον των βελγικών δικαστηρίων προκειμένου να ζητήσει αποζημίωση για τη ζημία που ισχυρίστηκε ότι είχε υποστεί λόγω του χρόνου που είχε περάσει χωρίς κατάλυμα (μεταξύ Ιουλίου και Νοεμβρίου 2022). Ως εκ τούτου, έκρινε ότι ο προσφεύγων θα έπρεπε να είχε κάνει χρήση αυτού του ένδικου μέσου και απέρριψε (κατά πλειοψηφία), λόγω μη εξάντλησης των εσωτερικών ένδικων μέσων, την προσφυγή βάσει του άρθρου 3. Υπογράμμισε συναφώς την αρχή της επικουρικότητας, όπως διατυπώνεται στο προοίμιο της Συμβάσεως.
Όσον αφορά την καταγγελία βάσει του άρθρου 8 της Σύμβασης, το Δικαστήριο παρατήρησε ότι ο προσφεύγων δεν είχε υποβάλει καταγγελία ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων και την κήρυξε απαράδεκτη λόγω μη εξάντλησης των εσωτερικών ένδικων μέσων.
Όσον αφορά την καταγγελία βάσει του άρθρου 13, το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι, ελλείψει αμφισβητήσιμης αξίωσης βάσει του άρθρου 8 της Σύμβασης, η αντίστοιχη καταγγελία βάσει του άρθρου 13 της Σύμβασης ήταν προδήλως αβάσιμη.
Προσωρινό μέτρο. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η κατάσταση του προσφεύγοντος είχε αλλάξει από τότε που χορηγήθηκε το προσωρινό μέτρο στις 31 Οκτωβρίου 2022 και αποφάσισε να άρει το εν λόγω μέτρο.
Δίκαιη ικανοποίηση (άρθρο 41). Το Δικαστήριο έκρινε ότι η διαπίστωση παραβίασης αποτελούσε από μόνη της επαρκή δίκαιη ικανοποίηση.
Ξεχωριστή γνώμη. Ο δικαστής Krenc εξέφρασε εν μέρει σύμφωνη και εν μέρει μειοψηφούσα γνώμη, μαζί με τον δικαστή Derenčinović. Η παρούσα γνωμοδότηση επισυνάπτεται στην απόφαση
(επιμέλειαechrcaselaw.com).