Του Γιώργου Δαλιάνη, με τη συνεργασία της Νάνσυ Καλλιανιώτη & της ΝίκηςΧατζοπούλου*
Κατά την διενέργεια ενός φορολογικού ελέγχου μεταξύ άλλων τα ελεγκτικά όργανα εξετάζουν και εάν συντρέχει περίπτωση «προσαύξησης περιουσίας», δηλαδή χρηματική προσαύξηση περιούσιας αλλά και μεταβολές σε κινητή ή ακίνητη περιουσία οποιασδήποτε μορφής, όπως οικόπεδα, σπίτια, αυτοκίνητα, σκάφη, αεροσκάφη, τραπεζικές καταθέσεις και πάσης φύσεως χρεόγραφα, (μετοχές, τοκομερίδια, ομόλογα, αμοιβαία κεφάλαια κλπ.). Πολλοί φορολογούμενοι επικαλούνται δωρεά για την κάλυψη των ποσών αυτών, όμως υπό ποιες προϋποθέσεις μπορεί να γίνει δεκτός ο ισχυρισμός αυτός;
Σε περίπτωση διαπίστωσης προσαύξησης περιουσίας, η προσαύξηση αυτή δεν υπόκειται σε φορολογία, εφόσον ο φορολογούμενος αποδείξει την πραγματική πηγή αυτής, καθώς επίσης και ότι αυτή είτε έχει υπαχθεί σε νόμιμη φορολογία είτε απαλλάσσεται από το φόρο σύμφωνα με ειδικές διατάξεις. Ωστόσο, σε περίπτωση που οι αποδείξεις δεν είναι ικανοποιητικές, η οποιαδήποτε προσαύξηση της περιουσίας χαρακτηρίζεται και φορολογείται ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα. Επισημαίνεται ότι η μεταβολή της σύνθεσης ή της διατήρησης της περιουσίας δεν σημαίνει απαραίτητα και την προσαύξησή της.
Περαιτέρω, σε όσες περιπτώσεις επικαλείται ο φορολογούμενος ότι η προσαύξηση περιουσίας προέρχεται από δωρεά, γονική παροχή, κληρονομιά κ.λπ., ελέγχεται από τις φορολογικές αρχές αν πράγματι έχει πραγματοποιηθεί η συναλλαγή και εάν πράγματι υπήρχε η δυνατότητα από τον δωρητή, τον παρέχοντα, τον κληρονομούμενο, να καταβάλλει τα ποσά της δωρεάς φόρου που επικαλείται ο φορολογούμενος, καθώς και αν έχουν καταλογιστεί και πληρωθεί τα ποσά φόρου που προβλέπονται από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις (π.χ. φόρος γονικής παροχής, φόρος δωρεάς κ.λπ.).
Στην πράξη, συντάσσεται πίνακας ανάλωσης κεφαλαίου (με τεκμαρτές δαπάνες) για τον δωρητή, ούτως ώστε να διαπιστωθεί εάν μπορούσε πράγματι, με βάση τα δηλωθέντα εισοδήματά του, να διαθέτει το ποσό, το οποίο ο δωρεοδόχος (και ήδη ελεγχόμενος) επικαλείται ως προερχόμενο από δωρεά. Σε περίπτωση που το αποτέλεσμα του πίνακα ανάλωσης δεν υπερκαλύπτει το ποσό της δωρεάς, τότε ο ισχυρισμός του δωρεολήπτη ότι τα χρήματα αυτά προέρχονται από δωρεά δεν γίνεται αποδεκτός από τις φορολογικές αρχές. Φυσικά, εξετάζονται και άλλες παράμετροι ανάλογα με την εκάστοτε υπόθεση, όπως π.χ. η κίνηση των κεφαλαίων.
Στο ζήτημα αυτό είχαμε αναφερθεί ξανά και στο παρελθόν με αφορμή την αύξηση του ορίου του αφορολόγητου δωρεάς-γονικής παροχής στο ποσό των 800.000 ευρώ για ορισμένες κατηγορίες συγγενών. Με αφορμή αυτό το νομοθέτημα, πολλοί φορολογούμενοι έσπευσαν να κάνουν χρήση της φοροαπαλλαγής, πραγματοποιώντας π.χ. μία γονική παροχή με κατάθεση μετρητών σε λογαριασμό τέκνου. Όμως, σε περίπτωση που το ποσό της δωρεάς δεν δικαιολογείται από πλευράς του δωρητή με βάση τα εισοδήματά του, αυτό και μόνο το γεγονός είναι ικανό να πυροδοτήσει φορολογικό έλεγχο.
Φυσικά, δεν παραλείπονται και οι περιπτώσεις όπου τα ελεγκτικά όργανα επιδεικνύουν υπερβάλλοντα ζήλο αναζητώντας φόρο δωρεάς για περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν συντρέχει δωρεά.
Παραδείγματα από πραγματικό έλεγχο:
1) Από λογαριασμό συζύγου χρηματικά διαθέσιμα (ύψους 57.000 ευρώ) μεταφέρονται σε κοινό λογαριασμό που τηρεί ο γιος με τη μητέρα-σύζυγο. Την κίνηση του κοινού λογαριασμού την έχει η σύζυγος και μέσω αυτού καλύπτει οικογενειακές δαπάνες. Ο έλεγχος αυτή την κίνηση τη θεωρεί δωρεά προς τησύζυγο, αν και στην πραγματικότητα πρόκειται για διάθεση μέρους του εισοδήματος για την διαβίωση της οικογένειας.
Όπως είναι γνωστό, κατά τη διάρκεια του γάμου για την κάλυψη των τεκμηρίων διαβίωσης των συζύγων λαμβάνεται υπόψη το συνολικό οικογενειακό εισόδημα. Με λίγα λόγια, στην κοινή δήλωση που υποβάλλουν οι σύζυγοι, από ανάλωση κεφαλαίου που επικαλείται ο φορολογούμενος μπορεί να καλυφθεί αντικειμενική δαπάνη (τεκμήριο διαβίωσης) της συζύγου του. Υπάρχει δηλαδή το δικαίωμα της “μεταφοράς” εισοδήματος από τον έναν στον άλλο σύζυγο για την κάλυψη τεκμηρίων. Λόγω των κοινών τεκμηρίων διαβίωσης, ο ένας σύζυγος μπορεί να στηριχθεί στα εισοδήματα του άλλου, ώστε να δικαιολογήσει τα περιουσιακά στοιχεία που έχει στην κατοχή του (τα οποία δεν δικαιολογούνται από το ατομικό του εισόδημα), αλλά και να διαβιώσει. Εξάλλου, ακόμη και μετά τη λύση του γάμου, ο/η σύζυγος έχουν αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα που κατά τεκμήριο αφορούν το 1/3 των περιουσιακών στοιχείων που αποκτήθηκαν εντός του γάμου.
2) Υπάρχουν ακόμη και περιπτώσεις που ο έλεγχος ένα δάνειο από γονέα σε τέκνο, το θεωρεί ως δωρεά. Πρόσφατα, με απόφαση Διοικητικού Πρωτοδικείου δικαιώθηκε φορολογούμενος, ο οποίος είχε λάβει δάνειο από τον πατέρα του (μάλιστα με θεώρηση γνησίου υπογραφής στο συμφωνητικό) και ο έλεγχος αμφισβήτησε τη συναλλαγή αυτή ως εικονική με το σκεπτικό (μεταξύ άλλων) ότι δεν νοείται η χορήγηση δανείου από γονέα σε τέκνο, αλλά στην περίπτωση αυτή υποκρύπτεται δωρεά.
Κατ’ ακολουθία, ναι μεν ένας φορολογούμενος μπορεί να επικαλεστεί ότι διαθέτει χρήματα ή κάποιο περιουσιακό στοιχείο λόγω δωρεάς, πλην όμως αυτό ερευνάται από την φορολογική αρχή με βάση τα πραγματικά περιστατικά της κάθε υπόθεσης και στην περίπτωση αυτή ο φορολογούμενος έχει την υποχρέωση να αποδείξει την πραγματοποίηση της δωρεάς.
* O Γιώργος Δαλιάνης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της ARTION Α.Ε. & ιδρυτής του Ομίλου Artion, Οικονομολόγος – Φοροτεχνικός.
Η Νάνσυ Καλλιανιώτη είναι Partner της ARTION Α.Ε.
H Νίκη Χατζοπούλου είναι Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω LL.Μ. & Διαμεσολαβήτρια, συνεργάτης της Artion Α.Ε.
Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες.