Η καθ΄ής η αίτηση εταιρία αποκτά την ιδιότητα του διαδίκου, εφόσον είχε διατάξει την κλήτευση ο δικαστής κατά την κατάθεση της αρχικής αίτησης, η δε άσκηση παρέμβασης είναι στην περίπτωση αυτή απαράδεκτη. Ο έλεγχος περιορίζεται σε έλεγχο νομιμότητας για πιθαναλογούμενες παράνομες πράξεις όταν ζητείται από την «μικρή μειοψηφία» που εκπροσωπεί 1/20 του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου, ενώ είναι έλεγχος σκοπιμότητας όταν ζητείται από την «μεγάλη μειοψηφία» που εκπροσωπεί του 1/5 του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου. Προϋποθέσεις ορισμένου των αιτημάτων. Προϋποθέσεις εφαρμογής διαδικασίας έγκρισης συναλλαγής μεταξύ συνδεδεμένων μερών.
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 1787/2023
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τη Δικαστή Μαρία-Ζωή Σαραντοπούλου, Πρωτοδίκη, την οποία όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Πρωτοδικείου Αθηνών και τη Γραμματέα Αικατερίνη Ζενεμπίση.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, στις 3 Απριλίου 2023, για να δικάσει τη υπόθεση μεταξύ:
ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ-ΚΑΘ’ ΩΝ Η ΚΥΡΙΑ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ: 1) Εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «. SHIPPING LTD» συσταθείσης κατά τους νόμους της Κυπριακής Δημοκρατίας, εδρεύουσας στη Λεμεσό Κύπρου, οδ. ., με αριθμό εγγραφής στο Τμήμα Εφόρου Εταιρειών και Διανοητικής Ιδιοκτησίας HE ., άνευ ΑΦΜ, και εκπροσωπείται νόμιμα, 2) Εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία «. INVESTMENTS LTD» συσταθείσης κατά τους νόμους της Κυπριακής Δημοκρατίας, εδρεύουσας στη Λεμεσό Κύπρου, στον Άγιο Αθανάσιο, οδ. ., με αριθμό εγγραφής στο Τμήμα Εφόρου Εταιρειών και Διανοητικής Ιδιοκτησίας HE ., άνευ ΑΦΜ, και εκπροσωπείται νόμιμα, 3) ., κατοίκου Νέας Ερυθραίας Αττικής, οδ. ., με ΑΦΜ . και 4) ., κατοίκου Πικερμίου Αττικής, οδ. ., με ΑΦΜ ., οι οποίοι παραστάθηκαν στο ακροατήριο δια του πληρεξουσίου δικηγόρου τους Αλεξάνδρου Κοντογεωργίου (ΑΜ/ΔΣΠ 3597).
ΤΗΣ ΚΑΘ’ ΗΣ Η ΑΙΤΗΣΗ-ΚΥΡΙΩΣ ΠΑΡΕΜΒΑΙΝΟΥΣΑ: Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία «MIG ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ» πρώην «MARFIN INVESTMENT GROUP ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ» και το διακριτικό τίτλο «MIG», που εδρεύει στην Αθήνα, οδ. Ελευθερίου Βενιζέλου (Πανεπιστημίου) αρ. 10, με ΑΦΜ . και αρ. ΓΕΜΗ . και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε στο ακροατήριο από τους πληρεξουσίους δικηγόρους της, Φώτιο Καρατζένη (AM /ΔΣΑ 14849) και Βασιλική Ζακυνθινού (ΑΜ/ΔΣΑ 21517).
Οι αιτούντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 28.2.2023 αίτηση τους, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, με γενικό αριθμό κατάθεσης ./2023 και ειδικό αριθμό κατάθεσης ./2023 και προσδιορίσθηκε για να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.
Η κυρίως παρεμβαίνουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 31.3.2023 κύρια παρέμβαση της, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου αυτού, με γενικό αριθμό κατάθεσης ./2023 και ειδικό αριθμό κατάθεσης ./2023 και προσδιορίσθηκε για να συζητηθεί κατά τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά της δημόσιας συνεδρίασης και τις έγγραφες προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Φέρονται νόμιμα προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου: α) η από 28.2.2023 με γενικό αριθμό κατάθεσης ./2023 και ειδικό αριθμό κατάθεσης ./2023 αίτηση και β) η από 31.3.2023 με γενικό αριθμό κατάθεσης ./2023 και ειδικό αριθμό κατάθεσης ./2023 κύρια παρέμβαση, οι οποίες πρέπει να ενωθούν και να συνεκδικαστούν δεδομένου ότι είναι προδήλως συναφείς, λόγω της μεταξύ τους συνάφειας, υπάγονται στην ίδια διαδικασία και επιταχύνεται με τον τρόπο αυτό η διεξαγωγή της δίκης με ταυτόχρονη μείωση των εξόδων τους (άρθρα 246 και 741 ΚΠολΔ).
I. Σύμφωνα με το όρθρο 142 ν.4548/2018 ισχύει από 01.01.2019 (ΦΕΚ Α’ 104/13.06.2018): «1. Δικαίωμα να ζητήσουν |έκτακτο έλεγχο της εταιρείας από το δικαστήριο, που δικάζει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, έχουν: α] Μέτοχοι της εταιρείας που αντιπροσωπεύουν το ένα εικοστό (1 /20) τουλάχιστον του καταβεβλημένου κεφαλαίου, β)[…]. 2. Ο έλεγχος κατά την παράγραφο 1 διατάσσεται, αν πιθανολογούνται πράξεις που παραβιάζουν διατάξεις του νόμου ή του καταστατικού της εταιρείας ή αποφάσεις της γενικής συνέλευσης. Σε κάθε περίπτωση, η αίτηση ελέγχου πρέπει να υποβάλλεται μέσα σε τρία (3) έτη από την έγκριση των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της χρήσης, εντός της οποίας τελέστηκαν οι καταγγελλόμενες πράξεις. 3. Μέτοχοι της εταιρείας, που εκπροσωπούν το ένα πέμπτο (1/5) του καταβεβλημένου κεφαλαίου, δικαιούνται να ζητήσουν από το δικαστήριο τον έλεγχο της εταιρείας, εφόσον από την όλη πορεία αυτής, αλλά και με βάση συγκεκριμένες ενδείξεις, καθίσταται πιστευτό ότι η διοίκηση των εταιρικών υποθέσεων δεν ασκείται όπως επιβάλλει η χρηστή και συνετή διαχείριση. […]». 4. Το δικαστήριο μπορεί να κρίνει ότι η εκπροσώπηση των στο διοικητικό συμβούλιο, σύμφωνα με τα άρθρα 79 ή την αίτηση των μετόχων με βάση το παρόν άρθρο». Ακολούθως, σύμφωνα με το άρθρο 143 ν.4548/2018: «1. Το δικαστήριο αναθέτει τη διενέργεια του έκτακτου ελέγχου σε έναν τουλάχιστον ορκωτό ελεγκτή λογιστή ή ελεγκτική εταιρεία. 2. […]. 3. Σε κάθε περίπτωση, η απόφαση του δικαστηρίου ορίζει και την αμοιβή των ελεγκτών, η οποία καταβάλλεται από τον αιτούντα μετά την ολοκλήρωση του ελέγχου. Το δικαστήριο όμως μπορεί να επιρρίψει στην εταιρεία το σύνολο ή μέρος της αμοιβής των ελεγκτών ή να ορίσει ότι ο αιτών θα την προκαταβάλει και θα την αναζητήσει από την εταιρεία. Η αμοιβή υπόκειται σε αναθεώρηση μετά τη διενέργεια του ελέγχου, με αίτηση του ελεγκτή ή του βαρυνόμενου με την καταβολή της. 4. […]. 5. Το δικαστήριο μπορεί να τάξει προθεσμία για τη διενέργεια του ελέγχου, καθώς και να αντικαταστήσει, τους ελεγκτές που διορίσθηκαν». Με την ανωτέρω διάταξη του άρθ. 142 ν.4548/2018, η οποία αντικατέστησε την παρόμοιας διατύπωσης και περιεχομένου προϊσχύουσα διάταξη του άρθρου 40 του κ.ν. 2190/1920, καθιερώνεται το δικαίωμα των μετόχων που αντιπροσωπεύουν τη μειοψηφία του 1/20 και του 1/5 του καταβεβλημένου εταιρικού κεφαλαίου ανώνυμης εταιρείας, με τις ειδικότερες διακρίσεις που κατωτέρω εκτίθενται, να ζητήσουν από τo αρμόδιο δικαστήριο της έδρας της εταιρείας να διαταχθεί ο έκτακτος έλεγχος της εταιρείας, δικαίωμα το οποίο αποβλέπει καταρχήν στη συγκέντρωση στοιχείων για την άσκηση αγωγής αποζημίωσης κατά εταιρικών οργάνων, στην αναζήτηση τυχόν ευθυνών τους, αλλά και γενικότερα στην ενημέρωση της γενικής συνέλευσης σχετικά με τον τρόπο άσκησης της διαχείρισης και η άσκηση του οποίου δεν εμποδίζεται από την έγκριση του ισολογισμού ή την απαλλαγή του διοικητικού συμβουλίου από την ευθύνη του με απόφαση στην οποία συμμετείχαν και οι αιτούντες. Ειδικότερα, προϋπόθεση ασκήσεως δικαιώματος ελέγχου από τη «μικρή μειοψηφία» (που αντιπροσωπεύει το 1/20 του καταβεβλημένου κεφαλαίου) είναι η καταγγελία συγκεκριμένων πράξεων, από τις οποίες πιθανολογείται η παραβίαση διατάξεων οποιουδήποτε νόμου ή του καταστατικού ή των αποφάσεων της γενικής συνέλευσης, με σκοπό, κατά κύριο λόγο, την προστασία των συμφερόντων των ενδιαφερομένων προσώπων και ιδιαίτερα της μειοψηφίας των μετόχων. Ο έκτακτος έλεγχος, λοιπόν, της «μικρής μειοψηφίας» περιορίζεται σε έλεγχο νομιμότητας (χρηστότητας), ήτοι περιορίζεται μόνο στην εξακρίβωση παραβάσεων (σχετικές προς τη διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων) ων διατάξεων των νόμων ή του καταστατικού ή αποφάσεως της γενικής συνελεύσεως της ανωνύμου εταιρείας, όπως είναι η απόκρυψη κερδών, οι λογιστικές παραλείψεις και αταξίες. Η αξιούμενη πιθανολόγηση στην περίπτωση αυτή δεν έχει ως αντικείμενο τον νομικό χαρακτηρισμό των επικαλούμενων γεγονότων ως παράβασης. Ο νομικός χαρακτηρισμός γίνεται από το δικαστήριο κατά την υπαγωγική μέθοδο και δεν υπόκειται στην αξιολογική εκτίμηση του πιθανού, διότι αντικείμενο της πιθανολόγησης είναι μόνο πραγματικά γεγονότα. Αντίστοιχα, για την άσκηση του δικαιώματος ελέγχου που ζητείται από τη «μεγάλη μειοψηφία» (που αντιπροσωπεύει το 1/5 του καταβεβλημένου εταιρικού κεφαλαίου), δεν απαιτείται να γίνει επίκληση πράξης που πιθανολογεί παράβαση νόμου, του καταστατικού ή των αποφάσεων της γενικής συνέλευσης, αλλά αρκεί να προταθεί ότι κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης «καθίσταται πιστευτόν εκ της όλης πορείας των εταιρικών υποθέσεων ότι η διοίκηση της εταιρίας δεν ασκείται όπως επιβάλλει η χρηστή και συνετή διοίκηση». Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, δηλαδή, πρέπει να γίνεται επίκληση και απόδειξη πραγματικών γεγονότων που συνιστούν μη χρηστή και ασύνετη διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων που αναφέρονται στις συναλλαγές της εταιρίας με τρίτους ή στη διοίκηση του νομικού προσώπου της. Ο έκτακτος έλεγχος, λοιπόν, της μεγάλης μειοψηφίας δεν περιορίζεται σε έλεγχο νομιμότητας (χρηστότητας), ήτοι δεν περιορίζεται μόνο στην εξακρίβωση παραβάσεων (σχετικώς προς τη διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων) των διατάξεων των νόμων ή του καταστατικού ή αποφάσεως της γενικής συνελεύσεως της ανωνύμου εταιρίας, όπως; είναι η απόκρυψη κερδών, οι λογιστικές παραλείψεις και αταξίες, αλλά είναι και έλεγχος σκοπιμότητας (συνέσεως), ήτοι επεκτείνεται στην εξακρίβωση του εάν οι διαχειριστικές πράξεις ωφελούν ή ζημιώνουν την εταιρία, δηλαδή εάν επαυξάνουν το ενεργητικό και τα κέρδη της ή όχι. Επομένως, σύμφωνα με τα ανωτέρω, έλεγχος της ανώνυμης εταιρίας από τη «μικρή μειοψηφία» διατάσσεται, αν το δικαστήριο πιθανολογήσει ότι έχουν τελεστεί οι καταγγελλόμενες πράξεις που αποτελούν παράβαση του νόμου, του καταστατικού ή των αποφάσεων της γενικής συνέλευσης. Αντίθετα, έλεγχος ανώνυμης εταιρείας από τη «μεγάλη μειοψηφία» διατάσσεται μόνο, αν το Δικαστήριο κρίνει ότι αποδείχθηκαν πλήρως τα περιστατικά που αφορούν τη μη χρηστή και συνετή διαχείριση, την κακή οικονομική πορεία της εταιρίας και την αιτιώδη σύνδεση της κακής πορείας με την κακή διοίκηση. Μόνη αρνητική προϋπόθεση του ελέγχου της «μεγάλης μειοψηφίας» είναι να μην εκπροσωπείται αυτή στο διοικητικό συμβούλιο της εταιρίας δι’ εκπροσώπων της, πολλώ δε μάλλον να μην συμμετέχει κάποιο μέλος της στο διοικητικό συμβούλιο της εταιρίας. Η αρνητική αυτή προϋπόθεση δεν ισχύει για τον έλεγχο από τη «μικρή μειοψηφία», αφού ούτε από το γράμμα αλλά ούτε και από το πνεύμα του νόμου διαφαίνεται πρόθεση του νομοθέτη να επιβάλει τέτοια προϋπόθεση στην άσκηση του δικαιώματος ελέγχου της «μικρής μειοψηφίας». Η αίτηση μπορεί να στρέφεται κατά του νομικού προσώπου της εταιρείας αλλά και κατά των μελών της ελεγκτέας διοικήσεως, τα οποία ομοδικούν (άρθρο 74 παρ. 2 ΚΠολΔ), ως συνυποκείμενα με εκείνη (διοίκηση) στον έλεγχο και ευθυνόμενα είτε εκ της εντολής είτε εκ του αδικήματος (βλ. ΑΠ 1484/2019, ΑΠ 289/1999, ΕφΘεσ 2360/2019 με περαιτέρω παραπομπές, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
II. Σύμφωνα με διάταξη του άρθρου 99 του Ν. 4548/2008 «με την επιφύλαξη των διατάξεων που εκάστοτε διέπουν τις συναλλαγές πιστωτικών και χρηματοδοτικών ιδρυμάτων με πρόσωπα τα οποία έχουν ειδική σχέση με αυτά, καθώς και της παραγράφου 3 του άρθρου 51 του παρόντος νόμου, απαγορεύεται και είναι άκυρη η σύναψη οποιωνδήποτε συμβάσεων της εταιρείας με πρόσωπα της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, καθώς και η παροχή ασφαλειών και εγγυήσεων προς τρίτους υπέρ των προσώπων αυτών, χωρίς ειδική άδεια παρεχόμενη με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου ή, με τους όρους του άρθρου 100, της γενικής συνέλευσης των μετόχων». Σύμφωνα δε με το άρθρο 100 παρ. 5 του ιδίως ως άνω νόμου «Στην περίπτωση που η συναλλαγή αφορά μέτοχο της εταιρείας, ο συγκεκριμένος μέτοχος δεν μετέχει στην ψηφοφορία της γενικής συνέλευσης και δεν υπολογίζεται για το σχηματισμό της απαρτίας και της πλειοψηφίας. Ομοίως δεν μετέχουν στην ψηφοφορία άλλοι μέτοχοι, με τους οποίους ο αντισυμβαλλόμενος συνδέεται με σχέση υπαγόμενη στην παράγραφο 2 του άρθρου 99».
Στην προκείμενη περίπτωση, με την υπό κρίση αίτηση, οι αιτούντες, με την ιδιότητά τους ως μέτοχοι της καθ’ ης ανώνυμης εταιρείας, επικαλούμενοι ότι εκπροσωπούν ποσοστό άνω του 5% του καταβεβλημένου εταιρικού κεφαλαίου της καθ’ ης εταιρείας, εκθέτουν ότι, το διοικητικό συμβούλιο της καθ’ ης, κατά τη διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων, έχει προβεί στις λεπτομερώς περιγραφόμενες στην αίτηση πράξεις και παραλείψεις, οι οποίες παραβιάζουν τις διατάξεις του νόμου και του ενωσιακού δικαίου. Ότι ειδικότερα: α) το Δ.Σ., κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 86, 96 και 102 του Ν. 4548/2018, αποδέχθηκε την πρόταση της εταιρείας με την επωνυμία «STRIX HOLDINGS L.P.» κατόχου των αναφερόμενων στην αίτηση, κοινών ομολογιακών δανείων έκδοσης της καθ’ ης, για την ανταλλαγή του συνόλου των ως άνω ομολογιών με το σύνολο της άμεσης και έμμεσης συμμετοχής της καθ’ ης στην «ATTICA Α.Ε. ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ», καθώς και του συνόλου της θυγατρικής της εταιρείας με την επωνυμία «. SHIPPING S.A.», καθ’ υπέρβαση του εταιρικού σκοπού. Ότι το ΔΣ προέβη στην έγκριση αυτή, δίχως να λάβει αξιόχρεο αντάλλαγμα και ότι η απόφαση αυτή του Δ.Σ. πάσχει από απόλυτη ακυρότητα, β) ότι δεν τηρήθηκε η νομιμότητα κατά τη σύνταξη των ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων, ιδίως αναφορικά με την αποτίμηση της RKB, γ) ότι το Δ.Σ, παραβίασε την υποχρέωση επιμέλειας και της διάταξης του άρθρου 2 παρ. 1 του Ν. 3016/2002, καθόσον η ανωτέρω συναλλαγή με την «. SHIPPING S.A.». συνιστά παράβαση των άρθρων 96 και 99 του Ν. 4548/2018 αναφορικά με την κατάρτιση συναλλαγών με συνδεδεμένα μέρη, εφόσον η Τράπεζα Πειραιώς, η οποία κατέχει το 31,1935% του μετοχικού κεφαλαίου της καθ’ ης, τυγχάνει συγγενής εταιρεία του Ομίλου Πειραιώς. Ότι το Δ,Σ. προέβη στην αποδοχή της εν θέματι πρότασης, δίχως να λάβει ως αντάλλαγμα την βιώσιμη αναδιάρθρωση των δανείων της θυγατρικής της RKB προς την Τράπεζα Πειραιώς, δ) ότι το Δ.Σ. της καθ’ ης παραβίασε το δίκαιο της κεφαλαιαγοράς λόγω παραπλανητικής πληροφόρησης προς το επενδυτικό κοινό και τους μετόχους της μειοψηφίας; σχετικά με την πραγματική αξία της εταιρείας MIG REAL ESTATE SERBIA ως 100% μετόχου της εταιρείας RKB και σχετικά με το ότι η αποδοχή της προαναφερθείσας πρότασης πρόκειται να αποδώσει, οπότε το επενδυτικό κοινό μπορεί να παραπλανηθεί ως προς την πραγματική αξία της ATTICA, ενώ η εν λόγω συναλλαγή με συνδεδεμένο μέρος συνιστά παράβαση του Κανονισμού (EE) 596/2014 για κατάχρηση αγοράς από το Δ.Σ. λόγω μη γνωστοποίησης συναλλαγής με συνδεδεμένο μέρος, ε) ότι παραβιάστηκαν οι διατάξεις των άρθρων 99 επ. του Ν. 4548/2018 λόγω του ότι η Τράπεζα Πειραιώς συμπεριελήφθη στους μετόχους που υπολογίστηκαν στην απαρτία της γενικής συνέλευσης της 6.3.2023 και’ στην επαναληπτική αυτής και στ) ότι παραβιάστηκε το δικαίωμα πληροφόρησης των μετόχων μειοψηφίας, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 141 παρ. 6 και 180 παρ. 3 του Ν. 4548/2018.
Με βάση το ως άνω ιστορικό, οι αιτούντες ζητούν, κατ’ εκτίμηση του δικογράφου: 1) να διαταχθεί έκτακτος έλεγχος της καθ’ ης για τις αναλυτικώς αναφερόμενες στην ως άνω αίτηση διαχειριστικές πράξεις, αλλά και για τη συνολική διαχείριση των εταιρικών υποθέσεων για τις οικονομικές χρήσεις των ετών 2020, 2021, 2022, καθώς και για την τρέχουσα χρήση, 2) να διορισθεί ελεγκτική εταιρεία διεθνούς κύρους για το σκοπό αυτό και 3) να καταδικασθεί η καθ’ ης στα δικαστικά τους έξοδα. Με το ως άνω περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση αίτηση αρμοδίως καθ’ ύλη και κατά τόπο εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, ως Δικαστηρίου, στην περιφέρεια του οποίου έχει την έδρα της η καθ’ ης εταιρεία, κατά τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας (άρθρα 739, 740 παρ. 1, 788 ΚΠολΔ και 3 παρ. 4 του ΕισΝΚΠολΔ). Ωστόσο, η ένδικη αίτηση τυγχάνει απορριπτέα ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας κατά το αίτημα της για τη διενέργεια έκτακτου διαχειριστικού ελέγχου και για κάθε άλλη μη ειδικά μνημονευόμενη στην ένδικη αίτηση διαχειριστική πράξη για τις οικονομικές χρήσεις των ετών 2020, 2021 και 2022 καθώς και για την τρέχουσα χρήση, αφού, σύμφωνα με τις προηγηθείσες νομικές σκέψεις, ο έλεγχος νομιμότητας της μικρής πλειοψηφίας περιορίζεται αποκλειστικά στις πράξεις που καταγγέλλονται. Περαιτέρω, απαράδεκτη λόγω αοριστίας είναι η αίτηση ως προς την υπό στοιχεία (β) καταγγελλόμενη πράξη, ήτοι ότι δεν τηρήθηκε η νομιμότητα κατά τη σύνταξη των ετήσιων χρηματοοικονομικών καταστάσεων, καθόσον, δεν εξειδικεύεται σε ποιες οικονομικές χρήσεις αφορά, ενώ σχετικά, με την καταγγελλόμενη πράξη της εσφαλμένης, κατά τους ισχυρισμούς των αιτούντων, αποτίμησης της αξίας των ακινήτων της RKB, αυτή είναι μη νόμιμη, καθόσον ο αιτούμενος έλεγχος αφορά σε χρηστή και συνετή διοίκηση, δηλαδή εάν η συγκεκριμένη πράξη επαύξησε το ενεργητικό της καθ’ ης ή όχι και συνεπώς, αφορά σε έλεγχο σκοπιμότητας, ενώ με το ποσοστό το οποίο οι αιτούντες κατέχουν, μπορούν να αιτηθούν μόνο τον έλεγχο νομιμότητας, ήτοι τον έλεγχο συγκεκριμένων πράξεων ή παραλείψεων του ΔΒ με τις οποίες παραβιάστηκε συγκεκριμένη διάταξη νόμου ή του καταστατικού ή αποφάσεως της γενικής συνελεύσεως της ανωνύμου εταιρείας. Για τον ίδιο λόγο τυγχάνει απορριπτέα ως μη νόμιμη η αίτηση, ως προς την υπό στοιχεία (γ) καταγγελλόμενη πράξη, καθ’ ο μέρος της αφορά στο ότι το ΔΣ δεν έλαβε ως αντάλλαγμα την βιώσιμη αναδιάρθρωση των δανείων της θυγατρικής της RKB προς την Τράπεζα Πειραιώς. Εξάλλου, απορριπτέα ως μη νόμιμη τυγχάνει η αίτηση ως προς την υπό στοιχεία (στ) καταγγελλόμενη πράξη, διότι οι αιτούντες παραθέτουν τα ερωτήματα που έθεσαν κατά τη γενική συνέλευση της 6.2.2023 και τις απαντήσεις που έλαβαν και συνεπώς δεν προκύπτει ότι παραβιάστηκε το δικαίωμα πληροφόρησης για την πορεία των εταιρικών πραγμάτων, δεδομένου ότι, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 141 παρ. 8 του Ν. 4548/2018, παράβαση του δικαιώματος πληροφόρησης συνιστά η άρνηση εκ μέρους του διοικητικού συμβουλίου παροχής των πληροφοριών, τέτοια δε άρνηση δεν προκύπτει από τα ιστορούμενα στην κρινόμενη αίτηση. Κατά τα λοιπά, η αίτηση είναι επαρκώς ορισμένη, απορριπτόμενου του περί αντιθέτου ισχυρισμού της καθ’ ης περί αοριστίας αυτής και νόμιμη, σύμφωνα και με όσα εκτίθενται ανωτέρω στη μείζονα σκέψη της παρούσας, στηριζόμενη στις διατάξεις του άρθρου 142 παρ. 1 περ. α και 2 και 143 του Ν.4548/2018 και αυτή του άρθρου 746 ΚΠολΔ. Επομένως, η κρινόμενη αίτηση, κατά το μέρος που κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη, πρέπει να ερευνηθεί, περαιτέρω, και ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Η καθ’ ης ανώνυμη εταιρεία αρνείται την αίτηση. Περαιτέρω, προβάλλει τον ισχυρισμό περί καταχρηστικής ασκήσεως του δικαιώματος των αιτούντων, διότι οι τελευταίοι απέκτησαν το μετοχικό τους δικαίωμα λίγο πριν τη δημόσια ανακοίνωση της πρότασης συναλλαγής με την STRIX, κατά τα ειδικότερα αναφερόμενα στις προτάσεις τους, ενώ, κατά τους ισχυρισμούς τους, με τον αιτούμενο διαχειριστικό έλεγχο οι αιτούντες επιδιώκουν να αποκτήσουν πρόσβαση σε επιχειρηματικά απόρρητα του ομίλου της αιτούσας. Ο ισχυρισμός αυτός, που επιχειρείται να θεμελιωθεί στη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμος, διότι η άσκηση της κρινόμενης αίτησης για διενέργεια διαχειριστικού ελέγχου δεν είναι αντίθετη με τα οριζόμενα στο άρθρο 281 ΑΚ και δεν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη και ο οικονομικός σκοπός του ανωτέρω δικαιώματός τους.
III. Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 761, 748 § 3, 753 § 1 και 752 ΚΠολΔ προκύπτει ότι ο καθ’ ου η αίτηση δεν προσλαμβάνει την ιδιότητα του διαδίκου με μόνη την απεύθυνση της αίτησης εναντίον του, αν δεν κλητεύθηκε ύστερα από διαταγή του Δικαστηρίου, δεν προσεπικλήθηκε ή δεν άσκησε παρέμβαση, ακόμη και όταν χωρίς πάντως να ασκήσει παρέμβαση, παραστεί στη δίκη (ΑΠ 41/2003 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1305/1994 ΕλλΔ/νη 1996, σελ. 638, ΕφΑθ 171/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Κατά δε το άρθρο 752 ΚΠολΔ, στις υποθέσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας, η μεν κύρια παρέμβαση ασκείται με δικόγραφο, η δε πρόσθετη παρέμβαση μπορεί να ασκηθεί και κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, χωρίς προδικασία. Σε οποιοδήποτε πάντως είδος παρέμβασης, ο παρεμβαίνων πρέπει να ήταν ως το χρονικό σημείο της παρέμβασης του τρίτος σε σχέση με την εκκρεμή δίκη. Επομένως, είναι απαράδεκτη η κύρια παρέμβαση που ασκεί εκείνος του οποίου την κλήτευση είχε διατάξει ο Δικαστής κατά την κατάθεση της αρχικής αίτησης, καθόσον αυτός ήταν έκτοτε διάδικος της δίκης της κύριας αίτησης και όχι τρίτος σε σχέση με αυτήν, ώστε να υπάρχει περιθώριο για την άσκηση παρέμβασης (βλ. ΜΠρΑΘ 3235/2007 ΝοΒ 2007, σελ. 1358, ΜΠρΑΘ 11439/2001 ΕλλΔνη 6, σελ. 616, Κ. Μπέη, Εκούσια Δικαιοδοσία, εκδ. 1991, άρθρο 752, σελ. 280-281). Στην προκείμενη περίπτωση, η κυρίως παρεμβαίνουσα με την παρέμβαση της ζητεί την απόρριψη της αίτησης και την καταδίκη των αιτούντων στην καταβολή των δικαστικών της εξόδων. Ωστόσο, η παρέμβαση αυτή πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, διότι κατά το χρόνο άσκησης της παρέμβασης η παρεμβαίνουσα δεν ήταν τρίτη σε σχέση με την εκκρεμή δίκη, αλλά διάδικος αυτής, καθώς, όπως προεκτέθηκε και προκύπτει σαφώς από την έκθεση κατάθεσης δικογράφου και πράξης ορισμού συζήτησης της εν λόγω αίτησης, κατά την κατάθεση της, είχε διαταχθεί από το Δικαστή του Δικαστηρίου αυτού η κλήτευσή της. Διάταξη δε περί επιβολής δικαστικών εξόδων σε βάρος της δεν τίθεται ελλείψει σχετικού αιτήματος.
Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης της μάρτυρος που εξετάστηκε με επιμέλεια της καθ’ ης η αίτηση, και περιέχεται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημοσίας συνεδριάσεως του Δικαστηρίου τούτου και από όλα τα έγγραφα που προσκομίζουν οι διάδικοι, πιθανολογήθηκαν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Οι αιτούντες τυγχάνουν μέτοχοι της καθ’ ης ανώνυμης εταιρείας, εκπροσωπώντας το 12,99% του μετοχικού κεφαλαίου της. Τον Νοέμβριο του 2022 η τελευταία πληροφορήθηκε την απόκτηση του συνόλου των ομολογιακών δανείων εκδόσεως της, ύψους 443.800.000 ευρώ, από την εταιρεία με την επωνυμία «STRIX HOLDINGS L.P.» κατόπιν μεταβίβασης αυτών από την Τράπεζα Πειραιώς Α.Ε. και της περαιτέρω πρόθεσης της STRIX HOLDINGS L.P. να ανταλλάξει το σύνολο των δανείων με τη συνολική συμμετοχή της καθ’ ης στην θυγατρική ATTICA. Η STRIX HOLDINGS L.P. κατείχε ήδη 11,84% του μετοχικού κεφαλαίου της ATTICA. Κατόπιν διαπραγμάτευσης των όρων της πρότασης της STRIX HOLDINGS L.P., την 13.12.2022, η καθ’ ης παρέλαβε την οριστική πρόταση της, την οποία το ΔΣ της και αποδέχτηκε. Ταυτόχρονα αποφάσισε την άμεση πρόσληψη χρηματοοικονομικού συμβούλου για την εξέταση των οικονομικών όρων της συναλλαγής, ενόψει υποβολής της συναλλαγής προς έγκριση στη γενική συνέλευση των Μετόχων της καθ’ ης, σύμφωνα με το άρθρο 23 του Ν. 4706/2020. Η καθ’ ης εξέδωσε σχετικώς την από 13.12.2022 ανακοίνωση προς ενημέρωση του επενδυτικού κοινού. Στο πλαίσιο αξιολόγησης της συναλλαγής, ελήφθη υπόψη ότι τα δύο ομολογιακά δάνεια εκδόσεως της καθ’ ης που είχαν μεταβιβαστεί στην STRIX HOLDINGS L.P., ήτοι α) το από 14.5.2021 κοινό ομολογιακό δάνειο με ανεξόφλητο υπόλοιπο 282.900.000 ευρώ, β) το από 31.7.2017 μετατρέψιμο ομολογιακό δάνειο με ανεξόφλητο υπόλοιπο ύψους 160.800.000 ευρώ, εξασφαλίζονταν με συμβάσεις σύστασης ενεχύρου ή/και χρηματοοικονομικής ασφάλειας του Ν. 3301/2004 επί του συνόλου των μετοχών ATTICA (άμεσης και έμμεσης) κυριότητας της καθ’ ης εταιρείας. Σύμφωνα δε με τις εκθέσεις των χρηματοοικονομικών συμβούλων που διόρισε η καθ’ ης, οι αποτιμήσεις ανά μετοχή της ATTICA κυμάνθηκαν από €1,37 έως €1,80 σύμφωνα με την εταιρεία ορκωτών ελεγκτών και συμβούλων KPMG και από €1,22 έως €1,92 σύμφωνα με την εταιρεία παροχής επενδυτικών υπηρεσιών EUROXX. Περαιτέρω, δυνάμει της από 15.1.2023 απόφασης του το διοικητικό συμβούλιο της καθ’ ης συγκάλεσε γενική συνέλευση των Μετόχων, προκειμένου να εγκριθεί, μεταξύ άλλων θεμάτων, η διάθεση της συνολικής συμμετοχής της καθ’ ης στην θυγατρική ATTICA GROUP προς την STRIX HOLDINGS L.P. με αντάλλαγμα τη μεταβίβαση προς την καθ’ ης του συνόλου των ομολογιακών δανείων εκδόσεως της, ανεξόφλητου υπολοίπου 443.800.000 ευρώ, σύμφωνα με το άρθρο 23 του Ν. 4706/2020. Η εν λόγω ΓΣ ορίστηκε για την 6.2.2023. Την 7.2.2023 η ΠΕΙΡΑΙΩΣ FINANCIAL HOLDINGS Α.Ε. που τυγχάνει μητρική εταιρεία της Τράπεζα Πειραιώς ενημέρωσε την καθ’ ης ότι την 6.2.2023 το συνολικά ποσοστό της θυγατρικής της Τράπεζας Πειραιώς επί του συνόλου των μετοχών και δικαιωμάτων ψήφου της καθ’ ης ανήλθε σε περίπου 36,2219%, ήτοι υπερέβη το όριο του 1/3 που προβλέπεται στο άρθρο 7 παρ. 1 του Ν. 3461/2006, με αποτέλεσμα να καταστεί υπόχρεη σε υποβολή δημόσιας πρότασης για το σύνολο των μετοχών της καθ’ ης με βάση τις διατάξεις του Ν. 3461/2006, όπως ισχύει, και τις αντίστοιχες αποφάσεις της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Την 9.2.2023 η Τράπεζα Πειραιώς ξεκίνησε τη διαδικασία της υποχρεωτικής δημόσιας πρότασης ενημερώνοντας την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και το διοικητικό συμβούλιο της καθ’ ης. Στη συνέχεια, στις 21.2.2023, το διοικητικό συμβούλιο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ενέκρινε, σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 4 του Ν. 3461/2006, το Πληροφοριακό Δελτίο της υποχρεωτικής Δημόσιας Πρότασης, το οποίο δημοσιεύθηκε στις 24.2.2023, ενώ εκκρεμεί η έγκριση της δημόσιας πρότασης από την Επιτροπή Ανταγωνισμού. Σε συνέχεια της ιδίας ημερομηνίας (6.3.2023) ανακοίνωσης των αποφάσεων της μετ’ αναβολή επαναληπτικής γενικής συνέλευσης των Μετόχων της 3.3.2023, η «MARFIN INVESTMENT GROUP ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ» ανακοίνωσε την έγκριση από την γενική συνέλευση της μεταβίβασης της συνολικής (άμεσης και έμμεσης) συμμετοχής της στην θυγατρική «ΑΤΤΙCΑ Α.Ε. ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ» προς την «STRIX HOLDINGS L.P.» με αντάλλαγμα τη μεταβίβαση προς την καθ’ ης του συνόλου των ομολογιακών δανείων εκδόσεως της σύμφωνα με το άρθρο 23 Ν. 4706/2020, η οποία έγκριση αποτελούσε, σύμφωνα με το καταστατικό της καθ’ ης, όρο για την πραγματοποίηση της μεταβίβασης. Στη συνέχεια, η καθ’ ης εξέδωσε την εξής ανακοίνωση «Στις 5.3.2023 η Εταιρεία έγινε αποδέκτης αιτήματος της μετόχου Τραπέζης Πειραιώς, να εξετασθεί, εφόσον δεν συντρέχουν λόγοι επίσπευσης για την προστασία του εταιρικού συμφέροντος, ενόψει των επισήμως δηλωμένων προθέσεων των μειοψηφούντων ανταγωνιστών της Εταιρείας να προσπαθήσουν με κάθε μέσο να αμφισβητήσουν τις νόμιμες αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης και του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας, προς προστασία του κύρους της διαδικασίας και των αποφάσεων, το ενδεχόμενο αναμονής στην κατάρτιση της μεταβίβασης μέχρις ότου ληφθεί και η αιτηθείσα από την Τράπεζα Πειραιώς έγκριση της απόκτησης ελέγχου επί της Εταιρίας από την Επιτροπή Ανταγωνισμού, κατόπιν της έγκρισης αυτής η Τράπεζα Πειραιώς θα καταστεί ελέγχουσα της καθ’ ης και θα μπορεί νόμιμα να χωρήσει η διαδικασία του άρθρου 99 Ν. 4548/2018». Πιθανολογήθηκε δε ότι κατά την 13.12.2022, ήτοι κατά την ημερομηνία αποδοχής της πρότασης της «STRIX HOLDINGS L.P.» από το ΔΣ της καθ’ ης για ανταλλαγή δανείων με συμμετοχές και έως την 5.2.2023, ήτοι μετά τη δημοσίευση της πρόσκλησης του ΔΣ για τη σύγκληση της ΓΣ, το ποσοστό δικαιωμάτων ψήφου της «ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ Α.Ε.» (και μέσω αυτής της μητρικής της, ΠΕΙΡΑΙΩΣ FINANCIAL HOLDINGS Α.Ε.) στην καθ’ ης ανερχόταν σε 31,19% του συνόλου των δικαιωμάτων ψήφου της καθ’ ης. Κατόπιν των συναλλαγών της ανωτέρω μετόχου την 6.2.2023 το ποσοστό δικαιωμάτων ανήλθε σε 36,2219%, υποβάλλοντας έτσι δημόσια πρόταση κατά τα ανωτέρω, ενώ έκτοτε, κατόπιν διαδοχικών αγορών μετοχών της καθ’ ης από την Τράπεζα Πειραιώς, το ποσοστό της τελευταίας έχει ήδη ανέλθει στο 52,8193% επί του συνόλου δικαιωμάτων ψήφου της καθ’ ης εταιρείας. Περαιτέρω, πιθανολογήθηκε ότι η Τράπεζα Πειραιώς τυγχάνει συγγενής εταιρεία με την «STRIX HOLDINGS L.P.», σύμφωνα με το Διεθνές Λογιστικό Πρότυπο (ΔΛΠ) 24 (περ. 9 β ii), καθόσον, στις οικονομικές καταστάσεις εννεαμήνου 2022 της «ΠΕΙΡΑΙΩΣ FINANCIAL HOLDINGS Α.Ε.», η «STRIX HOLDINGS L.P.» περιλαμβάνεται στις συγγενείς εταιρείες του Ομίλου Πειραιώς. Η ένδικη συναλλαγή αφορά, ωστόσο, τη MIG και όχι την Τράπεζα Πειραιώς. Από τα ανωτέρω πιθανολογήθηκε επίσης ότι κατά τις 13.12.2022, ήτοι, κατά το χρόνο κατά τον οποίο το διοικητικό συμβούλιο της καθ’ ης εταιρείας ενέκρινε την εν θέματι συναλλαγή, η βασική μέτοχος αυτής, Τράπεζα Πειραιώς, δεν ασκούσε έλεγχο επί της καθ’ ης. Επομένως, κατά το χρόνο λήψης της απόφασης εκ μέρους του ΔΣ της καθ’ ης, αναφορικά με την ένδικη συναλλαγή, η τελευταία ουδόλως είχε την υποχρέωση να τηρήσει τη διαδικασία των διατάξεων των άρθρων 99-101 του Ν. 4548/2018 σχετικά με την έγκριση της ένδικης συναλλαγής, εφόσον η Τράπεζα Πειραιώς, με το ανωτέρω ποσοστό, ασκούσε μεν επιρροή στην καθ’ ης, πλην όμως δεν ασκούσε ακόμα τον έλεγχο επ’ αυτής. Ωστόσο, λόγω του ότι η Τράπεζα Πειραιώς, κατά το χρονικό διάστημα το οποίο μεσολάβησε μεταξύ της ως άνω έγκρισης της εν λόγω συναλλαγής από το ΔΣ της καθ’ ης (13.12.2022), μέχρι τη γενική συνέλευση της 3.3.2023 κατά την οποία η επίδικη συναλλαγή τέθηκε προς έγκριση, κατ’ άρθρο 23 του Ν. 4706/2020, αύξησε το ποσοστό συμμετοχής της στο δικαίωμα ψήφου, οπότε η τελευταία απέκτησε έλεγχο επί της καθ’ ης, κατά το ΔΛΠ 24, η τελευταία εξέδωσε την ως άνω δημόσια ανακοίνωση περί πρόθεσης τήρησης εκ μέρους της, της διαδικασίας των άρθρων 99-101 του Ν. 4548/2018 αναφορικά με την έγκριση της ένδικης συναλλαγής. Ειδικότερα, η σχεδιαζόμενη συναλλαγή πρέπει να τύχει της προηγούμενης αδειοδότησης από το διοικητικό συμβούλιο της καθ’ ης, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζουν τα άρθρα 100 και 101 του Ν. 4548/2018 και να καταχωρισθεί στο ΓΕΜΗ σχετική ανακοίνωση της καθ’ ης με την οποία να γνωστοποιείται η λήψη απόφασης από το ΔΣ για τη χορήγηση άδειας κατάρτισης της εν λόγω συναλλαγής με συνδεδεμένο μέρος (άρθρο 101 παρ.3 του Ν. 4548/2018), καθώς και να καταρτισθεί έκθεση αξιολόγησης (fairness opinion). Η ως άνω ειδική διαδικασία πρέπει να ακολουθηθεί πλέον, δεδομένου ότι κατά τη διαδικασία έγκρισης της συναλλαγής επήλθε τέτοια μεταβολή στο ποσοστό συμμετοχής ψήφου της Τράπεζας Πειραιώς που την καθιστά πλέον κυρίαρχο μέτοχο της καθ’ ης. Επομένως, εφόσον η διαδικασία της έγκρισης της εν λόγω συναλλαγής βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη και δεν έχει ολοκληρωθεί, καθώς επίκειται η τήρηση της διαδικασίας των άρθρων 99-101 του Ν. 4548/2018, αναφορικά με την έγκριση της ένδικης συναλλαγής, καθίσταται αλυσιτελής τυχόν έκτακτος διαχειριστικός έλεγχος στο παρόν στάδιο της διαδικασίας έγκρισης της (συναλλαγής). Εξάλλου, δεν πιθανολογήθηκε η παράβαση του Κανονισμού (EE) 596/2014 για κατάχρηση αγοράς από το Δ.Σ. λόγω μη γνωστοποίησης συναλλαγής με συνδεδεμένο μέρος, ούτε η παράβαση των διατάξεων των άρθρων 99 επ. του Ν. 4548/2018 ή του καθήκοντος επιμελείας κατ’ άρθρο 2 παρ. 1 του Ν. 3016/2002. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, επειδή σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις δεν πιθανολογείται ότι σημειώθηκαν παραβάσεις των ανωτέρω διατάξεων, των άρθρων που δικαιολογούν την αίτηση έκτακτου διαχειριστικού ελέγχου, από τους έχοντες προς τούτο έννομο συμφέρον αιτούντες, η αίτηση πρέπει να απορριφθεί. Τα δικαστικά έξοδα πρέπει να συμψηφιστούν στο σύνολο τους μεταξύ των διαδίκων, επειδή η ερμηνεία των κανόνων δικαίου που εφαρμόστηκαν ήταν ιδιαιτέρως δυσχερής (άρθρο 591 και 179 του ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων α) την από 28.2.2023 με γενικό αριθμό κατάθεσης ./2023 και ειδικό αριθμό κατάθεσης ./2023 αίτηση και β) την από 31.3.2023 με γενικό αριθμό κατάθεσης ./2023 και ειδικό αριθμό κατάθεσης ./2023 κύρια παρέμβαση.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την κύρια παρέμβαση.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση.
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ στο σύνολό τους τα δικαστικά έξοδα μεταξύ των διαδίκων.
Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 1-6-23.
Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ