ΑΠΟΦΑΣΗ
I.V. κατά Εσθονίας της 10.10.2023 (αρ. προσφ. 37031/21)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Πατέραςπροσπάθησε να αμφισβητήσει την υιοθεσία του βιολογικού του γιου από άλλο άνδρα στην Εσθονία, στο πλαίσιο των διαδικασιών αναγνώρισης πατρότητας στη Λετονία. Το Δικαστήριο τόνισε ότι παρόλο που επρόκειτο για διασυνοριακή υπόθεση, έπρεπε να εξεταστεί μόνο η ευθύνη της Εσθονίας.
Oπροσφεύγων επικαλούμενος το άρθρο 8 (δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής), παραπονέθηκε ότι τα δικαιώματά του είχαν αγνοηθεί στη διαδικασία που επέτρεπε την υιοθεσία του γιου του καιγια τη διαδικασία σχετικά με το αίτημα ακύρωσης της υιοθεσίας. Υποστήριξε ότι η υιοθεσία του γιου του δε θα έπρεπε ποτέ να προχωρήσει χωρίς τη συγκατάθεσή του ως βιολογικούπατέρα.
Το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι οι εσθονικές αρχές δεν κατάφεραν γενικά να επιτύχουν μια δίκαιη ισορροπία μεταξύ των συμφερόντων του προσφεύγοντος και του γιου του είτε στη διαδικασία που επιτρέπει την υιοθεσία είτε στην μεταγενέστερη διαδικασία για την ακύρωση της υιοθεσίας. Ειδικότερα, στη διαδικασία που επέτρεπε την υιοθεσία, τα εσθονικά δικαστήρια δεν είχαν δώσει καμία σημασία στο γεγονός ότι ήταν, παράλληλα, σε εξέλιξη διαδικασίες αναγνώρισης της πατρότητας στη Λετονία και στη συνέχεια απλά απέρριψαν το αίτημα του προσφεύγοντος πατέρα να ακυρωθεί η υιοθεσία αποκλειστικά για τυπικούς λόγους, επειδή δεν είχε το καθεστώς του νόμιμου πατέρα.
Το ΕΔΔΑδιαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 8 (δικαίωμα σεβασμού ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής) και επιδίκασε στον προσφεύγοντα 12.000 ευρώ για ηθική βλάβη και 6.844 ευρώ για έξοδα.
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Ο προσφεύγων είναι Λετονός υπήκοος ο οποίος γεννήθηκε το 1965 και ζει στη Ρίγα. Την άνοιξη του 2006 ο προσφεύγων απέκτησε έναν γιο, γεννημένο στη Λετονία, από σχέση που είχε συνάψει. Η μητέρα δεν επέτρεπε πλέον καμία επικοινωνία μεταξύ αυτού και του γιού τους από τον Ιανουάριο του 2007 και μετά. Λίγο αργότερα ο προσφεύγων πληροφορήθηκε ότι ένας άλλος άνδρας είχε αναγνωρίσει την πατρότητα και είχε καταχωρηθεί ως πατέρας του παιδιού. Ο προσφεύγων αμφισβήτησε την πατρότητα στα δικαστήρια της Λετονίας.
Ενώ αυτές οι διαδικασίες στα λετονικά δικαστήρια ήταν σε εξέλιξη, η μητέρα και το παιδί μετακόμισαν στην Εσθονία και το παιδί υιοθετήθηκε τον Απρίλιο του 2018 από τον νέο σύζυγο της μητέρας. Ο προσφεύγων έμαθε πολύ αργότερα για την υιοθεσία και υπέβαλε αίτηση στα εσθονικά δικαστήρια για την ακύρωσή της. Το Ανώτατο Δικαστήριο της Εσθονίας απεφάνθη το 2021 ότι ο προσφεύγων δεν μπορούσε να ενεργήσει ως (νομικά αναγνωρισμένος) «πατέρας» σύμφωνα με το εσθονικό δίκαιο, καθώς η πατρότητά του δεν είχε ακόμη αναγνωριστεί στη Λετονία. Το δικαστήριο εξήγησε επίσης ότι, ακόμη και αν η πατρότητα του προσφεύγοντος αναγνωρίστηκε αργότερα, αυτό δεν θα μπορούσε αναδρομικά να ακυρώσει τη συγκατάθεση για υιοθεσία του νόμιμου πατέρα – δηλαδή του εγγεγραμμένου ως πατέρα του παιδιού κατά τον χρόνο της υιοθεσίας. Τελικά τα λετονικά δικαστήρια αναγνώρισαν την πατρότητα του προσφεύγοντος και τον καταχώρησαν ως πατέρα, από την ημερομηνία γέννησης του αγοριού μέχρι την ημερομηνία υιοθεσίας του.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Το Δικαστήριο τόνισε ότι αυτό που διακυβευόταν στην παρούσα υπόθεση δεν ήταν ευθύνη των Λετονικών αρχών, παρόλο που η διαδικασία πατρότητας είχε διαρκέσει εξαιρετικά μεγάλο χρονικό διάστημα όχι στην Λετονία, αλλά στηνΕσθονία.
Επισήμανε ότι η υπό εξέταση υπόθεση έπρεπε να αξιολογηθεί στο σύνολό της και ότι καθήκον του ήταν να αξιολογήσει εάν οι εσθονικές αρχές είχαν επιτύχει μια δίκαιη ισορροπία μεταξύ των ανταγωνιστικών συμφερόντων που διακυβεύονται, συμπεριλαμβανομένων τόσο των συμφερόντων του προσφεύγοντος όσο και του γιου του. Ωστόσο, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι οι εσθονικές αρχές είχαν επιδείξει σημαντική έλλειψη επιμέλειας σε σχέση με τη διαδικασία της υιοθεσίας, παρόλο που έπρεπε ή όφειλαν να ήταν ενήμερες για τις εν εξελίξει διαδικασίες πατρότητας στη Λετονία, με βάση το αίτημα των Λετονικών αρχών, τον Ιανουάριο 2018, για δικαστική συνεργασία.
Στη συνέχεια, το Ανώτατο Δικαστήριο της Εσθονίας είχε απορρίψει την Αίτηση ακύρωσης της υιοθεσίας αποκλειστικά και μόνο για τυπικούς λόγους, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαίτερες περιστάσεις της υπόθεσης. Το εθνικό Ανώτατο Δικαστήριο είχε διαπιστώσει ότι ο προσφεύγων δεν είχε την απαραίτητη νομιμοποίηση καθώς η πατρότητά του δεν είχε αναγνωριστεί με τελεσίδικη δικαστική απόφαση στη Λετονία.
Η έκβαση της διαδικασίας στην Εσθονία είχε πράγματι οδηγήσει στην αναγνώριση και κατοχύρωση της νόμιμης πατρότητας του προσφεύγοντος από τα Λετονικά δικαστήρια μόνο για περιορισμένο χρονικό διάστημα, δηλαδή μέχρι την ημερομηνία που το παιδί είχε υιοθετηθεί στην Εσθονία.
Το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι αρχές της Εσθονίας δεν κατάφεραν να προσδιορίσουν και να εξετάσουν τις ιδιαίτερες περιστάσεις της υπόθεσης και να αξιολογήσουν τα διάφορα δικαιώματα και συμφέροντα των ατόμων που εμπλέκονται, συμπεριλαμβανομένων εκείνων του προσφεύγοντος, σε οποιοδήποτε σύνολο διαδικασιών (επιτρέποντας την υιοθεσία ή σχετικά με το αίτημα ακύρωσης της υιοθεσίας).
Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 8.
Άρθρο 41 (δίκαιη ικανοποίηση)
Το ΕΔΔΑ επιδίκασε στον προσφεύγοντα 12.000 ευρώ για ηθική βλάβη και6.844 ευρώ για έξοδα(επιμέλεια: echrcaselaw.com).