Δημοτική φορολογία ακινήτων (Τέλος Ακίνητης Περιουσίας). Αντικειμενικός προσδιορισμός της φορολογητέας αξίας αυτών. Οι διατάξεις του άρθρου 41 του ν.1249/1982, στις οποίες παραπέμπει ευθέως η διάταξη του εδ. α΄ παρ. 6 του άρθρου 24 του ν.2130/1993, συνάδουν προς το Σύνταγμα, καθόσον δεν θεσπίζουν αμάχητο τεκμήριο προσδιορισμού της αγοραίας αξίας των ακινήτων (και συνακόλουθα της περιουσιακής αξίας των οριζόμενων στην παρ. 3 του άρθρου 24 του ν.2130/1993 δικαιωμάτων, επί των οποίων επιβάλλεται το Τ.Α.Π.), δεδομένου ότι ο φορολογούμενος δύναται με δική του πρωτοβουλία να αποστεί από την εφαρμογή του τεκμαρτού/αντικειμενικού τρόπου προσδιορισμού της αγοραίας αξίας, ζητώντας από το δικαστήριο, κατά την παράγραφο 6 του εν λόγω άρθρου 41, τον προσδιορισμό της αξίας αυτής, εάν θεωρεί ότι η αντικειμενική αξία του ακινήτου του είναι (ουσιωδώς) μεγαλύτερη από την πραγματική αγοραία αξία του. Για την ταυτότητα του νομικού λόγου, τα παραπάνω πρέπει να γίνουν δεκτά ως ισχύοντα αναλογικά και στην περίπτωση κατά την οποία η αξία των ακινήτων προσδιορίζεται, επίσης τεκμαρτώς, με (κανονιστικές) αποφάσεις των δημοτικών συμβουλίων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη του εδ. β΄ παρ. 6 του άρθρου 24 του ν.2130/1993. Επομένως, η καταλογιστική του δημοτικού φόρου πράξη, η οποία ερείδεται στην εκάστοτε ισχύουσα, κανονιστικώς ορισθείσα με απόφαση δημοτικού συμβουλίου, τιμή ζώνης, προσβάλλεται με έννομο συμφέρον από τον φορολογούμενο, όχι στο σύνολό της, αλλά μόνον κατά το μέρος της που στηρίζεται σε τιμή ζώνης υπερβαίνουσα την τιμή, η οποία αντιστοιχεί στην πραγματική αγοραία αξία του συγκεκριμένου ακινήτου. Κατ’ ακολουθίαν, εφόσον ισχύει η οικεία κανονιστική ρύθμιση περί τιμής ζώνης στην οποία ερείδεται η καταλογιστική του δημοτικού φόρου (Τ.Α.Π.) πράξη, ο φορολογούμενος, ο οποίος επιδιώκει να αποστεί από την τεκμαρτή αξία που ορίζει η εν λόγω κανονιστική ρύθμιση, δεν αρκεί να αμφισβητήσει, με την προσφυγή του ενώπιον των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, τη νομιμότητα της ως άνω κανονιστικής ρύθμισης περί τιμής ζώνης των ακινήτων στην περιοχή στην οποία βρίσκεται η περιουσία του, αλλά, ανεξαρτήτως εάν ισχυρίζεται ότι η τιμή ζώνης δεν καθορίσθηκε εξ αρχής ορθώς ή ότι δεν συνάδει πλέον με τις τρέχουσες τιμές, λόγω μεταβολής των συνθηκών της αγοράς, ή ότι δεν ανταποκρίνεται στις ειδικές συνθήκες του συγκεκριμένου ακινήτου του, βαρύνεται να προβάλει, με συγκεκριμένο ισχυρισμό, ότι η εφαρμοσθείσα τιμή ζώνης είναι ουσιωδώς μεγαλύτερη από την πραγματική αγοραία τιμή του ακινήτου του, καθώς και να διατυπώσει συγκεκριμένο αίτημα ως προς το ύψος στο οποίο πρέπει να καθορισθεί η επίμαχη αγοραία αξία, συνοδευόμενο, μάλιστα, από έγγραφα στοιχεία τεκμηρίωσής της, δεδομένου ότι, σε τέτοια περίπτωση, αντικείμενο της διοικητικής δίκης είναι ο προσδιορισμός της αμφισβητούμενης αγοραίας αξίας του ακινήτου και, συνακόλουθα, του δημοτικού φόρου, ο οποίος αναλογεί κατά τον νόμο στην αξία αυτή. Απορρίπτεται η προσφυγή.
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ
(ΤΜΗΜΑ Β΄)
Σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε δημόσια στο ακροατήριό του (αίθουσα συνεδριάσεων Ειρηνοδικείου Ηρακλείου) στις 23 Ιουνίου 2021, ημέρα Τετάρτη και ώρα 11:00, με δικαστή τον Εμμανουήλ Στρατάκη, Πρωτοδίκη Δ.Δ. και γραμματέα την Μερόπη Τσατσάκη, δικαστική υπάλληλο.
Γ ι α να δικάσει την προσφυγή με χρονολογία κατάθεσης … (ΠΡ …).
Τ η ς εταιρείας με την επωνυμία «…» και διακριτικό τίτλο «…», εδρεύουσας στη … και νομίμως εκπροσωπούμενης, που παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας της δικηγόρου Αικατερίνης Καραμπίνη, η οποία κατέθεσε την από 22.6.2021 δήλωση, κατ’ άρθρο 133 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.
Κ α τ ά του Δήμου Ηρακλείου, που εκπροσωπείται από το Δήμαρχό του και παραστάθηκε δια της πληρεξουσίας του δικηγόρου Πελαγίας Ζαχαριουδάκη, η οποία κατέθεσε την από 22.6.2021 δήλωση, κατ’ άρθρο 133 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.
Η κ ρ ί σ η τ ο υ Δ ι κ α σ τ η ρ ί ο υ ε ί ν α ι η ε ξ ή ς:
1. Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, για την οποία καταβλήθηκε αναλογικό παράβολο ποσού … ευρώ (βλ. τα προσκομισθέντα αποδεικτικά εξόφλησης των … ηλεκτρονικών παραβόλων, ποσών … ευρώ, αντίστοιχα, σε συνδυασμό με το από … ειδικό σημείωμα υπολογισμού παραβόλου, εκδοθέντος από τη Διεύθυνση Οικονομικών του Δήμου Ηρακλείου), επιδιώκεται η ακύρωση α) της … πράξης επιβολής αναδρομικών χρεώσεων Τέλους Ακίνητης Περιουσίας (Τ.Α.Π.) του Δήμου Ηρακλείου, β) της επιβολής χρέωσης υπέρ του Δήμου Ηρακλείου Τ.Α.Π. αξίας … ευρώ, για χρονική περίοδο κατανάλωσης από 1.10. έως 31.10.2017, με τον … λογαριασμό ρεύματος της εταιρείας «…» και γ) του από … φύλλου ελέγχου του καθ’ ου Δήμου Ηρακλείου. Εξάλλου, η υπό κρίση προσφυγή νόμιμα εισάγεται εκ νέου προς συζήτηση μετά την έκδοση της 679/2020 προδικαστικής απόφασης του Δικαστηρίου τούτου.
2. Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, η προσφεύγουσα … προβάλλει συγκεκριμένα ότι στις … της επιδόθηκε από τον καθ’ ου Δήμο Ηρακλείου, η προσβαλλόμενη (υπό στοιχείο α΄) … «πράξη» επιβολής αναδρομικών χρεώσεων Τ.Α.Π. μη ηλεκτροδοτούμενων χώρων, συνοδευόμενη από το από … φύλλο ελέγχου (υπό στοιχείο γ΄ προσβαλλόμενη πράξη). Επίσης, κατά τ’ αναφερόμενα στην προσφυγή, η προσφεύγουσα παρέλαβε δια του ταχυδρομείου, στις … τον … λογαριασμό ηλεκτρικού ρεύματος, ο οποίος εκδόθηκε από εναλλακτικό πάροχο ηλεκτρικού ρεύματος, συγκεκριμένα δε από την εταιρεία «…», και περιλαμβάνει χρέωση Τ.Α.Π. αξίας … ευρώ για ηλεκτροδοτούμενο ακίνητό της υπέρ του καθ’ ου Δήμου Ηρακλείου για την χρονική περίοδο κατανάλωσης από 1.10-31.10.2017. Όπως η προσφεύγουσα εταιρεία υποστηρίζει, οι ανωτέρω προσβαλλόμενες πράξεις αφορούν στην επιβολή Τ.Α.Π. σε ενιαίο ακίνητο ιδιοκτησίας της, το οποίο βρίσκεται επί της … . Ειδικότερα, ισχυρίζεται ότι η υπό στοιχείο α΄ προσβαλλόμενη πράξη αφορά σε αναδρομικές χρεώσεις Τ.Α.Π. α) χρονικού διαστήματος από 1.1.2016 έως 31.12.2016 ποσού … ευρώ και από 1.1.2017 έως 31.12.2017 ποσού … ευρώ, ήτοι Τ.Α.Π. συνολικού ποσού … ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε μη ηλεκτροδοτούμενο χώρο, εκτάσεως … τ.μ., βάσει της με αριθμό … δήλωσης, β) χρονικού διαστήματος από 1.1.2016 έως 31.12.2016 ποσού … ευρώ και από 1.1.2017 έως 31.12.2017 ποσού … ευρώ, ήτοι Τ.Α.Π. συνολικού ποσού … ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε βιομηχανικό κτίσμα μη ηλεκτροδοτούμενο, εμβαδού … τ.μ., βάσει της με αριθμό … δήλωσης, η δε υπό στοιχείο β΄ προσβαλλόμενη πράξη, αφορά στην επιβολή Τ.Α.Π. για ηλεκτροδοτούμενο βιομηχανικό κτίριο, εμβαδού … τ.μ., ιδιοκτησίας της. Ακολούθως, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις αφορούν σε τμήματα ευρύτερης ιδιοκτησίας της, συνολικού εμβαδού … τ.μ., που βρίσκεται εντός των ορίων της Βιομηχανικής Περιοχής (ΒΙ.ΠΕ.) Ηρακλείου, …, στη Δημοτική Ενότητα Νέας Αλικαρνασσού του Δήμου Ηρακλείου. Τέλος, με την προσφυγή της, η προσφεύγουσα ζητεί την ακύρωση των ως άνω πράξεων, προβάλλοντας, α) ότι με αυτές της επιβλήθηκε παράνομα Τ.Α.Π. για ακίνητό της, το οποίο βρίσκεται εντός οριοθετημένης βιομηχανικής περιοχής του ν. 4458/1965 (ΦΕΚ Α΄ 33), ήτοι εντός ζώνης ειδικού ρυμοτομικού σχεδίου, β) ότι η χρέωσή της με Τ.Α.Π. στη κρινόμενη περίπτωση έλαβε χώρα δυνάμει της 736/2011 απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου Ηρακλείου, η οποία, κατά παράβαση της εξουσιοδοτικής διάταξης του άρθρου 24 του ν. 2130/1993 (ΦΕΚ Α΄ 62) και της αρχής της χρηστής διοίκησης, καθορίζει την τιμή ζώνης για τη χρέωση Τ.Α.Π. σε βιομηχανικά κτίρια μεγάλου εμβαδού (άνω των 1.000 τ.μ.) εντός οριοθετημένης βιομηχανικής περιοχής με την ίδια τιμή αναφοράς (600 ευρώ ανά τ.μ.), την οποία έχουν οι αστικές κατοικίες της ίδιας τοπικής κοινότητας, χωρίς να λαμβάνει υπόψη ούτε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ενός βιομηχανικού κτιρίου, ούτε το ασυγκρίτως μικρότερο κόστος κατασκευής αυτού, ούτε τις εκάστοτε εμπορικές αξίες βιομηχανικού κτιρίου σε σχέση με αστική κατασκευή (οικία ή κατάστημα) και γ) ότι η εν λόγω απόφαση (736/2011) του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Ηρακλείου, περί καθορισμού τιμής ζώνης, εκδόθηκε 6 έτη πριν τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο, όταν δεν είχε επέλθει ακόμα η πλήρης κατάρρευση των αξιών των ακινήτων, λόγω της οικονομικής κρίσης, ενώ, ουδέποτε έκτοτε, ο Δήμος Ηρακλείου προέβη σε αναθεώρηση των τιμών αυτών, παρά την πλήρη ανατροπή των αξιών των ακινήτων στη Χώρα και δη αυτών που βρίσκονται σε βιομηχανικές περιοχές. Προς απόδειξη των ανωτέρω ισχυρισμών της, η προσφεύγουσα εταιρεία επικαλείται και προσκομίζει, μεταξύ άλλων, α. τον … εκκαθαριστικό λογαριασμό ρεύματος, εκδοθέντα από την εταιρεία «…», περιόδου κατανάλωσης από 1.10.2017 έως 31.10.2017, που αφορά στην χρέωση αυτής για το με αριθμό παροχής … ακίνητό της με Τ.Α.Π. υπέρ του καθ’ ου Δήμου, ύψους … ευρώ, υπολογισθέντος ως εξής: Τ.Μ. Ακινήτου … Χ Τιμή Ζώνης … ευρώ Χ Παλαιότητα … Χ Συντελεστής Τ.Α.Π. … ευρώ ανά τ.μ. Χ Συντελεστής Ημερών …= … ευρώ και β. την 736/4.11.2011 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Ηρακλείου. Αντίθετα προς τ’ ανωτέρω, ο καθ’ ου Δήμος Ηρακλείου, με την … έκθεση απόψεών του, ζητεί την απόρριψη της κρινόμενης προσφυγής. Προς τούτο προβάλλει, αρχικώς, ότι το υπό στοιχείο α΄ προσβαλλόμενο, με την κρινόμενη προσφυγή, … έγγραφο, δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη επιβολής αναδρομικών χρεώσεων Τ.Α.Π., παραδεκτώς προσβαλλόμενη δια προσφυγής, αλλά απαντητικό έγγραφο, εκδοθέν επί της … αιτήσεως της προσφεύγουσας εταιρείας, με την οποία η τελευταία είχε ζητήσει να της κοινοποιηθεί το συνολικό ποσό των σχετικών οφειλών της. Εξάλλου, κατά τους ισχυρισμούς του καθ’ ου Δήμου, στην προσφεύγουσα είχαν επιβληθεί, κατόπιν ελέγχου της αρμόδιας υπηρεσίας του (Τμήμα Τ.Α.Π. και Τελών Καθαριότητας και Φωτισμού), σχετικές αναδρομικές χρεώσεις, με τις …/2015 και …/2015 αποφάσεις του Αντιδημάρχου Οικονομικών αυτού, κατά των οποίων η εν θέματι εταιρεία έχει ασκήσει την με αριθμό κατάθεσης ΠΡ… προσφυγή. Ακολούθως, στην … έκθεση απόψεών του ο καθ’ ου Δήμος παραθέτει, αντί ιστορικού, αυτολεξεί τα κάτωθι: «Επίσης, με την υπ’ αριθμ. … αίτηση της εταιρείας «…» δόθηκε η υπ’ αριθμ. … βεβαίωση μη οφειλής Τ.Α.Π. αφού εξόφλησε Τ.Α.Π. των υπ’ αριθμ. …/2015 και …/2015 αποφάσεων του Αντιδημάρχου Οικονομικών που της κοινοποιήθηκαν με το υπ’ αριθμ. … έγγραφο της υπηρεσίας μας και το υπόλοιπο ποσό αφορά οφειλές Τ.Α.Π. έως 31.12.2018 για τις δηλώσεις Τ.Α.Π. … αφορά το διπλάσιο της κάλυψης του οικοπέδου και … . Τα παραπάνω εξοφλήθησαν με τα υπ’ αριθμ. … και … γραμμάτια είσπραξης. Η δήλωση … αφορά κτίσμα μη ηλεκτροδοτούμενο που προέκυψε από την έκθεση ελέγχου … και αφορά το κτίσμα που με παροχή … που βρισκόταν σε διακοπή από … και είναι σύμφωνα με τον έλεγχο της υπηρεσίας ΚΤΙΣΜΑ … τ.μ.+ … τ.μ.= ΣΥΝΟΛΙΚΑ ΕΩΣ …= … τ.μ. Από … το κομμάτι των … τ.μ. μισθώθηκε και ηλεκτροδοτείται από … από την παροχή … άρα από … το Τ.Α.Π. ΜΗ ΗΛΕΚΤΡΟΔΟΤΟΥΜΕΝΟΥ ΚΤΙΣΜΑΤΟΣ διαμορφώθηκε στα … τ.μ. Από 1.1.2016 έως 31.12.2017 Τ.Α.Π. ΜΗ ΗΛΕΚΤΡΟΔΟΤΟΥΜΕΝΟΥ ΚΤΙΣΜΑΤΟΣ= … τ.μ. Στις ελέγχου … με το νέο Φύλλο Ελέγχου και Έκθεση Ελέγχου το μη ηλεκτροδοτούμενο κτίσμα ανέρχεται σε … τ.μ.». Περαιτέρω, επί των προαναφερομένων νομικών ισχυρισμών της προσφεύγουσας, ο καθ’ ου Δήμος αντιπαραθέτει ότι οι δήμοι και οι κοινότητες επιτρέπεται να επιβάλλουν υπέρ αυτών, κατ’ άρθρο 10 παρ. 1 του ν.1080/1980 και με απόφαση του δημοτικού τους συμβουλίου, φόρο για κάθε εστεγασμένο χώρο οικιακού καταναλωτού ή καταναλωτού εμπορικής ή βιομηχανικής χρήσης που βρίσκεται στη περιφέρειά τους, ότι επιβάλλεται, για τις παρεχόμενες από τους δήμους υπηρεσίες καθαριότητας, φωτισμού των κοινόχρηστων χώρων, καθώς και για κάθε άλλη παγίως παρεχόμενη στους πολίτες δημοτική ή κοινοτική υπηρεσία ανταποδοτικού χαρακτήρα, η επιβολή σχετικών τελών καθαριότητας και φωτισμού, ότι η υποχρέωση καταβολής των τελών αυτών, παρά τον χαρακτήρα τους ως ανταποδοτικών, δεν επηρεάζεται από την τη μη χρησιμοποίηση από τους υπόχρεους της παρεχόμενης δημοτικής υπηρεσίας, ότι οι ατέλειες και φορολογικές απαλλαγές που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 15 του ν.2545/1997 (Βιομηχανικές και Επιχειρηματικές Περιοχές και άλλες διατάξεις – ΦΕΚ Α΄ 254), δεν αφορούν στα ανωτέρω δημοτικά ανταποδοτικά τέλη, ότι, σύμφωνα με το 116609/311/4.7.2013 έγγραφο του Νομικού του Τμήματος, ουδεμία απαλλαγή από Τ.Α.Π. ή δημοτικό φόρο προβλέπεται για επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στις ΒΙ.ΠΕ. και, τέλος, ότι με την 3262/2017 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας απορρίφθηκε αίτηση ακυρώσεως … κατά της απόφασης του δημοτικού του συμβουλίου με θέμα «καθορισμός συντελεστών δημοτικών τελών και φόρων για το έτος 2015» (αριθμός απόφασης δημοτικού συμβουλίου 705/2014). Άλλωστε, στον προσκομισθέντα από τον καθ’ ου Δήμο στο Δικαστήριο διοικητικό φάκελο της υπόθεσης περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, τα εξής στοιχεία: 1. Η … αίτηση της προσφεύγουσας εταιρείας προς το Τμήμα Τ.Α.Π. και Τελών Καθαριότητας και Φωτισμού αυτού, με την οποία ζήτησε «να της κοινοποιηθεί ο τελικός εκκαθαριστικός λογαριασμός μετά την σχετική λογιστική τακτοποίηση, καθώς και το τελικό φύλο ελέγχου με τις λίστες χρεώσεων ακινήτου, καθώς και τις αναδρομικές λίστες χρεώσεων», 2. Το … έγγραφο του Υπευθύνου του Τμήματος Τελών Καθαριότητας και Φωτισμού του καθ’ ου Δήμου, με τίτλο «…», σύμφωνα με το περιεχόμενο του οποίου «Σε απάντηση της υπ’ αριθμ. … αίτησής σας, σας γνωρίζουμε και εγγράφως ότι μετά το από … φύλλο ελέγχου της υπηρεσίας μας προέκυψαν τα εξής: Για την αριθμό δήλωσης … που αφορά το οικόπεδο … τ.μ. οφειλή από 1.1.2016 έως 31.12.2016 ποσό … ευρώ και από 1.1.2017 έως 31.12.2017 ποσό … ευρώ, συνολικά από 1.1.2016 έως 31.12.2017 ποσό οφειλής … ευρώ. Για την αριθμό δήλωσης … που αφορά το κτίσμα μη ηλεκτροδοτούμενο … τ.μ. οφειλή από 1.1.2016 έως 31.12.2016 ποσό … ευρώ και από 1.1.2017 έως 31.12.2017 ποσό … ευρώ, συνολικά από 1.1.2016 έως 31.12.2017 ποσό οφειλής … ευρώ. Στο φύλλο ελέγχου και από την εφαρμογή των υπ’ αριθμ. 833/2016 και 31/2016 (αποδοχή εποχικότητας) αποφάσεων του Δημοτικού Συμβουλίου Ηρακλείου προέκυψε μείωση των τετραγωνικών μέτρων και ως εκ τούτου από 1.1.2016 έως και 28.4.2017 επιστροφή ποσού … ευρώ. Από τ’ ανωτέρω προκύπτει συνολικό ποσό οφειλής … ευρώ», 3. Σχετικές λίστες χρεώσεων ακινήτου, 4. Την … βεβαίωση μη οφειλής Τ.Α.Π. της προσφεύγουσας, 5. Την υπό α/α … και με ημερομηνία … δήλωση στοιχείων ακινήτου της προσφεύγουσας για τον υπολογισμό Τ.Α.Π. και, συναφώς, την υπό α/α … και με ημερομηνία … όμοια δήλωση της προσφεύγουσας, 6. Το με ημερομηνία … έγγραφο με τίτλο «φύλλο ελέγχου παροχής … και έκθεση ελέγχου μη ηλεκτροδοτούμενων κτιρίων … 2, παροχής … σε διακοπή» και, συναφώς, το με ημερομηνία … έγγραφο, με τον αυτό τίτλο.
3. Επειδή, υπό τ’ ανωτέρω δεδομένα, το Δικαστήριο, μετά την αρχική συζήτηση της υπόθεσης την 27η.2.2019, με την 679/2020 προδικαστική του απόφαση, εκτίμησε ότι αδυνατεί να μορφώσει πλήρη δικανική πεποίθηση, σχετικά με τη βασιμότητα του προβαλλόμενου από τον καθ’ ου Δήμο ισχυρισμό, σύμφωνα με τον οποίο, το υπό στοιχείο α΄ προσβαλλόμενο έγγραφο, το οποίο, εκδοθέν κατόπιν της … αιτήσεως της προσφεύγουσας εταιρείας, με το προαναφερθέν περιεχόμενο, φέρεται να έχει, κατ’ αρχάς, ενημερωτικό χαρακτήρα, δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη και, ως εκ τούτου, προσβάλλεται απαραδέκτως. Και τούτο διότι ο καθ’ ου Δήμος ούτε προβάλλει, ούτε προσκομίζει στοιχεία, σχετικά με τις πράξεις επιβολής Τ.Α.Π. σε βάρος της προσφεύγουσας, κατά την χρονική περίοδο από 1.1.2016 έως 31.12.2016 και από 1.1.2017 έως 31.12.2017, για τα αναφερόμενα στο … έγγραφο ακίνητα αυτής, ήτοι για το οικόπεδο εκτάσεως … τ.μ. και για το μη ηλεκτροδοτούμενο κτίσμα εμβαδού … τ.μ., ενώ οι …/2015 και …/2015 αποφάσεις του Αντιδημάρχου Οικονομικών του καθ’ ου Δήμου, που αναφέρονται στην έκθεση απόψεων του καθ’ ου Δήμου, με τις οποίες είχαν επιβληθεί σε βάρος της προσφεύγουσας τέλη καθαριότητας, φόρος ηλεκτροδοτούμενων χώρων και Τ.Α.Π. για τη χρονική περίοδο των ετών 2010 έως 2015, ουδόλως σχετίζονται με την κρινόμενη περίπτωση. Εκτελεστές πράξεις επιβολής Τ.Α.Π. θα αποτελούσαν στην προκείμενη περίπτωση, σύμφωνα με το σκεπτικό του Δικαστηρίου, ενδεχόμενες σχετικές εγγραφές της προσφεύγουσας στους οικείους βεβαιωτικούς καταλόγους του καθ’ ου Δήμου (βλ. σχετικές διατάξεις του β.δ/τος της 24.9/20.10.1958 «Περί κωδικοποιήσεως εις ενιαίον κείμενον νόμου των ισχυουσών διατάξεων περί των προσόδων των δήμων και κοινοτήτων» -ΦΕΚ Α΄ 171), ενόψει, μάλιστα, των οριζομένων στη διάταξη του εδ. α΄ της παρ. 15 του άρθρου 24 του ν. 2130/1993, που προβλέπει ότι, για ακίνητα που δεν έχουν μετρητή της Δ.Ε.Η., ήτοι για μη ηλεκτροδοτούμενα ακίνητα, όπως τα περιλαμβανόμενα στο εν λόγω (προσβαλλόμενο) έγγραφο ακίνητα της προσφεύγουσα, η βεβαίωση και σύνταξη του Τ.Α.Π. γίνεται με βεβαιωτικούς καταλόγους, σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για την βεβαίωση και είσπραξη των εσόδων των δήμων και κοινοτήτων. Το Δικαστήριο εκτίμησε ακόμη ότι από κανένα στοιχείο της δικογραφίας δεν προκύπτει η προβλεπόμενη από τις διατάξεις των παρ. 2 και 6 του άρθρου 24 του ν. 2130/1993 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του καθ’ ου Δήμου, βάσει της οποίας έλαβε χώρα η χρέωση της προσφεύγουσας με Τ.Α.Π. στην κρινόμενη περίπτωση, ήτοι για τη χρονική περίοδο των ετών 2016 και 2017. Συνεπακόλουθα, από κανένα στοιχείο της δικογραφίας δεν επιβεβαιώνεται ο ισχυρισμός της προσφεύγουσας, ότι η χρέωσή της με Τ.Α.Π. στη κρινόμενη περίπτωση έλαβε χώρα δυνάμει της 736/2011 απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου του καθ’ ου Δήμου Ηρακλείου, ενώ, η 705/2014 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου του καθ’ ου Δήμου, αίτηση ακυρώσεως κατά της οποίας απορρίφθηκε, σύμφωνα με την οικεία έκθεση απόψεων του καθ’ ου, με την 3262/2017 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, δεν προκύπτει, επίσης, ότι σχετίζεται με την κρινόμενη περίπτωση επιβολής Τ.Α.Π. για τα έτη 2016-2017 [με την ΣτΕ 3262/2017 απορρίφθηκε, πράγματι, αίτηση ακυρώσεως του Σωματείου με την επωνυμία «…», στρεφόμενη κατά της 705/2014 απόφασης του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Ηρακλείου, καθ’ ο μέρος με την τελευταία καθορίστηκαν συντελεστές των δημοτικών τελών καθαριότητας και φωτισμού για το έτος 2015 και επιβλήθηκαν τα εν λόγω τέλη στις επιχειρήσεις της ΒΙ.ΠΕ. Ηρακλείου]. Επιπλέον, κατά το σκεπτικό του Δικαστηρίου, οι προβαλλόμενοι από τον καθ’ ου Δήμο νομικοί ισχυρισμοί, με την προσκομισθείσα έκθεση απόψεών του, η οποία τυγχάνει ελλιπέστατη και κατά το ιστορικό αυτής μέρος, αφού αρκείται σε μια σύντομη αναφορά στο υπό στοιχείο α΄ προσβαλλόμενο έγγραφο, ενώ ουδέν αναφέρει σχετικά με την υπό στοιχείο β΄ προσβαλλόμενη πράξη, ήτοι αυτήν της επιβολής χρέωσης σε βάρος της προσφεύγουσας, για ηλεκτροδοτούμενο ακίνητο αυτής, με Τ.Α.Π. αξίας … ευρώ, για χρονική περίοδο κατανάλωσης από 1.10. έως 31.10.2017, με τον … λογαριασμό ρεύματος της εταιρείας «…», η οποία (πράξη) έχει οπωσδήποτε εκτελεστό χαρακτήρα, κατ’ άρθρο 24 παρ. 8, 9 και 10 του ν. 2130/1993, δεν αφορούν στο κρινόμενο εν προκειμένω ζήτημα επιβολής Τ.Α.Π., αλλά στη νομιμότητα επιβολής, γενικώς, των ανταποδοτικών τελών καθαριότητας και φωτισμού. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, ο καθ’ ου Δήμος Ηρακλείου, με την προσκομισθείσα έκθεση απόψεών του, ουδόλως απαντά στους προβαλλόμενους με την κρινόμενη προσφυγή νομικούς και πραγματικούς ισχυρισμούς, ως οφείλει, δυνάμει της διατάξεως της παρ. 1 του άρθρου 129 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 (Α΄ 97) Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ΚΔιοικΔικ). Με το ανωτέρω σκεπτικό, το Δικαστήριο έκρινε αναγκαίο να αναβάλει την έκδοση οριστικής απόφασης, προκειμένου να σχηματίσει πλήρη δικανική πεποίθηση για την κρινόμενη διαφορά. Έτσι, με την 679/2020 προδικαστική του απόφαση, υποχρέωσε τον καθ’ ου Δήμο να προσκομίσει, στη Γραμματεία του Δικαστηρίου, εντός προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από την επίδοση της απόφασης σε αυτόν, νέα αναλυτική έκθεση απόψεων για τη διαφορά, στην οποία θα περιλάβει, α. πλήρες ιστορικό της κρινόμενης υπόθεσης, με αναφορά στο σύνολο των προσβαλλομένων με την κρινόμενη προσφυγή πράξεων, β. συγκεκριμένη αναφορά στις διοικητικές πράξεις, με τις οποίες επιβλήθηκε σε βάρος της προσφεύγουσας Τ.Α.Π., χρονικής περιόδου από 1.1.2016 έως 31.12.2016 και από 1.1.2017 έως 31.12.2017, για τα αναφερόμενα στο … έγγραφο ακίνητα αυτής, γ. αναφορά στην συγκεκριμένη απόφαση του Δημοτικού του Συμβουλίου, εκδοθείσα κατ’ άρθρο 24 παρ. 2 και 6 του ν. 2130/1993, βάσει της οποίας έλαβε χώρα η χρέωση της προσφεύγουσας με Τ.Α.Π. στη κρινόμενη περίπτωση, ήτοι για τη χρονική περίοδο των ετών 2016 και 2017, να προσκομίσει δε, περαιτέρω, στο Δικαστήριο (ο καθ’ ου Δήμος), προς συμπλήρωση του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης και εντός της ίδιας προθεσμίας, την εν λόγω απόφαση, καθώς και στοιχεία εκ των οποίων να προκύπτει η εφαρμογή της εν λόγω απόφασης στη κρινόμενη περίπτωση και δ. συγκεκριμένους νομικούς και πραγματικούς ισχυρισμούς που θα απαντούν στους αντίστοιχους, προβληθέντες, με την κρινόμενη προσφυγή, ισχυρισμούς της προσφεύγουσας εταιρείας.
4. Επειδή, ήδη, σε εκτέλεση της 679/2020 (προδικαστικής) απόφασης, ο καθ’ ου Δήμος Ηρακλείου προσκόμισε στο Δικαστήριο την 79603/2020 νέα έκθεση απόψεων. Σε αυτή, παρά τα όσα διατάχθηκε να περιλάβει, αναφέρει α. τις …/2015 και …/2015 αποφάσεις (αντιδημάρχου οικονομικών), οι οποίες ουδόλως σχετίζονται, κατά τ’ ανωτέρω, με την κρινόμενη περίπτωση, β. τις 861/2015 και 833/2016 κανονιστικές αποφάσεις του Δημοτικού του Συμβουλίου, ως τις αποφάσεις εκείνες βάσει των οποίων έλαβε χώρα η χρέωση της προσφεύγουσας με Τ.Α.Π. κατά τα κρίσιμα έτη 2016 και 2017, (αποφάσεις) οι οποίες, όμως, όπως προκύπτει εκ του περιεχομένου τους, δεν αφορούν στο κρινόμενο εν προκειμένω ζήτημα επιβολής Τ.Α.Π., αλλά στην επιβολή των (δημοτικών) ανταποδοτικών τελών καθαριότητας και φωτισμού για τα έτη 2016 και 2017, γ. την 3262/2017 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία δεν σχετίζεται, επίσης, με την κρινόμενη περίπτωση επιβολής Τ.Α.Π. για τα έτη 2016-2017, κατά τα προεκτεθέντα, ενώ, επιπλέον, με την έκθεση απόψεων αυτή δεν προβάλλονται συγκεκριμένοι ισχυρισμοί, προς αντίκρουση των προβληθέντων με την κρινόμενη προσφυγή ισχυρισμών. Με τα δεδομένα αυτά, η 679/2020 προδικαστική απόφαση δεν εκτελέστηκε από τον καθ’ ου η προσφυγή Δήμο Ηρακλείου, γεγονός που επισημαίνεται, άλλωστε, από την προσφεύγουσα εταιρεία, με το από … υπόμνημα που κατέθεσε.
5. Επειδή, κατ’ ακολουθία της παραλείψεως του καθ’ ου Δήμου να εκτελέσει την 679/2020 προδικαστική απόφαση, παράλειψη εκ της οποίας συνάγεται τεκμήριο ομολογίας των προεκτεθέντων στη δεύτερη σκέψη ισχυρισμών της προσφεύγουσας, αναφορικά με τη συνδρομή των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης, πρέπει να γίνει δεκτό ότι με την κρινόμενη προσφυγή προσβάλλονται παραδεκτώς οι σχετικές με την επιβολή Τ.Α.Π. (συνολικού ύψους … ευρώ), για τις χρονικές περιόδους από 1.1.2016 έως 31.12.2016 και από 1.1.2017 έως 31.12.2017, εγγραφές της προσφεύγουσας στους οικείους βεβαιωτικούς καταλόγους του καθ’ ου Δήμου, για τα αναφερόμενα στο … έγγραφο (υπό στοιχείο α΄ προσβαλλόμενο) ακίνητα αυτής, των οποίων (εγγραφών) δεν προκύπτει ότι αυτή έλαβε γνώση σε χρόνο προηγούμενο της εκδόσεως του … εγγράφου. Παραδεκτώς, επίσης, προσβάλλεται, η υπό στοιχείο β΄ προσβαλλόμενη πράξη, ήτοι αυτήν της επιβολής χρέωσης σε βάρος της προσφεύγουσας, για ηλεκτροδοτούμενο ακίνητο αυτής, με Τ.Α.Π. αξίας … ευρώ, για χρονική περίοδο κατανάλωσης από 1.10. έως 31.10.2017, με τον … λογαριασμό ρεύματος της εταιρείας «…», η οποία (πράξη) έχει εκτελεστό χαρακτήρα, κατ’ άρθρο 24 παρ. 8, 9 και 10 του ν. 2130/1993, ενώ, αντίθετα, απαραδέκτως η κρινόμενη προσφυγή στρέφεται κατά του υπό στοιχείο γ΄ προσβαλλόμενου φύλλου ελέγχου, το οποίο αποτελεί προπαρασκευαστική πράξη στερούμενη εκτελεστότητας. Εξάλλου, εκ του … εκκαθαριστικού λογαριασμού ρεύματος και των περιλαμβανόμενων στο φάκελο της δικογραφίας λιστών χρεώσεων ακινήτου, έγγραφα στα οποία αποτυπώνονται τα αριθμητικά στοιχεία υπολογισμού του επιβληθέντος σε βάρος της προσφεύγουσας Τ.Α.Π. (…), δύναται να συναχθεί ότι η χρέωση αυτής με Τ.Α.Π., στη κρινόμενη περίπτωση, ερείδεται στην 736/2011 απόφαση του δημοτικού συμβουλίου του Δήμου Ηρακλείου. Με την τελευταία, εκδοθείσα κατ’ άρθρο 24 παρ. 6 εδ. β΄ του ν.2130/1993, – κατόπιν της 626/31.10.2011 απόφασης της Οικονομικής Επιτροπής του Δήμου Ηρακλείου, σχετικά με τον υπολογισμό του Τ.Α.Π. στα ευρισκόμενα σε περιοχές εκτός αντικειμενικού προσδιορισμού ακίνητα -, εγκρίθηκε ο καθορισμός της τιμής ζώνης, της τιμής οικοπέδου, του συντελεστή οικοπέδου και του συντελεστή αξιοποίησης οικοπέδου για τα ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές του Καλλικρατικού Δήμου Ηρακλείου, αλλά εκτός αντικειμενικού προσδιορισμού αξίας ακινήτων, ως εξής: «ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Β – ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ Ν. ΑΛΙΚΑΡΝΑΣΣΟΥ: Β.1) … Β.2) Για τα κτίσματα που βρίσκονται σε περιοχές της Τοπικής Κοινότητας Καλλιθέας και είναι εκτός αντικειμενικού προσδιορισμού, τον καθορισμό τιμής ζώνης σύμφωνα με την χαμηλότερη τιμή που έχει οριστεί για την εν λόγω κοινότητα, ήτοι 600,00 ευρώ ανά τ.μ. Β.3) …». Επίσης, με την 736/2011 απόφαση του δημοτικού συμβουλίου του Δήμου Ηρακλείου, καθορίστηκε, κατ’ άρθρο 24 παρ. 2 του ν.2130/1993, ο συντελεστής του Τ.Α.Π. για το έτος 2012 σε 0,035, ώστε να ισχύσει ενιαία για όλα τα ακίνητα τα ευρισκόμενα στη διοικητική περιφέρεια του Καλλικρατικού Δήμου, ήτοι του Δήμου που συνεστήθη με το άρθρο 1 παρ. 2 περ. 17 του ν. 3852/2010 (ΦΕΚ Α΄ 87), αποτελούμενος, μεταξύ άλλων, από τους πρώην Δήμους Ηρακλείου και Νέας Αλικαρνασσού, ήδη δημοτικές ενότητες που συναποτελούν τον ενιαίο Δήμο Ηρακλείου.
6. Επειδή, στο άρθρο 24 του ν. 2130/1993 (ΦΕΚ Α΄ 62) ορίζεται ότι: «1. Από 1ης Ιανουαρίου 1993 επιβάλλεται υπέρ των δήμων και κοινοτήτων τέλος, το οποίο λογίζεται επί της αξίας της ακίνητης περιουσίας που βρίσκεται εντός της διοικητικής τους περιφέρειας κατά τις ακόλουθες διακρίσεις: α) Στα πάσης φύσεως ακίνητα που βρίσκονται εντός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως ή εντός των ορίων οικισμών υφιστάμενων προ του έτους 1923 ή εντός ορίων οικισμών πληθυσμού κάτω των δύο χιλιάδων (2.000) κατοίκων. β) Στα κάθε είδους κτίσματα που βρίσκονται εκτός του εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως ή εκτός ορίων οικισμών υφιστάμενων προ του έτους 1923 ή εκτός ορίων οικισμών πληθυσμού κάτω των δύο χιλιάδων (2.000) κατοίκων. Στην περίπτωση β` για τον υπολογισμό της αξίας λαμβάνεται υπόψη, από το δημοτικό ή κοινοτικό συμβούλιο, η αξία των κτισμάτων και η αξία της διπλάσιας έκτασης από εκείνη που καταλαμβάνουν τα κτίσματα, εφ` όσον υφίσταται. 2. Ο συντελεστής του τέλους καθορίζεται με απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου από μηδέν εικοσιπέντε τοις χιλίοις (0,25ο/οο), μέχρι μηδέν τριάντα πέντε τοις χιλίοις (0.35ο/οο) και είναι ενιαίος για όλη τη διοικητική τους περιφέρεια. Η απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου λαμβάνεται μέχρι 31 Οκτωβρίου του προηγούμενου έτους και ισχύει και για τα επόμενα έτη μέχρι να τροποποιηθεί. … 3. Το τέλος βαρύνει τον κατά την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους κύριο του ακινήτου και σε περίπτωση επικαρπίας ή νομής τον επικαρπωτή ή νομέα. 4. Για τον υπολογισμό του τέλους λαμβάνεται υπόψη το σύνολο των ακινήτων της παρ. 1 του παρόντος άρθρου που ανήκουν στον αυτόν υπόχρεο και βρίσκονται μέσα στην διοικητική περιφέρεια του δήμου ή της κοινότητας κατά τις διακρίσεις των διατάξεων των παρ. 8 και 15 του παρόντος άρθρου. …5. Ο ιδιοκτήτης ή επικαρπωτής ή νομέας ακινήτων οφείλει να υποβάλει για το έτος 1993, στο δήμο ή την κοινότητα που βρίσκονται τα ακίνητα, μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευση της απόφασης για τον καθορισμό του συντελεστή του τέλους, δήλωση ακινήτων. Ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, ύστερα από γνώμη της Κ.Ε.Δ.Κ.Ε. Ο δήμος ή η κοινότητα δημοσιεύει καθ` οιονδήποτε τρόπο πρόσκληση περί υποβολής της δήλωσης ταυτοχρόνως με τη δημοσίευση της ανωτέρω απόφασής του. … Για τα επόμενα έτη δήλωση υποβάλλεται μόνο για τα ακίνητα εκείνα στα οποία έχει επέλθει μεταβολή στα στοιχεία της αρχικής δήλωσης και εντός διμήνου από της μεταβολής. 6. Για τον υπολογισμό της αξίας των ακινήτων λαμβάνονται υπόψη μόνο το ύψος της τιμής ζώνης και ο συντελεστής παλαιότητας, όπως καθορίζονται και ισχύουν κάθε φορά με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών κατά την διαδικασία του άρθρου 41 του ν. 1249/1982 (ΦΕΚ 43 Α`), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 14 του ν. 1473/1984 (ΦΕΚ 127 Α`). Στις περιοχές που δεν έχει γίνει καθορισμός της τιμής των ακινήτων με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, κατά την ανωτέρω διαδικασία, ο υπολογισμός της αξίας τους γίνεται με απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, το οποίο λαμβάνει υπόψη και τα τηρούμενα στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. στοιχεία. Οι Δ.Ο.Υ. υποχρεούνται να παρέχουν τα στοιχεία αυτά στους δήμους και τις κοινότητες. 7. Στο δημοτικό ή κοινοτικό τέλος ακίνητης περιουσίας δεν υπόκεινται τα πάσης φύσεως ακίνητα που ανήκουν: α) Στο Ελληνικό Δημόσιο στα Ν.Π.Δ.Δ. στους Ο.Τ.Α. και στις δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις. β) Στους Ναούς στις Ιερές Μονές, στο Ιερό Κοινό του Πανάγιου Τάφου, στην Ιερά Μονή του `Ορους Σινά, στο `Αγιον `Ορος, στην Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος και στα Θρησκευτικά γενικά ιδρύματα. γ) Στα αναγνωρισμένα ξένα θρησκευτικά και δόγματα, που τα χρησιμοποιούν αποκλειστικά για την άσκηση δημόσιας λατρείας και την διεξαγωγή υπηρεσιών θρησκευτικής φύσεως. δ) Στα φιλανθρωπικά ιδρύματα δημόσιου χαρακτήρα. ε) Στα ημεδαπά νομικά πρόσωπα που υπάρχουν ή θα συσταθούν και δεν έχουν κερδοσκοπικό χαρακτήρα, καθώς και οι περιουσίες του άρθρου 96 του α.ν. 2039/1939 (ΦΕΚ 455 Α`) “Περί τροποποιήσεως, συμπληρώσεως και κωδικοποιήσεως των εις το Κράτος και υπέρ κοινωφελών σκοπών καταλειπομένων κληρονομιών, κληροδοσιών και δωρεών”, εφόσον επιδιώκονται από αυτά αποδεδειγμένα σκοποί εθνωφελείς ή θρησκευτικοί ή σε ευρύτερο κύκλο φιλανθρωπικοί ή εκπαιδευτικοί ή καλλιτεχνικοί ή κοινωφελείς ή εκκλησιαστικοί, καθώς και ξένα που επιδιώκουν τους ίδιους σκοπούς, με τον όρο της αμοιβαιότητας. στ) Στα αθλητικά σωματεία, ενώσεις, ομοσπονδίες που έχουν νόμιμα αναγνωρισθεί από τη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού και τα οποία χρησιμοποιούνται αποκλειστικά ως γήπεδα ή χώροι αθλητικών εγκαταστάσεως για την πραγματοποίηση των αθλητικών τους σκοπών. ζ) Στα ξένα κράτη όταν αυτά χρησιμοποιούνται για την εγκατάσταση πρεσβειών και προξενείων αυτών με τον όρο της αμοιβαιότητας. Επίσης απαλλάσσονται του ανωτέρω τέλους: α) Τα κτίσματα οικοδομής που ανεγείρεται, για μια επταετία από τη χορήγηση της οικοδομικής άδειας ή μέχρι να εκμισθωθούν ή κατά οποιονδήποτε τρόπο χρησιμοποιηθούν αυτά πριν από την πάροδο της επταετίας. … β) Οι κοινόχρηστοι χώροι πολυκατοικιών και γ) Τα ακίνητα που έχουν χαρακτηριστεί: – Ως δημόσιοι χώροι ταφής (νεκροταφεία). – Ως διατηρητέα, με απόφαση του αρμόδιου υπουργού, και δεν ιδιοχρησιμοποιούνται ή δεν αποφέρουν εισόδημα. – Ως χώροι ιστορικών ή αρχαιολογικών μνημείων. δ) Τα κτίσματα που βρίσκονται εκτός οικισμού ή σε αγροτικές περιοχές και χρησιμοποιούνται για το σταυλισμό των ζώων. 8. Η βεβαίωση και είσπραξη του τέλους για τα ακίνητα, που έχουν μετρητή παροχής ηλεκτρικής ενέργειας της Δ.Ε.Η., γίνεται ως εξής: Οι δήμοι και οι κοινότητες μετά την λήξη της προθεσμίας υποβολής των δηλώσεων και ύστερα από έλεγχο αυτών καταρτίζουν κατάσταση στην οποία για κάθε υπόχρεο αναγράφονται τα πλήρη στοιχεία του, ο αριθμός του μετρητή που αντιστοιχεί σε κάθε ακίνητο και η αξία κάθε ακινήτου ανά μετρητή της Δ.Ε.Η. Στην κατάσταση αυτήν περιλαμβάνονται και τα ακίνητα για τα οποία δεν υποβλήθηκε δήλωση από τους υποχρέους, με βάση τα στοιχεία που τηρούνται σε κάθε δήμο ή κοινότητα, ή με αυτά που προκύπτουν ύστερα από έλεγχο για τον προσδιορισμό των ακινήτων που δεν δηλώθηκαν. Τα ανωτέρω στοιχεία δύναται να μεταβάλλονται για την προσαρμογή τους προς τα μηχανογραφικά δεδομένα της Δ.Ε.Η., με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών. Η κατάσταση αυτή μαζί με την απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου, περί καθορισμού του συντελεστή του τέλους, αποστέλλονται εφάπαξ στη Δ.Ε.Η. μέχρι 30 Νοεμβρίου και ισχύουν μέχρι να τροποποιηθούν ή καταργηθούν. Ο οριζόμενος με την απόφαση συντελεστής ισχύει από την 1ην Ιανουαρίου του επόμενου έτους και μέχρι να τροποποιηθεί ή καταργηθεί η απόφαση αυτή. … Η βεβαίωση του τέλους συντελείται με την εγγραφή του υπόχρεου στις ανωτέρω καταστάσεις, χωρίς να απαιτείται η σύνταξη χρηματικού καταλόγου από το δήμο ή την κοινότητα. 9. Το ποσό του τέλους προκύπτει από τον πολλαπλασιασμό της αξίας κάθε ακινήτου επί τον συντελεστή του τέλους. 10. Το τέλος συνεισπράττεται από τη Δ.Ε.Η. με δόσεις ίσες προς τον αριθμό των λογαριασμών κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος, που εκδίδονται από αυτήν κατά την διάρκεια της χρονικής περιόδου στην οποία εκτείνεται ο κύκλος καταμέτρησης που εφαρμόζεται από αυτήν, ανεξάρτητα αν ο κύκλος αυτός συμπίπτει προς το ημερολογιακό έτος και ανεξάρτητα από τυχόν μεταβολή των συντελεστών. … 11. … 12. … 15. Για τα ακίνητα που δεν έχουν μετρητή της Δ.Ε.Η. η βεβαίωση και σύνταξη του τέλους γίνεται με βεβαιωτικούς καταλόγους σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν για την βεβαίωση και είσπραξη των εσόδων των δήμων και κοινοτήτων. Οι ανωτέρω κατάλογοι συντάσσονται με βάση τα στοιχεία των δηλώσεων και περιλαμβάνουν και τα ακίνητα για τα οποία δεν υποβλήθηκε δήλωση από τους υπόχρεους, με βάση τα στοιχεία που έχουν στην διάθεσή τους οι δήμοι και οι κοινότητες ή με αυτά που προκύπτουν ύστερα από έλεγχο για τον προσδιορισμό των ακινήτων που δεν δηλώθηκαν. 16. …17. …».
7. Επειδή, κατά την έννοια της συνταγματικής διάταξης του άρθρου 78 παρ.4, ερμηνευόμενης σε συνδυασμό με το άρθρο 102 του Συντάγματος και ιδίως με τις διατάξεις της παραγράφου 1 και του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 5 του τελευταίου αυτού άρθρου, με τις οποίες η διοίκηση των τοπικών υποθέσεων ανατίθεται στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης και επιβάλλεται στο Κράτος να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίζονται οι αναγκαίοι πόροι για την εκπλήρωση της αποστολής τους, δεν αποκλείεται, προκειμένου ειδικώς περί φόρου υπέρ οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, που αποτελεί έσοδο του οργανισμού για την αντιμετώπιση τοπικών αναγκών και την αποτελεσματική άσκηση των κατά το Σύνταγμα αρμοδιοτήτων του, να παρέχεται από τον νομοθέτη εξουσιοδότηση στην διοίκηση του οργανισμού να κρίνει ως προς την σκοπιμότητα για την επιβολή του φόρου και να ορίσει το ύψος του φόρου και τον φορολογικό συντελεστή στο πλαίσιο, όμως, των ορίων που ορίζονται κατά συγκεκριμένο τρόπο με τυπικό νόμο (πρβλ. ΣτΕ 3302/2014 Ολομ., 3012/2014 Ολομ., 1181/2014 Ολομ.). Περαιτέρω, με τις ανωτέρω διατάξεις του άρθρου 24 του ν. 2130/1993 επιβλήθηκε από 1ης Ιανουαρίου 1993 τέλος επί της αξίας της ακίνητης περιουσίας που διαθέτει ο υπόχρεος εντός της διοικητικής περιφέρειας του οικείου δήμου (τέλος ακίνητης περιουσίας – Τ.Α.Π.), το οποίο αποτελεί, παρά τον χαρακτηρισμό του ως τέλους, δημοτικό φόρο, ανήκει στους ιδίους πόρους των δήμων και εμπίπτει στη φορολογία επί της κατοχής της περιουσίας (βλ. ΣτΕ 1874/2019 7μ., 2334/2016 7μ., 2067/2016 7μ.) και δεν συνάπτεται με συγκεκριμένη παροχή υπηρεσίας από μέρους του Ο.Τ.Α. Εξάλλου, με τις ανωτέρω διατάξεις του άρθρου 24 του ν.2130/1993, οι δήμοι επιβάλλουν το εν λόγω τέλος υπέρ αυτών, το οποίο, όπως προαναφέρθηκε, αποτελεί φόρο, με κανονιστική απόφαση του δημοτικού συμβουλίου τους. Περαιτέρω, με τις ίδιες ως άνω διατάξεις καθορίζονται τα ουσιώδη στοιχεία του τέλους τούτου, δηλαδή: το υποκείμενο (ο κατά την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους κύριος του ακινήτου και σε περίπτωση επικαρπίας ή νομής ο επικαρπωτής ή νομέας), το αντικείμενο (τα πάσης φύσεως ακίνητα που βρίσκονται εντός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως ή εντός των ορίων οικισμών υφιστάμενων προ του έτους 1923 ή εντός ορίων οικισμών πληθυσμού κάτω των 2.000 κατοίκων, καθώς και τα κάθε είδους κτίσματα που βρίσκονται εκτός του εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως ή εκτός ορίων οικισμών υφιστάμενων προ του έτους 1923 ή εκτός ορίων οικισμών πληθυσμού κάτω των 2.000 κατοίκων) και ο συντελεστής [από μηδέν εικοσιπέντε τοις χιλίοις (0,25ο/οο) μέχρι μηδέν τριάντα πέντε τοις χιλίοις (0.35ο/οο)], δηλαδή τα όρια εντός των οποίων θα κινηθεί το δημοτικό συμβούλιο για τον τελικό καθορισμό του συντελεστή του τέλους, ο οποίος συντελεστής, όπως ορίζεται ρητώς στην εξουσιοδοτική διάταξη του άρθρου 24 του ν. 2130/1993 είναι ενιαίος σε όλη τη διοικητική περιφέρεια του Δήμου.
8. Επειδή, εξάλλου, οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 41 του ν.1249/1982 (ΦΕΚ Α΄ 43), όπως ίσχυαν κατά τον κρίσιμο, εν προκειμένω, χρόνο, ορίζουν τα ακόλουθα: «1. Για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας των ακινήτων που μεταβιβάζονται με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς ή προίκας, λαμβάνονται υπόψη οι τιμές εκκίνησης, που είναι καθορισμένες από πριν κατά ζώνες ή οικοδομικά τετράγωνα και κατ’ είδος ακινήτου, όπως αστικό ακίνητο, μονοκατοικία, διαμέρισμα, κατάστημα, αγρόκτημα και άλλα. Οι τιμές εκκίνησης αυξάνονται ή μειώνονται ποσοστιαία ανάλογα με τους παράγοντες που επηρεάζουν αυξητικά ή μειωτικά την αξία των ακινήτων, όπως για τα διαμερίσματα η παλαιότητα, η θέση στο οικοδομικό τετράγωνο ή στον όροφο της πολυκατοικίας, για τα καταστήματα η εμπορικότητα δρόμου, το πατάρι, το υπόγειο, για τα αγροκτήματα η καλλιεργητική αξία, η τουριστική ή παραθεριστική σημασία και άλλα. Οι τιμές εκκίνησης και οι συντελεστές αυξομείωσής τους θα καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών, μετά από εισήγηση Επιτροπών … Οι κατά το προηγούμενο εδάφιο τιμές αναπροσαρμόζονται το βραδύτερο, ανά διετία, με τις κατά την παράγραφο 2 του παρόντος αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών. 2. Με αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών καθορίζονται: α) η καταχώρηση των τιμών εκκίνησης και των συντελεστών αυξομείωσής τους σε πίνακες και η συσχέτισή τους με διαγράμματα που καταρτίζονται με βάση χάρτες, β) κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια σχετική με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου». Περαιτέρω, η παράγραφος 6 του άρθρου 41 του ίδιου ν.1249/1982, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 14 παρ. 2 του ν.1473/1984 (ΦΕΚ Α΄ 127), ορίζει ότι: «Σε περίπτωση μεταβίβασης ακινήτων με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου δωρεάς, γονικής παροχής ή προίκας, ο φορολογούμενος αναγράφει στην οικεία φορολογική δήλωση την κατά τις παρ. 1 και 2 του παρόντος άρθρου οριζόμενη αξία τους, με βάση την οποία βεβαιώνεται ο φόρος που αναλογεί. Αν ο υπόχρεος σε φόρο θεωρεί την προκαθορισμένη αξία μεγαλύτερη από την αγοραία έχει το δικαίωμα, μέσα σε προθεσμία 20 ημερών από την υποβολή της δήλωσής του, να ζητήσει με προσφυγή τον προσδιορισμό της αξίας, από το αρμόδιο Διοικητικό Πρωτοδικείο. …». Άλλωστε, οι φόροι που επιβάλλονται στην ακίνητη περιουσία παραπέμπουν στο κατά άρθρο 41 του ν. 1249/1982 αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των ακινήτων εντός των περιοχών όπου ισχύει το σύστημα αυτό [άρθρο 24 παρ. 6 του ν.2130/1993 (Α΄ 62), άρθρο 4 του ν. 4223/2013 “Ενιαίος Φόρος Ιδιοκτησίας Ακινήτων και άλλες διατάξεις” (Α΄ 287)].
9. Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, όπως αυτή αναπτύσσεται με σχετικά υπομνήματά της, η προσφεύγουσα προβάλλει, αρχικώς, ότι δια των προσβαλλόμενων πράξεων της επιβλήθηκε παράνομα Τ.Α.Π. για ακίνητό της, το οποίο βρίσκεται εντός οριοθετημένης βιομηχανικής περιοχής του ν.4458/1965, ήτοι εντός ζώνης ειδικού ρυμοτομικού σχεδίου. Ειδικότερα, προβάλλει ότι παρανόμως και άνευ νομοθετικής πρόβλεψης της επιβλήθηκε Τ.Α.Π. για την ευρισκόμενη εντός της ΒΙ.ΠΕ. Ηρακλείου ακίνητη περιουσία της. Και τούτο, διότι, όπως υποστηρίζει, οι ΒΙ.ΠΕ. του ν.4458/1965 δεν συνιστούν, ούτε περιοχές εντός σχεδίου πόλης ή οικισμών ούτε περιοχές εκτός σχεδίου πόλης ή οικισμών, αλλά περιοχές αποκλειστικής βιομηχανικής χρήσης, με ειδικό ρυμοτομικό καθεστώς, οι οποίες δομούνται με διαφορετικό τρόπο από τις οικιστικές περιοχές. Ως εκ τούτου, σύμφωνα με την προσφεύγουσα, οι ΒΙ.ΠΕ. δεν εμπίπτουν σε καμία εκ των προβλεπόμενων από τις διατάξεις της παρ. 1 (περ. α΄ και β΄) του άρθρου 24 του ν.2130/1993 προϋποθέσεων επιβολής Τ.Α.Π., αφού ουδεμία αναλογία καταστάσεων και χαρακτηριστικών υφίσταται ανάμεσα στις περιπτώσεις που προβλέπουν οι εν λόγω διατάξεις και στο ειδικό ρυμοτομικό καθεστώς των ΒΙ.ΠΕ. Ωστόσο, ο λόγος αυτός της προσφυγής πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Και τούτο, διότι, σύμφωνα με τις διατάξεις των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παρ. 1 του άρθρου 24 του ν.2130/1993, το Τ.Α.Π. επιβάλλεται στα πάσης φύσεως και είδους ακίνητα (ή κτίσματα κατά περίπτωση), είτε αυτά βρίσκονται εντός σχεδίου πόλεως ή ορίων οικισμών, είτε αυτά βρίσκονται εκτός σχεδίου πόλεως ή ορίων οικισμών, χωρίς καμία, περαιτέρω, διάκριση των ακινήτων εκείνων που βρίσκονται σε περιοχές με ειδικό ρυμοτομικό καθεστώς, όπως οι βιομηχανικές περιοχές (πρβλ. ΔΕφΑθ 5802/2015), ενώ, άλλωστε, τα ακίνητα βιομηχανικής χρήσης δεν απαλλάσσονται του Τ.Α.Π., κατά τις ειδικότερες (περί απαλλαγής από το ένδικο τέλος) διατάξεις της παρ. 7 του ίδιου ως άνω άρθρου και νόμου.
10. Επειδή, περαιτέρω, με την κρινόμενη προσφυγή προβάλλεται ότι η 736/2011 κανονιστική απόφαση του δημοτικού συμβουλίου του Δήμου Ηρακλείου, κατ’ εφαρμογή της οποίας έλαβε χώρα ο ένδικος καταλογισμός Τ.Α.Π., καθ’ ο μέρος καθορίζει τιμή ζώνης για τα κτίσματα της ΒΙ.ΠΕ. Ηρακλείου το ποσό των 600 ευρώ ανά τ.μ., παραβιάζει την εξουσιοδοτική διάταξη του άρθρου 24 παρ. 6 εδ. β΄ του ν.2130/1993. Και τούτο, διότι η τιμή ζώνης αυτή ουδόλως ανταποκρίνεται στην πραγματική αξία των ευρισκόμενων στη ΒΙ.ΠΕ. Ηρακλείου μεγάλων βιομηχανικών κτιρίων, που κατασκευάζονται με μεταλλικά πάνελ και χωρίς μεσοτοιχίες ή ιδιαίτερα δομικά χαρακτηριστικά, με συνέπεια το κόστος κατασκευής τους να είναι υποπολλαπλάσιο αυτού μίας οικίας ή ενός καταστήματος. Έτσι, ο δια της 736/2011 κανονιστικής απόφασης καθορισμός κοινής τιμής ζώνης (600 ευρώ ανά τ.μ.) προς επιβολή Τ.Α.Π. για όλα τα ευρισκόμενα στην τοπική κοινότητα Καλλιθέας κτίσματα (αστικές κατοικίες, καταστήματα και βιομηχανικά κτίρια της ΒΙ.Π.Ε.) παρίσταται αυθαίρετος, αφού δεν λαμβάνει υπόψη τις μικρότερες εμπορικές αξίες των βιομηχανικών κτιρίων σε σχέση με τις οικίες και τα καταστήματα της περιοχής, σύμφωνα με όσα η προσφεύγουσα υποστηρίζει. Ακολούθως, προς νομική θεμελίωση του λόγου αυτού (δεύτερος λόγος προσφυγής), η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι, με τη διάταξη της παρ. 6 του άρθρου 24 του ν.2130/1993, κατ’ αναλογία με τις διατάξεις του άρθρου 41 του ν.1249/1982, θεσπίστηκε αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των ακινήτων κατά τρόπο, ώστε, βάσει προκαθορισμένων, ειδικών και πρόσφορων κριτηρίων, να προκύπτει για κάθε ακίνητο μιας περιοχής ορισμένη αξία, ανταποκρινόμενη, κατά προσέγγιση, στην πραγματική αγοραία αξία αυτού. Ο προσδιορισμός αυτός πρέπει να διενεργείται, κατά την έννοια της παραπάνω διάταξης του ν.2130/1993, ερμηνευομένης υπό το φως των άρθρων 4 παρ. 5 και 78 παρ. 1 του Συντάγματος, με βάση ενιαία, διαφανή και αρκούντως ορισμένη, πρόσφορη και οικονομετρικά άρτια μεθοδολογία, ώστε να παρέχονται στους βαρυνόμενους επαρκή εχέγγυα ορθού καθορισμού της φορολογητέας αξίας των ακινήτων τους και να τηρείται από τα αρμόδια διοικητικά όργανα το ίσο μέτρο (γνωμοδοτικής και αποφασιστικής) κρίσης. Εξάλλου, η ειδική μέθοδος αυτή, πρέπει, ιδίως, να λαμβάνει υπόψη της την παρατεταμένη και σταδιακά εντεινόμενη ύφεση της αγοράς ακινήτων, συνεπεία της οικονομικής κρίσης και της επιβάρυνσης της ακίνητης περιουσίας με νέους φόρους από το έτος 2010 και μετά. Η εν λόγω ύφεση ναι μεν δημιουργεί μη ομαλές συνθήκες στην αγορά των ακινήτων, που ενδέχεται σε διάφορες περιοχές, και δη στη ΒΙ.ΠΕ. Ηρακλείου, να χαρακτηρίζονται από ελαχιστοποίηση του αγοραστικού ενδιαφέροντος και, συνακόλουθα, της πιθανότητας διάθεσης των προσφερόμενων ακινήτων και κίνησης της σχετικής αγοράς, αλλά το στοιχείο αυτό δεν σημαίνει αδυναμία προσδιορισμού κατά προσέγγιση της πραγματικής αγοραίας αξίας των ακινήτων, αλλά παράγοντα ληπτέο υπόψη στο πλαίσιο της προαναφερόμενης μεθόδου. Συνεπώς, κατά την έννοια της παρ. 6 του άρθρου 24 του ν.2130/1993, ο κανονιστικός ορισμός των αντικειμενικών αξιών πρέπει να γίνεται κατά ζώνες που παρουσιάζουν τέτοια ομοιογενή χαρακτηριστικά όσον αφορά την αγορά των ακινήτων, ώστε να δικαιολογείται ο καθορισμός της ίδιας αντικειμενικής (κατά προσέγγιση πραγματικής αγοραίας ανά τ.μ.) για τα ακίνητα που βρίσκονται εντός των ορίων εκάστης ζώνης. Άλλωστε, ο ως άνω ορισμός πρέπει να γίνεται κατόπιν συνεκτίμησης συγκεκριμένων, περιλαμβανόμενων στο διοικητικό φάκελο, πρόσφορων και επίκαιρων στοιχείων για την πραγματική αγοραία αξία των ακινήτων στη σχετική ζώνη, ενώ, σε κάθε περίπτωση, πρέπει να παρατίθενται τα συγκεκριμένα στοιχεία που δύνανται να στηρίξουν ενιαία κρίση για περισσότερες ζώνες, μόνον εφόσον οι ζώνες αυτές βρίσκονται στην ίδια δημοτική ενότητα ή κοινότητα ορισμένου δήμου και προκύπτει αιτιολογημένα ότι τελούν υπό παρόμοιες συνθήκες, όσον αφορά την αγοραία αξία των ακινήτων τους. Κατ’ επίκληση των ανωτέρω, που απηχούν νομολογιακές παραδοχές (ΣτΕ 4446/2015 Ολομ., 4003/2014 Ολομ., 556/2017 7μ., 3833/2014 7μ., κ.ά.) επί ζητημάτων αντικειμενικού προσδιορισμού αξίας ακινήτων, κατά τις διατάξεις των άρθρων 41 του ν.1249/1982 και 4 του ν.4223/2013 (ΕΝ.Φ.Ι.Α.), η προσφεύγουσα καταλήγει ότι η εφαρμοσθείσα, εν προκειμένω, 736/2011 κανονιστική απόφαση, η οποία δεν έλαβε υπόψη κανένα συγκριτικό στοιχείο, εκ του οποίου θα προέκυπτε άνευ ετέρου το συμπέρασμα ότι η αξία ενός βιομηχανικού κτιρίου είναι πολύ μικρότερη μιας αστικής κατοικίας ή ενός καταστήματος, αλλά ατεκμηρίωτα όρισε ως τιμή ζώνης προς επιβολή Τ.Α.Π. για τα κτίσματα (και) της ΒΙ.ΠΕ. Ηρακλείου το ποσό των 600 ευρώ ανά τ.μ., εξομοιώνοντας αυθαίρετα τα τελευταία με τα αστικά ακίνητα (κατοικίες) του πλησιόχωρου οικισμού Καλλιθέας, είναι παράνομη, ως αντικείμενη στην εξουσιοδοτική διάταξη του άρθρου 24 παρ. 6 εδ. β΄ του ν.2130/1993, κατ’ αποτέλεσμα δε, οι ερειδόμενες σε αυτή ατομικές πράξεις καταλογισμού Τ.Α.Π. (σε βάρος της) για τα έτη 2016 και 2017 παρίστανται, επίσης, παράνομες και πρέπει να ακυρωθούν. Συναφώς, άλλωστε, προς τον ανωτέρω (δεύτερο) λόγο της προσφυγής, η προσφεύγουσα προβάλλει ακόμη ότι ο καθ’ ου Δήμος παρέλειψε επί μακρώ χρόνο να ασκήσει την, κατ’ άρθρο 24 παρ. 6 εδ. β΄ του ν.2130/1993, κανονιστική του αρμοδιότητα, αφού, μετά την έκδοση της 736/2011 κανονιστικής του απόφασης, ουδέποτε προέβη, ως όφειλε, σύμφωνα με την ανωτέρω διάταξη και την αρχή της χρηστής διοίκησης, σε αναπροσαρμογή των καθορισθεισών με την 736/2011 απόφαση αξιών. Κατ’ αποτέλεσμα, όπως η προσφεύγουσα ισχυρίζεται, το ένδικο Τ.Α.Π. υπολογίστηκε αυθαίρετα επί της ακίνητης περιουσίας της βάσει αξιών του έτους 2011, οι οποίες ουδεμία σχέση έχουν με τις πραγματικές αξίες των ακινήτων και, ειδικότερα, των επιχειρηματικών και βιομηχανικών ακινήτων κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο (έτη 2016-2017), οι οποίες (αξίες) από το έτος 2011 και εντεύθεν υπέστησαν δραματική μείωση, που υπερβαίνει, σύμφωνα με σχετικές μελέτες, το 40%. Περαιτέρω, προς νομική θεμελίωση του λόγου αυτού (τρίτος λόγος προσφυγής), η προσφεύγουσα διατείνεται ότι η, κατ’ άρθρο 24 παρ. 6 εδ. β΄ του ν.2130/1993, κανονιστική αρμοδιότητα καθορισμού των αξιών των ακινήτων από τους Δήμους δεν είναι δυνατόν να ασκείται άπαξ, αλλά πρέπει να ασκείται κάθε φορά που μεταβάλλονται ουσιαστικά οι συνθήκες της οικείας αγοράς. Εξάλλου, ο νομοθέτης εισήγαγε στο σύστημα προσδιορισμού αξιών ακινήτων του άρθρου 41 του ν.1249/1982 συγκεκριμένη μέθοδο που διασφαλίζει τη νόμιμη αξίωση των πολιτών να καταβάλλουν φόρο, ο οποίος αντιστοιχεί σε πραγματική και όχι σε πλασματική τους περιουσία. Συγκεκριμένα, προέβλεψε σύστημα περιοδικής, ανά διετία, αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών, βάσει του οποίου οι αντικειμενικώς καθορισθείσες φορολογητέες αξίες πρέπει να ανταποκρίνονται, κατά το δυνατόν, στις εκάστοτε διαμορφούμενες αγοραίες αξίες. Ειδικότερα, η Διοίκηση οφείλει εντός της άνω διετούς προθεσμίας ή, πάντως, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος από την πάροδο αυτής, να επανελέγχει τις υφιστάμενες αντικειμενικές αξίες και να τις αναπροσαρμόζει, όπου συντρέχει λόγος. Σε διαφορετική περίπτωση, παραλείπει οφειλόμενη νόμιμη ενέργεια, επιβαλλόμενη από το άρθρο 41 παρ. 1 του ν.1249/1982. Η, κατά τ’ ανωτέρω, υποχρέωση αναπροσαρμογής των αξιών των ακινήτων ανά διετία ή εντός ευλόγου χρόνου ισχύει ευθέως, ή έστω κατ’ αναλογία, και στην περίπτωση καθορισμού των αξιών αυτών από τα οικεία Δημοτικά Συμβούλια, κατ’ άρθρο 24 παρ. 6 εδ. β΄ του ν.2130/1993. Ακόμη δε και στην περίπτωση που δεν γίνει δεκτή, στην κρινόμενη περίπτωση, η ευθεία εφαρμογή του άρθρου 41 παρ. 1 του ν.1249/1982, η υποχρέωση αναπροσαρμογής των αξιών των ακινήτων ανά διετία ή εντός ευλόγου χρόνου από τον οικείο Δήμο, ώστε αυτές να ανταποκρίνονται στις διακυμάνσεις της αγοράς, θεμελιώνεται, τόσο στην απόλυτη ταύτιση πραγματικής και νομικής κατάστασης, -είτε οι αξίες των ακινήτων καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, κατ’ άρθρο 24 παρ. 6 εδ. α΄ του ν.2130/1993, διάταξη που παραπέμπει ευθέως στο άρθρο 41 παρ. 1 του ν.1249/1982, είτε καθορίζονται με αποφάσεις των δημοτικών συμβουλίων, κατ’ άρθρο 24 παρ. 6 εδ. β΄ του ν.2130/1993-, συνθήκη που καθιστά επιβεβλημένη την αναλογική εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων του ν.1249/1982 στη προκείμενη περίπτωση, όσο και στην αρχή της χρηστής διοίκησης. Υπό τους ανωτέρω νομικούς της ισχυρισμούς, η προσφεύγουσα καταλήγει ότι το καταλογισθέν σε βάρος της Τ.Α.Π. υπολογίστηκε, δυνάμει της 736/2011 κανονιστικής απόφασης, αυθαίρετα επί πλασματικών αξιών του έτους 2011, ένεκα της παράνομης παράλειψης του καθ’ ου Δήμου να προβεί σε αναπροσαρμογή των αξιών των ακινήτων ανά διετία ή εντός ευλόγου χρόνου. Εξάλλου, με τα από … και … υπομνήματα που κατέθεσε, η προσφεύγουσα διατείνεται ότι ο επίμαχος προσδιορισμός τιμής ζώνης εισάγει πλασματικές αξίες για τα ευρισκόμενα στη ΒΙ.ΠΕ. Ηρακλείου μεγάλα βιομηχανικά ή βιοτεχνικά κτίρια, η αξία των οποίων δεν υπερβαίνει τα … ευρώ ανά τ.μ., όπως για πρώτη φορά προβάλλει συγκεκριμένα, – σε αντίθεση με τις νεόδμητες κατοικίες της Τοπικής Κοινότητας Καλλιθέας, που κοστίζουν τουλάχιστον … ευρώ ανά τ.μ. -, οι δε αξίες αυτές επαληθεύονται από την πρακτική του Ελληνικού Δημοσίου, που χρησιμοποιεί για ειδικές κατηγορίες ακινήτων (βιοτεχνικά-βιομηχανικά) της ΒΙ.ΠΕ. Ηρακλείου (όπως και των άλλων ΒΙ.ΠΕ.) όχι τιμή ζώνης, αλλά τιμή εκκίνησης, η οποία κατά το έτος 2016 ανερχόταν μόλις σε 360 ευρώ ανά τ.μ. Προς απόδειξη της τελευταίας τιμής (εκκίνησης), την οποία επικαλείται το πρώτον με τα υπομνήματά της, η προσφεύγουσα προσκόμισε την οικεία πράξη διοικητικού προσδιορισμού ΕΝ.Φ.Ι.Α. 2016, ενώ, προσκόμισε, επίσης, την υπ’ αρ. … απόφαση ολοκλήρωσης επένδυσης του Υπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού, εκ της οποίας «προκύπτει ότι το κόστος κατασκευής νέου εργοστασίου … τ.μ. ανήλθε σε … ευρώ, δηλαδή περίπου … τ.μ. ανά μέτρο», όπως η προσφεύγουσα παραθέτει αυτολεξεί επί καταλόγου προσκομιζομένων εγγράφων που κατέθεσε στο Δικαστήριο στις … .
11. Επειδή, επί των ανωτέρω (δεύτερου και τρίτου) συναφών λόγων της προσφυγής το Δικαστήριο εκτιμά τα εξής: Κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 4 παρ. 5 και 78 παρ. 1 του Συντάγματος, η φορολογούμενη ύλη, όπως η περιουσία, δεν επιτρέπεται να είναι πλασματική, αλλά πρέπει να είναι πραγματική. Με τις διατάξεις του άρθρου 41 του ν. 1249/1982 θεσπίσθηκε αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των ακινήτων κατά τρόπο ώστε, βάσει προκαθορισμένων, ειδικών και πρόσφορων κριτηρίων, να προκύπτει για κάθε ακίνητο μιας περιοχής ορισμένη αξία, ανταποκρινόμενη, κατά προσέγγιση, στην πραγματική αγοραία αξία αυτού (βλ. ΣτΕ 4003/2014 Ολομ.), δηλαδή στην ελάχιστη εύλογη αξία αγοραπωλησίας που θα συμφωνούσαν δύο καλά ενημερωμένοι και επιμελείς συναλλασσόμενοι, που δεν έχουν σχέση μεταξύ τους (βλ. ΣτΕ 2334-2337/2016 7μ.). Οι ανωτέρω διατάξεις του άρθρου 41 του ν.1249/1982, στις οποίες παραπέμπει ευθέως η διάταξη του εδ. α΄ παρ. 6 του άρθρου 24 του ν.2130/1993, συνάδουν προς το Σύνταγμα, καθόσον δεν θεσπίζουν αμάχητο τεκμήριο προσδιορισμού της αγοραίας αξίας των ακινήτων (και συνακόλουθα της περιουσιακής αξίας των οριζόμενων στην παρ. 3 του άρθρου 24 του ν.2130/1993 δικαιωμάτων, επί των οποίων επιβάλλεται το Τ.Α.Π.), δεδομένου ότι ο φορολογούμενος δύναται με δική του πρωτοβουλία να αποστεί από την εφαρμογή του τεκμαρτού/αντικειμενικού τρόπου προσδιορισμού της αγοραίας αξίας, ζητώντας από το δικαστήριο, κατά την παράγραφο 6 του εν λόγω άρθρου 41, τον προσδιορισμό της αξίας αυτής (πρβλ. ΣτΕ 4003/2014 Ολομ., ΣτΕ 86/2015 7μ.), εάν θεωρεί ότι η αντικειμενική αξία του ακινήτου του είναι (ουσιωδώς) μεγαλύτερη από την πραγματική αγοραία αξία του. Για την ταυτότητα του νομικού λόγου, τα παραπάνω πρέπει να γίνουν δεκτά ως ισχύοντα αναλογικά και στην περίπτωση κατά την οποία η αξία των ακινήτων προσδιορίζεται, επίσης τεκμαρτώς, όχι με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών, κατά τα οριζόμενα στη διάταξη του εδ. α΄ παρ. 6 του άρθρου 24 του ν.2130/1993, αλλά με (κανονιστικές) αποφάσεις των δημοτικών συμβουλίων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στη διάταξη του εδ. β΄ παρ. 6 του άρθρου 24 του ν.2130/1993, όπως, άλλωστε (και) η ίδια η προσφεύγουσα υποστηρίζει. Επομένως, στη τελευταία περίπτωση, η καταλογιστική του ένδικου δημοτικού φόρου πράξη, η οποία ερείδεται στην εκάστοτε ισχύουσα, κανονιστικώς ορισθείσα με απόφαση δημοτικού συμβουλίου, τιμή ζώνης, προσβάλλεται με έννομο συμφέρον από τον φορολογούμενο, όχι στο σύνολό της, αλλά μόνον κατά το μέρος της που στηρίζεται σε τιμή ζώνης υπερβαίνουσα την τιμή (ανά τ.μ.) η οποία αντιστοιχεί στην πραγματική αγοραία αξία του συγκεκριμένου ακινήτου. Ενόψει των ανωτέρω, εφόσον ισχύει η οικεία κανονιστική ρύθμιση περί τιμής ζώνης (προϋπόθεση που δεν συντρέχει, εάν έχει ακυρωθεί από το αρμόδιο Συμβούλιο της Επικρατείας η ρύθμιση αυτή ή η παράλειψη του οικείου δημοτικού συμβουλίου να προβεί σε νέα, επίκαιρη ρύθμιση), στην οποία ερείδεται η καταλογιστική του δημοτικού φόρου ( Τ.Α.Π.) πράξη, ο φορολογούμενος, ο οποίος επιδιώκει να αποστεί από την τεκμαρτή αξία που ορίζει η εν λόγω κανονιστική ρύθμιση, στο πλαίσιο του προσδιορισμού του ύψους του Τ.Α.Π. που οφείλει, δεν αρκεί να αμφισβητήσει με την προσφυγή του ενώπιον των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, τη νομιμότητα της ως άνω κανονιστικής ρύθμισης περί τιμής ζώνης των ακινήτων στην περιοχή στην οποία βρίσκεται η περιουσία του, αλλά, ανεξαρτήτως εάν ισχυρίζεται ότι η τιμή ζώνης δεν καθορίσθηκε εξ αρχής ορθώς ή ότι δεν συνάδει πλέον με τις τρέχουσες τιμές, λόγω μεταβολής των συνθηκών της αγοράς, ή ότι δεν ανταποκρίνεται στις ειδικές συνθήκες του συγκεκριμένου ακινήτου του (πρβλ. ΣτΕ 4003/2014 Ολομ., ΣτΕ 2810/2017 7μ.), βαρύνεται να προβάλει, με συγκεκριμένο ισχυρισμό, ότι η εφαρμοσθείσα τιμή ζώνης είναι ουσιωδώς μεγαλύτερη από την πραγματική αγοραία τιμή του ακινήτου του, καθώς και να διατυπώσει συγκεκριμένο αίτημα ως προς το ύψος στο οποίο πρέπει να καθορισθεί η επίμαχη αγοραία αξία, συνοδευόμενο, μάλιστα, από έγγραφα στοιχεία τεκμηρίωσής της, δεδομένου ότι, σε τέτοια περίπτωση, αντικείμενο της διοικητικής δίκης είναι ο προσδιορισμός της αμφισβητούμενης αγοραίας αξίας του ακινήτου και, συνακόλουθα, του δημοτικού φόρου (Τ.Α.Π.) ο οποίος αναλογεί κατά τον νόμο στην αξία αυτή (πρβλ. ΣτΕ 1357/2018 7μ.). Αν ο φορολογούμενος παραλείψει να ανταποκριθεί στο ανωτέρω βάρος του, η προσφυγή του είναι απορριπτέα, ως αόριστη και αναπόδεικτη. Τ’ ανωτέρω λαμβάνοντας υπόψη το Δικαστήριο, και συνεκτιμώντας ότι α. με τους δεύτερο και τρίτο λόγους της υπό κρίση προσφυγής, η προσφεύγουσα αρκείται να αμφισβητεί τη νομιμότητα της 736/2011 απόφασης του δημοτικού συμβουλίου του Δήμου Ηρακλείου, -κανονιστική απόφαση η οποία δεν προβάλλεται, ούτε προκύπτει, ότι έχει ακυρωθεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας, ούτε, άλλωστε, προκύπτει ότι έχει ακυρωθεί, από το ίδιο ανώτατο Δικαστήριο, η παράλειψη του παραπάνω δημοτικού συμβουλίου να προβεί σε νέα, επίκαιρη, ρύθμιση -, προβάλλοντας ισχυρισμούς με τους οποίους αμφισβητεί την ορθότητα της καθορισθείσης με την κανονιστική αυτή απόφαση τιμής ζώνης (600,00 ευρώ ανά τ.μ.) προς επιβολή Τ.Α.Π., ως μη ανταποκρινόμενης, εξ αρχής, στις ειδικές συνθήκες (κόστος κατασκευής κλπ) των ευρισκόμενων στη ΒΙ.ΠΕ. Ηρακλείου μεγάλων βιομηχανικών κτιρίων, εν γένει, που διαφοροποιούν τις πραγματικές αξίες των τελευταίων από τις αντίστοιχες, πολύ υψηλότερες, αξίες των αστικών ακινήτων (κατοικιών-καταστημάτων) που βρίσκονται εντός της αυτής ζώνης, καθώς και ως μη συνάδουσας με τις υφιστάμενες, κατά τον χρόνο του ένδικου καταλογισμού (έτη 2016-2017), πραγματικές αξίες των επιχειρηματικών και βιομηχανικών, εν γένει, ακινήτων, οι οποίες υπέστησαν δραματική μείωση λόγω μεταβολής των συνθηκών της αγοράς, χωρίς, όμως, να αναφέρει οτιδήποτε για το συγκεκριμένο ακίνητο (ιδιοκτησίας της), τον προσδιορισμό της αξίας του οποίου αμφισβητεί, ειδικότερα δε, χωρίς να προσδιορίσει, είτε αμέσως είτε εμμέσως, δια της αναφοράς σχετικών προσδιοριστικών στοιχείων (κόστος κατασκευής κλπ), την πραγματική αγοραία τιμή του (συγκεκριμένου) ακινήτου της, β. σε συνέχεια των ανωτέρω παραλείψεων της προσφυγής, ήτοι των παραλείψεων προβολής ειδικότερου ισχυρισμού αμφισβήτησης του προσδιορισμού της αξίας του συγκεκριμένου ακινήτου στο οποίο αφορά ο ένδικος καταλογισμός Τ.Α.Π. και προσδιορισμού της αγοραίας τιμής του ακινήτου αυτού, η προσφεύγουσα παραλείπει, επίσης, να διατυπώσει συγκεκριμένο αίτημα σχετικά με το ποσό στο οποίο θα έπρεπε να καθοριστεί η πραγματική αγοραία τιμή της επίμαχης ακίνητης περιουσίας της, δοθέντος, άλλωστε, ότι αίτημα της προσφυγής είναι η, εν συνόλω, ακύρωση του καταλογισθέντος σε βάρος της Τ.Α.Π. και όχι ο περιορισμός του τελευταίου σε ύψος ανάλογο της μη αμφισβητούμενης αξίας του συγκεκριμένου ακινήτου ιδιοκτησίας της, κρίνει ότι οι δεύτερος και τρίτος λόγοι της υπό κρίση προσφυγής τυγχάνουν απορριπτέοι, προεχόντως, ως αόριστοι. Η αοριστία δε αυτή, οφειλόμενη στις παραπάνω παραλείψεις του κύριου δικογράφου της προσφυγής, δεν δύναται να θεραπευτεί, άλλωστε, με τις ανωτέρω αναφορές των υπομνημάτων της προσφεύγουσας σε συγκεκριμένες αξίες (τιμές) βιοτεχνικών-βιομηχανικών ακινήτων της ΒΙ.ΠΕ. Ηρακλείου.
12. Επειδή, κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η κρινόμενη προσφυγή πρέπει να απορριφθεί και το παράβολο, που καταβλήθηκε, να καταπέσει υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου (άρθρο 277 παρ. 9 εδ. α΄ του ΚΔιοικΔικ). Περαιτέρω, δεν καταλογίζονται δικαστικά έξοδα σε βάρος της προσφεύγουσας εταιρείας, καθόσον δεν υποβλήθηκε σχετικό αίτημα από τον καθ’ ου Δήμο (275 παρ. 7 εδ. α΄ του ΚΔιοικΔικ).
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Απορρίπτει την προσφυγή.
Διατάσσει την κατάπτωση του καταβληθέντος παραβόλου υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου.
Η απόφαση δημοσιεύτηκε στο ακροατήριο του Δικαστηρίου κατά την έκτακτη δημόσια συνεδρίαση της 29ης Απριλίου 2022.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Ε.ΣΤΡΑΤΑΚΗΣ Μ.ΤΣΑΤΣΑΚΗ