ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Αποτελούμενο από τον Δικαστή, Ηλία Σταυρόπουλο, Εφέτη, τον οποίο όρισε ο Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Εφετείου Πειραιώς και τη Γραμματέα Τ.Λ..
ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η υπό κρίση έφεση των εναγομένων κατά της υπ’ αρ. 481/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, που δίκασε ερήμην τους, κατά την τακτική διαδικασία, την με αρ. κατ. ……./2017 αγωγή που άσκησε εναντίον τους η εφεσίβλητη ενάγουσα, έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (ΚΠολΔ 518 παρ. 1) και έχει κατατεθεί το σχετικό παράβολο (Ηλεκτρ. Παράβολο ……/2019). Είναι συνεπώς τυπικά δεκτή και, εφόσον ασκήθηκε από τους ερημοδικασθέντες πρωτοδίκως εναγόμενους, παραπονούμενους για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, πρέπει η εκκαλουμένη να εξαφανιστεί μέσα στα όρια που καθορίζονται με την έφεση (άρθρο 528 του ΚΠολΔ). Με την ως άνω έφεση πρέπει να συνεκδικαστεί, και η με αρ. κατ. …./2019 ανακοπή, η οποία κατ’ εκτίμηση αυτής αφορά αίτηση για την αναστολή (αρ. 724 παρ. 2 ΚΠολΔ) της επιβληθείσας, με βάση την εκκαλουμένη απόφαση συντηρητικής κατάσχεσης (αρ. 724 παρ. 1 ΚΠολΔ), στα χέρια της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, της Άλφα Τράπεζα Α.Ε., της Eurobank Ergasias Α.Ε. και της Τράπεζας Πειραιώς Α.Ε., άλλως για την αντικατάσταση αυτής με εγγυοδοσία ποσού 3.000 ευρώ, για τους λόγους που αναφέρονται στην αίτηση, η οποία (αίτηση) παραδεκτά φέρεται ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου στο οποίο εκκρεμεί μετά την άσκηση της έφεσης η κύρια δίκη για την ασφαλιστέα απαίτηση.
Με την υπό κρίση αγωγή της η ενάγουσα αεροπορική εταιρεία, ζητεί να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι, η πρώτη εταιρεία πρακτόρευσης αεροπορικών εισιτηρίων και ο δεύτερος νόμιμος εκπρόσωπος αυτής και με την απειλή προσωπικής κράτησης του δευτέρου εξ αυτών, να της καταβάλουν, νομιμοτόκως και έκαστος εις ολόκληρον, το χρηματικό ποσό των 62.459,06 ευρώ, που εισέπραξαν από την για λογαριασμό και κατ’ εντολή της πώληση των αναφερομένων στην αγωγή ειδικά ένα προς ένα (ανά ημερομηνία, τιμή και ποσότητα) αεροπορικών της εισιτηρίων, κατά το χρονικό διάστημα 16.11.2015 έως 15.12.2015, δια μέσου της Διεθνούς Ένωσης Αεροπορικών Μεταφορών (ΙΑΤΑ) και του ηλεκτρονικού συστήματος κεντρικής διάθεσης εισιτηρίων, που αυτή (η ΙΑΤΑ) διαθέτει παγκοσμίως, και το οποίο (χρηματικό ποσό) δεν της το απέδωσαν και το ενσωμάτωσαν στην περιουσία τους χωρίς δικαίωμα, παρανόμως, ενώ γνώριζαν ότι όφειλαν να της το καταβάλουν, καθώς επίσης και χρηματική ικανοποίηση 25.000 ευρώ λόγω ηθικής βλάβης εκ της ως άνω αδικοπραξίας. Με το περιεχόμενο αυτό η αγωγή είναι νόμιμη και στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων 71, 914, 926, 932, 340, 345, 481επ. ΑΚ, 1047 παρ. 1 ΚΠολΔ. Είναι επαρκώς ορισμένη, απορριπτόμενου του ισχυρισμού των εναγομένων περί αοριστίας αυτής, αφού αναφέρονται επακριβώς τα πραγματικά περιστατικά που θεμελιώνουν την αδικοπρακτική ευθύνη (υπεξαίρεση) των εναγομένων, η προκληθείσα ζημία στην ενάγουσα και η αιτιώδης συνάφεια. Πρέπει επομένως να εξεταστεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν, μετά την καταβολή του προσήκοντος τέλους δικαστικού ενσήμου (βλ. το ……… ηλεκτρονικό παράβολο).
Από την εκτίμηση όλων των εγγράφων που προσκομίζουν παραδεκτά με επίκληση οι διάδικοι καθώς και της υπ’ αρ. …../3.10.2017 ένορκης βεβαίωσης ενώπιον της συμβ/φου Κηφισιάς ……….., που ελήφθη κατόπιν νομίμου και εμπροθέσμου κλήτευσης της αντίδικης πλευράς (………../28.9.2017 εκθέσεις επίδοσης του δικ. επιμ. ………….), είτε για άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Η ενάγουσα είναι αεροπορική εταιρεία και μέλος της Διεθνούς Ένωσης Αεροπορικών Μεταφορών (ΙΑΤΑ). Η πρώτη εναγόμενη είναι εταιρεία πρακτόρευσης αεροπορικών εισιτηρίων και ο δεύτερος νόμιμος εκπρόσωπος αυτής. Μέσω του ηλεκτρονικού συστήματος κεντρικής διάθεσης εισιτηρίων που η ως άνω Διεθνή Ένωση (ΙΑΤΑ) διαθέτει, η πρώτη εναγόμενη συμφώνησε με την ενάγουσα, όπως πωλήσει σε τρίτους ταξιδιώτες για λογαριασμό και κατ’ εντολή της ενάγουσας εταιρείας αεροπορικά εισιτήρια, το αντίτιμο των οποίων θα εισέπραττε εκείνη (η πρώτη εναγόμενη) και θα το απέδιδε στην ενάγουσα εντός 15 ημερών από το τέλος του μήνα, όπου έλαβαν χώρα οι πωλήσεις, αφού παρακρατούσε την προμήθεια που της αναλογούσε (σύμβαση πρακτορείας). Σε εκτέλεση της ως άνω σύμβασης, η πρώτη εναγόμενη πώλησε για λογαριασμό και κατ’ εντολή της ενάγουσας, α) για τη χρονική περίοδο από 15-30/11/2015, εισιτήρια πτήσεων εσωτερικού αξίας, αφαιρεθείσας της προμήθειας της εναγομένης, 28.365,13 ευρώ, β) για τη χρονική περίοδο από 15-30/11/2015, εισιτήρια πτήσεων εξωτερικού αξίας αφαιρεθείσας της προμήθειας της εναγομένης, 22.715,46 ευρώ, γ) για τη χρονική περίοδο από 1-15/12/2015, εισιτήρια πτήσεων εσωτερικού αξίας, αφαιρεθείσας της προμήθειας της εναγομένης, 8.095,18 ευρώ, δ) για τη χρονική περίοδο από 1-15/12/2015, εισιτήρια πτήσεων εξωτερικού αξίας αφαιρεθείσας της προμήθειας της εναγομένης, 3.283,29 ευρώ. Συνολικά το χρηματικό ποσό που έπρεπε η εναγόμενη να αποδώσει στην ενάγουσα ανήλθε σε 62.459,06 ευρώ. Οι εναγόμενοι με την έφεσή τους και τις προτάσεις τους δεν αμφισβητούν ειδικά το σύνολο ή μέρος ή μεμονωμένα κάποια εκ των ως άνω πωληθέντων εισιτηρίων, την αξία εκάστου αυτών, το ποσό της αναλογούσας προμήθειας που δικαιούνταν να παρακρατήσουν, συναγόμενης εξ αυτού δικαστικής ομολογίας ως προς τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά, μη απαιτουμένης περαιτέρω διερεύνησης και αναλυτικής απαρίθμησης ενός εκάστου εξ αυτών (των εισιτηρίων, της αξίας, της προμήθειας και του οφειλόμενου ποσού απόδοσης). Οι εναγόμενοι δεν απέδωσαν το ως άνω οφειλόμενο ποσό στην ενάγουσα και έτσι η τελευταία στις 18.5.2017, απέστειλε στους εναγόμενους τις από 16.5.2017 εξώδικες δηλώσεις – οχλήσεις, με τις οποίες τους καλούσε, όπως εντός τριών ημερών από τη λήψη των εξωδίκων τής καταβάλουν το ως άνω χρηματικό ποσό. Παρήλθε δε η ως άνω προθεσμία και οι εναγόμενοι δεν απέδωσαν το οφειλόμενο χρηματικό ποσό, ιδιοποιούμενοι πλέον αυτό, ενσωματώνοντάς το χωρίς δικαίωμα στην περιουσία τους, αφού γνώριζαν καλώς ότι το ποσό αυτό τα είχαν εισπράξει για λογαριασμό και κατ’ εντολή της ενάγουσας και έπρεπε να της το αποδώσουν. Έκτοτε, ήτοι από τις 22.5.2017, που εξεδήλωσαν την πρόθεσή τους να παρακρατήσουν παράνομα το ως άνω εν γνώσει τους οφειλόμενο, ξένο προς αυτούς, χρηματικό ποσό, που οχλήθηκαν να καταβάλουν, οφείλουν τόκους υπερημερίας, επί του χρηματικού αυτού κεφαλαίου, που αποτελεί και την ισόποση ζημία που υπέστη εκ της ως άνω αδικοπρακτικής συμπεριφοράς των εναγομένων (ΑΚ 914, 934, ΠΚ 375), ήτοι του υπαίτιου νομίμου εκπρόσωπου και της ευθυνόμενης παράλληλα με αυτόν εταιρείας που εκπροσωπεί (ΑΚ 71). Περαιτέρω, από την ως άνω συμπεριφορά των εναγομένων η ενάγουσα υπέστη προσβολή της εμπορικής της πίστης και της φήμης της. Δικαιούται λοιπόν χρηματικής ικανοποίησης, η οποία, ενόψει των συνθηκών τέλεσης της αδικοπραξίας, το είδος και της βαρύτητας της προσβολής της ενάγουσας εταιρείας και της οικονομικής κατάστασης των διαδίκων, πρέπει να καθοριστεί στο χρηματικό ποσό των 1.000 ευρώ και το οποίο μαζί με το ποσό των 62.459,06 ευρώ, πρέπει, δεκτής γενομένης κατά ένα μέρος της αγωγής, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να της καταβάλουν, έκαστος εις ολόκληρον, νομιμοτόκως, για μεν το ποσό των 62.459,06 ευρώ από την 22.5.2017, για δε το ποσό των 1.000 ευρώ, από την επίδοση της αγωγής, έως την πλήρη εξόφληση, απειλουμένης σε βάρος του δεύτερου εναγόμενου προσωπικής του κράτησης, ως μέσο εκτέλεσης, λόγω της εκ μέρους του τέλεσης της αδικοπραξίας, διάρκειας, λαμβανομένων υπόψη της ζημίας και των συνθηκών τέλεσης της αδικοπραξίας, δύο μηνών. Τέλος πρέπει να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου της έφεσης στον καταθέσαντα δεύτερο εκκαλούντα και να καταδικαστούν οι εκκαλούντες εναγόμενοι στην καταβολή μέρους της δικαστικής δαπάνης της εφεσίβλητης ενάγουσας αμφοτέρων των βαθμών δικαιοδοσίας (ΚΠολΔ 178, 183).
Περαιτέρω, σχετικά με την υπό κρίση αίτηση για την αναστολή της επιβληθείσας με βάση την εκκαλουμένη απόφαση συντηρητικής κατάσχεσης στα χέρια της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, της Άλφα Τράπεζα Α.Ε., της Eurobank Ergasias Α.Ε. και της Τράπεζας Πειραιώς Α.Ε., σύμφωνα με το άρθρο 724 παρ. 1 ΚΠολΔ, οι αιτούντες ζητούν, κατ’ ορθή εκτίμηση του δικογράφου τους, το οποίο, αν και τιτλοφορούν ως ανακοπή, είναι αίτηση του άρθρου 724 παρ. 2 ΚΠολΔ, να ανασταλεί η ως άνω επιβληθείσα συντηρητική κατάσχεση και να διαταχθεί η αντικατάσταση αυτής με εγγυοδοσία ποσού 3.000 ευρώ, επειδή : α) καταχρηστικά η καθ’ ης η αίτηση επέβαλε συντηρητική κατάσχεση, χωρίς προηγουμένως να ενημερώσει τους αιτούντες, αποστερώντας τους από τη χρήση των τραπεζικών λογαριασμών των οικείων τραπεζών, στα χέρια των οποίων επέβαλε τη συντηρητική κατάσχεση, β) η πρώτη αιτούσα αδυνατεί να ανταποκριθεί στις οικονομικές απαιτήσεις της καθ’ ης όχι από δική της υπαιτιότητα αλλά επειδή η ως άνω ΙΑΤΑ την έθεσε παράνομα και καταχρηστικά εκτός χρήσης της ως άνω ηλεκτρονικής πλατφόρμας κράτησης των εισιτηρίων με ανυπολόγιστη οικονομική ζημία, γ) με την κατάσχεση των τραπεζικών τους λογαριασμών αδυνατεί να λειτουργήσει η επιχείρηση, αφού στερούνται της χρήσης των τραπεζικών λογαριασμών και δ) επειδή η προσωπική περιουσία του πρώτου αιτούντος επαρκεί, για την ικανοποίηση της απαίτησης της καθ’ ης, χωρίς περαιτέρω αναφορά των στοιχείων αυτής και της αξίας ενός εκάστου. Η ως άνω αίτηση κρίνεται ως μη νόμιμη, ως προς το αίτημα αυτής για αναστολή, γιατί όλοι οι ως άνω επικαλούμενοι με την αίτηση λόγοι δεν αφορούν την εξόφληση ή την ανυπαρξία, ολική ή μερική, της απαίτησης, για την οποία έχει εκδοθεί η εκκαλουμένη, βάσει της οποίας επιβλήθηκε η επίδικη συντηρητική κατάσχεση στα χέρια των ως άνω τραπεζών, όπως επιβάλλεται με τη διάταξη του άρθρου 724 παρ. 2 ΚΠολΔ προκειμένου να ανασταλεί η εκτέλεση της επιβληθείσας συντηρητικής κατάσχεσης με βάση εκδοθείσα οριστική δικαστική απόφαση (την εκκαλουμένη), η οποία, ως ειδικότερη, εφαρμόζεται εν προκειμένω, αποκλειόμενης της προβολής άλλων λόγων αναστολής ασφαλιστικών μέτρων διαταχθέντων με δικαστική απόφαση, όπως αυτών που προτείνονται με την υπό κρίση αίτηση. Ως προς το αίτημα για αντικατάσταση της συντηρητικής κατάσχεσης με εγγυοδοσία, αυτή (η αίτηση) είναι νόμιμη (ΚΠολΔ 705 παρ. 1 και 697) και πρέπει αυτό να γίνει δεκτό υποχρεωτικά και να παρασχεθεί στους αιτούντες η δυνατότητα αντικατάστασης της παραπάνω σε βάρος των συντηρητικής κατάσχεσης προς εξασφάλιση τοκοφόρου απαίτησης με την υπέρ της καθ’ ης κατάθεση, στην Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, ισόποσης προς το ποσό των 80.000 ευρώ (στο οποίο έχει ανέλθει μέχρι σήμερα η απαίτηση της καθ’ ης μετά των τόκων και εξόδων) εγγυητικής επιστολής αξιόχρεης τράπεζας, που λειτουργεί νομίμως στην Ελλάδα. Η δικαστική δαπάνη της καθ’ ης πρέπει να επιβληθεί σε βάρος των αιτούντων (άρθρ. 84 παρ. 2 Κώδικα Δικηγόρων).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει την έφεση και την ανακοπή αντιμωλία των διαδίκων.
Δέχεται την έφεση.
Εξαφανίζει την υπ’ αρ. 481/2018 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.
Δικάζει επί της αγωγής.
Δέχεται εν μέρει αυτήν.
Υποχρεώνει τους εναγόμενους να καταβάλουν στην ενάγουσα το χρηματικό ποσό των 63.459,06 ευρώ νομιμοτόκως, για μεν το ποσό των 62.459,06 ευρώ, από την 22.5.2017, για δε το ποσό των 1.000 ευρώ, από την επίδοση της αγωγής, έως την πλήρη εξόφληση.
Απαγγέλει σε βάρος του δεύτερου εναγόμενου προσωπική κράτηση διάρκειας 2 μηνών, ως μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης της απόφασης.
Διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου της έφεσης στον καταθέσαντα αυτό δεύτερο εκκαλούντα.
Καταδικάζει τους εναγόμενους εκκαλούντες στην πληρωμή μέρους της δικαστικής δαπάνης της ενάγουσας εφεσίβλητης, που καθορίζει σε 4.000 ευρώ.
Δέχεται εν μέρει την ανακοπή.
Παρέχει στους ανακόπτοντες τη δυνατότητα αντικατάστασης της σε βάρος των επιβληθείσας συντηρητικής κατάσχεσης στα χέρια της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, της Άλφα Τράπεζα Α.Ε., της Eurobank Ergasias Α.Ε. και της Τράπεζας Πειραιώς Α.Ε., με βάσει την εκκαλουμένη, με την υπέρ της καθ’ ης κατάθεση, στην Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου, ισόποσης προς το ποσό των 80.000 ευρώ εγγυητικής επιστολής αξιόχρεης τράπεζας, που λειτουργεί νομίμως στην Ελλάδα.
Καταδικάζει τους ανακόπτοντες στην πληρωμή τη δικαστικής δαπάνης της καθ’ ης, που καθορίζει σε 300 ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 31.3.2020, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ