Απαράδεκτη η αίτηση επαναφοράς των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση που ασκήθηκε με την προσθήκη των προτάσεων. Μη νόμιμος ο λόγος ανώτερης βίας που ανάγεται σε πταίσμα του πληρεξουσίου δικηγόρου του εκκαλούντος.
Αριθμός απόφασης: 169/2018
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΑΤΡΩΝ
Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Δημήτριο Καβαλλάρη, Εφέτη, που ορίστηκε από τον Πρόεδρο Εφετών Πατρών και τη Γραμματέα Αφροδίτη Γεωργίου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την 11 Ιανουαρίου 2018 για να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ :
ΤΟΥ ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ – ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ : …, κατοίκου Ορεστιάδας (…], που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια Δικηγόρο του Ισμήνη Δωρή, του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών.
ΤΩΝ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΩΝ – ΕΝΑΓΟΥΣΩΝ : 1] …, 3) …, κατοίκων Αμαλιάδας Ηλείας (…), που εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια Δικηγόρο τους Κρινιώς Τσάφα, του Δικηγορικού Συλλόγου Αμαλιάδας.
Η ενάγουσα και ήδη εφεσίβλητη άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αμαλιάδας την από 22.3.2010 και με αριθμό εκθέσεως καταθέσεως 467/ΕΜ/55/24.3.2010 αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε, η με αριθμό 16/24.2.2011 οριστική απόφαση του ανωτέρω δικαστηρίου, που δίκασε την αγωγή με διαδικασία των άρθρων 681 Β. ΚΠολΔ και την έκανε δεκτή εν μέρει.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε ενώπιον του δικαστηρίου τούτου ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών με την από 25.6.2013 έφεση (αρ.καταθ. 44/2013) που κατατέθηκε στη γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με αριθμό κατάθεσης 338/12.9.2013. Δικάσιμος για τη συζήτηση της ορίστηκε αρχικώς η 12.3.2015, κατά την οποία η υπόθεση αναβλήθηκε για τις 19.5.2016 και την συνεδρίαση που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι Δικηγόροι των διαδίκων αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 518 παρ. 1, 151, 152 § 1 και 155 Κ.Πολ.Δ. προκύπτει ότι η παρέλευση άπρακτης της νόμιμης προθεσμίας ασκήσεως του ενδίκου μέσου της εφέσεως συνεπάγεται έκπτωση από αυτήν. Ο διάδικος όμως που δεν μπόρεσε να ασκήσει εμπρόθεσμη έφεση, δύναται αν η εκπρόθεσμη άσκηση αυτής οφείλεται σε ανώτερη βία ή σε δόλο του αντιδίκου του, να ζητήσει την επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση, με την έννοια προσδόσεως με δικαστική απόφαση στην εκπρόθεσμη άσκηση της έφεσης, της έννομης ενέργειας που αυτή θα είχε αν ήταν εμπρόθεσμη. Η αίτηση υποβάλλεται με το ίδιο δικόγραφο της έφεσης, ή με τις προτάσεις ή με χωριστό δικόγραφο, όχι όμως με την προσθήκη αυτών που έγινε μετά τη συζήτηση στο ακροατήριο, καθώς με την προσθήκη δεν είναι δυνατή η επίκληση νέων ισχυρισμών ή αιτήσεων (Α.Π. 387/2007, ΤΝΠ ΔΣΑ, ΑΠ 254/1988 ΕλΔ 29.1661, ΜονΕφΛαρ 182/2017 ΤΝΠ ΔΣΑ) Η αίτηση οφείλει πρέπει να αναφέρει τους λόγους για τους οποίους δεν ήταν δυνατόν να τηρηθεί η προθεσμία, το χρόνο της άρσης του εμποδίου που θα συνιστούσε την ανώτερη βία ή την γνώση του δόλου και τα προς απόδειξη αυτών αποδεικτικά στοιχεία. Στην έννοια της ανώτερης βίας κατά την έννοια του άρθρου 152 § 1 ΚΠολΔ, περιλαμβάνεται οποιοδήποτε γεγονός, εντελώς εξαιρετικής φύσεως, το οποίο δεν αναμενόταν, ούτε ήταν δυνατόν να αποτραπεί από το διάδικο που δεν μπόρεσε να ασκήσει εμπρόθεσμα έφεση ακόμη και με τη λήψη μέτρων άκρας επιμέλειας και σύνεσης. Όμως η ύπαρξη πταίσματος κατά την απώλεια μιας δικονομικής προθεσμίας (ΚΠολΔ 152 § 2), ακόμη και ελαφράς αμέλειας του διαδίκου, του πληρεξούσιου δικηγόρου ή του νόμιμου αντιπροσώπου αυτού, αποκλείει το χαρακτηρισμό κάποιου διακωλυτικού γεγονότος ως ανώτερης βίας [Ολ Α.Π. 29/1992, ΑΠ 106/2017, ΑΠ 518/2010 ΝΟΜΟΣ ΑΠ 1024/2005 ΕλΔνη 46.1123, 61/2005 ΝοΒ 53, ΑΠ 1024/2005 ΕλΔνη 46,1123).
Στην προκειμένη περίπτωση, εισάγεται προς συζήτηση η από 25.6.2013 έφεση (αρ.καταθ.44/2013) του εκκαλούντος κατά της με αριθ. 16/2011 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αμαλιάδας, που δίκασε την αγωγή με τη διαδικασία των άρθρων 681Β ΚΠολΔ. Η κρινόμενη έφεση κατατέθηκε στη Γραμματεία του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου στις 23.7.2013, ενώ όπως προκύπτει από την προσκομιζόμενη κι επικαλούμενη από τις εφεσίβλητες (σημ. οι δεύτερη και τρίτη εφεσίβλητες, θυγατέρες του εκκαλούντος, έχουν καταστεί ήδη ενήλικες) με αρ. 465 Γ’/14.6.2011 έκθεση επιδόσεως της δικ. επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αμαλιάδας …, η εκκαλούμενη απόφαση επιδόθηκε στις 14.6.2011 στον Δικηγόρο Αμαλιάδας …. Όπως ακόμα προκύπτει από το προεισαγωγικό μέρος της εκκαλούμενης απόφασης και τα πρακτικά της συνεδριάσεως αυτής, ο εναγόμενος και ήδη εκκαλών είχε παραστεί αυτοπροσώπως στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και είχε διορίσει ως πληρεξουσίους Δικηγόρους τον προαναφερόμενο και το Δικηγόρο Αθηνών Σ Σ, οι οποίοι κατά τη διάταξη του άρθρου 143 § 1 ΚΠολΔ σε συνδυασμό με αυτή του άρθρο 96 § 1 ΚΠολΔ και ήταν και αντίκλητοι για τις επιδόσεις που αναφέρονται στη δίκη που είχαν διοριστεί ως πληρεξούσιοι, συμπεριλαμβανομένης και της επίδοσης της οριστικής αποφάσεως (ΑΠ 635/2013, ΑΠ 360/2003 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Βαθρακοκοίλης ΚΠολΔ, άρθρο 143, αρ. 34). Συνεπώς εγκύρως η οριστική απόφαση επιδόθηκε στον άνω Δικηγόρο ως αντίκλητο του εκκαλούντος, οπότε η κρινόμενη έφεση έχει ασκηθεί μετά την πάροδο της προθεσμίας των τριάντα (30) ημερών (άρθρο 518 §1, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 681 Β, 666, 674 ΚΠολΔ, όπως ίσχυαν πριν την κατάργηση τους με τον άρθρου 1 Ν. 4335/2015, καθώς ο παραδεκτό των ενδίκων μέσων, το επιτρεπτό των προβαλλόμενων λόγων και ο χρόνος της άσκησης τους, κρίνεται βάσει του νόμου που ίσχυε κατά τον χρόνο δημοσίευσης της απόφασης, κατά άρθρ. 24 § 1 εδ. 1 ΕισΝΚΠολΔ. βλ. ΑΠ 18/2016 ΝΟΜΟΣ). Ο εκκαλών με την προσθήκη των προτάσεων του υποβάλλει αίτημα επαναφοράς στην πρότερα κατάσταση, επικαλούμενος ως λόγο ότι ο άνω πληρεξούσιος Δικηγόρος του, στον οποίο επιδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, δεν τον ενημέρωσε για λόγους άγνωστους σ’ αυτόν και ο εκκαλών δεν είχε άλλο τρόπο να πληροφορηθεί την έκδοση της εκκαλούμενης απόφασης, καθώς διαμένει πλέον στην Ορεστιάδα. Όμως η αίτηση επαναφοράς έχει ασκηθεί, με βάση τα όσα προεκτέθηκαν, απαραδέκτως με την προσθήκη των προτάσεων του εκκαλούντος, ενώ και ο επικαλούμενος λόγος ανώτερης βίας σ’ αυτή δεν είναι νόμιμος, αφού ακριβώς ανάγεται σε πταίσμα του πληρεξουσίου Δικηγόρου του εκκαλούντος. Πρέπει επομένως, η αίτηση επαναφοράς των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση, να απορριφθεί και κατ’ επέκταση να απορριφθεί και η έφεση ως απαράδεκτη, λόγω εκπρόθεσμης άσκησης αυτής. Ο εκκαλών λόγω της ήττας θα πρέπει καταδικαστεί στη δικαστική δαπάνη των εφεσίβλητων για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας (άρθρα 106,176, 183 και 191 § 2 ΚΠολΔ], όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την έφεση και την αίτηση επαναφοράς των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον εκκαλούντα στα δικαστικά έξοδα των εφεσίβλητων, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε πεντακόσια (500] ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στην Πάτρα, στις 24 Απριλίου 2018, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους Δικηγόρων.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ