Στο 83,6% του επιπέδου όπου βρίσκονταν προ κρίσης, το 2009, ήταν το 2022 οι αμοιβές ανά απασχολούμενο, ενώ σε αποπληθωρισμένες τιμές βρίσκονται στο 71,3%, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ που επεξεργάσθηκε η Eurobank και παρουσιάζει στο χθεσινό εβδομαδιαίο δελτίο της «7 Ημέρες Οικονομία». Ουσιαστικά, δηλαδή, στα τελευταία 13 χρόνια έχει μειωθεί κατά σχεδόν 30% η αγοραστική δύναμη ανά απασχολούμενο.
Σύμφωνα με την περιγραφή των αναλυτών της τράπεζας (επικεφαλής οικονομολόγος Τάσος Αναστασάτος), οι αμοιβές ανά απασχολούμενο, μετά τις απώλειες που υπέστησαν τα πρώτα μνημονιακά χρόνια, 2010-2014 (-20,1% σε τρέχουσες τιμές και -25,1% σε σταθερές), παρέμειναν κατά μέσον όρο στάσιμες την περίοδο 2015-2020.
Όπως σημειώνει η Καθημερινή, το 2021 και το 2022 καταγράφηκε αύξηση των αμοιβών ανά απασχολούμενο κατά 2,5% και 1,5% αντίστοιχα, ενώ το πρώτο τρίμηνο φέτος σημειώθηκε επιτάχυνση του ρυθμού μεταβολής στο 5,6%. Μάλιστα, καθώς σημειώθηκε αύξηση και στις υπόλοιπες κατηγορίες πρωτογενών εισοδημάτων των νοικοκυριών (όπως το λειτουργικό πλεόνασμα / μεικτό εισόδημα και το εισόδημα περιουσίας), το ετήσιο εισόδημα αυξήθηκε σημαντικά κατά 11,3%. Ωστόσο, αν ληφθεί υπόψη και ο πληθωρισμός, 9,3% το προηγούμενο έτος, προκύπτει ότι οι πραγματικές αμοιβές ανά απασχολούμενο στην Ελλάδα, έπειτα από αύξηση 1,9% το 2021, συρρικνώθηκαν κατά 7,1% το 2022, ενώ το πρώτο τρίμηνο του 2023 η μείωση ήταν σαφώς ηπιότερη στο 0,7% λόγω της αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού και της περαιτέρω αύξησης των ονομαστικών μισθών, αναφέρει το δελτίο της Eurobank. Oι αναλυτές της τράπεζας σημειώνουν ότι ενώ στο τέλος του 2013, δηλαδή στην κορύφωση των αρχικών επιπτώσεων της κρίσης χρέους, μία από τις σημαντικότερες προκλήσεις που αντιμετώπιζε η ελληνική οικονομία ήταν η αποκλιμάκωση του ποσοστού ανεργίας και η αύξηση της απασχόλησης, δέκα χρόνια μετά το ποσοστό της ανεργίας έχει μειωθεί σημαντικά και η απασχόληση έχει ανακτήσει σημαντικό μέρος των απωλειών. Και ενώ αυτές οι θετικές εξελίξεις πρέπει να συνεχιστούν, εξίσου σημαντική είναι η ανάκαμψη των πραγματικών αμοιβών ανά απασχολούμενο.
«Σε μεγάλο βαθμό η στασιμότητα των πραγματικών μισθών στην Ελλάδα, όπως και το χαμηλό κατά κεφαλήν ΑΕΠ σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε.-27 και της Ευρωζώνης, αποτελεί την άλλη όψη του νομίσματος της στασιμότητας που χαρακτηρίζει την παραγωγικότητα της εργασίας», σημειώνει το δελτίο. «Ως εκ τούτου, κλειδί για την ανάκαμψη των πραγματικών αμοιβών ανά απασχολούμενο είναι η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας. Η τελευταία δύναται να επιτευχθεί μέσω παραγωγικών επενδύσεων, μεταρρυθμίσεων, αποτελεσματικής εισαγωγής (ή και παραγωγής όπου είναι εφικτό) και διάχυσης νέων τεχνολογιών και βελτίωσης της ποιότητας των θεσμών, δηλαδή μέσω πολιτικών που στοχεύουν στην προσφορά». Στην ανάλυση επισημαίνεται, επίσης, ότι κατά την 9ετία 2014-2022 το ποσοστό ανεργίας συρρικνώθηκε κατά 15 ποσοστιαίες μονάδες και ο αριθμός των απασχολουμένων αυξήθηκε κατά 627.400 άτομα.