Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι αν η επαναλαμβανόμενη συζήτηση γίνει με διάφορη σύνθεση του δικαστηρίου, χωρίς να συντρέχουν εξαιρετικοί προς τούτο λόγοι, που να βεβαιώνονται στην απόφαση, όπως προαγωγή, μετάθεση, θάνατος, παραίτηση, απόλυση του δικαστή, θεωρείται κακή σύνθεση και ιδρύεται ο αναιρετικός λόγος του αριθμού 2 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ με το οποίο ορίζεται ότι αναίρεση επιτρέπεται αν το δικαστήριο δεν είχε τη νόμιμη σύνθεση ή έλαβε μέρος στη σύνθεσή του δικαστής του οποίου είχε γίνει δεκτή η εξαίρεση ή κατά του ποίου είχε ασκηθεί αγωγή κακοδικίας
Απόφαση 689 / 2022 (Β2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Β2′ Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Νικόλαο Πιπιλίγκα, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Θεόδωρο Μαντούβαλο, Μαρία Σιμιτσή – Βετούλα, Αριστείδη Βαγγελάτο – Εισηγητή, Κωνσταντίνα Νάκου, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο Κατάστημά του, στις 8 Φεβρουαρίου 2022, με την παρουσία και της Γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: Μ. Μ. του Σ., κατοίκου …, η οποία παραστάθηκε για τον εαυτό της με την ιδιότητα της δικηγόρου, με δήλωση του 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ. και κατέθεσε προτάσεις. Του αναιρεσιβλήτου: Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) – Ανωτάτου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος (Α.Ε.Ι.) με την επωνυμία “ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ” (Α.Π.Θ.), που εδρεύει στη Θεσσαλονίκη και εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Φλώρα Νικολοπούλου, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ., η oποία κατέθεσε προτάσεις.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 22/5/2012 αγωγή της ήδη αναιρεσείουσας, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 12679/2013 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου, 790/2017 μη οριστική και 44/2019 οριστική του Μονομελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 4/1/2020 αίτησή της. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με την κρινόμενη από 4 Ιανουαρίου 2020 με αριθ. καταθ. 25/1/7.1.2021 αίτηση αναίρεσης της αναιρεσείουσας κατά του αναιρεσίβλητου Ν.Π.Δ.Δ. προσβάλλεται η, αντιμωλία των διαδίκων, εκδοθείσα κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών με αριθ. 44/11.1.2019 οριστική απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, η οποία αφού ανακάλεσε την επίσης συμπροσβαλλόμενη με αριθμ. 790/29.3.2017 μη οριστική απόφαση του ως άνω δικαστηρίου, με την οποία είχε διαταχθεί η επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης, κατ’άρθρο 254 του ΚΠολΔ και εξαφάνισε τη με αριθμ. 12679/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, που είχε εκδοθεί αντιμωλία των διαδίκων και είχε δεχθεί ως κατ’ ουσία βάσιμη την από 22.5.2012 με αριθ. καταθ. 16968/24.5.2012 αγωγή της ενάγουσας και ήδη αναιρεσείουσας κατά του εναγομένου και ήδη αναιρεσίβλητου, κράτησε την υπόθεση, δίκασε την αγωγή και απέρριψε αυτή ως μη νόμιμη. Η υπό κρίση αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 552, 553, 556, 558, 564 παρ. 3, 566 παρ. 1 και 144 του ΚΠολΔ) είναι παραδεκτή (άρθρο 577 παρ.1 ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και τη βασιμότητα των λόγων της (άρθρο 577 παρ. 3 ΚΠολΔ).
Με τη διάταξη του άρθρου 254 του ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε αρχικά με το άρθρο 9 του Ν. 2915/2001 (ΦΕΚ Α 109), τροποποιήθηκε με το άρθρο 25 παρ.3 του Ν. 3994/2011 (ΦΕΚ Α 165) και αντικαταστάθηκε εκ νέου με το άρθρο δεύτερο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α 87), που ισχύει, σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ.2 του αυτού άρθρου από 1.1.2016 και εφαρμόζεται στην προκειμένη υπόθεση, ορίζεται ότι “1. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την επανάληψη της συζήτησης, η οποία έχει κηρυχθεί περατωμένη, όταν κατά τη μελέτη της υπόθεσης ή τη διάσκεψη παρουσιάζονται κενά ή αμφίβολα σημεία που χρειάζονται συμπλήρωση ή επεξήγηση ή όταν επιβάλλεται η διενέργεια αυτοψίας, πραγματογνωμοσύνης ή εξέτασης των διαδίκων στο ακροατήριο. Η απόφαση μνημονεύει απαραιτήτως τα ειδικά θέματα που αποτελούν αντικείμενο της επαναλαμβανόμενης συζήτησης. Η συζήτηση αυτή θεωρείται συνέχεια της προηγουμένης. Στην περίπτωση των άρθρων 237 και 238 με την απόφαση για την επανάληψη της συζήτησης μπορεί επιπλέον, αν κρίνεται απολύτως αναγκαία η εξέταση μαρτύρων στο ακροατήριο, να διαταχθεί και η εξέταση ενός μάρτυρα από κάθε πλευρά κατά την επαναλαμβανόμενη συζήτηση. 2. Στην επαναλαμβανόμενη συζήτηση, η οποία ορίζεται το συντομότερο δυνατό, οι διάδικοι κλητεύονται τριάντα (30) τουλάχιστον ημέρες πριν από αυτήν. 3. Η υπόθεση εκδικάζεται από τον ίδιο δικαστή και από την ίδια σύνθεση επί πολυμελούς δικαστηρίου, εκτός αν αυτό είναι για φυσικούς ή νομικούς λόγους αδύνατο”. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι αν η επαναλαμβανόμενη συζήτηση γίνει με διάφορη σύνθεση του δικαστηρίου, χωρίς να συντρέχουν εξαιρετικοί προς τούτο λόγοι, που να βεβαιώνονται στην απόφαση, όπως προαγωγή, μετάθεση, θάνατος, παραίτηση, απόλυση του δικαστή, θεωρείται κακή σύνθεση και ιδρύεται ο αναιρετικός λόγος του αριθμού 2 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ με το οποίο ορίζεται ότι αναίρεση επιτρέπεται αν το δικαστήριο δεν είχε τη νόμιμη σύνθεση ή έλαβε μέρος στη σύνθεσή του δικαστής του οποίου είχε γίνει δεκτή η εξαίρεση ή κατά του ποίου είχε ασκηθεί αγωγή κακοδικίας (ΑΠ 1095/2020, ΑΠ 428/2020, ΑΠ 1065/2019, ΑΠ 1338/2015). Ο λόγος αυτός, συνδεόμενος με την επιταγή του άρθρου 8 εδάφιο α’ του Συντάγματος, με την οποία ορίζεται ότι “κανένας δεν στερείται χωρίς τη θέληση του το δικαστή που του έχει ορίσει ο νόμος” αλλά και με τη διάταξη του άρθρου 109 παρ. 1 του ΚΠολΔ με την οποία ορίζεται ότι “δεν επιτρέπεται να αφαιρεθεί από κανέναν χωρίς τη θέλησή του, ο δικαστής που ορίζει ο νόμος γι’ αυτόν”, ιδρύεται μόνον όταν η σχετική πλημμέλεια βαρύνει τη σύνθεση του δικαστηρίου, που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, μη νόμιμη σύνθεση του δικαστηρίου υπάρχει, αν δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις του ΚΠολΔ, του Οργανισμού των Δικαστηρίων ή ειδικών νόμων για τη σύνθεσή του (ΑΠ 1095/2020, 428/2020, AΠ 26/2019, AΠ 502/2017). Συναφώς, κατά το άρθρο 305 αρ. 1 του ΚΠολΔ, το πρωτότυπο της απόφασης πρέπει να αναφέρει, μεταξύ άλλων, τη σύνθεση του δικαστηρίου. Η απόδειξη δε της κακής σύνθεσης γίνεται από την απόφαση ή από τα πρακτικά, ενόσω δεν προσβάλλονται για πλαστότητα (ΑΠ 1095/2020, 428/2020, AΠ 26/2019). Στην προκειμένη περίπτωση, από την, παραδεκτή, κατ’ άρθρο 561 παρ. 2 του ΚΠολΔ, επισκόπηση των διαδικαστικών εγγράφων της δίκης προκύπτουν τα εξής: Με την από 22.5.2012 με αριθμ. κατάθ. 16968/24.5.2012 αγωγή της η ενάγουσα και ήδη αναιρεσείουσα ισχυρίσθηκε ότι από την 29.5.2006 παρέχει τις υπηρεσίες της στο εναγόμενο και ήδη αναιρεσίβλητο Ν.Π.Δ.Δ. με σχέση έμμισθης εντολής, ως προϊστάμενη δικηγόρος του Δικαστικού Γραφείου αυτού, αμείβεται με πάγια αντιμισθία, κατέχει το 1ο μισθολογικό κλιμάκιο και υπάγεται στο μισθολογικό καθεστώς του άρθρου 92Α του Ν/Δτος 3026/1954. Ότι με τις διατάξεις του Ν. 3274/2004 α) η πάγια αντιμισθία των δικηγόρων των δήμων και ιδρυμάτων τους προσαυξήθηκε κατά 20% για τους ΟΤΑ με πληθυσμό μέχρι 100.000 κατοίκων και κατά 30% για τους ΟΤΑ με πληθυσμό πέραν των 100.000 κατοίκων, β) το καταβαλλόμενο στους νομικούς διευθυντές των νομικών διευθύνσεων των Δήμων ως επίδομα θέσης αναπροσαρμόσθηκε σε 20% επί του συνόλου της αντιμισθίας τους, γ) χορηγήθηκε κατ’ αποκοπή αποζημίωση για έξοδα μετακίνησης και δ) χορηγήθηκε επίδομα ειδικής απασχόλησης. Ότι οι πιο πάνω διατάξεις είναι εφαρμοστέες και στην ίδια, με την ως άνω ιδιότητά της, για τους σ’ αυτή εκτιθέμενους λόγους και ότι η εξαίρεσή της από τις προαναφερθείσες προσαυξήσεις και χορηγήσεις δαπανών μετακίνησης και επιδομάτων ειδικής απασχόλησης αντίκειται στην αρχή της ισότητας και της ίσης μεταχείρισης. Ζητούσε δε να υποχρεωθεί το εναγόμενο να της καταβάλει από την ως άνω αιτία για το χρονικό διάστημα από 1.1.2010 έως 31.10.2011 το συνολικό ποσό των 33.040,55 ευρώ, νομιμοτόκως. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο με την υπ’ αριθμ. 12679/2013 οριστική του απόφαση, δικάζοντας, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών, έκρινε νόμιμη την αγωγή και ακολούθως δέχθηκε εν μέρει αυτή ως κατ’ ουσία βάσιμη και επιδίκασε στην ενάγουσα το συνολικό ποσό των 31.874 ευρώ με το νόμιμο τόκο. Επί της από 20.7.2013 με αριθμ. καταθ. 2935/30.8.2013 έφεσης του εναγομένου και ήδη αναιρεσίβλητου Ν.Π.Δ.Δ., η οποία συζητήθηκε, κατά τη δικάσιμο στις 7.11.2016, ενώπιον του Μονομελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, η συμπροσβαλλομένη με αριθμ. 790/2017 απόφαση του ως άνω δικαστηρίου, με την οποία, αφού αναβλήθηκε η έκδοση της οριστικής απόφασής του, διατάχθηκε η επανάληψη της συζήτησης της υπόθεσης, κατ’ άρθρο 254 του ΚΠολΔ, προκειμένου α) να διευκρινισθούν τα αναγραφόμενα σ’αυτή αμφίβολα σημεία, β) να επαναληφθεί η εξέταση στο ακροατήριό του πρωτοδίκως εξετασθέντος μάρτυρα ή να εξετασθούν νέοι μάρτυρες ένας από κάθε διάδικο μέρος και γ) να προσκομισθούν όσα έγγραφα οι διάδικοι κρίνουν αναγκαία ακόμη και νέα. Ακολούθως και κατόπιν της με αριθ. κατάθεσης 1279/26.5.2017 κλήσης της εφεσίβλητης και ήδη αναιρεσείουσας, η από 20.7.2013 έφεση συζητήθηκε, εκ νέου, στο ίδιο ως άνω δευτεροβάθμιο δικαστήριο, στις 11.12.2017 και, στη συνέχεια, εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, η αναιρεσιβαλλομένη με αριθ. 44/2019 οριστική απόφασή του, με την οποία ανακλήθηκε η ως άνω με αριθ. 790/2017 μη οριστική απόφαση, έγινε δεκτή τυπικά και κατ’ουσία η έφεση, εξαφανίσθηκε η εκκαλουμένη απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, κρατήθηκε η υπόθεση και δικάσθηκε η από 22.5.2012 αγωγή, η οποία απορρίφθηκε ως μη νόμιμη. Κατά την ως άνω επαναληφθείσα ενώπιον του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου συζήτηση της από 20.7.2013 έφεσης του εκκαλούντος και ήδη αναιρεσίβλητου Ν.Π.Δ.Δ., που είναι συνέχεια της προηγούμενης συζήτησης ενώπιον του ιδίου δικαστηρίου και αμφότερες μαζί θεωρούνται ως μία (ενιαία) συζήτηση (ΑΠ 1628/2018, ΑΠ 869/2017), το δευτεροβάθμιο δικαστήριο ενώ έπρεπε να έχει την ίδια σύνθεση, κατά μεν τη συζήτηση της υπόθεσης στις 7.11.2016, όπως προκύπτει από την με αριθ. 790/2017 μη οριστική απόφασή του, συγκροτήθηκε από τη Δικαστή Μαρία Χ***, εφέτη, κατά δε τη συζήτηση αυτής στις 11.12.2017, όπως προκύπτει από την υπ’ αριθ. 44/2019 οριστική απόφαση του, συγκροτήθηκε από το Δικαστή Ιωάννη Π****, εφέτη, χωρίς να αναφέρεται στην τελευταία απόφαση ο λόγος της μη συγκρότησής του από την Δικαστή Μαρία Χ***, εφέτη, όπως θα έπρεπε, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν στη νομική σκέψη που προηγήθηκε (ΑΠ 1095/2020, 428/2020, ΑΠ 1065/2019, ΑΠ 1338/2015). Επομένως, ο πρώτος λόγος της κρινόμενης αίτησης, με τον οποίο αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η εκ του αριθμού 2 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ πλημμέλεια, είναι βάσιμος και πρέπει, γι’ αυτό, να γίνει δεκτός. Μετά την παραδοχή του πρώτου λόγου αναίρεσης και λόγω της αναιρετικής εμβέλειας αυτού παρέλκει η εξέταση του δεύτερου λόγου αυτής με τον οποίο η αναιρεσείουσα προσάπτει στην προσβαλλόμενη οριστική απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου (44/2019) την εκ του αριθμού 1 του άρθρου 559 του ΚΠολΔ πλημμέλεια της ευθείας παραβίασης των αναφερομένων στο λόγο αυτό διατάξεων. Συνακόλουθα, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη με αριθμ. 44/2019 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης και να παραπεμφθεί η υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο δικαστήριο, του οποίου είναι εφικτή η συγκρότηση από άλλο δικαστή (άρθρο 580 παρ. 3 ΚΠολΔ). Τέλος πρέπει να καταδικαστεί το αναιρεσίβλητο ΝΠΔΔ, λόγω της ήττας του (άρθρα 176, 183, 191 παρ. 2 του ΚΠολΔ) στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της αναιρεσείουσας, η οποία κατέθεσε προτάσεις, ενόψει του ότι, το αναιρεσείον ναι μεν αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και έχει τα προνόμια απαλλαγών και ατελειών του Δημοσίου (άρθρ. 28 παρ. 4 του Ν. 2579/1998), η νομική του όμως υπηρεσία δεν ασκείται από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους ώστε να έχει εφαρμογή το άρθρο 22 παρ. 3 του Ν.3693 /1957 περί μειωμένης δικαστικής δαπάνης (ΑΠ 151/2020, ΑΠ 1073/2019, ΑΠ 1492/2017), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ’ αριθ. 44/2019 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Παραπέμπει την υπόθεση στο ίδιο δικαστήριο συγκροτούμενο από άλλο δικαστή για περαιτέρω εκδίκαση.
Καταδικάζει το αναιρεσίβλητο στη πληρωμή των δικαστικών εξόδων της αναιρεσείουσας, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων τριακοσίων (2.300) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 13 Απριλίου 2022.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 20 Απριλίου 2022.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ