Το ΕΔΔΑ διαπιστώνει την παραβίαση του δικαιώματος στην ελευθερία της έκφρασης
Με απόφαση του τμήματος στην υπόθεση Bild GmbH & Co. KG κατά Γερμανίας (προσφυγή αριθ. 9602/18) το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έκρινε, ομόφωνα, ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 10 (ελευθερία έκφρασης) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Η υπόθεση αφορούσε δικαστική απόφαση με την οποία διατάχθηκε η bild.de, ένας μεγάλος ειδησεογραφικός ιστότοπος, να αφαιρέσει υλικό από κάμερα κλειστού κυκλώματος παρακολούθησης μιας αστυνομικής σύλληψης σε νυχτερινό κέντρο διασκέδασης στη Βρέμη, εκτός εάν θόλωνε το πρόσωπο ενός από τους εμπλεκόμενους αστυνομικούς.
Το Δικαστήριο διαπίστωσε ειδικότερα ότι το σκεπτικό των γερμανικών δικαστηρίων όσον αφορά τη δεύτερη και κάθε μελλοντική χρήση του υλικού ήταν ανεπαρκές και ότι το σκεπτικό αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε απαράδεκτη απαγόρευση κάθε μελλοντικής δημοσίευσης, χωρίς τη συγκατάθεση των ενδιαφερόμενων προσώπων, μη επεξεργασμένων εικόνων αστυνομικών που εκτελούν τα καθήκοντά τους.
Πραγματικά περιστατικά
Η προσφεύγουσα, Bild GmbH, είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης με έδρα το Βερολίνο. Είναι ιδιοκτήτρια και διαχειρίζεται τον ειδησεογραφικό ιστότοπο bild.de και εκδίδει τις εφημερίδες μεγάλης κυκλοφορίας Bild και Bild am Sonntag.
Στις 10 Ιουλίου 2013 δημοσιεύθηκε στο bild.de άρθρο σχετικά με την κλήση της αστυνομίας σε νυκτερινό κέντρο διασκέδασης στη Βρέμη τον Ιούνιο του ίδιου έτους λόγω καταγγελιών για επιθετική συμπεριφορά του πελάτη D. έναντι του προσωπικού. Είχε τίτλο “Εδώ η αστυνομία δέρνει τον [D.] (28)“.
Το άρθρο συνοδευόταν από ένα βίντεο, το οποίο έδειχνε αρκετούς αστυνομικούς να αναγκάζουν τον D. να πέσει στο έδαφος, με έναν από τους αστυνομικούς (όχι τον προσφεύγοντα) να τον κλωτσάει και να τον χτυπάει με ένα γκλομπ ενώ βρισκόταν στο πάτωμα. Ο ιστότοπος συνέχισε με ένα δεύτερο άρθρο, “Πώς εκτυλίχθηκε η νύχτα του ξυλοδαρμού”, το οποίο είχε περαιτέρω υλικό, που έδειχνε τις επιθετικές ενέργειες του D. πριν από την άφιξη των αστυνομικών.
Το πρόσωπο ενός από τους αστυνομικούς, του P., ήταν ευδιάκριτο στα πλάνα– δεν υπήρχε καμία ένδειξη ότι είχε χρησιμοποιήσει υπερβολική βία. Στις 18 Ιουλίου 2013 ζήτησε από την Bild να κατεβάσει το βίντεο μέχρι να θολώσει το πρόσωπό του. Μετά την άρνησή της, ο αστυνομικός προσέφυγε στο δικαστήριο.
Το περιφερειακό δικαστήριο του Όλντενμπουργκ διέταξε το κατέβασμα του βίντεο μέχρι τη θόλωση του προσώπου του αστυνομικού. Το δικαστήριο υπογράμμισε τη σημασία της συζήτησης γύρω από το μονοπώλιο του κράτους στη χρήση βίας, αλλά το έθεσε σε αντιδιαστολή με το δικαίωμα στην προσωπικότητα του προσφεύγοντος, κρίνοντας υπέρ του. Σημείωσε επίσης ότι τα πλάνα των ενεργειών του D. δεν είχαν προβληθεί με το πρώτο άρθρο.
Το Εφετείο του Όλντενμπουργκ επικύρωσε την απόφαση αυτή, δηλώνοντας ότι η δημοσίευση του αμοντάριστου υλικού από τις κάμερες ασφαλείας χωρίς τη συγκατάθεση του αστυνομικού παραβίαζε τα δικαιώματά του.
Τον Αύγουστο του 2017 το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο αρνήθηκε να εξετάσει συνταγματική προσφυγή της προσφεύγουσας εταιρείας.
Επικαλούμενη το άρθρο 10 (ελευθερία της έκφρασης), η προσφεύγουσα εταιρεία κατήγγειλε ότι η διαταγή για την αφαίρεση του αμοντάριστου βίντεο από τον ιστότοπό της είχε παραβιάσει την ελευθερία της έκφρασης.
Η προσφυγή κατατέθηκε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στις 16 Φεβρουαρίου 2018.
Απόφαση του Δικαστηρίου
Σε περιπτώσεις όπως αυτή, το Δικαστήριο έχει ως αποστολή να εξισορροπήσει το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης με το δικαίωμα του ατόμου στο σεβασμό της ιδιωτικής ζωής, εξετάζοντας το βάσει των διαμορφωθέντων κριτηρίων του.
Το Δικαστήριο συμφώνησε με το Περιφερειακό Δικαστήριο ότι υπήρχε νόμιμο δημόσιο συμφέρον για τις ενέργειες της αστυνομίας ως θεσμού. Ωστόσο, ήταν σημαντικό να αναγνωριστεί ότι υπό ορισμένες συνθήκες η δημοσίευση της εικόνας ενός αστυνομικού θα μπορούσε να έχει δυσμενείς συνέπειες για την ιδιωτική του ζωή, τις οποίες οι εθνικές αρχές θα πρέπει να λάβουν υπόψη.
Όσον αφορά τη μορφή με την οποία παρουσιάστηκε το βίντεο, το Δικαστήριο έκρινε ότι το γεγονός και μόνο ότι η χρήση βίας από την αστυνομία δεν απεικονίζεται με αρνητικό τρόπο δεν σημαίνει ότι η κάλυψή της στα μέσα ενημέρωσης θα πρέπει να πάψει να απολαμβάνει οποιαδήποτε προστασία. Το Δικαστήριο σημείωσε ότι η απαγόρευση δεν ίσχυε μόνο για το ήδη δημοσιευμένο υλικό, αλλά και για κάθε μελλοντικό βίντεο. Αυτό πρέπει να είχε αποτρεπτικό αποτέλεσμα, το οποίο τα γερμανικά δικαστήρια θα έπρεπε να είχαν λάβει υπόψη στο σκεπτικό τους, αλλά δεν το έπραξαν.
Συνολικά, το Δικαστήριο έμεινε ικανοποιημένο από τη στάθμιση των συγκρουόμενων δικαιωμάτων όσον αφορά το πρώτο δημοσιευμένο βίντεο, αλλά έκρινε ότι η άσκηση αυτή ήταν ανεπαρκής όσον αφορά το δεύτερο και κάθε μελλοντική χρήση του υλικού. Ειδικότερα, χωρίς να αξιολογήσουν τη συμβολή σε δημόσιο διάλογο, τα δικαστήρια είχαν διαπιστώσει με ένα γενικό σκεπτικό ότι η ουδέτερη κάλυψη της αστυνομικής επέμβασης, αν και μπορεί να μην απεικόνιζε τον αστυνομικό με αρνητικό τρόπο, δεν μπορούσε να θεωρηθεί ότι απεικονίζει μια γενική πτυχή της σύγχρονης κοινωνίας και συνεπώς θα ήταν παράνομη. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε απαράδεκτη απαγόρευση οποιασδήποτε μελλοντικής δημοσίευσης, χωρίς τη συγκατάθεσή τους, μη επεξεργασμένων εικόνων αστυνομικών που εκτελούν τα καθήκοντά τους.
Η διαταγή δεν ήταν επομένως αναγκαία σε μια δημοκρατική κοινωνία και παραβίαζε το άρθρο 10 της Σύμβασης.
Από το δελτίο τύπου του Δικαστηρίου