ΑΠ 1582/2022 (Α1 πολ): Ο ενάγων μπορεί να παραιτηθεί από το δικόγραφο της αγωγής χωρίς τη συναίνεση του εναγομένου πριν αυτός προχωρήσει στη συζήτηση της ουσίας της υποθέσεως.
Η παραίτηση που γίνεται αργότερα είναι απαράδεκτη, εφόσον ο εναγόμενος προβάλλει αντίρρηση και πιθανολογεί ότι έχει έννομο συμφέρον η δίκη να περατωθεί με έκδοση οριστικής αποφάσεως. Ως συζήτηση νοείται η καθοριζόμενη από το άρθρο 281 ΚΠολΔ, κατά το οποίο συζήτηση θεωρείται εκείνη κατά την οποία εκφωνήθηκε η υπόθεση και άρχισε η εκδίκασή της, ανεξάρτητα από το αν το δικαστήριο άρχισε ή όχι να εξετάζει την ουσία της.
“Ειδικότερα, κατά το άρθρο 297 ΚΠολΔ η παραίτηση κατά τα άρθρα 294 και 296 ΚΠολΔ γίνεται ή με δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά ή με δικόγραφο που επιδίδεται στον αντίδικο του παραιτουμένου ή με δήλωση στις προτάσεις. Ως δικόγραφο νοείται κάθε έγγραφο, που συντάσσεται από τον διάδικο ή τον δικαστικό του πληρεξούσιο, για την πιστοποίηση της διαδικαστικής πράξεως παραιτήσεως, δηλαδή ακόμη και η εξώδικη δήλωση, η οποία, κατ’ άρθρο 118 ΚΠολΔ, επιδίδεται από τον δηλούντα διάδικο στον αντίδικό του (ΑΠ 834/2005). Με την ανωτέρω διάταξη, ορίζονται αποκλειστικά οι τρόποι, με τους οποίους μπορεί να γίνει η παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής και από το δικαίωμα που ασκήθηκε με αυτή (ΟλΑΠ 1187/1981). Η παραίτηση αυτή συνιστά ανάκληση της συγκεκριμένης αιτήσεως για παροχή δικαστικής προστασίας, που ενυπάρχει στην εν λόγω αγωγή και έχει την έννοια παραιτήσεως από τη δημοσίου χαρακτήρα αξίωση του ενάγοντα έναντι της πολιτείας προς έκδοση αποφάσεως στη συγκεκριμένη δίκη, που άρχισε με την άσκηση της αγωγής (ΑΠ 781/2020, ΑΠ138/2014). Το άρθρο 294 ΚΠολΔ ορίζει ότι ο ενάγων μπορεί να παραιτηθεί από το δικόγραφο της αγωγής χωρίς τη συναίνεση του εναγομένου πριν αυτός προχωρήσει στη συζήτηση της ουσίας της υποθέσεως. Η παραίτηση που γίνεται αργότερα είναι απαράδεκτη, εφόσον ο εναγόμενος προβάλλει αντίρρηση και πιθανολογεί ότι έχει έννομο συμφέρον η δίκη να περατωθεί με έκδοση οριστικής αποφάσεως. Ως συζήτηση νοείται η καθοριζόμενη από το άρθρο 281 ΚΠολΔ, κατά το οποίο συζήτηση θεωρείται εκείνη κατά την οποία εκφωνήθηκε η υπόθεση και άρχισε η εκδίκασή της, ανεξάρτητα από το αν το δικαστήριο άρχισε ή όχι να εξετάζει την ουσία της (ΑΠ 337/2021, ΑΠ 915/2020, ΑΠ 793/2019). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 559 αρ. 14 ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται και αν το δικαστήριο παρά ο νόμο κήρυξε ή δεν κήρυξε ακυρότητα, έκπτωση από το δικαίωμα ή απαράδεκτο. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, η ακυρότητα, έκπτωση από το δικαίωμα ή το απαράδεκτο πρέπει να χαρακτηρίζεται ως δικονομική (ΑΠ 1324/2019).
Στην προκειμένη περίπτωση από την παραδεκτή επισκόπηση των διαδικαστικών εγγράφων προκύπτουν τα ακόλουθα: Ο αναιρεσείων Κ. Μ. με την από 22-6-2011 αγωγή του ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών ζήτησε να αναγνωρισθεί: α) ότι είναι άκυρη λόγω εικονικότητας η δυνάμει του … συμβολαίου πώληση και μεταβίβαση του οικοπέδου στους εναγομένους, καθώς και η … πράξη συστάσεως οριζόντιας ιδιοκτησίας. β) Ότι τα … και … συμβόλαια είναι πλαστά ως προς τη βεβαίωση σε αυτά της συμβ/φου ότι έχει τεθεί η υπογραφή του ενάγοντος και των παραστάντων πληρεξουσίων δικηγόρων του στο πρώτο, καθώς και η υπογραφή του παραστάντος πληρεξουσίου δικηγόρου των εναγομένων στο δεύτερο εξ αυτών και ως εκ τούτου να αναγνωρισθεί ότι είναι άκυρες οι γενόμενες με αυτά μεταβιβάσεις. γ) Να αναγνωρισθεί ότι ο ενάγων είναι αποκλειστικός κύριος των Υ 1 και Υ 2 οριζοντίων ιδιοκτησιών και να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να τις αποδώσουν. Με την υπ’αρθμ.945/2018 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που εκδόθηκε ερήμην του ενάγοντος, απερρίφθη η αγωγή του. Στη συνέχεια ο ενάγων άσκησε παραδεκτά την από 25-4-2018 έφεση και τους από 5-2-2019 πρόσθετους λόγους αυτής κατά της ανωτέρω αποφάσεως, οπότε αναβίωσε η εκκρεμοδικία που είχε δημιουργηθεί με την έγερση της ένδικης αγωγής. Ο ενάγων με το δικόγραφο της από 27-7-2018 αγωγής του, που επιδόθηκε στους εναγομένους στις 24-9-2018, δήλωσε ότι παραιτείται από το δικόγραφο της ένδικης από 22-6-2011 αγωγής του. Κατά την ορισθείσα δικάσιμο για τη συζήτηση της εφέσεως (4-4-2019) και κατά την εκφώνηση της υποθέσεως από τη σειρά του πινακίου, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι του ενάγοντος- εκκαλούντος δήλωσαν ότι ο ενάγων παραιτείται από το δικόγραφο της ένδικης από 22-6-2011 αγωγής του κατά των ως άνω εναγομένων – εφεσιβλήτων, επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλούμενη υπ’αρθμ.945/2018 απόφαση, δήλωση, η οποία καταχωρίστηκε στα ταυτάριθμα με την προσβαλλομένη απόφαση πρακτικά. Οι εναγόμενοι- εφεσίβλητοι με τις προτάσεις τους ενώπιον του Εφετείου πρόβαλαν αντιρρήσεις ως προς την παραίτηση του ενάγοντος- εκκαλούντος από το δικόγραφο της αγωγής, ισχυριζόμενοι ότι έχουν έννομο συμφέρον η δίκη να περατωθεί με την έκδοση τελεσίδικης αποφάσεως, καθόσον γίνεται προσπάθεια παρελκύσεως της δίκης εκ μέρους του τελευταίου με την άσκηση της νέας από 27-7-2018 αγωγής του, στην οποία έχουν σωρευθεί τα αιτήματα των οκτώ προηγούμενων αγωγών του, από τα δικόγραφα των οποίων αυτός δηλώνει ότι παραιτείται. Το Εφετείο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχθηκε τα εξής : < Από τα έγγραφα του φακέλου της δικογραφίας προκύπτει ότι η εκκαλούμενη υπ’αρθμ. 945/2018 απόφαση εκδόθηκε ερήμην του ενάγοντος και ήδη εκκαλούντος και απέρριψε την από 22-6-2011 αγωγή του κατά των εναγομένων και ήδη εφεσιβλήτων. Ακολούθως ο ενάγων άσκησε νόμιμα και εμπρόθεσμα στις 26-4-2018 την υπό κρίση έφεση κατά της ανωτέρω αποφάσεως, ενώ στις 12-2-2019, αν και είχε δηλώσει με το δικόγραφο της από 27-7-2018 αγωγής του ότι παραιτείται του δικογράφου της αγωγής επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, άσκησε πρόσθετους λόγους εφέσεως που προσδιορίστηκαν για τη δικάσιμο της 5-12-2019, γεγονός που είχε ως συνέπεια κατά την ορισθείσα προς συζήτηση της εφέσεως δικάσιμο της 21-2-2019 να αναβληθεί η συζήτηση αυτής για 5-12-2019, προκειμένου να συνεκδικαστεί με τους πρόσθετους λόγους. Κατόπιν αυτού επισπεύσθηκε η συζήτηση με επιμέλεια των εφεσιβλήτων, καθόσον με την από 25-2-2019 κλήση αυτών ορίστηκε δικάσιμος προς συζήτηση της εφέσεως και των πρόσθετων λόγων η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας. Από τα ανωτέρω πιθανολογείται ότι η εκ μέρους του εκκαλούντος παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής επί της οποίας εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, έχει ως σκοπό την παρέλκυση της δίκης και τη συνέχιση του δικαστικού αγώνα μεταξύ των διαδίκων επί μακρό χρονικό διάστημα.
Συνεπώς, πιθανολογείται ότι οι εφεσίβλητοι έχουν έννομο συμφέρον να περατωθεί η δίκη με την έκδοση τελεσίδικης αποφάσεως και ως εκ τούτου η παραίτηση του εκκαλούντος από το δικόγραφο της αγωγής δεν επιφέρει την κατάργηση της παρούσης δίκης>. Έτσι που έκρινε το Εφετείο υπέπεσε στην πλημμέλεια του άρθρου 559 αρ. 14 ΚΠολΔ, μη κηρύσσοντας κατηργημένη τη δίκη κατόπιν της παραιτήσεως του εκκαλούντος- ενάγοντος από το δικόγραφο της ένδικης αγωγής, η οποία παραίτηση έγινε νομότυπα με το δικόγραφο της από 27-7-2018 αγωγής του, που επιδόθηκε στους εφεσιβλήτους-εναγομένους στις 24-9-2018, στο οποίο δηλώνει ότι παραιτείται από το δικόγραφο της ένδικης αγωγής, δήλωση, την οποία επανέλαβε και προφορικά στο ακροατήριο του Εφετείου κατά την εκφώνηση της εφέσεώς του από τη σειρά του πινακίου, πριν προχωρήσει το δικαστήριο στη συζήτηση της ουσίας της υποθέσεως, δηλ. πριν αρχίσει η εκδίκασή της όπως προκύπτει από τα πρακτικά της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, μη απαιτουμένης, εντεύθεν προς τούτο της συναινέσεως των εφεσιβλήτων- εναγομένων. Σε διαφορετική εκδοχή, αν δηλ. και σ’αυτό το στάδιο απαιτείτο η συναίνεση των εναγομένων, ο ενάγων θα εστερείτο του δικαιώματος να παραιτηθεί από την αγωγή του πριν το δικαστήριο προχωρήσει στη συζήτηση της ουσίας της υπόθεσής του, στο Εφετείο. Μόνο αν η παραίτηση του ενάγοντος από το δικόγραφο της αγωγής γινόταν αργότερα, όταν το δικαστήριο είχε προχωρήσει στη συζήτηση της ουσίας της υποθέσεως, δηλ. αφού είχε αρχίσει η εκδίκαση της υποθέσεως, τότε η γενόμενη παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής θα ήταν απαράδεκτη, εφόσον οι εναγόμενοι πρόβαλαν αντίρρηση και πιθανολογούσαν ότι έχουν έννομο συμφέρον η δίκη να περατωθεί με έκδοση οριστικής αποφάσεως. Επομένως, είναι βάσιμος ο πρώτος λόγος της από 17-6-2021 αιτήσεως αναιρέσεως του Κ. Μ. από τον αριθμ. 14 του άρθρου 559 ΚΠολΔ. Κατόπιν αυτών, πρέπει, κατά παραδοχή του προαναφερομένου λόγου αναιρέσεως, η αναιρετική εμβέλεια του οποίου καταλαμβάνει το σύνολο της προσβαλλομένης αποφάσεως και καθιστά αλυσιτελή την εξέταση των λοιπών λόγων που διατυπώνονται με την κρινόμενη αίτηση από τους αριθμούς 11 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, να αναιρεθεί ολικά η πληττόμενη απόφαση”.