Τι ισχύει σε περίπτωση θανάτου
Είδαμε στο προηγούμενο σημείωμα μας τα γενικά στοιχεία περί κοινών αποκτημάτων, ποια είναι αυτά και τις βασικές θέσεις τις διοίκησης πάνω στο θέμα
[Φορολογική αντιμετώπιση κοινά αποκτήματα συζύγων λόγω λύσης γάμου (Α’ μέρος)], όλα όσα θα πρέπει να γνωρίζουν οι φορολογούμενοι.
Στο σημερινό σημείωμα μας θα εξετάσουμε διαδικαστικά θέματα που μπαίνουν με την ΠΟΛ.282/1986 «Λύση γάμου – Τύχη περιουσιακών στοιχείων: Φορολογικά θέματα που γεννιώνται συνεπεία εφαρμογής του άρθρου 1400 του Αστικού Κώδικα».
Αν χρειάζεται οπωσδήποτε δικαστική απόφαση, αν τα χρήματα μπορεί να αντικατασταθούν με την μεταβίβαση ακινήτων , σε ποιες περιπτώσεις πληρώνεται φόρος αλλά και αν αυτή η θέση της διοίκησης του 1986 , ισχύει και σήμερα με τον νέο Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ΚΦΕ – Ν.4172/2013).
Δεν είναι απαραίτητη δικαστική απόφαση
Με βάση τα ανωτέρω νομικά δεδομένα και έχοντας υπόψη ότι, κατά τα διαλαμβανόμενα στην αιτιολογική του άρθρου 1400 ΑΚ έκθεση, αναγκαία προϋπόθεση «αξίωσης» συμμετοχής καθενός από τους συζύγους στα αποκτήματα, που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του γάμου, είναι η συμβολή του στην αύξηση της περιουσίας, γίνεται δεκτό, κατ’ αληθή νομοθετική βούληση, ότι:
α. Η διαφορά που ενδέχεται να προκύψει μεταξύ των τέως συζύγων, από την εφαρμογή του άρθρου 1400 ΑΚ, μπορεί να επιλυθεί και συμβιβαστικούς, χωρίς δηλαδή την ανάγκη έκδοσης σχετικής δικαστικής απόφασης.
Τούτο, γιατί η ψυχική διάθεση των ενδιαφερομένων να αποφύγουν οχληρούς δικαστικούς αγώνες ή ακόμη και η δυσχέρεια που είναι ενδεχόμενο να υπάρχει, είτε γι’ αυτόν που έχει το δικαίωμα να αξιώσει την παροχή είτε και αντίστροφα, για την απόδειξη, ασφαλώς θα οδηγήσει σε εξώδικους μεταξύ των συζύγων ή του δικαιουμένου και των κληρονόμων του υποχρέου συμβιβασμούς. Είναι δε πέραν από κάθε αμφιβολία πως η συμβιβαστική αυτή επίλυση της διαφοράς επιτρέπεται από το νόμο. Η άποψη αυτή ενισχύεται από το ότι πρόκειται για αποκτημένο, διαθετό ιδιωτικό δικαίωμα, για το οποίο ο συμβιβασμός και χωρίς ρητή διάταξη του νόμου είναι επιτρεπτός.
Όμως στη συγκεκριμένη περίπτωση, υπάρχει ρητή πρόβλεψη του συμβιβασμού αυτού με τη διάταξη του άρθρου 1401 ΑΚ, σύμφωνα με την οποία απαγορεύεται η εκχώρηση ή η κληρονομική διαδοχή της αξίωσης για τα αποκτήματα του γάμου, εκτός εάν έχει αναγνωρισθεί συμβατικώς ή έχει επιδοθεί γι’ αυτήν αγωγή.
Μεταβίβαση ακινήτου αντί χρημάτων
β. Η μεταβίβαση στο δικαιούχο σύζυγο ακινήτου, προς απόσβεση της αξίωσής του από το άρθρο 1400 ΑΚ, υπόκειται σε φόρο μεταβίβασης ακινήτων.
Συγκεκριμένα, η αληθινή έννοια της διάταξης του άρθρου αυτού είναι ότι ο δικαιούχος σύζυγος έχει κατά του υποχρέου αξίωση για καταβολή ορισμένης αποζημίωσης, προς αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη απ την παροχή υπηρεσιών ή άλλης φύσης συνεργασίας, κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης. Η αξίωση αυτή αναφαίνεται κατά τη λύση του γάμου ή τη συμπλήρωση τριετούς τουλάχιστον διάστασης, οπότε παύει πλέον ο δικαιούχος να μετέχει στα πλεονεκτήματα που εξασφαλίζει σ’ αυτόν και στην οικογένειά του η οικονομική ευρωστία ή γενικά η οικονομική κατάσταση του υποχρέου. Η αξίωση του δικαιούχου είναι καθαρώς ενοχική και εφόσον από το νόμο δεν προκύπτει κάτι άλλο, είναι πάντοτε χρηματική, κατά το γενικό κανόνα του άρθρου 297 ΑΚ (Μπαλής Ενοχ. παρ. 31 Εφ. Αθ. 251/1972 Αρμ. ΚΣΤ’ 406).
Αν συνεπώς ο υπόχρεος σύζυγος δεν καταβάλει στο δικαιούχο το οφειλόμενο τίμημα, αλλά, αντί αυτού, του μεταβιβάσει την κυριότητα ίσης αξίας ακινήτου, τότε, με τη μεταβίβαση, αποσβήνεται η ενοχική αξίωση του δικαιούχου και η μεταβίβαση γίνεται γι’ αυτόν επαχθής και ως επαχθής εμπίπτει ευθέως στη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 1587/1950 και συνεπώς φορολογείται.
γ. Η απόδοση στο δικαιούχο χρηματικής παροχής ή παροχής κινητού πράγματος δεν υπόκειται σε φόρο εισοδήματος ή δωρεάς, γιατί αυτή αποτελεί εκπλήρωση υποχρέωσης που προβλέπεται από το νόμο.
Μάλιστα, ως απορρέουσα ευθέως από το νόμο, χωρίς κανένα ειδικότερα χαρακτηρισμό, δε συνιστά ούτε εισόδημα οποιασδήπτε μορφής ούτε καν εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, γιατί μεταξύ των συζύγων δεν υπάρχει σχέση παροχής υπηρεσιών με αμοιβή, αλλά και η περιοδικότητα της ωφέλειας του δικαιούχου ελλείπει.
Τι γίνεται σε περίπτωση θανάτου
Είναι αναγκαίο να σημειωθεί πως, σε περίπτωση θανάτου του υποχρέου σε παροχή συζύγου, το ύψος το παθητικού που θα αφαιρεθεί από την κληρονομιαία περιουσία, κατ’ εφαρμογή των άρθρων 1400 ΑΚ και 21 ν.δ. 118/1973 (ΦΕΚ-202 Α’), θα πρέπει να καθορίζεται είτε με τελεσίδικη δικαστική απόφαση είτε με συμβιβασμό μεταξύ του επιζήσαντος δικαιούχου και των κληρονόμων του υποχρέου. Αν δεν υπάρχει τελεσίδικη δικαστική απόφαση ή σύμβαση, δεν αιτιολογείται έκπτωση και συνεπώς δεν θα αφαιρείται παθητικό από την κληρονομιά, γιατί, χωρίς τα στοιχεία αυτά, το τεκμήριο που ο νόμος τάσσει με το άρθρο 1400 ΑΚ, είναι χωρίς αξία από πλευράς φορολογίας, αφού είναι ενδεχόμενο ο δικαιούχος ουδέποτε να ασκήσει το δικαίωμά του ή ακόμη και να παραιτηθεί από αυτό.
Είναι αυτονόητο πως ο κατά τα άνω συμβιβασμός, μεταξύ δικαιούχου και υποχρέου ή των κληρονόμων αυτού, δεν είναι δεσμευτικός για τον οικονομικό έφορο σε περίπτωση που αυτός μπορεί να αποδείξει, κατά τη φορολογική διαδικασία, κάτι διαφορετικό από το συμβιβασμό. Όμως, κάθε αμφισβήτηση του συμβιβασμού προϋποθέτει πλήρη τεκμηρίωση.
Υπάρχει η υποχρέωση χαρτοσήμου 3,6%
Τέλος διευκρινίζεται, ότι η κατά τα ανωτέρω και κατ’ εφαρμογή του άρθρου 1400 ΑΚ απόδοση στο δικαιούχο της χρηματικής παροχής ή παροχής κινητού πράγματος, η οποία γίνεται είτε με δικαστική απόφαση, είτε με σύμβαση μεταξύ των ενδιαφερομένων, υπόκειται σε τέλος χαρτοσήμου 3% (πλέον εισφορά 20% υπέρ ΟΓΑ), σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 1α του άρθρου 13 του Κώδικα Χαρτοσήμου.
Ισχύει σήμερα αυτή η θέση
Η θέση της διοίκησης παραμένει η ίδια. Αυτό επιβεβαιώθηκε με το έγγραφο με Αριθμ. πρωτ.: ΔΕΑΦ 1017570 ΕΞ 2018 «Φορολογική μεταχείριση χρηματικού ποσού που καταβάλλεται δυνάμει του άρθρου 1400 του Αστικού Κώδικα (αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα)», που δημοσιοποιήθηκε την 1 Φεβρουαρίου του 2018. (Αθήνα , 1 Φεβρουαρίου 2018 Αριθ. Πρωτ.: ΔΕΑΦ 1017570 ΕΞ2018/01-02-2018), της Γενική Διεύθυνση Φορολογικής Διοίκησης, Διεύθυνση Εφαρμογής Άμεσης Φορολογίας, ΤΜΗΜΑ Α’ .
Σύμφωνα με το σχετικό έγγραφο, το οποίο όπως θα δούμε παραπέμπει και στην παλαιότερη ΠΟΛ.282/1986,επιβεβαιώνεται ότι τα αποκτήματα αυτά δεν αποτελούν εισόδημα.
Με αφορμή λοιπόν ερωτήματα που είχαν υποβληθεί στην διοίκηση , αναφορικά με την φορολογική μεταχείριση χρηματικού ποσού που καταβάλλεται δυνάμει του άρθρου 1400 του Αστικού Κώδικα, η διεύθυνση μας γνωρίζει τα ακόλουθα:
1. Σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην ΠΟΛ.282/1986 εγκύκλιο που εκδόθηκε κατόπιν της 725/1984 γνωμοδότησης της Συνέλευσης Προϊσταμένων Νομικών Διευθύνσεων η χρηματική παροχή που εισπράττει ο ένας σύζυγος από τον άλλον κατόπιν συμβιβασμού, προκειμένου αυτός να παραιτηθεί του δικαιώματος του άρθρου 1400 Α.Κ., δεν θεωρείται εισόδημα και ως εκ τούτου δεν φορολογείται με τις διατάξεις της φορολογίας εισοδήματος.
2. Περαιτέρω, όπως αναφέρεται στην εν λόγω εγκύκλιο, ο κατά τα ως άνω συμβιβασμός δεν είναι δεσμευτικός για τον οικονομικό έφορο σε περίπτωση που αυτός μπορεί να αποδείξει, κατά τη φορολογική διαδικασία, κάτι διαφορετικό από τον συμβιβασμό. Όμως κάθε αμφισβήτηση του συμβιβασμού προϋποθέτει πλήρη τεκμηρίωση.
3. Επίσης, σύμφωνα με την προαναφερόμενη διαταγή, προκειμένου η χρηματική παροχή ή παροχή κινητού πράγματος να αποδοθεί στον δικαιούχο απαιτείται δικαστική απόφαση ή σύμβαση μεταξύ των ενδιαφερομένων.
4. Κατόπιν των ανωτέρω, τα εισπραττόμενα από τη σύζυγο χρηματικά ποσά προς εξόφληση της σχετικής αξιώσεως έναντι του συζύγου για τη συμμετοχή στα αποκτήματα του γάμου εξακολουθούν και μετά την έναρξη ισχύος του νέου Κ.Φ.Ε. (ν.4172/2013) να μην θεωρούνται, με βάση την προαναφερόμενη εγκύκλιο εισόδημα. Επομένως, αναγράφονται στον κωδ. 781 του πίνακα 6 του εντύπου Ε1 και δεν υπόκεινται σε ειδική εισφορά αλληλεγγύης. Τα ανωτέρω ποσά δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να συγχέονται με την τυχόν καταβαλλόμενη διατροφή που λαμβάνει ο/η δικαιούχος σύμφωνα με δικαστική απόφαση ή συμβολαιογραφική πράξη, καθόσον αυτή αποτελεί με βάση την περ. β’ της παρ.2 του άρθρου 14 του ν.4172/2013 απαλλασσόμενο εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και υπόκειται σε ειδική εισφορά αλληλεγγύης.
Ο Απόστολος Αλωνιάτης είναι Οικονομολόγος – φοροτεχνικός, Α’ Αντιπρόεδρος του Ινστιτούτου Οικονομικών & Φορολογικών Μελετών (Ι.Ο.ΦΟ.Μ), Σύμβουλος Διοίκησης της PROSVASIS AEBE και συγγραφέας.