Πρόγραμμα επιδότησης της αποπληρωμής στεγαστικών και επιχειρηματικών δανείων με υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης σε κύρια κατοικία φυσικών προσώπων. Εντάσσονται φυσικά πρόσωπα ανεξαρτήτως της πτωχευτικής ή μη ικανότητάς τους. Συναινετική ρύθμιση μέσω ψηφιακής πλατφόρμας ηλεκτρονικής υποβολής και διαχείρισης αιτήσεων. Προϋποθέσεις. Διαδικασία. Δύο στάδια. Περιεχόμενο αίτησης. Επί αιτήσεως για δικαστική ρύθμιση, αν η επιλεξιμότητα του αιτούντος αμφισβητείται το δικαστήριο αποφαίνεται πρωτίστως επί του ζητήματος της επιλεξιμότητας και στη συνέχεια, αν κρίνει ότι πρόκειται για επιλέξιμο οφειλέτη καθορίζει ενιαίο σχέδιο ρύθμισης έναντι των πιστωτών, κατά των οποίων στρέφεται η αίτηση. Αν δεν έχει αμφισβητηθεί η επιλεξιμότητα του αιτούντος, τότε το δικαστήριο αποφασίζει αποκλειστικά επί του σχεδίου. Προστασία της κύριας κατοικίας. Συνεισφορά του Δημοσίου. Διαδικασία εκούσιας δικαιοδοσίας. Ενεργή συμμετοχή του δικαστή στη συλλογή, διερεύνηση και αξιολόγηση του πραγματικού υλικού της δίκης. Δυνατότητα συμπλήρωσης με τις προτάσεις, στο δε ειρηνοδικείο και προφορικά κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο των στοιχείων της αίτησης του άρθρου 747 παρ. 2 ΚΠολΔ.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΑΡΙΘΜΟΣ: 38/2020
ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Διαδικασία Εκούσιας Δικαιοδοσίας Προστασία Κύριας Κατοικίας
Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη Μαρία-Ιωάννα Μαυρούκα, την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοικήσεως του Ειρηνοδικείου Αθηνών με την παρουσία της Γραμματέως Ευπραξίας Κυριλή
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του την 6η Οκτωβρίου 2020 για να δικάσει την παρακάτω υπόθεση μεταξύ των διαδίκων:
Της αιτούσας: …, κατοίκου Αιγάλεω Αττικής (οδός …) με Α.Φ.Μ. …, η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου Κωνσταντίνου Νικολαρόπουλου.
Της καθής η αίτηση: -1. Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ EUROBANK Ανώνυμη Εταιρεία» και το διακριτικό τίτλο «EUROBANK» με ΑΦΜ … που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, ως καθολική διάδοχος της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «Τράπεζα EUROBANK ERGASIAS ΑΕ», η οποία παραστάθηκε δια του πληρεξουσίου της δικηγόρου Ιωάννη Μαραγκού.
Η αιτούσα με την από 25-5-2020 αίτηση της, διαδικασίας εκούσιας δικαιοδοσίας, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό κατάθεσης …/25-5-2020, για τη συζήτηση της οποίας ορίστηκε δικάσιμος η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης, ζήτησε όσα αναφέρονται σ’ αυτή.
Κατά την προκείμενη δικάσιμο, μετά την εκφώνηση της υπόθεσης από το οικείο πινάκιο κατά τη σειρά εγγραφής της σε αυτό, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν όσα αναφέρονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης και στις έγγραφες προτάσεις τους.
Ακολούθησε η συζήτηση, όπως αναφέρεται στα σχετικά πρακτικά, το δε Δικαστήριο αφού:
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με το Ν. 4605/2019 (Τεύχος Α’ 52/01.04.2019) Μέρος Ζ’ εισήχθη πρόγραμμα επιδότησης της αποπληρωμής στεγαστικών και επιχειρηματικών δανείων με υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης σε κύρια κατοικία φυσικών προσώπων. Το πρόγραμμα αυτό επιδιώκει διττό σκοπό: α) να αποτελέσει ένα νέο πλαίσιο για τη προστασία της κύριας κατοικίας οικονομικά αδύναμων φυσικών προσώπων και β) να εισάγει ένα μηχανισμό ρύθμισης μη εξυπηρετούμενων στεγαστικών και επιχειρηματικών δανείων, τα οποία εξασφαλίζονται με υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης σε κύρια κατοικία (βλ. Αιτιολογική έκθεση ν. 4605/2019 Μέρος Έβδομο Α. Επί της Αρχής). Στο νέο πλαίσιο μπορούν να ενταχθούν φυσικά πρόσωπα ανεξαρτήτως της πτωχευτικής ή μη ικανότητας τους, εφόσον πληρούν σωρευτικά συγκεκριμένα εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια που ορίζονται στο άρθρο 68 παρ. 1 περιπτώσεις α’ έως η του ν. 4605/2019. Οι δικαιούχοι υπαγωγής ρυθμίζουν μόνο οφειλές προς πιστωτικά ιδρύματα, καθώς και οφειλές προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων από στεγαστικό δάνειο, για τις οποίες έχει εγγραφεί υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης στην κύρια κατοικία τους και εφόσον οι οφειλές αυτές βρίσκονται σε καθυστέρηση τουλάχιστον ενενήντα ημερών κατά την 31η Δεκεμβρίου 2018 (άρθρο 68 παρ. 2). Η διαδικασία (συναινετικής) ρύθμισης διεξάγεται μέσω ψηφιακής πλατφόρμας ηλεκτρονικής υποβολής και διαχείρισης αιτήσεων, η οποία αναπτύσσεται από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών (Γ.Γ.Π.Σ.) σε συνεργασία με την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.) (άρθρο 71). Οι υπαγόμενοι στο νέο πλαίσιο καταβάλλουν το 120% της αξίας της κύριας κατοικίας τους με επιτόκιο ίσο με το Euribor τριμήνου προσαυξημένο κατά 2%, σε χρονικό διάστημα εικοσιπέντε ετών, το οποίο όμως δεν πρέπει να υπερβαίνει το 80ο έτος της ηλικίας του αιτούντος, εκτός αν συμβληθεί εγγυητής, αποδοχής των πιστωτών ευθυνόμενος ως αυτοφειλέτης (άρθρο 75 παρ. 1 και 2). Το Δημόσιο συνεισφέρει στις καταβολές, σύμφωνα με τις οικονομικές δυνατότητες του υπαγόμενου προσώπου (άρθρο 76), ενώ, αν δεν επιτευχθεί συναινετική ρύθμιση, τότε ο οφειλέτης δικαιούται να ζητήσει τη ρύθμιση των οφειλών του με απόφαση δικαστηρίου. Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 77 του ν. 4605/2019 «1. Φυσικό πρόσωπο, που υπέβαλε οριστικά την αίτηση του άρθρου 72 κατά το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 73, μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο την προστασία της κύριας κατοικίας του με τους όρους του άρθρου 75, αν δεν κρίθηκε επιλέξιμος ή αν, ενώ κρίθηκε επιλέξιμος, για οποιονδήποτε λόγο δεν επιτεύχθηκε συμφωνία με έναν ή περισσότερους από τους πιστωτές. 2. Αρμόδιο δικαστήριο είναι το Ειρηνοδικείο του τόπου, στο οποίο βρίσκεται η κύρια κατοικία του αιτούντος. 3. Το δικαστήριο δικάζει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας … 4. Η αίτηση της παραγράφου 1 ασκείται μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών από την ολοκλήρωση της διαδικασίας κατά την παράγραφο 6 του άρθρου 74 … 5. Η αίτηση στρέφεται κατά των πιστωτών, με τους οποίους δεν επιτεύχθηκε συναινετική ρύθμιση … 8. Το δικαστήριο καθόριζα σύμφωνα με το άρθρο 75 ενιαίο σχέδιο ρύθμισης έναντι των πιστωτών, κατά των οποίων στρέφεται η αίτηση …». Περαιτέρω σύμφωνα με το άρθρο 72 παρ. 1 του ίδιου ως άνω νόμου, κάθε φυσικό πρόσωπο, στο οποίο συντρέχουν οι προϋποθέσεις επιλεξιμότητας της παραγράφου 1 του άρθρου 68, μπορεί να υποβάλει αίτηση για ρύθμιση των οφειλών των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 68, με σκοπό την προστασία της κύριας κατοικίας του από την αναγκαστική ρευστοποίηση, ενώ, στο άρθρο 72 του ίδιου ως άνω νόμου ορίζεται ότι «Πριν την οριστική υποβολή της αίτησης, η πλατφόρμα, με ειδική ένδειξη, ενημερώνει τον αιτούντα για την επιλεξιμότητά του ή μη. Αν, παρά την ένδειξη για μη επιλεξιμότητα, ο αιτών υποβάλει οριστικά την αίτηση του, η πλατφόρμα εμποδίζει την περαιτέρω πρόοδο της διαδικασίας και εκδίδεται βεβαίωση περί απόρριψης της αίτησης». Τέλος σύμφωνα με το άρθρο 74 του ν. 4605/2019 «1. Μόλις υποβληθεί οριστικά η αίτηση, η πλατφόρμα κοινοποιεί την αίτηση και τα συνοδευτικά της έγγραφα στους πιστωτές, των οποίων οι απαιτήσεις ζητείται να ρυθμιστούν 2. Μέσα σε έναν μήνα από την κοινοποίηση της αίτησης κάθε πιστωτής μπορεί να υποβάλλει πρόταση για ρύθμιση της απαίτησης του σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 75 … 6. Η διαδικασία συναινετικής ρύθμισης ολοκληρώνεται: α) …, β) … γ) με την παράλειψη ή την άρνηση όλων των πιστωτών προς ρύθμιση να υποβάλουν πρόταση».
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι στο πεδίο εφαρμογής του ν. 4605/2019 για την προστασία της κύριας κατοικίας και τη ρύθμιση μη εξυπηρετούμενων δανείων, μέσω του προγράμματος επιδότησης αποπληρωμής στεγαστικών και επιχειρηματικών δανείων με υποθήκη σε κύρια κατοικία που εισήχθη με το νόμο αυτό, υπάγονται οφειλές φυσικών προσώπων που πληρούν σωρευτικά τις προϋποθέσεις επιλεξιμότητας που θέτουν οι διατάξεις του άρθρου 68 του νόμου αυτού και που αφορούν: 1) στο πρόσωπο του αιτούντος (οφειλέτη ή τρίτου κυρίου) και την έννομη θέση του, 2) στο ύψος της αντικειμενικής αξίας και τη νομική κατάσταση της αιτούμενης να προστατευθεί κύριας κατοικίας, 3) στο ύψος του εισοδήματος και της λοιπής κινητής και ακίνητης περιουσίας του αιτούντος και 4) στο είδος και το ύψος της οφειλής και στο πρόσωπο του πιστωτή. Η διαδικασία της υπαγωγής του οφειλέτη στο πλαίσιο του ν. 4605/2019 ρυθμίζεται στα άρθρα 68-84 και περιλαμβάνει δύο στάδια, εκ των οποίων αναγκαίο να προηγηθεί είναι το πρώτο, αυτό κατά το οποίο ο οφειλέτης υποβάλει στη ψηφιακή πλατφόρμα που αναπτύσσεται στη Γ.Γ.Π.Σ. σε συνεργασία με την Ε.Γ.Δ.Ι.Χ., την κατ’ άρθρο 72 του νόμου ηλεκτρονική αίτηση για τη συναινετική ρύθμιση των επιδεκτικών ρύθμισης οφειλών του και τη προστασία της κύριας κατοικίας του από την αναγκαστική ρευστοποίηση. Το ελάχιστο περιεχόμενο της αίτησης αυτής προβλέπεται στο άρθρο 72, περιλαμβάνει στοιχεία σχετικά με την προσωπική και οικογενειακή κατάσταση του αιτούντος καθώς και στοιχεία βαρών επί της κύριας κατοικίας του, τα οποία δηλώνονται από τον ίδιο, στοιχεία σχετικά με την εισοδηματική, οικονομική και περιουσιακή κατάσταση του αιτούντος, τα οποία ανακτώνται αυτομάτως από τη βάση δεδομένων της Φορολογικής Διοίκησης και στοιχεία σχετικά με τις απαιτήσεις προς πιστωτικά ιδρύματα, χρηματικές καταθέσεις και χρηματοπιστωτικά προϊόντα καθώς και βαρών και λοιπών εξασφαλίσεων επί ακινήτων του αιτούντος, τα οποία ανακτώνται αυτομάτως από τα πιστωτικά ιδρύματα. Όλα τα παραπάνω στοιχεία επεξεργάζονται από την πλατφόρμα προκειμένου να κριθεί ο αιτών επιλέξιμος ή μη για αυτό και πριν την οριστική υποβολή της ηλεκτρονικής αίτησης ο αιτών ενημερώνεται με σχετική ένδειξη περί της επιλεξιμότητάς του. Με την οριστική υποβολή της αίτησης, ο αιτών κρίνεται είτε: α) μη επιλέξιμος, αν από τα δεδομένα που μεταφορτώνονται στην ηλεκτρονική πλατφόρμα προκύπτει ότι αυτός δεν πληροί τα κριτήρια επιλεξιμότητας ή ότι οι οφειλές του δεν είναι επιδεκτικές προς ρύθμιση, οπότε αυτομάτως τερματίζεται η διαδικασία σε πρώιμο στάδιο, είτε β) επιλέξιμος οπότε ανοίγει η διαδικασία συναινετικής ρύθμισης με την κοινοποίηση στους πιστωτές της ως άνω ηλεκτρονικής αίτησης, οι οποίοι εντός προθεσμίας ενός μηνός καλούνται να τοποθετηθούν επ’ αυτής. Η διαδικασία συναινετικής ρύθμισης θεωρείται ότι περατώθηκε, μεταξύ άλλων και στη περίπτωση της άρνησης των πιστωτών να υποβάλουν πρόταση στον οφειλέτη για τη ρύθμιση των οφειλών του, ήτοι της άρνησης τους να προτείνουν σχέδιο σύμβασης σύμφωνα με του όρους του άρθρου 75, κατόπιν αξιολόγησης της ως άνω αίτησης. Η άρνηση αυτή μπορεί να είναι ρητή και αιτιολογημένη συνιστάμενη σε αμφισβήτηση των πιστωτών ως προς την συνδρομή των κριτηρίων επιλεξιμότητας στο πρόσωπο του αιτούντος ή/και στο είδος των προς ρύθμιση οφειλών του, ως μη επιδεκτικές προς τούτο (ρύθμιση), οπότε οι πιστωτές δηλώνουν ότι αρνούνται να υποβάλουν πρόταση, προσδιορίζοντας το λόγο της μη επιλεξιμότητας και υποβάλλοντας στην πλατφόρμα τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία, αν υπάρχουν. Η άρνηση αυτή ωστόσο μπορεί να είναι και σιωπηρή, εξομοιωμένη με την παράλειψη των πιστωτών να τοποθετηθούν επί της ηλεκτρονικής αιτήσεως του οφειλέτη εντός της προθεσμίας του ενός μηνός από την κοινοποίηση της σε αυτούς, η άπρακτη παρέλευση της οποίας συνεπάγεται την ολοκλήρωση του πρώτου σταδίου της διαδικασίας υπαγωγής του οφειλέτη στο προστατευτικό πλαίσιο του προγράμματος επιδότησης του νόμου αυτού, δηλαδή της διαδικασίας της συναινετικής ρύθμισης που διεξάγεται μέσω της πλατφόρμας. Τόσο η παράλειψη όσο και η άρνηση περατώνουν τη διαδικασία της συναινετικής ρύθμισης χωρίς επίτευξη συμφωνίας (σύμβασης) μεταξύ των πιστωτών και του αιτούντος οφειλέτη, οπότε ανοίγει το δεύτερο στάδιο της διαδικασίας για την υπαγωγή του στο προστατευτικό πλαίσιο του νόμου, αυτό που ξεκινά με την άσκηση ενώπιον του αρμοδίου δικαστηρίου της κατ’ άρθρο 77 αίτησης για τη προστασία της κύριας κατοικίας του με δικαστική πλέον ρύθμιση των οφειλών του σύμφωνα με τους ειδικότερους όρους προστασίας της κύριας κατοικίας του άρθρου 75 του ν.4605/2019. Η παράλειψη και η άρνηση των πιστωτών να υποβάλουν πρόταση επιφέρουν το ίδιο, διαδικαστικά και ουσιαστικά αποτέλεσμα, την αποτυχία της διαδικασίας συναινετικής ρύθμισης που ολοκληρώνεται χωρίς την επίτευξη συμφωνίας, διαφέρουν ωστόσο μεταξύ τους ως προς την αιτία αυτού του αποτελέσματος. Ειδικότερα, στην περίπτωση της άρνησης, οι πιστωτές δεν υποβάλουν πρόταση διότι αμφισβητούν την επιλεξιμότητα του αιτούντος παρά το ότι αυτός κρίθηκε επιλέξιμος από την πλατφόρμα, επικαλούμενοι είτε την εσφαλμένη εκτίμηση των προαναφερόμενων στοιχείων της αίτησης του άρθρου 72, είτε οποιοδήποτε άλλο στοιχείο ή γεγονός που ανατρέπει τη συνδρομή των προϋποθέσεων επιλεξιμότητας στο πρόσωπο του αιτούντος. Αντιθέτως στην περίπτωση της παράλειψης, οι πιστωτές δεν υποβάλουν πρόταση διότι αμφισβητούν ή αρνούνται οτιδήποτε άλλο πλην της επιλεξιμότητας του αιτούντος, συνομολογώντας ότι κατά το κρίσιμο χρόνο της υποβολής της αίτησης του άρθρου 72, ο αιτών οφειλέτης πληροί σωρευτικά τα κριτήρια επιλεξιμότητας του άρθρου 68 και υπάγεται στο προστατευτικό πλαίσιο του νόμου. Σύμφωνα με τα παραπάνω, επί αιτήσεως για δικαστική ρύθμιση, αν η επιλεξιμότητα του αιτούντος αμφισβητείται, είτε επειδή αυτός κρίθηκε από τη πλατφόρμα ως μη επιλέξιμος και η αίτηση του απορρίφθηκε για αυτό το λόγο, είτε επειδή αν και κρίθηκε επιλέξιμος, ο πιστωτής του αρνήθηκε την υποβολή πρότασης επικαλούμενος μη επιλεξιμότητα ή μη επιδεκτικότητα ρύθμισης των οφειλών, τότε το δικαστήριο αποφαίνεται πρωτίστως επί του ζητήματος της επιλεξιμότητας και στη συνέχεια, αν κρίνει ότι πρόκειται για επιλέξιμο οφειλέτη, καθορίζει, σύμφωνα με το άρθρο 75′, ενιαίο σχέδιο ρύθμισης έναντι των πιστωτών, κατά των οποίων στρέφεται ή αίτηση. Αν αντιθέτως, δεν έχει αμφισβητηθεί η επιλεξιμότητα του αιτούντος, επειδή ο τελευταίος κρίθηκε από τη πλατφόρμα ως επιλέξιμος και ο πιστωτής του παρέλειψε να τοποθετηθεί επί της αιτήσεως του, περίπτωση μη υποβολής πρότασης από πιστωτή, χωρίς ο τελευταίος να έχει επικαλεστεί μη επιλεξιμότητα ή μη επιδεκτικότητα ρύθμισης, τότε το δικαστήριο αποφασίζει αποκλειστικά επί του σχεδίου (πρβ αιτιολογική έκθεση επί του άρθρου 10 του ν. 4605/2019). Επιχειρήματα υπερ της ερμηνείας αυτής αντλούνται αφενός από τη διατύπωση του νόμου στο άρθρο 74 παρ. 6 περίπτωση ν’ του ν. 4605/2019, όπου η “παράλειψη” και η “άρνηση” αναφέρονται διαζευκτικά ως διακριτές περιπτώσεις περάτωσης της διαδικασίας της συναινετικής ρύθμισης, αφετέρου από τη βεβαίωση της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ, επί παρέλευσης άπρακτης της προθεσμίας του ενός μηνός από την κοινοποίηση της αίτησης το άρθρου 72 στους πιστωτές, στην οποία (βεβαίωση) η παράλειψη πιστωτή να τοποθετηθεί επί της αιτήσεως επιλέξιμου οφειλέτη, βεβαιώνεται ως γεγονός “μη υποβολής πρότασης από πιστωτή χωρίς ο τελευταίος να έχει επικαλεστεί μη επιλεξιμότητα ή μη επιδεκτικότητα ρύθμισης των οφειλών” σε συνδυασμό με τα όσα ορίζονται στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του ίδιου ως άνω άρθρου, επί αρνήσεως υποβολής πρότασης από πιστωτή επί της αιτήσεως επιλέξιμου οφειλέτη, όπου απαιτείται ο προσδιορισμός του λόγου της μη επιλεξιμότητας. Εξ’ άλλου για τον προσδιορισμό της συνεισφοράς του Δημοσίου, στο πλαίσιο του άρθρου 76 του ν. 4605/2019 και την ειδικότερη ρύθμιση θεμάτων που άπτονται της διαδικασίας καταβολής της, στο άρθρο 4 παρ. 1 κεφάλαιο “Β) Διαδικασία Δικαστικής Ρύθμισης” της κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 5 του άρθρου 82 του νόμου εκδοθείσας η υπ’ αριθ. 39100/05-04-2019 (Β’ 1167/8-4-2019) Κ.Υ.Α. των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομικών ορίζεται: «1. Εάν λάβει χώρα ρύθμιση των οφειλών του οφειλέτη μέσω δικαστικής απόφασης, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο άρθρο 77 του ν. 4605/2019 (Α’ 52), ο οφειλέτης, πρέπει να μεταφορτώσει τη δικαστική απόφαση, ανά πιστωτή και ανά ρυθμιζόμενη οφειλή στην Ηλεκτρονική Πλατφόρμα Προστασίας Κύριας Κατοικίας, σύμφωνα με την παράγραφο 10 του άρθρου 77 ν. 4605/2019 (Α5 52) και να εισάγει σε αυτήν τα στοιχεία της μηνιαίας δόσης που όρισε η δικαστική απόφαση. Η αίτηση του οφειλέτη, στη βάση της οποίας εξεδόθη η δικαστική απόφαση, επέχει θέση αίτησης και για τη Συνεισφορά Δημοσίου. Κατόπιν της εισαγωγής των στοιχείων μηνιαίας δόσης που όρισε η απόφαση του δικαστηρίου, καθώς και των λοιπών διαθέσιμων στοιχείων εισοδήματος, η Ηλεκτρονική Πλατφόρμα Προστασίας Κύριας Κατοικίας υπολογίζει το ποσό Συνεισφοράς Δημοσίου. Στη συνέχεια, η Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους εγκρίνει εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερολογιακών ημερών το ποσό της Συνεισφοράς Δημοσίου, με βάση τα αναφερόμενα στοιχεία στην αίτηση, και προωθεί μέσω της Ηλεκτρονικής Πλατφόρμας Προστασίας Κύριας Κατοικίας την εγκεκριμένη αίτηση στην Ηλεκτρονική Πλατφόρμα της ΗΔΙΚΑ, η οποία τηρεί Μητρώο δικαιούχων Συνεισφοράς Δημοσίου. Κατόπιν, η ΗΔΙΚΑ προβαίνει σε προώθηση της αίτησης στο όργανο πληρωμής της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου με ταυτόχρονη ενημέρωση των συστημάτων αυτού προκειμένου να ξεκινήσουν οι καταβολές σύμφωνα με την παράγραφο αυτή … Με την αποδοχή της πρότασης ρύθμισης ή τη μεταφόρτωση της δικαστικής απόφασης κάι την έγκριση της Συνεισφοράς Δημοσίου, δηλώνονται σε αυτή ένας ή περισσότεροι ειδικοί δεσμευμένοι και ακατάσχετοι λογαριασμοί εξυπηρέτησης ανά ρυθμιζόμενη οφειλή (με τη μορφή ΙΒΑΝ) που τηρούνται στους πιστωτές των οποίων οι απαιτήσεις ρυθμίστηκαν με την πρόταση ή τη δικαστική απόφαση ρύθμισης προκειμένου για την καταβολή της Συνεισφοράς Δημοσίου, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου». Επομένως, αρμόδιο όργανο για τον υπολογισμό της συνεισφοράς του Δημοσίου είναι η Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών (Γ.Γ.Π.Σ.), στις υποδομές της οποίας λειτουργεί η Ηλεκτρονική Πλατφόρμα Προστασίας Κύριας Κατοικίας όπου η υποβληθείσα από τον οφειλέτη ηλεκτρονική αίτηση για συναινετική ρύθμιση των οφειλών επέχει θέση αίτησης και για τη συνεισφορά του Δημοσίου.
Καταληκτικά, η προστασία της κύριας κατοικίας και η εν τέλει υπαγωγή του οφειλέτη στο προστατευτικό πλαίσιο του ν. 4605/2019 είναι υποχρεωτική για το δικαστήριο εφόσον αυτός κρίθηκε επιλέξιμος, είτε επειδή αποδείχθηκε ότι πληροί σωρευτικά τις προϋποθέσεις επιλεξιμότητας του νόμου, είτε επειδή η επιλεξιμότητά του δεν αμφισβητήθηκε. Το δικαστήριο θέτει σε καθεστώς προστασίας την κύρια κατοικία του επιλέξιμου οφειλέτη και προβαίνει σε δικαστική ρύθμιση της οφειλής προκειμένου να επιβάλλει τους ειδικότερους όρους υπό τους οποίους αυτή προστατεύεται, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 75 του νόμου, προσδιορίζοντας, με βάση το συνολικό ποσό που υποχρεούται να καταβάλλει ο οφειλέτης για την προστασία της κύριας κατοικίας του και το χρονικό διάστημα εντός του οποίου υποχρεούται να καταβάλλει το ποσό αυτό, το πλήθος και το ύψος των μηνιαίων τοκοχρεωλυτικών δόσεων. Στην αποπληρωμή των μηνιαίων δόσεων συνεισφέρει το Δημόσιο καταβάλλοντας συγκεκριμένο χρηματικό ποσό, που αντιστοιχεί σε τμήμα του ποσού της μηνιαίας δόσης που προσδιορίζει το δικαστήριο. Η συνεισφορά του Δημοσίου, ανάλογα με τη σύνθεση του νοικοκυριού και το ύψος του ετήσιου οικογενειακού εισοδήματος του οφειλέτη, κυμαίνεται από το 20% έως και το 50% της μηνιαίας δόσης και υπολογίζεται από την Ηλεκτρονική Πλατφόρμα Προστασίας Κύριας Κατοικίας στην οποία ο οφειλέτης μεταφορτώνει τη δικαστική απόφαση και εισάγει τα στοιχεία της μηνιαίας δόσης, ήτοι το πλήθος και το ύψος των μηνιαίων καταβολών της δικαστικής ρύθμισης.
Με την κρινόμενη αίτηση η αιτούσα εκθέτει ότι την 15η-02-2020 υπέβαλε οριστικά, μέσω της ψηφιακής πλατφόρμας ηλεκτρονικής υποβολής και διαχείρισης αιτήσεων, η οποία αναπτύσσεται από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών (Γ.Γ.Π.Σ.) σε συνεργασία με την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.), την με αριθ. … αίτηση της, απευθυνόμενη προς τη καθής πιστώτρια, για τη ρύθμιση της οφειλής της και την προστασία της κύριας κατοικίας της από την αναγκαστική ρευστοποίηση. Ότι βάσει των στοιχείων της αίτησης αυτής και όσων ανακτήθηκαν αυτομάτως από τη βάση δεδομένων της Φορολογικής Διοίκησης και από τη καθής πιστώτρια, η αιτούσα κρίθηκε επιλέξιμη, γεγονός που βεβαιώθηκε από την Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. Ότι ενώ κρίθηκε επιλέξιμη δεν επιτεύχθηκε συμφωνία με τη καθής πιστώτρια, λόγω μη υποβολής από αυτήν πρότασης για ρύθμιση της απαιτήσεως της. Ότι με τη παράλειψη της καθής πιστώτριας να υποβάλλει πρόταση ολοκληρώθηκε η διαδικασία της συναινετικής ρύθμισης την 17η-03-2020, μέσα σε ένα μήνα από την κοινοποίηση σε αυτήν της από 28/01/2020 αίτησης της μέσω της ψηφιακής πλατφόρμας και ότι εξ αυτού του λόγου η διαδικασία της συναινετικής ρύθμισης ολοκληρώθηκε ανεπιτυχώς χωρίς την επίτευξη συμφωνίας. Με βάση το ιστορικό αυτό η αιτούσα ζητεί από το δικαστήριο την προστασία της κύριας κατοικίας της με ρύθμιση του χρέους της, σύμφωνα με τους όρους προστασίας της κύριας κατοικίας του ν. 4605/2019 και τον προσδιορισμό της συνεισφοράς του Δημοσίου στις μηνιαίες καταβολές της ρύθμισης αυτής. Τέλος ζητεί να καταδικαστεί η καθ’ ης στην καταβολή των δικαστικών της εξόδων.
Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η κρινόμενη αίτηση, όπως παραδεκτά συμπληρώθηκε και τροποποιήθηκε κατ’ άρθρα 236 και 745 Κ.Πολ.Δ με προφορική δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου της αιτούσας και με τις έγγραφες προτάσεις της, αρμόδια φέρεται προς συζήτηση ενώπιον αυτού του δικαστηρίου (άρθρο 77 παρ. 2 του Ν. 4605/2019), στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται η κύρια κατοικία της αιτούσας και σύμφωνα με την ειδική διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας των άρθρων 741 έως 781 σε συνδ. με το άρθρο 77 παρ. 3 του Ν. 4605/2019. Για το παραδεκτό της αιτήσεως τηρήθηκε το στάδιο της συναινετικής ρύθμισης μέσω της ψηφιακής πλατφόρμας των άρθρων 71 και 72 του ν. 4605/2019 που ολοκληρώθηκε ανεπιτυχώς την 17η/03/2020 αφού προσκομίζονται: α) η από 24/05/2020 Βεβαίωση της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους με ημερομηνία έναρξης σταδίου την 15/02/2020 και εκτιμώμενη ημερομηνία ολοκλήρωσης του την 16/03/2020, ήτοι ενόσω είχε ηδη ανασταλεί η προθεσμία των 15 εργάσιμων ημερών για την άσκηση της, προθεσμία, η οποία εκκινεί την 1η-6-2020, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 74 παρ. 1 του Ν. 4690/30-5-2020 (Κύρωση των από 13-4-2020 και 1-5-2020 ΠΝΠ “Μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεχιζόμενων συνεπειών της πανδημίας του κορωνοϊού”) σε συνδυασμό με τις ΚΥΑ, που εκδόθηκαν σε εκτέλεση του αρθ. 5 της από 11-3-2020 ΠΝΠ (ΦΕΚ Α’ 55) που κυρώθηκε με το ν. 4682/2020 (ΦΕΚ Α’ 76), δυνάμει των οποίων ανεστάλησαν διαδοχικά, τόσο η λειτουργία των δικαστηρίων όσο και όλες οι νόμιμες και δικαστικές προθεσμίες (δικαιοστάσιο) για το χρονικό διάστημα από 13.3.2020 μέχρι και 31.5.2020 και β) η από 24/05/2020 Βεβαίωση της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους μη υποβολής πρότασης από την καθής χωρίς επίκληση μη επιλεξιμότητας η μη επιδεκτικότητας ρύθμισης. Επίσης, από την από 25/05/2020 έκθεση κατάθεσης δικογράφου της Γραμματέως του παρόντος Δικαστηρίου και την με ίδια ημερομηνία βεβαίωση μεταφόρτωσης της Έ.Γ.Δ.Ι.Χ. προκύπτει ότι η κρινόμενη αίτηση, με τα συνοδευτικά αυτής έγγραφα που μεταφορτώθηκαν στην ηλεκτρονική πλατφόρμα, κατατέθηκε εμπρόθεσμα στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού και μεταφορτώθηκε μέσα σε 10 εργάσιμες μέρες από την κατάθεση της στη ψηφιακή πλατφόρμα μέσω της οποίας κοινοποιήθηκε στη καθής. Περαιτέρω η αίτηση είναι επαρκώς ορισμένη καθόσον περιέχει τα απαραίτητα για τον έλεγχο της νομικής και ουσιαστικής της βασιμότητας στοιχεία κατά το άρθρο 77 παρ. 1 του ν. 4605/2019 ήτοι ότι η αιτούσα, φυσικό πρόσωπο, υπέβαλε στη ψηφιακή πλατφόρμα της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ αίτηση για τη ρύθμιση των οφειλών της με σκοπό την προστασία της κύριας κατοικίας της από την αναγκαστική ρευστοποίηση, ότι την αίτηση αυτή υπέβαλε οριστικά μετά τον προέλεγχο επιλεξιμότητας και την ενημέρωση της από την πλατφόρμα με ειδική ένδειξη ως επιλέξιμου οφειλέτη, ότι με την οριστική υποβολή της αίτησης αυτή κρίθηκε επιλέξιμη, ότι ενώ κρίθηκε επιλέξιμη δεν επιτεύχθηκε συμφωνία με τη καθής και ότι ζητά την προστασία της κύριας κατοικίας της από την αναγκαστική ρευστοποίηση με δικαστική ρύθμιση του χρέους της σύμφωνα με τους όρους προστασίας της κύριας κατοικίας του νόμου. Πέραν των ανωτέρω στοιχείων, ουδέν άλλο στοιχείο απαιτείται για το ορισμένο της υπό κρίση αιτήσεως, απορριπτόμενου του περί του αντιθέτου ισχυρισμού της καθής. Τα μη αναφερόμενα στοιχεία, είναι αντικείμενα απόδειξης και ανταπόδειξης κατά την έρευνα της ουσιαστικής βασιμότητας της αίτησης και ειδικότερα κατά την έρευνα της συνδρομής στο πρόσωπο της αιτούσας των προϋποθέσεων επιλεξιμότητας, εφόσον αυτή αμφισβητείται, καθόσον, όπως προκύπτει από τις διατάξεις των άρθρων 744, 745, 751 Κ.Πολ.Δ. ο ιδιόρρυθμος χαρακτήρας της εκούσιας δικαιοδοσίας ως μέσου προστασίας, κυρίως δημοσίας εμβέλειας συμφερόντων, επιβάλλει την ενεργό συμμετοχή του δικαστή στη συλλογή, διερεύνηση και αξιολόγηση του πραγματικού υλικού της δίκης και επιτρέπει τη δυνατότητα συμπλήρωσης με τις προτάσεις, στο δε Ειρηνοδικείο και προφορικά κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο (άρθρο 115 παρ.3 Κ,Πολ,Δ), εκείνων των στοιχείων της αίτησης που αναφέρονται στο άρθρο 747 παρ.2 Κ.Πολ.Δ. Η αίτηση, κατά τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσης είναι νόμιμη, ερειδόμενη στις διατάξεις των άρθρων 77, 72, 73 εδαφ. β’, 68, 75 του Ν.4605/2019 και 176 ΚΠολΔ. Μη νόμιμο, όμως, τυγχάνει το αίτημα να προσδιοριστεί το ποσοστό συνεισφοράς του Δημοσίου και ως εκ τούτου απορριπτέο, αφού το ποσό της συνεισφοράς του Δημοσίου υπολογίζεται από την Ηλεκτρονική Πλατφόρμα Προστασίας της κύριας κατοικίας μετά τη μεταφόρτωση σε αυτήν, από τον οφειλέτη, της δικαστικής απόφασης και την εισαγωγή των στοιχείων των μηνιαίων δόσεων της δικαστικής ρύθμισης. Επομένως, εφόσον το πρώτο στάδιο της συναινετικής ρύθμισης ολοκληρώθηκε ανεπιτυχώς χωρίς να επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ της αιτούσας και της καθής πιστώτριας της πρέπει η αίτηση, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, να ερευνηθεί περαιτέρω και ως προς την ουσιαστική βασιμότητα της.
Από την εκτίμηση των εγγράφων που νόμιμα και εμπρόθεσμα προσκομίζουν με επίκληση οι διάδικοι, όσων εξέθεσαν προφορικά και γραπτά οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους και των διδαγμάτων της κοινής πείρας, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπάγγελτα, αποδείχθηκαν κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά που ασκούν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης: Η αιτούσα, ηλικίας 62 ετών κατοικεί μόνη της σε διαμέρισμα ιδιοκτησίας της και το ετήσιο καθαρό της εισόδημα κατά το φορολογικό έτος 2018 υπήρξε μηδενικό (0,01 €). Η ανωτέρω είναι δικαιούχος εμπράγματου δικαιώματος πλήρους κυριότητας κατά ποσοστό 100% ενός διαμερίσματος τρίτου ορόφου επιφάνειας κυρίων χώρων 101 τ.μ., το οποίο βρίσκεται στο Αιγάλεω Αττικής επί της οδού . Η φορολογητέα αξία του ως άνω ακινήτου, το οποίο η αιτούσα ζητεί να προστάτεψα από την αναγκαστική ρευστοποίηση, επειδή πρόκειται για το ακίνητο περιουσιακό της στοιχείο το οποίο χρησιμοποιεί ως κύρια κατοικία της και ως τέτοια ζητεί να προστατευθεί, ανέρχεται σε 73.492,65€, ενώ η εμπορική του αξία σε 110.474,38€. Η οφειλή της αιτούσας προς την καθής πιστώτρια τράπεζα ανέρχεται σε 21.804,50 € και προέρχεται από την υπ’ αριθμ. … σύμβαση τοκοχρεωλυτικού δανείου που είχε συνάψει με αυτήν. Η απαίτηση αυτή είναι εμπραγμάτως ασφαλισμένη με προσημείωση υποθήκης σε βάρος της κύριας κατοικίας της αιτούσας.
Περαιτέρω από την από 24/05/2020 Βεβαίωση της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους αποδείχθηκε ότι την 28/01/2019 η αιτούσα, μέσω της ψηφιακής πλατφόρμας ηλεκτρονικής υποβολής και διαχείρισης αιτήσεων, η οποία αναπτύσσεται από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Οικονομικών (Γ.Γ.Π.Σ.) σε συνεργασία με την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.), προέβη στη δημιουργία της με αριθμό … ηλεκτρονικής αίτησης, απευθυνόμενη προς τους πιστωτές της, μεταξύ των οποίων και η νυν καθής τράπεζα, ζητώντας τη συναινετική ρύθμιση του χρέους της προς αυτούς, προκειμένου να προστατέψει την κύρια κατοικία της από την αναγκαστική ρευστοποίηση. Στην αίτηση αυτή η αιτούσα δήλωσε όλα τα απαραίτητα στοιχεία προκειμένου να ελεγχθεί από την πλατφόρμα η συνδρομή στο πρόσωπο της των προϋποθέσεων επιλεξιμότητας και η επιδεκτικότητα ρύθμισης των οφειλής της.
Συγκεκριμένα η αιτούσα δήλωσε: α) στοιχεία σχετικά με την προσωπική, οικογενειακή, εισοδηματική και περιουσιακή της κατάσταση, βάσει της δήλωσης ΕΙ και της πράξης διοικητικού προσδιορισμού του φόρου εισοδήματος της (εκκαθαριστικό) φορολογικού έτους 2018 καθώς και βάσει της( δήλωσης Ε9 και της πράξης διοικητικού προσδιορισμού του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων της (ΕΝ.Φ.ΙΑ.) φορολογικού έτους 2019 που ανακτήθηκαν αυτόματα από τη βάση δεδομένων της Φορολογικής Διοίκησης, β) το οφειλόμενο ποσό προς κάθε πιστωτή της, την ημερομηνία, αναφορικά με την οποία προσδιορίζεται το ύψος αυτού, τους συνοφειλέτες που ευθύνονται έναντι κάθε πιστωτή, την εμπράγματη εξασφάλιση κάθε απαίτησης των πιστωτών της σε βάρος της προστατευόμενη κύριας κατοικίας της και τις τραπεζικές καταθέσεις που τηρεί στην καθής πιστώτρια και σε άλλα πιστωτικά ιδρύματα, βάσει των στοιχείων που ανακτήθηκαν αυτόματα από τους πιστωτές της, γ) στοιχεία σχετικά με εμπράγματες εξασφαλίσεις και βάρη στην κύρια κατοικία της, επισυνάπτοντας αντίγραφο κτηματολογικού φύλλου και δ) ότι δεν εκκρεμεί αίτηση για ρύθμιση των οφειλών της με το ν. 3869/2010, ότι δεν έχει εκδοθεί οριστική απόφαση που να απορρίπτει τέτοια αίτηση λόγω δόλου ή έλλειψης αδυναμίας πληρωμής, ούτε έχουν ρυθμιστεί οι οφειλές της δικαστικά ή εξωδικαστικά (ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, εξυγίανση, ρύθμιση μικρών επιχειρήσεων και επαγγελματιών, εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων). Την αίτηση αυτή η αιτούσα υπέβαλλε, οριστικά, ήτοι μετά τον προέλεγχο και την σχετική ένδειξη της πλατφόρμας, ότι αυτή (αιτούσα) είναι επιλέξιμη οφειλέτης, την 15η/02/2020.
Με την οριστική υποβολή της ως άνω με αριθμό … ηλεκτρονικής αίτησης, βεβαιώθηκε πλέον ότι η αιτούσα πληροί σωρευτικά τις προϋποθέσεις επιλεξιμότητας και ότι οι προς ρύθμιση οφειλές της είναι επιδεκτικές προς τούτο. Συνεπεία της επιλεξιμότητας της αιτούσας και της επιδεκτικότητας ρύθμισης των οφειλών της, ξεκίνησε, κατά την προαναφερόμενη ημερομηνία οριστικής υποβολής της με αριθμ. … ηλεκτρονικής αίτησης, το πρώτο στάδιο της υπαγωγής της στο προστατευτικό πλαίσιο του ν. 4605/2019, δηλαδή αυτό της διαδικασίας που διεξάγεται μέσω της ψηφιακής πλατφόρμας για συναινετική ρύθμιση της οφειλής της. Την οριστική υποβολή της προαναφερόμενης αίτησης ακολούθησε η κοινοποίηση αυτής και των συνοδευτικών εγγράφων της στις καθών πιστώτριες, προκειμένου οι τελευταίες, μέσα σε ένα μήνα από την κοινοποίηση αυτή, να τοποθετηθούν επί της αιτήσεως και να υποβάλλουν στην αιτούσα πρόταση για τη ρύθμιση της οφειλής της προς αυτές ή να αρνηθούν την υποβολή πρότασης αμφισβητώντας ότι η αιτούσα είναι επιλέξιμη οφειλέτης, επικαλούμενες δηλαδή μη επιλεξιμότητά της ή μη επιδεκτικότητα ρύθμισης της’ οφειλής της, προσδιορίζοντας και το σχετικό λόγο. Περαιτέρω, από την από 25/05/2020 Βεβαίωση της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους αποδείχθηκε ότι για τη ρύθμιση της υπό στοιχ. … οφειλή της αιτούσας, υποβλήθηκε πρόταση από την πιστώτρια της (ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ), η οποία έγινε αποδεκτή και ολοκληρώθηκε επιτυχώς το πρώτο στάδιο με την υπογραφή της από 04/03/2020 σύμβασης από την αιτούσα. Αντιθέτως, η καθής πιστώτρια παρέλειψε εντός της προαναφερόμενης προθεσμίας να τοποθετηθεί επί της αιτήσεως, είτε υποβάλλοντας πρόταση ρύθμισης είτε αρνούμενη την υποβολή τέτοιας πρότασης επικαλούμενη μη επιλεξιμότητά ή μη επιδεκτικότητα ρύθμισης. Με βάση τα παραπάνω το πρώτο στάδιο της διαδικασίας, αυτό για τη συναινετική ρύθμιση της οφειλής της αιτούσας προς τη νυν καθής πιστώτρια, το οποίο διεξήχθη μέσω της ψηφιακής πλατφόρμας, ολοκληρώθηκε στις 16/03/2020 ανεπιτυχώς, δηλαδή χωρίς την επίτευξη συμφωνίας μεταξύ αυτής και της καθής πιστώτριας, λόγω μη υποβολής πρότασης από τη καθής χωρίς η τελευταία να επικαλεστεί μη επιλεξιμότητά ή μη επιδεκτικότητα ρύθμισης. Επομένως, η επιλεξιμότητά της αιτούσας δεν αμφισβητείται από την καθής πιστώτρια, αφού n τελευταία παραλείπονταα να τοποθετηθεί επί της αιτήσεως και να αρνηθεί ρητά τη συναινετική ρύθμιση, επικαλούμενη κάποιο λόγο μη επιλεξιμότητας ή μη επιδεκτικότητας ρύθμισης της οφειλής, συνομολογεί ότι στο πρόσωπο της αιτούσας συντρέχουν σωρευτικά οι προϋποθέσεις επιλεξιμότητας και ότι η οφειλή της είναι επιδεκτική ρύθμισης, ότι εν τέλει ορθά κρίθηκε η αιτούσα ως επιλέξιμη οφειλέτης από την πλατφόρμα και για την προς αυτήν (καθής) ρυθμιζόμενη οφειλή. Σύμφωνα με τα παραπάνω η αιτούσα υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής του ν. 4605/2019, η δε προστασία της κύριας κατοικίας της είναι υποχρεωτική για το δικαστήριο, το οποίο αποφασίζει αποκλειστικά επί των ειδικότερων όρων της προστασίας αυτής, κατά το άρθρο 75 του νόμου αυτού, με δικαστική ρύθμιση του χρέους της. Ειδικότερα, στα πλαίσια της ρύθμισης αυτής, θα πρέπει να οριστούν μηνιαίες καταβολές συνολικού ποσού 88.191,18 € που αντιστοιχεί στο 120% της εμπορικής αξίας της προστατευόμενης κατοικίας, ύψους 73.492,65€. Με δεδομένο όμως ότι η οφειλή της αιτούσας ανέρχεται σε 21.804,50€, δηλαδή σε ποσό μικρότερο από το ποσοστό (120%) επί της εμπορικής αξίας της άνω προστατευόμενης κατοικίας που ορίστηκε, το ποσό που τελικώς θα υποχρεωθεί να καταβάλλει η αιτούσα δεν θα ξεπέρασα τις 21.804,50. Η αποπληρωμή του ποσού αυτού θα πραγματοποιηθεί σύμφωνα με το νόμο εντόκως, χωρίς ανατοκισμό, με επιτόκιο ίσο με το Euribor τριμήνου προσαυξημένο κατά δύο τοις εκατό (2%), που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος, ο χρόνος δε τοκοχρεωλυτικής εξόφλησης του ποσού αυτού, πρέπει να οριστεί σε δεκαοκτώ έτη (216 μηνιαίες δόσεις), λαμβανομένου υπόψη της ηλικίας της αιτούσας, η οποία διανύει ήδη το 62° έτος της ηλικίας της, γεγονός που επιβάλλει τον περιορισμό του χρονικού διαστήματος της εκ του νόμου εικοσιπενταετίας για τη παρούσα ρύθμιση, αφού για την τήρηση της δεν προτάθηκε από αυτήν (αιτούσα) εγγυητής που να ευθύνεται ως αυτοφειλέτης. Έτσι το ποσό κάθε μηνιαίας δόσης ανέρχεται σε 100,94 ευρώ, δηλαδή 21.804,50 ευρώ: 216 μήνες, οι δε μηνιαίες δόσεις για τη προστασία της κύριας κατοικίας θα καταβάλλονται από την 1η έως την 15η ημερολογιακή ημέρα εκάστου μηνός, αρχής γεννώμενης την 15η ημερολογιακή ημέρα του πρώτου μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης μήνα. Το ποσό των 21.804,50 €αποτελεί το υποχρεωτικό αντάλλαγμα το οποίο πρέπει να καταβάλει η αιτούσα κατά τη διάρκεια των 18 ετών του χρόνου της ρύθμισης, προκειμένου να εκπληρώσει τους παραπάνω ειδικότερους όρους υπό τους οποίους προστατεύεται η κύρια κατοικία της. Η παρούσα δικαστική ρύθμιση δεν θίγει τη ρύθμιση που επιτεύχθηκε συναινετικά μεταξύ της αιτούσας και της πιστώτριας τράπεζας με την επωνυμία “ΈΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ”, συνεπώς, οι δύο ρυθμίσεις για τη προστασία της κύριας κατοικίας της από την αναγκαστική ρευστοποίηση θα εφαρμοστούν παράλληλα.
Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή ως βάσιμη κατ’ ουσίαν και να προστατευτεί η κύρια κατοικία της αιτούσας ρυθμιζόμενου του χρέους της, σύμφωνα με τα όσα ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό της παρούσας. Η απόσβεση του χρέους της αιτούσας και κάθε εμπράγματου βάρους στην κύρια κατοικία της για την εξασφάλιση της απαιτήσεως της καθής, θα επέλθει κατά νόμο (αρ. 81 του Ν. 4605/2019/2010) υπό τον όρο της πλήρους συμμόρφωσης της με τη ρύθμιση και της επιτυχούς ολοκλήρωσης αυτής. Τέλος πρέπει να καταδικαστεί η καθής η αίτηση, λόγω της ήττας της, στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της αιτούσας, κατά παραδοχή σχετικού νομίμου αιτήματος της τελευταίας (άρθρα 176 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
-Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων
-Δέχεται την αίτηση
-Διατάσσει τη προστασία της κύριας κατοικίας της αιτούσας ήτοι ενός διαμερίσματος τρίτου ορόφου επιφάνειας κυρίων χώρων 101 τ.μ., το οποίο βρίσκεται στο Αιγάλεω Αττικής επί της οδού … και του οποίου η αιτούσα είναι δικαιούχος εμπράγματου δικαιώματος πλήρους κυριότητας κατά ποσοστό 100%.
-Επιβάλλει στην αιτούσα να καταβάλλει στη καθής πιστώτρια για τη προστασία της άνω κατοικίας της το ποσό των 21.804,50 €που θα καταβληθεί προς τη καθής σε 216 μηνιαίες δόσεις των 100,94 € η κάθε μία. Η καταβολή των δόσεων αυτών θα γίνεται από την 1η έως την 15η ημερολογιακή ημέρα εκάστου μηνός, αρχής γεννώμενης την 15η ημερολογιακή ημέρα του πρώτου, μετά τη δημοσίευση της παρούσας απόφασης μήνα, θα γίνει δε χωρίς ανατοκισμό με επιτόκιο ίσο με το Euribor τριμήνου προσαυξημένο κατά δύο τοις εκατό (2%), που θα ισχύει κατά το χρόνο της αποπληρωμής, σύμφωνα με το στατιστικό δελτίο της Τράπεζας της Ελλάδος.
-Καταδικάζει την καθ’ ης η αίτηση στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της αιτούσας, τα οποία προσδιορίζει στο ποσό των τετρακοσίων (400) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στην Αθήνα στο ακροατήριο του Ειρηνοδικείου στις 11 ΔΕΚ. 2020 από την Ειρηνοδίκη Μαρία-Ιωάννα Μαυρούκα σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση του, χωρίς να παρευρίσκονται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.
Η ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Μαρία-Ιωάννα Μαυρούκα