Το «ξεπάγωμα» των τριετιών είναι εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα για τον υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Άδωνι Γεωργιάδη.
Ο προϋπολογισμός του 2024 θα ενσωματώσει πρόβλεψη για μείωση της ανεργίας κοντά στο 10%. Ήδη από τον Μάιο του 2023, το ποσοστό έχει πέσει στο 10,8% που είναι και το χαμηλότερο επίπεδο από τον Δεκέμβριο του 2009.
Οι προϋποθέσεις
Είναι δεδομένο ότι για τις τριετίες, θα ληφθεί υπόψη το μέσο ετήσιο ποσοστό της ανεργίας και όχι ο μηνιαίος δείκτης. Ήδη για το διάστημα Ιουνίου 2022 – Μαΐου 2023 το μέσο ετήσιο ποσοστό έχει περιοριστεί στο 11,7% και πέφτει.
Άρα, υπάρχει πιθανότητα -ειδικά αν συνεχιστεί και του χρόνου η ανάπτυξη- το 10% ως μέσος όρος να καταγραφεί ακόμη και μέσα στο 2024. Κάτι τέτοιο, βάσει του μνημονιακού νόμου, θα ενεργοποιήσει τις 3ετίες.
Ο κ. Γεωργιάδης έχει εκτιμήσει ότι το ξεπάγωμα των τριετιών θα γίνει σε περίπου 1,5 χρόνο, επισημαίνοντας ότι θα προχωρήσει στις απαιτούμενες νομοθετικές παρεμβάσεις για τις τριετίες πριν πέσει η ανεργία κάτω από το 10%, για να ξέρουν όλοι οι εργαζόμενοι τι θα ισχύσει στο μισθό τους.
Σημειώνεται ότι για να υποχωρήσει η ανεργία κάτω από το 10% θα πρέπει να δημιουργηθούν επιπλέον 400.000 νέες θέσεις απασχόλησης.
Η αναπροσαρμογή αναμένεται να γίνει σταδιακά κι όχι αναδρομικά. Δηλαδή, δεν θα υπάρξει αύξηση 30% σε κάποιον που εξακολούθησε να εργάζεται από το 2012 και μετά όταν και «πάγωσαν» οι 3ετίες του.
Για κάθε τριετία αντιστοιχεί προσαύξηση μισθού 10%.
Αυτό θα σήμαινε απότομη αύξηση του μισθολογικού κόστους και κίνδυνο απώλειας θέσεων εργασίας. Το πιο ισχυρό σενάριο προβλέπει ότι η προϋπηρεσία θα αρχίσει να αναγνωρίζεται και πάλι από ένα χρονικό ορόσημο και μετά, σταδιακά και σε βάθος χρόνου, καθώς ταυτόχρονα θα «τρέχει» και η διαδικασία περαιτέρω αύξησης του κατώτατου μισθού.
Η μη αναγνώριση προϋπηρεσίας δημιουργεί και μια άλλη στρέβλωση στην αγορά εργασίας, καθώς κάποιοι νέοι που έχουν ενταχθεί στην αγορά εργασίας μετά τις 14.02.2012, δεν δύνανται να αποζημιωθούν για αυτή την προϋπηρεσία τους, ενώ κάποιοι άλλοι που εντάχθηκαν πριν από τη συγκεκριμένη ημερομηνία και δεν αμείβονται με τον κατώτατο μισθό, λαμβάνουν πλέον λιγότερα από κάποιον που παίρνει τον κατώτατο.