Δ.Εφ.Αθηνών 1600/2023 ΑΚΥΡ.ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ Τμήμα ΣΤ΄
[Επιβολή πειθαρχικής ποινής σε βάρος στρατιωτικού (συνδικαλιστή) για άσκηση κριτικής στις αποφάσεις της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας. Δεν τίθεται ζήτημα κατίσχυσης των διατάξεων του άρθρου 30Γ του ν. 1264/1982 επί των διατάξεων του Κανονισμού Πειθαρχίας της Π.Α. ή περί μη εφαρμογής των κανόνων πειθαρχικού δικαίου λόγω των νεότερων διατάξεων του ν. 1264/1982. Τα μέλη της διοίκησης συνδικαλιστικών οργανώσεων στρατιωτικών πράγματι απολαμβάνουν πλήρους προστασίας έναντι κάθε είδους δίωξης που ανάγεται στη συνδικαλιστική τους δράση, ωστόσο, η εν λόγω προστασία αφορά σε δράση που ασκείται εντός του διαγραφόμενου από τις διατάξεις του ως άνω άρθρου πλαισίου άσκησης της συνδικαλιστικής ελευθερίας και της συνδεομένης με αυτήν ελευθερίας της έκφρασης και όχι για πράξεις που ξεπερνούν τα όρια της συνδικαλιστικής δράσης, παραβιάζουν ευθέως τους ρητούς περιορισμούς και απαγορεύσεις της παρ. 8 του ως άνω άρθρου και συνιστούν παράλληλα πειθαρχικά παραπτώματα]
(ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ)
….. 2. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η ακύρωση της με αρ. πρωτ. Φ.457.1/12/1603/Σ.283/2-4-2021 απόφασης του Αρχηγού Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας με την οποία απορρίφθηκε αναφορά παραπόνων του αιτούντος κατά της με αρ. πρωτ. Φ. 455.1/2/459/Σ.87/22-1-2021 απόφασης του ίδιου οργάνου, με την οποία επιβλήθηκε σε βάρος του ποινή φυλάκισης πέντε (5) ημερών, σύμφωνα με τις διατάξεις των παρ. 2β (3) και 2γ (12) του άρθρου 12 του Κανονισμού Πειθαρχίας της Πολεμικής Αεροπορίας σε συνδυασμό με το άρθρο 10 παρ. 3 του ίδιου Κανονισμού.
3.Επειδή, στο άρθρο 40 του περί Πειθαρχικού Ελέγχου Κεφαλαίου ΣΤ’ του ν. 3883/2010 «Υπηρεσιακή εξέλιξη και ιεραρχία των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων – Θέματα διοίκησης των Ενόπλων Δυνάμεων, Στρατολογίας και συναφείς διατάξεις» ( Φ.Ε.Κ. 167 τ. Α’/ 24.9.2010 ), ορίζεται ότι: «Γενικές Διατάξεις: 1. Πειθαρχικός έλεγχος των στελεχών των ΕΔ ασκείται σε κάθε περίπτωση παράβασης των διατάξεων των κανονισμών πειθαρχίας που ισχύουν ανά κλάδο των ΕΔ. 2. Η πειθαρχική δίωξη ασκείται αμελλητί και αρχίζει με την έκδοση της κλήσης σε απολογία ή την πράξη παραπομπής στο Πειθαρχικό Συμβούλιο και περατώνεται με τη θέση της υπόθεσης στο αρχείο ή την έκδοση ανέκκλητης ενώπιον της διοίκησης απόφασης πειθαρχικού οργάνου. 3. Για τον καθορισμό και την επιμέτρηση της ποινής λαμβάνονται υπόψη: α. Η βαρύτητα της παράβασης και οι συνθήκες τέλεσης της. β. Τα σχετικά στοιχεία του ατομικού φακέλου του παραβάτη. γ. Όλες οι συντρέχουσες επιβαρυντικές ή ελαφρυντικές περιστάσεις. (1) Επιβαρυντικές περιστάσεις είναι: (α) Η υποτροπή στην τέλεση ήδη διαπιστωθείσης παράβασης, (β) Η καθ` έξη παραβατική συμπεριφορά. (2) Ελαφρυντικές περιστάσεις είναι: (α) Η εν γένει καλή διαγωγή και έντιμη συμπεριφορά του παραβάτη. (β) Η επίδειξη ειλικρινούς μεταμέλειας και η προσπάθεια έμπρακτης μετάνοιας ή μείωσης των συνεπειών της παράβασης. (γ) Η διαπιστούμενη δικαιολογημένη νομική ή πραγματική πλάνη. (δ) Η δικαιολογημένη αγανάκτηση λόγω πρότερης άδικης συμπεριφοράς τρίτου. 4. Ο πειθαρχικός έλεγχος των Αξιωματικών των ΕΔ είναι ανεξάρτητος από τις ανακριτικές πράξεις ή την ποινική δίωξη που τυχόν ασκείται παράλληλα ή έχει ασκηθεί επί της υπόθεσης. 5. Οι πειθαρχικές ποινές των Αξιωματικών των ΕΔ διακρίνονται σε συνήθεις και καταστατικές: α. Οι συνήθεις πειθαρχικές ποινές κατά σειρά βαρύτητας είναι: (1) Η επίπληξη. (2) Ο περιορισμός. (3) Η κράτηση. (4) Η φυλάκιση. β… γ. Οι ποινές των ανωτέρω εδαφίων 5α(2), 5α(3) και 5α(4) επιμετρώνται σε ημέρες και αυτές των 5β(1) και 5β(2) σε μήνες. 6… 7. Το αρμόδιο πειθαρχικό όργανο εφόσον διαπιστώσει ενδείξεις τέλεσης πειθαρχικής παράβασης συγκεντρώνει το σύνολο των σχετικών αποδεικτικών μέσων για τη διερεύνηση της υπόθεσης και αναλόγως των στοιχείων που προκύπτουν προβαίνει σε μία (1) από τις παρακάτω ενέργειες: α. Εκδίδει κλήση σε απολογία, η οποία υποβάλλεται από τον εγκαλούμενο εντός ρητής εύλογης προθεσμίας που δεν μπορεί να είναι μικρότερη των τριών (3) ημερών, ο δε εγκαλούμενος έχει δικαίωμα με αίτησή του να λάβει γνώση του συνόλου των εγγράφων της υπόθεσης. Πειθαρχικές παραβάσεις που τελούνται δια της απολογίας του εγκαλουμένου δεν αξιολογούνται προ του πέρατος της αρχικής πειθαρχικής δίωξης. Σε περίπτωση μη υποβολής απολογίας το πειθαρχικό όργανο εξετάζει τους λόγους μη υποβολής της και εφόσον διαπιστώσει νόμιμη επίδοση της κλήσης σε απολογία συνεχίζει κανονικά τη διαδικασία πειθαρχικού ελέγχου. β. Παραπέμπει τον εγκαλούμενο ενώπιον του αρμοδίου Πειθαρχικού Συμβουλίου σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις. γ. Θέτει την υπόθεση στο αρχείο. 8. Για την εφαρμογή της ανωτέρω παραγράφου εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του πειθαρχικού οργάνου να διατάξει τη διενέργεια Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις και κανονισμούς, για τη συγκέντρωση του απαιτούμενου αποδεικτικού υλικού. 9… 10. Σε περιπτώσεις επιβολής συνήθων πειθαρχικών ποινών, ο εγκαλούμενος μπορεί να ασκήσει ενδικοφανή προσφυγή κατά των σχετικών ατομικών διοικητικών πράξεων των αρμοδίων οργάνων πειθαρχικού ελέγχου εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών. Οι βαθμοί εξέτασης των προσφυγών αυτών δεν μπορεί να είναι περισσότεροι των τριών (3), συμπεριλαμβανομένου του οργάνου που επέβαλε την ποινή. 11… 12… 13…».
4.Επειδή, περαιτέρω, στο ΠΔ 60/2009 ’’Κύρωση Κανονισμού Πειθαρχίας Πολεμικής Αεροπορίας’’ (ΦΕΚ Α’ 83/1-6-2009), στο άρθρο 10 αυτού ορίζονται τα εξής: «1. … 2. … 3. Οι Στρατιωτικοί έχουν δικαίωμα να εκφράζουν γραπτά τις απόψεις τους στα πλαίσια της ισχύουσας Νομοθεσίας, της στρατιωτικής δεοντολογίας και υπό τους περιορισμούς του άρθρου 12 παράγραφος 2γ(4) του παρόντος Κανονισμού, καθώς και να δημοσιεύουν κείμενα καθαρά επιστημονικού, πολιτιστικού ή λογοτεχνικού περιεχομένου. ….» στο άρθρο 12 του ίδιου π.δ. (Πειθαρχικά παραπτώματα) ορίζονται τα ακόλουθα:’’1. Πειθαρχικά παραπτώματα είναι οι πράξεις ή οι παραλείψεις που έχουν ως συνέπεια: α. Πρόκληση υλικής ζημίας ή μείωση του γοήτρου της Υπηρεσίας. β…. γ…. 2. Πειθαρχικά παραπτώματα θεωρούνται και ως τέτοια τιμωρούνται, με βάση τις διατάξεις του παρόντος Κανονισμού, κατά κατηγορία τα εξής: … β. Από τον κατώτερο προς τους ανωτέρους του: (1) … (2) … (3) Η επίκριση ή ο σχολιασμός διαταγών ή ενεργειών των ανωτέρων, εφόσον δεν διατυπώνονται με τον πρέποντα σεβασμό, σε ήπιο ύφος, με γλωσσική εγκράτεια και με υπεύθυνο τρόπο. (4) … γ. Από κάθε Στρατιωτικό: (1)… (12) Κάθε πράξη που προσβάλλει την πειθαρχία και την υπηρεσιακή τάξη στην Πολεμική Αεροπορία, όπως αυτές ορίζονται από το Σύνταγμα, τους Νόμους, τους Κανονισμούς και τις Διαταγές. 3. Τα παραπτώματα θεωρούνται πολύ σοβαρά όταν επαναλαμβάνονται με μεγαλύτερη συχνότητα, είτε μεμονωμένα, είτε σε συνδυασμό με άλλες παραβάσεις, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας ή παρουσία κατωτέρων ή πολιτών ή σε ξένη χώρα. Επίσης σοβαρά θεωρούνται τα παραπτώματα που έχουν σχέση με τη στρατιωτική τιμή, την ατομική αξιοπρέπεια και το γόητρο της Πολεμικής Αεροπορίας καθώς και όσα έχουν ως συνέπεια τη διασάλευση της τάξεως ή θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή του προσωπικού’’. Στο άρθρο 13 ορίζεται ότι : « ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ : 1… 2… 4. Με τις πειθαρχικές ποινές τιμωρούνται οι πράξεις ή οι παραλείψεις. Ως εκ τούτου η έλλειψη δόλου ή κακής θέλησης δεν απαλλάσσει την πράξη ή την παράλειψη από το πειθαρχικό αξιόποινο αλλά αποτελεί ελαφρυντικό το οποίο λαμβάνεται υπόψη και επηρεάζει στην επιμέτρηση της ποινής. 5. Η ποινή επιφέρει το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα και είναι δίκαιη, όταν προσαρμόζεται σε κάθε ειδική περίπτωση. Για το λόγο αυτό οι πειθαρχικές ποινές που επιβάλλονται πρέπει να είναι ανάλογες όχι μόνο με τα παραπτώματα αλλά και με τη συνηθισμένη διαγωγή, το χαρακτήρα, το χρόνο υπηρεσίας και τη δυνατότητα αντίληψης του παραβάτη. 6… 7. Ο καθορισμός του είδους και του ύψους της ποινής που πρέπει να επιβληθεί εξαρτάται από τη βαρύτητα του παραπτώματος, την οποία επηρεάζουν οι παρακάτω παράγοντες: α. Η σοβαρότητα των συνθηκών που βρίσκεται η Μονάδα, δηλαδή εάν πρόκειται για κατάσταση πολέμου, γενικής επιφυλακής ή ασκήσεων. β. Ο κλονισμός που επήλθε ή που θα μπορούσε να επέλθει από το παράπτωμα, στην τάξη και στην πειθαρχία της Μονάδας. γ. Η φύση των παραπτωμάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 12 σε συνδυασμό με τις υποκειμενικές συνθήκες που αφορούν στον παραβάτη. 8… 9. Καμία πειθαρχική ποινή δεν επιβάλλεται χωρίς προηγουμένως ο παραβάτης να κληθεί σε απολογία από τον έχοντα την πειθαρχική δικαιοδοσία. Προκειμένου περί Αξιωματικών, Ανθυπασπιστών, Μονίμων και Εθελοντών Υπαξιωματικών καθώς και Επαγγελματιών Οπλιτών, η κλήση σε απολογία είναι έγγραφη και η προθεσμία που δίνεται στον εγκαλούμενο για να απολογηθεί είναι τουλάχιστον πέντε (5) πλήρεις ημέρες, μη περιλαμβανομένης της ημέρας που του κοινοποιήθηκε η κλήση… 10… 11. Η πειθαρχική ποινή πρέπει να είναι πλήρως αιτιολογημένη, ώστε να είναι πρόσφορη σε έλεγχο τυπικής και ουσιαστικής νομιμότητας. Για το λόγο αυτό πρέπει να περιγράφονται τα πραγματικά περιστατικά που στοιχειοθετούν το πειθαρχικό παράπτωμα συγκεκριμένα κατά τόπο, χρόνο, ταυτότητα δράστη και τρόπο ενέργειας, ώστε να προκύπτει αβίαστα η υπαγωγή του παραπτώματος στη διάταξη που προβλέπει τον πειθαρχικό έλεγχο της πράξης. Σε περίπτωση που τελέσθηκαν στον ίδιο χρόνο διαφορετικά μεταξύ τους πειθαρχικά παραπτώματα που προβλέπονται από διαφορετική διάταξη του παρόντος Κανονισμού, πρέπει να επιβάλλεται ανεξάρτητη ποινή για κάθε παράπτωμα, διότι διαφορετικά παύει η αυτοτέλεια των πειθαρχικών παραπτωμάτων. 12…». Στο άρθρο 16 ορίζει ότι: «ΕΙΔΗ ΠΟΙΝΩΝ : 1. Οι συνήθεις πειθαρχικές ποινές που επιβάλλονται στους Αξιωματικούς και τους Ανθυπασπιστές είναι η επίπληξη, η κράτηση και η φυλάκιση… 2… 3… 4. Η επίπληξη επιβάλλεται για ελαφρά πειθαρχικά παραπτώματα και έχει σκοπό την προειδοποίηση για συμμόρφωση και σωφρονισμό του παραβάτη… 5. Η κράτηση επιβάλλεται για σοβαρά πειθαρχικά παραπτώματα ή για ελαφρά τα οποία επαναλαμβάνονται συχνά. 6. Η φυλάκιση επιβάλλεται για σοβαρότερα πειθαρχικά παραπτώματα, για τα οποία δεν κρίνονται επαρκείς ή αποτελεσματικές οι ελαφρύτερες πειθαρχικές ποινές.». Περαιτέρω, στο άρθρο 24 ορίζει ότι: «ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΕΡΙ ΠΑΡΑΠΟΝΩΝ : 1. Κάθε Στρατιωτικός δικαιούται να παραπονεθεί, σύμφωνα με τις διατάξεις που αναφέρονται σ` αυτό το Κεφάλαιο, εάν θεωρήσει τον εαυτόν του αδικούμενο από διαταγή που του δόθηκε ή από κάποια ενέργεια ή μέτρο των προϊσταμένων του, αφού προηγούμενα υπακούσει και συμμορφωθεί πλήρως στη διαταγή ή τα μέτρα που λήφθηκαν, εκτός από την περίπτωση που αυτά αποβλέπουν φανερά στην κατάλυση του Συντάγματος ή συνιστούν τέλεση προφανούς παράνομης πράξης… 2… 3… 4. Κάθε παράπονο υποβάλλεται ιεραρχικά, με υποβολή έγγραφης αναφοράς από τους Αξιωματικούς, Ανθυπασπιστές, μόνιμους ή εθελοντές Υπαξιωματικούς καθώς και τους Επαγγελματίες Οπλίτες και προφορικά από τους Οπλίτες θητείας… 5. Τα παράπονα υποβάλλονται εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την ημέρα, που ο παραπονούμενος έλαβε γνώση της διαταγής ή της ενέργειας από την οποία κρίνει ότι αδικείται. Πέραν της προθεσμίας αυτής, τα παράπονα δεν εξετάζονται επί της ουσίας ως εκπρόθεσμα υποβληθέντα. Η ίδια προθεσμία των δεκαπέντε (15) ημερών ισχύει και για την εκ νέου υποβολή παραπόνων, στην περίπτωση κατά την οποία ο παραπονούμενος δεν έμεινε ικανοποιημένος από την απάντηση που του δόθηκε στα παράπονα του (άρθρο 25 παρ. 7).». Στο άρθρο 25 ορίζει ότι : «ΥΠΟΒΟΛΗ ΚΑΙ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΑΡΑΠΟΝΩΝ : 1. Ο παραπονούμενος στην έγγραφη ή προφορική διατύπωση του παραπόνου του, εκφράζεται με το σεβασμό που αρμόζει και εκθέτει μόνο τα περιστατικά που συνιστούν το παράπονο του, αποφεύγοντας χαρακτηρισμούς και κρίσεις για ανωτέρους του. 2… 3. Κάθε Διοικητής δέχεται το παράπονο κάθε υφισταμένου του, εκτός της περίπτωσης που αυτό υποβάλλεται κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 24 παρ. 5 του παρόντος Κανονισμού. 4… 5. Ο Διοικητής ο οποίος δέχεται το παράπονο και είναι αρμόδιος να το κρίνει, το εξετάζει και εάν διαπιστώσει ότι είναι βάσιμο, ικανοποιεί τον παραπονούμενο. Εάν το κρίνει αβάσιμο, εξηγεί στον παραπονούμενο τους λόγους για τους οποίους το παράπονο του είναι αβάσιμο… 6… 7. Εάν ο παραπονούμενος Αξιωματικός, Ανθυπασπιστής, μόνιμος και εθελοντής Υπαξιωματικός ή Επαγγελματίας Οπλίτης δεν πείθεται από την απάντηση του Διοικητή, μπορεί να υποβάλλει εκ νέου τα παράπονα του, προκειμένου να προωθηθούν στην αμέσως προϊστάμενη αρχή. Ο Διοικητής δέχεται το παράπονο, δεν έχει δικαίωμα να το κρίνει και το υποβάλλει με τις παρατηρήσεις του στον ιεραρχικά προϊστάμενο Διοικητή του. 8… 9. Η εξέταση των παραπόνων σε δεύτερο βαθμό από τον Προϊστάμενο Διοικητή αυτού που επέβαλε την ποινή γίνεται όπως περιγράφεται στις ανωτέρω 4, 5 & 6 παραγράφους. Εάν ο παραπονούμενος δεν πεισθεί και πάλι από την απάντηση που θα του δοθεί, μπορεί να ζητήσει με νέα αναφορά του την εξέταση των παραπόνων του από την αμέσως προϊστάμενη αρχή. 10. Το ανώτερο κλιμάκιο στο οποίο μπορούν να προωθηθούν προς εξέταση παράπονα Στρατιωτικού προσωπικού είναι ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας, η απόφαση του οποίου αποτελεί την τελική απάντηση της Υπηρεσίας. 11. Η εξέταση των παραπόνων και η απάντηση στον παραπονούμενο δίνεται εντός δέκα (10) ημερών από το πρώτο κλιμάκιο και εντός είκοσι (20) ημερών από την ημερομηνία που θα περιέλθουν τα παράπονα του στον αρμόδιο φορέα καθενός από τα επόμενα κλιμάκια στα οποία αυτός τυχόν προσφεύγει. Οι ως άνω προθεσμίες μπορούν να αυξηθούν εφόσον κρίνεται απαραίτητο για τη συγκέντρωση στοιχείων σχετικά με την υπόθεση, ενέργεια για την οποία ενημερώνεται εγγράφως ο παραπονούμενος το αργότερο πέντε (5) ημέρες πριν από τη λήξη της προθεσμίας. Η εξέταση των παραπόνων και η απάντηση επ` αυτών δεν μπορεί να υπερβαίνει τις πενήντα (50) ημέρες σε κάθε περίπτωση. 12. Η υποβολή παραπόνων ακολουθεί την ιεραρχική οδό… 13… 14… 15…».
5.Επειδή, εξάλλου, με το άρθρο 50 του ν. 4407/2016 (Α 134) προστέθηκε στο ν. 1264/1982 «Για τον εκδημοκρατισμό του Συνδικαλιστικού Κινήματος και την κατοχύρωση των συνδικαλιστικών ελευθεριών των εργαζομένων» (Α 79 ), το άρθρο 30Γ, το οποίο, όπως ισχύει μετά τις τροποποιήσεις του με τα άρθρα 26 του ν. 4494/2017 (Α 165 ) και 66 του ν. 4609/2019 (Α 67/3-5-2019), ορίζει ότι: «1. … 4. Οι εν ενεργεία στρατιωτικοί επιτρέπεται να συστήσουν: «α. Σε κάθε Περιφερειακή Ενότητα του ν. 3852/2010 (Α` 87) μια πρωτοβάθμια ένωση εν ενεργεία Στρατιωτικών, με την επωνυμία «Ένωση Στρατιωτικών Περιφερειακής Ενότητας … », στην οποία μπορούν να εγγράφονται οι υπηρετούντες στις Μονάδες, που εδρεύουν στα γεωγραφικά όρια της Περιφερειακής Ενότητας αυτής, εν ενεργεία στρατιωτικοί όλων των κλάδων και βαθμών, καθώς και των Κοινών Σωμάτων, ανεξαρτήτως προέλευσης. β. Δέκα ή περισσότερες ενώσεις της περίπτωσης α` μπορούν να συστήσουν Ομοσπονδία, η οποία αποτελεί δευτεροβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση των εν ενεργεία στρατιωτικών.». 5. … 6. … 7. Το σύνολο των μελών της διοίκησης των δευτεροβάθμιων συνδικαλιστικών οργανώσεων των εν ενεργεία στρατιωτικών δεν μετατίθενται, για όσο χρόνο διαρκεί η θητεία τους στη διοίκηση της συνδικαλιστικής οργάνωσης, εκτός αν το ζητήσουν τα ίδια τα μέλη ή αν αυτό κριθεί αναγκαίο, κατόπιν προαγωγής ή αμετάκλητης απόφασης επιβολής καταστατικής πειθαρχικής ποινής. Για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους, τα μέλη της διοίκησης των συνδικαλιστικών οργανώσεων των εν ενεργεία στρατιωτικών, λαμβάνουν τις συνδικαλιστικές άδειες, σύμφωνα με το άρθρο 17. Όσοι δικαιούνται τις ανωτέρω άδειες ενημερώνουν εγγράφως τον Διοικητή της Μονάδας, στην οποία υπηρετούν, τουλάχιστον πέντε (5) ημέρες πριν από την έναρξη της άδειας. Αν η σύγκληση των οργάνων, στα οποία συμμετέχουν, λαμβάνει χώρα εκτάκτως, ενημερώνουν αμελλητί τον Διοικητή. Τα μέλη της διοίκησης των συνδικαλιστικών οργανώσεων απολαμβάνουν πλήρη προστασία έναντι κάθε είδους δίωξης, λόγω της συνδικαλιστικής τους δράσης. Ο χρόνος της θητείας του Προέδρου και του Γενικού Γραμματέα στις ανωτέρω ενώσεις λογίζεται ως χρόνος διοίκησης-ειδικής υπηρεσίας, σύμφωνα με τον ν. 3883/2010. 8. Τα παραπάνω σωματεία, καθώς και τα μέλη τους, δεν επιτρέπεται ιδίως: α. Να κηρύσσουν ή να συμμετέχουν σε απεργίες και στάσεις εργασίας, καθώς και να συμμετέχουν σε κάθε είδους εκδηλώσεις πολιτικών ή συνδικαλιστικών φορέων ή πολιτικών προσώπων ή να ασκούν προπαγάνδα υπέρ ή κατά αυτών. Εξαιρούνται τα συνέδρια και οι πολιτιστικές εκδηλώσεις των συνδικαλιστικών φορέων των Σωμάτων Ασφαλείας. β. Να προσχωρούν ή να γίνονται μέλη άλλων επαγγελματικών συνδικαλιστικών οργανώσεων ή να εκπροσωπούν άλλους εργαζομένους.Κατ` εξαίρεση, οι δευτεροβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 4 μπορούν να γίνουν μέλη Διεθνών και Ευρωπαϊκών Στρατιωτικών Οργανώσεων και Οργανισμών. γ. Να αναμειγνύονται με οποιονδήποτε τρόπο σε θέματα διοίκησης των Μονάδων και διοίκησης, οργάνωσης ή δομής εν γένει των Ενόπλων Δυνάμεων. Τα Διοικητικά Συμβούλια των πρωτοβάθμιων ενώσεων απευθύνονται για επίλυση τυχόν προβλημάτων τους, τοπικού ή ευρύτερου ενδιαφέροντος, στους Ανώτερους Στρατιωτικούς Διοικητές των Περιφερειακών Ενοτήτων όπου ευρίσκεται η έδρα των σωματείων και στις δευτεροβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις της περίπτωσης β` της παραγράφου 4. Στον Υπουργό Εθνικής Άμυνας, στον Αναπληρωτή Υπουργό Εθνικής Άμυνας και στους Αρχηγούς των Γενικών Επιτελείων των Ενόπλων Δυνάμεων απευθύνονται μόνο οι δευτεροβάθμιες συνδικαλιστικές οργανώσεις του προηγούμενου εδαφίου. δ. Να προβαίνουν σε δημόσιες αντιπαραθέσεις, αντιδικίες ή προστριβές, καθ` οιονδήποτε τρόπο και για οποιοδήποτε λόγο, μέσω των ΜΜΕ ή/και του έντυπου και ηλεκτρονικού τύπου ή/και των παντός είδους μέσων κοινωνικής δικτύωσης. ε. Να χρησιμοποιούν οποιουσδήποτε χαρακτηρισμούς και να ασκούν κριτική σε βάρος της στρατιωτικής ιεραρχίας.»
6.Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Ο Αρχηγός Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας με το με αρ. πρωτ. Φ. 455.1/39/5070/Σ. 853/2-10-2020 έγγραφό του κάλεσε τον αιτούντα, ανθυπασπιστή της Πολεμικής Αεροπορίας (Π.Α.) να απολογηθεί εγγράφως εντός πέντε ημερών από τη λήψεως του εγγράφου αυτού, διότι ενώ ήταν στρατιωτικός και υπηρετούσε στη … σε επιστολές τις οποίες δημοσίευσε στις 21 και 25 Αυγούστου 2020 στον διαδικτυακό ιστότοπο «….» εξέφρασε τις απόψεις του αναφορικά με την επιχειρησιακή αξιοποίηση του στρατιωτικού προσωπικού που είναι τοποθετημένο στο Στρατιωτικό Γραφείο του Υπουργού Εθνικής Άμυνας (Σ.Γ. ΥΕΘΑ), με την ιδιότητα του μέλους δευτεροβαθμίων στρατιωτικών ενώσεων για την εξυπηρέτηση των αναγκών της Ομοσπονδίας τους, κατά παράβαση των προβλεπομένων στο άρθρο 30Γ του ν. 1284/1982. Συγκεκριμένα, στις ως άνω επιστολές χρησιμοποιώντας μη προβλεπόμενο τίτλο «Στρατιωτικός Συνδικαλιστής» και ενεργώντας μεμονωμένα και αυτοβούλως χωρίς τη σχετική έγκριση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ενώσεως που ανήκει, ήλθε σε δημόσια αντιπαράθεση με τα μέλη της «ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ ΕΝΩΣΕΩΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ» (Π.Ο.Μ.Ε.Ν.Σ.) και άσκησε κριτική στις αποφάσεις της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας (ΥΠΕΘΑ) κατά παράβαση των διατάξεων των παρ. 8γ, 8δ και 8ε του άρθρου 30Γ του ν. 1264/1982. Ο αιτών υπέβαλε την από 30-11-2020 έγγραφη απολογία του με την οποία αιτήθηκε μεταξύ άλλων την παύση της πειθαρχικής του δίωξης μη αποδεχόμενος το αποδιδόμενο σ΄ αυτόν παράπτωμα. Με την υπό στοιχεία Φ. 455.1/2/459/Σ.87/22-1-2021 απόφαση του Αρχηγού Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας ο αιτών τιμωρήθηκε με πενθήμερη φυλάκιση για τους λόγους για τους οποίους κλήθηκε σε απολογία καθώς κρίθηκε ότι οι ενέργειες του αντίκεινται στις διατάξεις του άρθρου 30Γ του ν. 1264/1982, αναγράφοντας: α. Στην από 21-8-2020 επιστολή του η οποία δημοσιεύθηκε στον διαδικτυακό ιστότοπο «….» τα εξής: «…» β. Στην από 25-8-2020 επιστολή του την οποία απευθύνει στον Δντή Σ.Γ. ΥΕΘΑ και δημοσιεύθηκε επίσης στον ίδιο διαδικτυακό ιστότοπο, τα εξής: «……». Επίσης, με την ίδια απόφαση κρίθηκε ότι τα ανωτέρω αντίκεινται στις διατάξεις του άρθρου 30Γ του ν. 1264/1982, προσβάλλουν την πειθαρχία και την υπηρεσιακή τάξη στην Πολεμική Αεροπορία και συνιστούν σοβαρό πειθαρχικό παράπτωμα σύμφωνα με τις παρ. 2β (3) και 2γ (12) του άρθρου 12 του Κανονισμού Πειθαρχίας της Πολεμικής Αεροπορίας σε συνδυασμό με το άρθρο 10 παρ. 3 του ίδιου Κανονισμού. Ακολούθως, ο αιτών υπέβαλε την από 15-2-2021 αναφορά παραπόνων με την οποία ζήτησε την άρση της επιβληθείσας σε βάρος του πειθαρχικής ποινής. Τα παράπονά του απορρίφθηκαν ως αβάσιμα από τον Αρχηγό ΓΕΑ με την προσβαλλόμενη υπό στοιχεία Φ. 457.1/12/1603/Σ. 283/2-4-2021 απόφαση του, με την αιτιολογία ότι ο όρος «Στρατιωτικός Συνδικαλιστής» που χρησιμοποιήθηκε στο διατακτικό της επιβληθείσας ποινής καθώς και το γεγονός ότι δεν είχε τη σχετική έγκριση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ενώσεως που ανήκει δεν αποτέλεσαν τους λόγους του πειθαρχικού ελέγχου αλλά απλώς περιγράφουν το πλαίσιο στο οποίο αυτός κινήθηκε, ο δε λόγος που ο αιτών ελέγχθηκε πειθαρχικά είναι η δημόσια αντιπαράθεση και προστριβή του με άλλο μέλος ένωσης στρατιωτικών και η ανάμιξη – άσκηση κριτικής στη Διοίκηση, ότι η κατοχή της ιδιότητας του μέλους ένωσης στρατιωτικών δεν αναιρεί την υποχρέωση συμμόρφωσης του με τις διατάξεις του Κανονισμού Πειθαρχίας της Π.Α. αλλά τουναντίον επιβάλλεται η δράση και η συμπεριφορά του να συνάδει με το υπόψη πλαίσιο, ότι κατά τη διατύπωση – κοινοποίηση των υπηρεσιακών προβληματισμών εκ μέρους μελών ενώσεων στρατιωτικών, δέον αναντίρρητα να ακολουθούνται τόσο οι περιορισμοί που καθορίζονται στο άρθρο 30Γ του ν,. 1264/1982 όσο και οι προβλέψεις του Κανονισμού Πειθαρχίας της Π.Α., ότι η επίκληση της 573/2005 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών αφορά προγενέστερο νομικό καθεστώς που προέβλεπε την προϋπόθεση της λήψης άδειας της Υπηρεσίας εκ μέρους του προσωπικού της ΠΑ ώστε αυτό να προβαίνει σε δημοσιεύσεις – δηλώσεις, απαίτηση που έχει πλέον καταργηθεί, ότι τα μέλη ενώσεων στρατιωτικών διατηρούν την ιδιότητα του στρατιωτικού της ΠΑ, υπέχοντας τις αντίστοιχες ευθύνες και υποχρεώσεις και η πειθαρχική αρμοδιότητα οποιουδήποτε οργάνου της Π.Α. με πειθαρχική δικαιοδοσία, συντρέχει με την πειθαρχική διαδικασία που καθορίζεται για τα μέλη ενώσεων στρατιωτικών στην παρ. 13 του άρθρου 30Γ του ν. 1264/1982» και τέλος κατέστη γνωστό στον αιτούντα ότι το εν λόγω έγγραφο αποτελεί την τελική απάντηση της Υπηρεσίας κατ΄ εφαρμογή του άρθρου 25 παρ. 10 του Κανονισμού Πειθαρχίας της Π.Α.
7.Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, όπως αναπτύσσεται παραδεκτώς με το από 23-1-2023 υπόμνημα, προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να ακυρωθεί διότι εκδόθηκε κατά παράβαση κατ΄ ουσίαν διάταξης νόμου, αφού πειθαρχικός έλεγχος για τη δημοσίευση επιστολών στον ιστότοπο για θέματα που άπτονται της συνδικαλιστικής δράσης του αιτούντος είναι απαράδεκτος και υφίσταται κώλυμα πειθαρχικής δίωξης σύμφωνα με το άρθρο 30Γ παρ. 7 εδ. ε΄ του ν. 1264/1982, ενώ παραβιάζεται και το άρθρο 14 παρ. 1 του Συντάγματος καθώς και το άρθρο 10 της ΕΣΔΑ που προστατεύουν το δικαίωμα της ελεύθερης εκδήλωσης της σκέψης και γνώμης, οι δε απαγορεύσεις και περιορισμοί των διατάξεων των παρ. 8γ, 8δ και 8ε του άρθρου 30Γ του ως άνω νόμου, ακόμα και όταν παραβιάζονται δεν ανάγονται σε πειθαρχικά παραπτώματα του Κανονισμού Πειθαρχίας της Π.Α. λόγω της ως άνω γενικής απαγόρευσης δίωξης, αλλά και της έλλειψης ρητής αναφοράς στο άρθρο 30Γ του νόμου αυτού ότι οι συγκεκριμένες απαγορεύσεις συνιστούν πειθαρχικά παραπτώματα. Επίσης, προβάλλεται ότι οι επικαλούμενες στην αιτιολογία της προσβαλλόμενης πειθαρχικής ποινής διατάξεις των παρ. 2β(3) και 2γ(12) του άρθρου 12 του Κανονισμού Πειθαρχίας της Π.Α. (π.δ. 60/2009) δεν τυγχάνουν εφαρμογής γιατί είναι προγενέστερες και γενικές σε σχέση με τις ειδικότερες και μεταγενέστερες διατάξεις του άρθρου 30Γ του ν. 1264/1982.
8.Επειδή, τα άρθρα 14 παρ. 1 και 23 παρ. 1 του Συντάγματος και τα άρθρα 10 και 11 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ν.δ. 53/1974 «Περί των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών», ΦΕΚ Α΄ 256) που κατοχυρώνουν τα δικαιώματα της ελεύθερης εκδήλωσης της σκέψης και της γνώμης και της συνδικαλιστικής ελευθερίας, εφαρμόζονται, κατ’ αρχήν, και στους στρατιωτικούς υπαλλήλους, οι οποίοι έχουν αφενός δικαίωμα, όπως και οι ιδιώτες, να εκφράζουν ελεύθερα τις σκέψεις τους και αφετέρου να συμμετέχουν σε συνδικαλιστικές οργανώσεις. Τα δικαιώματα όμως αυτά υπόκεινται τόσο στους γενικούς περιορισμούς, που υπαγορεύονται από την ανάγκη προστασίας της προσωπικότητας ή του γενικότερου δημοσίου συμφέροντος, τους οποίους ο νόμος επιβάλλει σε κάθε πολίτη, όσο και στους ειδικότερους περιορισμούς, οι οποίοι δικαιολογούνται από το ειδικό καθεστώς πειθαρχίας υπό το οποίο τελούν οι στρατιωτικοί και τις συναφείς υποχρεώσεις οι οποίες απορρέουν από το καθεστώς αυτό εφόσον, βεβαίως, δεν οδηγούν σε κατ’ ουσία αναίρεση του αντιστοίχου δικαιώματος (πρβλ. Σ.τ.Ε. Ολομ. 4662/2012, 573/2005, 3356/2004, 1981/1986, 1013/1986, 780/1981). Τέτοιοι δε περιορισμοί, είναι οι προβλεπόμενοι στις διατάξεις του άρθρου 30Γ παρ. 8 του ν. 1264/1982. Περαιτέρω, δεδομένου ότι οι κανόνες πειθαρχικού δικαίου των στρατιωτικών που καθιερώνουν ιδιαίτερα πειθαρχικά παραπτώματα, θεσπίστηκαν για την επίτευξη της αποστολής των Ενόπλων Δυνάμεων που συνίσταται στην διασφάλιση της εθνικής άμυνας της χώρας και εκ της ανάγκης διατήρησης της συνοχής, πειθαρχίας και ευταξίας των σωμάτων των Ε.Δ., στοιχεία απαραίτητα για την κατοχύρωση της μαχητικής ικανότητας αυτών (βλ. ΣτΕ 2196/2014 Ολ., 1680/2007) και ενόψει του ότι η συνδικαλιστική ιδιότητα του στρατιωτικού συνιστά απόρροια της στρατιωτικής του ιδιότητας, εξακολουθεί η υποχρέωση συμμόρφωσης του στρατιωτικού και υπό την ιδιότητα του μέλους στρατιωτικής ένωσης, με τους κανόνες στρατιωτικής πειθαρχίας καθώς και ο πειθαρχικός έλεγχος αυτού από τα αρμόδια προς τούτο όργανα για πράξεις που παραβιάζουν τον Κανονισμό Πειθαρχίας της Π.Α. (π.δ. 60/2009). Ως εκ τούτου δεν τίθεται ζήτημα κατίσχυσης των διατάξεων του άρθρου 30Γ του ν. 1264/1982 επί των διατάξεων του Κανονισμού Πειθαρχίας της Π.Α. ή περί μη εφαρμογής των κανόνων πειθαρχικού δικαίου λόγω των νεότερων διατάξεων του ν. 1264/1982. Εξάλλου, τα μέλη της διοίκησης συνδικαλιστικών οργανώσεων στρατιωτικών πράγματι απολαμβάνουν πλήρους προστασίας έναντι κάθε είδους δίωξης (πειθαρχικής ή ποινικής) που ανάγεται στη συνδικαλιστική τους δράση, κατά τα προβλεπόμενα στην παρ. 7 εδ. ε΄ του άρθρου 30Γ του ν. 1264/1982, ωστόσο, η εν λόγω προστασία αφορά σε δράση που ασκείται εντός του διαγραφόμενου από τις διατάξεις του ως άνω άρθρου πλαισίου ασκήσεως της συνδικαλιστικής ελευθερίας και της συνδεομένης με αυτήν ελευθερίας της εκφράσεως και όχι για πράξεις που ξεπερνούν τα όρια της συνδικαλιστικής δράσης, παραβιάζουν ευθέως τους ρητούς περιορισμούς και απαγορεύσεις της παρ. 8 του ως άνω άρθρου και συνιστούν παράλληλα πειθαρχικά παραπτώματα, ενώ τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα είναι απορριπτέα ως αβάσιμα……………………