ΑΠΟΦΑΣΗ
Tóth κατά Ουγγαρίας της 19.10.2023 (αρ. προσφ. 8324/18)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Μετά τη λύση του γάμου του προσφεύγοντος με τη μητέρα του παιδιού, καθορίστηκαν με ιδιωτικό συμφωνητικό η επικοινωνία του πατέρα με το παιδί. Ωστόσο, η μητέρα παραβίασε τη συμφωνία καθώς διέκοψε τις καλοκαιρινές διακοπές του παιδιού με τον πατέρα τον Αύγουστο του 2016. Στις επόμενες συναντήσεις που επιχείρησε να κάνει ο πατέρας δεν κατάφερε να δει το παιδί του γιατί, κατά την άποψη της μητέρας, το παιδί δεν ήθελε να τον συναντήσει.
Στη συνέχεια, το Περιφερειακό Δικαστήριο της Βούδας εξέδωσε μια προσωρινή διαταγή που επέκτεινε σταδιακά την επικοινωνία του προσφεύγοντος για το μέλλον. Η απόφαση επικυρώθηκε από τα δικαστήρια της Βουδαπέστης και έτσι ο προσφεύγων είχε τη δυνατότητα να συναντά τακτικά τον γιο του.
Το Δικαστήριο αναγνώρισε ότι οι δυσκολίες στη διασφάλιση των δικαιωμάτων επικοινωνίας του προσφεύγοντος οφείλονταν ουσιαστικά στον ισχυρισμό της μητέρας ότι ο Ζ. δεν ήθελε να συναντήσει τον πατέρα του. Σε κάθε περίπτωση, δεν ελήφθη κανένα συγκεκριμένο μέτρο για τη διευκόλυνση των δικαιωμάτων επικοινωνίας του προσφεύγοντος.
Κατά το Δικαστήριο του Στρασβούργου τα συμφέροντα του παιδιού είναι πρωταρχικής σημασίας σε τέτοιες περιπτώσεις, απαιτώντας το ζήτημα της επικοινωνίας να προσδιορίζεται πρωτίστως σε σχέση με αυτό το σκεπτικό και όχι με βάση τα συμφέροντα των γονέων. Ούτε αποδείχθηκε ότι ήταν αντίθετο προς το συμφέρον του παιδιού να συναντήσει τον πατέρα του.
Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση της οικογενειακής ζωής (άρθρο 8 της ΕΣΔΑ) και επιδίκασε 6.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 1.500 ευρώ για έξοδα.
ΔΙΑΤΑΞΗ
Άρθρο 8
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Στις 13 Μαΐου 2009 το Περιφερειακό Δικαστήριο της Βουδαπέστης IV και XV έλυσε τον γάμο του προσφεύγοντος με την Ι. και ενέκρινε τη συμφωνία των μερών σχετικά με την επιμέλεια του γιου του ζευγαριού, Ζ., ο οποίος γεννήθηκε το 2007.
Η συμφωνία τροποποιήθηκε από τους γονείς και εγκρίθηκε από την Κυβερνητική Αρχή της Κομητείας Pest το 2015 όσον αφορά τις τακτικές επισκέψεις και το 2016 όσον αφορά τις περιοδικές επισκέψεις. Σύμφωνα με τους νέους όρους, ο προσφεύγων θα συναντούσε τον Ζ. κάθε δεύτερο Σαββατοκύριακο και για το πρώτο ήμισυ χρονικό διάστημα κάθε σχολικής αργίας.
Στις 14 Σεπτεμβρίου 2016 ο προσφεύγων υπέβαλε αίτημα εκτέλεσης στην Κυβερνητική Αρχή της κομητείας Pest, καθώς οι καλοκαιρινές διακοπές του είχαν διακοπεί από τη μητέρα του παιδιού, κατά παράβαση της συμφωνίας επικοινωνίας. Στη συνέχεια, ο προσφεύγων δεν μπόρεσε να ασκήσει τα δικαιώματα επικοινωνίας του μεταξύ 26 Αυγούστου 2016 και Απριλίου 2017. Υπέβαλε συνολικά 12 αιτήσεις εκτέλεσης στην Κυβερνητική Αρχή και η τελευταία κίνησε 7 σειρές διαδικασιών εκτέλεσης κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Διέταξε τα μέρη να παράσχουν πραγματικές πληροφορίες σχετικά με την άσκηση των δικαιωμάτων επικοινωνίας, αλλά δεν ελήφθη καμία σχετική απόφαση.
Στις 17 Ιουνίου 2017 ο προσφεύγων κατέθεσε Αγωγή ζητώντας την τροποποίηση των ρυθμίσεων επικοινωνίας.
Μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2018 ο προσφεύγων εμφανιζόταν τακτικά στις ημερομηνίες που προβλέπονταν στην απόφαση για τα δικαιώματα επικοινωνίας, αλλά μπόρεσε να συναντήσει το παιδί μόνο δύο φορές. Προφανώς, κατά την άποψη της μητέρας, η επικοινωνία δεν μπορούσε να γίνει αφού ο Ζ. δεν ήθελε να συναντήσει τον πατέρα του. Τον Σεπτέμβριο του 2018 ο προσφεύγων ζήτησε από την Ι. να τον ενημερώσει όταν το παιδί ήταν έτοιμο για επικοινωνία.
Στις 31 Ιανουαρίου 2019 η Κυβερνητική Αρχή επέβαλε στη μητέρα πρόστιμο 10.000 ουγγρικών φιορινιών (περίπου 25 ευρώ) για την μη επίτευξη επικοινωνίας τον Αύγουστο 2016.
Στις 12 Ιουνίου 2019, το Περιφερειακό Δικαστήριο της Βούδας εξέδωσε μια προσωρινή διαταγή που επέκτεινε σταδιακά τα δικαιώματα επικοινωνίας του προσφεύγοντος για το μέλλον. Η απόφαση επικυρώθηκε από τα εθνικά δικαστήρια στις 16 Ιουλίου 2019. Ο προσφεύγων είχε τη δυνατότητα να επικοινωνεί τακτικά με τον γιο του από τον χρόνο αυτό και μετά. Στις 30 Οκτωβρίου 2020 το Περιφερειακό Δικαστήριο της Βούδας εξέδωσε απόφαση, επεκτείνοντας περαιτέρω την επικοινωνία του προσφεύγοντος. Η απόφαση επικυρώθηκε από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο στις 3 Σεπτεμβρίου 2020.
Επικαλούμενος το άρθρο 8 της ΕΣΔΑ ο προσφεύγων κατήγγειλε ότι οι εγχώριες αρχές δεν κατέβαλαν επαρκείς προσπάθειες για να επιβάλουν το πρόγραμμα επικοινωνίας με τον γιο του, κατά παράβαση του δικαιώματός του για σεβασμό της οικογενειακής του ζωής.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Άρθρο 8
Κατά το Δικαστήριο αν και το άρθρο 8 δεν ορίζει ρητές διαδικαστικές απαιτήσεις, η διαδικασία λήψης αποφάσεων που αφορά τα μέτρα παρέμβασης πρέπει να είναι δίκαιη και να διασφαλίζει τον δέοντα σεβασμό των συμφερόντων που διασφαλίζονται από το άρθρο 8 (βλ. Fernández Martínez κατά Ισπανίας [GC], αρ. προσφ. 56030 /07, § 147). Οι σχετικές αρχές όσον αφορά τις διαδικασίες που αφορούν τη σχέση ενός γονέα με το παιδί του έχουν συνοψιστεί, μεταξύ άλλων, στην υπόθεση T.C. κατά Ιταλίας της 19.05.2022 (αρ. προσφ. 54032/18, §§ 57-58).
Το Δικαστήριο θεώρησε ότι το καθοριστικό ερώτημα στην παρούσα υπόθεση είναι εάν οι ουγγρικές αρχές τήρησαν ή όχι τη θετική υποχρέωσή τους βάσει του άρθρου 8 να ενεργούν ταχέως και να επιδεικνύουν εξαιρετική επιμέλεια για να διευκολύνουν την επιβολή των ρυθμίσεων της επικοινωνίας που ορίζονται στις δικαστικές αποφάσεις.
Το ΕΔΔΑ παρατήρησε ότι η συμφωνία για την άσκηση των γονικών δικαιωμάτων που συνήφθη μεταξύ του προσφεύγοντος και της μητέρας του παιδιού τέθηκε σε ισχύ στις 13 Μαΐου 2009, όταν την ενέκρινε το Επαρχιακό Δικαστήριο. Διάφορες πτυχές τροποποιήθηκαν το 2015 και το 2016, αλλά από τον Αύγουστο του 2016 ο προσφεύγων δεν μπορούσε να δει τον γιο του, καθώς η Ι. αρνούνταν να συνεργαστεί.
Το Δικαστήριο υπογράμμισε επίσης ότι ο προσφεύγων ζήτησε τουλάχιστον δώδεκα φορές από την Κυβερνητική Αρχή να κινήσει διαδικασίες εκτέλεσης της απόφασης εναντίον της I. και η Κυβερνητική Αρχή το έπραξε σε τουλάχιστον επτά περιπτώσεις. Ωστόσο, οι μόνες διαδικασίες εκτέλεσης που ολοκληρώθηκαν ήταν αυτές που αφορούσαν επικοινωνία του Αυγούστου 2016, δύο και πλέον χρόνια μετά την έναρξη της διαδικασίας. Επιπλέον, το μόνο διαδικαστικό μέτρο που φαίνεται ότι έλαβε η Κυβερνητική Αρχή ήταν να ζητήσει περαιτέρω πραγματικές πληροφορίες από τα μέρη. Δεν έγιναν προσπάθειες εκτέλεσης και καμία άλλη διαδικασία δεν ολοκληρώθηκε με την έκδοση απόφασης. Υπό το φως αυτών των περιστάσεων, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι οι εγχώριες αρχές δεν αντιμετώπισαν το θέμα άμεσα.
Το Δικαστήριο αναγνώρισε ότι οι δυσκολίες στη διασφάλιση της επικοινωνίας του προσφεύγοντος οφείλονταν ουσιαστικά στον ισχυρισμό της μητέρας ότι ο Ζ. δεν ήθελε να συναντήσει τον πατέρα του. Ωστόσο, το Δικαστήριο θεώρησε ότι τα γεγονότα της υπόθεσης έδειξαν ότι η οικονομική κύρωση που επιβλήθηκε στην I., δύο και πλέον χρόνια μετά την απορριφθείσα επικοινωνία, ήταν ανεπαρκής για να βελτιώσει την κατάσταση και να ξεπεράσει την αδυναμία συνεργασίας της μητέρας. Σε κάθε περίπτωση, δεν ελήφθη κανένα συγκεκριμένο μέτρο για τη διευκόλυνση των δικαιωμάτων επικοινωνίας του προσφεύγοντος. Οι εγχώριες αρχές δεν έκαναν χρήση οποιασδήποτε άλλης νομικής οδού για να εξασφαλίσουν τον σεβασμό της αμετάκλητης δικαστικής απόφασης σχετικά με την επικοινωνία του προσφεύγοντος.
Το Δικαστήριο δεν παρέβλεψε το γεγονός ότι τα συμφέροντα του παιδιού είναι πρωταρχικής σημασίας σε τέτοιες περιπτώσεις, απαιτώντας το ζήτημα της επαφής να προσδιορίζεται πρωτίστως σε σχέση με αυτό το σκεπτικό και όχι με τα συμφέροντα των γονέων. Το Δικαστήριο επισήμανε επίσης το επιχείρημα της Κυβέρνησης ότι οι συναντήσεις δεν είχαν πραγματοποιηθεί λόγω της εχθρότητας του παιδιού προς τον πατέρα του.
Ωστόσο, διαπίστωσε ότι οι εγχώριες αρχές σε κανένα σημείο δεν θεώρησαν ότι ήταν αντίθετο προς το συμφέρον του παιδιού να συναντήσει τον πατέρα του. Πράγματι, κατά την έκδοση των ασφαλιστικών μέτρων και των τελικών αποφάσεων σχετικά με τα γονεϊκά δικαιώματα, όλες οι δικαστικές αρχές διαπίστωσαν ότι οι συναντήσεις του προσφεύγοντος με το παιδί του θα έπρεπε σταδιακά να επεκταθούν. Ωστόσο, δεν φαίνεται ότι κατά την περίοδο μεταξύ 2016 και 2019 οι εγχώριες αρχές κατέβαλαν οποιαδήποτε προσπάθεια να αποκαταστήσουν σταδιακά την επικοινωνία πατέρα-γιού ή να διερευνήσουν διαθέσιμες οδούς, μέσω της συμμετοχής κοινωνικών υπηρεσιών ή με άλλο τρόπο, για να διατηρήσουν τους δεσμούς του με τον γιο του.
Έχοντας υπόψη τις παραπάνω σκέψεις, το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι εθνικές αρχές δεν έλαβαν όλα τα μέτρα που θα μπορούσαν εύλογα να απαιτηθούν για την υλοποίηση της επικοινωνίας του προσφεύγοντος με τον γιο του.
Το Δικαστήριο διαπίστωσε παραβίαση της οικογενειακής ζωής (άρθρο 8 της Σύμβασης).
Δίκαιη Ικανοποίηση (άρθρο 41)
Το ΕΔΔΑ επιδίκασε 6.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 1.500 ευρώ για έξοδα (επιμέλεια: echrcaselaw.com).