Ο Άρειος Πάγος επικύρωσε την καταδίκη αλλά έστειλε την υπόθεση στο Εφετείο για να κριθεί ως προς τις ποινές με βάση τον νέο Ποινικό Κώδικα
Ποινική καταδίκη μέλους εφορευτικής επιτροπής αλλά και γιατρού που της χορήγησε «μαϊμού» ιατρική βεβαίωση, ότι πάσχει από πνευμονική λοίμωξη για να αποφύγει να ασκήσει τα καθήκοντά της την ημέρα των προηγούμενων εκλογών, επικύρωσε ο Άρειος Πάγος στέλνοντας σαφές μήνυμα τήρησης της νομιμότητας εκ μέρους των πολιτών στην εκλογική διαδικασία.
Το Εφετείο είχε επιβάλλει στη γιατρό για την αξιόποινη πράξη της ψευδούς ιατρικής πιστοποίησης ποινή φυλάκισης 9 μηνών με τριετή αναστολή και χρηματική ποινή 300 ευρώ. Η γιατρός προσέφυγε στον Άρειο Πάγο ζητώντας να αναιρεθεί η καταδικαστική για εκείνη απόφαση όμως, οι αρεοπαγίτες επικύρωσαν, μεν, την καταδίκη, αλλά ανέπεμψαν την υπόθεση στο Εφετείο για νέα κρίση, καθώς, σύμφωνα με τον νέο Ποινικό Κώδικα, προβλέπεται διαζευκτικά ή ποινή φυλάκισης ή χρηματική ποινή και στην προκειμένη περίπτωση είχαν επιβληθεί και τα δύο. Το μήνυμα όμως είναι σαφές.
Η υπόθεση
Η γυναίκα είχε κληρωθεί αναπληρωματικό μέλος εφορευτικής επιτροπής σε εκλογικό τμήμα της Αττικής αλλά γνωστοποίησε στη δικαστική αντιπρόσωπο ότι σύμφωνα με ιατρική βεβαίωση πάσχει από πνευμονική λοίμωξη: «Η κάτωθι υπογεγραμμένη ιατρός βεβαιώ ότι επεσκέφθη οίκοι την ασθενή … και από την εξέταση διαπίστωσα ότι πάσχει από πνευμονική λοίμωξη. Εχορηγήθη θεραπευτική αγωγή και συνεστήθη όπως παραμείνει κλινήρης επί 2ήμερον και να γίνει μετά επανεξέταση. Η παρούσα χορηγείται για κάθε νόμιμη χρήση», ανέφερε. Όμως το απόγευμα της ημέρας των εκλογών η «ασθενής» πήγε στο εκλογικό τμήμα που είχε διοριστεί εφορευτική επιτροπή για να ψηφίσει.
Είναι χαρακτηριστικό ότι , όπως αναφέρει το protothema.gr η αρεοπαγιτική απόφαση, περιγράφει πως «στη σχετική παρατήρηση της δικαστικής αντιπροσώπου ότι παρά το γεγονός ότι γνωστοποιήθηκε πρόβλημα υγείας για την αποφυγή των καθηκόντων της, αυτή προσήλθε για την άσκηση του εκλογικού της δικαιώματος, χωρίς εμφανή συμπτώματα της γνωστοποιηθείσας νόσου, αυτή απάντησε με στεντόρεια φωνή, δημιουργώντας έντονο φραστικό επεισόδιο κατά τη διάρκεια της ψηφοφορίας, εμμένοντας στον ισχυρισμό της ότι ήταν ασθενής και αφού άσκησε το εκλογικό της δικαίωμα αναχώρησε από το εκλογικό τμήμα».
Η γιατρός
Η δικαστική αντιπρόσωπος την επομένη των εκλογών επικοινώνησε τηλεφωνικά με τη γιατρό που υπέγραφε τη βεβαίωση, η οποία αρχικά της είπε ότι δεν θυμάται «το όνομα της εν λόγω ασθενούς, ούτε επίσης και ότι είχε επισκεφθεί αυτήν στην κατοικία της και επιφυλάχθηκε δε να συμβουλευτεί το βιβλίο των ασθενών της» αλλά ουδέποτε «προσκόμισε αντίγραφο εκ του τηρουμένου (κατά τους ισχυρισμούς της) βιβλίου ασθενών, ούτε απόδειξη παροχής υπηρεσιών ή έστω αντίγραφο της ιατρική συνταγής με τα φάρμακα που συνέστησε (η οποία καταχωρείται με ηλεκτρονικά μέσα), εκ των οποίων να προκύπτει ότι πράγματι εξέτασε» τη δήθεν ασθενή.
Τελικά, κατά την ποινική ακροαματική διαδικασία αποδείχθηκε ότι «η χορηγηθείσα από την κατηγορουμένη ιατρό-ειδική παθολόγο, ιατρική πιστοποίηση είναι ψευδής και εκδόθηκε από την τελευταία, κατόπιν σχετικής προτροπής της έτερης κατηγορουμένης, ….., προκειμένου να βεβαιωθεί αναληθώς ότι η τελευταία έπασχε από πνευμονική λοίμωξη».
Σύμφωνα με την απόφαση του Αργείου Πάγου, «από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν προέκυψε» ότι η δήθεν ασθενής «έπασχε από πνευμονική λοίμωξη, ότι της χορηγήθηκε θεραπευτική αγωγή και ότι απαιτείτο να παραμείνει κλινήρης επί διήμερο, καθόσον δεν προσκομίσθηκε ιατρική συνταγή για χορήγηση συγκεκριμένης φαρμακευτικής αγωγής».