Οι σχέσεις των διαδίκων θα πρέπει να εξομαλυνθούν και να παραμερίσουν τις διαφωνίες τους, με στόχο το βέλτιστο συμφέρον του τέκνου τους
Την άσκηση της επιμέλειας ανηλίκου ανέθεσε το δικαστήριο και στους δύο γονείς αυτού, κοινού, με το σύστημα της εναλλασσόμενης κατοικίας του ανηλίκου (ΜΠΑ 3827/2023).
Σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου, η αδυναμία των γονέων να συνεννοηθούν δεν πρέπει να αποτελέσει τροχοπέδη, ώστε να μην ακολουθηθεί ο κανόνας της από κοινού άσκησης.
Πιο αναλυτικά, το δικαστήριο διαπίστωσε πως το μοναδικό επιχείρημα που προβάλλεται από την καθ’ ης, προκειμένου να μην ακολουθηθεί ο κανόνας της από κοινού άσκησης της επιμέλειας και το σύστημα της εναλλασσόμενης κατοικίας, είναι η αδυναμία τους ως γονείς να επικοινωνούν αρμονικά και να συνεργάζονται, προκειμένου να βρίσκουν λύσεις για τα ζητήματα που αφορούν στο τέκνο τους.
Πράγματι, η επικοινωνία των διαδίκων αποδείχθηκε προβληματική, δοθέντος ότι δε δύνανται να συνεννοηθούν για τα πρακτικά ζητήματα της καθημερινότητας που αφορούν στην ανατροφή του τέκνου τους.
Κατά την κρίση του δικαστηρίου, όμως, η αδυναμία των γονέων να συνεννοηθούν, δεν πρέπει να αποτελέσει τροχοπέδη, ώστε να μην ακολουθηθεί ο κανόνας της από κοινού άσκησης της επιμέλειας από τους διαδίκους. Οι σχέσεις των γονέων θα πρέπει να εξομαλυνθούν και αυτοί να παραμερίσουν τις διαφωνίες τους ώστε να ανεύρουν κοινή γραμμή πλεύσης, καθώς αποφασιστικό κριτήριο πρέπει να είναι για αυτούς το βέλτιστο συμφέρον του τέκνου τους, προκειμένου να δημιουργούν σε αυτά ένα ήρεμο περιβάλλον για να μεγαλώσει. Οφείλουν, ως γονείς, να θέσουν σε δεύτερη μοίρα τις διαφωνίες τους, ώστε να αποκτήσουν ένα ελάχιστο πεδίο συνεννόησης μεταξύ τους για τα ζητήματα του τέκνου τους, το οποίο κατά την κρίση του Δικαστηρίου μπορούν να επιτύχουν.
Με βάση το άρθρο 1511 ΑΚ, μετά από την τροποποίησή του από Ν. 4800/2021, η πρόθεση κάθε γονέα να σεβαστεί τα δικαιώματα του άλλου αναδεικνύεται μεν σε μια από τις παραμέτρους που λαμβάνει υπόψιν του Δικαστήριο για την δικαστική κρίση περί του τρόπου άσκησης της επιμέλειας, πλην, όμως, το ανωτέρω κριτήριο δεν πρέπει να αποτελεί το καθοριστικό στοιχείο που θα ληφθεί υπόψιν από το Δικαστήριο προκειμένου να μορφώσει την πεποίθηση του σχετικώς με το πώς εξυπηρετηθεί καλύτερα ή έννοια του βέλτιστου συμφέροντος των τέκνων.
Το δικαστήριο επεσήμανε, μάλιστα, ότι οι διαφωνίες των γονέων θα πρέπει να υποχωρήσουν έναντι στην έννοια του βέλτιστου συμφέροντος των ανήλικων τέκνων τους τους και όχι το βέλτιστο συμφέρον των τέκνων να καμφθεί από τις προσωπικές διενέξεις των διαδίκων και να υποταχθεί σε αυτές.
Εν προκειμένω, έκρινε ότι το βέλτιστο συμφέρον του τέκνου εξυπηρετείται διά της ισόχρονης παρουσίας και των δυο γονέων στη ζωή του και, επομένως, οι γονείς του τέκνου πρέπει να εστιάσουν μόνο στο συμφέρον αυτού, παραμερίζοντας τις, οποιεσδήποτε, αντιπαραθέσεις. Λαμβάνοντας υπόψη, επιπλέον, την καταλληλότητα των δύο γονέων και τη θέλησή τους να ασχοληθούν συστηματικά με το τέκνο τους, το Δικαστήριο έκρινε ότι το βέλτιστο συμφέρον του ανηλίκου, που πρέπει να προάγεται από την ουσιαστική συμμετοχή και των δύο γονέων στην ανατροφή και στη φροντίδα του, επιβάλλει την άσκηση της επιμέλειας του στους διαδίκους από κοινού, η οποία θα πρέπει να συνδυαστεί με την εναλλασσόμενη του τέκνου στις οικίες των γονέων του.
Απόσπασμα απόφασης
Πλην, όμως, η αδυναμία των γονέων να συνεννοηθούν, δεν πρέπει να αποτελέσει τροχοπέδη, κατά την άποψη που υιοθετεί το παρόν Δικαστήριο, ώστε να μην ακολουθηθεί ο κανόνας της από κοινού άσκησης της επιμέλειας από τους διαδίκους. Οι σχέσεις των γονέων θα πρέπει να εξομαλυνθούν και αυτοί να παραμερίσουν τις διαφωνίες τους ώστε να ανεύρουν κοινή γραμμή πλεύσης, καθώς αποφασιστικό κριτήριο πρέπει να είναι για αυτούς το βέλτιστο συμφέρον του τέκνου τους, προκειμένου να δημιουργούν σε αυτά ένα ήρεμο περιβάλλον για να μεγαλώσει. Οφείλουν, άλλωστε, ως γονείς, να θέσουν σε δεύτερη μοίρα τις διαφωνίες τους, ώστε να αποκτήσουν ένα ελάχιστο πεδίο συνεννόησης μεταξύ τους για τα ζητήματα του τέκνου τους, το οποίο κατά την κρίση του Δικαστηρίου μπορούν να επιτύχουν.
Με βάση το άρθρο 1511 ΑΚ μετά από την τροποποίηση του από Ν. 4800/2021 η πρόθεση κάθε γονέα να σεβαστεί τα δικαιώματα του άλλου αναδεικνύεται μεν σε μια από τις παραμέτρους που λαμβάνει υπόψιν του Δικαστήριο για την δικαστική κρίση περί του τρόπου άσκησης της επιμέλειας, πλην, όμως, το ανωτέρω κριτήριο δεν πρέπει να αποτελεί το καθοριστικό στοιχείο που θα ληφθεί υπόψιν από το Δικαστήριο προκειμένου να μορφώσει την πεποίθηση του σχετικώς με το πώς εξυπηρετηθεί καλύτερα ή έννοια του βέλτιστου συμφέροντος των τέκνων. Μάλιστα, κρίνεται ότι οι διαφωνίες των γονέων θα πρέπει να υποχωρήσουν έναντι στην έννοια του βέλτιστου συμφέροντος των ανήλικων τέκνων τους τους και όχι το βέλτιστο συμφέρον των τέκνων να καμφθεί από τις προσωπικές διενέξεις των διαδίκων και να υποταχθεί σε αυτές, καθώς οι σχέσεις των διαδίκων ως παράμετρος είναι κριτήριο γονεοκεντρικό και όχι με γνώμονα τα ανήλικα τέκνα.
Καταληκτικά, κρίνεται ότι το βέλτιστο συμφέρον του τέκνου στην προκειμένη περίπτωση εξυπηρετείται διά της ισόχρονης παρουσίας και των δυο γονέων στη ζωή του και επομένως οι γονείς του τέκνου πρέπει να εστιάσουν μόνο στο συμφέρον αυτού, παραμερίζοντας τις, οποιεσδήποτε, αντιπαραθέσεις. Ενόψει δε των ανωτέρω, της καταλληλότητας των δύο γονέων και της θέλησης τους να ασχοληθούν συστηματικά με το τέκνο τους, το Δικαστήριο κρίνει ότι, σύμφωνα με τα κριτήρια των άρθρων 1511 και 1514 παρ. 3 τελ. εδ. όπως ισχύουν, το βέλτιστο συμφέρον του ανηλίκου, που πρέπει να προάγεται από την ουσιαστική συμμετοχή και των δύο γονέων στην ανατροφή και στη φροντίδα του, επιβάλλει την άσκηση της επιμέλειας του στους διαδίκους από κοινού η οποία θα πρέπει να συνδυαστεί με την εναλλασσόμενη του τέκνου στις οικίες των γονέων του. Η ως άνω λύση προκρίνεται λαμβάνοντας υπόψιν ότι το τέκνο βρίσκεται σε ηλικία (4 ετών) που πρέπει να συναναστρέφεται εξίσου και με τους δύο γονείς τους και να περνά ισότιμο χρόνο και με τους δύο τόσο στη διάρκεια της ημέρας όσο και στη διάρκεια του μήνα. Επομένως, με τον ανωτέρω τρόπο εξασφαλίζεται η συμμετοχή και των δυο γονέων στην ανατροφή του, περιορίζοντας έτσι τις αναπόφευκτα δυσμενείς επιπτώσεις που προκαλεί το διαζύγιο στην ψυχολογία και την εν γένει προσωπικότητα του. Κρίνεται, συνεπώς, ότι η από κοινού άσκηση της επιμέλειας από τους διαδίκους και η εναλλασσόμενη κατοικία του τέκνου, είναι η πιο ενδεδειγμένη λύση προκειμένου το τέκνο να είναι ψυχικά πλήρες, ευτυχισμένο και ικανοποιημένο, αφού θα βρίσκονται περισσότερες συνεχόμενες ημέρες με έκαστο των γονέων του, λαμβάνοντας την αγάπη, τη φυσική παρουσία και την επικοινωνία που στερείται όταν διαβιεί μόνο με τον ένα του γονέα.
Η λύση αυτή κρίνεται ότι δε διαταράξει τον εύθραυστο ψυχισμό του ανηλίκου αφού ούτε η δημιουργηθείσα πλέον τοπική απόσταση των κατοικιών των διαδίκων κρίνεται από το Δικαστήριο ως τροχοπέδη για την εναλλασσόμενη κατοικία. Εξάλλου, η μετοίκηση έλαβε χώρα μεσούσης της σχολικής χρονιάς, ενόσω το τέκνο φοιτά στο σχολείο στο ……… και επομένως αυτό θα συνεχίσει την παρακολούθηση των σχολικών του μαθημάτων στο ίδιο σχολείο, ώστε να μην στερηθεί τις σταθερές του σχέσεις με τους συμμαθητές τους και με τους φίλους τους αλλά και με τους νηπιαγωγούς του. Επίσης το τέκνο είναι εξοικειωμένο με την οικία του αιτούντος, όπου περνά αρκετό χρόνο και επομένως δε θα αλλάξουν οι συνήθειες και η καθημερινότητα του, σημαντικοί παράγοντες για τη διατήρηση της σταθερότητας τους, ενώ πλέον απαιτείται από το τέκνο να προσαρμοστεί στο νέο περιβάλλον της κατοικίας της καθ’ ης.
Περαιτέρω, με την ύπαρξη της εναλλασσόμενης κατοικίας το ανήλικο αποκτά έναν πιο σταθερό τόπο κατοικίας, αφού με την συνέχιση της διαβίωσης αυτού αποκλειστικά με τη μητέρα του και της επικοινωνίας με τον πατέρα κατά το πρόγραμμα επικοινωνίας του, θα χρειάζονταν συνεχείς αλλαγές τόπου διαμονής και διανυκτερεύσεις 3 ή 4 φορές μηνιαίως, που θα διατάρασσε το καθημερινό του πρόγραμμα και ιδίως τη δυνατότητα τους να είναι συνεπείς στις σχολικές του υποχρεώσεις.
Το Δικαστήριο επίσης δια της παρούσας απόφασης επισημαίνει ότι και οι δυο διάδικοι οφείλουν να λειτουργήσουν υποστηρικτικά στη δημιουργία και στη διατήρηση ομαλής σχέσης και ψυχικού δεσμού του τέκνου και με τους δΰο γονείς του και μέσα σε αυτό το πλαίσιο αυτονόητο είναι ότι ο πατέρας οφείλει να μην επηρεάζει αρνητικά το τέκνο έναντι της μητέρας αλλά και η μητέρα να μην υπονομεύει με κανένα τρόπο τη σχέση του ανήλικου με τον πατέρα του, ενόψει του ότι η άσκηση αρνητικής επίδρασης σε βάρος του άλλου γονέα και η δημιουργία προσκομμάτων στην επικοινωνία ή την άσκηση της επιμέλειας αποτελεί κακή άσκηση της επιμέλειας και μπορεί να οδηγήσει στην αφαίρεση της. Επομένως, η επιμέλεια πρέπει να ανατεθεί από κοινού στους δύο γονείς, σύμφωνα με τη ρύθμιση της 1513 εδ. α1 ΑΚ, με εξαίρεση μόνο τις συνήθεις πράξεις επιμέλειας για την τρέχουσα διαχείριση της περιουσίας του και τις πράξεις που έχουν επείγοντα χαρακτήρα (άρθρα 1513 εδ. β’ και 1516 εδ. α’ ΑΚ), τις οποίες μπορεί να επιχειρεί κάθε φορά μόνος του ο γονέας με τον οποίο θα διαμένει κάθε φορά το παιδί, ήτοι μόνο τις πράξεις καθημερινής φροντίδας (βλ. Παντελίδου, Το Διαζύγιο και οι συνέπειες του, 3η εκδ., 2022, σελ. 379), ενώ κατά τα λοιπά η γονική του μέριμνα θα ασκείται από τους γονείς του από κοινού στο σύνολο της ανεξάρτητα από τον τόπο διαμονής των παιδιού (βλ. ΜονΠρΘεσ. 915/2022, ΤΝΠ Νόμος).
Δείτε ολόκληρη την απόφαση στο dsanet.gr.