Προστασία δασών και δασικών εκτάσεων – Προϋποθέσεις αδειοδότησης δομής μεταταναστών σε δασική έκταση – Δομή υποδοχής μεταναστών Μαλακάσας – Ακύρωση αδειοδοτήσεων δομής μεταναστών Μαλακάσας -.
Η επίμαχη δομή επανιδρύθηκε υπό νέα οργανωτική μορφή εντός της αυτής αναδασωτέας περιοχής, χωρίς και πάλι να προκύπτει ότι έχει ερευνηθεί, όπως επιβάλλεται, αν υπάρχουν άλλες κατάλληλες και μη αναδασωτέες εκτάσεις στις οποίες μπορεί να ιδρυθεί και να χωροθετηθεί Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης ή και Ελεγχόμενη Δομή Προσωρινής Φιλοξενίας αιτούντων άσυλο. Δεκτή η αίτηση ακυρώσεως του Δήμου Ωρωπού. Ακύρωση του συνόλου των πράξεων σύστασης, χωροθέτησης, κατασκευής, κατακύρωσης του αποτελέσματος του σχετικού διαγωνισμού καθώς και της περιβαλλοντικής αδειοδότησης της «Δομής Μαλακάσας» στο Στρατόπεδο Γερακίνη του Δήμου Ωρωπού.
Αριθμός 1532/2023
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 10 Μαρτίου 2023, με την εξής σύνθεση: Ευαγγελία Νίκα, Πρόεδρος, Μιχαήλ Πικραμένος, Γεώργιος Τσιμέκας, Παναγιώτα Καρλή, Αντιπρόεδροι του Συμβουλίου της Επικρατείας, Βαρβάρα Ραφτοπούλου, Δημήτριος Μακρής, Ηλίας Μάζος, Αναστασία-Μαρία Παπαδημητρίου, Βασιλική Κίντζιου, Όλγα Παπαδοπούλου, Μαρία Σωτηροπούλου, Χριστίνα Σιταρά, Χρήστος Λιάκουρας, Νικόλαος Σκαρβέλης, Φραντζέσκα Γιαννακού, Δημήτριος Βασιλειάδης, Αικατερίνη Ρωξάνα, Άννα Μπόνου, Χριστιάνα Μπολόφη, Σύμβουλοι, Χρήστος Παπανικολάου, Ανδρέας Σκούφαλος, Μαρία Μπαμπίλη, Πάρεδροι. Από τους ανωτέρω οι Σύμβουλοι Χριστίνα Σιταρά και Δημήτριος Βασιλειάδης, καθώς και η Πάρεδρος Μαρία Μπαμπίλη, μετέχουν ως αναπληρωματικά μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ. 2 του ν. 3719/2008. Γραμματέας η Ελένη Γκίκα.
Για να δικάσει την από 16 Ιουλίου 2020 αίτηση:
του Δήμου Ωρωπού Αττικής, ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο Απόστολο Παπακωνσταντίνου, που τον διόρισε με απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής ο Δήμαρχος ως Πρόεδρός της,
κατά των Υπουργών: 1. Περιβάλλοντος και Ενέργειας, 2. Εσωτερικών, 3. Μετανάστευσης και Ασύλου και 4. Οικονομικών, οι οποίοι παρέστησαν με την Ελένη Πασαμιχάλη, Νομική Σύμβουλο του Κράτους.
Η πιο πάνω αίτηση εισάγεται εκ νέου στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατόπιν της υπ’ αριθμ. 1287/2022 αναβλητικής αποφάσεώς της.
Με την αίτηση αυτή ο αιτών Δήμος επιδιώκει να ακυρωθούν: 1. η υπ’ αριθμ. 4714/22.5.2020 (ΦΕΚ Β΄ 1986/23.5.2020) κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Εσωτερικών και Μετανάστευσης και Ασύλου, 2. η υπ’ αριθμ. 2945/23.3.2020 (ΦΕΚ Β΄ 1016/24.3.2020) κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Μετανάστευσης και Ασύλου, 3. η υπ’ αριθμ. 9/10.4.2020 απόφαση του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου και κάθε άλλη σχετική πράξη ή παράλειψη της Διοικήσεως.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Συμβούλου Μαρίας Σωτηροπούλου.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο του αιτούντος Δήμου, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και την αντιπρόσωπο των Υπουργών, η οποία ζήτησε την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο ν Ν ό μ ο
1. Επειδή, λόγω κωλύματος, κατά την έννοια του άρθρου 26 του ν. 3719/2008 (Α΄ 214), της Συμβούλου Β. Κίντζιου, τακτικού μέλους της σύνθεσης που εκδίκασε την κρινόμενη υπόθεση, και της Συμβούλου Χρ. Σιταρά, πρώτου αναπληρωματικού μέλους, στη διάσκεψη έλαβε μέρος αντ’ αυτών, ως τακτικό μέλος, ο Σύμβουλος Δ. Βασιλειάδης, δεύτερο αναπληρωματικό, έως τώρα, μέλος της σύνθεσης (βλ. πρακτικό διασκέψεως της Ολομέλειας υπ’ αριθ. 61/2023).
2. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, για την άσκηση της οποίας δεν απαιτείται κατά νόμον καταβολή παραβόλου, ζητείται η ακύρωση των εξής, κατά χρονολογική σειρά, πράξεων: α) της απόφασης 2945/23.3.2020 του Υφυπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου (Β΄ 1016/24.3.2020), κατά το μέρος αυτής με το οποίο συνεστήθη, μεταξύ άλλων δομών προσωρινής υποδοχής πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών που έχουν αιτηθεί διεθνούς προστασίας, η “Δομή Μαλακάσας” στο Στρατόπεδο Γερακίνη του Δήμου Ωρωπού (Π.Ε. Ανατολικής Αττικής), β) της απόφασης 9/10.4.2020 του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου, με την οποία εγκρίθηκε το από 10.4.2020 πρακτικό της Επιτροπής του Διαγωνισμού για την κατακύρωση του αποτελέσματος του διαγωνισμού με αντικείμενο τη “Διαμόρφωση και βασική συντήρηση δομών του άρθρου 8 του ν. 4375/2016 στη Μαλακάσα” και ανατέθηκε η εκτέλεση του εν λόγω έργου σε ανάδοχο εταιρεία, και γ) της απόφασης 4714/22.5.2020 του Υφυπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και των Υπουργών Εσωτερικών και Μετανάστευσης και Ασύλου (Β΄ 1986/23.5.2020), με την οποία χορηγήθηκε άδεια χωροθέτησης και κατασκευής δομής προσωρινής υποδοχής του άρθρου 8 του ν. 4375/2016, δυναμικότητας 1.500 ατόμων, σε γεωτεμάχιο εμβαδού 60.008,01 τ.μ., στη θέση “Στρατόπεδο Γερακίνη” Μαλακάσας Ωρωπού.
3. Επειδή, η υπόθεση εισάγεται προς συζήτηση κατά την παρούσα δικάσιμο μετά την αναβλητική απόφαση 1287/2022 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, με οριστικές διατάξεις της οποίας, αφενός, κρίθηκε ότι η κρινόμενη αίτηση ασκείται παραδεκτώς (σκέψεις 3 και 4) και, αφετέρου, απερρίφθησαν οι λόγοι ακυρώσεως με τους οποίους είχε προβληθεί ότι η πρώτη και η τρίτη από τις προσβαλλόμενες πράξεις εκδόθηκαν από αναρμόδια όργανα (βλ. σκέψεις 8 έως 12 της απόφασης 1287/2022).
4. Επειδή, οι προσβαλλόμενες πράξεις σύστασης της δομής Μαλακάσας και χωροθέτησης και κατασκευής της εκδόθηκαν δυνάμει διατάξεων του ν. 4375/2016 (Α΄ 51), όπως αυτές ίσχυαν, αντιστοίχως, κατά το χρόνο δημοσίευσης, ως κανονιστικής, της πρώτης από αυτές στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (24.3.2020) και έκδοσης της δεύτερης (22.5.2020), η οποία, όπως κρίθηκε, αποτελεί ατομική διοικητική πράξη και δεν χρήζει κατά νόμον δημοσίευσης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (βλ. σκ. 3-4 της αναβλητικής απόφασης 1287/2022 του Δικαστηρίου). Ειδικότερα, με την παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 4375/2016 (Α΄ 51), όπως αναδιατυπώθηκε με το άρθρο 116 παρ. 3 του ν. 4636/2019 (Α΄ 169), συνεστήθη στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη αυτοτελής Υπηρεσία με τίτλο «Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης» (ΥΠ.Υ.Τ.), με κύρια αποστολή, σύμφωνα με την παρ. 2 του αυτού άρθρου 8, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 18 παρ. 1 του ν. 4587/2018 (Α΄ 218), “την αποτελεσματική διενέργεια των διαδικασιών υποδοχής, ταυτοποίησης και προσωρινής διαμονής των πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών που εισέρχονται στη χώρα χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις”. Κατά τα οριζόμενα στην παρ. 3 του εν λόγω άρθρου 8 του ν. 4375/2016 “Η Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης συγκροτείται από την Κεντρική Υπηρεσία και τις Περιφερειακές της Υπηρεσίες …” και, σύμφωνα με την επόμενη παρ. 4 ιδίου άρθρου 8, “Οι Περιφερειακές Υπηρεσίες της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης είναι: α) τα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης (Κ.Υ.Τ.), β) οι Κινητές Μονάδες Υποδοχής και Ταυτοποίησης (Κ.Μ.Υ.Τ.), γ) οι ανοικτές Δομές Προσωρινής Υποδοχής πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών, οι οποίοι έχουν αιτηθεί διεθνή προστασία, δ) οι ανοικτές Δομές Προσωρινής Φιλοξενίας πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών που βρίσκονται σε διαδικασία επιστροφής … ή των οποίων η απομάκρυνση έχει αναβληθεί … ή που υπάγονται στις διατάξεις των άρθρων 76 παρ. 5 ή 78 ή 78Α του ν. 3386/2005 εφόσον σε βάρος τους έχουν επιβληθεί περιοριστικοί όροι” (όπως η περ. δ τροποποιήθηκε αρχικώς με το άρθρο 116 παρ. 4 του ν. 4636/2019 και η ρύθμιση επαναλήφθηκε στο άρθρο 30 παρ. 3 του ν. 4686/2020, Α΄ 96/12.5.2020), “ε) οι κλειστές Δομές Προσωρινής Υποδοχής υπηκόων τρίτων χωρών ή ανιθαγενών, οι οποίοι έχουν αιτηθεί διεθνή προστασία και σε βάρος των οποίων εκδίδεται απόφαση κράτησης” (όπως η περ. ε της παρ. 4 του άρθρου 8 του ν. 4375/2016 προσετέθη με το άρθρο 116 παρ. 5 του ν. 4636/2019 και η ρύθμιση επαναλήφθηκε στο άρθρο 30 παρ. 4 του ν. 4686/2020, Α΄ 96/12.5.2020). Σύμφωνα με το άρθρο 9 (“Διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης”) του ιδίου ν. 4375/2016 “1. … Οι διαδικασίες υποδοχής και ταυτοποίησης περιλαμβάνουν: α) την καταγραφή των προσωπικών στοιχείων τους και τη λήψη και καταχώριση των δακτυλικών αποτυπωμάτων όσων έχουν συμπληρώσει το 14ο έτος της ηλικίας τους, β) την εξακρίβωση της ταυτότητας και της ιθαγένειάς τους, γ) τον ιατρικό τους έλεγχο και την παροχή της τυχόν αναγκαίας περίθαλψης και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης, δ) την ενημέρωσή τους για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους, ιδίως για τη διαδικασία υπαγωγής σε καθεστώς διεθνούς προστασίας και για τη διαδικασία υπαγωγής σε πρόγραμμα εθελούσιας επιστροφής, ε) τη μέριμνα για όσους ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες, ώστε να υπαχθούν στην κατά περίπτωση προβλεπόμενη διαδικασία και να τους παρασχεθεί εξειδικευμένη φροντίδα και προστασία, στ) την παραπομπή για την εκκίνηση της διαδικασίας υπαγωγής σε καθεστώς διεθνούς προστασίας για όσους επιθυμούν να υποβάλλουν σχετική αίτηση, ζ) την παραπομπή στις αρμόδιες υπηρεσίες για την υπαγωγή σε διαδικασίες επανεισδοχής ή επιστροφής ή απέλασης για όσους δεν υποβάλλουν ή για αυτούς των οποίων η αίτηση διεθνούς προστασίας απορρίπτεται κατά τη διάρκεια παραμονής τους στο Κ.Υ.Τ., η) [η οποία προστέθηκε με το άρθρο 18 παρ. 3 του ν. 4587/2018, Α΄ 218] την περαιτέρω παραπομπή και μετακίνησή τους σε κατάλληλες δομές για την προσωρινή υποδοχή ή φιλοξενία τους … . 2. …”. Περαιτέρω, με το άρθρο 10 του αυτού ν. 4375/2016 ορίσθηκε ότι “[μ]ε κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης ιδρύονται Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης σε συνοριακές περιοχές της Ελλάδας, στις οποίες αυτό κρίνεται αναγκαίο, λαμβανομένου υπόψη του αριθμού των εισερχομένων χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις” (παρ. 1), ότι με όμοια απόφαση επιτρέπεται η ίδρυση τέτοιων Κέντρων “και σε περιοχές της ενδοχώρας, για τις ανάγκες των διαδικασιών υποδοχής και ταυτοποίησης” (παρ. 2), ότι “[μ]ε κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης ιδρύονται ανοικτές Δομές Προσωρινής Υποδοχής Αιτούντων Διεθνή Προστασία” (παρ. 4), ότι “[μ]ε κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης ιδρύονται ανοικτές Δομές Προσωρινής Φιλοξενίας πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών οι οποίοι εισέρχονται ή διαμένουν στη χώρα χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις, οι οποίοι: α) βρίσκονται σε διαδικασία επιστροφής … ή β) τελούν υπό καθεστώς αναβολής απομάκρυνσης … ή γ) υπάγονται στις διατάξεις των άρθρων 76 παρ. 5 ή 78 ή 78Α του ν. 3386/2005 εφόσον σε βάρος τους έχουν επιβληθεί περιοριστικοί όροι” (παρ. 5, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 116 παρ. 7 του ν. 4636/2019, Α΄ 169), και ότι “Στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης, στις ανοικτές και κλειστές Δομές Προσωρινής Υποδοχής και στις ανοικτές Δομές Προσωρινής Φιλοξενίας ιδρύονται διακριτοί χώροι με τις κατάλληλες προδιαγραφές για την παραμονή υπηκόων τρίτων χωρών ή ανιθαγενών που ανήκουν στις ευάλωτες ομάδες της παραγράφου 8 του άρθρου 14 του ν. 4375/2016” (παρ. 7, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 116 παρ. 8 του προμνησθέντος ν. 4636/2019). Εξάλλου, το άρθρο 14 του ν. 4375/2016 περιέχει ρυθμίσεις για το καθεστώς παραμονής στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης. Μεταξύ άλλων, ορίζεται ότι οι πολίτες τρίτων χωρών και οι ανιθαγενείς που εισέρχονται στη χώρα χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις οδηγούνται άμεσα σε Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης (παρ. 1), ότι καθ’ όλη τη διάρκεια των διαδικασιών υποδοχής και ταυτοποίησης λαμβάνεται μέριμνα ώστε οι ανωτέρω, μεταξύ άλλων, να έχουν αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης, να διατηρούν την οικογενειακή τους ενότητα, να έχουν πρόσβαση σε επείγουσα υγειονομική περίθαλψη και σε κάθε απαραίτητη θεραπευτική αγωγή και ψυχοκοινωνική στήριξη, εφόσον ανήκουν δε σε ευάλωτες ομάδες, να τυγχάνουν της κατάλληλης μεταχείρισης (παρ. 5), ρυθμίζονται ζητήματα που αφορούν όσους έχουν υποβάλει αίτηση υπαγωγής σε καθεστώς διεθνούς προστασίας (παρ. 7) και τις ευάλωτες ομάδες [:ασυνόδευτοι ανήλικοι, άτομα με αναπηρία ή ανίατη / σοβαρή ασθένεια, υπερήλικες, γυναίκες σε κύηση ή λοχεία, μονογονεϊκές οικογένειες με ανήλικα τέκνα, θύματα βασανιστηρίων, βιασμού ή άλλης σοβαρής μορφής ψυχολογικής, σωματικής, σεξουαλικής βίας ή εκμετάλλευσης, πρόσωπα με σύνδρομο μετατραυματικής διαταραχής, ιδίως επιζήσαντες και συγγενείς θυμάτων ναυαγίων, θύματα εμπορίας ανθρώπων] (παρ. 8), και ορίζεται ότι “Με την ολοκλήρωση των διαδικασιών υποδοχής και ταυτοποίησης, οι πολίτες τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς, οι οποίοι δεν εμπίπτουν στις διατάξεις περί χορήγησης διεθνούς προστασίας ή άλλης μορφής προστασίας, και οι οποίοι δεν έχουν τίτλο νόμιμης διαμονής στην Ελλάδα, με απόφαση του Διοικητή του Κέντρου παραπέμπονται στην αρμόδια αστυνομική αρχή για την υπαγωγή τους σε διαδικασίες απέλασης, επιστροφής ή επανεισδοχής, κατά τις κείμενες διατάξεις” (παρ. 10 του άρθρου 14). Τέλος, στο άρθρο 16 του αυτού ν. 4375/2016 ορίζονται τα εξής: “1. Την ευθύνη της φύλαξης των εγκαταστάσεων των Περιφερειακών Υπηρεσιών της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης έχει η Ελληνική Αστυνομία … 2. Εάν δεν υπάρχουν οι κατάλληλες εγκαταστάσεις για τη διεξαγωγή των κατά περίπτωση προβλεπόμενων διαδικασιών ή οι υφιστάμενες δεν επαρκούν, επιτρέπεται η κατά παρέκκλιση των κειμένων διατάξεων χρήση άλλων δημόσιων εγκαταστάσεων, μετά από κατάλληλη διαρρύθμιση, καθώς και η μίσθωση ακινήτων με κατάλληλη υποδομή ή, σε κατεπείγουσες περιπτώσεις, η μίσθωση τουριστικών εγκαταστάσεων. Η χρήση των εγκαταστάσεων αυτών γίνεται με απόφαση του Διευθυντή της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης. 3. [όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 96 του ν. 4485/2017 (Α΄ 114), που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 50 παρ. 2 του ν. 4495/2017 (Α΄ 167)] Σε εξαιρετικές περιπτώσεις επείγουσας και επιτακτικής ανάγκης και για λόγους εθνικού συμφέροντος, για τις ανάγκες εγκατάστασης των δομών του άρθρου 10 σε ακίνητα του Δημοσίου, ν.π.δ.δ. ή ΟΤΑ, σε κοινόχρηστους χώρους, χερσαίες ζώνες λιμένων ή σε ιδιωτικά ακίνητα, επιτρέπεται η αλλαγή χρήσης των ήδη υφιστάμενων σε αυτά κτιρίων, καθώς και η εκτέλεση των αναγκαίων μετασκευών, η τοποθέτηση ή ανέγερση προκατασκευασμένων κτιρίων, εγκαταστάσεων και υποδομών, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής πολεοδομικής ή άλλης διάταξης. Η παρέκκλιση ισχύει όσο διαρκεί η ως άνω νέα χρήση. Οι εγκαταστάσεις έχουν προσωρινό χαρακτήρα, δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για άλλο σκοπό και απομακρύνονται, όταν εκλείψει η ανάγκη εγκατάστασης, κατόπιν απόφασης του Υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής. Ειδικά για την εγκατάσταση των παραπάνω προσωρινών εγκαταστάσεων σε εκτός σχεδίου περιοχές απαιτείται το ελάχιστο εμβαδόν γηπέδου να είναι 4.000 τετραγωνικά μέτρα και να διασφαλίζεται η ύπαρξη υπαίθριων χώρων και δικτύου εσωτερικών μετακινήσεων οχημάτων και πεζών με επιφάνεια τουλάχιστον 20% της συνολικής έκτασης του γηπέδου. Για την αλλαγή χρήσης και τις κατασκευές δεν απαιτείται έκδοση έγκρισης ή άδειας δόμησης ή εργασιών μικρής κλίμακας. Η περιβαλλοντική αδειοδότηση, όπου απαιτείται, γίνεται σύμφωνα με τον ν. 4014/2011. Η άδεια χωροθέτησης και κατασκευής χορηγείται με κοινή απόφαση των Υπουργών Μεταναστευτικής Πολιτικής, Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Εσωτερικών, η οποία μπορεί να εξειδικεύει τους όρους και τις λεπτομέρειες για την εφαρμογή των ως άνω ρυθμίσεων και να αφορά ήδη υφιστάμενες δομές και εκτελεσθείσες εργασίες. Για την έκδοση της ως άνω απόφασης, η Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης υποβάλλει προς το Υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής αίτηση που περιλαμβάνει: α) τοπογραφικό διάγραμμα της έκτασης, β) γενικό σχέδιο διάταξης των εγκαταστάσεων και γ) τεχνική έκθεση. Το Υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής τηρεί το φάκελο στο αρχείο του και τον ενημερώνει με κάθε άλλη ειδική μελέτη ή στοιχείο που απαιτείται ανά περίπτωση, προς διασφάλιση της τήρησης των κανόνων ασφαλείας, πυροπροστασίας και υγιεινής, σύμφωνα με τους κανόνες της τέχνης και της επιστήμης. 4. Για τις ανάγκες εγκατάστασης των υπηρεσιών της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται στρατόπεδα που παραχωρούνται κατά χρήση από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας και τους εποπτευόμενους φορείς του στο Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, με αντάλλαγμα (μίσθωμα), στο πλαίσιο συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων, ή άνευ ανταλλάγματος και κατά παρέκκλιση των διατάξεων πολεοδομικού σχεδιασμού κάθε επιπέδου. Για τυχόν επισκευές, βελτιώσεις και αναγκαίες πρόσθετες εγκαταστάσεις σε αυτά, εφαρμόζονται αναλογικά από το Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης οι διατάξεις που διέπουν την εκτέλεση στρατιωτικών έργων και εγκαταστάσεων εντός στρατοπέδων … Ακίνητα του Δημοσίου μπορεί επίσης να παραχωρούνται, κατά χρήση δωρεάν, από την Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, για την αντιμετώπιση των στεγαστικών αναγκών της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης. 5. …”. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση της τροπολογίας που αποτέλεσε στη συνέχεια το προαναφερθέν άρθρο 96 του ν. 4485/2017, “τροποποιείται η παρ. 3 του άρθρου 16 του ν. 4375/2016 και καθορίζεται επακριβώς η διαδικασία περιβαλλοντικής και πολεοδομικής αδειοδότησης των [ΚΥΤ κ.λπ.]. Οι διατάξεις εξασφαλίζουν τη δυνατότητα αποτελεσματικής αντιμετώπισης των αναγκών προσωρινής φιλοξενίας των προσφύγων και μεταναστών που βρίσκονται στη χώρα ενώ δίνουν ταυτόχρονα έμφαση στην περιβαλλοντική προστασία. Έτσι, διασφαλίζεται η συνταγματική αρχή της προστασίας της αξίας του ανθρώπου αλλά και η επίσης συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος … επιδιώκεται η σαφήνεια και η απλούστευση των αναγκαίων διοικητικών διαδικασιών. Επιπρόσθετα, εισάγεται η δυνατότητα παρέκκλισης από πολεοδομικές ή άλλες διατάξεις για τις ανάγκες εγκατάστασης κάθε είδους δομής ταυτοποίησης, υποδοχής ή φιλοξενίας πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών, αυστηρά και μόνον υπό την προϋπόθεση συνδρομής εξαιρετικών περιπτώσεων, επείγουσας και επιτακτικής ανάγκης και λόγων εθνικού συμφέροντος και υπό την αίρεση του συγκεκριμένου και αποκλειστικού σκοπού και του προσωρινού χαρακτήρα αυτών. Επισημαίνεται ότι, καθώς οι εγκαταστάσεις αυτές έχουν αποκλειστικά προσωρινό χαρακτήρα, θεσμοθετείται διαδικασία απομάκρυνσής τους, κατ’ αναλογία με παλαιότερες ρυθμίσεις, όπως στην περίπτωση των Ολυμπιακών Εγκαταστάσεων ή κατασκευών σε κοινόχρηστους χώρους. Η παρέκκλιση που εισάγεται δεν αφορά την περιβαλλοντική νομοθεσία, καθώς προβλέπεται ρητά ότι ακολουθούνται οι διατάξεις του ν. 4014/2011”.
5. Επειδή, εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 24 παρ. 1 του Συντάγματος, όπως αναθεωρήθηκε με το Ψήφισμα της 6ης Απριλίου 2001 της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων (Α΄ 84), “Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Για τη διαφύλαξή του το Κράτος έχει υποχρέωση να παίρνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας. Νόμος ορίζει τα σχετικά με την προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων. Η σύνταξη δασολογίου συνιστά υποχρέωση του Κράτους. Απαγορεύεται η μεταβολή του προορισμού των δασών και των δασικών εκτάσεων, εκτός αν προέχει για την Εθνική Οικονομία η αγροτική εκμετάλλευση ή άλλη τους χρήση, που την επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον”. Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 117 παρ. 3 του Συντάγματος, “Δημόσια ή ιδιωτικά δάση και δασικές εκτάσεις που καταστράφηκαν ή καταστρέφονται από πυρκαγιά ή που με άλλο τρόπο αποψιλώθηκαν ή αποψιλώνονται δεν αποβάλλουν για το λόγο αυτό το χαρακτήρα που είχαν πριν καταστραφούν, κηρύσσονται υποχρεωτικά αναδασωτέες και αποκλείεται να διατεθούν για άλλο προορισμό”.
6. Επειδή, από τις προαναφερθείσες συνταγματικές διατάξεις προκύπτει ότι τα δάση και οι δασικές εκτάσεις υπάγονται, ως φυσικά αγαθά, σε ιδιαίτερο προστατευτικό καθεστώς, με σκοπό να διατηρηθεί η χρήση κατά τον προορισμό τους και να διαφυλαχθεί η οικολογική ισορροπία· παρέχεται, όμως, κατ’ εξαίρεση η δυνατότητα στον κοινό νομοθέτη να επιτρέπει επεμβάσεις που μεταβάλλουν ή αλλοιώνουν το δασικό χαρακτήρα για την επίτευξη σκοπού δημοσίου συμφέροντος, ο οποίος ελέγχεται κατά τούτο από τον αρμόδιο δικαστή. Τέτοιες επεμβάσεις προβλέπονται στο έκτο κεφάλαιο (άρθρα 45-61) του ν. 998/1979. Στο ίδιο προστατευτικό καθεστώς υπάγονται κατ’ αρχήν και οι εκτάσεις που κηρύσσονται αναδασωτέες, με σκοπό την αναδημιουργία προϋπάρχουσας δασικής βλάστησης, και δη ανεξαρτήτως αν η πράξη κήρυξης της αναδάσωσης έχει εκδοθεί πριν ή μετά την ισχύ του Συντάγματος του 1975. Ειδικότερα, όμως, σε περίπτωση καταστροφής ή αποψίλωσης δάσους ή δασικής έκτασης από πυρκαγιά ή οποιαδήποτε άλλη αιτία, προερχόμενη είτε από ανθρώπινη ενέργεια είτε από φυσικά αίτια, είναι υποχρεωτική η κήρυξη της έκτασης που καταστράφηκε ή αποψιλώθηκε ως αναδασωτέας και αποκλείεται, πριν από την υλοποίηση της αναδάσωσης, η διάθεσή της για άλλο σκοπό δημοσίου συμφέροντος που θα δικαιολογούσε κατά νόμον την επέμβαση σε δάσος ή δασική έκταση προ της καταστροφής τους. Τέτοια επέμβαση επιτρέπεται στο άκρως απαραίτητο μέτρο μόνον μετά την πραγματοποίηση της αναδάσωσης και την ανάκτηση της δασικής μορφής της έκτασης που καταστράφηκε, απαγορευομένης απολύτως κάθε επέμβασης πριν από την επίτευξη του σκοπού της αναδάσωσης (ΣτΕ Ολομ. 2778/1988, 677/2010, 2153/2015, 710/2020 κ.ά.). Ωστόσο, όπως επίσης έχει κριθεί (ΣτΕ Ολομ. 2499/2012), κατά την έννοια του άρθρου 117 παρ. 3 του Συντάγματος και παρά την απόλυτη διατύπωσή του, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ο συνταγματικός νομοθέτης είχε τη βούληση να απαγορεύσει τη χρησιμοποίηση αναδασωτέων εκτάσεων ακόμη και για σκοπούς ιδιαίτερης σημασίας για το δημόσιο συμφέρον που δεν μπορούν να καλυφθούν με άλλο τρόπο, αφού η απαγόρευση αυτή στις παραπάνω περιπτώσεις θα είχε ως συνέπεια να καταστεί αδύνατη η ικανοποίηση υπέρτερων δημόσιων σκοπών, λόγω του γεγονότος ότι προηγήθηκε καταστροφή της δασικής βλάστησης. Ως εκ τούτου, κατά την έννοια της ανωτέρω διάταξης του Συντάγματος, με την οποία συμπληρώνεται η ρύθμιση για την προστασία των δασικών οικοσυστημάτων που εισάγεται με το άρθρο 24 παρ. 1 και η οποία, αν και θεσπίζει αυστηρό καθεστώς προστασίας για τις αναδασωτέες εκτάσεις, είναι ερμηνευτέα στο πλαίσιο του επιδιωκόμενου με τη διάταξη αυτή σκοπού, δεν αποκλείεται η θέσπιση από το νομοθέτη ρυθμίσεων, με τις οποίες παρέχεται η δυνατότητα, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να εγκριθεί επέμβαση σε έκταση που έχει κηρυχθεί αναδασωτέα, ακόμη και πριν ανακτήσει τη δασική μορφή της, προκειμένου να εκτελεσθεί έργο το οποίο αποβλέπει στην εξυπηρέτηση ανάγκης με ιδιαίτερη κοινωνική, εθνική ή οικονομική σημασία, αν η εκτέλεση του έργου στην έκταση αυτή είναι απολύτως αναγκαία και επιτακτική, στο μέτρο που η παρέλευση του απαιτούμενου για την πραγματοποίηση της αναδάσωσης χρονικού διαστήματος θα είχε ως συνέπεια τη ματαίωση του επιδιωκόμενου δημόσιου σκοπού. Ενόψει, πάντως, του εξαιρετικού χαρακτήρα της επέμβασης στις περιπτώσεις αυτές, η σχετική εγκριτική απόφαση πρέπει να αιτιολογείται ειδικώς, με κριτήρια αναφερόμενα τόσο στην ιδιαίτερη σημασία του έργου, ασυνδέτως προς την επιδίωξη αποδοτικότερης για το φορέα οικονομικής εκμετάλλευσης, όσο και στην αναγκαιότητα εκτέλεσής του στην αναδασωτέα έκταση πριν από την πραγματοποίηση της αναδάσωσης, με γνώμονα, αφενός, την ανάγκη προστασίας του δασικού οικοσυστήματος και, αφετέρου, την εξυπηρέτηση του δημόσιου σκοπού στον οποίο αποβλέπει το έργο. Μειοψήφησε ο Αντιπρόεδρος Γ. Τσιμέκας, ο οποίος υποστήριξε ότι η αδιάστικτη γραμματική διατύπωση της διατάξεως του άρθρου 117 παρ. 3 του Συντάγματος, που απαγορεύει τη διάθεση των αναδασωτέων εκτάσεων για οποιοδήποτε άλλο προορισμό, δεν είναι δεκτική ερμηνείας ούτε αφήνει στον κοινό νομοθέτη περιθώριο εξειδίκευσης ή θέσπισης εξαιρέσεων. Πράγματι, τόσο ο απόλυτος απαγορευτικός χαρακτήρας της διατάξεως αυτής (117 παρ. 3) όσο και η συστηματική τοποθέτησή της σε ιδιαίτερο άρθρο και κεφάλαιο του Συντάγματος, διαφορετικό εκείνου που περιέχει το άρθρο 24 αυτού, το οποίο ρυθμίζει κατά τρόπο εξαντλητικό τις κατ’ εξαίρεση επιτρεπτές μεταβολές του προορισμού μόνο των δασών και των δασικών εκτάσεων, μαρτυρούν τη σαφή βούληση του συνταγματικού νομοθέτη να αποκλείσει εντελώς κάθε ενδεχόμενο διασταλτικής ή τελολογικής ερμηνείας της διατάξεως αυτής ή εισαγωγής εξαιρέσεων προς την κατεύθυνση της δυνατότητας μεταβολής του προορισμού των διαφορετικού είδους εδαφών που ρυθμίζει, δηλαδή των αναδασωτέων εκτάσεων πριν από την ανάκτηση της δασικής μορφής τους. Τούτο δε, ενόψει του ότι ο συντακτικός νομοθέτης, έχοντας ήδη από το 1975 πλήρη επίγνωση της σημασίας της αναδάσωσης για την προστασία του δασικού πλούτου της Χώρας, επεφύλαξε συνειδητά στις αναδασωτέες εκτάσεις αυστηρότερη μεταχείριση από εκείνη των δασικών εκτάσεων. Εξ άλλου, η ερμηνεία μιας διατάξεως εναντίον του γράμματός της, και αν ακόμα γίνεται κατ’ εξαίρεση και κατ’ οικονομία δεκτή προκειμένου για διάταξη κοινού νόμου, ώστε να επιτευχθεί η συμφωνία της με το υπέρτερης αυτής τυπικής ισχύος Σύνταγμα και η καλύτερη εναρμόνισή της προς το όλο πλέγμα της εννόμου τάξεως, δεν είναι νοητή προκειμένου για συνταγματική διάταξη – κατά μείζονα δε λόγο όταν αυτή θεσπίζει ρητή και απόλυτη απαγόρευση – ώστε να εναρμονισθεί προς διάταξη κοινού νόμου, κατώτερης δηλαδή αυτής τυπικής ισχύος. Αντίθετη εκδοχή, σύμφωνα με την οποία ο κοινός νομοθέτης δύναται, επικαλούμενος σοβαρούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, να θεσπίζει εξαιρέσεις από ρητή και απόλυτη συνταγματική απαγόρευση, όπως αυτή του άρθρου 117 παρ. 3, καθιστά την απαγόρευση αυτή ανίσχυρη και ισοδυναμεί με ανεπίτρεπτη άσκηση αναθεωρητικής εξουσίας, κατά τα ειδικότερα εκτιθέμενα στην μειοψηφούσα γνώμη της αποφάσεως 2944/2012 της Ολομελείας του Δικαστηρίου (σκέψη 14, βλ. και ΣτΕ 1441/2016, 3089/2017, 1713/2018).
7. Επειδή, εις εκτέλεση των προαναφερθεισών συνταγματικών διατάξεων έχει εκδοθεί ο ν. 998/1979 “περί προστασίας των δασών και των δασικών εν γένει εκτάσεων της Χώρας” (Α΄ 289), ο οποίος, στο πέμπτο κεφάλαιο (άρθρα 37-44), ρυθμίζει την κήρυξη και την άρση της αναδασώσεως και, στο έκτο κεφάλαιο (άρθρα 45-61), τις επιτρεπόμενες επεμβάσεις σε δάση και δασικές εκτάσεις. Ειδικότερα, στο άρθρο 38 παρ. 1 του ν. 998/1979, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 32 παρ. 1 του ν. 4342/2015 (Α΄ 143), ορίζεται ότι «Τα δάση και οι δασικές εκτάσεις, που καταστράφηκαν ή καταστρέφονται συνεπεία πυρκαγιάς, αποψίλωσης ή άλλης αιτίας, κηρύσσονται υποχρεωτικά ως αναδασωτέα ανεξαρτήτως της ειδικότερης κατηγορίας αυτών ή της θέσης στην οποία βρίσκονται. Της κήρυξης της αναδάσωσης εξαιρούνται εκτάσεις για τις οποίες, πριν την καταστροφή της δασικής βλάστησής τους από πυρκαγιά, έχει χορηγηθεί έγκριση επέμβασης σύμφωνα με τα οριζόμενα στο Κεφάλαιο Έκτο του παρόντος νόμου». Περαιτέρω, το άρθρο 45 του ν. 998/1979, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 36 του ν. 4280/2014 (Α΄ 159), προβλέπει, μεταξύ άλλων, τα εξής: «1. Δεν επιτρέπεται, εν όλω ή εν μέρει, οποιαδήποτε επέμβαση που συνεπάγεται μεταβολή του προορισμού των δασών και δασικών εκτάσεων, πλην όσων ορίζονται ως επιτρεπτές στο παρόν Κεφάλαιο. 2. Κάθε επιτρεπτή, κατά τις διατάξεις του παρόντος, επέμβαση σε δάση και δασικές εκτάσεις αποτελεί εξαιρετικό μέτρο. Επέμβαση σε δάση και δασικές εκτάσεις ως και σε δημόσιες χορτολιβαδικές και βραχώδεις εκτάσεις, σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 3 παράγραφος 5 εδάφιο ε΄ του παρόντος νόμου, όπως ισχύει, επιτρέπεται μετά από έγκριση. Η έγκριση αυτή χορηγείται από τον Γενικό Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, μετά από εισήγηση της οικείας δασικής αρχής, … 3. … Η ανωτέρω έγκριση χορηγείται υπό την προϋπόθεση ότι για τη συγκεκριμένη χρήση δεν είναι δυνατή η διάθεση δημοσίων εκτάσεων μη υπαγομένων στις προστατευτικές διατάξεις του παρόντος νόμου. Στην περίπτωση που βεβαιώνεται από την αρμόδια αρχή ότι δεν είναι δυνατή η διάθεση των παραπάνω εκτάσεων, τότε εξετάζεται από την αρμόδια δασική υπηρεσία εάν μπορούν να διατεθούν δημόσιες εκτάσεις των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου, άλλως, διατίθενται δασικές εκτάσεις ή δάση. Η παραπάνω γενική απαγόρευση του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου αυτής δεν ισχύει, εφόσον πρόκειται για εκτέλεση στρατιωτικών έργων που αφορούν άμεσα στην εθνική άμυνα της χώρας, για διανοίξεις δημόσιων οδών, για την κατασκευή και εγκατάσταση αγωγών φυσικού αερίου και πετρελαϊκών προϊόντων, την κατασκευή και εγκατάσταση έργων ηλεκτροπαραγωγής από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (Α.Π.Ε.), περιλαμβανομένων των μεγάλων υδροηλεκτρικών σταθμών και κάθε απαραίτητου έργου για τη λειτουργία αυτών, καθώς και των δικτύων σύνδεσής τους …, η χάραξη των οποίων προβλέπει διέλευσή τους από δάσος ή δασική έκταση ως και για έργα εκμετάλλευσης ορυκτών πρώτων υλών, με εξόρυξη, διαλογή, επεξεργασία και αποκομιδή αυτών, τη διάνοιξη οδών προσπέλασης και την ανέγερση εγκαταστάσεων που εξυπηρετούν τις ανάγκες εκμετάλλευσης και διαλογής και επεξεργασίας, καθώς και για τις επεμβάσεις του άρθρου 56 του παρόντος [: ορειβατικά καταφύγια]. 4. Σε περίπτωση που για τη συγκεκριμένη δραστηριότητα ή έργο απαιτείται Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ) ή υπαγωγή σε Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις (ΠΠΔ), με απόφαση του αρμόδιου Υπουργού ή του οικείου Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, τότε η έγκριση επέμβασης ενσωματώνεται αντίστοιχα σε αυτές. 5. Κατά τη χορηγούμενη στα πλαίσια έκδοσης της ΑΕΠΟ ή υπαγωγής των Πρότυπων Περιβαλλοντικών Δεσμεύσεων (ΠΠΔ) γνωμοδότηση των δασικών υπηρεσιών εξετάζεται η συμβατότητα του έργου με τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας, η μη ύπαρξη άλλων διαθεσίμων δημοσίων εκτάσεων, που δεν υπάγονται στις προστατευτικές διατάξεις του παρόντος νόμου με την επιφύλαξη του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου και οι τυχόν απαιτούμενες τροποποιήσεις των ισχυόντων διαχειριστικών σχεδίων και των εγκεκριμένων μελετών αναδάσωσης. Σε περίπτωση θετικής γνωμοδότησης τίθενται με αυτήν όροι και περιορισμοί για την ελαχιστοποίηση των τυχόν αρνητικών επιπτώσεων από την εκτέλεση και λειτουργία του έργου. … 6. … 8. Κάθε επιτρεπτή επέμβαση σε δάσος, δασική έκταση ή στις δημόσιες εκτάσεις των περιπτώσεων α΄ και β΄ της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του παρόντος νόμου, που προβλέπεται κατά τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου, ενεργείται κατόπιν καταβολής ανταλλάγματος χρήσης και υποχρεωτικής αναδάσωσης ή δάσωσης έκτασης ίδιου εμβαδού με εκείνης στην οποία εγκρίθηκε η επέμβαση. … 9. Από την καταβολή του ανταλλάγματος χρήσης απαλλάσσεται το Δημόσιο, … 10. Από την υποχρέωση αναδάσωσης ή δάσωσης και καταβολής ανταλλάγματος χρήσης εξαιρούνται οι επεμβάσεις των άρθρων 52 παράγραφος 1, 53 παράγραφος 4, 54 παράγραφος 1, 55 παράγραφος 1, 56, 57 παράγραφοι 2 και 3, 58 και 59 παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος. 11. Από την υποχρέωση αναδάσωσης ή δάσωσης εξαιρούνται …, οι προσωρινές εγκαταστάσεις για τη διαμονή σε αυτές πληγέντων από φυσικές καταστροφές της παραγράφου 4 … 12. …». Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 46 του ν. 998/1979, υπό τον τίτλο “Εξαιρετικός χαρακτήρας επιτρεπτών επεμβάσεων σε αναδασωτέες εκτάσεις”, όπως ομοίως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 36 του ν. 4280/2014, «1. Στα δάση και στις δασικές εκτάσεις, περί των οποίων το άρθρο 117 παρ. 3 του Συντάγματος, ουδεμία επιτρέπεται επέμβαση προβλεπόμενη από τις διατάξεις του παρόντος Κεφαλαίου ή από άλλη διάταξη, με εξαίρεση τα αναφερόμενα στις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 48 [: εθνικές κ.λπ. οδοί και σιδηροδρομικές γραμμές], των παραγράφων 1, 3, 4 και 5 του άρθρου 53 [: εκτέλεση μεγάλων έργων υποδομής / εγκατάσταση δικτύων μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, για την κατασκευή υποσταθμών και τεχνικού έργου που αφορά στην υποδομή και εγκατάσταση σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας κ.λπ. / τοποθέτηση εξοπλισμών για τη μέτρηση της ταχύτητας και των χαρακτηριστικών του ανέμου ή μετεωρολογικών και γεωδαιτικών σταθμών], της παραγράφου 1 του άρθρου 54 [: αρχαιολογικές έρευνες και ανασκαφές], της παραγράφου 1 του άρθρου 55 [: κατασκευή οχυρωματικών έργων] και της παραγράφου 5 του άρθρου 57 [: εγκατάσταση δομικών ή μηχανικών κατασκευών, πάνω στις οποίες τοποθετούνται κεραίες, πομποί, αναμεταδότες κ.λπ.] του παρόντος Κεφαλαίου, καθώς και στις διατάξεις του άρθρου 16 [: ειδικά δασοτεχνικά έργα] του παρόντος νόμου. 2. Για την πραγματοποίηση των προβλεπομένων από τις ανωτέρω διατάξεις επεμβάσεων σε αναδασωτέες εκτάσεις δεν απαιτείται άρση της αναδάσωσης. 3. Ενόψει του εξαιρετικού χαρακτήρα των ανωτέρω επεμβάσεων η σχετική εγκριτική απόφαση πρέπει να αιτιολογείται ειδικά, με κριτήρια αναφερόμενα τόσο στην ιδιαίτερη σημασία του έργου, ανεξάρτητα προς την επιδίωξη αποδοτικότερης για το φορέα του έργου οικονομικής εκμετάλλευσης, όσο και στην απόλυτη αναγκαιότητα εκτέλεσής του στην αναδασωτέα έκταση πριν από την πραγματοποίηση της αναδάσωσης, με γνώμονα αφενός την ανάγκη προστασίας του δασικού οικοσυστήματος και αφετέρου την εξυπηρέτηση του δημόσιου σκοπού στον οποίο αποβλέπει το έργο».
8. Επειδή, εξάλλου, μετά την άσκηση της κρινόμενης αίτησης και πριν από την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης δημοσιεύθηκε ο ν. 4759/2020 (Α΄ 245/9.12.2020), με την παρ. 1 του άρθρου 146 του οποίου τροποποιήθηκε το άρθρο 57 του ν. 998/1979 [“Λοιπές επεμβάσεις”] ως εξής: «1. Στις δημόσιες εκτάσεις των περ. α΄ και β΄ της παρ. 5 του άρθρου 3 και ελλείψει αυτών στις δασικές εκτάσεις των περ. γ΄ και ε΄ της παρ. 1 και των περ. β΄, γ΄, στ΄ και ζ΄ της παρ. 2 του άρθρου 4, επιτρέπεται η επέμβαση για την κατασκευή: α) αθλητικών εγκαταστάσεων, β) … ι) δομών της παρ. 4 του άρθρου 8 και του άρθρου 10 του ν. 4375/2016 (Α΄ 51), μετά των απαιτουμένων συνοδών έργων. … Επίσης, επιτρέπεται η επέμβαση και σε δάση και σε εκτάσεις των περ. δ΄ και ε΄ της παρ. 2 του άρθρου 4, με την επιφύλαξη του ν. 3028/2002 (Α΄ 153), για την κατασκευή δομών της παρ. 4 του άρθρου 8 και του άρθρου 10 του ν. 4375/2016 (Α΄ 51) μετά των απαιτουμένων συνοδών έργων, καθώς και σε αναδασωτέες εκτάσεις εφόσον πρόκειται για προσωρινές δομές. Στις περιπτώσεις των προηγούμενων εδαφίων, η έγκριση επέμβασης της παρ. 3 του άρθρου 45 του παρόντος νόμου και του άρθρου 10 του ν. 3028/2002 χορηγείται εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την υποβολή της. …». Κατά δε την παρ. 2 του αυτού άρθρου 146 [του ν. 4759/2020], «Δομές της παρ. 4 του άρθρου 8 και του άρθρου 10 του ν. 4375/2016, που βρίσκονται σε δάση, δασικές και αναδασωτέες εκτάσεις, συνεχίζουν για λόγους δημοσίου συμφέροντος τη λειτουργία τους για χρονικό διάστημα ενός (1) έτους, εντός του οποίου οφείλουν να λάβουν την έγκριση επέμβασης της παρ. 3 του άρθρου 45 του ν. 998/1979. Κατά τη διάρκεια της ανωτέρω προθεσμίας αναστέλλεται η ισχύς των διοικητικών πράξεων αποβολής και επιβολής προστίμων κατεδάφισης που έχουν εκδοθεί και, εφόσον εκδοθεί η προβλεπόμενη από τη δασική νομοθεσία έγκριση ή πράξη της παρ. 3 του άρθρου 45 του ν. 998/1979, οι πράξεις αυτές παύουν να ισχύουν».
9. Επειδή, οι δομές του άρθρου 8 του ν. 4375/2016 αποτελούν εγκαταστάσεις προσωρινού χαρακτήρα, ικανοποιούν βραχυπρόθεσμες ανάγκες και περιλαμβάνουν προκατασκευασμένα, ευχερώς αποξηλούμενα, κτίσματα, τοποθετούμενα επί μικρού σχετικώς υποβάθρου, και λοιπές υποστηρικτικές εγκαταστάσεις, που δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για άλλο σκοπό και απομακρύνονται όταν εκλείψει η συγκεκριμένη επείγουσα ανάγκη, προς εξυπηρέτηση της οποίας και μόνο εγκαθίστανται. Ειδικότερα, η ίδρυση και λειτουργία τους συναρτάται, κατά κανόνα, με συγκυριακούς παράγοντες που δεν μπορούν να προβλεφθούν (ροές προσφύγων και μεταναστών στα σημεία εισόδου από τα θαλάσσια ή χερσαία σύνορα της χώρας) και υπαγορεύεται από επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος. Οι λόγοι αυτοί συνδέονται με την επείγουσα ανάγκη υποδοχής, ταυτοποίησης και προσωρινής στέγασης και φιλοξενίας αλλοδαπών, που εισέρχονται στη χώρα χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις, για τον αναγκαίο προς τούτο χρόνο, με την εκπλήρωση των διεθνών υποχρεώσεων της χώρας στον τομέα της μεταναστευτικής πολιτικής και της πολιτικής διεθνούς προστασίας και της υποχρέωσης της Πολιτείας για την προστασία της ανθρώπινης ζωής, υγείας και αξιοπρέπειας όλων των ευρισκομένων στην ελληνική επικράτεια, καθώς και με την ανάγκη διασφάλισης της δημόσιας τάξης και ασφάλειας. Επιπλέον, μετά την εκδήλωση της πανδημίας του κορονοϊού [covid-19], στους ανωτέρω λόγους προσετέθη ο κίνδυνος “υπερμετάδοσης” της νόσου, λόγω “υπερπληθυσμού” των ΚΥΤ, και η ανάγκη προσήκουσας αντιμετώπισής του (πρβλ. ΣτΕ Ολομ. 1286/2022). Υπό τα δεδομένα αυτά, οι δομές του ν. 4375/2016 εξυπηρετούν ανάγκη με ιδιαίτερη εθνική και κοινωνική σημασία και, ως εκ τούτου, για την ίδρυση, χωροθέτηση και κατασκευή τους είναι συνταγματικώς ανεκτή, σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά στη σκέψη 6 της παρούσης, η επέμβαση σε αναδασωτέες εκτάσεις, ακόμη και πριν αυτές ανακτήσουν τη δασική μορφή τους, υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι η εκτέλεση του έργου στη συγκεκριμένη αναδασωτέα έκταση είναι απολύτως αναγκαία, εφόσον, δηλαδή, η Διοίκηση έχει ερευνήσει και έχει αποκλείσει αιτιολογημένως τη δυνατότητα εγκατάστασης της δομής σε άλλες, μη αναδασωτέες, εκτάσεις, που κρίνονται από την αρμόδια αρχή κατάλληλες για την εξυπηρέτηση του εν λόγω σκοπού εντόνου δημοσίου συμφέροντος, από πλευράς τοποθεσίας, εμβαδού, μορφολογίας του εδάφους, προσπέλασης, γειτνίασης με προστατευόμενες περιοχές ή βάσει και άλλων κριτηρίων, που άπτονται του σχεδιασμού του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου με σκοπό την ισόρροπη, κατά το δυνατόν, κατανομή των δομών ανά τη χώρα. Άλλωστε, και ο κοινός νομοθέτης εξαγγέλλει τον εξαιρετικό χαρακτήρα των επεμβάσεων σε αναδασωτέες εκτάσεις και προβλέπει την υποχρέωση ειδικής αιτιολογίας, “με κριτήρια αναφερόμενα τόσο στην ιδιαίτερη σημασία του έργου, ανεξάρτητα προς την επιδίωξη αποδοτικότερης για το φορέα του έργου οικονομικής εκμετάλλευσης, όσο και στην απόλυτη αναγκαιότητα εκτέλεσής του στην αναδασωτέα έκταση πριν από την πραγματοποίηση της αναδάσωσης, με γνώμονα αφενός την ανάγκη προστασίας του δασικού οικοσυστήματος και αφετέρου την εξυπηρέτηση του δημόσιου σκοπού στον οποίο αποβλέπει το έργο” (βλ. άρθρο 46 παρ. 3 του ν. 998/1979). Υπό τις ανωτέρω προϋποθέσεις, η ως άνω διάταξη του άρθρου 146 του ν. 4759/2020, κατά το μέρος που προβλέπει επέμβαση σε αναδασωτέες εκτάσεις για την εγκατάσταση δομών του ν. 4375/2016, δεν αντίκειται στο άρθρο 117 παρ. 3 του Συντάγματος και οι περί του αντιθέτου λόγοι πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι.
10. Επειδή, μειοψήφησαν η Αντιπρόεδρος Π. Καρλή και οι Σύμβουλοι Δ. Μακρής, Α.-Μ. Παπαδημητρίου, Ό. Παπαδοπούλου, Μ. Σωτηροπούλου και Φ. Γιαννακού, στη γνώμη των οποίων προσχώρησαν οι Πάρεδροι Χ. Παπανικολάου και Α. Σκούφαλος. Κατά την άποψη αυτή, σε περίπτωση καταστροφής ή αποψίλωσης δάσους ή δασικής έκτασης από οποιαδήποτε αιτία, είναι υποχρεωτική για τη Διοίκηση η κήρυξη της έκτασης ως αναδασωτέας και αποκλείεται, δυνάμει του άρθρου 117 παρ. 3 του Συντάγματος, η διάθεσή της, πριν από την υλοποίηση της αναδάσωσης, για άλλο σκοπό δημοσίου συμφέροντος που θα δικαιολογούσε κατά νόμο την επέμβαση σε δάσος ή δασική έκταση (ΣτΕ Ολομ. 2778/88). Παρά την απόλυτη και αδιάστικτη απαγόρευση που απαγγέλλεται στο άρθρο 117 παρ. 3 του Συντάγματος η εξ αρχής προβλεπόμενη, με τον εκτελεστικό του Συντάγματος ν. 998/1979, εξαίρεση της κατασκευής σε αναδασωτέες εκτάσεις οχυρωματικών έργων και στρατιωτικών εγκαταστάσεων που εξυπηρετούν “αμέσως την εθνικήν άμυναν της Χώρας” (βλ. άρθρα 45 και 59 παρ. 1 του ν. 998/1979) παρίσταται σύμφωνη προς το σκοπό της ανωτέρω συνταγματικής διάταξης. Ο δε μεταγενέστερος νόμος, ο οποίος επέτρεψε την κατασκευή σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. και των συνοδών τους έργων σε αναδασωτέες περιοχές, κρίθηκε μεν από το Δικαστήριο σύμφωνος με το Σύνταγμα (ΣτΕ Ολομ. 2499/2012), ενόψει όμως της εξαιρετικής σημασίας των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για τη βιώσιμη ανάπτυξη και την αντιμετώπιση του προβλήματος της κλιματικής αλλαγής, ενόψει δηλαδή της εξυπηρέτησης σκοπών που συνδέονται με την προστασία του περιβάλλοντος, κατά τρόπον ώστε να εξασφαλίζεται ένα πλεονέκτημα περιβαλλοντικού χαρακτήρα, εις αντιστάθμισμα της μη άμεσης αναγέννησης της βλάστησης στην καείσα ή αποψιλωθείσα δασική περιοχή. Πέραν των περιπτώσεων αυτών ή ορισμένων μεγάλων έργων υποδομής συνδεόμενων με την προστασία του περιβάλλοντος (ΣτΕ 1153/2007, 1943/2012, 2405/2016 7μ., 2842/2018, 2915, 3023/2020, 1320/2021), και δη μόνον στο μέτρο που κρίνεται αιτιολογημένως αναγκαία η, κατ’ εξαίρεση, κατάληψη αναδασωτέων περιοχών για την εκτέλεσή τους, οι λοιπές περιπτώσεις εγκατάστασης έργων και δραστηριοτήτων εντός αναδασωτέων εκτάσεων πρέπει να θεωρούνται, κατ’ αρχήν, μη συμβατές προς το Σύνταγμα· υπό την αντίθετη εκδοχή, θα διευρυνόταν ο κατάλογος των, επιτρεπομένων «όλως εξαιρετικώς», επεμβάσεων σε αναδασωτέες περιοχές, με αποτέλεσμα να καθίσταται κανόνας, κατά παράβαση του άρθρου 117 παρ. 3 του Συντάγματος, η θυσία αναδασωτέων περιοχών της χώρας για την ικανοποίηση σκοπών δημοσίου συμφέροντος, στην οποία κατατείνουν όλα τα έργα δημοσίου ενδιαφέροντος, και να απομειώνεται η προστασία των δασικών οικοσυστημάτων. Καθ’ όσον αφορά τις δομές υποδοχής και φιλοξενίας του ν. 4375/2016, τα οικεία έργα δεν συνδέονται, προδήλως, με την προστασία του περιβάλλοντος, ούτε αποτελούν, άλλωστε, μεγάλα έργα υποδομής, ακριβώς επειδή συνάπτονται με συγκυριακούς παράγοντες (τις μη δυνάμενες να προβλεφθούν ροές προσφύγων και μεταναστών προς τη χώρα). Επιπλέον, η εκτέλεσή τους σε αναδασωτέα έκταση, εκτός του ότι αντιβαίνει στην απαγόρευση που απαγγέλλεται στο άρθρο 117 παρ. 3 του Συντάγματος, δεν αποκαθιστά και το περιβαλλοντικό ισοζύγιο, εφόσον συνεπάγεται, κατά κανόνα, την αναίρεση της αναδάσωσης, εξαιτίας των απαιτούμενων εκσκαφών και της ανάγκης σύνδεσης της εγκατάστασης, που προορίζεται για τη διαμονή μεγάλου αριθμού φιλοξενουμένων, με δίκτυα ύδρευσης, αποχέτευσης, ηλεκτροφωτισμού κ.ο.κ., χωρίς αντίστοιχο περιβαλλοντικό όφελος (όπως συμβαίνει με την εγκατάσταση των Α.Π.Ε.). Επίσης, μειοψήφησε ο Αντιπρόεδρος Γ. Τσιμέκας, ο οποίος υποστήριξε ότι η ανωτέρω διάταξη αντίκειται στο άρθρο 117 παρ. 3 του Συντάγματος διότι θεσπίζει εξαίρεση από την επιβαλλόμενη από το άρθρο αυτό απαγόρευση επέμβασης σε αναδασωτέες εκτάσεις, η οποία δεν επιτρέπεται για τους λόγους που εξέθεσε στη σκέψη 6. Υπό τα δεδομένα αυτά, κατά τη μειοψηφήσασα άποψη, η διάταξη του άρθρου 146 του ν. 4759/2020, κατά το μέρος που προβλέπει (ή νομιμοποιεί) επέμβαση σε αναδασωτέες εκτάσεις για την εγκατάσταση δομών του ν. 4375/2016, αντιβαίνει στα άρθρα 117 παρ. 3 και 24 του Συντάγματος.
11. Επειδή, περαιτέρω, από τα άρθρα 4 παρ. 1, 20 παρ. 1 και 26 του Συντάγματος – με τα οποία καθιερώνονται, αντίστοιχα, η αρχή της ισότητας, το δικαίωμα παροχής δικαστικής προστασίας και η αρχή της διακρίσεως των λειτουργιών – συνάγεται ότι ο κοινός νομοθέτης δεν κωλύεται, κατ’ αρχήν, να μεταβάλλει, ακόμη και με αναδρομική δύναμη, τις κείμενες ουσιαστικές ρυθμίσεις του νόμου, αρκεί η εν λόγω επέμβαση να μην αποτελεί ευθεία κύρωση διοικητικής πράξης, της οποίας η νομιμότητα είναι εκκρεμής ενώπιον των δικαστηρίων, να μην προσβάλλει το δεδικασμένο ή την αρχή της μη αναδρομικότητας των διατάξεων που επιβάλλουν κυρώσεις, να αιτιολογείται από λόγους δημοσίου συμφέροντος και να μην προσβάλλει την αρχή της αναλογικότητας. Ειδικότερα, είναι συνταγματικώς επιτρεπτή η ρύθμιση από το νομοθέτη, με νέους κανόνες δικαίου και κατά τρόπο διαφορετικό, εννόμων σχέσεων που έχουν γεννηθεί και δικαιωμάτων που έχουν αποκτηθεί βάσει προϊσχυουσών διατάξεων, ακόμη και αν τα εν λόγω δικαιώματα έχουν αναγνωρισθεί με τελεσίδικες ή και αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις, υπό την προϋπόθεση ότι οι νέοι αυτοί κανόνες έχουν γενικό χαρακτήρα και δεν ρυθμίζουν μεμονωμένη σχέση, υπαγορεύονται από επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος και δεν προσβάλλουν τον πυρήνα και την ουσία του δικαιώματος της δικαστικής προστασίας, σεβόμενοι την αρχή της αναλογικότητας (ΑΕΔ 14/2013, ΣτΕ Ολομ. 1343/1991, 3175/1996, 4362/1997, 542/1999, 3368/2015, πρβλ. ΣτΕ Ολομ. 604/2002, 1847/2008). Παραλλήλως, το άρθρο 6 παρ. 1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών (ΕΣΔΑ, κυρωθείσα με το άρθρο πρώτο του ν.δ. 53/1974, Α΄ 256), το οποίο κατοχυρώνει το θεσμό της δίκαιης δίκης, απαγορεύει νομοθετικές ρυθμίσεις μη υπαγορευόμενες από επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, οι οποίες θεσπίζονται με αναδρομική ισχύ, ρυθμίζουν θέμα για το οποίο υφίσταται εκκρεμής δίκη με διάδικο το Δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και έχουν ως αποτέλεσμα η έκβαση της δίκης να αποβαίνει υπέρ του Δημοσίου ή ν.π.δ.δ. [βλ. Ε.Δ.Δ.Α. αποφάσεις της 9.12.1994, Ελληνικά Διυλιστήρια ΣΤΡΑΝ και Στρ. Ανδρεάδης κατά Ελλάδος, αριθμ. προσφ. 13427/87 (σκ. 42 επ.) / της 28.10.1999, Zielinski κ.λπ. κατά Γαλλίας, αρ. προσφ. 24846/94 (σκ. 50 επ.) / 28.6.2001, Αγούδημος κατά Ελλάδος, αρ. προσφ. 38703/97 (σκ. 27 επ.) / 11.4.2002, Δ.Σ. κ.λπ. κατά Ελλάδος, αρ. προσφ. 46356/99 (σκ. 20 επ.) / της 20.2.2003, Forrer – Niedenthal κατά Γερμανίας, αρ. προσφ. 47316/99 (σκ. 57 επ.) / της 27.5.2004, OGIS-Institut STANISLAS κ.λπ. κατά Γαλλίας, αρ. προσφ. 42219/98 (σκ. 61 επ.) / της 8.11.2018 Hôpital Local Saint-Pierre d’Oléron κ.λπ. κατά Γαλλίας, αρ. προσφ. 18096/12 (σκ. 72-73) / της 30.1.2020, Cicero κ.λπ. κατά Ιταλίας, αρ προσφ. 29483/11 (σκ. 29 επ.) – βλ. και ΣτΕ Ολομ. 3368/2015].
12. Επειδή, πριν από την προαναφερθείσα διάταξη του άρθρου 146 του ν. 4759/2020 η νομοθεσία δεν προέβλεπε τη δυνατότητα ίδρυσης και κατασκευής δομών εντός αναδασωτέων εκτάσεων. Για το λόγο αυτό, ο νομοθέτης εισήγαγε, με το άρθρο 146 παρ. 1 [εδ. γ΄] του νόμου αυτού, πάγια ρύθμιση για τον εφεξής χρόνο και προέβλεψε τη δυνατότητα επέμβασης σε αναδασωτέες εκτάσεις, με σκοπό την ίδρυση “προσωρινών” δομών των άρθρων 8 [παρ. 4] και 10 του ν. 4375/2016 και την κατασκευή των συνοδών τους έργων. Παραλλήλως, με την παρ. 2 του αυτού άρθρου 146 του ν. 4759/2020 ρυθμίσθηκε η τύχη των, ήδη λειτουργουσών σε αναδασωτέες εκτάσεις, δομών, των οποίων ο νομοθέτης ανέχεται για ένα έτος τη συνέχιση λειτουργίας, “για λόγους δημοσίου συμφέροντος”, υπό την αίρεση ότι εντός του διαστήματος αυτού θα λάβουν την έγκριση επέμβασης της παρ. 3 του άρθρου 45 του ν. 998/1979. Η τελευταία αυτή διάταξη – η οποία δεν αντίκειται στο άρθρο 117 του Συντάγματος, όπως έγινε προηγουμένως κατά πλειοψηφία δεκτό – παρέχει αναδρομικώς νόμιμο έρεισμα σε δομές που ήδη λειτουργούν σε αναδασωτέα περιοχή, όχι επ’ αόριστον, αλλά επί ένα έτος, και εφαρμόζεται και στην παρούσα, εκκρεμή κατά το χρόνο δημοσίευσης του ν. 4759/2020, δίκη, χωρίς τούτο να εγείρει ζήτημα ανεπίτρεπτης επέμβασης του νομοθέτη σε εκκρεμή δίκη. Και τούτο διότι η μεταβατική αυτή ρύθμιση α/ έχει γενικό και αντικειμενικό χαρακτήρα και στοιχεί προς την πάγια γενική ρύθμιση του άρθρου 146 παρ. 1 του ν. 4759/2020, που επιτρέπει πλέον την εγκατάσταση δομών υποδοχής και φιλοξενίας σε αναδασωτέες εκτάσεις, β/ δεν ρυθμίζει μεμονωμένη σχέση, ούτε προκύπτει ότι θεσπίσθηκε επί σκοπώ επέμβασης στην παρούσα εκκρεμή δίκη, γ/ δεν συνιστά ευθεία κύρωση των προσβληθεισών διοικητικών πράξεων και δ/ υπαγορεύεται από επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, που συνίστανται στη συνέχιση λειτουργίας, για περιορισμένο χρόνο, δομών οι οποίες εξυπηρετούν επείγουσες ανάγκες υποδοχής, ταυτοποίησης, προσωρινής στέγασης και φιλοξενίας αλλοδαπών. Πρέπει, επομένως, να απορριφθούν οι ισχυρισμοί με τους οποίους ο αιτών προβάλλει ότι η διάταξη αυτή δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής σε αίτηση ακυρώσεως που, όπως η κρινόμενη, είχε κατατεθεί πριν από τη δημοσίευση του ν. 4759/2020 και δεν καταλαμβάνεται από τις ρυθμίσεις του.
13. Επειδή, εν προκειμένω, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, με την εισήγηση 48/5.3.2020 του Γενικού Γραμματέα Υποδοχής Αιτούντων Άσυλο προς τον Υπουργό Μετανάστευσης και Ασύλου προτάθηκε η κατεπείγουσα κατασκευή δύο νέων δομών [“κλειστών κέντρων παραμονής”] στην ενδοχώρα, λόγω της αθρόας εισόδου χιλιάδων μεταναστών στο ελληνικό έδαφος από τα χερσαία και θαλάσσια σύνορα, μετά το άνοιγμα των συνόρων από την Τουρκία στις 28.2.2020, και λόγω της εκδήλωσης της πανδημίας του κορονοϊού (covid-19). Στο έγγραφο αυτό επισημάνθηκε ότι περισσότερα από 1.800 άτομα αφίχθησαν στα νησιά του Βορείου και Νοτίου Αιγαίου από τις 28.2.2020, ότι ο αριθμός αυτός πιθανώς να αυξηθεί, παρά την απόφαση αναστολής υποβολής αιτήσεων ασύλου (π.ν.π. από 2.3.2020, Α΄ 45, που κυρώθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4681/2020, Α΄ 74), και ότι τα ανωτέρω, “σε συνδυασμό με τον υπερπληθυσμό που ήδη φιλοξενείται στα ΚΥΤ [Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης] και κυρίως με την παγκόσμια επιδημία του κορονοϊού και τα συνεχόμενα κρούσματα, καθιστ[ούν] ιδιαιτέρως επικίνδυνη για τη δημόσια υγεία την παραμονή των ως άνω παράνομων μεταναστών στα νησιά και επιτακτική ανάγκη την άμεση μετακίνησή τους στην ενδοχώρα”. Η κατασκευή της μίας εκ των δύο νέων δομών προτάθηκε να γίνει στο Στρατόπεδο Γερακίνη στη Μαλακάσα Ωρωπού Αττικής, δεδομένου ότι είχε γίνει “προεργασία εκ μέρους του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου … σε συνεργασία με το ΥΠΕΘΑ για την προέκταση της ήδη υφισταμένης (δομής)”. Στη συνέχεια, με το έγγραφο 377/11.3.2020 του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου ζητήθηκε από την Τεχνική Υπηρεσία του Υπουργείου να προχωρήσει στη διενέργεια κατεπείγοντος διαγωνισμού, με τη διαδικασία διαπραγμάτευσης και χωρίς δημοσίευση προκήρυξης, για τη δημιουργία νέων δομών φιλοξενίας, μεταξύ άλλων, στο προαναφερθέν Στρατόπεδο, κατ’ επίκληση των έκτακτων μεταναστευτικών ροών στον Έβρο και τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και του γεγονότος ότι οι αφιχθέντες αλλοδαποί παραμένουν μαζικά στους λιμένες άφιξης, υπό απαράδεκτες συνθήκες. Με έγγραφο του Ταμείου Εθνικής Άμυνας της 17.3.2020 γνωστοποιήθηκε στο Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου η έγκριση της παραχώρησης τμήματος του Στρατοπέδου Γερακίνη και με την απόφαση 2945/23.3.2020 του Υφυπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου (Β΄ 1016/24.3.2020 – πρώτη προσβαλλόμενη με την κρινόμενη αίτηση πράξη) συνεστήθη, μεταξύ άλλων δομών προσωρινής υποδοχής πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών που έχουν αιτηθεί διεθνούς προστασίας, η δομή Μαλακάσας στο Στρατόπεδο Γερακίνη του Δήμου Ωρωπού. Με το έγγραφο 73/2.4.2020 του Γενικού Γραμματέα Υποδοχής Αιτούντων Άσυλο τονίσθηκε η αναγκαιότητα κατασκευής μίας προσωρινής δομής, δυναμικότητας 500 ατόμων, για να χρησιμοποιηθεί ως χώρος καραντίνας, και μίας δομής του άρθρου 8 του ν. 4375/2016, δυναμικότητας 1.000 ατόμων, στο εν λόγω Στρατόπεδο Γερακίνη, “όπου ήδη λειτουργεί παραπλεύρως υφιστάμενη δομή φιλοξενίας αιτούντων άσυλο”. Με την πράξη 6/7.4.2020 του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου προκηρύχθηκε η διενέργεια διαγωνισμού για την υλοποίηση του έργου “Διαμόρφωση και βασική συντήρηση δομών του άρθρου 8 του ν. 4375/2016 στη Μαλακάσα”, με διαδικασία διαπραγμάτευσης, και, με την απόφαση 9/10.4.2020 του ίδιου Υπουργού [δεύτερη προσβαλλόμενη πράξη], ανατέθηκε η εκτέλεση του προπεριγραφέντος έργου στην ανακηρυχθείσα ανάδοχο εταιρεία. Περαιτέρω, με το έγγραφο 105/30.4.2020 του Γενικού Γραμματέα Υποδοχής Αιτούντων Άσυλο γνωστοποιήθηκε εκ νέου προς τον Υπουργό Μετανάστευσης και Ασύλου ότι οι υπάρχουσες δομές φιλοξενίας λειτουργούν υπό συνθήκες υπερπληθυσμού, ότι απαιτείται, προς διασφάλιση της δημόσιας τάξης και υγείας και της αξιοπρεπούς και ασφαλούς διαμονής των πολιτών τρίτων χωρών, η χωροθέτηση και κατασκευή δομής φιλοξενίας του άρθρου 8 παρ. 4 περ. δ) του ν. 4375/2016, σε έκταση εμβαδού 60 περίπου στρεμμάτων, στο Στρατόπεδο Γερακίνη, η οποία παραχωρήθηκε κατά χρήση από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας (βλ. σχετικώς το έγγραφο Φ.914.2/4/13/2230/Σ.472/15.4.2020 του Ταμείου Εθνικής Άμυνας, με το οποίο παρεσχέθη άδεια χρήσης “του προς παραχώρηση χώρου, με την προϋπόθεση της εκτέλεσης εργασιών απομόνωσης από το υπόλοιπο Στρατόπεδο, με την κατασκευή … περίφραξης”), και ότι πρέπει να γίνει άμεση έναρξη των απαραίτητων χωματουργικών εργασιών και εργασιών περίφραξης, προκειμένου οι εν λόγω χώροι να διαμορφωθούν κατάλληλα. Με το ίδιο έγγραφο συνυποβλήθηκαν τοπογραφικό σχέδιο της έκτασης, σχέδιο χωροθέτησης / γενικής διάταξης και τεχνική έκθεση. Ακολούθως, κατ’ επίκληση του άρθρου 16 παρ. 3 του ν. 4375/2016 και προκειμένου να επιτευχθεί η “αποσυμφόρηση των υφιστάμενων δομών υποδοχής και φιλοξενίας, λαμβανομένης υπόψη και της ανάγκης λήψης μέτρων περιορισμού εξάπλωσης του κορονοϊού Covid-19”, εκδόθηκε η κοινή απόφαση 4714/22.5.2020 του Υφυπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και των Υπουργών Εσωτερικών και Μετανάστευσης και Ασύλου (Β΄ 1986/23.5.2020 – τρίτη προσβαλλόμενη πράξη), με το άρθρο 1 της οποίας χορηγήθηκε άδεια χωροθέτησης και κατασκευής για την εγκατάσταση δομής προσωρινής υποδοχής του άρθρου 8 του ν. 4375/2016, δυναμικότητας 1.500 ατόμων, σε έκταση εμβαδού 60.008,01 τ.μ., εντός του Στρατοπέδου Γερακίνη. Εξάλλου, κατά τα εκτιθέμενα στο έγγραφο 30/23.4.2020 του Διευθυντή της Τεχνικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, για τη λειτουργία της νέας δομής των 1.500 συνολικώς φιλοξενουμένων απαιτούνται, μεταξύ άλλων, α) χωματουργικές εργασίες για την κατάλληλη διαμόρφωση του εδάφους, διενέργεια εξυγίανσης με σκύρα και διάστρωση με αδρανή υλικά 3Α, β) τοποθέτηση σκηνών διαμονής πολιτών τρίτων χωρών [50 στο χώρο καραντίνας για τις νέες αφίξεις και 100 στην άλλη δομή], οικίσκων (γραφείων διοίκησης), σκοπιών για τη φύλαξη του χώρου και ενός εμπορευματοκιβωτίου, γ) εκσκαφές για τη δημιουργία σηπτικών δεξαμενών και τάφρων και την εγκατάσταση ηλεκτρολογικών και υδραυλικών σωληνώσεων, δ) εγκαταστάσεις ύδρευσης για την προσωρινή δομή των 500 ατόμων (σωληνώσεις, δεξαμενές, δίδυμο πιεστικό συγκρότημα ονομαστικής παροχής 12m³/h), ε) αγωγοί υδροδότησης, δίκτυο σωληνώσεων, εξοπλισμός για την επαρκή παροχή ύδατος στη δομή των 1.000 φιλοξενουμένων, στ) εγκατάσταση δικτύου διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, ζ) εγκατάσταση δικτύου αποχέτευσης ακαθάρτων και ομβρίων υδάτων (σωληνώσεις, τάπες καθαρισμού, φρέατα) και η) εγκατάσταση συστήματος πυρασφάλειας. Τέλος, σύμφωνα με την, εκπονηθείσα μετά την άσκηση της κρινόμενης αίτησης, έκθεση υπ’ αρ. 584/21.9.2020 της Τεχνικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, προωθήθηκε η έγκριση της επικαιροποιημένης κυκλοφοριακής σύνδεσης της δομής με την επαρχιακή οδό Μαλακάσας – Σκάλας Ωρωπού, της κατασκευής κατάλληλου κυκλοφοριακού ισόπεδου κόμβου, για την ασφαλή είσοδο και έξοδο επιβατικών, βαρέων και κρατικών οχημάτων, της διαπλάτυνσης του υφιστάμενου οδοστρώματος και της διαμόρφωσης νέων λωρίδων επιβράδυνσης και στα δύο ρεύματα κυκλοφορίας.
14. Επειδή, όπως βεβαιώνεται στο έγγραφο 2891/25.9.2020 του Δασαρχείου Καπανδριτίου προς το Δικαστήριο, η επίμαχη έκταση του Στρατοπέδου Γερακίνη, εμβαδού 60.008 τ.μ., στην οποία χωροθετείται η δομή Μαλακάσας, είχε κηρυχθεί αναδασωτέα με την απόφαση 3789/92/19.1.1993 του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής (Δ΄ 125) και επανακηρύχθηκε αναδασωτέα με την πράξη 3913/20.10.2015 της ασκούσης καθήκοντα Γενικής Γραμματέως Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής (Δ΄ 381). Ειδικότερα, [i] με την πρώτη απόφαση [3789/92/19.1.1993 του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής (Δ΄ 125)] κηρύχθηκαν “αναδασωτέα, ώστε να αποκλεισθεί η διάθεσή τ[ους] για άλλο προορισμό, τα δημόσια δάση και [οι] δημόσιες δασικές εκτάσεις, τα δημόσια (διακατεχόμενα) δάση και [οι] δημόσιες (διακατεχόμενες) δασικές εκτάσεις, [οι] κοινόχρηστες εποικιστικές δασικές εκτάσεις, τα συνιδιόκτητα δάση και [οι] συνιδιόκτητες δασικές εκτάσεις, και τα ιδιωτικά δάση και [οι] ιδιωτικές δασικές εκτάσεις, εμβαδού πενήντα πέντε χιλιάδων (55.000) στρεμ. στην περιφέρεια των Δήμων Αυλώνος και Μαραθώνος και των Κοινοτήτων Μαρκοπούλου Ωρωπού, Μαλακάσας, Καλάμου, Αφιδνών, Πολυδενδρίου, Καπανδριτίου, Βαρνάβα και Γραμματικού Ν. Αττικής, με σκοπό τη διατήρηση του χαρακτήρα των δασών και των δασικών εκτάσεων των οποίων η δασική βλάστηση, που αποτελείτο από χ. πεύκα και θάμνους αειφύλλων – πλατυφύλλων, καταστράφηκε κατά την πυρκαϊά που έλαβε χώρα στις 5 Σεπτεμβρίου 1992 και περικλείονται εντός της οριογραμμής που φέρεται στο συνημμένο σχεδιάγραμμα” (το οποίο συνδημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ) και [ii] με τη δεύτερη απόφαση [3913/20.10.2015 της ασκούσης καθήκοντα Γενικής Γραμματέως Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής (Δ΄ 381)], ορίσθηκαν τα εξής: “1. Επανακηρύσσ[εται] ως αναδασωτέα λόγω πυρκαγιάς που εκδηλώθηκε στις 17-7-2015: Α. … Β. Δημόσια δασική έκταση – δάσος (πρώην Στρατόπεδο Γερακίνη) – Τμήμα 4 – εμβαδού 479,705 στρ. (τετρακοσίων εβδομήντα εννέα στρεμμάτων και επτακοσίων πέντε χιλιοστών του στρέμματος) όπως απεικονίζεται με … στοιχεία οριογραμμής … Οι ως άνω εκτάσεις – Τμήματα 4 και 6 -, περιλαμβάνονται στην αριθμ. 3789/92/19-01-1993 απόφαση Νομάρχη Αν. Αττικής περί κήρυξης αναδασωτέας έκτασης εμβαδού 55.000,00 στρ. λόγω πυρκαγιάς το 1992. 2. … Άλλα στοιχεία. Σύμφωνα με τις από 03-9-2015 και 6-10-2015 εκθέσεις αυτοψίας – φωτοερμηνεία του αρμόδιου δασολόγου η ως άνω έκταση βρισκόταν μέχρι την ημέρα της πυρκαγιάς στο στάδιο της αναγέννησης – κορμιδίων χαλεπίου πεύκης με υπόροφο αειφύλλων πλατύφυλλων, συγκόμωσης μέχρι 100%. Εντός της σημειούμενης περιμέτρου υπάρχουν ομάδες ατόμων πεύκων που δεν έχουν καεί αλλά περιλαμβάνονται στην πρόταση επανακήρυξης μαζί με τη γύρω έκταση για μεγαλύτερη προστασία. Σκοπός της επανακήρυξης της ανωτέρω έκτασης ως αναδασωτέας είναι η προστασία και ο αποκλεισμός διάθεσής της για άλλη χρήση ώστε να έχουν εφαρμογή οι [διατάξεις] του άρθρου 67 Α του Ν. 998/79, όπως προστέθηκε με το άρθρο 40 του Ν. 4280/2014” [υπό τον τίτλο “Απαγόρευση οικοδόμησης δασικών εν γένει εκτάσεων”]. Επίσης, όπως είναι γνωστό στο Δικαστήριο, με την πράξη 45/15.4.1992 του Υπουργικού Συμβουλίου (Α΄ 69), εκδοθείσα κατ’ επίκληση του άρθρου 10 του ν.δ. 2906/1954 (Α΄ 155), είχε παραχωρηθεί προς τον Αυτόνομο Οικοδομικό Οργανισμό Αξιωματικών (ΑΟΟΑ) δημόσια έκταση 715,6 στρεμμάτων του Στρατοπέδου Γερακίνη, ιδιοκτησίας του Δημοσίου, αντί τιμήματος 78 εκατ. δρχ., για την εκπλήρωση των στεγαστικών αναγκών του. Η προεκτεθείσα απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ακυρώθηκε με την απόφαση 2224/1993 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την αιτιολογία ότι το άρθρο 49 παρ. 2 του 998/1979 απαγορεύει την παραχώρηση δάσους ή δασικής έκτασης “προς δημιουργίαν ή επέκτασιν πόλεων, οικισμών η οικιστικών περιοχών”, ότι η, κατά το άρθρο 10 του ν.δ. 2906/1954, διάθεση ακινήτων του Δημοσίου προς τον ΑΟΟΑ γίνεται αποκλειστικά για οικιστικούς σκοπούς και ότι, υπό τα δεδομένα αυτά, η προσβληθείσα παραχώρηση ήταν μη νόμιμη, διότι το Υπουργικό Συμβούλιο δεν εξήτασε αν η προς παραχώρηση έκταση είχε δασικό χαρακτήρα. Περαιτέρω, η πρώτη απόφαση κήρυξης της αναδάσωσης [3789/92/19.1.1993] ανακλήθηκε μερικώς, ως προς έκταση 1.224 στρεμμάτων του Στρατοπέδου Γερακίνη, με την απόφαση 3113/10.8.1993 του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής (Δ΄ 1020), η οποία επικαλείται στο προοίμιό της “το γεγονός ότι στην ως άνω κηρυχθείσα αναδασωτέα έκταση συμπεριελήφθη, προφανώς από παραδρομή, και ένα μέρος της έκτασης του Στρατοπέδου Γερακίνη – Μαλακάσας, εμβαδού 1.224 στρεμμάτων, το οποίο, καλυπτόμενο από διάφορες αποθήκες και άλλες στρατιωτικές εγκαταστάσεις και κτίρια που είναι διάσπαρτα σ’ όλη την επιφάνεια αυτής, δεν είχε τη μορφή δάσους ή δασικής έκτασης κατά το χρόνο που έγινε η πυρκαϊά (5 Σεπτεμβρίου 1992) και έτσι δεν προέκυψε υποχρέωση γι’ αυτήν να κηρυχθεί αναδασωτέα”. Ωστόσο, και η ανακλητική αυτή πράξη ακυρώθηκε με την απόφαση 2539/1996 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την αιτιολογία ότι μη νομίμως δεν προηγήθηκε η εισήγηση της αρμόδιας δασικής υπηρεσίας, παρά το ότι ο Νομάρχης προέβη σε ουσιαστική εκτίμηση στοιχείων που είχε υποβάλει ο ΑΟΟΑ, στα οποία και στηρίχθηκε για να κρίνει ότι ο χώρος του Στρατοπέδου δεν είχε τη μορφή δάσους ή δασικής έκτασης κατά το χρόνο της πυρκαγιάς. Τέλος, όπως προκύπτει από το έγγραφο 549/23.3.2016 του Δασαρχείου Καπανδριτίου, που επικαλείται και προσκομίζει ο αιτών Δήμος, το εν λόγω Δασαρχείο, απαντώντας σε αίτηση του Ταμείου Εθνικής Άμυνας [ΤΕΘΑ] με αντικείμενο τη μερική ανάκληση της απαλλοτρίωσης στην έκταση του Στρατοπέδου Γερακίνη, διατύπωσε την άποψη ότι ο χαρακτηρισμός των εκτάσεων ως αναδασωτέων με την απόφαση 3789/92/19.1.1993 δεν ήταν αυθαίρετος ούτε μη σύμφωνος με τη δασική νομοθεσία, ότι οι εκτάσεις που καταλαμβάνει το Στρατόπεδο, εμβαδού 1.197.352 τ.μ. (όπως αναφερόταν στην τεχνική έκθεση του ΤΕΘΑ), αποτελούνται από 165.826 τ.μ. που είναι κληροτεμάχια και 1.031.526 τ.μ. δασικών εκτάσεων, τα οποία περιλαμβάνονται στην 3789/92/19.1.1993 απόφαση κήρυξης, ότι για να γίνει άρση της αναδάσωσης πρέπει είτε να έχει αποκατασταθεί η δασική βλάστηση είτε να έχει εμφιλοχωρήσει “πλάνη περί των πραγματικών στοιχείων της κήρυξης” και ότι “από την εξέταση του φακέλου και την αλληλογραφία που υπάρχει σχετικά με τον ΑΟΟΑ καθώς και τη διαχρονική φωτοερμηνεία των αεροφωτογραφιών δεν συντρέχει πλάνη περί τα πράγματα, ούτε έχει αποκατασταθεί η δασική βλάστηση για να γίνει άρση της αναδάσωσης”.
15. Επειδή, η πρώτη συζήτηση της κρινόμενης υπόθεσης πραγματοποιήθηκε στις 5.3.2021 και εκδόθηκε η αναβλητική απόφαση 1287/2022 του Δικαστηρίου, με την οποία κρίθηκαν τα εξής: Α/ η κανονιστική απόφαση ΥΠΕΝ/ΔΔΥ/24593/2902/5.3.2020 του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας (Β΄ 1482/21.4.2020), που ρύθμιζε την κατάταξη των δομών σε περιβαλλοντική κατηγορία και ίσχυε κατά το χρόνο έκδοσης της ΚΥΑ χωροθέτησης και κατασκευής της επίδικης δομής και της κατακύρωσης του σχετικού διαγωνισμού, όπως και η απόφαση οικ. 2307/2018 του Αναπληρωτή Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας (Β΄ 439), που ίσχυε κατά το χρόνο δημοσίευσης της πρώτης προσβαλλόμενης πράξης σύστασης της δομής, όριζαν ότι οι δομές των άρθρων 10 και 16 του ν. 4375/2016, “οι οποίες εξυπηρετούνται άμεσα από υφιστάμενα δίκτυα υποδομής (πρόσβασης, ηλεκτροδότησης, ύδρευσης και εγκαταστάσεις συλλογής και διάθεσης ακαθάρτων) ανεξαρτήτ[ως] χωρητικότητας, δεν περιλαμβάνονται στα έργα και δραστηριότητες της παρούσας απόφασης, και συνακόλουθα δεν απαιτείται περιβαλλοντική αδειοδότησή τους”, Β/ οι ρυθμίσεις αυτές αφορούν είτε δομές που εγκαθίστανται σε υφιστάμενα κτήρια, ήδη εξυπηρετούμενα από δίκτυα υποδομής, χωρίς να απαιτούνται πρόσθετες εργασίες σύνδεσης με τα δίκτυα αυτά, δυνάμενες να επιφέρουν επεμβάσεις στο περιβάλλον, είτε και δομές για την εγκατάσταση και λειτουργία των οποίων προβλέπεται η τοποθέτηση σκηνών ή άλλων οικίσκων, δυναμένων πάντως να συνδεθούν “άμεσα” με υφιστάμενα δίκτυα υποδομών, χωρίς επεμβάσεις στο έδαφος ή με όλως επουσιώδεις επεμβάσεις, Γ/ εν προκειμένω, για την προσαρμογή τμήματος του Στρατοπέδου Γερακίνη στις ανάγκες στέγασης 1.500 ατόμων απαιτούντο εκτεταμένες επεμβάσεις στο περιβάλλον, άρα δεν μπορούσε να τύχει εφαρμογής η εξαίρεση από την περιβαλλοντική αδειοδότηση, Δ/ η δομή Μαλακάσας, με προβλεπόμενη χωρητικότητα 1.500 ατόμων, κατατάσσεται, σύμφωνα με την εφαρμοστέα ως άνω YA οικ. 2307/2018, στη Β κατηγορία και απαιτείται περιβαλλοντική αδειοδότηση με υπαγωγή σε πρότυπες περιβαλλοντικές δεσμεύσεις, η οποία, ωστόσο, δεν είχε προηγηθεί, και Ε/ η ρύθμιση της ΚΥΑ οικ. 169905/2013 (Β΄ 2035), με την οποία καθορίσθηκαν οι Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις (ΠΠΔ) για τα “Κέντρα και Μονάδες Πρώτης Υποδοχής” της κατηγορίας Β και προβλέφθηκε ότι η αρμόδια αρχή αποφαίνεται κατ’ εκτίμηση των επιπτώσεων του έργου, αφού λάβει υπόψη τις γνωμοδοτήσεις της δασικής και της αρχαιολογικής υπηρεσίας, προέβλεψε μεν ότι “Οι ανωτέρω πράξεις, βεβαιώσεις, γνωμοδοτήσεις [του Δασαρχείου] δεν απαιτούνται σε περίπτωση υφιστάμενων εγκαταστάσεων που αλλάζουν χρήση ή ανακατασκευάζονται, όπως παραχωρούμενα κατά χρήση στρατόπεδα” (βλ. άρθρο 4 παρ. 1.5.3, τελευταίο εδάφιο, της ΚΥΑ οικ. 169905/2013), όμως η ρύθμιση αυτή αφορά στρατόπεδα που διαθέτουν τις αναγκαίες υποδομές για την εξυπηρέτηση ανάλογου πληθυσμού, κατά τρόπον ώστε να μην απαιτούνται πρόσθετες επεμβάσεις στο περιβάλλον για την κατασκευή δομών, προϋπόθεση που, όπως διαπίστωσε το Δικαστήριο, δεν συνέτρεχε στην κρινόμενη υπόθεση. Τέλος, με την ίδια απόφαση το Δικαστήριο, ποιούμενο χρήση της ευχέρειας που παρέχεται στην παρ. 3α του άρθρου 50 του π.δ. 18/1989, προστεθείσα με το άρθρο 22 του ν. 4274/2014 (Α΄ 147), χορήγησε στη Διοίκηση προθεσμία έξι μηνών, προκειμένου να τηρήσει την οφειλόμενη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης της δομής Μαλακάσας, ως έργου της Β περιβαλλοντικής κατηγορίας, και να εκδώσει είτε πράξη υπαγωγής του έργου σε Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις, είτε πράξη απορριπτική του αιτήματος χωροθέτησης και λειτουργίας δομής στην επίμαχη έκταση, κατόπιν, μεταξύ άλλων, της απαιτούμενης στην κρινόμενη περίπτωση γνωμοδότησης της δασικής αρχής.
16. Επειδή, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, η έκταση του Στρατοπέδου Γερακίνη, στην οποία αφορούν οι προσβαλλόμενες πράξεις, έχει κηρυχθεί δύο φορές αναδασωτέα με τις πράξεις 3789/92/19.1.1993 του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής (Δ΄ 125) και 3913/20.10.2015 της ασκούσης καθήκοντα Γενικής Γραμματέως Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής (Δ΄ 381). Με το υπόμνημα που κατέθεσε εντός της χορηγηθείσης από την Πρόεδρο του Δικαστηρίου προθεσμίας, το Δημόσιο υποστηρίζει ότι το Στρατόπεδο Γερακίνη, εντός του οποίου ιδρύεται και χωροθετείται η επίδικη δομή, δεν υπάγεται στην προστασία της δασικής νομοθεσίας, διότι, όπως είχε άλλωστε γίνει δεκτό και με την απόφαση 2224/1993 του Συμβουλίου της Επικρατείας, η έκταση “ανήκει στο ΤΕΘΑ (Ταμείο Εθνικής Άμυνας) και έχει παραχωρηθεί σε αυτό για στρατιωτικούς σκοπούς από το έτος 1929 και εντεύθεν, έκτοτε τη χρησιμοποιεί συνεχώς μέχρι σήμερα ο στρατός και έχουν κατασκευασθεί εντός αυτής νόμιμα διάφορες στρατιωτικές εγκαταστάσεις”. Ισχυρίζεται ειδικότερα το Δημόσιο ότι πρόκειται μεν για έκταση που έχει κηρυχθεί αναδασωτέα, αλλά ότι εντός αυτής λειτουργεί νόμιμα στρατόπεδο από το 1929, δηλαδή προ της ισχύος του Συντάγματος του 1975, με αποτέλεσμα αυτή να μην υπάγεται στο προστατευτικό καθεστώς του άρθρου 117 του Συντάγματος. Προς επίρρωση του ισχυρισμού αυτού, το Δημόσιο επικαλείται τη νομολογία του Δικαστηρίου με την οποία έχει γίνει δεκτό ότι εκτάσεις που απώλεσαν τη δασική τους μορφή προ του Συντάγματος του 1975 λόγω επεμβάσεων που έλαβαν χώρα όχι αυθαιρέτως, αλλά βάσει διοικητικής πράξης, δεν χαρακτηρίζονται ως δάση ή δασικές εκτάσεις ούτε κηρύσσονται αναδασωτέες (βλ. και άρθρο 154 παρ. 1 του ν. 4389/2016, Α΄ 64) [ΣτΕ Ολομ. 2640/2009, σκ. 26, 666/2021, σκ. 15, 1364/2021, σκ. 19, πρβλ. σκ. 25]. Ωστόσο, κατά παγία νομολογία, η πράξη κήρυξης αναδάσωσης έχει ατομικό χαρακτήρα (ΣτΕ 1140/2020 κ.ά.) και, κατά συνέπεια, δεν μπορεί να ελεγχθεί παρεμπιπτόντως, στο πλαίσιο έκδοσης άλλων πράξεων που στηρίζονται σε αυτήν. Ως εκ τούτου – και ανεξαρτήτως του ότι το Δημόσιο δεν εξειδικεύει τις διοικητικές πράξεις βάσει των οποίων το Στρατόπεδο ιδρύθηκε και λειτουργεί στη συγκεκριμένη θέση – δεν επιτρέπεται η παρεμπίπτουσα έρευνα του κύρους των πράξεων 3789/92/19.1.1993 του Νομάρχη Ανατολικής Αττικής (Δ΄ 125) και 3913/20.10.2015 της ασκούσης καθήκοντα Γενικής Γραμματέως Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής (Δ΄ 381), με τις οποίες η επίμαχη έκταση του Στρατοπέδου Γερακίνη κηρύχθηκε και επανακηρύχθηκε αναδασωτέα. Επομένως, οι ισχυρισμοί του Δημοσίου ότι η έκταση του εν λόγω Στρατοπέδου δεν αποτελούσε δασική έκταση και, άρα, δεν έχει νομίμως περιληφθεί μεταξύ αυτών που κηρύχθηκαν αναδασωτέες με τις δύο αυτές πράξεις, πρέπει να απορριφθούν, διότι κατ’ ουσίαν βάλλουν απαραδέκτως κατά των ατομικών πράξεων αναδάσωσης, οι οποίες, εφόσον δεν έχουν ακυρωθεί, ανακληθεί ή αρθεί, παραμένουν εξοπλισμένες με το τεκμήριο νομιμότητας και παράγουν έννομα αποτελέσματα, μη δυνάμενες να αμφισβητηθούν παρεμπιπτόντως.
17. Επειδή, όπως έγινε δεκτό στη σκέψη 9, η ίδρυση και κατασκευή δομής εντός αναδασωτέας έκτασης είναι συνταγματικώς ανεκτή υπό την προϋπόθεση ότι δεν εξευρίσκονται άλλες, μη αναδασωτέες και κατάλληλες προς τούτο, εκτάσεις και ότι η εκτέλεση του έργου στην περιοχή αυτή είναι απολύτως αναγκαία και επιτακτική. Εν προκειμένω, όμως, από τα στοιχεία του φακέλου δεν προκύπτει ότι η Διοίκηση προέβη σε έρευνα σχετικώς με την ύπαρξη άλλων κατάλληλων, βάσει των κριτηρίων που αναφέρθηκαν ανωτέρω, εκτάσεων, που δεν απολαύουν της προστασίας του άρθρου 117 παρ. 3 του Συντάγματος, και ότι κατέληξε, με την απαιτούμενη ειδική αιτιολογία, στην κρίση ότι δεν υφίστανται τέτοιες, με αποτέλεσμα να μην προκύπτει ότι η εκτέλεση του έργου στη συγκεκριμένη αναδασωτέα έκταση προτού ανακτήσει τη δασική της μορφή είναι απολύτως αναγκαία. Πέραν αυτού, αν και η – εφαρμοζόμενη στην παρούσα δίκη – διάταξη του άρθρου 146 παρ. 2 του ν. 4759/2020 επέβαλλε την έκδοση έγκρισης επέμβασης της παρ. 3 του άρθρου 45 του ν. 998/1979 εντός έτους από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, προκειμένου να συνεχισθεί νομίμως η λειτουργία δομών εντός αναδασωτέων εκτάσεων, τέτοια πράξη ουδέποτε εκδόθηκε εν προκειμένω, με αποτέλεσμα η επίδικη δομή του Στρατοπέδου Γερακίνη να μην θεωρείται πλέον νομίμως λειτουργούσα. Αντιθέτως μάλιστα, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της δικογραφίας, το Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου προώθησε, σε χρόνο προγενέστερο της έκδοσης της αναβλητικής απόφασης 1287/2022 του Δικαστηρίου, την υπαγωγή σε Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις (ΠΠΔ) του έργου «Διαμόρφωση και βασική συντήρηση δομών του άρθρου 8 του ν. 4375/2016 στη Μαλακάσα», που περιλάμβανε εργασίες αναβάθμισης της δομής “εντός των ορίων της αρχικής χωροθέτησης, προκειμένου να βελτιωθούν οι συνθήκες διαβίωσης των διαμενόντων”, ιδίως ως προς την εγκατάσταση 250 οικίσκων διαμονής (αντί των, προηγουμένως προβλεφθεισών, 150 σκηνών) και τη δημιουργία νέου δικτύου αποχέτευσης που θα κατέληγε σε μονάδα τριτοβάθμιου βιολογικού καθαρισμού εντός της δομής, και ζήτησε και τη γνώμη του αρμόδιου Δασαρχείου Καπανδριτίου (βλ. το έγγραφο 650/24.3.2021 της Τεχνικής Υπηρεσίας)· ωστόσο, κατ’ ουσίαν, με το έγγραφο 82654/8.7.2021, το εν λόγω Δασαρχείο αρνήθηκε να γνωμοδοτήσει επί της υπαγωγής σε ΠΠΔ, κατ’ επίκληση της ρύθμισης της ΚΥΑ 169905/2013, που δεν απαιτούσε γνωμοδότηση της Δασικής Αρχής για υφιστάμενες εγκαταστάσεις “που αλλάζουν χρήση, όπως παραχωρούμενα κατά χρήση στρατόπεδα”, ρύθμισης δηλαδή η οποία – όπως κρίθηκε με την, μεταγενεστέρως δημοσιευθείσα, αναβλητική απόφαση 1287/2022 του Συμβουλίου της Επικρατείας – δεν μπορούσε να τύχει εφαρμογής στην κρινόμενη υπόθεση. Ούτε, άλλωστε, το ίδιο αυτό έγγραφο 82654/8.7.2021 του Δασαρχείου Καπανδριτίου μπορεί, ως εκ του περιεχομένου του, να θεωρηθεί ότι “επέχει θέση έγκρισης επέμβασης υπό ευρεία έννοια” του άρθρου 146 παρ. 2 του ν. 4759/2020, εκ μόνου του λόγου ότι εκδόθηκε εντός έτους από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, όπως αβασίμως υποστηρίζει το Δημόσιο στο κατατεθέν μετά τη συζήτηση της υπόθεσης υπόμνημα. Παρατηρείται δε ότι, ακόμη και μετά τη δημοσίευση (στις 8.6.2022) της αναβλητικής απόφασης 1287/2022 του Συμβουλίου της Επικρατείας και εντός της ταχθείσης εξάμηνης προθεσμίας, η Διοίκηση δεν ακολούθησε τη διαδικασία που της υποδείχθηκε από το Δικαστήριο για να θεραπεύσει τη διαπιστωθείσα πλημμέλεια της παράλειψης περιβαλλοντικής αδειοδότησης της Δομής, ως έργου της Β΄ κατηγορίας. Πρέπει, επομένως, για τους λόγους αυτούς, να ακυρωθούν οι προσβαλλόμενες με την κρινόμενη αίτηση πράξεις α) 2945/23.3.2020 του Υφυπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου (Β΄ 1016/24.3.2020), κατά το μέρος που αφορά τη σύσταση της “Δομής Μαλακάσας” στο Στρατόπεδο Γερακίνη, β) 9/10.4.2020 του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου, περί κατακύρωσης του αποτελέσματος του σχετικού διαγωνισμού, και γ) 4714/22.5.2020 του Υφυπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και των Υπουργών Εσωτερικών και Μετανάστευσης και Ασύλου (Β΄ 1986/23.5.2020), με την οποία χορηγήθηκε άδεια χωροθέτησης και κατασκευής δομής προσωρινής υποδοχής του άρθρου 8 του ν. 4375/2016, δυναμικότητας 1.500 ατόμων, σε γεωτεμάχιο εμβαδού 60.008,01 τ.μ., στη θέση “Στρατόπεδο Γερακίνη” Μαλακάσας Ωρωπού. Αν και, κατά τη γνώμη της μειοψηφίας (βλ. σκ. 10), οι προσβαλλόμενες πράξεις πρέπει να ακυρωθούν προεχόντως διότι η πρόβλεψη της δυνατότητας επέμβασης σε αναδασωτέες εκτάσεις, με το άρθρο 146 του ν. 4759/2020 (Α΄ 245), είναι αντισυνταγματική και, κατά συνέπεια, δεν μπορεί να παράσχει έρεισμα στην ίδρυση, χωροθέτηση και κατασκευή της δομής Μαλακάσας εντός αναδασωτέας περιοχής.
18. Επειδή, όπως ήδη αναφέρθηκε, στο πλαίσιο προγραμματισμού εργασιών αναβάθμισης της δομής Μαλακάσας εκδόθηκε, και μάλιστα χωρίς τη γνωμοδότηση του Δασαρχείου Καπανδριτίου (βλ. προηγούμενη σκέψη), η απόφαση 145961/22.7.2021 του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου, περί υπαγωγής του έργου «Διαμόρφωση και βασική συντήρηση δομών του άρθρου 8 του ν. 4375/2016 στη Μαλακάσα» σε Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις. Η πράξη αυτή, εκδοθείσα μετά την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης, πρέπει να θεωρηθεί συμπροσβαλλόμενη, όπως ζητείται και με το υπόμνημα του αιτούντος, και να ακυρωθεί, προεχόντως διότι με αυτήν χορηγείται περιβαλλοντική έγκριση του έργου κατασκευής της επίδικης δομής σε αναδασωτέα έκταση χωρίς την απαιτούμενη κατά τα ανωτέρω (σκ. 9) ειδική αιτιολογία. Ωστόσο, κατά τη μειοψηφήσασα άποψη, η πράξη αυτή πρέπει να ακυρωθεί λόγω αντίθεσης του άρθρου 146 του ν. 4759/2020 προς το Σύνταγμα, κατά τα γενόμενα δεκτά στη σκέψη 10 της παρούσης.
19. Επειδή, στο έγγραφο απόψεων 90134/13.2.2023 του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου προς το Συμβούλιο της Επικρατείας και στο από 16.3.2023 υπόμνημα του Δημοσίου, που υποβλήθηκε εντός της χορηγηθείσης από την Πρόεδρο του Δικαστηρίου προθεσμίας, αναφέρονται τα εξής: “Οι προσβαλλόμενες πράξεις αφορούν πλέον στο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης Μαλακάσας – Περιφερειακή Υπηρεσία της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, που συστάθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του π.δ. 77/2022 (Α΄ 212), το οποίο αντικατέστησε το άρθρο 34 του π.δ. 106/2020 «Οργανισμός του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου» [Α΄ 255/23.12.2020]. Ακολούθησε το π.δ. 20/2023 (Α΄ 43), το οποίο αντικατέστησε το ίδιο άρθρο 34 (με την τροποποίηση των περ. η΄ και θ΄), δυνάμει του άρθρου 3 του οποίου το εν λόγω Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης λειτουργεί πλέον και ως Ελεγχόμενη Δομή Προσωρινής Φιλοξενίας αιτούντων άσυλο”. Πράγματι, με το άρθρο 12 παρ. 1 περ. β του π.δ. 77/2022 (Α΄ 212) ιδρύθηκε, μεταξύ άλλων, “το Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης (Κ.Υ.Τ.) Μαλακάσας, ως Περιφερειακ[ή] Υπηρεσί[α] της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης”, το οποίο υπήχθη στη “Διεύθυνση Κέντρων Υποδοχής και Ταυτοποίησης (Κ.Υ.Τ.) και Κλειστών Ελεγχόμενων Δομών (Κ.Ε.Δ.)”, ενώ με την παρ. 2 του αυτού άρθρου 12 αντικαταστάθηκε το άρθρο 34 του π.δ. 106/2020 (Α΄ 255) [στο οποίο προβλεπόταν η Δομή Μαλακάσας στο Στρατόπεδο Γερακίνη και η υπαγωγή της στη Διεύθυνση Δομών Νοτίου Ελλάδος] και ορίσθηκε πλέον ότι η “Διεύθυνση Κέντρων Υποδοχής και Ταυτοποίησης (Κ.Υ.Τ.) και Κλειστών Ελεγχόμενων Δομών (Κ.Ε.Δ.) έχει ως επιχειρησιακό στόχο να προγραμματίζει, κατευθύνει, παρακολουθεί και ελέγχει τη δράση και να εξασφαλίζει … τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την αποτελεσματική άσκηση των αρμοδιοτήτων των κάτωθι Κ.Υ.Τ., Κ.Ε.Δ. και Δομών: α. … θ. Κέντρο[υ] Υποδοχής και Ταυτοποίησης Μαλακάσας”. Εξάλλου, με το άρθρο 29 παρ. 6 εδ. β΄ του αυτού π.δ. 77/2022 καταργήθηκε η “Δομή Προσωρινής Φιλοξενίας πολιτών τρίτων χωρών ή ανιθαγενών «Μαλακάσας»” και ορίσθηκε ότι “το σύνολο των θέσεων και προσωπικού μεταφέρεται … στο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης (Κ.Υ.Τ.) Μαλακάσας της Διεύθυνσης Κέντρων Υποδοχής και Ταυτοποίησης (Κ.Υ.Τ.). και Κλειστών Ελεγχόμενων Δομών (Κ.Ε.Δ.) της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, το οποίο ιδρύεται με την περ. β΄ της παρ. 1 του άρθρου 12 του παρόντος”. Στη συνέχεια, το άρθρο 34 του π.δ. 106/2020 τροποποιήθηκε εκ νέου με το άρθρο 3 του π.δ. 20/2023 (Α΄ 43/24.2.2023), ως εξής: “Η Διεύθυνση Κέντρων Υποδοχής και Ταυτοποίησης (Κ.Υ.Τ.) και Κλειστών Ελεγχόμενων Δομών (Κ.Ε.Δ.) έχει ως επιχειρησιακό στόχο να προγραμματίζει, κατευθύνει, παρακολουθεί και ελέγχει τη δράση και να εξασφαλίζει, … τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την αποτελεσματική άσκηση των αρμοδιοτήτων των κάτωθι Κ.Υ.Τ., Κ.Ε.Δ. και Δομών: α. … θ. Κέντρο[υ] Υποδοχής και Ταυτοποίησης και Ελεγχόμενη[ς] Δομή[ς] Προσωρινής Φιλοξενίας αιτούντων άσυλο Μαλακάσας”. Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι η επίμαχη δομή επανιδρύθηκε υπό νέα οργανωτική μορφή εντός της αυτής αναδασωτέας περιοχής, χωρίς και πάλι να προκύπτει ότι έχει ερευνηθεί, όπως επιβάλλεται (σκ. 9), αν υπάρχουν άλλες κατάλληλες και μη αναδασωτέες εκτάσεις στις οποίες μπορεί να ιδρυθεί και να χωροθετηθεί Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης ή και Ελεγχόμενη Δομή Προσωρινής Φιλοξενίας αιτούντων άσυλο. Κατόπιν των ανωτέρω, τα άρθρα 12 [παρ. 1 και 2] του π.δ. 77/2022 και 3 του π.δ. 20/2023, κατά το μέρος που προέβλεψαν, το μεν πρώτο, τη σύσταση Κέντρου Υποδοχής και Ταυτοποίησης (Κ.Υ.Τ.) Μαλακάσας, το δε δεύτερο τη λειτουργία του Κ.Υ.Τ. και ως Ελεγχόμενης Δομής Προσωρινής Φιλοξενίας, πρέπει να θεωρηθούν ομοίως συμπροσβαλλόμενα, όπως ζητείται με το υπόμνημα του αιτούντος, και να συνακυρωθούν. Κατά την άποψη όμως της μειοψηφίας, οι διατάξεις αυτές πρέπει να ακυρωθούν λόγω της αντισυνταγματικότητας του άρθρου 146 του ν. 4759/2020, που επέτρεψε την κατασκευή δομών σε αναδασωτέες εκτάσεις.
20. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει να ακυρωθούν: α) η απόφαση 2945/23.3.2020 του Υφυπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου (Β΄ 1016), κατά το μέρος με το οποίο συνεστήθη η “Δομή Μαλακάσας” στο Στρατόπεδο Γερακίνη του Δήμου Ωρωπού, β) η απόφαση 9/10.4.2020 του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου, γ) η απόφαση 4714/2020 του Υφυπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και των Υπουργών Εσωτερικών και Μετανάστευσης και Ασύλου (Β΄ 1986), δ) η απόφαση 145961/22.7.2021 του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου, περί υπαγωγής του έργου «Διαμόρφωση και βασική συντήρηση δομών του άρθρου 8 του ν. 4375/2016 στη Μαλακάσα» σε Πρότυπες Περιβαλλοντικές Δεσμεύσεις, και ε) τα άρθρα 12 παρ. 1 περ. β και 12 παρ. 2 του π.δ. 77/2022 (Α΄ 212) και 3 του π.δ. 20/2023 (Α΄ 43), κατά το μέρος που αφορούν το Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης Μαλακάσας και την Ελεγχόμενη Δομή Προσωρινής Φιλοξενίας Μαλακάσας.
Δ ι ά τ α ύ τ α
Δέχεται την αίτηση.
Ακυρώνει, κατά το σκεπτικό, α) την απόφαση 2945/23.3.2020 του Υφυπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου (Β΄ 1016), κατά το μέρος με το οποίο συνεστήθη η “Δομή Μαλακάσας” στο Στρατόπεδο Γερακίνη του Δήμου Ωρωπού, β) την απόφαση 9/10.4.2020 του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου, γ) την απόφαση 4714/2020 του Υφυπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και των Υπουργών Εσωτερικών και Μετανάστευσης και Ασύλου (Β΄ 1986), δ) την απόφαση 145961/22.7.2021 του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου και ε) τα άρθρα 12 παρ. 1 περ. β και 12 παρ. 2 του π.δ. 77/2022 (Α΄ 212) και 3 του π.δ. 20/2023 (Α΄ 43), κατά το μέρος που αφορούν το Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης Μαλακάσας και την Ελεγχόμενη Δομή Προσωρινής Φιλοξενίας Μαλακάσας.
Επιβάλλει εις βάρος του Δημοσίου τη δικαστική δαπάνη του αιτούντος Δήμου, που ανέρχεται σε χίλια τριακόσια ογδόντα (1.380) ευρώ.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 10 Απριλίου 2023
Η Πρόεδρος Η Γραμματέας
Ευαγγελία Νίκα Ελένη Γκίκα
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 7ης Σεπτεμβρίου 2023.
Ο Πρόεδρος Η Γραμματέας
του Γ΄ Θερινού Τμήματος
Κωνσταντίνος Κουσούλης Ελένη Γκίκα